Η μάχη της γκρίζας ζώνης: Σίγουρη η πρωτιά της ΝΔ, έχει δρόμο η αυτοδυναμία, βήμα σημειωτόν ο ΣΥΡΙΖΑ

Η παραδοχή ακόμη και από το προσκείμενο στον ΣΥΡΙΖΑ Ινστιτούτο, «Νίκος Πουλαντζάς», της υπεροχής της ΝΔ σε πρόθεση ψήφου και καταλληλότητα πρωθυπουργού επιβεβαιώνει ότι υπάρχει ένα παγιωμένο σκηνικό που μπορεί στον δεύτερο γύρο να δώσει «γαλάζια» αυτοδυναμία

Πέντε εβδομάδες πριν από το στήσιμο της κάλπης της 21ης Μαΐου, το κυβερνητικό επιτελείο αναζητεί τα εργαλεία με τα οποία θα αποσοβήσει τους κινδύνους που ελλοχεύουν από την προεξόφληση της «γαλάζιας» πρωτιάς και οι οποίοι μπορεί να θέσουν εν αμφιβόλω τον στόχο της αυτοδυναμίας.

Υπό αυτό το πνεύμα, αμέσως μετά τη σύντομη πασχαλινή ανάπαυλα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να δώσει το έναυσμα για να ξεκινήσει η τελική φάση της προεκλογικής μάχης. Το προσεχές Σάββατο, 22 Απριλίου, ο πρωθυπουργός έχει προγραμματίσει να επισκεφθεί την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου για να υποβάλει και τυπικά το αίτημα για τη διάλυση της Βουλής και την επισημοποίηση της προκήρυξης των εκλογών.

Στο μήνυμά του προς τους πολίτες, ο κ. Μητσοτάκης θα υπογραμμίσει την κρισιμότητα που έχουν αυτές οι εκλογές για το μέλλον της χώρας, αλλά και την τροπή που μπορεί να έχουν οι εξελίξεις ανάλογα με το εκλογικό αποτέλεσμα. «Το ερώτημα είναι αν θα συνεχίσουμε να πηγαίνουμε μπροστά ή αν θα κυλήσουμε πίσω σε μία εποχή που η πλειοψηφία των Ελλήνων θέλει να αφήσει στο παρελθόν», είναι, άλλωστε, η φράση που όλο και πιο συχνά χρησιμοποιεί τελευταία.

Δίνοντας έμφαση στη σύγκριση των δύο κυβερνητικών περιόδων 2015-2019 και 2019-2023, ο πρωθυπουργός σε κάθε ευκαιρία καλεί τους πολίτες να κρίνουν τα πεπραγμένα, τη συνέπεια λόγων και έργων, αλλά και τα προγράμματα των κομμάτων που θα έχουν ενώπιόν τους την ώρα που θα πάνε στην κάλπη.

Σύγκριση τετραετιών

«Οι πολίτες μπορούν να κρίνουν και να συγκρίνουν τι πέτυχε η Ελλάδα την προηγούμενη τετραετία επί του κ. Τσίπρα και τι πέτυχε επί των δικών μου ημερών» είναι η φράση στην οποία αποτυπώνεται εναργέστερα η στρατηγική του Μεγάρου Μαξίμου. Στρατηγική η οποία κατατείνει στην εμπέδωση της πολιτικής σταθερότητας μέσω της κατάκτησης της αυτοδυναμίας στην επαναληπτική εκλογή, που η κατανομή των βουλευτικών εδρών θα γίνει με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής.

Χωρίς να διατηρούν την παραμικρή αμφιβολία ότι η Νέα Δημοκρατία θα κόψει το νήμα της πρώτης κάλπης, συνεργάτες του πρωθυπουργού επισημαίνουν τη σημασία που έχει «το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης να είναι τέτοιο που να αντανακλά την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι η χώρα θα αποκτήσει βιώσιμη κυβέρνηση και θα αποφύγει τον φαύλο κύκλο της πολιτικής αστάθειας».

«Οσο μεγάλη είναι η ικανοποίηση που μας γεμίζει η σημαντική απόσταση που έχουμε στην παράσταση νίκης, άλλο τόσο μεγάλη είναι η αγωνία για την επανάπαυση που μπορεί να προκληθεί από τη σχεδόν πανθομολογούμενη πλέον αναγνώριση ότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί το προβάδισμα που έχουν η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης», υπογραμμίζουν «γαλάζιοι» αξιωματούχοι, οι οποίοι επικαλούνται και σχετικές εκτιμήσεις έγκυρων εκλογικών αναλυτών. Οπως για παράδειγμα του διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας MRB Δημήτρη Μαύρου στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, ο οποίος δήλωσε ότι είναι «εξαιρετικά δύσκολο να ανατραπεί η πρωτιά της Ν.Δ.», καθώς, πέραν της πρόθεσης ψήφου, είναι και πολλά άλλα που δείχνουν την ίδια τάση να επικρατεί στο εκλογικό σώμα.

Επισημαίνεται, άλλωστε, ότι με ελάχιστες εξαιρέσεις, τόσο στα εγχώρια όσο και στα διεθνή εκλογικά χρονικά, ο κανόνας ο οποίος ισχύει είναι ότι νικητής από την κάλπη βγαίνει το κόμμα που μπαίνει με διακριτό προβάδισμα στην τελική προεκλογική ευθεία.

Μεταπολιτευτικά στη χώρα μας ο κανόνας αυτός ανατράπηκε μόνο μία φορά, στις εκλογές του 2000, όταν ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης πέτυχε να ανατρέψει στο νήμα της κάλπης τη διαφορά που είχε στην προεκλογική περίοδο ο αντίπαλός του και αρχηγός της Ν.Δ. Κώστα Καραμανλή, νικώντας εντέλει με διαφορά 1,05%.

Το παραδέχονται και στον ΣΥΡΙΖΑ

Αίσθηση, εξάλλου, προκάλεσε και η πρόσφατη παραδοχή από το προσκείμενο στον ΣΥΡΙΖΑ Ινστιτούτο «Νίκος Πουλαντζάς» της υπεροχής που καταγράφουν η Ν.Δ. στην πρόθεση και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός. Από τη μελέτη των συνολικά 61 μετρήσεων της κοινής γνώμης που έγιναν από τα μέσα Δεκεμβρίου έως τις αρχές Απριλίου («poll of polls»), οι ιθύνοντες του Ινστιτούτου καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι παρόλο που υποχώρησαν οι επιδόσεις της κυβερνητικής παράταξης εξαιτίας των ισχυρών αρνητικών εντυπώσεων που δημιουργήθηκαν στην ελληνική κοινωνία μετά το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας δεν κατάφεραν να επωφεληθούν ούτε κατ’ ελάχιστον.

Στην πολυσέλιδη μελέτη, η οποία φέρει την υπογραφή του επίσημου εκλογολόγου της Κουμουνδούρου Κώστα Πουλάκη, το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου εμφανίζεται να παραμένει καθηλωμένο στο 25,9%. Αμετάβλητο είναι επίσης και το ποσοστό του Αλέξη Τσίπρα στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία που, όπως και τον Δεκέμβριο, καταγράφεται στο 28%. Και στους δύο αυτούς δείκτες επισημαίνεται πτώση της απήχησης της Ν.Δ. και του πρωθυπουργού, αλλά με προβάδισμα της τάξης του 2,9%, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών που είχαν η Ν.Δ. και ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει στην «γκρίζα ζώνη», δηλαδή στην αδιευκρίνιστη ψήφο, ή στο «κανένας από τους δύο» όταν το ερώτημα αφορά την επιλογή του προσώπου που προτιμούν για τη διακυβέρνηση.

Ο Μητσοτάκης και οι κεντρώοι

Αναφέρεται, μάλιστα, ότι «ο Κυριάκος Μητσοτάκης θεωρείται γενικά πιο αποτελεσματικός, ικανός και συνεπής και καταλληλότερος να διαχειριστεί τα θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια με στενή έννοια (Μεταναστευτικό, εγκληματικότητα, Ελληνοτουρκικά)». Στον αντίποδα επισημαίνεται πως «ο Αλέξης Τσίπρας θεωρείται πιο ασυμβίβαστος απέναντι σε συμφέροντα, ακέραιος στη διαχείριση των χρημάτων του κράτους και κοντά στα προβλήματα και στις ανησυχίες της κοινωνίας, ενώ έχει προβάδισμα στη διαχείριση των κοινωνικών θεμάτων (αντιμετώπιση της ακρίβειας, λειτουργία του ΕΣΥ κ.λπ.), αλλά και στην αντιμετώπιση της διαφθοράς και στη δημοκρατική λειτουργία του κράτους».

Στην ίδια έρευνα αναγνωρίζεται η πρωτοκαθεδρία που διατηρεί το κυβερνών κόμμα στους πολίτες που θεωρούν τους εαυτούς τους κεντρώους ή δεν αυτοτοποθετούνται και οι οποίοι αποτελούν το 37,5% του εκλογικού σώματος και είναι εκείνοι που με την εκλογική συμπεριφορά τους κρίνουν τον εκάστοτε νικητή της κάλπης. Με έναν στους τρεις από τη συγκεκριμένη δεξαμενή να κατατάσσεται στην «γκρίζα ζώνη», η Ν.Δ. αποσπά το 18,8%, ο ΣΥΡΙΖΑ το 14,7% και το ΠΑΣΟΚ το 12,4%.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται στους ψηφοφόρους των νεότερων ηλικιών (17-45 ετών) με 25,7% έναντι 20,2% της Ν.Δ., η οποία προηγείται με μεγαλύτερη διαφορά στους άνω των 45 ετών, από τους οποίους το κυβερνών κόμμα αποσπά το 34,4%, έναντι 26,1% της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι μεγαλύτερης ηλικίας είναι, πάντως, περισσότεροι, αφού αποτελούν το 54,3% του εκλογικού σώματος, αλλά και πιο αποφασισμένοι, αφού το ποσοστό όσων εξ αυτών κατατάσσονται στην «γκρίζα ζώνη» είναι 13%, ενώ στις νεότερες ηλικίες ανεβαίνει στο 19,2%.

Οι αναποφάσιστοι

Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, αν και θεωρούν ότι οι συγκεκριμένες επιδόσεις της Ν.Δ. είναι «σκόπιμα υποτιμημένες» με στόχο να πιστέψουν οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ ότι υπάρχει προοπτική ανατροπής των διαμορφωμένων συσχετισμών, σημειώνουν παράλληλα ότι η εικόνα αυτή δεν αντιστρατεύεται τη στρατηγική της Ν.Δ. που θέλει να μην υπάρξει ουδείς εφησυχασμός και να πάνε όσο περισσότεροι ψηφοφόροι στην κάλπη.

Με δεδομένο, άλλωστε, ότι οι γαλάζιας απόχρωσης ψηφοφόροι αποτελούν τη σχετική πλειοψηφία στη δεξαμενή της «γκρίζας ζώνης», θεωρούν ότι η αυξημένη προσέλευση στις κάλπες θα μεγαλώσει το προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας και θα κάνει εφικτό τον στόχο της αυτοδυναμίας. Παρατηρούν ότι «αργά αλλά σταθερά περιορίζονται οι απώλειες που είχε το κυβερνών κόμμα από ψηφοφόρους που αισθάνθηκαν σοκ μετά τα Τέμπη, αλλά παρέμειναν -και ορισμένοι παραμένουν ακόμη- σε στάση αναμονής».

Οι εκλογολόγοι τους οποίους συμβουλεύονται το Μαξίμου και η Πειραιώς υποστηρίζουν ότι στην παρούσα φάση η διαφορά των δύο μεγαλύτερων κομμάτων υπερβαίνει τις πέντε εκατοστιαίες μονάδες, καθώς οι αναγωγές των δημοσκοπικών ευρημάτων οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η δύναμη της Ν.Δ. κινείται στην περιοχή του 33% και του ΣΥΡΙΖΑ κάτω από το 28%. Οι ίδιοι υπολογίζουν ότι, αν μετά το Πάσχα που θα αρχίσουν εκ νέου να γίνονται μετρήσεις, η Ν.Δ. βρεθεί να κινείται μεταξύ 34% και 35%, όπως προβλεπόταν πριν από τα Τέμπη, τότε ο δρόμος προς την αυτοδυναμία θα είναι ανοιχτός.

Ελλειψη εναλλακτικής πρότασης

Στο πρωθυπουργικό επιτελείο πιστεύουν ότι οι στόχοι της κυβερνητικής παράταξης εξυπηρετούνται τόσο από την έλλειψη εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης, αφού η επαγγελλόμενη «προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας» προσομοιάζει «με έναν γάμο που κανείς από τους μελλόνυμφους δεν θέλει» όσο και από την παραδεδεγμένη από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα αναντιστοιχία των όσων λέει τώρα προεκλογικά και εκείνων που πραγματικά σχεδιάζει να κάνει μετεκλογικά.

Στο στόχαστρο των επιτελών του Μεγάρου Μαξίμου μπήκε τις τελευταίες μέρες η φράση του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία, «όλα όσα προεκλογικά λέγονται θα είναι πολύ διαφορετικά με αυτά που μετεκλογικά θα αποφασιστούν». Ο κ. Τσίπρας έκανε τη συγκεκριμένη δήλωση σε συνέντευξη που παραχώρησε στο STAR και τη Μάρα Ζαχαρέα, θέλοντας να παρακάμψει με τον τρόπο αυτό τις αντιρρήσεις που διατυπώνονται από το ΠΑΣΟΚ και το ΜέΡΑ 25 στο ενδεχόμενο να συμπράξουν σε ένα κυβερνητικό σχήμα.

Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ενέπλεξε στους σχεδιασμούς του ακόμη και το ΚΚΕ, παρά την επίμονη άρνηση του Περισσού όχι μόνο να συμμετάσχει σε κυβερνητική συνεργασία, αλλά και να παράσχει ψήφο ανοχής.

«Δεν γνωρίζω ποιοι θα είναι οι συσχετισμοί της κάλπης για το αν απαιτείται ή δεν απαιτείται η συνεισφορά όλων των προοδευτικών κομμάτων, και του κ. Βαρουφάκη, ακόμη και του Κομμουνιστικού Κόμματος», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τσίπρας. Αν και ο ίδιος επανέλαβε ότι δεν είναι στις προθέσεις του να συγκροτήσει τη λεγόμενη «κυβέρνηση των ηττημένων», δηλαδή να επιχειρήσει τον σχηματισμό κυβέρνησης σε περίπτωση που είναι πίσω από τη Ν.Δ. στις 21 Μαΐου, ο «εκβιαστικός» τρόπος με τον οποίο εκφράστηκε προς τους πιθανούς εταίρους του δεν έπεισε στελέχη του κυβερνητικού επιτελείου για την ειλικρίνεια των δηλώσεών του.

Επικαλούμενος το «αίσθημα αυτοσυντήρησης» που πρέπει να επιδείξουν, όπως είπε αναφερόμενος στον Νίκο Ανδρουλάκη και τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο κ. Τσίπρας υποστήριξε ότι «δεν θα θελήσουν να πάνε σε δεύτερες εκλογές όπου θα συρρικνωθούν στις μυλόπετρες των δύο μεγάλων κομμάτων», αφού οι κάλπες που θα στηθούν με ενισχυμένη αναλογική «θα είναι ουσιαστικά δημοψήφισμα και σύγκρουση ανάμεσα σε δύο». Με αυτή την τοποθέτηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, κυβερνητικοί αξιωματούχοι επιμένουν ότι «ανεξάρτητα από το τι λέει τώρα για να δώσει στους οπαδούς του την ψευδαίσθηση ότι θα είναι πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας, αν του βγαίνουν τα κουκιά, θα επιχειρήσει να σχηματίσει κυβέρνηση ακόμη και αν είναι δεύτερος».

Οπως υπογραμμίζουν, άλλωστε, «αυτή ακριβώς είναι η σκοπιμότητα της απλής αναλογικής την οποία ψήφισε η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ». Διότι, όπως συμπληρώνουν, «αν αναγνώριζαν ότι κυβέρνηση κάνει το πρώτο κόμμα δεν θα είχαν αλλάξει το σύστημα με το οποίο κέρδισαν δύο φορές τις εκλογές». Επισημαίνουν, τέλος, ότι «όλα αυτά πρέπει να τα γνωρίζουν οι πολίτες. Και γι’ αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του σε όλη την προεκλογική περίοδο θα τονίζουν τη σημασία που έχει η ψήφος όλων να οδηγεί στην προοπτική βιώσιμης κυβερνητικής λύσης».


Ειδήσεις σήμερα:

Το παρασκήνιο της εξόδου Γεωργούλη μετά την καταγγελία Χρονοπούλου για βαριά κακοποίηση


Καιρός: Άστατος σήμερα κυρίως στα δυτικά, κεντρικά και βόρεια τμήματα της χώρας


«Qatar-gate»: Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναθεωρεί τους κανόνες για το lobbying πρώην μελών του
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr