Δ. Μαρκόπουλος: Οι μετανάστες δεν «βροντοχτυπούν τις χάνδρες»

Είμαι Πειραιώτης. Ζω δηλαδή σε μια υποβαθμισμένη περιοχή. Ακούγοντας ή διαβάζοντας στο chat του protothema.gr πολλούς φίλους να ασκούν δριμεία κριτική κατά των μεταναστών, θέλω να μοιραστώ μαζί τους μερικούς προβληματισμούς δίχως συγκινησιακές κορόνες αλλά με ψυχραιμία.

Οταν πηγαίνω τη γυναίκα μου το πρωί στη δουλειά της, αυτό που μου προξενεί φοβερή εντύπωση είναι πως σε μια αμιγώς λαϊκή συνοικία όπως ο Κορυδαλλός βλέπω εκατοντάδες νέους, αντί να τρέχουν να κυνηγήσουν τη ζωή και την εργασία, να «βροντοχτυπούν τις χάνδρες» στα καφέ της πλατείας Ελευθερίας.

Το ίδιο συμβαίνει στο Πασαλιμάνι, που σε τίποτα δεν θυμίζει εργατική περιοχή αλλά χώρο αναψυχής, το Πέραμα, το Κερατσίνι ακόμα και τη Σαλαμίνα. Αν μάλιστα ήμουν κάτοικος των δυτικών προαστίων, πιστεύω πως τα ίδια θα έγραφα για το Λιόσια, το Μενίδι, τους Αγίους Αναργύρους και τις άλλες λαϊκές γειτονιές.
 
Πρόκειται λοιπόν για μια κακομαθημένη γενιά που αποσβολωμένη βλέπει την αλλαγή του στάτους ζωής και, αντί να ξυπνήσει, βολεύεται στην εύκολη κριτική και την πρέφα, στα σχόλια του φραπέ και την αθλητική εφημερίδα.

Που περισσότερο την απασχολεί ο Σισέ ή ο Μιραλάς παρά το αν αύριο θα έχει χρήματα για να ζήσει. Που όταν είχε χρήματα έσπευδε να αγοράσει με ασυνάρτητο τρόπο αυτοκίνητα, δανειζόμενη από τις τράπεζες. Που καταδέχεται να ζει μέχρι τα 40 της με την οικογένεια, που βολεύεται με το να λέει πως είναι η «κακόμοιρη γενιά των 700 ευρώ».

Είμαι Πειραιώτης. Ζω δηλαδή σε μια υποβαθμισμένη περιοχή. Ακούγοντας ή διαβάζοντας στο chat του protothema.gr πολλούς φίλους να ασκούν δριμεία κριτική κατά των μεταναστών, θέλω να μοιραστώ μαζί τους μερικούς προβληματισμούς δίχως συγκινησιακές κορόνες αλλά με ψυχραιμία.

Οταν πηγαίνω τη γυναίκα μου το πρωί στη δουλειά της, αυτό που μου προξενεί φοβερή εντύπωση είναι πως σε μια αμιγώς λαϊκή συνοικία όπως ο Κορυδαλλός βλέπω εκατοντάδες νέους, αντί να τρέχουν να κυνηγήσουν τη ζωή και την εργασία, να «βροντοχτυπούν τις χάνδρες» στα καφέ της πλατείας Ελευθερίας.

Το ίδιο συμβαίνει στο Πασαλιμάνι, που σε τίποτα δεν θυμίζει εργατική περιοχή αλλά χώρο αναψυχής, το Πέραμα, το Κερατσίνι ακόμα και τη Σαλαμίνα. Αν μάλιστα ήμουν κάτοικος των δυτικών προαστίων, πιστεύω πως τα ίδια θα έγραφα για το Λιόσια, το Μενίδι, τους Αγίους Αναργύρους και τις άλλες λαϊκές γειτονιές.
 
Πρόκειται λοιπόν για μια κακομαθημένη γενιά που αποσβολωμένη βλέπει την αλλαγή του στάτους ζωής και, αντί να ξυπνήσει, βολεύεται στην εύκολη κριτική και την πρέφα, στα σχόλια του φραπέ και την αθλητική εφημερίδα.

Που περισσότερο την απασχολεί ο Σισέ ή ο Μιραλάς παρά το αν αύριο θα έχει χρήματα για να ζήσει. Που όταν είχε χρήματα έσπευδε να αγοράσει με ασυνάρτητο τρόπο αυτοκίνητα, δανειζόμενη από τις τράπεζες. Που καταδέχεται να ζει μέχρι τα 40 της με την οικογένεια, που βολεύεται με το να λέει πως είναι η «κακόμοιρη γενιά των 700 ευρώ».
 
Για ανθρώπους σαν κι εμένα που ξεκίνησαν από λαϊκές γειτονιές και που δουλεύουν από τα 16 τους δεν υπάρχει δικαιολογία. Γιατί αυτό το απέραντο τεμπελαριό έχει γίνει θεσμός. Ολοι γεννήθηκαν δηλαδή για δουλειές γραφείου και για διευθυντικές θέσεις. Κανείς για εργάτης. Είναι τα παιδιά που με πρόσχημα το «εγώ έχω πτυχίο» έρχονται και ζητούν δουλειά, όμως αρνούνται πεισματικά να τρίψουν κάτω τον κώλο τους και στα δύσκολα δηλώνουν παραιτήσεις. Ξέρετε, τέτοια φαινόμενα πραγματικά υπάρχουν εκατοντάδες ακόμα και στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης. Είναι οι νέοι που μιλούν μεν δυο ξένες γλώσσες. όμως προτιμούν την ασφάλεια του μπιλιαρδάδικου της γειτονιάς και του χαρτζιλικιού του μπαμπά.

Τι θέλω όμως να πω με όλα τα παραπάνω; Πώς μιλώντας για τους μετανάστες που δήθεν μας παίρνουν τις δουλειές χάνουμε το δάσος και βλέπουμε το δένδρο. Είναι τυχαίο πως όλοι οι εργολάβοι οικοδομών απασχολούν Αλβανούς, Πακιστανούς ή Ρουμάνους; Είναι τυχαίο πως την ύπαιθρο μας τη ζουν οι ξένοι μετανάστες, καθώς ελάχιστοι Ελληνες καταδέχονται τις αγροτικές εργασίες και τη ζωή στο χωριό; Αλήθεια, έχετε δει πολλές καθαρίστριες από την Αθήνα ή μήπως οι περισσότερες μιλάνε σπαστά ελληνικά;

Για ποιες λοιπόν δουλειές μιλάμε πως μας κλέβουν οι ξένοι; Γι’ αυτές που ακόμα και μέσα στην κρίση δεν καταδεχόμαστε; Σε τέτοιο βαθμό πατήσαμε ως λαός την μπανανόφλουδα του Καρατζαφέρη και των συνοδοιπόρων του;

Εχθρός μας λοιπόν δεν είναι οι απεργοί της «Υπατίας», τους οποίους πολλοί φίλοι ζητούν να δουν σε φέρετρα, ξεχνώντας πως κι αυτοί είναι άνθρωποι. Δεν είναι οι άνθρωποι εκείνοι που, όπως οι Ελληνες που στοιβάζονταν στη νήσο Ελις στις αρχές του 20ού αιώνα, ψάχνουν να βρουν κι αυτοί μια αξιοπρεπή δουλειά απομακρυσμένοι από τις πατρίδες και τις οικογένειές τους, καθώς οι πόλεμοι και οι φτώχεια τους έδιωξαν από εκεί. Δεν είναι -για να λέμε κάποτε και μερικές αλήθειες- εκείνοι οι οποίοι αιμοδότησαν επί χρόνια τα καταρρέοντα τη δεκαετία του ’90 ασφαλιστικά μας ταμεία...
 
Εχθρός είναι ο δικός μας, καταδικός μας ωχαδερφισμός. Το βόλεμα μιας ολόκληρης γενιάς. Το όραμα της εργασίας δίχως να εργάζεσαι που οι κυβερνώντες καλλιέργησαν σε όλα τα παιδιά με τις υποσχέσεις για δουλειά στο Δημόσιο. Είναι η κυρίαρχη ΠΑΣΟΚική ιδεολογία της Μεταπολίτευσης. Το περίφημο «ο λαός στην εξουσία».

Αυτό που με τόσο άσχημο τρόπο αντέγραψαν η Ν.Δ., ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, καθώς όλοι έβαλαν κόσμο στο κράτος με ποσόστωση και μάλιστα από την μπροστινή πόρτα.

Προτού λοιπόν όλοι εσείς ξεκινήσετε να στέλνετε τα αναμενόμενα σε τέτοια άρθρα μηνύματα διαμαρτυρίας, προτού ρίξετε ανάθεμα στους μετανάστες που στο κάτω-κάτω της γραφής διεκδικούν τη δουλειά που εμείς πεισματικά εδώ και χρόνια αρνούμαστε να κάνουμε, απλώς κοιτάξτε πίσω στον καθρέπτη της κοινωνίας μας.
Κι αν έχω άδικο, μπορείτε να με βρίσετε.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr