Μίλτος Τεντόγλου: Η ιστορία ενός «τεμπέλη» με δύο χρυσά ολυμπιακά μετάλλια

Πώς το παιδί που μέχρι τα 15 έκανε παρκούρ στα Γρεβενά και αρχικά αρνήθηκε να κάνει στίβο εξελίχθηκε στον «Greek Freak» του σκάμματος - Η χημεία με τον Πομάσκι και ο στόχος για τρίτο Ολυμπιακό χρυσό στο Λος Αντζελες

Αύγουστος 2016, Ρίο. Eνα λεωφορείο γεμάτο αθλητές και προπονητές αναχωρεί από το Ολυμπιακό Στάδιο με προορισμό το Ολυμπιακό Χωριό και ανάμεσά τους βρίσκεται ένας 18χρονος λεπτοκαμωμένος Eλληνας.

Λίγο νωρίτερα είχε συμμετάσχει στον προκριματικό του αγωνίσματός του χωρίς να καταφέρει να προκριθεί στον τελικό, ωστόσο για εκείνον τον πιτσιρικά που είχε ξεκινήσει να κάνει σοβαρά αθλητισμό δύο χρόνια νωρίτερα αυτό που ζούσε ήταν κάτι μαγικό. Εχοντας ταξιδέψει μόνος του στη Βραζιλία, καθώς ο ΣΕΓΑΣ έκρινε ότι ο προπονητής του δεν χρειαζόταν να τον συνοδεύσει (παρόλο που λίγους μήνες πριν από τους Αγώνες είχε κοντέψει να κάνει παγκόσμιο ρεκόρ Εφήβων) ο ίδιος απολάμβανε την κάθε στιγμή όταν ένιωσε ένα χέρι στον ώμο του...



«Κατάλαβες ποιος είναι αυτός;» τον ρώτησε ο μακρυμάλλης άνδρας, κι αφού του έγνεψε καταφατικά, το πρόσωπό του φωτίστηκε γιατί η ερώτηση αφορούσε το ίνδαλμα του: τον φοβερό και τρομερό Κουβανό άλτη του μήκους Ιβάν Πεδρόσο. Κι αυτός ο στιγμιαίος διάλογος του Γιώργου Πομάσκι (ο... μακρυμάλλης άνδρας) με τον Μίλτο Τεντόγλου (ο πιτσιρικάς) ήταν η αφορμή για να γεννηθεί μια συνεργασία που έχει χαρίσει στην Ελλάδα ανείπωτες στιγμές περηφάνιας και στον στίβο έναν νέο σύγχρονο αγωνιστικό μύθο.



Αύγουστος 2024, Παρίσι. Ενα ολόκληρο στάδιο όρθιο χειροκροτεί τον Μίλτο Τεντόγλου δευτερόλεπτα μετά το δεύτερο συνεχόμενο χρυσό μετάλλιο που κατέκτησε στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όντας ο δεύτερος που τα καταφέρνει μετά τον τεράστιο Καρλ Λιούις (ο οποίος από το 1984 έως το 1996 πήρε 4 φορές σερί το χρυσό στο συγκεκριμένο αγώνισμα).

Και ο διάλογος των δύο πρωταγωνιστών είναι το ίδιο σύντομος, όπως εκείνος πριν από 8 χρόνια, αλλά τόσο αποκαλυπτικός γι’ αυτή την ιδιαίτερη σχέση που έχουν αναπτύξει, «αλλάζοντας» ο ένας τον άλλον και... πετώντας κάθε φορά σε νέα ύψη.

«Δεν ήμουν καλός», είπε ο Τεντόγλου χαμένος στην αγκαλιά του προπονητή του, που δεν είχε σταματήσει να γελά από χαρά και περηφάνια, με τον Γιώργο Πομάσκι να του απαντά: «Δεν πειράζει, το πήραμε για δεύτερη φορά».

Και όσο και αν ο ίδιος εξακολουθεί ακόμη και τώρα να θαυμάζει και να παρακολουθεί όποτε βρει ευκαιρία τα άλματα του ινδάλματός του (που είναι προπονητής στην Ισπανία), τώρα πια στο λεωφορείο που μεταφέρει τους αθλητές από και προς το Ολυμπιακό Χωριό τα βλέμματα των πιτσιρικάδων είναι καρφωμένα πάνω του και οι προπονητές τους σκύβουν συνωμοτικά και τους ψιθυρίζουν: «Καταλάβατε ποιος είναι αυτός;».

Το παρκούρ

Οταν τον πρωτοείδε να κάνει παρκούρ στο Δημοτικό Στάδιο Γρεβενών ο προπονητής Bαγγέλης Παπανίκος πίστεψε ότι ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία. «Ηταν ψηλός και αδύνατος και όταν μου είπε ότι είναι 15 χρόνων του πρότεινα να ασχοληθεί με τον στίβο, αλλά μου είπε “όχι, δεν θέλω”. Επέμενα, όμως, και του είπα “τον χειμώνα πού θα κάνεις παρκούρ, μέσα στο κρύο; Ελα εδώ που έχουμε κλειστό χώρο”. Ξεκίνησε να έρχεται σποραδικά και στην αρχή έκανε ύψος, περνώντας το 1,65, 1,70, αλλά γρήγορα αποφασίσαμε να ασχοληθεί με το μήκος», θυμάται ο πρώτος του προπονητής, ο οποίος είχε αντιληφθεί ότι είχε ένα ακατέργαστο διαμάντι στα χέρια του, αλλά η μεγάλη του δυσκολία ήταν το πώς θα τον κρατήσει στο στάδιο...

«Χάθηκε για κάποιο διάστημα και επανήλθε τέλη Φεβρουαρίου. Την άνοιξη συμμετείχε στους πρώτους του αγώνες που ήταν σύνθετο αγώνισμα. Εξαθλο για την ακρίβεια. Βγήκε πρώτος, παρόλο που στο μήκος είχε κάνει καλύτερο άλμα στα 5,85. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς (2014) πήγαμε στη Θεσσαλονίκη για το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Παμπαίδων όπου πήρε τη 2η θέση με άλμα 6,40. Οταν τελείωσε ο αγώνας, μου είπε: “Κύριε, μου άρεσε πάρα πολύ και σας υπόσχομαι από του χρόνου ότι θα έρχομαι σε όλες τις προπονήσεις”. Τον ρώτησα αν το εννοεί αυτό που λέει και δεν άφησε περιθώριο αμφισβήτησης...

Τον Σεπτέμβριο όταν γύρισε από τη Γερμανία όπου είχε πάει να δει τον πατέρα του ήταν όντως στο γήπεδο και μετά όλα πήραν τον δρόμο τους».

Δύο μήνες μετά την ολοκλήρωση των Ολυμπιακών Αγώνων του Ρίο συναντώνται στα Γρεβενά ο τότε προπονητής της εθνικής στίβου Γιάννης Κουτσιώρας, ο Βαγγέλης Παπανίκος, ο Μίλτος και η μητέρα του προκειμένου να αποφασίσουν ποιο θα είναι το μέλλον του.

Ο κ. Παπανίκος δεν μπορούσε και δεν ήθελε να φύγει από τα Γρεβενά και στο τραπέζι έπεσαν πέντε ονόματα υποψήφιων προπονητών για να αναλάβουν τον Μίλτο από τη στιγμή που θα κατέβαινε στην Αθήνα. Προτού καν προλάβουν να αναφερθούν όλοι οι υποψήφιοι, ο Τεντόγλου, με ύφος που δεν άφηνε καμία αμφιβολία, ανακοινώνει πως θα δουλέψει «μόνο με τον Πομάσκι». Ο κύβος είχε ριφθεί λοιπόν.
Ο Μίλτος Τεντόγλου με το δικό του χρυσό μετάλλιο και το χάλκινο του Καραλή.

Η κάθοδος στην Αθήνα

«Ο καλύτερος πρέπει να προπονείται μαζί με τους καλύτερους, στις καλύτερες εγκαταστάσεις για τον αθλητή και τον προπονητή», είχε πει κατά τη διάρκεια ενός σεμιναρίου του ΣΕΓΑΣ ο κ. Παπανίκος, εξηγώντας με έμμεσο, απλό και κατανοητό τρόπο την κάθοδο του Μίλτου στην Αθήνα, η οποία συνδυάστηκε με την αλλαγή στην τεχνική του (άλμα στους 2,5 διασκελισμούς) που είχε ξεκινήσει να τη δοκιμάζει αμέσως μετά το Ρίο. Πολύ κοντά σε αυτήν του Πεδρόσο. Κι ας έφερε στην αρχή χαμηλότερες επιδόσεις... Πρώην και νυν προπονητής ήξεραν ότι αυτός ήταν ο δρόμος για την εκτόξευση.

Η συνύπαρξη του με τον Πομάσκι ήταν ένα μεγάλο στοίχημα και για τους δύο. Ο Βούλγαρος τεχνικός, ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα το 1988 λόγω της συζύγου του Εύας Νικολάου, ήταν ο προπονητής που είχε να επιδείξει μια σειρά πετυχημένων συνεργασιών, αλλά είχε και τη φήμη του σκληρού. Του απόλυτου. Κι όμως, αυτός ο πιτσιρικάς, που δύσκολα μπορούσες να τον βάλεις σε κάποιο καλούπι, κατάφερε να μεταλλάξει ακόμη και τον σκληρό Πομάσκι, αναγκάζοντάς τον να αναθεωρήσει σημαντικό μέρος της προπονητικής του προσέγγισης, όπως έχει παραδεχθεί ο Βούλγαρος τεχνικός.

Προσέξτε, το παραπάνω δεν σημαίνει ότι ο Πομάσκι χαρίζεται στον Τεντόγλου ή ότι ο τελευταίος λουφάρει. Δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να φτάσει στο σημείο να κατακτήσει 2 χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια και άλλα 10 μετάλλια σε Ευρωπαϊκά και Παγκόσμια Πρωταθλήματα ένας αθλητής.

Ωστόσο, μια δική του ατάκα, «είμαι λίγο τεμπέλης», και κάποιες άλλες αναφορές του στυλ «δεν μου αρέσουν τα βάρη» ή «έκανα πολύ λίγα άλματα» τις προηγούμενες εβδομάδες δημιούργησαν σε κάποιους την αίσθηση της απόλυτης χαλαρότητας η οποία απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα.

«Κάποιες φορές τον “χαϊδεύω”... Δεν τον γυμνάζω, τον συντηρώ. Το σώμα του δεν μπορεί να δεχτεί επιβαρύνσεις. Αν το κάνω αυτό, θα τον σπάσω. Αλλά χρησιμοποιεί τόσο καλά το σώμα του, που δεν χρειάζεται να στηριχθεί τόσο με άλλες παραμέτρους», είχε πει σε συνέντευξή του στο gazzetta.gr ο Πομάσκι συμπληρώνοντας με νόημα: «Είναι ο πιο πειθαρχημένος απ’ όλους και την προπόνηση που πρέπει να κάνει, θα την κάνει. Η εκτέλεση του Μίλτου στην προπόνηση είναι στο 120% και γι’ αυτό πρέπει να μειώσω τον όγκο προπόνησης». Aρα γιατί είναι «τεμπέλης» ο Μίλτος; Γιατί κάτι που δεν του αρέσει να το κάνει δεν θα το κάνει... Μπορεί να αφήσει, για παράδειγμα, άπλυτα τα πιάτα, μπορεί να προτιμήσει να παραγγείλει φαγητό αντί να μαγειρέψει (αν και του αρέσει το μπάρμπεκιου), μπορεί να επιλέξει να μείνει στο σπίτι για να δει μια ταινία ή να παίξει τα αγαπημένα του videogames από το να βγει έξω για βόλτα. Τεμπέλης με «τεμπέλη» έχει, όμως, μεγάλη διαφορά...
Mε τον Λευτέρη Πετρούνια και τον Εμμανουήλ Καραλή

Τα δικά του κριτήρια

Οταν το 2022 ο Μίλτος έχασε το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Γιουτζίν στο Ορεγκον των Ηνωμένων Πολιτειών στο τελευταίο άλμα (ο Κινέζος Γουάνγκ έκανε 8,36 και τον άφησε δεύτερο με 8,32) στις δηλώσεις του δεν έψαξε για δικαιολογίες. «Κρίμα που το έχασα στο τελευταίο, αλλά θα ήταν ντροπή να κερδίσω με 8,32», ήταν τα λόγια του προκαλώντας για μία ακόμη φορά πολιτισμικό σοκ!

Αυτός είναι και ο μοναδικός χαμένος τελικός από το 2017 και μετά, αλλά κι ένα δείγμα του πώς σκέφτεται και λειτουργεί. Εκείνος ο τελικός τού έχει μείνει στη μνήμη και για έναν άλλον λόγο. Για το tweet του θρυλικού Καρλ Λιούις, ο οποίος είχε εκφράσει την απογοήτευσή του για το επίπεδο του μήκους σήμερα. Ο ίδιος σέβεται απεριόριστα όλους τους παλιούς άλτες, αλλά δεν δέχεται να τον αμφισβητούν και να του θίγουν τον εγωισμό.


Ναι, ο Καρλ Λιούις ήταν ένας υπεραθλητής, αλλά το πρώτο του χρυσό στο μήκος το κέρδισε το 1984 σε ηλικία 23 ετών στο Λος Αντζελες με επίδοση 8,30. Και ο Μίλτος το κέρδισε στην ίδια ηλικία στο Τόκιο με επίδοση 8,41.

Τώρα πια θέλει να αποδείξει στον Λιούις και τους υπόλοιπους ότι αξίζει μια θέση στο πάνθεον του αγωνίσματος και αυτό θα έρθει με τη μεγάλη επίδοση που την κυνηγά με μανία. Αφού, λοιπόν, έφυγε από το Παρίσι έχοντας πετύχει τον βασικό στόχο της χρονιάς, τώρα έχει ήδη βάλει στον σκληρό δίσκο του μυαλού του τις... συντεταγμένες για την επόμενη απογείωσή του.

Ναι, το πανελλήνιο ρεκόρ του Τσάτουμα είναι ένα απωθημένο για να πει και στον πρώτο του προπονητή «κόουτς, το σβήσαμε κι αυτό», ωστόσο ο μεγάλος του στόχος είναι ένα άλμα στο 8,75. Για να αποδείξει σε όλους ότι δεν κερδίζει επειδή δεν υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός, αλλά γιατί είναι ένας από τους καλύτερους όλων των εποχών.

Ολο αυτό δεν είναι αλαζονεία, όπως θα βιαστούν να πουν ορισμένοι, αλλά η εσωτερική κινητήρια δύναμη που τον ωθεί να ξεπερνά κάθε φορά τα όριά του. Γιατί κατά τα άλλα ο Μίλτος παραμένει ο ίδιος ταπεινός και αληθινός χαρακτήρας που μας έχει δείξει ότι είναι από την πρώτη στιγμή.

Κι όσο κι αν είναι νωρίς ακόμη για να συζητάμε για το Λος Αντζελες και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2028, να υπενθυμίσουμε ότι κάποια στιγμή είχε πει: «Θα ήθελα να φτάσω τα τρία χρυσά του Πύρρου Δήμα». Αλήθεια, υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι αυτό το παιδί από τα Γρεβενά, αν όντως το έχει βάλει στο μυαλό του, δεν θα τα καταφέρει;
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr