«17 Κλωστές»: Το άγνωστο μακελειό των Κυθήρων έγινε σίριαλ
«17 Κλωστές»: Το άγνωστο μακελειό των Κυθήρων έγινε σίριαλ
Η πραγματική ιστορία ενός τσαγκάρη, που τον Αύγουστο του 1909 σκότωσε 15 συγχωριανούς του στα Κύθηρα ως εκδίκηση για άδικες κατηγορίες εναντίον του, οδηγήθηκε στη φυλακή, όπου αντί να εκτελεστεί έγινε δήμιος, αλλά στο τέλος δολοφονήθηκε και ο ίδιος από τους συγκρατούμενούς του
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Οι true crime σειρές, δηλαδή εκείνες που εμπνέονται ή, ακόμα καλύτερα, αναπαριστούν και αναπλάθουν ειδεχθή εγκλήματα, μαζικές δολοφονίες, αιματοχυσίες αθώων πολιτών, έργα και ημέρες κατά συρροή δολοφόνων και πάει λέγοντας, είναι αναμφίβολα το ιερό δισκοπότηρο των (σοβαρών) τηλεοπτικών στούντιο. Μην κοιτάτε που στην Ελλάδα (χαρο)παλεύουμε ακόμα με τα παρωχημένα και παρακμασμένα reality απ’ το πανέρι - τα νέα στις εσχατιές της Βαλκανικής φτάνουν ακόμα με τον αραμπά.
Οι αιματοβαμμένες, απ’ τη ζωή βγαλμένες ιστορίες έχουν τροφοδοτήσει κάποιες από τις πιο συζητημένες, αν όχι επιτυχημένες, τηλεοπτικές σειρές και ντοκιμαντέρ των τελευταίων ετών. Μικρή σημασία έχει η εξήγηση της συλλογικής εμμονής με την τηλεοπτική απεικόνιση εγκλημάτων, αν και οι ειδικοί συντείνουν πως τα βλέπουμε για να επιβεβαιώνουμε την ηθική ανωτερότητά μας (απέναντι στα, κατά το επάρατο κλισέ, «ανθρωπόμορφα τέρατα») και να μακαρίζουμε την καλή μας τύχη (που δεν είμαστε στη θέση των θυμάτων). Ναι, ακούγεται σχεδόν διαστροφικό, δηλαδή βαθιά ανθρώπινο.
Δείτε το τρέιλερ της σειράς «17 κλωστές»
Στην περίπτωση των «17 Κλωστών», δηλαδή του νέου σίριαλ της COSMOTE TV, βασισμένου στο ομώνυμο βιβλίο του Πάνου Δημάκη (βλ. Γεράκι από το τηλεπαιχνίδι «The Chase»), το πραγματικά ενδιαφέρον στοιχείο, η έκπληξη και η ανατροπή είναι ότι δεν έχουμε να κάνουμε με έναν διαβόητο, οικουμενικά διάσημο μακελάρη, όπως, λόγου χάρη, ο Τζέφρι Ντάμερ, αλλά με έναν μαζικό δολοφόνο από τα μέρη μας - συγκεκριμένα τον πρώτο καταγεγραμμένο στα νεότερα ελληνικά χρονικά.
Πρόκειται για μια ιστορία που, παρότι σκοτεινή, με καντάρια αίματος και πλούσιο ψυχολογικό υπόβαθρο προς διερεύνηση, παρέμενε μέχρι και πριν από λίγα χρόνια σχετικά ομιχλώδης και για πολλούς άγνωστη. Ωστόσο, χάρη στο βιβλίο του Δημάκη (εκδ. Κάπα Εκδοτική) και την τηλεοπτική μεταφορά του σε σκηνοθεσία Σωτήρη Τσαφούλια και σενάριο Μιρέλλας Παπαοικονόμου και Κάτιας Κισσονέργη, ο Αντώνης Αρώνης-Λαγωνάρης εκκολάπτεται στον νέο αντι-ήρωα της ντόπια ποπ κουλτούρας έναν και πλέον αιώνα μετά το αποτρόπαιο μακελειό που ενορχήστρωσε στη γενέτειρά του, τα Κύθηρα.
Αποδιοπομπαίος τράγος
Ποιος ήταν όμως ο άνθρωπος που ένα πρωινό του Αυγούστου του 1909 -μόλις μία εβδομάδα μετά την εκδήλωση του Κινήματος στο Γουδή- αποφάσισε να αιματοκυλήσει το χωριό Καλοκαιρινές στο νοτιοδυτικό τμήμα των Κυθήρων; Ο Αντώνης εργαζόταν ως τσαγκάρης. Και μάλιστα είχε τη φήμη του πιο επιδέξιου στο νησί. Τα στιβάνια του ήταν διάσημα για τη μαστοριά και την ανθεκτικότητά τους.
Τόσο πολύ ώστε παρά τη δυσκολία των μετακινήσεων της εποχής προσέτρεχαν σε εκείνον για παραγγελίες κάτοικοι από κάθε χωριό των Κυθήρων. Εκτός από καλός στη δουλειά του, ο Αντώνης ήταν και λαοπρόβλητος. Τη δημοφιλία του δεν την όφειλε στα παπούτσια που κατασκεύαζε, αλλά στο γεγονός ότι συμμετείχε ως λυράρης στα πανηγύρια. Ηταν, με δυο λόγια, όχι μόνο αποδεκτός κοινωνικά αλλά μάλλον περιζήτητος. Μέχρι που σταμάτησε να είναι.
Μια παραγγελία για ένα ζευγάρι μπότες, την οποία του έκανε μια γυναίκα από ένα κοντινό χωριό, όχι μόνο έμελλε να αλλάξει τη μοίρα του, αλλά να ορίσει τελικά τη ζωή του. Η εν λόγω πελάτισσα τον κάλεσε σπίτι της για να τον εξοφλήσει, εκείνος ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση, αλλά ο σύζυγός της που απουσίαζε και επιστρέφοντας βρήκε τον Αντώνη εκεί θεώρησε πως ο τσαγκάρης είχε σκοπό να αποπλανήσει τη γυναίκα του. Οι μπότες εννοείται πως δεν αποπληρώθηκαν ποτέ.
Οι αιματοβαμμένες, απ’ τη ζωή βγαλμένες ιστορίες έχουν τροφοδοτήσει κάποιες από τις πιο συζητημένες, αν όχι επιτυχημένες, τηλεοπτικές σειρές και ντοκιμαντέρ των τελευταίων ετών. Μικρή σημασία έχει η εξήγηση της συλλογικής εμμονής με την τηλεοπτική απεικόνιση εγκλημάτων, αν και οι ειδικοί συντείνουν πως τα βλέπουμε για να επιβεβαιώνουμε την ηθική ανωτερότητά μας (απέναντι στα, κατά το επάρατο κλισέ, «ανθρωπόμορφα τέρατα») και να μακαρίζουμε την καλή μας τύχη (που δεν είμαστε στη θέση των θυμάτων). Ναι, ακούγεται σχεδόν διαστροφικό, δηλαδή βαθιά ανθρώπινο.
Δείτε το τρέιλερ της σειράς «17 κλωστές»
Στην περίπτωση των «17 Κλωστών», δηλαδή του νέου σίριαλ της COSMOTE TV, βασισμένου στο ομώνυμο βιβλίο του Πάνου Δημάκη (βλ. Γεράκι από το τηλεπαιχνίδι «The Chase»), το πραγματικά ενδιαφέρον στοιχείο, η έκπληξη και η ανατροπή είναι ότι δεν έχουμε να κάνουμε με έναν διαβόητο, οικουμενικά διάσημο μακελάρη, όπως, λόγου χάρη, ο Τζέφρι Ντάμερ, αλλά με έναν μαζικό δολοφόνο από τα μέρη μας - συγκεκριμένα τον πρώτο καταγεγραμμένο στα νεότερα ελληνικά χρονικά.
Πρόκειται για μια ιστορία που, παρότι σκοτεινή, με καντάρια αίματος και πλούσιο ψυχολογικό υπόβαθρο προς διερεύνηση, παρέμενε μέχρι και πριν από λίγα χρόνια σχετικά ομιχλώδης και για πολλούς άγνωστη. Ωστόσο, χάρη στο βιβλίο του Δημάκη (εκδ. Κάπα Εκδοτική) και την τηλεοπτική μεταφορά του σε σκηνοθεσία Σωτήρη Τσαφούλια και σενάριο Μιρέλλας Παπαοικονόμου και Κάτιας Κισσονέργη, ο Αντώνης Αρώνης-Λαγωνάρης εκκολάπτεται στον νέο αντι-ήρωα της ντόπια ποπ κουλτούρας έναν και πλέον αιώνα μετά το αποτρόπαιο μακελειό που ενορχήστρωσε στη γενέτειρά του, τα Κύθηρα.
Αποδιοπομπαίος τράγος
Ποιος ήταν όμως ο άνθρωπος που ένα πρωινό του Αυγούστου του 1909 -μόλις μία εβδομάδα μετά την εκδήλωση του Κινήματος στο Γουδή- αποφάσισε να αιματοκυλήσει το χωριό Καλοκαιρινές στο νοτιοδυτικό τμήμα των Κυθήρων; Ο Αντώνης εργαζόταν ως τσαγκάρης. Και μάλιστα είχε τη φήμη του πιο επιδέξιου στο νησί. Τα στιβάνια του ήταν διάσημα για τη μαστοριά και την ανθεκτικότητά τους.
Τόσο πολύ ώστε παρά τη δυσκολία των μετακινήσεων της εποχής προσέτρεχαν σε εκείνον για παραγγελίες κάτοικοι από κάθε χωριό των Κυθήρων. Εκτός από καλός στη δουλειά του, ο Αντώνης ήταν και λαοπρόβλητος. Τη δημοφιλία του δεν την όφειλε στα παπούτσια που κατασκεύαζε, αλλά στο γεγονός ότι συμμετείχε ως λυράρης στα πανηγύρια. Ηταν, με δυο λόγια, όχι μόνο αποδεκτός κοινωνικά αλλά μάλλον περιζήτητος. Μέχρι που σταμάτησε να είναι.
Μια παραγγελία για ένα ζευγάρι μπότες, την οποία του έκανε μια γυναίκα από ένα κοντινό χωριό, όχι μόνο έμελλε να αλλάξει τη μοίρα του, αλλά να ορίσει τελικά τη ζωή του. Η εν λόγω πελάτισσα τον κάλεσε σπίτι της για να τον εξοφλήσει, εκείνος ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση, αλλά ο σύζυγός της που απουσίαζε και επιστρέφοντας βρήκε τον Αντώνη εκεί θεώρησε πως ο τσαγκάρης είχε σκοπό να αποπλανήσει τη γυναίκα του. Οι μπότες εννοείται πως δεν αποπληρώθηκαν ποτέ.
Αντιθέτως, η πληρωμή του Αντώνη ήταν η φήμη του αναίσχυντου και ανήθικου, που άρχισε να τον ακολουθεί σαν πιστό σκυλί. Από σεβαστό και αγαπητό μέλος της τοπικής κοινωνίας έγινε εν μία νυκτί ο αποδιοπομπαίος τράγος, εκείνος που έβαζε στο μάτι και αποπλανούσε γυναίκες άλλων. Μέρα με τη μέρα απαξιωνόταν ολοένα περισσότερο. Ωσπου αποφάσισε να πάρει των ομματιών του και να μετοικήσει στον Πειραιά, όπου διεκδίκησε μια δεύτερη ευκαιρία.
Δεν δυσκολεύτηκε να βρει δουλειά. Προσελήφθη στο τσαγκαράδικο ενός κοντοχωριανού του από τα Πιτσινιάνικα Κυθήρων. Η τεχνογνωσία και η μαστοριά του γρήγορα ξεκίνησαν να εκτιμώνται από τους πελάτες του μαγαζιού και κατά συνέπεια να ανταμείβονται από το αφεντικό του. Λέγεται, όμως, πως αυτές ήταν που ερέθισαν και τον ανταγωνισμό και τον φθόνο των συναδέλφων του. Ο Αντώνης, το καύχημα του πειραιώτικου τσαγκαράδικου, κατηγορήθηκε πως έκλεβε εργαλεία από το μαγαζί - στην πραγματικότητα άλλοι τσαγκάρηδες τα είχαν βάλει λαθραία στο σακίδιό του για να τον στοχοποιήσουν.
Δείτε το teaser της σειράς «17 κλωστές»
Παρότι μάλιστα αρχικά ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού έδειξε μια μάλλον επιεική στάση απέναντί του, τελικά τον μήνυσε έπειτα από τα επίμονα κελεύσματα της συζύγου του. Βλέπετε, εκτός από τα υπάρχοντά του, από τα Κύθηρα είχε κουβαλήσει και τη ρετσινιά του άτιμου ανθρώπου. Σε κάθε περίπτωση, μια γυναίκα διαδραμάτισε και πάλι καταλυτικό ρόλο στην πτώση του Κυθήριου τσαγκάρη, ο οποίος δικάστηκε και φυλακίστηκε.
Αφού εξέτισε την ποινή του, έκανε ακόμα μια προσπάθεια να ενταχθεί εκ νέου στην κοινωνία, η οποία απέβη για τρίτη φορά μάταιη. Ο Αντώνης εξακολουθούσε να πιστεύει στους ανθρώπους, όμως εκείνοι τον αντιμετώπιζαν με τις παρωπίδες του υποτιθέμενου παραβατικού βίου του. Ηταν το στερεότυπο του αποσυνάγωγου και αποφάσισε να το ενσαρκώσει με κάθε ικμάδα του. Εγινε αυτό που οι άλλοι πίστευαν για εκείνον. Επέστρεψε τελικά στα Κύθηρα, άλλοι λένε γιατί δεν είχε πού αλλού να πάει και άλλοι υποστηρίζουν πως το έκανε με παρονομαστή την άσβεστη δίψα του για εκδίκηση. Ηθελε το χωριό του εργοδότη του στον Πειραιά να πληρώσει για το γεγονός ότι εξαιτίας της πλάνης του στέρησε από τον ίδιο την ελευθερία - και τελικά την ίδια τη ζωή.
23 Αυγούστου 1909
Το απόγευμα της 23ης Αυγούστου του 1909 ο Αντώνης, για τον οποίο υπάρχει η εκδοχή ότι στα Κύθηρα εργαζόταν στη διαλογή του λιναρόσπορου, βγήκε από το σπίτι του ζωσμένος με ένα μαχαίρι. Ηταν αποφασισμένος να ξεσπάσει το σωρευμένο μένος του αδιακρίτως. Κατεύθυνσή του ήταν τα Πιτσινιάνικα. Δυο περαστικοί που ρώτησε του είπαν πως θα καταλάβαινε το χωριό από το μεγάλο καμπαναριό που δέσποζε πάνω από τα σπίτια. Το «ρωτώντας πας στην πόλη» δεν επαληθεύτηκε.
Ο θερμόαιμος τσαγκάρης έχασε τον δρόμο και έφτασε τελικά στις Καλοκαιρινές. Για κακή τύχη του χωριού και κυρίως των κατοίκων του υπήρχε κι εκεί ένα επιβλητικό καμπαναριό, στο οποίο ο Αντώνης κατευθύνθηκε με ταχύ βήμα. Αρχισε να χτυπά την καμπάνα και οι χωρικοί, θεωρώντας πως ήταν το κάλεσμα του ιερέα για να παραστούν σε μια βάφτιση που ήταν προγραμματισμένη εκείνο το απόγευμα, ξεκίνησαν να μαζεύονται γύρω από την εκκλησία.
Εκείνο που στην πραγματικότητα έκαναν ήταν να πέφτουν ένας-ένας θύματα της ενέδρας που είχε στήσει το άλλοτε λαοφιλές τέκνο της μικρής κοινωνίας του νησιού. Ο Αντώνης άρχισε να μπήγει το μαχαίρι του αδιακρίτως σε όποιον περνούσε από μπροστά του. Ο μόνος μέσα στην αναμπουμπούλα και τον κουρνιαχτό που αντιλήφθηκε εγκαίρως τι συνέβαινε ήταν ο παπάς του χωριού. Χτύπησε πισώπλατα τον Αντώνη πυροβολώντας τον δυο φορές με μια καραμπίνα, αλλά δεν κατάφερε να τον σταματήσει. Ανάμεσα στα 15 θύματά του ήταν μια έγκυος γυναίκα με τα δύο ανήλικα παιδιά της.
Αφού ολοκλήρωσε το δολοφονικό έργο του, αιμόφυρτος και θολωμένος -κατά μία εκδοχή βρισκόταν υπό την επήρεια χασίς στο οποίο είχε εθιστεί κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, άλλοι λένε πως είχε παραισθήσεις εξαιτίας κατάλοιπων του λιναριού, το οποίο εκείνη την εποχή κατεργαζόταν μέσα στο ανθρώπινο στόμα- ο Αντώνης τράπηκε σε φυγή. Εμεινε άφαντος για περίπου μία ημέρα. Τελικά τον εντόπισε μια γειτόνισσά του να αιμορραγεί στην ταράτσα του σπιτιού του. Συνελήφθη και λίγες ημέρες μετά οδηγήθηκε στις Φυλακές Ναυπλίου. Ηταν η τελευταία φορά που έπαιρνε το πλοίο από το Καψάλι.
Μακελάρης στο prime time
Η δολοφονική μανία του, το ειδεχθές αλλά και το καινοφανές του εγκλήματος έκαναν πολλούς να θεωρούν βέβαιη την καταδίκη του από το δικαστήριο σε θανατική ποινή διά αποκεφαλισμού - ναι, η σωφρονιστική μέθοδος που είχε φέρει ο βασιλιάς Οθωνας στις αποσκευές του τον 19ο αιώνα εφαρμοζόταν ακόμα τότε. Τελικά στον Αντώνη επιβλήθηκε ισόβια κάθειρξη. Οχι γιατί οι δικαστές αφουγκράστηκαν κάποιο ελαφρυντικό, αλλά διότι ο μαζικός δολοφόνος έμοιαζε φτιαγμένος για να εκτελεί χρέη δήμιου άλλων καταδικασμένων - μιλάμε άλλωστε για μια επαγγελματική θέση που κανείς δεν ήθελε να αναλάβει και συνοδευόταν πάντα από την κοινωνική απαξία.
Ο Αντώνης, όμως, δεν είχε πια τι άλλο να χάσει. Στη φυλακή οι 15 φόνοι που είχε διαπράξει έγιναν η αφορμή ώστε η ιστορία της ζωής του να επαναληφθεί ως φάρσα. Αν και είχε εξασφαλίσει τον σεβασμό, δηλαδή τον φόβο των συγκρατούμενών του, εξαιτίας του ανήκουστου εγκλήματός του, τους είχε γεννήσει και αισθήματα φθόνου. Οταν λοιπόν κατέσφαξε έναν από αυτούς, ανεβάζοντας τα θύματά του σε 16 και λαμβάνοντας το παρατσούκλι Καπετάν Δεκάξι, οι υπόλοιποι αποφάσισαν να τελειώνουν οριστικά μαζί του. Δωροδόκησαν τον κουρέα της φυλακής και τα υπόλοιπα τα ανέλαβε το κοφτερό ξυράφι του.
Η ιστορία του Αντώνη, όπως μεταφέρθηκε μέσα από το βιβλίο του Πάνου Δημάκη και διυλίστηκε από τις σεναριογράφους Μιρέλλα Παπαοικονόμου και Κάτια Κισσονέργη θα αναβιώσει στα έξι επεισόδια του σίριαλ «17 Κλωστές», το οποίο θα κάνει πρεμιέρα στην Cosmote TV στις 22 Ιανουαρίου. Τον ρόλο του τσαγκάρη που έμελλε να γίνει ο πρώτος γνωστός μαζικός δολοφόνος στην Ελλάδα θα ενσαρκώσει ο Πάνος Βλάχος, ενώ το καστ των πρωταγωνιστών απαρτίζεται από μια σειρά αξιόλογων ηθοποιών, ανάμεσά τους η Αθηνά Τσιλύρα, ο Θοδωρής Κατσαφάδος, η Μαρίνα Ψάλτη, ο Κώστας Φιλίππογλου, ο Θάνος Τοκάκης κ.ά. Βέβαια αληθινός πρωταγωνιστής στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι άλλος από την ίδια την ιστορία, την καταιγιστική αφήγηση για τη ζωή ενός ανθρώπου που μια ζωή κυνηγούσε την αποδοχή των άλλων και τελικά σκότωσε για να την έχει.
Ειδήσεις σήμερα:
Αυτός είναι ο «πιστολέρο» που ψάχνουν για το αιματηρό περιστατικό με τους τρεις Κρητικούς στο Γκάζι
Ζωγράφου: Η ενεργή βόμβα που βρέθηκε κοντά στα ΜΑΤ - Ήταν κοντά σε φοιτητική εστία
Champions League: Δείτε τα ζευγάρια της φάσης των «16» - Ντέρμπι στο Νάπολι - Μπαρτσελόνα και Ίντερ - Ατλέτικο
Δεν δυσκολεύτηκε να βρει δουλειά. Προσελήφθη στο τσαγκαράδικο ενός κοντοχωριανού του από τα Πιτσινιάνικα Κυθήρων. Η τεχνογνωσία και η μαστοριά του γρήγορα ξεκίνησαν να εκτιμώνται από τους πελάτες του μαγαζιού και κατά συνέπεια να ανταμείβονται από το αφεντικό του. Λέγεται, όμως, πως αυτές ήταν που ερέθισαν και τον ανταγωνισμό και τον φθόνο των συναδέλφων του. Ο Αντώνης, το καύχημα του πειραιώτικου τσαγκαράδικου, κατηγορήθηκε πως έκλεβε εργαλεία από το μαγαζί - στην πραγματικότητα άλλοι τσαγκάρηδες τα είχαν βάλει λαθραία στο σακίδιό του για να τον στοχοποιήσουν.
Δείτε το teaser της σειράς «17 κλωστές»
Παρότι μάλιστα αρχικά ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού έδειξε μια μάλλον επιεική στάση απέναντί του, τελικά τον μήνυσε έπειτα από τα επίμονα κελεύσματα της συζύγου του. Βλέπετε, εκτός από τα υπάρχοντά του, από τα Κύθηρα είχε κουβαλήσει και τη ρετσινιά του άτιμου ανθρώπου. Σε κάθε περίπτωση, μια γυναίκα διαδραμάτισε και πάλι καταλυτικό ρόλο στην πτώση του Κυθήριου τσαγκάρη, ο οποίος δικάστηκε και φυλακίστηκε.
Αφού εξέτισε την ποινή του, έκανε ακόμα μια προσπάθεια να ενταχθεί εκ νέου στην κοινωνία, η οποία απέβη για τρίτη φορά μάταιη. Ο Αντώνης εξακολουθούσε να πιστεύει στους ανθρώπους, όμως εκείνοι τον αντιμετώπιζαν με τις παρωπίδες του υποτιθέμενου παραβατικού βίου του. Ηταν το στερεότυπο του αποσυνάγωγου και αποφάσισε να το ενσαρκώσει με κάθε ικμάδα του. Εγινε αυτό που οι άλλοι πίστευαν για εκείνον. Επέστρεψε τελικά στα Κύθηρα, άλλοι λένε γιατί δεν είχε πού αλλού να πάει και άλλοι υποστηρίζουν πως το έκανε με παρονομαστή την άσβεστη δίψα του για εκδίκηση. Ηθελε το χωριό του εργοδότη του στον Πειραιά να πληρώσει για το γεγονός ότι εξαιτίας της πλάνης του στέρησε από τον ίδιο την ελευθερία - και τελικά την ίδια τη ζωή.
23 Αυγούστου 1909
Το απόγευμα της 23ης Αυγούστου του 1909 ο Αντώνης, για τον οποίο υπάρχει η εκδοχή ότι στα Κύθηρα εργαζόταν στη διαλογή του λιναρόσπορου, βγήκε από το σπίτι του ζωσμένος με ένα μαχαίρι. Ηταν αποφασισμένος να ξεσπάσει το σωρευμένο μένος του αδιακρίτως. Κατεύθυνσή του ήταν τα Πιτσινιάνικα. Δυο περαστικοί που ρώτησε του είπαν πως θα καταλάβαινε το χωριό από το μεγάλο καμπαναριό που δέσποζε πάνω από τα σπίτια. Το «ρωτώντας πας στην πόλη» δεν επαληθεύτηκε.
Ο θερμόαιμος τσαγκάρης έχασε τον δρόμο και έφτασε τελικά στις Καλοκαιρινές. Για κακή τύχη του χωριού και κυρίως των κατοίκων του υπήρχε κι εκεί ένα επιβλητικό καμπαναριό, στο οποίο ο Αντώνης κατευθύνθηκε με ταχύ βήμα. Αρχισε να χτυπά την καμπάνα και οι χωρικοί, θεωρώντας πως ήταν το κάλεσμα του ιερέα για να παραστούν σε μια βάφτιση που ήταν προγραμματισμένη εκείνο το απόγευμα, ξεκίνησαν να μαζεύονται γύρω από την εκκλησία.
Εκείνο που στην πραγματικότητα έκαναν ήταν να πέφτουν ένας-ένας θύματα της ενέδρας που είχε στήσει το άλλοτε λαοφιλές τέκνο της μικρής κοινωνίας του νησιού. Ο Αντώνης άρχισε να μπήγει το μαχαίρι του αδιακρίτως σε όποιον περνούσε από μπροστά του. Ο μόνος μέσα στην αναμπουμπούλα και τον κουρνιαχτό που αντιλήφθηκε εγκαίρως τι συνέβαινε ήταν ο παπάς του χωριού. Χτύπησε πισώπλατα τον Αντώνη πυροβολώντας τον δυο φορές με μια καραμπίνα, αλλά δεν κατάφερε να τον σταματήσει. Ανάμεσα στα 15 θύματά του ήταν μια έγκυος γυναίκα με τα δύο ανήλικα παιδιά της.
Αφού ολοκλήρωσε το δολοφονικό έργο του, αιμόφυρτος και θολωμένος -κατά μία εκδοχή βρισκόταν υπό την επήρεια χασίς στο οποίο είχε εθιστεί κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, άλλοι λένε πως είχε παραισθήσεις εξαιτίας κατάλοιπων του λιναριού, το οποίο εκείνη την εποχή κατεργαζόταν μέσα στο ανθρώπινο στόμα- ο Αντώνης τράπηκε σε φυγή. Εμεινε άφαντος για περίπου μία ημέρα. Τελικά τον εντόπισε μια γειτόνισσά του να αιμορραγεί στην ταράτσα του σπιτιού του. Συνελήφθη και λίγες ημέρες μετά οδηγήθηκε στις Φυλακές Ναυπλίου. Ηταν η τελευταία φορά που έπαιρνε το πλοίο από το Καψάλι.
Μακελάρης στο prime time
Η δολοφονική μανία του, το ειδεχθές αλλά και το καινοφανές του εγκλήματος έκαναν πολλούς να θεωρούν βέβαιη την καταδίκη του από το δικαστήριο σε θανατική ποινή διά αποκεφαλισμού - ναι, η σωφρονιστική μέθοδος που είχε φέρει ο βασιλιάς Οθωνας στις αποσκευές του τον 19ο αιώνα εφαρμοζόταν ακόμα τότε. Τελικά στον Αντώνη επιβλήθηκε ισόβια κάθειρξη. Οχι γιατί οι δικαστές αφουγκράστηκαν κάποιο ελαφρυντικό, αλλά διότι ο μαζικός δολοφόνος έμοιαζε φτιαγμένος για να εκτελεί χρέη δήμιου άλλων καταδικασμένων - μιλάμε άλλωστε για μια επαγγελματική θέση που κανείς δεν ήθελε να αναλάβει και συνοδευόταν πάντα από την κοινωνική απαξία.
Ο Αντώνης, όμως, δεν είχε πια τι άλλο να χάσει. Στη φυλακή οι 15 φόνοι που είχε διαπράξει έγιναν η αφορμή ώστε η ιστορία της ζωής του να επαναληφθεί ως φάρσα. Αν και είχε εξασφαλίσει τον σεβασμό, δηλαδή τον φόβο των συγκρατούμενών του, εξαιτίας του ανήκουστου εγκλήματός του, τους είχε γεννήσει και αισθήματα φθόνου. Οταν λοιπόν κατέσφαξε έναν από αυτούς, ανεβάζοντας τα θύματά του σε 16 και λαμβάνοντας το παρατσούκλι Καπετάν Δεκάξι, οι υπόλοιποι αποφάσισαν να τελειώνουν οριστικά μαζί του. Δωροδόκησαν τον κουρέα της φυλακής και τα υπόλοιπα τα ανέλαβε το κοφτερό ξυράφι του.
Η ιστορία του Αντώνη, όπως μεταφέρθηκε μέσα από το βιβλίο του Πάνου Δημάκη και διυλίστηκε από τις σεναριογράφους Μιρέλλα Παπαοικονόμου και Κάτια Κισσονέργη θα αναβιώσει στα έξι επεισόδια του σίριαλ «17 Κλωστές», το οποίο θα κάνει πρεμιέρα στην Cosmote TV στις 22 Ιανουαρίου. Τον ρόλο του τσαγκάρη που έμελλε να γίνει ο πρώτος γνωστός μαζικός δολοφόνος στην Ελλάδα θα ενσαρκώσει ο Πάνος Βλάχος, ενώ το καστ των πρωταγωνιστών απαρτίζεται από μια σειρά αξιόλογων ηθοποιών, ανάμεσά τους η Αθηνά Τσιλύρα, ο Θοδωρής Κατσαφάδος, η Μαρίνα Ψάλτη, ο Κώστας Φιλίππογλου, ο Θάνος Τοκάκης κ.ά. Βέβαια αληθινός πρωταγωνιστής στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι άλλος από την ίδια την ιστορία, την καταιγιστική αφήγηση για τη ζωή ενός ανθρώπου που μια ζωή κυνηγούσε την αποδοχή των άλλων και τελικά σκότωσε για να την έχει.
Ειδήσεις σήμερα:
Αυτός είναι ο «πιστολέρο» που ψάχνουν για το αιματηρό περιστατικό με τους τρεις Κρητικούς στο Γκάζι
Ζωγράφου: Η ενεργή βόμβα που βρέθηκε κοντά στα ΜΑΤ - Ήταν κοντά σε φοιτητική εστία
Champions League: Δείτε τα ζευγάρια της φάσης των «16» - Ντέρμπι στο Νάπολι - Μπαρτσελόνα και Ίντερ - Ατλέτικο
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα