ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ - Νέα Αριστερά: Μαγειρέματα για να βρουν «τον απέναντι του Μητσοτάκη»
ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ - Νέα Αριστερά: Μαγειρέματα για να βρουν «τον απέναντι του Μητσοτάκη»
Η εκδήλωση της Τρίτης με Τεμπονέρα, Χριστοδουλάκη και Αχτσιόγλου έφερε νέο εμφύλιο στην Κεντροαριστερά - Το δίλημμα του Κασσελάκη και ο ρόλος του Τσίπρα
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης κλείνει πάντα με τον «Γαλάζιο Δούναβη». Το ωραιότερο βαλς που γράφτηκε ποτέ το γνωρίζουν σχεδόν όλοι. Ακόμη και ως μουσική υπόκρουση στην εμβληματική ταινία επιστημονικής φαντασίας του Στάνλεϊ Κιούμπρικ «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» χρησιμοποιήθηκε. Η πρεμιέρα του δεν είχε μεγάλη απήχηση, γεγονός που στενοχώρησε τον δημιουργό της, τον Γιόχαν Στράους. «Ο διάβολος μου πήρε το βαλς, θα ήθελα να γνώριζε επιτυχία», φέρεται να δήλωσε.
Η επιθυμία του εκπληρώθηκε γρήγορα. Μετά από λίγους μήνες, το καλοκαίρι του 1867, το έργο παρουσιάστηκε στην ορχηστρική εκδοχή του στην Παγκόσμια Εμπορική Εκθεση των Παρισίων και αμέσως γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Μικρή σημείωση: τον «Γαλάζιο Δούναβη» ή επί το ακριβέστερον τον «Ομορφο Γαλάζιο Δούναβη» ο Στράους τον είχε αφιερώσει σε έναν Ελληνα, τον Νικόλαο Δούμπα (1830-1900), μαικήνα των τεχνών στη Βιέννη και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της χορωδίας όπου παίχτηκε το «βαλς των βαλς».
Τι σχέση μπορεί να έχουν ο Στράους και ο «Γαλάζιος Δούναβης» με ένα άρθρο για τις διεργασίες στην ελληνική Κεντροαριστερά; Εν πρώτοις, η αποτυχημένη πρεμιέρα δόθηκε στις 13 Φεβρουαρίου, την ημέρα που έχουν επιλέξει και οι τρεις (για την ακρίβεια δύο και μία)... τυμπανιστές της συνεργατικής Αριστεράς -η Εφη Αχτσιόγλου (Νέα Αριστερά), ο Διονύσης Τεμπονέρας (ΣΥΡΙΖΑ) και ο Μανώλης Χριστοδουλάκης (ΠΑΣΟΚ)- να συζητήσουν για τις πολιτικές, τα κόμματα και τα πρόσωπα που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Ν.Δ. και να θέσουν τις βάσεις για πολιτική αλλαγή στη χώρα.
Και για να μην κρυβόμαστε, για να συζητήσουν (πριν και όχι μετά τις ευρωεκλογές, όπως θέλουν οι ηγεσίες των κομμάτων τους) πώς μπορεί η λεγόμενη Προοδευτική Παράταξη να αναδιοργανωθεί ώστε να επιστρέψει στην κυβερνητική εξουσία. Να συζητήσουν δηλαδή το προφανές. Αυτό που συζητούν όλοι στα καφενεία, στις τηλεοράσεις, στα ραδιόφωνα, στις κομματικές συσκέψεις. Αυτό που δείχνουν όλες -μα όλες- οι δημοσκοπήσεις. Αυτό που οι βουλευτές, τα στελέχη, οι ψηφοφόροι των κομμάτων επισημαίνουν. Ως αδυναμία και ως στόχο. Ομως, εκ των πραγμάτων, η συζήτηση για το «ανατολικό ζήτημα» του προοδευτικού χώρου την Τρίτη 13 Φεβρουαρίου δεν θα ευδοκιμήσει.
Η σκόνη που σηκώθηκε για την πρωτοβουλία των τριών και οι πιέσεις που ασκήθηκαν από ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ σε Τεμπονέρα και Χριστοδουλάκη για «να μαζευτούν και να μασήσουν τα λόγια τους» οδηγούν σε ένα και μόνο συμπέρασμα: η εκδήλωση θα έχει την τύχη της πρεμιέρας του «Γαλάζιου Δούναβη». Η επίλυση του προβλήματος, δηλαδή η νέα ενορχήστρωση, θα παραπεμφθεί για λίγους μήνες μετά. Για το καλοκαίρι. Μετά τις ευρωεκλογές. Σε συνάρτηση με το εκλογικό αποτέλεσμα. Τη σειρά κατάταξης των κομμάτων και τα ποσοστά τους. Τη διαφορά από τη Ν.Δ. Και τα μηνύματα της κάλπης. Το πιθανότερο είναι τη νέα εκδοχή της Κεντροαριστεράς να μην αναλάβει να την ενορχηστρώσει η παρέα των τριών. Μπορεί να είναι αυτοί, κάποιοι άλλοι, ίσως και οι ηγεσίες των κομμάτων. Ομως αυτό που επιχειρείται σήμερα θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως θα τεθεί ως ύψιστη αναγκαιότητα την επομένη της ευρωκάλπης, εφόσον οι προφητείες των δημοσκόπων βγουν αληθινές.
Η άνοδος της Ακροδεξιάς
Φυσικά, ουδείς εγγυάται ότι το καλοκαίρι, μετά τις ευρωεκλογές, ο «Γαλάζιος Δούναβης» της Κεντροαριστεράς θα έχει επιτυχία. Ούτε ο υιός Στράους υπάρχει για να τον συνθέσει, ούτε οι αριστερές νότες ακούγονται στις μέρες μας με ευχαρίστηση. Δυστυχώς, δυστυχέστατα, αλλά τα δεξιά και ακροδεξιά εμβατήρια είναι αυτά που κόβουν τα περισσότερα εισιτήρια. Στην Ευρώπη και στα καθ’ ημάς. Στη δεξιά επέλαση επικεντρώνεται ο πολιτικός λόγος. Είτε ως προβληματισμός των κεντρώων, είτε ως ανησυχία των αριστερών, είτε ως ικανοποίηση των δεξιών και ακροδεξιών.
Η αναδιοργάνωση της πληθυντικής Κεντροαριστεράς μόνο παρεμπιπτόντως συζητείται. Η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων δεν θεωρεί τους Κασσελάκη, Ανδρουλάκη και Χαρίτση ικανούς να κερδίσουν τον Μητσοτάκη. Ακόμη και οι ψηφοφόροι των τριών κομμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά) δεν τους εμπιστεύονται ως δυνάμει πρωθυπουργούς. Η πρωθυπουργισιμότητά τους είναι στο μισό (5%-6%) της δύναμης των κομμάτων τους. Αυτά που όλοι τα γνωρίζουν και όλοι τα συζητούν, οι ηγεσίες της Κουμουνδούρου και της Χαριλάου Τρικούπη τα θεωρούν «απαγορευμένο καρπό» και έχουν διαμηνύσει σε Τεμπονέρα και Χριστοδουλάκη πως δεν είναι προς «βρώσιν» στο τραπέζι που θα στηθεί την Τρίτη από την «Εφημερίδα των Συντακτών» στο Θέατρο Αλφα.
Και οι δύο άνδρες θα συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις. Τα όσα θα πουν θα είναι «εντός γραμμής». Δεν θα αμφισβητήσουν τις ηγεσίες, τη στρατηγική και τις επιλογές των κομμάτων τους. Ο ένας, ο Τεμπονέρας, θα πει ότι η ήττα του Μητσοτάκη προϋποθέτει ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ, και ο άλλος, ο Χριστοδουλάκης, του ΠΑΣΟΚ. Ο ένας θα επαναλάβει τα όσα γράφει στο κείμενό του με τίτλο «Συμβολή στον διάλογο για το συνέδριο» και ο άλλος όσα κατά καιρούς λέει στις συνεντεύξεις του, με επωδό «η ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ» είναι το κλειδί που ανοίγει τη μεγάλη πόρτα για την κυβερνητική προοπτική της Κεντροαριστεράς. Παρότι γνώριζαν πως η κίνησή τους ήταν υψηλού ρίσκου, προτίμησαν τελικά να μην αναλάβουν το ρίσκο και να ακολουθήσουν την πεπατημένη των διαπιστώσεων και της περιγραφής του προβλήματος και των λύσεων που αυτό επιδέχεται.
Βεβαίως, για να είμαστε δίκαιοι, δεν θα μπορούσαν να ανακαλύψουν και να πουν κάτι διαφορετικό από αυτό που λένε μέχρι τώρα. Δεν υπάρχει κάποιος μαγικός (ιδεολογικο-πολιτικός) διακόπτης που τον γυρνάς και σου βγάζει το «τι να κάνουμε». Το μόνο διαφορετικό θα ήταν η ευθεία αμφισβήτηση της ηγεσίας. Να ειπωθεί δηλαδή ότι η ήττα Μητσοτάκη δεν μπορεί να επιτευχθεί με τις υπάρχουσες ηγεσίες στα κόμματά τους.
Κάτι τέτοιο όμως εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσε να ειπωθεί ή, τέλος πάντων, δεν μπορεί να αναζητηθεί πριν από τις ευρωεκλογές. Και φυσικά σε συνάρτηση με το εκλογικό αποτέλεσμα. Κατά συνέπεια, αφού οι τρεις δεν ήταν αποφασισμένοι να διαβούν τον Ρουβίκωνα, η επιλογή του χρόνου δεν ήταν η πλέον πρόσφορη, ούτε και ο τίτλος που παρέπεμπε σε ρήξη με τους σημερινούς θεσμικούς αντιπάλους του Μητσοτάκη: με τον Κασσελάκη που ηγείται του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον Ανδρουλάκη που επιθυμεί να γίνει Κασσελάκης στη θέση του Κασσελάκη.
Η επιθυμία του εκπληρώθηκε γρήγορα. Μετά από λίγους μήνες, το καλοκαίρι του 1867, το έργο παρουσιάστηκε στην ορχηστρική εκδοχή του στην Παγκόσμια Εμπορική Εκθεση των Παρισίων και αμέσως γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Μικρή σημείωση: τον «Γαλάζιο Δούναβη» ή επί το ακριβέστερον τον «Ομορφο Γαλάζιο Δούναβη» ο Στράους τον είχε αφιερώσει σε έναν Ελληνα, τον Νικόλαο Δούμπα (1830-1900), μαικήνα των τεχνών στη Βιέννη και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της χορωδίας όπου παίχτηκε το «βαλς των βαλς».
Τι σχέση μπορεί να έχουν ο Στράους και ο «Γαλάζιος Δούναβης» με ένα άρθρο για τις διεργασίες στην ελληνική Κεντροαριστερά; Εν πρώτοις, η αποτυχημένη πρεμιέρα δόθηκε στις 13 Φεβρουαρίου, την ημέρα που έχουν επιλέξει και οι τρεις (για την ακρίβεια δύο και μία)... τυμπανιστές της συνεργατικής Αριστεράς -η Εφη Αχτσιόγλου (Νέα Αριστερά), ο Διονύσης Τεμπονέρας (ΣΥΡΙΖΑ) και ο Μανώλης Χριστοδουλάκης (ΠΑΣΟΚ)- να συζητήσουν για τις πολιτικές, τα κόμματα και τα πρόσωπα που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Ν.Δ. και να θέσουν τις βάσεις για πολιτική αλλαγή στη χώρα.
Και για να μην κρυβόμαστε, για να συζητήσουν (πριν και όχι μετά τις ευρωεκλογές, όπως θέλουν οι ηγεσίες των κομμάτων τους) πώς μπορεί η λεγόμενη Προοδευτική Παράταξη να αναδιοργανωθεί ώστε να επιστρέψει στην κυβερνητική εξουσία. Να συζητήσουν δηλαδή το προφανές. Αυτό που συζητούν όλοι στα καφενεία, στις τηλεοράσεις, στα ραδιόφωνα, στις κομματικές συσκέψεις. Αυτό που δείχνουν όλες -μα όλες- οι δημοσκοπήσεις. Αυτό που οι βουλευτές, τα στελέχη, οι ψηφοφόροι των κομμάτων επισημαίνουν. Ως αδυναμία και ως στόχο. Ομως, εκ των πραγμάτων, η συζήτηση για το «ανατολικό ζήτημα» του προοδευτικού χώρου την Τρίτη 13 Φεβρουαρίου δεν θα ευδοκιμήσει.
Η σκόνη που σηκώθηκε για την πρωτοβουλία των τριών και οι πιέσεις που ασκήθηκαν από ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ σε Τεμπονέρα και Χριστοδουλάκη για «να μαζευτούν και να μασήσουν τα λόγια τους» οδηγούν σε ένα και μόνο συμπέρασμα: η εκδήλωση θα έχει την τύχη της πρεμιέρας του «Γαλάζιου Δούναβη». Η επίλυση του προβλήματος, δηλαδή η νέα ενορχήστρωση, θα παραπεμφθεί για λίγους μήνες μετά. Για το καλοκαίρι. Μετά τις ευρωεκλογές. Σε συνάρτηση με το εκλογικό αποτέλεσμα. Τη σειρά κατάταξης των κομμάτων και τα ποσοστά τους. Τη διαφορά από τη Ν.Δ. Και τα μηνύματα της κάλπης. Το πιθανότερο είναι τη νέα εκδοχή της Κεντροαριστεράς να μην αναλάβει να την ενορχηστρώσει η παρέα των τριών. Μπορεί να είναι αυτοί, κάποιοι άλλοι, ίσως και οι ηγεσίες των κομμάτων. Ομως αυτό που επιχειρείται σήμερα θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως θα τεθεί ως ύψιστη αναγκαιότητα την επομένη της ευρωκάλπης, εφόσον οι προφητείες των δημοσκόπων βγουν αληθινές.
Η άνοδος της Ακροδεξιάς
Φυσικά, ουδείς εγγυάται ότι το καλοκαίρι, μετά τις ευρωεκλογές, ο «Γαλάζιος Δούναβης» της Κεντροαριστεράς θα έχει επιτυχία. Ούτε ο υιός Στράους υπάρχει για να τον συνθέσει, ούτε οι αριστερές νότες ακούγονται στις μέρες μας με ευχαρίστηση. Δυστυχώς, δυστυχέστατα, αλλά τα δεξιά και ακροδεξιά εμβατήρια είναι αυτά που κόβουν τα περισσότερα εισιτήρια. Στην Ευρώπη και στα καθ’ ημάς. Στη δεξιά επέλαση επικεντρώνεται ο πολιτικός λόγος. Είτε ως προβληματισμός των κεντρώων, είτε ως ανησυχία των αριστερών, είτε ως ικανοποίηση των δεξιών και ακροδεξιών.
Η αναδιοργάνωση της πληθυντικής Κεντροαριστεράς μόνο παρεμπιπτόντως συζητείται. Η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων δεν θεωρεί τους Κασσελάκη, Ανδρουλάκη και Χαρίτση ικανούς να κερδίσουν τον Μητσοτάκη. Ακόμη και οι ψηφοφόροι των τριών κομμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά) δεν τους εμπιστεύονται ως δυνάμει πρωθυπουργούς. Η πρωθυπουργισιμότητά τους είναι στο μισό (5%-6%) της δύναμης των κομμάτων τους. Αυτά που όλοι τα γνωρίζουν και όλοι τα συζητούν, οι ηγεσίες της Κουμουνδούρου και της Χαριλάου Τρικούπη τα θεωρούν «απαγορευμένο καρπό» και έχουν διαμηνύσει σε Τεμπονέρα και Χριστοδουλάκη πως δεν είναι προς «βρώσιν» στο τραπέζι που θα στηθεί την Τρίτη από την «Εφημερίδα των Συντακτών» στο Θέατρο Αλφα.
Και οι δύο άνδρες θα συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις. Τα όσα θα πουν θα είναι «εντός γραμμής». Δεν θα αμφισβητήσουν τις ηγεσίες, τη στρατηγική και τις επιλογές των κομμάτων τους. Ο ένας, ο Τεμπονέρας, θα πει ότι η ήττα του Μητσοτάκη προϋποθέτει ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ, και ο άλλος, ο Χριστοδουλάκης, του ΠΑΣΟΚ. Ο ένας θα επαναλάβει τα όσα γράφει στο κείμενό του με τίτλο «Συμβολή στον διάλογο για το συνέδριο» και ο άλλος όσα κατά καιρούς λέει στις συνεντεύξεις του, με επωδό «η ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ» είναι το κλειδί που ανοίγει τη μεγάλη πόρτα για την κυβερνητική προοπτική της Κεντροαριστεράς. Παρότι γνώριζαν πως η κίνησή τους ήταν υψηλού ρίσκου, προτίμησαν τελικά να μην αναλάβουν το ρίσκο και να ακολουθήσουν την πεπατημένη των διαπιστώσεων και της περιγραφής του προβλήματος και των λύσεων που αυτό επιδέχεται.
Βεβαίως, για να είμαστε δίκαιοι, δεν θα μπορούσαν να ανακαλύψουν και να πουν κάτι διαφορετικό από αυτό που λένε μέχρι τώρα. Δεν υπάρχει κάποιος μαγικός (ιδεολογικο-πολιτικός) διακόπτης που τον γυρνάς και σου βγάζει το «τι να κάνουμε». Το μόνο διαφορετικό θα ήταν η ευθεία αμφισβήτηση της ηγεσίας. Να ειπωθεί δηλαδή ότι η ήττα Μητσοτάκη δεν μπορεί να επιτευχθεί με τις υπάρχουσες ηγεσίες στα κόμματά τους.
Κάτι τέτοιο όμως εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσε να ειπωθεί ή, τέλος πάντων, δεν μπορεί να αναζητηθεί πριν από τις ευρωεκλογές. Και φυσικά σε συνάρτηση με το εκλογικό αποτέλεσμα. Κατά συνέπεια, αφού οι τρεις δεν ήταν αποφασισμένοι να διαβούν τον Ρουβίκωνα, η επιλογή του χρόνου δεν ήταν η πλέον πρόσφορη, ούτε και ο τίτλος που παρέπεμπε σε ρήξη με τους σημερινούς θεσμικούς αντιπάλους του Μητσοτάκη: με τον Κασσελάκη που ηγείται του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον Ανδρουλάκη που επιθυμεί να γίνει Κασσελάκης στη θέση του Κασσελάκη.
Το αδύνατο σημείο των τριών «μικρών τυμπανιστών» είναι ότι οργανώνουν μια εκδήλωση που παραπέμπει σε ρήξη, αλλά οι ίδιοι δεν είναι έτοιμοι να την κάνουν τώρα. Ούτε και μπορούν, αφού με βάση το εκλογικό σύστημα ο αντίπαλος που θα μπορούσε να νικήσει τον Μητσοτάκη θα πρέπει να ηγείται ενός ισχυρού κόμματος, το οποίο για να δημιουργηθεί προϋποθέτει την αυτοδιάλυση των τριών μικρομεσαίων κομμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά) του ευρύτερου προοδευτικού χώρου.
Ο τίτλος λοιπόν ήταν λάθος. Και αντί για το «ποιος» μπορεί να σταθεί απέναντι στον Μητσοτάκη, θα έπρεπε να καλούν σε συζήτηση για το «πώς» μπορεί η Κεντροαριστερά να τον κερδίσει. Με προγραμματικές συνεργασίες; Με αυτοδιάλυση των υπαρχόντων κομμάτων; Με κοινά ψηφοδέλτια; Με υποψήφιο τρίτο πρόσωπο κοινής αποδοχής για την πρωθυπουργία; Από τη στιγμή που στη θέση του «πώς» μπήκε το «ποιος» ήταν επόμενο να αποδώσουν οι (αφόρητες είναι η αλήθεια) πιέσεις που ασκήθηκαν στο παρασκήνιο σε Τεμπονέρα και Χριστοδουλάκη, αλλά και η δημόσια αποδοκιμασία από βουλευτές και στελέχη που δεν είδαν με καλό μάτι την πρωτοβουλία των τριών.
Ενστάσεις
Στον ΣΥΡΙΖΑ οι ενστάσεις ήταν δύο ειδών. Η μία αφορούσε την Αχτσιόγλου. «Δεν μπορείς», είπαν στον Τεμπονέρα, «να συνομιλείς με την Αχτσιόγλου, που με άλλους δέκα βουλευτές έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και ίδρυσαν δικό τους κόμμα». Και η δεύτερη τον ίδιο τον Τεμπονέρα. Θεωρούν ότι προσπαθεί να συγκροτήσει ομάδα που θα ηγηθεί της εσωκομματικής αντιπολίτευσης στον Κασσελάκη με στόχο να τον διαδεχθεί σε περίπτωση που το αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές είναι τόσο καταστροφικό όσο προβλέπουν οι δημοσκόποι. Και στο ΠΑΣΟΚ ήταν δύο οι ενστάσεις. Η πρώτη αφορούσε τον ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν μπορεί», λένε, «να διερευνάται από κοινού με τον ΣΥΡΙΖΑ η ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς όταν δεν έχουν κάνει αυτοκριτική για τους απαράδεκτους χαρακτηρισμούς που έχουν χρησιμοποιήσει σε βάρος μας στο παρελθόν και ο Κασσελάκης χαρακτηρίζει τον Ανδρουλάκη εκβιαζόμενο».
Η δεύτερη ένσταση στρέφεται κατά του Χριστοδουλάκη. Του καταλογίζουν πρόθεση να καταγραφεί ως ο επόμενος, μετά τον Ανδρουλάκη, αρχηγός εφόσον τεθεί θέμα ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ. «Αντί», λένε, «η προσπάθειά μας να επικεντρωθεί στην κατάκτηση της δεύτερης θέσης στις ευρωεκλογές, που θα μας καταστήσει κυρίαρχη δύναμη στην Κεντροαριστερά, ο Μανώλης βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο προεξοφλώντας ότι τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών θα είναι τα τσουρούτικα που προφητεύουν οι δημοσκόποι». Και στις δύο περιπτώσεις, οι πιέσεις -άμα και απειλές- απέδωσαν. Τουλάχιστον σε επίπεδο βουλευτών και επιφανών στελεχών. Από τους «επωνύμους» του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ πιθανολογείται ότι ελάχιστοι είναι αυτοί που θα παραβρεθούν. Οι οργανωτές αναμένουν μεγάλη συμμετοχή από μεσο-ανώτερα στελέχη και ανένταχτες προσωπικότητες της ευρύτερης Αριστεράς. Και σίγουρα του συνόλου σχεδόν της Νέας Αριστεράς.
Προφανώς, επειδή η Αχτσιόγλου είναι η μόνη της παρέας που ενδεχομένως θα μπορούσε πει πράγματα «έξω από το κουτί». Ομως ούτε αυτή αναμένεται να είναι ρηξικέλευθη. Μάλλον θα αρκεστεί σε γενικές διαπιστώσεις. Αυτές που περιέχονται στη ιδρυτική διακήρυξη της Νέας Αριστεράς. Εξάλλου, της Εφης της αρκεί που ξαναμπαίνει στο παιχνίδι. Και μάλιστα στο μεγάλο: της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, που περιλαμβάνει σε πρωταγωνιστικό ρόλο και το ΠΑΣΟΚ. Κάτι που μέχρι πρότινος στην ίδια, αλλά και σε αρκετούς συντρόφους της, δεν προκαλούσε και τα καλύτερα των συναισθημάτων. Πάντως, ακόμη και στη Νέα Αριστερά υπάρχει προβληματισμός για την εκδήλωση.
Αφενός επειδή, όπως λένε ορισμένοι, «μπορεί να δοθεί η εντύπωση ότι μετά τις ευρωεκλογές θα ξαναβρεθούμε με αυτούς που αποχαιρετήσαμε και κατά συνέπεια αυτοί που σκέφτονται να φύγουν από τον ΣΥΡΙΖΑ, αν το συνέδριο του Κασσελάκη είναι σούπα, θα προτιμήσουν να μείνουν». Και αφετέρου επειδή η πιθανότητα επανασυγκόλλησης ουσιαστικά ακυρώνει τα επιχειρήματα με τα οποία τα στελέχη της Νέας Αριστεράς αιτιολόγησαν την αποχώρησή τους, ενώ καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την υπερψήφισή της στις ευρωεκλογές.
Είναι δηλαδή πιθανό κάποιοι αριστεροί ψηφοφόροι, που δεν τους αρέσει ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη, να μην ψηφίσουν τη Νέα Αριστερά, αλλά να ξαναψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ αφού μετά τις ευρωεκλογές θα ξαναβρεθούν. Και αφού θα ξαναβρεθούν, είναι καλό ο ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει δεύτερο κόμμα ώστε στη θέση του οδηγού των εξελίξεων στον προοδευτικό χώρο να είναι η Αριστερά και όχι το ΠΑΣΟΚ.
Οφέλη και ζημιές
Τα πράγματα, λοιπόν, δεν είναι όπως φαίνονται. Αρχικά η εντύπωση που σχηματίστηκε ήταν πως η μόνη ωφελημένη ήταν η Νέα Αριστερά αφού η συμμετοχή της Αχτσιόγλου όχι μόνο δεν της δημιουργούσε εσωτερικά προβλήματα, αλλά και την τοποθετούσε σε θέση ισότιμου συνομιλητή για την «επόμενη ημέρα» των προοδευτικών δυνάμεων. Αντίθετα, τα δύο κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) για τα οποία δόθηκε η εντύπωση ότι η ηγεσία τους αμφισβητείται, κατάφεραν μέσω των πιέσεων και των απειλών να πλήξουν το ηγετικό προφίλ των δύο δελφίνων τους.
Πάντως, παρά το γεγονός ότι Τεμπονέρας και Χριστοδουλάκης έδωσαν την εντύπωση ότι «μπροστά στον κίνδυνο των κυρώσεων μαζεύτηκαν», εντούτοις στρατηγικά μάλλον κέρδισαν αφού απέκτησαν τον τίτλο του «δελφίνου». Αν σήμερα, λόγω των συνθηκών, εμφανίζονται «άτολμοι», αύριο μπορούν να αποδειχθούν «γενναίοι», ιδιαίτερα αν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών είναι αυτά των δημοσκοπήσεων και τα οποία είναι η αφορμή για τη συνάντηση της Τρίτης και 13 στο Θέατρο Αλφα.
Σημειώνουμε ότι στο θέατρο των Στέφανου Ληναίου - Ελλης Φωτίου ένα από τα θεατρικά έργα που παίζονται είναι και το «Θέλω να σου κρατώ το χέρι». Ο σκηνοθέτης Τάσος Ιωαννίδης εμπνεύστηκε από το τραγούδι «I want to hold your hand» των Beatles και έκανε μια επιτυχημένη θεατρική παράσταση στην οποία οι πρωταγωνιστές αναζητούν διέξοδο στα προβλήματα των γάμων τους. Οπως δηλαδή και τα τρία -ή μάλλον τα δύο- στελέχη με τα κόμματά τους. Μέχρι πότε οι τρεις «μικροί τυμπανιστές» θα κρατούν ο ένας το χέρι του άλλου δεν το ξέρουμε.
Ξέρουμε όμως πως δύο από τα πρόσωπα που θα μπορούσαν πιθανώς να ηγηθούν ενός ευρύτερου κυβερνητικού συνασπισμού, ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Αλέξης Τσίπρας, ο πρώτος δεν ασχολείται με εσωκομματικές ίντριγκες, παρότι δεν είναι αντίθετος στις συζητήσεις για το δέον γενέσθαι στην Κεντροαριστερά, δεν βρίσκεται πίσω από τον Χριστοδουλάκη, όπως ανοήτως ορισμένοι έσπευσαν να πουν, ούτε τον ενδιαφέρουν τα όποια παιχνίδια κομματικών υπονομεύσεων. Τον απασχολεί η μεγάλη εικόνα. Και για τη χώρα και για την Ευρώπη.
Αντίθετα ο δεύτερος, ο Αλέξης, φαίνεται πως ενδιαφέρεται να είναι στην εικόνα των πολιτικών εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα πριν τις ευρωεκλογές. Γι’ αυτό ίσως πριμοδότησε εμμέσως τον Διονύση Τεμπονέρα. Ο Αλέξης, παρότι το θέμα της εκδήλωσης έβαλε φωτιά στο πολιτικό σκηνικό από την Κυριακή -όταν και την αποκάλυψε το «ΘΕΜΑ»- και προκάλεσε αναταράξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, εντούτοις συνάντησε την Τετάρτη τον Τεμπονέρα, κίνηση η οποία ερμηνεύθηκε -και ορθώς- ως «ευλογία» στα σχέδια του νεαρού εργατολόγου.
Μπορεί οι συνεργάτες του Τσίπρα να θέλουν να υποβαθμίσουν το θέμα λέγοντας ότι τη συνάντηση τη ζήτησε ο Τεμπονέρας και ο Αλέξης τον είδε όπως βλέπει και δεκάδες άλλα στελέχη, όμως η αλήθεια είναι ότι ο Τσίπρας γνώριζε και τη σημειολογία και τους συνειρμούς που θα δημιουργηθούν από τη συνάντηση. Και την έκανε μη λαμβάνοντας υπόψη του τη δυσαρέσκεια των Kasselistas, αλλά και των στελεχών που παραμένουν πιστά στον ίδιο, και τα οποία δεν μπορούν να κατανοήσουν «γιατί ο Αλέξης επιλέγει μετά από τόσο καιρό να μπει στο κάδρο με ένα θέμα που κάνει άνω κάτω τον ΣΥΡΙΖΑ».
Η εξήγηση είναι απλή. Ο Τσίπρας ενδιαφέρεται για τα όσα συμβαίνουν στην Κεντροαριστερά και στη χώρα και είναι θεμιτό να συζητά τις εξελίξεις και τον τρόπο με τον οποίο θα αναδιοργανωθεί η Προοδευτική Παράταξη προκειμένου να ξαναγίνει ισχυρή και κυβερνητική δύναμη.
Ως πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι υπεράνω της κομματικής δομής. Δεν χρειάζεται λοιπόν την άδεια για να συνομιλήσει με όποιον/α θέλει. Σαφέστατα τον απασχολούν οι εγχώριες εξελίξεις, και ιδιαίτερα στην Κεντροαριστερά, αλλά και στην Ευρώπη, όπου η Ακροδεξιά επελαύνει. Και είναι ένα θέμα που συζήτησε με τον Τεμπονέρα, αλλά και με όλους τους άλλους συνομιλητές του. Δεν είναι στις προθέσεις του η επιστροφή μετά τις ευρωεκλογές, όπως ορισμένοι διατείνονται, ενώ η ομιλία του στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι οδηγίες προς ναυτιλλομένους για τα επερχόμενα. Βεβαίως, εάν ποτέ επέστρεφε στο μπλοκ αυτών των δυνάμεων (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά), θα κατέφευγε και τη συμμαχία αυτών θα ήθελε να εκφράσει.
Εικόνα αποσταθεροποίησης
Δικαίως κάποιοι -και εν προκειμένω οι αναγνώστες- θα αναρωτηθούν: Αφού άμεσα πολιτικά γεγονότα δεν πρόκειται να παραχθούν, γιατί τότε τόσος ντόρος; Γιατί τόσος κουρνιαχτός; Η εξήγηση είναι απλή. Επειδή τα κόμματα και οι ηγεσίες τους είναι αποσταθεροποιημένες. Ακόμη κι αν είναι αποκομμένες από την κοινωνία, γνωρίζουν αυτά που λέγονται γι' αυτούς και τα κόμματά τους. Τους τα μεταφέρουν οι σύμβουλοί τους, οι βουλευτές, τα στελέχη, οι οπαδοί τους. Ολοι ξέρουν ότι ο Μητσοτάκης είναι κυρίαρχος και απέναντί του οι ίδιοι θεωρούνται «λίγοι». Ειδικά ως πρωθυπουργίσιμοι.
Τα ποσοστά δημοφιλίας τους είναι απογοητευτικά και δεν εμπνέουν τους πολίτες. Από 'κει ξεκινά το κακό, αυτή είναι η ρίζα του προβλήματος. Ο ένας θα πάρει 10%-12%, άντε 13%, ο άλλος 14%-15%, άντε 16%, και ο τρίτος πιάνει δεν πιάνει το όριο του 3% - άντε να πάρει όσο πήρε η Ζωή για να μπει στη Βουλή (3,17%). Αφού ο Μητσοτάκης δεν έχει αντίπαλο, είναι λογικό να αναζητείται αυτός που θα μπορούσε να τον νικήσει.
Αφού οι υπάρχοντες (Ανδρουλάκης Κασσελάκης, Χαρίτσης) δεν είναι τα γκεσέμια που θα οδηγήσουν με επιτυχία τους ψηφοφόρους στις κάλπες, είναι λογικό να τους αμφισβητούν. Και οπωσδήποτε είναι φυσικό και ορθό οι διοργανωτές να αναζητούν την απάντηση στις δημοσκοπήσεις και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Η Κεντροαριστερά όσο κάνει τη στρουθοκάμηλο δεν πρόκειται να σηκώσει κεφάλι. Και όσο τα μάτια των εκπροσώπων της τα σκεπάζει η άμμος, τόσο ο Μητσοτάκης όσο και οι «ανοιχτομάτηδες» της Δεξιάς θα συνεχίσουν να κυβερνούν αδιατάρακτα...
Ο τίτλος λοιπόν ήταν λάθος. Και αντί για το «ποιος» μπορεί να σταθεί απέναντι στον Μητσοτάκη, θα έπρεπε να καλούν σε συζήτηση για το «πώς» μπορεί η Κεντροαριστερά να τον κερδίσει. Με προγραμματικές συνεργασίες; Με αυτοδιάλυση των υπαρχόντων κομμάτων; Με κοινά ψηφοδέλτια; Με υποψήφιο τρίτο πρόσωπο κοινής αποδοχής για την πρωθυπουργία; Από τη στιγμή που στη θέση του «πώς» μπήκε το «ποιος» ήταν επόμενο να αποδώσουν οι (αφόρητες είναι η αλήθεια) πιέσεις που ασκήθηκαν στο παρασκήνιο σε Τεμπονέρα και Χριστοδουλάκη, αλλά και η δημόσια αποδοκιμασία από βουλευτές και στελέχη που δεν είδαν με καλό μάτι την πρωτοβουλία των τριών.
Ενστάσεις
Στον ΣΥΡΙΖΑ οι ενστάσεις ήταν δύο ειδών. Η μία αφορούσε την Αχτσιόγλου. «Δεν μπορείς», είπαν στον Τεμπονέρα, «να συνομιλείς με την Αχτσιόγλου, που με άλλους δέκα βουλευτές έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και ίδρυσαν δικό τους κόμμα». Και η δεύτερη τον ίδιο τον Τεμπονέρα. Θεωρούν ότι προσπαθεί να συγκροτήσει ομάδα που θα ηγηθεί της εσωκομματικής αντιπολίτευσης στον Κασσελάκη με στόχο να τον διαδεχθεί σε περίπτωση που το αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές είναι τόσο καταστροφικό όσο προβλέπουν οι δημοσκόποι. Και στο ΠΑΣΟΚ ήταν δύο οι ενστάσεις. Η πρώτη αφορούσε τον ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν μπορεί», λένε, «να διερευνάται από κοινού με τον ΣΥΡΙΖΑ η ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς όταν δεν έχουν κάνει αυτοκριτική για τους απαράδεκτους χαρακτηρισμούς που έχουν χρησιμοποιήσει σε βάρος μας στο παρελθόν και ο Κασσελάκης χαρακτηρίζει τον Ανδρουλάκη εκβιαζόμενο».
Η δεύτερη ένσταση στρέφεται κατά του Χριστοδουλάκη. Του καταλογίζουν πρόθεση να καταγραφεί ως ο επόμενος, μετά τον Ανδρουλάκη, αρχηγός εφόσον τεθεί θέμα ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ. «Αντί», λένε, «η προσπάθειά μας να επικεντρωθεί στην κατάκτηση της δεύτερης θέσης στις ευρωεκλογές, που θα μας καταστήσει κυρίαρχη δύναμη στην Κεντροαριστερά, ο Μανώλης βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο προεξοφλώντας ότι τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών θα είναι τα τσουρούτικα που προφητεύουν οι δημοσκόποι». Και στις δύο περιπτώσεις, οι πιέσεις -άμα και απειλές- απέδωσαν. Τουλάχιστον σε επίπεδο βουλευτών και επιφανών στελεχών. Από τους «επωνύμους» του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ πιθανολογείται ότι ελάχιστοι είναι αυτοί που θα παραβρεθούν. Οι οργανωτές αναμένουν μεγάλη συμμετοχή από μεσο-ανώτερα στελέχη και ανένταχτες προσωπικότητες της ευρύτερης Αριστεράς. Και σίγουρα του συνόλου σχεδόν της Νέας Αριστεράς.
Προφανώς, επειδή η Αχτσιόγλου είναι η μόνη της παρέας που ενδεχομένως θα μπορούσε πει πράγματα «έξω από το κουτί». Ομως ούτε αυτή αναμένεται να είναι ρηξικέλευθη. Μάλλον θα αρκεστεί σε γενικές διαπιστώσεις. Αυτές που περιέχονται στη ιδρυτική διακήρυξη της Νέας Αριστεράς. Εξάλλου, της Εφης της αρκεί που ξαναμπαίνει στο παιχνίδι. Και μάλιστα στο μεγάλο: της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, που περιλαμβάνει σε πρωταγωνιστικό ρόλο και το ΠΑΣΟΚ. Κάτι που μέχρι πρότινος στην ίδια, αλλά και σε αρκετούς συντρόφους της, δεν προκαλούσε και τα καλύτερα των συναισθημάτων. Πάντως, ακόμη και στη Νέα Αριστερά υπάρχει προβληματισμός για την εκδήλωση.
Αφενός επειδή, όπως λένε ορισμένοι, «μπορεί να δοθεί η εντύπωση ότι μετά τις ευρωεκλογές θα ξαναβρεθούμε με αυτούς που αποχαιρετήσαμε και κατά συνέπεια αυτοί που σκέφτονται να φύγουν από τον ΣΥΡΙΖΑ, αν το συνέδριο του Κασσελάκη είναι σούπα, θα προτιμήσουν να μείνουν». Και αφετέρου επειδή η πιθανότητα επανασυγκόλλησης ουσιαστικά ακυρώνει τα επιχειρήματα με τα οποία τα στελέχη της Νέας Αριστεράς αιτιολόγησαν την αποχώρησή τους, ενώ καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την υπερψήφισή της στις ευρωεκλογές.
Είναι δηλαδή πιθανό κάποιοι αριστεροί ψηφοφόροι, που δεν τους αρέσει ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη, να μην ψηφίσουν τη Νέα Αριστερά, αλλά να ξαναψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ αφού μετά τις ευρωεκλογές θα ξαναβρεθούν. Και αφού θα ξαναβρεθούν, είναι καλό ο ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει δεύτερο κόμμα ώστε στη θέση του οδηγού των εξελίξεων στον προοδευτικό χώρο να είναι η Αριστερά και όχι το ΠΑΣΟΚ.
Οφέλη και ζημιές
Τα πράγματα, λοιπόν, δεν είναι όπως φαίνονται. Αρχικά η εντύπωση που σχηματίστηκε ήταν πως η μόνη ωφελημένη ήταν η Νέα Αριστερά αφού η συμμετοχή της Αχτσιόγλου όχι μόνο δεν της δημιουργούσε εσωτερικά προβλήματα, αλλά και την τοποθετούσε σε θέση ισότιμου συνομιλητή για την «επόμενη ημέρα» των προοδευτικών δυνάμεων. Αντίθετα, τα δύο κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ) για τα οποία δόθηκε η εντύπωση ότι η ηγεσία τους αμφισβητείται, κατάφεραν μέσω των πιέσεων και των απειλών να πλήξουν το ηγετικό προφίλ των δύο δελφίνων τους.
Πάντως, παρά το γεγονός ότι Τεμπονέρας και Χριστοδουλάκης έδωσαν την εντύπωση ότι «μπροστά στον κίνδυνο των κυρώσεων μαζεύτηκαν», εντούτοις στρατηγικά μάλλον κέρδισαν αφού απέκτησαν τον τίτλο του «δελφίνου». Αν σήμερα, λόγω των συνθηκών, εμφανίζονται «άτολμοι», αύριο μπορούν να αποδειχθούν «γενναίοι», ιδιαίτερα αν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών είναι αυτά των δημοσκοπήσεων και τα οποία είναι η αφορμή για τη συνάντηση της Τρίτης και 13 στο Θέατρο Αλφα.
Σημειώνουμε ότι στο θέατρο των Στέφανου Ληναίου - Ελλης Φωτίου ένα από τα θεατρικά έργα που παίζονται είναι και το «Θέλω να σου κρατώ το χέρι». Ο σκηνοθέτης Τάσος Ιωαννίδης εμπνεύστηκε από το τραγούδι «I want to hold your hand» των Beatles και έκανε μια επιτυχημένη θεατρική παράσταση στην οποία οι πρωταγωνιστές αναζητούν διέξοδο στα προβλήματα των γάμων τους. Οπως δηλαδή και τα τρία -ή μάλλον τα δύο- στελέχη με τα κόμματά τους. Μέχρι πότε οι τρεις «μικροί τυμπανιστές» θα κρατούν ο ένας το χέρι του άλλου δεν το ξέρουμε.
Ξέρουμε όμως πως δύο από τα πρόσωπα που θα μπορούσαν πιθανώς να ηγηθούν ενός ευρύτερου κυβερνητικού συνασπισμού, ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Αλέξης Τσίπρας, ο πρώτος δεν ασχολείται με εσωκομματικές ίντριγκες, παρότι δεν είναι αντίθετος στις συζητήσεις για το δέον γενέσθαι στην Κεντροαριστερά, δεν βρίσκεται πίσω από τον Χριστοδουλάκη, όπως ανοήτως ορισμένοι έσπευσαν να πουν, ούτε τον ενδιαφέρουν τα όποια παιχνίδια κομματικών υπονομεύσεων. Τον απασχολεί η μεγάλη εικόνα. Και για τη χώρα και για την Ευρώπη.
Αντίθετα ο δεύτερος, ο Αλέξης, φαίνεται πως ενδιαφέρεται να είναι στην εικόνα των πολιτικών εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα πριν τις ευρωεκλογές. Γι’ αυτό ίσως πριμοδότησε εμμέσως τον Διονύση Τεμπονέρα. Ο Αλέξης, παρότι το θέμα της εκδήλωσης έβαλε φωτιά στο πολιτικό σκηνικό από την Κυριακή -όταν και την αποκάλυψε το «ΘΕΜΑ»- και προκάλεσε αναταράξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, εντούτοις συνάντησε την Τετάρτη τον Τεμπονέρα, κίνηση η οποία ερμηνεύθηκε -και ορθώς- ως «ευλογία» στα σχέδια του νεαρού εργατολόγου.
Μπορεί οι συνεργάτες του Τσίπρα να θέλουν να υποβαθμίσουν το θέμα λέγοντας ότι τη συνάντηση τη ζήτησε ο Τεμπονέρας και ο Αλέξης τον είδε όπως βλέπει και δεκάδες άλλα στελέχη, όμως η αλήθεια είναι ότι ο Τσίπρας γνώριζε και τη σημειολογία και τους συνειρμούς που θα δημιουργηθούν από τη συνάντηση. Και την έκανε μη λαμβάνοντας υπόψη του τη δυσαρέσκεια των Kasselistas, αλλά και των στελεχών που παραμένουν πιστά στον ίδιο, και τα οποία δεν μπορούν να κατανοήσουν «γιατί ο Αλέξης επιλέγει μετά από τόσο καιρό να μπει στο κάδρο με ένα θέμα που κάνει άνω κάτω τον ΣΥΡΙΖΑ».
Η εξήγηση είναι απλή. Ο Τσίπρας ενδιαφέρεται για τα όσα συμβαίνουν στην Κεντροαριστερά και στη χώρα και είναι θεμιτό να συζητά τις εξελίξεις και τον τρόπο με τον οποίο θα αναδιοργανωθεί η Προοδευτική Παράταξη προκειμένου να ξαναγίνει ισχυρή και κυβερνητική δύναμη.
Ως πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι υπεράνω της κομματικής δομής. Δεν χρειάζεται λοιπόν την άδεια για να συνομιλήσει με όποιον/α θέλει. Σαφέστατα τον απασχολούν οι εγχώριες εξελίξεις, και ιδιαίτερα στην Κεντροαριστερά, αλλά και στην Ευρώπη, όπου η Ακροδεξιά επελαύνει. Και είναι ένα θέμα που συζήτησε με τον Τεμπονέρα, αλλά και με όλους τους άλλους συνομιλητές του. Δεν είναι στις προθέσεις του η επιστροφή μετά τις ευρωεκλογές, όπως ορισμένοι διατείνονται, ενώ η ομιλία του στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι οδηγίες προς ναυτιλλομένους για τα επερχόμενα. Βεβαίως, εάν ποτέ επέστρεφε στο μπλοκ αυτών των δυνάμεων (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά), θα κατέφευγε και τη συμμαχία αυτών θα ήθελε να εκφράσει.
Εικόνα αποσταθεροποίησης
Δικαίως κάποιοι -και εν προκειμένω οι αναγνώστες- θα αναρωτηθούν: Αφού άμεσα πολιτικά γεγονότα δεν πρόκειται να παραχθούν, γιατί τότε τόσος ντόρος; Γιατί τόσος κουρνιαχτός; Η εξήγηση είναι απλή. Επειδή τα κόμματα και οι ηγεσίες τους είναι αποσταθεροποιημένες. Ακόμη κι αν είναι αποκομμένες από την κοινωνία, γνωρίζουν αυτά που λέγονται γι' αυτούς και τα κόμματά τους. Τους τα μεταφέρουν οι σύμβουλοί τους, οι βουλευτές, τα στελέχη, οι οπαδοί τους. Ολοι ξέρουν ότι ο Μητσοτάκης είναι κυρίαρχος και απέναντί του οι ίδιοι θεωρούνται «λίγοι». Ειδικά ως πρωθυπουργίσιμοι.
Τα ποσοστά δημοφιλίας τους είναι απογοητευτικά και δεν εμπνέουν τους πολίτες. Από 'κει ξεκινά το κακό, αυτή είναι η ρίζα του προβλήματος. Ο ένας θα πάρει 10%-12%, άντε 13%, ο άλλος 14%-15%, άντε 16%, και ο τρίτος πιάνει δεν πιάνει το όριο του 3% - άντε να πάρει όσο πήρε η Ζωή για να μπει στη Βουλή (3,17%). Αφού ο Μητσοτάκης δεν έχει αντίπαλο, είναι λογικό να αναζητείται αυτός που θα μπορούσε να τον νικήσει.
Αφού οι υπάρχοντες (Ανδρουλάκης Κασσελάκης, Χαρίτσης) δεν είναι τα γκεσέμια που θα οδηγήσουν με επιτυχία τους ψηφοφόρους στις κάλπες, είναι λογικό να τους αμφισβητούν. Και οπωσδήποτε είναι φυσικό και ορθό οι διοργανωτές να αναζητούν την απάντηση στις δημοσκοπήσεις και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Η Κεντροαριστερά όσο κάνει τη στρουθοκάμηλο δεν πρόκειται να σηκώσει κεφάλι. Και όσο τα μάτια των εκπροσώπων της τα σκεπάζει η άμμος, τόσο ο Μητσοτάκης όσο και οι «ανοιχτομάτηδες» της Δεξιάς θα συνεχίσουν να κυβερνούν αδιατάρακτα...
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα