Παναγιώτης Γκιώνης: Ο θρύλος της επιτραπέζιας αντισφαίρισης

Ο «μπαμπάς» της Ελληνικής Ολυμπιακής Ομάδας ετοιμάζεται για τους έκτους Ολυμπιακούς Αγώνες της καριέρας του πιο έμπειρος, σοφός αλλά και αισιόδοξος από ποτέ.







Έπιασε για πρώτη φορά ρακέτα στα χέρια του σε ηλικία 9 ετών. Πέρασαν όμως πολλά χρόνια, απειράριθμοι αγώνες, δεκάδες νίκες κι άλλες τόσες ήττες, μετάλλια και διακρίσεις για να βάλει για πρώτη φορά τα κλάμματα μετά από αγώνα. Ήταν τον περασμένο Μάιο στο προολυμπιακό τουρνουά του Σεράγεβο, όταν ο 44χρονος Παναγιώτης Γκιώνης ξέσπασε για πρώτη φορά σε δάκρυα στην αγκαλιά του προπονητή του. Συγκεκριμένα λίγα λεπτά μετά την έβδομη σερί νίκη του που του έδωσε το εισιτήριο για τους έκτους Ολυμπιακούς Αγώνες της καριέρας του και την ίδια στιγμή τον έχρισε μέλος μιας επίλεκτης ομάδας 106 ανδρών και 48 γυναικών πρωταθλητών στην ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων που έχουν πετύχει το ίδιο ανδραγάθημα - από ελληνικής πλευράς το έχουν καταφέρει η Αγάθη Κασσούνη (σκοποβολή), η Ευαγγελία Ψαρά (τοξοβολία) και ο Τάσος Μπουντούρης (ιστιοπλοΐα). Ναι, ο πολύπειρος Έλληνας πρωταθλητής που ετοιμάζεται πλέον για την έκτη Ολυμπιάδα της μακράς αθλητικής καριέρας του είναι, χωρίς ψήγμα υπερβολής ή μεγαλοστομίας, ένας ζωντανός θρύλος.

Στην πραγματικότητα βέβαια τίποτα δε θα ήταν ίδιο στην ζωή του εάν στην προεφηβεία του δεν είχε περάσει σχεδόν τυχαία το κατώφλι ενός συλλόγου Ναξιωτών στο Γαλάτσι, στα τρίσβαθα των κτιριακών εγκαταστάσεων του οποίου υπήρχε ένα τραπέζι πινγκ πονγκ. Για τον Γκιώνη το εν πολλοίς άγνωστο και σίγουρα όχι το πιο φωτογενές άθλημα στη χώρα μας ήταν για να το θέσουμε με κινηματογραφικούς όρους έρωτας με την πρώτη ματιά. Από εκείνη την ημέρα και για τα επόμενα χρόνια, μέχρι να ξεκινήσει την επαγγελματική καριέρα του, θυμάται πως το τραπέζι του φαγητού στο πατρικό σπίτι του λειτουργούσε ως το πολύ ιδιωτικό του προπονητήριο, όπου έστηναν αγώνες παρέα με την αδελφή του. Οι συμμαθητές του καμιά φορά γελούσαν με το περίεργο σπορ που είχε επιλέξει, όμως η γνώμη τους άλλαξε άρδην όταν στα 16 του ο έφηβος αθλητής πέτυχε την πρώτη μεγάλη επιτυχία του και στέφθηκε πρωταθλητής Ευρώπης στο διπλό μικτό.



Επόμενος μεγάλος σταθμός στην επαγγελματική σταδιοδρομία του ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας το 2004. Ήταν οι πρώτοι της καριέρας του, αλλά, όπως αποδείχτηκε, όχι οι τελευταίοι. Ο Γκιώνης είναι έκτοτε παρών σε κάθε διοργάνωση (Πεκίνο, Λονδίνο, Ρίο, Τόκιο) αποδεικνύοντας με τον πιο ανάγλυφο τρόπο πως εκτός από ταλέντο διαθέτει πείσμα επιμονή αλλά και αυτοπειθαρχία, κρατώντας τον εαυτό του σε κορυφαία αθλητική φόρμα για περισσότερο από μια εικοσαετία.. Όχι, ακόμα και για έναν έμπειρο πρωταθλητή δεν πρόκειται απλώς για καθημερινή ρουτίνα. Αλλά μοιάζει περισσότερο με μια ατέρμονη μάχη με τον εαυτό του και συχνά με τις αντιξοότητες. Πέρσι για παράδειγμα ένας τραυματισμός στον αχίλλειο τέντονα τον οδήγησε στη σκέψη να τερματίσει την αθλητική καριέρα του.

Όμως το μέταλλο του Γκιώνη είναι σπάνιο, η δύναμή του αξιοθαύμαστη και η εμπειρία που συγκέντρωσε ζώντας με μια βαλίτσα στο ένα χέρι – τα τελευταία χρόνια αγωνίζεται στο πολωνικό πρωτάθλημα και δίνει το παρών σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές αθλητικές διοργανώσεις- και τη ρακέτα του πινγκ πονγκ στο άλλο λειτουργεί ως ένα εμφατικό παράδειγμα για όλους. Σε λίγες εβδομάδες ο σπουδαίος πρωταθλητής, που πριν από κάθε μεγάλη μάχη λέει πως τηλεφωνεί για γούρι στη μητέρα του, θα αγωνίζεται στα γήπεδα του Παρισιού, όπου σκοπεύει, όπως εξομολογείται, να γράψει τον επίλογό του με τα χρώματα της εθνικής ομάδας. Βεβαίως με έναν αθλητή του μεγέθους, της δυναμικής και της κλάσης του, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει πως δε θα είναι παρών και το 2028 στο Λος Άντζελες. Ούτε καν ο ίδιος.


Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr