Πρόωρες κάλπες: Ο πειρασμός του φθινοπώρου

Δέλεαρ για «διπλή προσφυγή» στις κάλπες τον Οκτώβριο η κυριαρχία του πρωθυπουργού στις δημοσκοπήσεις, αλλά και η προοπτική να ανοίξουν η αγορά και ο τουρισμός από το καλοκαίρι - Ο Κ. Μητσοτάκης προτιμά κάλπες στο τέλος του 2022, αλλά «όλα είναι ανοιχτά και στο τραπέζι» - Με τον εκλογικό νόμο του ΣΥΡΙΖΑ για αυτοδυναμία το πρώτο κόμμα χρειάζεται 45% και με τον νόμο Μητσοτάκη 37%

Eνώπιον ενός μεγάλου πειρασμού βρίσκουν την κυβέρνηση οι πρώτες εβδομάδες του καινούριου χρόνου, καθώς η πολιτική κυριαρχία την οποία, σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης, απολαμβάνουν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και το κόμμα του θεωρείται από φίλους και αντιπάλους ως ισχυρό δέλεαρ για να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές μόλις προεξοφληθεί το τέλος της πανδημίας.

Αν και από το Μέγαρο Μαξίμου διαψεύδεται η σεναριολογία που πυροδοτήθηκε την επομένη του ανασχηματισμού της 5ης Ιανουαρίου, στο πολιτικό παρασκήνιο δεν λείπουν οι παρασκηνιακές ζυμώσεις και οι προπαρασκευαστικές πρωτοβουλίες και κινήσεις που δείχνουν ότι το ενδεχόμενο να στηθούν κάλπες εντός του 2021 περιλαμβάνεται λιγότερο ή περισσότερο στους σχεδιασμούς που γίνονται σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος.
Η κινητικότητα που παρατηρείται στην αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία κατατρύχεται από την πολιτική δυσπραγία που γίνεται εντονότερη με τα κείμενα των τάσεων που δίνονται βροχηδόν στη δημοσιότητα, η αναστάτωση που προκλήθηκε στο Κίνημα Αλλαγής με την αντικατάσταση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του, όπως και η εγρήγορση στην οποία βρίσκονται οι κομματικοί μηχανισμοί καθώς και όσοι ετοιμάζονται να πολιτευτούν στις επόμενες εκλογές συνιστούν πρόδρομους δείκτες που μαρτυρούν ότι από πολλές πλευρές προλειαίνεται το έδαφος «διά παν ενδεχόμενο».

Στο πρόσφατο δημοσκοπικό κύμα, το οποίο ακολούθησε τις αποφάσεις του πρωθυπουργού για αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, επιβεβαιώθηκε το άνετο προβάδισμα που διαθέτουν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Ν.Δ. έναντι του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτοχρόνως, όμως, καταγράφηκε μια μοναδική στα μεταπολιτευτικά χρονικά πρωτιά που συνιστά το γεγονός ότι για πρώτη φορά ο εν ενεργεία πρωθυπουργός και η παράταξή του αυξάνουν την απήχησή τους στους πολίτες σε ποσοστά που είναι εμφανώς μεγαλύτερα από εκείνα που είχαν αποσπάσει στις τελευταίες εκλογές.

Η σαφής υπεροχή της κυβερνητικής παράταξης αποδιδόταν μέχρι πρότινος στον λεγόμενο «μήνα του μέλιτος», φαινόμενο το οποίο έχει μεν παρατηρηθεί και παλαιότερα, πλην όμως η χρονική διάρκειά του ήταν πολύ πιο περιορισμένη από τους 18 μήνες που μετράει ήδη στον πρωθυπουργικό θώκο ο κ. Μητσοτάκης. Επιπλέον, ο τελευταίος εμφανίζει μεγάλη διεισδυτικότητα στο τμήμα εκείνο του εκλογικού σώματος που δεν ψήφισε το κόμμα του στις εκλογές του Ιουλίου του 2019.

Από τα πλέον αξιομνημόνευτα ευρήματα των μετρήσεων είναι ότι η δημοφιλία του πρωθυπουργού είναι πολύ υψηλή μεταξύ των ψηφοφόρων του Κινήματος Αλλαγής, που τον προτιμούν σε ποσοστά άνω του 60%, ενώ διόλου ευκαταφρόνητο είναι και το ποσοστό (κυμαίνεται μεταξύ 15%-20%) εξ όσων ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι τον θεωρούν καταλληλότερο για πρωθυπουργό έναντι του Αλέξη Τσίπρα. Σύμφωνα με πρόσφατη μέτρηση της Μarc, το ποσοστό των πολιτών που θεωρούν καλύτερο πρωθυπουργό τον κ. Μητσοτάκη φτάνει στο 52,7% και είναι υπερδιπλάσιο του 24%, που θεωρεί το ίδιο για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η πρόθεση για τετραετία

Οι απόψεις και οι εκτιμήσεις για το κατά πόσο τα συγκεκριμένα δεδομένα μπορούν να θεωρηθούν επαρκείς αφορμές για να προσφύγει ο πρωθυπουργός σε πρόωρες εκλογές διίστανται. Ο ίδιος όταν ερωτήθηκε πρόσφατα -στη συνέντευξη που παραχώρησε στον ANT1- έδωσε μια καταρχήν απάντηση που ήταν ανοιχτή σε περισσότερες ερμηνείες. «Μπορώ να σας επαναλαμβάνω, λοιπόν, αυτό το οποίο έχω πει σε πολλές συνεντεύξεις μου, ότι η πρόθεσή μου είναι η κυβέρνηση αυτή να εξαντλήσει την τετραετία», είπε.

Επανήλθε, ωστόσο, επικαλούμενος τρία επιχειρήματα που του δίνουν την άνεση να τοποθετεί τις επόμενες εκλογές τέλη του 2022. Το πρώτο είναι ότι η κυβέρνηση απολαμβάνει μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αφού έχει 158 βουλευτές. Το δεύτερο ότι διαθέτει μια συμπαγή και αποτελεσματική Κοινοβουλευτική Ομάδα. Και το τρίτο ότι, παρά τις δυσκολίες και τις πρωτοφανείς κρίσεις που αντιμετώπισαν, οι πολίτες πιστώνουν στον ίδιο και στην κυβέρνησή του «απόθεμα εμπιστοσύνης».

Η πεποίθηση που εκφράζει ο κ. Μητσοτάκης είναι ότι «η Ελλάδα θα είναι στις χώρες που θα βγουν κερδισμένες μετά την πανδημία».

Και το επόμενο μεγάλο «εθνικό πρόταγμα», μετά την αντιμετώπιση της πανδημίας, θα είναι «οι μεγάλες αλλαγές οι οποίες πρέπει να γίνουν στη χώρα για να ξαναμπούμε σε τροχιά ανάπτυξης και ανάκαμψης».
Τα ίδια, πάντως, επιχειρήματα που επιστράτευσε ο κ. Μητσοτάκης για να διασκεδάσει την εκλογολογία χρησιμοποιούν όσοι υποστηρίζουν την άποψη ότι «δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία που δίνεται στην κυβέρνηση για να μηδενίσει το κοντέρ». Επισημαίνοντας ότι «οι πρόωρες εκλογές σχεδόν ποτέ δεν προαναγγέλλονται», τονίζουν ότι «οι κάλπες στήνονται όταν οι εκάστοτε κυβερνώντες θεωρούν ότι θα πείσουν τους πολίτες αφενός ότι μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα από τους αντιπάλους τους τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα και αφετέρου ότι έχουν να προσδοκούν καλύτερες μέρες».

Κατά αυτή την εκδοχή των πραγμάτων, η κυβέρνηση Μητσοτάκη τους επόμενους μήνες πιστεύει ότι οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας θα είναι ευοίωνες και η πρόοδος του εμβολιαστικού προγράμματος θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα πολύ καλύτερο καλοκαίρι από εκείνο του 2020, οπότε το δίλημμα της προσφυγής σε κάλπες στις αρχές του φθινοπώρου θα τεθεί μετ’ επιτάσεως.

Ο λόγος για τον οποίο θα συμβεί αυτό είναι, όπως λένε οι θιασώτες των εκλογικών σεναρίων, διότι έτσι η κυβέρνηση μπορεί να έχει μπροστά της «μια αδιατάρακτη τετραετή θητεία για να εφαρμόσει το πρόγραμμά της αξιοποιώντας τον πακτωλό των 72 δισ. ευρώ που θα έχει στη διάθεσή της από το Ταμείο Ανάκαμψης και τον κοινοτικό προϋπολογισμό».

Η αστάθεια της απλής αναλογικής

Ενα από τα βασικά επιχειρήματα που χρησιμοποιούν οι θιασώτες της εκλογικής προοπτικής είναι το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση και θα ισχύσει για πρώτη φορά στην προσεχή εκλογική αναμέτρηση.

Με το σύστημα αυτό καθίσταται πολύ δύσκολος ο σχηματισμός αυτοδύναμης μονοκομματικής κυβέρνησης και δημιουργούνται οι συνθήκες για ακυβερνησία και παρατεταμένη πολιτική αστάθεια.

Με βάση τις προβλέψεις του συγκεκριμένου νόμου, ο πήχης της αυτοδυναμίας ανεβαίνει στο 45% από το 37% που ήταν μέχρι τις προηγούμενες εκλογές και στο οποίο θα επανέλθει στη μεθεπόμενη εκλογική αναμέτρηση κατά την οποία θα εφαρμοστεί το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής με κλιμακωτό μπόνους, το οποίο ψήφισε πριν από έναν χρόνο η σημερινή κυβέρνηση.

Με το νέο σύστημα το πρώτο κόμμα που παίρνει στην κάλπη ποσοστό άνω του 25% εξασφαλίζει σε πρώτη φάση μπόνους 20 εδρών, οι οποίες αυξάνονται κατά μία για 0,5% ψήφων που παίρνει επιπλέον, με μάξιμουμ τις 50 έδρες τις οποίες εξασφαλίζει εάν φτάσει στο 40%.

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι, όπως φαίνεται και στους πίνακες υπολογισμού που παραθέτει το «ΘΕΜΑ», αν τα κόμματα διατηρήσουν τα ποσοστά που συγκέντρωσαν στις προηγούμενες εκλογές, η Ν.Δ. με το 39,9% θα βρεθεί να διαθέτει 130 έδρες από 158 βουλευτές που εξέλεξε με το προηγούμενο σύστημα που ίσχυε μέχρι το 2019. Αντίστοιχο αριθμό εδρών, δηλαδή 130, θα έχουν αθροιστικά ο ΣΥΡΙΖΑ και το Κίνημα Αλλαγής, εφόσον διατηρήσουν τα προηγούμενα ποσοστά τους.

Σε μια τέτοια περίπτωση, το πλειοψηφούν κόμμα θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων αφού θα είναι σχεδόν αδύνατο να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή του, κάτι που για να συμβεί προϋποθέτει απαραιτήτως τη σύμπραξη του ΚΚΕ.

Στους πίνακες φαίνονται οι έδρες που παίρνουν τα κόμματα στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις με τα 3 διαφορετικά εκλογικά συστήματα: αυτό το οποίο έβγαλε την παρούσα Βουλή, το σύστημα της απλής αναλογικής, που θα ισχύσει στις επόμενες εκλογές, όποτε γίνουν αυτές, και το νέο σύστημα που θα ισχύσει στις μεθεπόμενες εκλογές, όποτε γίνουν αυτές


Εφόσον επιβεβαιωθούν οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις και η Νέα Δημοκρατία αυξήσει την εκλογική της δύναμη, μπορεί να μην πετύχει την αυτοδυναμία για την οποία, υπό συνθήκες απλής αναλογικής, χρειάζεται επίδοση κοντά στο 45%, θα είναι εκείνη όμως που θα καθορίσει τις εξελίξεις προς δύο εναλλακτικές κατευθύνσεις:
Πρώτον, συγκροτώντας κυβέρνηση συνεργασίας με μια πολιτική δύναμη που θα αρκεί να είναι κοντά στο 10%. Δεύτερον, οδηγώντας τη χώρα σε νέες εκλογές-εξπρές που θα γίνουν με το νέο εκλογικό σύστημα το οποίο διευκολύνει την αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος.

Οσοι αντιμάχονται τα εκλογικά σενάρια επικαλούνται τις μετρήσεις που δείχνουν ότι η πλειονότητα των πολιτών δεν προκρίνει την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, κάτι, πάντως, που πρέπει να επισημανθεί ότι ισχύει σχεδόν παγίως. Οι θιασώτες των εκλογών αντιτείνουν ότι η διάθεση αυτή των πολιτών θα αλλάξει όταν τεθούν στο εκλογικό σώμα τα διακυβεύματα για τα οποία οι ψηφοφόροι πρέπει να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα.

Σε κάθε περίπτωση, όλα τα ενδεχόμενα παραμένουν ανοιχτά και η μόνη βεβαιότητα που προκύπτει από τις συζητήσεις, οι οποίες σε αυτή τη φάση γίνονται μόνο παρασκηνιακά, είναι ότι δεν υπάρχουν ειλημμένες αποφάσεις, αλλά ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση έχουν όλο τον χρόνο στη διάθεσή τους για να σταθμίσουν αν και πότε θα ενδώσουν στον πειρασμό της κάλπης.

Ειδήσεις σήμερα: 

Ξυλοδαρμός στο Μετρό: Το βίντεο-ντοκουμέντο που πρόδωσε τους ανήλικους - Και τρίτο πρόσωπο μπλεγμένο στην υπόθεση

Γούρνες, Κρήτη: Η πρώην Αμερικανική βάση μετατρέπεται σε χλιδάτο resort - Ενδοιασμοί για καζίνο

Επιτελείο Μπάιντεν κατά Μόσχας - Ζητά την άμεση απελευθέρωση Ναβάλνι
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr