Εφυγε ο Μάικλ Τζάκσον
Ο «βασιλιάς της ποπ» Μάικλ Τζάκσον, πέθανε, σε ηλικία 50 ετών, σε νοσοκομείο του Λος Άντζελες, από καρδιακή ανακοπή όπως δήλωσε ο ιατροδικαστής.
Η αιτία θανάτου ήταν καρδιακή ανακοπή, όπως δήλωσε ο ιατροδικαστής του Λος Άντζελες, Φρεντ Κοράλ. Σε συνέντευξή του στο CNN, ο ιατροδικαστής Φρεντ Κοράλ δήλωσε ότι ο θάνατος του Μάικλ Τζάκσον διαπιστώθηκε στις 2.26- τοπική ώρα Καλιφόρνια, αφού τον εξέτασαν οι γιατροί του νοσοκομείου στο οποίο μεταφέρθηκε με ασθενεφ
Ο «βασιλιάς της ποπ» Μάικλ Τζάκσον, πέθανε, σε ηλικία 50 ετών, σε νοσοκομείο του Λος Άντζελες, από καρδιακή ανακοπή όπως δήλωσε ο ιατροδικαστής.
Η αιτία θανάτου ήταν καρδιακή ανακοπή, όπως δήλωσε ο ιατροδικαστής του Λος Άντζελες, Φρεντ Κοράλ. Σε συνέντευξή του στο CNN, ο ιατροδικαστής Φρεντ Κοράλ δήλωσε ότι ο θάνατος του Μάικλ Τζάκσον διαπιστώθηκε στις 2.26- τοπική ώρα Καλιφόρνια, αφού τον εξέτασαν οι γιατροί του νοσοκομείου στο οποίο μεταφέρθηκε με ασθενεφόρο, από την κατοικία του.
Ο πρώην εκπρόσωπος του σταρ της ποπ μουσικής, Μάικλ Τζάκσον, δήλωσε ότι «δεν εξεπλάγη» από «τα τραγικά νέα» για το θάνατο του Τζάκσον. «Ο Μάικλ βρισκόταν σε ένα ανέφικτο, δύσκολο και συχνά αυτοκαταστροφικό ταξίδι εδώ και χρόνια. Το ταλέντο του ήταν αναμφισβήτητο, αλλά έτσι ήταν και η ενόχλησή του για τους κανόνες του κόσμου», δήλωσε ο πρώην εκπρόσωπος του Τζάκσον, Μάικλ Λεβίν. «Ο άνθρωπος απλά δεν μπορεί να αντέξει σε τέτοια επίπεδα πίεσης», πρόσθεσε.
Ο Τζάκσον ετοιμαζόταν για τη «μεγάλη επιστροφή του» με μια σειρά από συναυλίες που θα ξεκινούσαν στο Λονδίνο στις 13 Ιουλίου. Οι παραστάσεις του θα ολοκληρώνονταν τον Μάρτιο του 2010. Όλα τα εισιτήρια για τις εμφανίσεις του είχαν εξαντληθεί από τον Μάρτιο. Υπήρξε ένας από τους πιο αγαπημένους αλλά και αμφιλεγόμενους τραγουδιστές, κυρίως λόγω του τρόπου ζωής του και των «μεταμορφώσεων» στις οποίες υποβλήθηκε.
Αφού ουσιαστικά «εξαφανίστηκε» μετά την απαλλαγή του, το 2005, από τις κατηγορίες της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκου, ο 50χρονος «βασιλιάς της ποπ» επανήλθε μόλις τον περασμένο Μάρτιο και ανακοίνωσε τη μεγάλη επιστροφή του στη σκηνή, με μια σειρά συναυλιών στο Λονδίνο. Ο Τζάκσον με τη χαρακτηριστική φωνή και το απαράμιλλο ταλέντο στο χορό, ήταν ήδη γνωστός από τα 10 χρόνια του αλλά σταδιακά έγινε διεθνής σταρ και κατάφερε να κερδίσει 13 βραβεία Γκράμι, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους πιο επιτυχημένους καλλιτέχνες όλων των εποχών. Υπολογίζεται ότι συνολικά πούλησε 750 εκατομμύρια δίσκους.
Ο Μάικλ Τζο Τζάκσον γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1958 στο Γκάρι της Ιντιάνα. Προερχόταν από φτωχή οικογένεια: ο πατέρας του ήταν μεταλλωρύχος, η μητέρα υπάλληλος σε ένα κατάστημα. Ο Μάικλ Τζο ήταν το έβδομο από τα εννιά παιδιά του ζεύγους. Η μουσική καριέρα της οικογένειας ξεκίνησε με τους τέσσερις μεγαλύτερους αδελφούς του στους οποίους σύντομα εντάχθηκε και ο Μάικλ, που τότε ήταν μόλις 6 ετών, δημιουργώντας έτσι το γκρουπ «Jackson Five». Το 1972 ηχογράφησε τον πρώτο σόλο δίσκο του, το Got to be there, όντας ακόμη ανήλικος. Το 1979 ηχογράφησε το Off The Wall, με παραγωγό τον Κουίνσι Τζόουνς. Τρία χρόνια αργότερα με το άλμπουμ Thriller, ο Τζάκσον έσπασε το ρεκόρ πωλήσεων παγκοσμίως (περισσότερα από 50 εκατομμύρια δίσκοι). Ακολούθησαν οι λιγότεροι επιτυχημένοι αλλά εξίσου αξιόλογοι δίσκοι Bad (1987) και Dangerous (1991).
Την ίδια περίοδο όμως η όψη του σταρ αλλάζει, το δέρμα του να λευκαίνει και η μύτη του να λεπταίνει. Ο ίδιος αρνιόταν ότι είχε υποβληθεί σε αισθητικές επεμβάσεις, εκτός από δύο ρινοπλαστικές, και υποστήριζε ότι έπασχε από λευκοδερμία.
Ο Τζάκσον είχε μετατρέψει ένα ράντσο στην Καλιφόρνια σε κατοικία και ψυχαγωγικό πάρκο και το ονόμασε «Neverland» προς τιμή του ήρωά του, του Πίτερ Παν, του παιδιού που δεν θέλει να μεγαλώσει. Όμως το 1993 αυτή η εικόνα της εκκεντρικότητας καταρρέει όταν ένας 13χρονος τον κατηγορεί για σεξουαλική κακοποίηση. Η υπόθεση τελειώνει με συμβιβασμό. Ο τραγουδιστής συμφωνεί να καταβάλει 23,3 εκατομμύρια δολάρια, ποσό που αντιπροσωπεύει μόλις ένα κλάσμα της περιουσίας του που τότε υπολογιζόταν στα 600 εκατομμύρια.
Το 1994, προς γενική κατάπληξη, ο Τζάκσον παντρεύεται την κόρη του Έλβις Πρίσλεϊ, Λίζα Μαρί και την επόμενη χρονιά ηχογραφεί το HIStory. Μετά το διαζύγιό του με την Πρίσλεϊ παντρεύεται μια Αυστραλή νοσοκόμα, την Ντέμπι Ρόου, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Πρινς Μάικλ Τζούνιορ και την Πάρις Μάικλ Κάθριν. Το 2002 και ενώ είχε ήδη χωρίσει με τη Ρόου απέκτησε άλλο ένα παιδί, τον Πρινς Μάικλ Β΄, από παρένθετη μητέρα.
Το άλμπουμ Invincible, που ηχογράφησε το 2001, είχε μέτρια επιτυχία. Το 2003 προκαλεί σκάνδαλο όταν παραδέχεται σε ένα βρετανικό ντοκιμαντέρ ότι του αρέσει να κοιμάται, αθώα, με μικρά αγόρια. Η δικαστική διαμάχη στην οποία ενεπλάκη κατέστρεψε την εικόνα του μολονότι τελικά απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες, τον Ιούνιο του 2005.
Στο μεταξύ, η περιουσία του είχε εξανεμιστεί και το 2006 τα χρέη του ανέρχονταν στα 170 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τον αμερικανικό τύπο. Μόλις πρόσφατα είχε πετύχει μια μικρή «νίκη» μέσα στον ωκεανό των οικονομικών προβλημάτων του, όταν ακύρωσε την πώληση των προσωπικών αντικειμένων του από τον οίκο δημοπρασιών Juliens.
Ο Μάικλ Τζάκσον, τα τραγούδια του και τα «πάθη» του
Ο Μάικλ Τζάκσον θα μείνει στην ιστορία πάνω απ όλα για τα τραγούδια που ο ίδιος έγραψε και ερμήνευσε. Μένει να δούμε αν οι Αμερικανοί θα τον θυμούνται για τη μουσική του.
Ο άνθρωπος αυτός δημιούργησε μια περιουσία που εκτιμάται ότι έφτασε το 1 δισεκατομμύριο δολάρια και στη συνέχεια βάλθηκε να την καταστρέψει μπροστά στις κάμερες.
Ο άνθρωπος αυτός παραμόρφωσε το πρόσωπό του με πλαστικές εγχειρήσεις μέχρι να γίνει από μαύρος λευκός και στη συνέχεια έγραψε ένα τραγούδι, το «Black or White», για να πει ότι το χρώμα του δέρματος δεν έχει εν τέλει καμιά σημασία.
Ο άνθρωπος αυτός κλειδώθηκε σε μια φυλακή που ο ίδιος δημιούργησε και την ονόμασε Neverland (Χώρα του Ποτέ), με έναν ιδιωτικό ζωολογικό κήπο από κατοικίδια, ένα τρένο-μινιατούρα και μια ρόδα του λούνα παρκ όπου ανέβαινε μόνο αυτός.
Ο άνθρωπος αυτός έπασχε από το σύμπτωμα του Πίτερ Παν, κάτι που αποτελούσε είτε προμετωπίδα για το αρρωστημένο ενδιαφέρον του για τα αγόρια -όπως προσπάθησε, αλλά δεν μπόρεσε να αποδείξει ένας εισαγγελέας του δικαστηρίου της Σάντα Μπάρμπαρα- είτε ένα από τα πολλά συμπτώματα μιας πνευματικής κατρακύλας που διήρκεσε δύο δεκαετίες και ίσως να οδήγησε στο θάνατό του.
Το ότι ο Μάικλ Τζάκσον πέθανε νέος, γράφει ο Κρις Εϊρς στους Τimes, δεν αποτελεί και τόσο μεγάλη έκπληξη. Στην πραγματικότητα, έζησε είκοσι ζωές σε διάστημα μόλις μιας. Ξεκίνησε την καριέρα του ως επαγγελματίας τραγουδιστής σε ηλικία 8 ετών. Ήταν τόσο ταλαντούχος, ώστε πολλοί υποπτεύτηκαν ότι ο πατέρας του ήταν ένας απατεώνας: είχε αγοράσει ένα νάνο και τον παρουσίαζε ως παιδί του. Στο κάτω-κάτω ποιο παιδί θα μπορούσε να χορεύει τόσο καλά;
Ο νεαρός Μάικλ μπορούσε να χορεύει και να τραγουδά εξίσου καλά. Έτσι, μόλις τον «έκλεισε» ο Μπέρι Γκόρντι από τη Motown Records, δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία ότι θα γινόταν σταρ.
Η έκπληξη ήταν ότι έγινε κάτι παραπάνω από σταρ. Και η ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη, που συχνά ξεχνάμε στην εποχή του Ομπάμα, είναι ότι έγινε τόσο μεγάλος σταρ αν και ήταν μαύρος.
Είκοσι χρόνια νωρίτερα, ένας νεαρός αφροαμερικανός που έβγαζε από το στόμα του κοριτσίστικους ήχους δεν θα περνούσε καν την πόρτα πολλών μουσικών εταιρειών. Ίσως να έπαιρνε ένας λευκός τα τραγούδια του και να κατάφερνε να φτάσει με αυτά στην κορυφή των charts. Το φαινόμενο Μάικλ Τζάκσον, που στην εποχή της δόξας του ήταν εξίσου δημοφιλής με τον Ιησού και τον Ρόναλντ Ρίγκαν, δεν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει.
Και θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο Τζάκσον έγραφε ο ίδιος τα τραγούδια του. Το Beat It και το Billie Jean, τραγούδια του διασημότερου άλμπουμ του, του Thriller, που μια εποχή πουλούσε ένα εκατομμύριο αντίτυπα την εβδομάδα και παραμένει το άλμπουμ με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στην ιστορία, ήταν δικές του συνθέσεις.
Ούτε οι Beatles δεν θα μπορούσαν να παινευτούν για αυτό το τριπλό ταλέντο: γράψιμο καταπληκτικών τραγουδιών, εξαιρετική ικανότητα στην ερμηνεία τους και χορευτικές κινήσεις που θα τις ζήλευε ένας επαγγελματίας αθλητής.
Αν αναμίξει κανείς όλα αυτά με τη δίψα του Τζάκσον για τον καπιταλισμό -δεν δείλιαζε να υπογράψει συμβόλαια πολλών εκατομμυρίων δολαρίων με την Pepsi- καταλήγει σε μια μοναδική αμερικανική δημιουργία του 20ού αιώνα.
Λέγεται ότι ο δημιουργός του Πίτερ Παν, ο Βρετανός συγγραφέας Τζ. Μ. Μπάρι, δημιούργησε αυτόν τον χαρακτήρα όταν πέθανε ο αδελφός του σε ένα ατύχημα με το σκέιτ, σε ηλικία 7 ετών. Η μητέρα του δεν το ξεπέρασε ποτέ.
Στον Μάικλ Τζάκσον, πάλι, είχαν πει από τότε που ήταν μικρός ότι το παν ήταν να γίνει ένας καλός σόουμαν. Κι έτσι προσπαθούσε πάντα να σοκάρει και να ψυχαγωγεί το κοινό του, ακόμη κι όταν το κοινό αυτό το αποτελούσαν οι πιο διαφορετικοί άνθρωποι στον κόσμο. Η προσπάθεια αυτή, όμως, τον οδήγησε τελικά να έχει σχέση μόνο με τα παιδιά.
Τον ακριβή χαρακτήρα αυτής της σχέσης ίσως να μην τον μάθουμε ποτέ.
Παρά την τρέλα του όμως, καταλήγει ο αρθρογράφος των Τimes, αυτό που ο Τζάκσον αφήνει πάνω απ όλα πίσω του είναι μερικά από τα καλύτερα αμερικανικά τραγούδια του 20ού αιώνα. Και το πιο πιθανό είναι ότι για τη μουσική θα τον θυμούνται, όχι για όσα τη συνόδευσαν.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr