Europe is our playground *

Είναι αρκετά χρόνια που έχω να σχηματίσω έναν συγκεκριμένο αριθμό στο τηλέφωνο. Την προτελευταία φορά ήμουν ακόμα σε κάποια τάξη του Λυκείου. Τότε η φωνή στην άλλη γραμμή με είχε ρωτήσει το σύνηθες «Πώς περνάς στην Αθήνα;» Η ερώτηση ερχόταν από το Λουξεμβούργο. Η απάντηση ήταν πολύ συνηθισμένη για οποιοδήποτε «λυκειόπαιδο» εντός των συνόρων. «Καλά όλα. Έχουμε κατάληψη στο σχολείο και ουσιαστικά δεν κάνουμε τίποτα». Το σοκ που προκάλεσα στην συνομιλήτριά μου γινόταν όλο και μεγαλύτερο καθώς προσπαθούσα να της δώσω να καταλάβει τί σημαίνει «κατάληψη στο σχολείο». Ακούγοντας με να της περιγράφω πως μια παρέα μαθητών έβαλε ένα ολοκαίνουργιο λουκέτο στην πόρτα και κρατάει απέξω τους καθηγητές, σκοτώνοντας την ώρα παίζοντας «εικοσιμία», νόμιζε πως της κάνω κάποιο ελληνικό αστείο. Συνεχίζοντας την γλαφυρή περιγραφή μου, έφτασα και στο σημείο όπου κάποιοι μαθητές, είχανε δέσει μια σακούλα σε ένα κοντάρι και ψάρευαν –κυριολεκτικώς- πατατάκια, κρουασάν και σοκολάτες από τα βάθη του κυλικείου, περνώντας την αυτοσχέδια απόχη μέσα από τα κάγκελα…Εκεί η φωνή από την άλλη πλευρά με θεώρησε σίγουρα ευφάνταστο. Ήταν ευγενής πάντοτε για να με πει τρελό στα μούτρα μου. Όταν κάποια στιγμή θεώρησε έστω και πιθανή την περιγραφή μου με ρώτησε με συμπαθέστατη ειλικρίνεια...

Είναι αρκετά χρόνια που έχω να σχηματίσω έναν συγκεκριμένο αριθμό στο τηλέφωνο. Την προτελευταία φορά ήμουν ακόμα σε κάποια τάξη του Λυκείου. Τότε η φωνή στην άλλη γραμμή με είχε ρωτήσει το σύνηθες «Πώς περνάς στην Αθήνα;» Η ερώτηση ερχόταν από το Λουξεμβούργο. Η απάντηση ήταν πολύ συνηθισμένη για οποιοδήποτε «λυκειόπαιδο» εντός των συνόρων. «Καλά όλα. Έχουμε κατάληψη στο σχολείο και ουσιαστικά δεν κάνουμε τίποτα». Το σοκ που προκάλεσα στην συνομιλήτριά μου γινόταν όλο και μεγαλύτερο καθώς προσπαθούσα να της δώσω να καταλάβει τί σημαίνει «κατάληψη στο σχολείο». Ακούγοντας με να της περιγράφω πως μια παρέα μαθητών έβαλε ένα ολοκαίνουργιο λουκέτο στην πόρτα και κρατάει απέξω τους καθηγητές, σκοτώνοντας την ώρα παίζοντας «εικοσιμία», νόμιζε πως της κάνω κάποιο ελληνικό αστείο. Συνεχίζοντας την γλαφυρή περιγραφή μου, έφτασα και στο σημείο όπου κάποιοι μαθητές, είχανε δέσει μια σακούλα σε ένα κοντάρι και ψάρευαν –κυριολεκτικώς- πατατάκια, κρουασάν και σοκολάτες από τα βάθη του κυλικείου, περνώντας την αυτοσχέδια απόχη μέσα από τα κάγκελα…Εκεί η φωνή από την άλλη πλευρά με θεώρησε σίγουρα ευφάνταστο. Ήταν ευγενής πάντοτε για να με πει τρελό στα μούτρα μου. Όταν κάποια στιγμή θεώρησε έστω και πιθανή την περιγραφή μου με ρώτησε με συμπαθέστατη ειλικρίνεια «Μα δεν έχει έρθει ακόμα η εθνοφρουρά;» Βλέπετε ούτε το πολύπαθο Μεγάλο Δουκάτο έχει στρατό, ούτε η συνομιλήτριά μου ήταν τόσο εμπαθής για να εννοεί αυτό που είπε …
Η τελευταία φορά που θυμάμαι να περιγράφω την εν Αθήναις σταδιοδρομία μου στην εν λόγω φωνή, ήταν όταν με ρωτούσε και πάλι με απόλυτη ειλικρίνεια να της περιγράψω το «Μακεδονικό». Τί να εξηγήσεις σε κάποια της οποίας η χώρα ονομάζεται όπως ακριβώς ονομάζεται και μια μεγάλη περιφέρεια μιας άλλης, γειτονικής χώρας. Λουξεμβούργο το Δουκάτο, Λουξεμβούργο και η επαρχεία του Βελγίου. Τα παράτησα. Δεν υπήρχε τρόπος να καταλάβει. Από τότε τα παράτησε και η ίδια.. Όντως δεν υπήρχε τρόπος να καταλάβει. Σίγουρα, άλλοι λαοί, άλλες καταστάσεις. Δεν δικαιολογώ την απαξίωση της Ελλάδας που έχει λάβει ανησυχητικό βαθμό πλέον. Δικαιολογώ την αδυναμία να κατανοήσει κάποιος καταστάσεις τόσο μα τόσο ξένες στην καθημερινότητά του. Καταστάσεις που οι περισσότεροι έχουμε αναθεματίσει, αλλά που μουτρώνουμε μόλις μας τις υποδείξουν έξωθεν.

Διαβάζοντας προσφάτως ρεπορτάζ σε ένθετο περιοδικό ελληνικής εφημερίδας, σχετικά με το πώς είδαν την κρίση στην οικονομία μας γελοιογράφοι του εξωτερικού, δεν μπόρεσα να μην θυμηθώ εκείνη την –γλυκύτατη- φωνή. Αν κάποιος νομίζει πως η περιγραφή κάποιων καταστάσεων –που λειτουργούν πλέον εν είδει εθίμου στην Ελλάδα – είναι εύκολη υπόθεση εκτός των συνόρων, ας προσπαθήσει να εξηγήσει τί σημαίνει π.χ το κλείσιμο ενός δρόμου από πενήντα άτομα. Τί σημαίνει η οικοδόμηση ενός αυθαίρετου κτηρίου και κυρίως η μη -άμεση- κατεδάφισή του. Τί σημαίνει άνδρας της δημοτικής αστυνομίας να κοκορομαχεί με μετανάστη - παράνομο μικροπωλητή – αντί να κάνει ότι τέλος πάντων ορίζει το καθήκον του, που βέβαια δεν είναι η ανταλλαγή χειρονομιών με οποιονδήποτε. Την ίδια ώρα που τα πενήντα προαναφερθέντα άτομα έχουν βάλει φωτιά για να ζεσταθούν, πάνω στην οδό Πανεπιστημίου, δίπλα σε ένα συμπαθέστατο καστανά που βρήκε επιτέλους μαζεμένη και πεινασμένη πελατεία. Δεν υπερβάλω καθόλου. Όλα αυτά τα είδα σε μόλις 15 λεπτά περπάτημα στο κέντρο. Η περιγραφή τους και μόνο –με αντικειμενικό σκοπό την κατανόησή τους βεβαίως- θα απαιτούσε τον ίδιο χρόνο, σε εκθετική δύναμη που δεν θα χωρούσε να γραφεί σε αυτή την στήλη. Θα νομίσουν πως η χώρα μας συνεχίζει να υφίσταται στον χάρτη από κεκτημένη ταχύτητα. Ή στην καλύτερη, πως τελούμε υπό κατάληψη και έχουμε δέσει πλαστικές σακούλες πάνω σε κοντάρια ψαρεύοντας ό,τι βρούμε πίσω από κάγκελα κλειστών διεθνών «κυλικείων».

(*) Από το ομώνυμο τραγούδι των Suede
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr