Το «Πειρατικό» ταξιδεύει στη Βραζιλία

Εχοντας πολύ περισσότερα να κερδίσει και ελάχιστα να χάσει, η Εθνική Ελλάδος είναι έτοιμη για όλα στο Μουντιάλ της Βραζιλίας. Κάθε παιχνίδι μπορεί να φέρει και μια νίκη για την ομάδα του Φερνάντο Σάντος - και όχι μόνο ηθική. Η Βραζιλία, άλλωστε, είναι η χώρα των εκπλήξεων, ακόμη και για τον εαυτό της

Ο Ζοζέ Μουρίνιο, ως σύγχρονος Τειρεσίας της μπάλας και ο άνθρωπος που έχει καταφέρει να πείσει τον φίλαθλο πλανήτη ότι έχει σχεδόν αποκλειστικό δικαίωμα να μιλά για το ποδόσφαιρο, έδωσε έναν ξεκάθαρο χρησμό για την Εθνική Ελλάδος: «Οι Ελληνες θα περάσουν στη φάση των 16».

Ο αυτοαποκαλούμενος «Special One» θα πρέπει να ξέρει τι λέει για την ομάδα που θα παρατάξει στο γήπεδο ο συμπατριώτης του Φερνάντο Σάντος το ερχόμενο Σάββατο απέναντι στην Κολομβία. Προφανώς, δεν υπάρχει Ελληνας που δεν θα επιθυμούσε να επαληθευτεί η προφητεία του Μουρίνιο και δεν θα θεωρούσε την είσοδο στη φάση των «16» ως μια περιφανή νίκη για το εθνικό συγκρότημα, το ελληνικό ποδόσφαιρο κ.ο.κ. Καθώς συμπληρώνεται μία δεκαετία από τον θρίαμβο του «Πειρατικού» στο Euro, η Ελλάδα διψά για μια νέα, αναλόγως ευτυχή, διάκριση, αυτή τη φορά κόντρα σε ομάδες όπως η Ιαπωνία, η Ακτή Ελεφαντοστού και η πιο ισχυρή ομάδα στον 3ο όμιλο, η Κολομβία. Τα ξένα ΜΜΕ παρουσιάζουν την Εθνική όχι πολύ διαφορετικά από ένα «πούλμαν» με ταμπουρωμένους στα μετόπισθεν παίκτες και σαφή αμυντικογενή προσανατολισμό. Ταυτόχρονα, όμως, εστιάζουν στη μορφή του Κώστα Μήτρογλου, του «φονιά» που για διάφορους λόγους χτυπήθηκε από αφλογιστία από τη στιγμή που μεταγράφηκε από τον Ολυμπιακό στη βρετανική Φούλαμ. Ο Μήτρογλου, εξάλλου, με λίγη τύχη θα μπορούσε να γίνει το ελληνικό πρόσωπο στη Βραζιλία: πάθος, τρέλα, ταλέντο, αντάρτικα, «τρομοκρατικά» χτυπήματα και φυσικά έξαλλοι πανηγυρισμοί, όπως ξεριζωμένα σημαιάκια κ.λπ. Το σενάριο για τον «πιστολέρο» είναι ήδη γραμμένο -και όχι μόνο γι’ αυτόν-, εφόσον η Εθνική είναι ανανεωμένη και έχει αρκετές ελεύθερες θέσεις για καινούργιους ήρωες.

Ο Γιώργος Τζαβέλλας, ο Βαγγέλης Μόρας, ο Αλέξανδρος Τζιόλης, ο Παναγιώτης Κονέ, ο Κώστας Μανωλάς, ο Γιώργος Σαμαράς, ο Γιάννης Φετφατζίδης και όποιος άλλος κατανοήσει ότι η ομάδα δεν έχει να χάσει απολύτως τίποτα, αντιθέτως έχει μόνο να κερδίσει από τη βραζιλιάνικη περιπέτεια, ίσως δεν επιτρέψουν στο δέος μπροστά στα ποδοσφαιρικά θηρία να τους καταβάλει. Τουλάχιστον ο Γιώργος Καραγκούνης και ο Κώστας Κατσουράνης δεν έχουν ξεχάσει πώς γίνονται οι μεγάλες ανατροπές, οπότε μπορούν να μεταδώσουν τον σχετικό «ιό» της νίκης στους νεότερους.

Από την Εθνική Ελλάδος μάλλον κανείς δεν περιμένει να κάνει επίδειξη φαντεζί ποδοσφαίρου, με ταχυδακτυλουργικά τσαλίμια, αναβιώνοντας ένα στυλ παιχνιδιού που κάποτε συνέπαιρνε τους Βραζιλιάνους στις κερκίδες του «Μαρακανά», αυτό το φευγαλέο και απροσδιόριστο, σχεδόν μαγικό, «jogo bonito». Το ζήτημα είναι όμως ότι οι Βραζιλιάνοι δεν περιμένουν πια το «όμορφο παιχνίδι» ούτε από την ίδια τους την Εθνική. Μάλιστα, ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που ο Νεϊμάρ και η παρέα του θα προσέφεραν κάτι τέτοιο, το πλήθος θα τους γύριζε την πλάτη.

Το ότι η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις 32 καλύτερες εθνικές ομάδες του πλανήτη είναι ήδη κάτι σημαντικό, όμως η Βραζιλία, όπου οι Ελληνες ταξιδεύουν με την ελπίδα να κάνουν το δικό τους θαύμα, έχει πλέον πάψει να είναι ακριβώς η χώρα που ενδεχομένως φαντάζονται. Και δεν είναι οι εκατομμύρια ντόπιοι που ξαφνικά αποφάσισαν ότι δεν τους αρέσουν η μπάλα, η σάμπα και η κασάσα. Το Μουντιάλ του 2014 συμπίπτει με την απότομη ενηλικίωση ενός λαού ο οποίος εδώ και καιρό και με μαζική συμμετοχή διαδηλώνει την αντίθεσή του στις μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις που ανέλαβε για λογαριασμό του η κυβέρνηση της χώρας. Οι τελικοί του Παγκοσμίου Κυπέλλου φέτος και οι Ολυμπιακοί Αγώνες το 2016 με το κολοσσιαίο κοστολόγιο λειτούργησαν ως βίαιη αφύπνιση για τους Βραζιλιάνους, οι οποίοι συνειδητοποίησαν ότι ακόμη και εάν η ομάδα τους σηκώσει την κούπα, η μιζέρια και η έλλειψη ζωτικών υποδομών θα περιμένουν πάντα να κοπάσει το πανηγύρι για να επιβάλουν σε εκατομμύρια μη προνομιούχους έναν καθημερινό βίο αβίωτο.



Το παράδοξο με το φετινό Μουντιάλ είναι ότι ένα αφύσικα μεγάλο ποσοστό των Βραζιλιάνων, ενός έθνους ταυτισμένου με το ποδόσφαιρο όσο κανένα άλλο στην υφήλιο, δηλώνει ότι θα ήθελε να δει την εθνική του ομάδα να ηττάται στους τελικούς του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση του πανεπιστημιακού κέντρου Unicarioca που διενεργήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο, το 22% των ερωτηθέντων δήλωσε πως δεν επιθυμεί νίκη της, πάλαι ποτέ, λατρεμένης Σελεσάο. Και αυτό επιβεβαιώνεται από έναν άλλο δείκτη που πιστοποιεί την αδιανόητη μεταστροφή των Βραζιλιάνων: μόλις το 55% όσων συμμετείχαν στο γκάλοπ προτίθεται να υποστηρίξει την εθνική ομάδα της πατρίδας του. Η Ελλάδα, λοιπόν, πηγαίνει σε μια πολύ διαφορετική Βραζιλία από αυτήν που θεωρούνταν μέχρι πρόσφατα η κοιτίδα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Υπό κανονικές συνθήκες, ένα Μουντιάλ στη Βραζιλία θα έπρεπε να γεννά μια αίσθηση ανάλογη με αυτή που επικρατούσε στην Ελλάδα πριν από το 2004, να ακούγονται συνθήματα ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες επιστρέφουν στον φυσικό τους χώρο, τη γενέθλια γη κ.λπ. Αντ’ αυτής όμως της ανάτασης, υπάρχει μια διάχυτη κατήφεια και απαισιοδοξία, τόσο έντονη μάλιστα ώστε να κάνει την πρόεδρο της χώρας Ντίλμα Ρούσεφ να εκφράζει δημόσια την απορία της για την κρίση μελαγχολίας που έχει ενσκήψει στη Βραζιλία παρόλο που απομένουν μόλις μερικά 24ωρα για την έναρξη της πολυαναμενόμενης ποδοσφαιρικής φιέστας. Η κυρία Ρούσεφ φαίνεται να ξεχνά ότι οι μαζικές διαδηλώσεις έχουν πολλαπλασιαστεί εκθετικά τα τελευταία τρία χρόνια και το κύμα της λαϊκής δυσαρέσκειας διογκώνεται ανεξαρτήτως των εκάστοτε αιτημάτων κάθε επιμέρους διαμαρτυρίας.


Μπάλα και ρεμούλα
Μόνο κατά τη διάρκεια του 2013 στη Βραζιλία έγιναν 696 διαδηλώσεις, σε 112 από αυτές έγινε χρήση φονικών όπλων από την Αστυνομία ή τους διαδηλωτές, υπήρξαν οκτώ νεκροί, 837 τραυματίες και 2.608 συλλήψεις. Τόσο εκ μέρους των τοπικών «μπαχαλάκηδων» του Black Block όσο και από την πλευρά των δυνάμεων καταστολής υπήρξε κλιμάκωση της βίας, κάτι που απέδειξε στην πράξη πόσο αναποτελεσματική είναι η προχειροφτιαγμένη ad hoc «μουντιαλική» νομοθεσία, που απαγορεύει τις συγκεντρώσεις, εκτός και εάν σχετίζονται με γιορτές και πανηγύρια - και μόνο εφόσον δεν έχει αντίρρηση η FIFA. Αυτή η νέα μορφή αυταρχισμού που επιβάλλεται υπογείως και εν ονόματι του εθνικού συμφέροντος έχει εξαγριώσει τους Βραζιλιάνους, που ζητούν νοσοκομεία και σχολεία, καλύτερες και φθηνότερες συγκοινωνίες, αντιπλημμυρικά έργα κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, για τον λαό είναι περίπου αυτονόητο ότι το απόφθεγμα «η Βραζιλία είναι η πατρίδα του ποδοσφαίρου, είναι όμως εξίσου και η πατρίδα της διαφθοράς» ισχύει απολύτως.



Ολη η Ελλάδα εύχεται Μήτρογλου, Κατσουράνης και Σαμαράς να ζήσουν αντίστοιχες στιγμές και στα γήπεδα της Βραζιλίας

Οταν, λοιπόν, γίνονται γνωστά τα πραγματικά μεγέθη, όπως ότι το στάδιο «Μανέ Γκαρίντσα» στην Μπραζίλια κόστισε τελικά 900 εκατ. δολάρια, αγγίζοντας το τριπλάσιο του αρχικώς προϋπολογισθέντος ποσού, το μυαλό των Βραζιλιάνων πηγαίνει αυτομάτως στις μίζες και τη διασπάθιση δημόσιου χρήματος, κυρίως με ανάμειξη των πολιτικών. Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι για το 40% των μελών του Κογκρέσου της χώρας εκκρεμούν κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα. Κατά τις τελευταίες εκτιμήσεις, το συνολικό κόστος για την κατασκευή ή ανακαίνιση των 12 σταδίων του Μουντιάλ ανέρχεται στα 3,6 δισ. δολάρια, ένας λογαριασμός φουσκωμένος κατά 30% σε σχέση με τον αρχικό προϋπολογισμό του 2010 και τέσσερις φορές υψηλότερος απ’ ό,τι είχε παρουσιάσει στη FIFA η Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου της Βραζιλίας το 2007 κατά την υποβολή του φακέλου υποψηφιότητας για την ανάληψη της διοργάνωσης. Σε δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε στην έγκυρη εφημερίδα «Folha de Sao Paulo», το 90% των ερωτηθέντων κρίνει ότι υπάρχει διαφθορά, το 66% θεωρεί ότι το Μουντιάλ θα βλάψει αντί να ωφελήσει τη χώρα και το 76% πιστεύει ότι η Βραζιλία είναι παντελώς ανέτοιμη για τους αγώνες.

Το 2002, στο βιβλίο «Futebol», ο συγγραφέας Αλεξ Μπέλος έγραφε ότι «εάν ρωτήσεις έναν Βραζιλιάνο “ποιο είναι το μεγαλύτερο όνειρό σου;”, πιθανότατα θα απαντούσε “να βάλω γκολ στον τελικό του Μουντιάλ σε ένα κατάμεστο “Μαρακανά”». Το 2014, σε ένα άλλο βιβλίο, με τίτλο «Στιγμές Μουντιάλ», ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος γράφει για την εντός έδρας πανωλεθρία της Βραζιλίας, την ταπεινωτική ήττα την οποία υπέστη η Σελεσάο το 1950, δηλαδή την προηγούμενη φορά που το Μουντιάλ διοργανώθηκε στη χώρα. Ο τίτλος του κεφαλαίου είναι «Οταν το “Μαρακανά” ζήλεψε την Επίδαυρο», συνδέοντας ξανά την Ελλάδα με τη Βραζιλία, παρόλο που καμία από τις δύο χώρες δεν θέλει να ζήσει τη δική της τραγωδία μέσα και, κυρίως, έξω από το γήπεδο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr