ΠΑΣΟΚ, το κόμμα - φαινόμενο που άλλαξε την Ελλάδα έγινε 50 χρόνων: H άνοδος, η πτώση και το άδηλο αύριο
ΠΑΣΟΚ, το κόμμα - φαινόμενο που άλλαξε την Ελλάδα έγινε 50 χρόνων: H άνοδος, η πτώση και το άδηλο αύριο
Ένα αφιέρωμα στο ΠΑΣΟΚ που γίνεται σήμερα 50 ετών, όπως και η Μεταπολίτευση - Από τη Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη στον θρίαμβο του 1981 και στην ντροπιαστική κατάρρευση του 2015 - Άγνωστες ιστορίες με τον Ανδρέα
Πενήντα χρόνια ζωής κλείνει σήμερα το ΠΑΣΟΚ, που ιδρύθηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου στις 3 Σεπτεμβρίου, στο σημερινό ξενοδοχείο Capital, στο Σύνταγμα. Το protothema.gr τιμά την επέτειο αυτή με 5 κείμενα από τους Παντελή Καψή, Νίκο Φελέκη, Δημήτρη Παγαδάκη, Δημήτρη Δανίκα και Στέφανο Τζανάκη.
Ως το 2012, όταν το προσπέρασε εκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ ήταν ο ένας από τους πυλώνες του μεταπολιτευτικού δικομματισμού: κυβέρνησε αυτοδύναμα ή συμμετείχε στην κυβέρνηση για 23 χρόνια από τα 50 της Μεταπολίτευσης, πρωταγωνιστώντας σε κάποιες από τις εμβληματικές μεταρρυθμισεις που άλλαξαν την Ελλάδα σε όλα τα πεδία.
Σήμερα, το ΠΑΣΟΚ είναι μπροστά σε εκλογή ηγεσίας, καθώς δεν κατόρθωσε να επανέλθει στην δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές. Παρά το γεγονός ότι μείωσε κατά πολύ την απόσταση με τον ΣΥΡΙΖΑ, έμεινε στην τρίτη θέση υπό την ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη. Η επέτειος της 3ης του Σεπτέμβρη είναι μία ευκαιρία για απολογισμούς δεν έχουν να κάνουν αποκλειστικά με το παρελθόν, αλλά και με το μέλλον...
Παντελής Καψής: Ακόμα ζωντανό, μισό αιώνα μετά
Έχει χυθεί πολύ μελάνι για τα αίτια της πτώσης του ΠΑΣΟΚ. Αν ωστόσο έχει σήμερα ενδιαφέρον να συζητάμε για τα 50 χρόνια από την ίδρυση του, είναι πιο σημαντικό να αναζητήσουμε τις αιτίες που του επέτρεψαν να κυριαρχήσει στην πολιτική ζωή του τόπου στο μεγαλύτερο διάστημα της «μεταπολίτευσης». Τους λόγους για τους οποίους κάποια στιγμή έφτασε να θεωρείται το φυσικό κόμμα της εξουσίας. Διατηρούν την επικαιρότητα τους και ακόμα και σήμερα η αναγνώριση της σημασίας τους θα βοηθούσε τους επίδοξους διεκδικητές της κληρονομιάς του. Ορισμένοι είναι προφανείς αν και τείνουμε να τους ξεχνάμε. Άλλοι όμως έχουν περάσει κάτω από το ραντάρ.
Εν αρχή είναι φυσικά τα πρόσωπα. Το ΠΑΣΟΚ, η ιστορία του, δεν μπορεί να διαχωριστεί από τους ηγέτες του. Είναι φυσικά και πάνω από όλους, ο χαρισματικός Ανδρέας Παπανδρέου. Μπόρεσε να εκφράσει σε ένα αρχικά αρνητικό περιβάλλον, την ανάγκη για έναν ριζικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας στη δεκαετία του 80. Αίτημα το οποίο εκφράστηκε μέσα από το σύνθημα της «Αλλαγής». Με τον δικό του τρόπο όμως είναι και ο Κώστας Σημίτης ο οποίος αν και όχι το ίδιο χαρισματικός ρήτορας, στη δεκαετία του 90 εξέφρασε την ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας γι αυτό που ονομάστηκε «εκσυγχρονισμός». Τη σύγκλιση δηλαδή με την Ευρώπη τόσο θεσμικά όσο και στην οικονομία.
Δεν ήταν μόνο οι ηγέτες όμως. Μαζί με αυτούς υπήρξε και μια ολόκληρη γενιά νέων στελεχών η οποία αντικατέστησε τους ονομαζόμενους «παλαιοκομματικούς». Τους πολιτικούς δηλαδή πριν τη δικτατορία οι οποίοι κουβαλούσαν τις αμαρτίες του μετεμφυλιακού πολιτικού συστήματος. Στελέχη τα οποία μπήκαν στην πολιτική κυρίως μέσα από την αντίσταση στη δικτατορία, δεν ήταν επαγγελματίες της πολιτικής και εξέφραζαν την ανανέωση. Αποτελούσαν τη δύναμη του ΠΑΣΟΚ αν και ορισμένοι έγιναν στη συνέχεια η αχίλλειος πτέρνα του.
Το δεύτερο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ισχύος του ΠΑΣΟΚ ήταν η συνύπαρξη στους κόλπους του διακριτών ιδεολογικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών. Σοσιαλιστές νέας κοπής και παραδοσιακοί κεντρώοι, λαϊκιστές και εκσυγχρονιστές, ευρωπαϊστές και τριτοκοσμικοί, αγρότες και μικροαστοί, όλοι κάτω από την ομπρέλα του «μη προνομιούχου». Σε μεγάλο βαθμό αυτό οφειλόταν στον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου και σε έναν πολιτικό λόγο με έντονα στοιχεία λαϊκισμού. Στην πράξη, όλη η ιστορία του ΠΑΣΟΚ μπορεί να ειδωθεί και ως μια συνεχής προσπάθεια εξισορρόπησης ανάμεσα σε μια πολιτική παροχών και στους περιορισμούς που έβαζαν οι πραγματικές αντοχές της οικονομίας.
Το τρίτο χαρακτηριστικό του ΠΑΣΟΚ ήταν η ύπαρξη σχεδίου. Αντίθετα από ότι συμβαίνει σήμερα, όταν συχνά οι κυβερνήσεις μοιάζει να ακολουθούν την επικαιρότητα των καναλιών, τσαλαβουτώντας στα προβλήματα, οι περισσότερες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ είχαν σαφή κατεύθυνση. Εξαίρεση ήταν η περίοδος 87-89 όταν το ΠΑΣΟΚ, κάτω από το βάρος του σκανδάλου Κοσκωτά και της ασθένειας του Ανδρέα, μπήκε σε περιδίνηση. Την πρώτη τετραετία για παράδειγμα ήταν οι μεγάλες θεσμικές αλλαγές, ανάμεσα τους το ΕΣΥ, η αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου, η εξάλειψη των κατάλοιπων του μετεμφυλιακού κράτους και η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης η αναδιανομή του εισοδήματος με γενναίες αυξήσεις στους μισθούς και την καθιέρωση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής, το μονοτονικό στην παιδεία και ο νέος νόμος πλαίσιο για τα ΑΕΙ. Στη δεύτερη τετραετία, τουλάχιστον ως την αναδίπλωση του 1987, ο βασικός στόχος ήταν η σταθεροποίηση της οικονομίας. Μετά το 93 τέλος, ο μεγάλος στόχος ήταν η σύγκλιση με την Ευρώπη και η ένταξη στο ευρώ, ο οποίος συνοδεύτηκε από τα μεγάλα έργα και τους Ολυμπιακούς του 2004. Ήταν τότε που ο Ανδρέας είπε πως «είτε το έθνος θα εξαφανίσει την υπερχρέωση της χώρας είτε το χρέος θα αφανίσει το έθνος».
Το τέταρτο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ ήταν η ικανότητα της αυτοδιόρθωσης. Στην πραγματικότητα όλη η κυβερνητική του ιστορία χαρακτηρίζεται από μεγάλες στροφές, η καθεμία από τις οποίες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και σαν μια μορφή έμπρακτης, αν και όχι πάντα επιτυχημένης, αυτοκριτικής. Ήδη μετά τον πρώτο χρόνο για παράδειγμα, έγινε ο πρώτος μεγάλος ανασχηματισμός, ο όρος ήταν «αναδόμηση», με αλλαγή του οικονομικού επιτελείου και εγκατάλειψη της κεϋνσιανής οικονομικής λογικής της τόνωσης της οικονομίας μέσα από την αύξηση της ζήτησης. Αυτό έγινε πολύ πιο αποφασιστικά το 1985, με υπουργό Εθνικής Οικονομίας τον Κώστα Σημίτη και βέβαια το 1993 όταν μπήκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου ο στόχος της σύγκλισης με τις οικονομίες της Ευρώπης.
Ανάλογες ριζικές μεταστροφές έγιναν στην εξωτερική πολιτική, αρχικά απέναντι στην Ευρώπη με όχημα τα Ολοκληρωμένα Μεσογειακά Προγράμματα και στη συνέχεια απέναντι στις ΗΠΑ με την πολιτική για «ήρεμα νερά» αλλά και απέναντι στην Τουρκία, το 1988, με τη συνάντηση Ανδρέα-Οζάλ στο Νταβός της Ελβετίας. Όσο για την πολιτική απέναντι στο κράτος, το ΠΑΣΟΚ υπήρξε πρωταθλητής στους διορισμούς την δεκαετία του 80, ήταν και αυτό ωστόσο το οποίο με το νόμο Πεπονή, το 1994, δημιούργησε το ΑΣΕΠ και έκανε το πιο αποφασιστικό βήμα για τον έλεγχο τους.
Σήμερα βέβαια η κληρονομιά του ΠΑΣΟΚ αντιμετωπίζεται μέσα από το πρίσμα της χρεοκοπίας του 2010. Έτσι ορισμένες πλευρές της επικρίνονται με ιδιαίτερη αυστηρότητα. Η δεκαετία του 80 θεωρείται μια χαμένη δεκαετία από την σκοπιά της ανάπτυξης. Μια περίοδος στην διάρκεια της οποίας αυξήθηκε εντυπωσιακά το δημόσιο χρέος καθώς από τότε φάνηκαν τα όρια του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Ήταν ωστόσο και μια μεταβατική δεκαετία, με την οικονομία να δοκιμάζεται από τον ανταγωνισμό και πολλές ελληνικές επιχειρήσεις να οδηγούνται σε αδιέξοδο. Ήταν αυτές που μπήκαν στον Οργανισμό Προβληματικών Επιχειρήσεων, επιβαρύνοντας τον κρατικό προϋπολογισμό με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δραχμές, σε μια καταδικασμένη προσπάθεια να διασωθούν οι θέσεις εργασίας. Ήταν η απαρχή της μεγάλης αποβιομηχάνισης. Μια διαφορετική διαχείριση θα οδηγούσε σε πιο ορθολογικά αποτελέσματα. Θα είχε ωστόσο οξύνει τις κοινωνικές εντάσεις σε μια περίοδο που η ελληνική κοινωνία, μετά την επταετή δικτατορία, βρισκόταν ήδη σε αναβρασμό. Αυτή τελικά μπορεί να ήταν και η μεγαλύτερη συνεισφορά του ΠΑΣΟΚ. Σε μια μεταβατική περίοδο, διαχειρίστηκε τις αντιφάσεις της ελληνικής κοινωνίας. Το έκανε με το μικρότερο δυνατό κοινωνικό κόστος αλλά και με σοβαρές οικονομικές παρενέργειες. Με μια έννοια τις πληρώνουμε ακόμα.
Νίκος Φελέκης: Τέσσερις ιστορίες με τον Ανδρέα
Η πρώτη μου συνάντηση με τον Ανδρέα Παπανδρέου ήταν το 1977. Το ΠΑΣΟΚ είχε αναδειχθεί αξιωματική αντιπολίτευση και κάλπαζε για την εξουσία. Εγώ ήμουν στην γραμματεία του μαθητικού του ΠΑΣΟΚ και επειδή δούλευα στα κεντρικά, στη Χαριλάου Τρικούπη δηλαδή, με φώναξε, δεν θυμάμαι με τίνος τη μεσολάβηση, να τον ενημερώσω για τι γίνεται με την ΠΑΜΚ και τους μαθητές. «Πως σε λένε;» «Φελέκη». «Το μικρό σου όνομα». «Νίκος». «Άκουσε να δεις Νίκο», μου λέει, «τις επόμενες εκλογές θα τις κερδίσουμε. Οι μεγάλοι θέλουν να γίνουν βουλευτές, υπουργοί, να πάρουν αξιώματα στο κράτος. Εμείς όμως πρέπει ν’ αλλάξουμε τον κόσμο. Εγώ στηρίζομαι σε σένα και στα παιδιά τα δικά σου (τους μαθητές του ΠΑΣΟΚ, εννοούσε). Θα έρχεσαι μια φορά το μήνα να με ενημερώνεις τι κάνετε. Και να κοιτάξεις τα πιο καλά και δραστήρια στελέχη να ενταχθούν και στη Νεολαία». Αφού με ρώτησε τι σχεδιάζουμε να κάνουμε το επόμενο διάστημα και ‘γω του ανέφερα τα όσα σκεφτόμασταν και είχαμε προγραμματίσει, μου επανέλαβε ότι οι «μεγάλοι» θέλουν αξιώματα και αυτός στηρίζεται στη νεολαία, «στα παιδιά τα δικά σου» για να άλλάξουμε τον κόσμο. Όταν ο αρχηγός, ένας πολιτικός όπως ο Ανδρέας, λέει σ’ ένα αμούστακο παιδί -η αλήθεια είναι ότι τότε είχα ένα ψιλό μουστάκι- «πρέπει ν’αλλάξουμε τον κόσμο» καταλαβαίνετε πως ένοιωσα. Μπορεί και να με «δούλευε», όμως εκείνη τη στιγμή εμένα με είχε κάνει …ταλιμπάν της αλλαγής. Είναι μια συνάντηση που δεν ξέχασα.
Υπάρχει και μια άλλη που επίσης δεν ξέχασα. Ήταν Παρασκευή απόγευμα, 17 Νοεμβρίου 1995, όταν σχημάτιζα τον αριθμό τηλεφώνου της κατοικίας του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Ήθελα να μιλήσω μαζί του για ένα σοβαρό θέμα: το αναγκαστικό δάνειο που είχε συνάψει η Τράπεζα της Ελλάδος τον Μάρτιο του 1942 με το Γ’ Ράιχ. Η εφημερίδα «Επενδυτής», την οποίαν διηύθυνα, είχε το προηγούμενο Σάββατο αποκαλύψει κατ’ αποκλειστικότητα ότι η ελληνική κυβέρνηση με ρηματική διακοίνωση ζητούσε από την ενωμένη Γερμανία του Χέλμουτ Κολ την επιστροφή του κατοχικού δανείου (38 εκατ. χρυσές λίρες), το οποίο τότε υπολογιζόταν σε 17 δισ. δολάρια ή 4 τρισ. δραχμές με βάση την ισοτιμία δραχμής - δολαρίου εκείνη την εποχή. Θυμάμαι τις λεπτομέρειες του τηλεφωνήματος, επειδή είχα το θλιβερό προνόμιο να είμαι ο τελευταίος δημοσιογράφος που μίλησε με τον Ανδρέα Παπανδρέου πριν εισαχθεί, δύο μέρες μετά, στο Ωνάσειο, που ουσιαστικά σήμανε το πολιτικό και βιολογικό τέλος του αείμνηστου ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Για το τι ακριβώς ειπώθηκε σε αυτή τη συνομιλία μπορείτε να ανατρέξετε στο διαδίκτυο. Το σχετικό άρθρο μπορείτε να το βρείτε και στο ΠΘ (12/3/2015) γράφοντας «τι μου είπε ο Ανδρέας Παπανδρέου για το κατοχικό δάνειο».
Σταματώ εδώ για τον Ανδρέα. Ή μάλλον πρέπει να πω και για μια άλλη στιγμή με τον Ανδρέα και για το ρόλο που μου ανέθεσε στην εκλογή του Κωστή Στεφανόπουλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας, το 1995. Τα καθέκαστα και όλες τις λεπτομέρειες μπορείτε να τις μάθετε εάν γκουγκλάρετε «η άγνωστη ιστορία της εκλογής του Κωστή Στεφανόπουλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας». Εγώ για την ιστορία αναφέρω πως τότε η εφημερίδα «Επενδυτής» κυκλοφόρησε με πρώτο θέμα "Εκλογές τέλος - Πρόεδρος εκλέγεται ο Στεφανόπουλος" και με υπότιτλο "την Κυριακή τον προτείνει ο Σαμαράς, την Τετάρτη συνέρχεται η Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ και τον αποδέχεται". Το ρίσκο της απόλυτης καταφατικότητας ήταν μεγάλο. Μπορεί το ρεπορτάζ να ήταν σίγουρο κι από "πρώτο χέρι", όμως ποτέ δεν ξέρεις στην πολιτική τι μπορεί να στραβώσει την τελευταία στιγμή. Το ανέλαβα το ρίσκο και μάλιστα καθ' ολοκληρίαν. Έγραψα περίπου 500 λέξεις και ενώ συνήθως υπέγραφα ως Αριστείδης Οικονόμου, εκείνο το κομμάτι το υπέγραψα με το όνομά μου. Αν δεν επιβεβαιώνονταν ήθελα η ευθύνη της αποτυχίας να είναι αποκλειστικά δική μου. Το πρωτοσέλιδο έκανε αίσθηση και μάλιστα μεγάλη γιατί το σύνολο σχεδόν του Τύπου και ιδιαίτερα οι Κυριακάτικες εφημερίδες υποστήριζαν πως το πιθανότερο σενάριο, λόγω αδυναμίας εκλογής ΠτΔ, ήταν να οδηγηθούμε σε εκλογές.
Τώρα που το σκέφτομαι πρέπει να αναφέρω και μια άλλη ιστορία με τον Ανδρέα. Είναι λίγο διασκεδαστική και μάλλον δικαιολογεί τον τίτλο «ρεπόρτερ κεραυνός» που μου είχαν κολλήσει όταν κάλυπτα, ως πολιτικός συντάκτης για τον Φλας 9,61 το ΠΑΣΟΚ. Είναι Απρίλιος του 1994. Ο Ανδρέας για πρώτη φορά λαμβάνει πρόσκληση να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο. Την πρώτη οκταετία της πρωθυπουργίας του (1981-1988) είναι περίπου persona non grata (ανεπιθύμητο πρόσωπο) για την administration των ΗΠΑ. Πρόεδροι άλλωστε είναι δυό σκληροί Ρεπουμπλικάνοι, ο Ρόναλντ Ρήγκαν (1980-1988) και ο Τζορτζ Μπους, ο πατέρας. Τον Ανδρέα τον θεωρούν περίπου κομμουνιστή. Το 1992 Πρόεδρος εκλέγεται ο Μπιλ Κλίντον, θαυμαστής του Ανδρέα από την εποχή που ο Παπανδρέου ήταν πρύτανης στο Μπέρκλεϊ. Στην εξέγερση του 1968 «ο Παπανδρέου για μας ήταν θρύλος» μάς είχε πει πριν έξι μήνες ο Κλίντον όταν είχε γίνει συνάντηση Ευρώπης - Αμερικής στις Βρυξέλλες.
Φτάνουμε στην Ουάσινγκτον. Στο Τελ Αβίβ ο Ολυμπιακός έχει κερδίσει στο μπάσκετ, στον ημιτελικό της Ευρωλίγκας, τον Παναθηναϊκό 77-72. Στον τελικό θα παίξει, δύο μέρες μετά, με την ισπανική Μπανταλόνα που στον άλλο ημιτελικό έχει κάνει την έκπληξη και κερδίσει την Μπαρτσελόνα. Με παίρνει τηλέφωνο ο Πάνος Κολιοπάνος, διευθυντής τότε του Φλας 9,61, και μου λέει «δεν ξέρω τι θα κάνεις Φελέκη, αλλά ο Σωκράτης (εννοώντας τον Κόκκαλη, που τότε ήταν πρόεδρος και του ερασιτέχνη Ολυμπιακού) θέλει δήλωση του Παπανδρέου για την κατάκτηση του κυπέλλου. Το θεωρούσαν σίγουρο ότι ο Ολυμπιακός θα κερδίσει και θα πάρει την πρώτη του κούπα στο Ευρωμπάσκετ. «Είσαι μουρλός» του λέω. «Η πρώτη δήλωση που θα κάνει στην Αμερική ο Παπανδρέου θα είναι για τον Ολυμπιακό. Δεν γίνεται». «Δεν με νοιάζει αν γίνεται, ο Σωκράτης, σου ξαναλέω, θέλει δήλωση του πρωθυπουργού για τον Ολυμπιακό. Θα την έχουμε πρώτη είδηση όταν κερδίσει στον τελικό. Κόψε το λαιμό σου». Το λαιμό μου δεν το έκοψα. Πήρα τηλέφωνο τον Τηλέμαχο Χυτήρη υπουργό Τύπου του Ανδρέα. «Ξέχασέ το» μου είπε». «Σε παρακαλώ ρώτησέ τον», «Να τον ρωτήσω Νίκο, δεν νομίζω όμως να δεχθεί». Μετά από λίγο με πήρε τηλέφωνο «Μόνο που δεν με έβρισε. Και δικαιολογημένα». «Τηλέμαχε, είναι δυνατόν να έρχομαι για πρώτη φορά στην Αμερική ως πρωθυπουργός και η πρώτη μου δήλωση να είναι για τον «Ολυμπιακό». Ό,τι είχα πει και ‘γω στον Κολιοπάνο.
Προσπάθησα μέσω της Τέτης Γεωργαντοπούλου, στενής συνεργάτιδας της Δήμητρας Λιάνη. Τζίφος και από κει. Τι να κάνω τ να κάνω. Αποφασίζω το πρωί της επόμενης μέρας να πάω στο Hay Adams, στο ξενοδοχείο που έμενε ο Ανδρέας. Εκείνη τη μέρα o Παπανδρέου θα πήγαινε να επισκεφθεί το Κογκρέσο. Κάθομαι στο λόμπι του ξενοδοχείου και περιμένω. Μετά από περίπου τρία τέταρτα ανοίγουν οι πόρτες από τα δύο ασανσέρ. Στο ένα είναι ο Ανδρέας, η Δήμητρα, η φρουρά του και στο άλλο ο Κάρολος Παπούλιας, υπουργός Εξωτερικών τότε, ο Τηλέμαχος, η Τέτη και άλλοι από τη συνοδεία. Μόλις βγαίνουν από το ασανσέρ φεύγω σίφουνας και στέκομαι μπροστά στον Ανδρέα. Όλοι αιφνιδιάζονται. «Πρόεδρε, έχω ένα καλό νέο», του λέω. «Τι, Νίκο», με ρωτά απορημένος. «Ο Ολυμπιακός πήρε το πρωτάθλημα μπάσκετ στην Ευρώπη. Και θα ήθελα μια δήλωση», του λέω με θράσος, έχοντας βγάλει στο μεταξύ από την τσέπη του σακακιού ένα μικρό κασετοφωνάκι. Όσα χρόνια και να περάσουν θυμάμαι ακόμη τη δήλωση «τι μπορεί να πει κανείς παρά να χαίρεται για τις μεγάλες επιτυχίες του ελληνικού αθλητισμού. Συγχαρητήρια στον Ολυμπιακό που κέρδισε το πρωτάθλημα Ευρώπης στο μπάσκετ». «Σας ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε» του είπα και έκανα στην άκρη για να περάσει. Όπως καταλαβαίνετε τα γαμοσταυρίδια που έφαγα, όπως μου τα μετέφερε μετά ο Χυτήρης, δεν περιγράφονται.
Τέλος πάντων, εγώ τη δουλειά την είχα κάνει.Δήλωση του Ανδρέα ήθελε ο Σωκράτης, δήλωση θα είχε. Το παιχνίδι φυσικά δεν είχε γίνει ακόμη. Έστειλα τη δήλωση, αλλά για να παίξει έπρεπε προηγουμένως να κερδίσει ο Θρύλος. Ο Θρύλος δεν κέρδισε. Έχασε για δύο πόντους. Ο Ζάρκο Πάσπαλι στα τελευταία πέντε λεπτά είχε σπάσει τα καλάθια. Μου έμεινε λοιπόν αμανάτι η δήλωση. Το 1996 ο Ανδρέας πέθανε. Το 1997 ο Ολυμπιακός κέρδισε στη Ρώμη την πρώτη του κούπα στην Ευρωλίγκα. Έχω στο μαγνητόφωνο δήλωση του Ανδρέα που δίνει συγχαρητήρια στον Ολυμπιακό. Το δίλλημα είναι μεγάλο. Να δώσω τη δήλωση να την παίξει το ραδιόφωνο και να γίνει ο κακός χαμός. Σκεφτείτε το λίγο. Δήλωση του Ανδρέα από το υπερπέραν για τον Ολυμπιακό. Αποφασίζω να γράψω, αργότερα, την ιστορία στο Symbol, στο περιοδικό του Επενδυτή. Το διαβάζει ο Πέτρος Κωστόπουλος. Με παίρνει τηλέφωνο. «Μαλάκα, έχω πεθάνει στο γέλιο. Σε παρακαλώ δώσμου τη δήλωση να την παίξω εγώ». Δεν θυμάμαι σε ποιο ραδιόφωνο ή τηλεόραση ήταν ο Πετράν. Τη δήλωση την έχω ακόμη. Αν ο Θρύλος πάρει φέτος την Ευρωλίγκα θα ψάξω να την βρω στο υπόγειο του σπιτιού που είναι καταχωνιασμένη με πολλά άλλα ενθύμια και θα την δώσω να παιχτεί σε κάποιο ραδιόφωνο…
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Όταν μου ζήτησαν να γράψω κάτι για τα 50 χρόνια του ΠΑΣΟΚ σκέφτηκα πως όλοι γράφουν αναλύσεις για το τι ήταν το ΠΑΣΟΚ, τι είναι και αν μπορεί να ξαναγίνει μεγάλο και κυβερνητικό κόμμα. Κάποια στιγμή θα γράψω και ‘γω. Και έχω, η αλήθεια είναι, πολλά να πω. Και βιώματα. Και μνήμες. Και προτάσεις. Σήμερα είπα να γράψω, σε μνήμη του Ανδρέα, και επειδή «πρέπει ν’ αλλάξουμε τον κόσμο» τέσσερεις μικρές και εν πολλοίς άγνωστες ιστορίες…
Δημήτρης Παγαδάκης: «Ανδρέα, τι πας να κάνεις:»
Στις 9 και 5 το βράδυ της ζεστής Παρασκευής 16ης Αυγούστου του 1974 το αεροπλάνο της «Ολυμπιακής» City of Mycenae προσγειώνεται στο Ελληνικό. Μεταφέρει από το Τορόντο του Καναδά μέσω Λονδίνου το 55χρονο Ανδρέα Παπανδρέου. Φτάνει στην Αθήνα, για πρώτη φορά ύστερα από επτά χρόνια υποχρεωτικής εξορίας. Ήδη από τις 24 Ιουλίου 1974 η χούντα των συνταγματαρχών έχει καταρρεύσει υπό το βάρος των εγκλημάτων της με αποκορύφωμα την εθνική τραγωδία στην Κύπρο.
Καθώς αποβιβάζεται στη πίστα του αεροδρομίου τυγχάνει αποθεωτικού καλωσορίσματος. Μέγα πλήθος τον υποδέχεται με πολύβουες ζητωκραυγές και βροντερά συνθήματα. Χιλιάδες άνθρωποι σπεύδουν να τον αγγίξουν, να το αγκαλιάσουν, να τον κουβαλήσουν δια περιφοράς στους ώμους τους. Η λαοπλημμύρα τον συνοδεύει θριαμβευτικά κατά μήκος της διαδρομής ως τη πατρική του κατοικία στο Καστρί.
Αφού τη βγάζει καθαρή από τις ασφυκτικές εκδηλώσεις λατρείας, ο άνθρωπος που γλίτωσε την εξόντωση του από τη βάναυση χούντα, είναι σίγουρο ότι θα επιζούσε πλέον από οποιαδήποτε απόπειρα εναντίον του. Θα επιβίωνε ακόμη και από υπερβολική ηχητική δόση της Κάρμινα Μπουράνα. Ασπίδα του η μαζική απήχηση και ο λαϊκός εναγκαλισμός.
Έχει επιστρέψει με τις αποσκευές του γεμάτες όνειρα, ελπίδες, σχεδιασμούς, οράματα, Σκοπεύει να μετάσχει ενεργά στη διαμόρφωση του μεταπολιτευτικού πολιτικού τοπίου. Προτίθεται να μετασχηματίσει το ιστορικό σώμα της νεότερης Ελλάδας. Στοχεύει να σαρώσει ορμητικά τα παλαιά πολιτικά συμβόλαια ισχύος και να σκουπίσει παραδειγματικά τα υποτελή πατροπαράδοτα τζάκια της πλουτοκρατίας.
Είναι ένας «άλλος» Ανδρέας σε σχέση με το πρόσφατο χθες. Φοράει δερμάτινο σακάκι, πουκάμισο με ανοιχτά πέτα χωρίς γραβάτα, φαρδύ διάτρητο περικάρπιο αντί για λουράκι του ρολογιού , πλατιά ζώνη με ευμεγέθη αγκράφα, διατηρεί μακριές φαβορίτες και προβάρει εμφανίσεις με ζιβάγκο Καμία σχέση με τη στερεοτυπική δημόσια εικόνα του τέως υπουργού των προδικτατορικών κυβερνήσεων επί πρωθυπουργίας του πατέρα του.
Ο σοβαρός και κριτικός κεϋνσιανός καθηγητής οικονομικών των αμερικανικών πανεπιστημίων έχει αλλάξει ρότα. Με εντυπωσιακό άλμα έχει υιοθετήσει ριζοσπαστική ιδεολογική ταυτότητα και καινοτόμο πολιτικό ρόλο. Συγκαταλέγεται πια στις διεθνώς επιδραστικές νεομαρξιστικές, αντιιμπεριαλιστικές φιγούρες. Είναι ενταγμένος στο καλούπι των εθνικοαπελευθερωτικών ηγετών των εξεγερσιακών ύστερων σίξτις, και των πρωίμων ’70s.
Μιλάει «loud and clear» περί της "διάβρωσης της εθνικής οικονομίας από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις της Δύσης, με τη συνεργασία πάντα του ντόπιου μεταπρατικού κεφαλαίου". Επιδιώκει ρήξη με τα παρελθόν. Αναζητά τομές αποδέσμευσης από το παλιό πολιτικό σύστημα της ξένης εξάρτησης και των παρεμβάσεων της που οδήγησαν στη δικτατορία. Στοχεύει στη απαλλαγή της της χώρας από τον έλεγχο και την επιρροή της οικονομικής ολιγαρχίας.
Η βαθιά συντηρητική δεξιά που ακούει τη χειμαρρώδη ρητορική του με τα αναθέματα στις ΗΠΑ , το ΝΑΤΟ , τη CIA και τα μονοπώλια εξοργίζεται Τον φαντάζεται σαν μπαρουτοκαπνισμένο κομαντάντε σε τροπικές νοτιοαμερικανικές ζούγκλες ζωσμένο με φυσεκλίκια και μπερέ του Τσε Γκεβάρα στο κεφάλι. Στη πραγματικότητα έχει από νωρίς διαγνώσει ότι ο πολιτικός με το συνεγερτικό λόγο θα είναι ο προσεχής μεγάλος αντίπαλος της.
Ο οξύς μαχητικός λόγος που εκφέρει , υπερβαίνει ακόμη και την επιθετική αγκιτάτσια της «Φωνής της Αλήθειας». Του ραδιοσταθμού του παράνομου, ως το Σεπτέμβριο του 1974, ΚΚΕ που εκπέμπει στα ερτζιανά από το Βουκουρέστι. Η δική του εύγλωττη φωνή όμως διεγείρει μερίδα της αριστερας, εμπνέει και παρακινεί τους ταλαιπωρημένους από το μετεμφυλιακό κράτος Εαμογενείς της Εθνικής Αντίστασης.
Από την άλλη ευπρεπείς δημοκρατικοί, νηφάλιοι αντιμοναρχικοί, πράοι φιλελεύθεροι, παραδοσιακοί βενιζελογενείς και κεντρώοι αστοί κοντεύουν να πάθουν εγκεφαλική συμφόρηση με όσα εκστομίζει «χύμα και τσουβαλάτα». Ο ευγενικός Ανδρέας αφουγκράζεται με προσοχή τις ενστάσεις τους, αλλά δεν τις ξεσυνερίζεται. Δεν έχει καμία όρεξη να ακολουθήσει τους παλιούς συνοδοιπόρους του σε ένα πολιτικό πνιγμό μέσα σε μια κουταλιά νερό.
Ως ευφυής διανοούμενος είχε κατανοήσει πως το παρηκμασμένο ντόπιο πολιτικό σύστημά με την κουρελιασμένη ιδεολογική εξάρτυση και τη διάτρητη θεσμική πανοπλία του, δεν ανταποκρίνεται πλέον στις συνθήκες του αριστερόστροφου πολιτικού ριζοσπαστισμού που πυροδότησε η δικτατορία και ανέφλεξε η κατάρρευσή της.
Η σκέψη του είναι ταμάμ με την συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία. Ταιριαστή στα μέτρα της εποχής Έχει εντοπίσει τις ιδιαιτερότητες της εγχώριας κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Αναπόδραστα επιθυμεί να εκπροσωπήσει και να εκφράσει πολιτικά τις κοινωνικές συμμαχίες που θα προκύψουν με μια νέα συλλογική οντότητα. Υπό τον βολονταρισμό του ο πολιτικός ορίζοντας είναι ανοιχτός εδώ και τώρα.
Μέλλει να δρομολογήσει το εγχείρημα του με τη δημιουργία ενός νέου κόμματος. Όχι απλώς ενός οργανωτικού μηχανισμού αλλά ενός ιδεολογικού παιδαγωγού και στρατηγικού οργανωτή του πεδίου συγχώνευσης «υλικών δυνάμεων και ιδεολογίας». Όλα αυτά σε λιγότερο από 20 ημέρες.
Κανένα κόμμα, βέβαια, δεν προκύπτει εν κενώ ή από παρθενογένεση. Ο Ανδρέας ακολουθεί με συνέπια τη μετεξέλιξή του Πανελληνίου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ). Της αντιστασιακής οργάνωσης που ίδρυσε στη διάρκεια της δικτατορίας το 1968 στην Στοκχόλμη. Πριν έρθει στη Ελλάδα, στις 6 Αυγουστου1974 έχει συγκαλέσει για τελευταία φορά το εθνικό συμβούλιο του ΠΑΚ στο Βίντερτουρ της Ελβετίας.
Εκεί περίπου 80 σύντροφοι του αποφασίζουν την τη διάλυση του και την εγκατάλειψη του ενόπλου αντιδικτατορικού αγώνα μετρά τη πτώση πλέον της χούντας. Στην συνάθροιση, ωστόσο, παραμένει ακαταμάχητα ζωντανό το αίτημα τους για την ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα. Ικανού να πραγματοποιήσει ριζικές αλλαγές «με τελικό στόχο το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας» Σε αυτή την επιδίωξη αναλαμβάνει να δώσει δημιουργική υπόσταση στην πατρίδα ο ιδρυτής της οργάνωσης.
Λίγες ημέρες μετά την άφιξη του στην Ελλάδα ο Ανδρέας τελεί τρισάγιο στον τάφο του Γεωργίου Παπανδρέου στο Α’ Νεκροταφείο. Η χούντα του είχε απαγορεύσει να παραβρεθεί στη κηδεία του πατέρα του τη 1η Νοεμβρίου του 1968. Στη δέηση παρίστανται σύσσωμοι οι πρώην βουλευτές της Ένωσης Κέντρου και μεγάλο πλήθος λαού. Το σύνθημα που δονεί την ατμόσφαιρα στο κοιμητήριο είναι: «Μετά τον Γέρο ο Ανδρέας».
Παρότι ο ίδιος έχει διαρρήξει τις σχέσεις του με το παραδοσιακό-προδικτατορικό Κέντρο, επιφανή πολιτικά στελέχη του οποίου ουδέποτε έχουν παραδεχτεί πως απομακρύνθηκε από ότι θεωρούν πολιτικές ρίζες του. Επιμένουν ζητώντας του να ηγηθεί του κόμματος. Έτσι ώστε αυτό να συνεχίσει με ανανεωμένη φυσιογνωμία τη κληρονομιά του «Γέρου της Δημοκρατίας».
«Ανδρέα, τι πας να κάνεις;» τον ρωτάνε παρακαλετά. «Εδώ έχουμε έτοιμο κόμμα, στρωμένο. Πειράματα θα κάνουμε τώρα;». Οι ικεσίες τους δεν εισακούγονται. Ο ίδιος έχει ρίξει τη ριψοκίνδυνη πολιτική ζαριά και διαβαίνει με αποκοτιά το Ρουβικώνα του διαμορφωμένου με παρωχημένους ορούς
κομματικού σκηνικού.
Δεν νοιώθει ότι τον βαραίνει το οικογενειακό πατρώνυμο. Ούτε θέλει να χριστεί κομματικός διάδοχος του. Αφήνει εκείνα τα φεγγάρια ένα πολλά υποσχόμενο, πλην αποπνικτικό, γάμο και πάει για φρέσκα πράσινα πουρνάρια. Έτσι κι αλλιώς ένας πολιτικός με συγκροτημένο πολιτικό λόγο δεν συλλαβίζει τα όνειρα του. Τα πραγματώνει ακέραια.
Πράττει, με δυο λόγια ότι του υπαγορεύει η πολιτική του συνείδηση με την αυτοπεποίθηση ότι αναλαμβάνει τολμηρά μια ιστορική πρωτοβουλία. Και ορίζει το ραντεβού της έναρξης υλοποίησης της ανήμερα μιας ημερομηνίας του 1843 εγγεγραμμένης ανεξίτηλα στην ελληνική ιστορία
Τη Τρίτη 3 Σεπτέμβρη 1974 δίνει στο φως της δημοσιότητας τη διακήρυξη της οποίας η σύλληψη έγινε στο Βίντερτουρ, γράφτηκε στο Μόναχο, ρετουσαρίστηκε, επιμελήθηκε, εγκρίθηκε και δακτυλογραφήθηκε υπό άκρα συνωμοτικότητα στο Καστρί.
Όρθιος ο Ανδρέας Παπανδρέου σε μια αίθουσα του ξενοδοχείου «King Palace» επί της Πανεπιστημίου και Κριεζώτου την διαβάζει ολόκληρη μπροστά σε 150 , όλους κι όλους παραβρισκόμενους. Προερχομένους από το ΠΑΚ εξωτερικού και εσωτερικού, αντιδικτατορικούς αγωνιστές διωχθέντες από τη χούντα, νεολαίους της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ενήλικες της δημοκρατικής γενιάς του 1-1-4.
Αυτοί αποτελούν τη αρχική μαγιά του νέου κόμματος που ονομάζεται Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα. Το οποίο περιγράφεται από τις αρχές του που συμπυκνώνονται στο τετράπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση - Δημοκρατική Διαδικασία». Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία που εκτείνεται στο εγχώριο πολιτικό διάβα μισού αιώνα.
Δημήτρης Δανίκας: Μπας και είμαστε όλοι ΠΑΣΟΚ;
Μισός αιώνας από την ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου. Οι εναπομείναντες οπαδοί υμνολογούν. Οι «απάτριδες» νοσταλγούν. Οι αντίπαλοι αντιγράφουν και προσαρμόζουν. Και κάποια από τα «παιδιά» και τα εγγόνια του Αντρέα την ηγεσία διεκδικούν
Οι ιστορικοί του μέλλοντος, που λένε και στο χωριό μου, αυτοί θα καταγράψουν, θα αξιολογήσουν και ψύχραιμα και αντικειμενικά θα τοποθετηθούν. Προς το παρόν και εντελώς πρόχειρα, το ομολογώ, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα σε δύο κατηγορίες θα το βρω. Από εδώ τα θετικά, από εκεί τα αρνητικά. Χωρίς συμψηφισμούς για λόγους βολικών ισορροπιών
Είναι αλήθεια πως ο Ανδρέας προχώρησε σε κορυφαίες μεταρρυθμίσεις. Και είναι κορυφαίες για την Ελλάδα της Σωρρακώσταινας, καθόλου όμως για την Ευρώπη. Όπως η κατάργηση της μοιχείας, όπως το διαζύγιο, όπως η ισοτιμία ανάμεσα στα δύο φύλα. Όπως το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Όπως η καύση των φακέλων κοινωνικών φρονημάτων. Όπως ο εκδημοκρατισμός σε όλους τους τομείς και όπως η δημιουργία του ΑΣΕΠ (ανώτατου συμβουλίου επιλογής προσωπικού)
Με απλά λόγια η Ελλάδα του εβδομήντα έσπευδε ασθμαίνουσα να προλάβει, έστω εξ αποστάσεως, τον βηματισμό των Ευρωπαίων συμμάχων. Ορθοπεταλιά στον ανήφορο. Όπως έλεγε και ο αείμνηστος Λένιν «ένα βήμα μπρος δύο πίσω».
Αφού ταυτόχρονα με όλα αυτά, το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» μεταλλάχτηκε, ως δια μαγείας «και με την ΕΟΚ και με το ΝΑΤΟ». Αφού σχεδόν άπαντες οι νεοέλληνες ηλικίας άνω των πενήντα κατάφεραν να εξασφαλίσουν σύνταξη για αντιστασιακές πράξεις που ίσως δεν έκαναν. Τουτέστιν κάπως έτσι εξαγοράστηκε πλήθος συνειδήσεων, κυρίως οπαδών της ΕΔΑ.
Αφού τα «δικά μας παιδιά» εξασφάλισαν θέσεις στο Δημόσιο που φυσικά οι αμοιβές τους πληρώνονταν από τα χαιβάνια του ιδιωτικού τομέα. Αφού «τα δικά μας παιδιά», αρκετά εκ των οποίων προέρχονται από τις μάζες την ημιαναλφάβητων άνευ ίχνους επιδεξιότητας, κατάφεραν να μετατρέψουν τις δημόσιες υπηρεσίες σε βασανιστήρια των πολιτών
Αφού το τσουνάμι των διορισμών έγινε με το επιχείρημα «θα διορίσουμε τόσους όσους χρειάζεται για να ισοφαρίσουμε το ρεκόρ προσλήψεων των «παιδιών της δεξιάς». Τι Γιάννης τι Γιαννάκης. Ο ένας έραβε ο άλλος ξήλωνε. Τεκμήριο κι αυτό μιας ιδεοληψίας που ταυτίζει κάθε κυβέρνηση με το κράτος. Τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά μου
Αφού με τα Μεσογειακά προγράμματα το πλήθος των αγροτών επιδόθηκε σε πρωταθλητισμό καταναλωτικών ειδών, όπως πανάκριβα ιδιωτικά οχήματα και άλλα πολλά. Αφού φυσικά επί ΠΑΣΟΚ σχεδόν κάθε αγρότης και κάθε κτηνοτρόφος δήλωναν αριθμό ελαιόδεντρων και αμνοεριφίων διπλάσιας ποσότητας από Ιταλούς και Ισπανούς. Και αφού ως εμβληματική επιτομή όλων αυτών η γνωστή επωδός «Τσοβόλα δώστα όλα».
Κάπως έτσι αναπτύχθηκε η πρώτη πράξη του έργου «το ξεσάλωμα». Για να επακολουθήσει η δεύτερη και τελευταία πράξη με πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή junior, γοητευμένος κι αυτός από το πράσινο του ΠΑΣΟΚ, που από το ξεσάλωμα του ξεσαλώματος η Σωρρακώσταινα κατέληξε junk food της Ευρώπης, τουτέστιν σκουπίδια με χρέος άνω των τριακοσίων δισεκατομμυρίων.
Τουτέστιν εκείνοι έτρωγαν ασταμάτητα χωρίς να σκεφτούν τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους. Ετρωγαν και έγλειφαν ακόμα και τα κόκκαλα από τα δανεικά και αγύριστα. Κάπως έτσι ο αθώος και κάπως επιπόλαιος Γιώργος Παπανδρέου κληρονόμησε τα πανάκριβα «σκουπίδια». Κάπως έτσι ζήτησε χωρίς ίχνος συναινέσεως την συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά. Κάπως έτσι ο Αντώνης Σαμαράς με τα Ζάππεια και το σχίσιμο των μνημονίων, έφτιαξε και εκτόξευσε τον Αλέξη Τσίπρα στο θώκο του κυβερνήτη. Και κάπως έτσι επί μία δεκαετία οι νεοέλληνες πληρώνουν τα σπασμένα του ξεσαλώματος. Όμως the party is over.
Κι όμως παρόλα αυτά το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα εξακολουθεί να πορεύεται υπογείως και περίπου μεγαλοπρεπώς. Αφού οι πετυχημένοι υπουργοί του Κυριάκου προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ. Αφού ο ίδιος ο Κυριάκος με ρίζες Βενιζελισμού, όπως και εκείνες του Ανδρέα Παπανδρέου. Αφού ο Αλέξης Τσίπρας περιέφερε το σαρκίο του ως καρικατούρα του Ανδρέα Παπανδρέου. Αφού ο Κασσελάκης, ο «τουρίστας» με τον Ανδρέα κι αυτός. Αφού πλήθος πράσινων στελεχών μετακινήθηκαν είτε απ εδώ είτε από εκεί
Αφού λοιπόν το Κέντρο, εν Ελλάδι είναι ακμαίο και περίπου ΠΑΣΟΚ. Είτε προς τα αριστερά είτε προς τα δεξιά κατά Σημίτη μεριά. Αφού οι σημερινοί μνηστήρες του κόμματος στον Ανδρέα αναφέρονται σ αυτόν. ο θεός τους λοιπόν. Ανεξάρτητα αν τρίζουν τα κόκκαλα του αείμνηστου με όσα έκαμαν και κάμουν κάποιο εξ αυτών
Και αφού το ερώτημα ένα και μοναδικό: με ποιο ΠΑΣΟΚ είσαι λοιπόν; Με εκείνο του ξεσαλώματος η με το μεταρρυθμιστικό; Γιατί πρέπει να ειπωθεί κι αυτό. Η κοινωνία πρέπει να βάλει μυαλό. Το τζιτζίκι να γίνει μυρμήγκι και ο νεοέλληνας παραγωγικός.
Και μια ευχή σε όσους θα σπεύσουν να ψηφίσουν για να βγάλουν αρχηγό: άντε και σε καλή μεριά. Όμως προσοχή τα ράσα δεν κάνουν τον παπά!
Στέφανος Τζανάκης: Αν ζούσε σήμερα ο Ανδρέας…
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ίδρυσε το ΠΑΣΟΚ το 1974, λίγο μετά την πτώση της χούντας και το διοίκησε ως τα τέλη του 1995 – τυπικά, ως τα μέσα του Ιανουαρίου του 1996, όταν παραιτήθηκε για λόγους υγείας, μετά από την περιπέτειά του στο Ωνάσειο. Εικοσι δύο χρόνια άρκεσαν για να βάλει τη σφραγίδα του στην ελληνική ιστορία.
Η άνοδος ήταν εκρηκτική ως τον Οκτώβριο του 1981, όταν κέρδισε τις εκλογές και έγινε κυβέρνηση: Από το 13% του ‘74, πήγε στο 25% το ‘77 και έφτασε το 48% στις εκλογές της αλλαγής – ένα ποσοστό που υπολείπεται των προσδοκιών που είχαν καλλιεργηθεί, μιας και τη βραδιά εκείνων των εκλογών εκτός από τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, είχαν πανηγυρίσει έξαλλα και εκείνοι του ΚΚΕ, όπως και του ΚΚΕ (εσωτ).
Τα πρώτα χρόνια, το ΠΑΣΟΚ ελάχιστα διέφερε από ένα αριστερίστικο κόμμα, το οποίο όμως κατάφερνε να έχει στις τάξεις του και προερχόμενους από την προδικτατορική Ένωση Κέντρου. Οι επιρροές του Ανδρέα ήταν η αμερικανική Νέα Αριστερά, όπως και τα πάσης φύσεως Κινήματα του Τρίτου Κόσμου – από τους Τουπαμάρος και τους Βιετκόγκ, ως την PLO και το Μπάαθ. Και φυσικά, το πορτρέτο του Άρη Βελουχιώτη δέσποζε στα γραφεία της Χαριλάου Τρικούπη.
Μετά τις εκλογές του 1977, ο Παπανδρέου άρχισε να δίνει χώρο στους κεντρώους, άλλαξε το ζιβάγκο με πουκάμισο και γραβάτα και άρχισε να μιλά για ειδική σχέση με την τότε ΕΟΚ, την οποία προηγουμένως ξόρκιζε. Και όταν ήλθε η ώρα να κυβερνήσει, διαπραγματευόταν άνετα με τους ηγέτες που προηγουμένως καταδίκαζε. Στο τέλος της αρχής -μετά το 1981, δηλαδή - το ΠΑΣΟΚ ήταν μία διευρυμένη Ένωση Κέντρου, με τον Μένιο Κουτσόγιωργα και τον Αντώνη Λιβάνη να αποκτούν προοδευτικά όλο και μεγαλύτερη ισχύ.
Για πολλά χρόνια, το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν κάτι περισσότερο από «το κόμμα του Ανδρέα» - αλλά όλα φάνηκαν να αλλάζουν το 1989, όταν το ΠΑΣΟΚ έχασε από τη Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη, παρά το γεγονός ότι έπεσε ελάχιστα από το 40%. Ο Παπανδρέου αμφισβητήθηκε για πρώτη φορά ανοικτά στη σύνοδο του Πεντελικού – τότε είχε σπεύσει ο Γιώργος Γεννηματάς να στηρίξει την εκλογή Τσοχατζόπουλου και να αποσοβήσει τα χειρότερα. Ωστόσο, ήταν εμφανές ότι τα – άγνωστα στο ευρύ κοινό στελέχη του ΠΑΣΟΚ – έψαχναν τρόπο να χειραφετηθούν από τον ιδρυτή.
Αυτό που έσωσε πολιτικά τον Ανδρέα και του έδωσε την ευκαιρία να επανέλθει στην εξουσία το 1993, ήταν εκείνο που στον Περισσό είχε θεωρηθεί το «πυρηνικό όπλο» που θα απέφερε στο ΚΚΕ τις ψήφους του ΠΑΣΟΚ – δηλαδή η παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, με αφορμή το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Τα δύο χρόνια που κυβέρνησε την δεκαετία του ‘90 είχαν μία διπλή γεύση: από τη μία οι φωτογραφίες με το περιβάλλον της δεύτερης συζύγου του, που προσέδιδαν μία ατμόσφαιρα ιλαροτραγωδίας και από την άλλη οι πολιτικές που ακολούθησε στην οικονομία, που έδωσαν στην Ελλάδα την ευκαιρία να προσεγγίσει την Ευρώπη και να μπει σε πορεία ένταξης στη ζώνη του ευρώ.
Ο διάδοχός του, ο Κώστας Σημίτης ακολούθησε τις πολιτικές του Παπανδρέου με ακόμα μεγαλύτερη ένταση και διασφάλισε την ένταξη στο ευρώ, αλλά και την πορεία σύγκλισης της Ελλάδας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Όμως, το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν πια το ίδιο: δεν επρόκειτο να γίνει ποτέ «το κόμμα του Σημίτη» - αυτό ήταν προφανές – αλλά δεν ήταν πια ένα κόμμα, αλλά δύο.
Μπορεί ο Άκης Τσοχατζόπουλος να αποδέχθηκε την ήττα του στο συνέδριο του 1996, αλλά τα στελέχη (και οι ψηφοφοροι) που πείθονταν από τον Ανδρέα ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν το κόμμα των «μη προνομιούχων» δεν ένιωθαν το ίδιο για τον Κώστα Σημίτη. Μπορεί η εξουσία να συγκάλυπτε τον εσωκομματικό διχασμό, αλλά όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου – με τα Μνημόνια – ψηφοφόροι και στελέχη της πλευράς Τσοχατζόπουλου μετακόμισαν ομαδικά στον ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας μάλιστα για μεγάλο διάστημα τον Αλέξη Τσίπρα ως τον «νέο Ανδρέα».
Ο Σημίτης έλαβε 44% στις εκλογές του 2000 και κέρδισε μία δεύτερη τετραετία, αλλά λίγο πριν από την εξάντληση της τετραετίας του ήταν πλέον σαφές ότι δεν επρόκειτο να κερδίσει στις επόμενες κάλπες, παρότι η χώρα αναπτυσσόταν με υψηλούς ρυθμούς και η εισοδηματική σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρώπη συνεχιζόταν.
Έτσι, το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε στον Παπανδρέου – τον Γιώργο – η ώρα του οποίου ήλθε στην πιο δύσκολη στιγμή για τη χώρα: η κρίση που είχε ξεκινήσει από τις ΗΠΑ το 2007 κοντοζύγωνε την Ελλάδα, αλλά ο Σημίτης δεν ήταν πια στην κυβέρνηση – μπορούσε μόνον να προειδοποιεί και το έκανε, αλλά επί ματαίω - ενώ και οι «εκσυγχρονιστές» του είχαν εξοβελιστεί από την ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Το 44% του Γιώργου Παπανδρέου κατρακύλησε στο 4,7% του Βαγγέλη Βενιζέλου στις πρώτες εκλογές του 2015. Οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ κουνούσαν μαντήλι στο κόμμα τους και ένιωθαν σαν στο σπίτι τους στο «αντιμνημόνιο» του Αλέξη Τσίπρα και του Πάνου Καμμένου.
Όταν ήλθε η αποκαθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ, οι πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ συγκράτησαν το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα στο 32% και κράτησαν το ΠΑΣΟΚ της Φώφης Γεννηματά σε μονοψήφια ποσοστά, μιας και πολλοί κεντρώοι ψηφοφόροι επέλεξαν τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη «για να φύγει ο Τσίπρας».
Σήμερα, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται μπροστά σε εκλογή ηγεσίας. Κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει τι θα συμβεί στην κάλπη – το μόνο σίγουρο είναι ότι τόσο από τα δεξιά, όσο και από τα αριστερά, το ενδιαφέρον για το κόμμα είναι στα ύψη: η παρατεταμένη κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ και η αναμενόμενη, αλλά και υπαρκτή φθορά της ΝΔ ήταν ικανοί, όσο και αναγκαίοι παράγοντες για να συμβεί αυτό. Ωστόσο, τα ερωτήματα είναι δύο – εκτός από το «ποιος» θα εκλεγεί, υπάρχει και το «πώς» θα πολιτευτεί ο νικητής. Αν ζούσε ο Ανδρέας, θα ξέραμε εκ των προτέρων και τις δυο απαντήσεις. Τώρα, πρέπει να περιμένουμε να δείξει η ζωή...
Ως το 2012, όταν το προσπέρασε εκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ ήταν ο ένας από τους πυλώνες του μεταπολιτευτικού δικομματισμού: κυβέρνησε αυτοδύναμα ή συμμετείχε στην κυβέρνηση για 23 χρόνια από τα 50 της Μεταπολίτευσης, πρωταγωνιστώντας σε κάποιες από τις εμβληματικές μεταρρυθμισεις που άλλαξαν την Ελλάδα σε όλα τα πεδία.
Σήμερα, το ΠΑΣΟΚ είναι μπροστά σε εκλογή ηγεσίας, καθώς δεν κατόρθωσε να επανέλθει στην δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές. Παρά το γεγονός ότι μείωσε κατά πολύ την απόσταση με τον ΣΥΡΙΖΑ, έμεινε στην τρίτη θέση υπό την ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη. Η επέτειος της 3ης του Σεπτέμβρη είναι μία ευκαιρία για απολογισμούς δεν έχουν να κάνουν αποκλειστικά με το παρελθόν, αλλά και με το μέλλον...
Παντελής Καψής: Ακόμα ζωντανό, μισό αιώνα μετά
Έχει χυθεί πολύ μελάνι για τα αίτια της πτώσης του ΠΑΣΟΚ. Αν ωστόσο έχει σήμερα ενδιαφέρον να συζητάμε για τα 50 χρόνια από την ίδρυση του, είναι πιο σημαντικό να αναζητήσουμε τις αιτίες που του επέτρεψαν να κυριαρχήσει στην πολιτική ζωή του τόπου στο μεγαλύτερο διάστημα της «μεταπολίτευσης». Τους λόγους για τους οποίους κάποια στιγμή έφτασε να θεωρείται το φυσικό κόμμα της εξουσίας. Διατηρούν την επικαιρότητα τους και ακόμα και σήμερα η αναγνώριση της σημασίας τους θα βοηθούσε τους επίδοξους διεκδικητές της κληρονομιάς του. Ορισμένοι είναι προφανείς αν και τείνουμε να τους ξεχνάμε. Άλλοι όμως έχουν περάσει κάτω από το ραντάρ.
Εν αρχή είναι φυσικά τα πρόσωπα. Το ΠΑΣΟΚ, η ιστορία του, δεν μπορεί να διαχωριστεί από τους ηγέτες του. Είναι φυσικά και πάνω από όλους, ο χαρισματικός Ανδρέας Παπανδρέου. Μπόρεσε να εκφράσει σε ένα αρχικά αρνητικό περιβάλλον, την ανάγκη για έναν ριζικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας στη δεκαετία του 80. Αίτημα το οποίο εκφράστηκε μέσα από το σύνθημα της «Αλλαγής». Με τον δικό του τρόπο όμως είναι και ο Κώστας Σημίτης ο οποίος αν και όχι το ίδιο χαρισματικός ρήτορας, στη δεκαετία του 90 εξέφρασε την ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας γι αυτό που ονομάστηκε «εκσυγχρονισμός». Τη σύγκλιση δηλαδή με την Ευρώπη τόσο θεσμικά όσο και στην οικονομία.
Δεν ήταν μόνο οι ηγέτες όμως. Μαζί με αυτούς υπήρξε και μια ολόκληρη γενιά νέων στελεχών η οποία αντικατέστησε τους ονομαζόμενους «παλαιοκομματικούς». Τους πολιτικούς δηλαδή πριν τη δικτατορία οι οποίοι κουβαλούσαν τις αμαρτίες του μετεμφυλιακού πολιτικού συστήματος. Στελέχη τα οποία μπήκαν στην πολιτική κυρίως μέσα από την αντίσταση στη δικτατορία, δεν ήταν επαγγελματίες της πολιτικής και εξέφραζαν την ανανέωση. Αποτελούσαν τη δύναμη του ΠΑΣΟΚ αν και ορισμένοι έγιναν στη συνέχεια η αχίλλειος πτέρνα του.
Το δεύτερο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ισχύος του ΠΑΣΟΚ ήταν η συνύπαρξη στους κόλπους του διακριτών ιδεολογικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών. Σοσιαλιστές νέας κοπής και παραδοσιακοί κεντρώοι, λαϊκιστές και εκσυγχρονιστές, ευρωπαϊστές και τριτοκοσμικοί, αγρότες και μικροαστοί, όλοι κάτω από την ομπρέλα του «μη προνομιούχου». Σε μεγάλο βαθμό αυτό οφειλόταν στον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου και σε έναν πολιτικό λόγο με έντονα στοιχεία λαϊκισμού. Στην πράξη, όλη η ιστορία του ΠΑΣΟΚ μπορεί να ειδωθεί και ως μια συνεχής προσπάθεια εξισορρόπησης ανάμεσα σε μια πολιτική παροχών και στους περιορισμούς που έβαζαν οι πραγματικές αντοχές της οικονομίας.
Το τρίτο χαρακτηριστικό του ΠΑΣΟΚ ήταν η ύπαρξη σχεδίου. Αντίθετα από ότι συμβαίνει σήμερα, όταν συχνά οι κυβερνήσεις μοιάζει να ακολουθούν την επικαιρότητα των καναλιών, τσαλαβουτώντας στα προβλήματα, οι περισσότερες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ είχαν σαφή κατεύθυνση. Εξαίρεση ήταν η περίοδος 87-89 όταν το ΠΑΣΟΚ, κάτω από το βάρος του σκανδάλου Κοσκωτά και της ασθένειας του Ανδρέα, μπήκε σε περιδίνηση. Την πρώτη τετραετία για παράδειγμα ήταν οι μεγάλες θεσμικές αλλαγές, ανάμεσα τους το ΕΣΥ, η αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου, η εξάλειψη των κατάλοιπων του μετεμφυλιακού κράτους και η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης η αναδιανομή του εισοδήματος με γενναίες αυξήσεις στους μισθούς και την καθιέρωση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής, το μονοτονικό στην παιδεία και ο νέος νόμος πλαίσιο για τα ΑΕΙ. Στη δεύτερη τετραετία, τουλάχιστον ως την αναδίπλωση του 1987, ο βασικός στόχος ήταν η σταθεροποίηση της οικονομίας. Μετά το 93 τέλος, ο μεγάλος στόχος ήταν η σύγκλιση με την Ευρώπη και η ένταξη στο ευρώ, ο οποίος συνοδεύτηκε από τα μεγάλα έργα και τους Ολυμπιακούς του 2004. Ήταν τότε που ο Ανδρέας είπε πως «είτε το έθνος θα εξαφανίσει την υπερχρέωση της χώρας είτε το χρέος θα αφανίσει το έθνος».
Το τέταρτο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ ήταν η ικανότητα της αυτοδιόρθωσης. Στην πραγματικότητα όλη η κυβερνητική του ιστορία χαρακτηρίζεται από μεγάλες στροφές, η καθεμία από τις οποίες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και σαν μια μορφή έμπρακτης, αν και όχι πάντα επιτυχημένης, αυτοκριτικής. Ήδη μετά τον πρώτο χρόνο για παράδειγμα, έγινε ο πρώτος μεγάλος ανασχηματισμός, ο όρος ήταν «αναδόμηση», με αλλαγή του οικονομικού επιτελείου και εγκατάλειψη της κεϋνσιανής οικονομικής λογικής της τόνωσης της οικονομίας μέσα από την αύξηση της ζήτησης. Αυτό έγινε πολύ πιο αποφασιστικά το 1985, με υπουργό Εθνικής Οικονομίας τον Κώστα Σημίτη και βέβαια το 1993 όταν μπήκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου ο στόχος της σύγκλισης με τις οικονομίες της Ευρώπης.
Ανάλογες ριζικές μεταστροφές έγιναν στην εξωτερική πολιτική, αρχικά απέναντι στην Ευρώπη με όχημα τα Ολοκληρωμένα Μεσογειακά Προγράμματα και στη συνέχεια απέναντι στις ΗΠΑ με την πολιτική για «ήρεμα νερά» αλλά και απέναντι στην Τουρκία, το 1988, με τη συνάντηση Ανδρέα-Οζάλ στο Νταβός της Ελβετίας. Όσο για την πολιτική απέναντι στο κράτος, το ΠΑΣΟΚ υπήρξε πρωταθλητής στους διορισμούς την δεκαετία του 80, ήταν και αυτό ωστόσο το οποίο με το νόμο Πεπονή, το 1994, δημιούργησε το ΑΣΕΠ και έκανε το πιο αποφασιστικό βήμα για τον έλεγχο τους.
Σήμερα βέβαια η κληρονομιά του ΠΑΣΟΚ αντιμετωπίζεται μέσα από το πρίσμα της χρεοκοπίας του 2010. Έτσι ορισμένες πλευρές της επικρίνονται με ιδιαίτερη αυστηρότητα. Η δεκαετία του 80 θεωρείται μια χαμένη δεκαετία από την σκοπιά της ανάπτυξης. Μια περίοδος στην διάρκεια της οποίας αυξήθηκε εντυπωσιακά το δημόσιο χρέος καθώς από τότε φάνηκαν τα όρια του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Ήταν ωστόσο και μια μεταβατική δεκαετία, με την οικονομία να δοκιμάζεται από τον ανταγωνισμό και πολλές ελληνικές επιχειρήσεις να οδηγούνται σε αδιέξοδο. Ήταν αυτές που μπήκαν στον Οργανισμό Προβληματικών Επιχειρήσεων, επιβαρύνοντας τον κρατικό προϋπολογισμό με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δραχμές, σε μια καταδικασμένη προσπάθεια να διασωθούν οι θέσεις εργασίας. Ήταν η απαρχή της μεγάλης αποβιομηχάνισης. Μια διαφορετική διαχείριση θα οδηγούσε σε πιο ορθολογικά αποτελέσματα. Θα είχε ωστόσο οξύνει τις κοινωνικές εντάσεις σε μια περίοδο που η ελληνική κοινωνία, μετά την επταετή δικτατορία, βρισκόταν ήδη σε αναβρασμό. Αυτή τελικά μπορεί να ήταν και η μεγαλύτερη συνεισφορά του ΠΑΣΟΚ. Σε μια μεταβατική περίοδο, διαχειρίστηκε τις αντιφάσεις της ελληνικής κοινωνίας. Το έκανε με το μικρότερο δυνατό κοινωνικό κόστος αλλά και με σοβαρές οικονομικές παρενέργειες. Με μια έννοια τις πληρώνουμε ακόμα.
Νίκος Φελέκης: Τέσσερις ιστορίες με τον Ανδρέα
Η πρώτη μου συνάντηση με τον Ανδρέα Παπανδρέου ήταν το 1977. Το ΠΑΣΟΚ είχε αναδειχθεί αξιωματική αντιπολίτευση και κάλπαζε για την εξουσία. Εγώ ήμουν στην γραμματεία του μαθητικού του ΠΑΣΟΚ και επειδή δούλευα στα κεντρικά, στη Χαριλάου Τρικούπη δηλαδή, με φώναξε, δεν θυμάμαι με τίνος τη μεσολάβηση, να τον ενημερώσω για τι γίνεται με την ΠΑΜΚ και τους μαθητές. «Πως σε λένε;» «Φελέκη». «Το μικρό σου όνομα». «Νίκος». «Άκουσε να δεις Νίκο», μου λέει, «τις επόμενες εκλογές θα τις κερδίσουμε. Οι μεγάλοι θέλουν να γίνουν βουλευτές, υπουργοί, να πάρουν αξιώματα στο κράτος. Εμείς όμως πρέπει ν’ αλλάξουμε τον κόσμο. Εγώ στηρίζομαι σε σένα και στα παιδιά τα δικά σου (τους μαθητές του ΠΑΣΟΚ, εννοούσε). Θα έρχεσαι μια φορά το μήνα να με ενημερώνεις τι κάνετε. Και να κοιτάξεις τα πιο καλά και δραστήρια στελέχη να ενταχθούν και στη Νεολαία». Αφού με ρώτησε τι σχεδιάζουμε να κάνουμε το επόμενο διάστημα και ‘γω του ανέφερα τα όσα σκεφτόμασταν και είχαμε προγραμματίσει, μου επανέλαβε ότι οι «μεγάλοι» θέλουν αξιώματα και αυτός στηρίζεται στη νεολαία, «στα παιδιά τα δικά σου» για να άλλάξουμε τον κόσμο. Όταν ο αρχηγός, ένας πολιτικός όπως ο Ανδρέας, λέει σ’ ένα αμούστακο παιδί -η αλήθεια είναι ότι τότε είχα ένα ψιλό μουστάκι- «πρέπει ν’αλλάξουμε τον κόσμο» καταλαβαίνετε πως ένοιωσα. Μπορεί και να με «δούλευε», όμως εκείνη τη στιγμή εμένα με είχε κάνει …ταλιμπάν της αλλαγής. Είναι μια συνάντηση που δεν ξέχασα.
Υπάρχει και μια άλλη που επίσης δεν ξέχασα. Ήταν Παρασκευή απόγευμα, 17 Νοεμβρίου 1995, όταν σχημάτιζα τον αριθμό τηλεφώνου της κατοικίας του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Ήθελα να μιλήσω μαζί του για ένα σοβαρό θέμα: το αναγκαστικό δάνειο που είχε συνάψει η Τράπεζα της Ελλάδος τον Μάρτιο του 1942 με το Γ’ Ράιχ. Η εφημερίδα «Επενδυτής», την οποίαν διηύθυνα, είχε το προηγούμενο Σάββατο αποκαλύψει κατ’ αποκλειστικότητα ότι η ελληνική κυβέρνηση με ρηματική διακοίνωση ζητούσε από την ενωμένη Γερμανία του Χέλμουτ Κολ την επιστροφή του κατοχικού δανείου (38 εκατ. χρυσές λίρες), το οποίο τότε υπολογιζόταν σε 17 δισ. δολάρια ή 4 τρισ. δραχμές με βάση την ισοτιμία δραχμής - δολαρίου εκείνη την εποχή. Θυμάμαι τις λεπτομέρειες του τηλεφωνήματος, επειδή είχα το θλιβερό προνόμιο να είμαι ο τελευταίος δημοσιογράφος που μίλησε με τον Ανδρέα Παπανδρέου πριν εισαχθεί, δύο μέρες μετά, στο Ωνάσειο, που ουσιαστικά σήμανε το πολιτικό και βιολογικό τέλος του αείμνηστου ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Για το τι ακριβώς ειπώθηκε σε αυτή τη συνομιλία μπορείτε να ανατρέξετε στο διαδίκτυο. Το σχετικό άρθρο μπορείτε να το βρείτε και στο ΠΘ (12/3/2015) γράφοντας «τι μου είπε ο Ανδρέας Παπανδρέου για το κατοχικό δάνειο».
Σταματώ εδώ για τον Ανδρέα. Ή μάλλον πρέπει να πω και για μια άλλη στιγμή με τον Ανδρέα και για το ρόλο που μου ανέθεσε στην εκλογή του Κωστή Στεφανόπουλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας, το 1995. Τα καθέκαστα και όλες τις λεπτομέρειες μπορείτε να τις μάθετε εάν γκουγκλάρετε «η άγνωστη ιστορία της εκλογής του Κωστή Στεφανόπουλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας». Εγώ για την ιστορία αναφέρω πως τότε η εφημερίδα «Επενδυτής» κυκλοφόρησε με πρώτο θέμα "Εκλογές τέλος - Πρόεδρος εκλέγεται ο Στεφανόπουλος" και με υπότιτλο "την Κυριακή τον προτείνει ο Σαμαράς, την Τετάρτη συνέρχεται η Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ και τον αποδέχεται". Το ρίσκο της απόλυτης καταφατικότητας ήταν μεγάλο. Μπορεί το ρεπορτάζ να ήταν σίγουρο κι από "πρώτο χέρι", όμως ποτέ δεν ξέρεις στην πολιτική τι μπορεί να στραβώσει την τελευταία στιγμή. Το ανέλαβα το ρίσκο και μάλιστα καθ' ολοκληρίαν. Έγραψα περίπου 500 λέξεις και ενώ συνήθως υπέγραφα ως Αριστείδης Οικονόμου, εκείνο το κομμάτι το υπέγραψα με το όνομά μου. Αν δεν επιβεβαιώνονταν ήθελα η ευθύνη της αποτυχίας να είναι αποκλειστικά δική μου. Το πρωτοσέλιδο έκανε αίσθηση και μάλιστα μεγάλη γιατί το σύνολο σχεδόν του Τύπου και ιδιαίτερα οι Κυριακάτικες εφημερίδες υποστήριζαν πως το πιθανότερο σενάριο, λόγω αδυναμίας εκλογής ΠτΔ, ήταν να οδηγηθούμε σε εκλογές.
Τώρα που το σκέφτομαι πρέπει να αναφέρω και μια άλλη ιστορία με τον Ανδρέα. Είναι λίγο διασκεδαστική και μάλλον δικαιολογεί τον τίτλο «ρεπόρτερ κεραυνός» που μου είχαν κολλήσει όταν κάλυπτα, ως πολιτικός συντάκτης για τον Φλας 9,61 το ΠΑΣΟΚ. Είναι Απρίλιος του 1994. Ο Ανδρέας για πρώτη φορά λαμβάνει πρόσκληση να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο. Την πρώτη οκταετία της πρωθυπουργίας του (1981-1988) είναι περίπου persona non grata (ανεπιθύμητο πρόσωπο) για την administration των ΗΠΑ. Πρόεδροι άλλωστε είναι δυό σκληροί Ρεπουμπλικάνοι, ο Ρόναλντ Ρήγκαν (1980-1988) και ο Τζορτζ Μπους, ο πατέρας. Τον Ανδρέα τον θεωρούν περίπου κομμουνιστή. Το 1992 Πρόεδρος εκλέγεται ο Μπιλ Κλίντον, θαυμαστής του Ανδρέα από την εποχή που ο Παπανδρέου ήταν πρύτανης στο Μπέρκλεϊ. Στην εξέγερση του 1968 «ο Παπανδρέου για μας ήταν θρύλος» μάς είχε πει πριν έξι μήνες ο Κλίντον όταν είχε γίνει συνάντηση Ευρώπης - Αμερικής στις Βρυξέλλες.
Φτάνουμε στην Ουάσινγκτον. Στο Τελ Αβίβ ο Ολυμπιακός έχει κερδίσει στο μπάσκετ, στον ημιτελικό της Ευρωλίγκας, τον Παναθηναϊκό 77-72. Στον τελικό θα παίξει, δύο μέρες μετά, με την ισπανική Μπανταλόνα που στον άλλο ημιτελικό έχει κάνει την έκπληξη και κερδίσει την Μπαρτσελόνα. Με παίρνει τηλέφωνο ο Πάνος Κολιοπάνος, διευθυντής τότε του Φλας 9,61, και μου λέει «δεν ξέρω τι θα κάνεις Φελέκη, αλλά ο Σωκράτης (εννοώντας τον Κόκκαλη, που τότε ήταν πρόεδρος και του ερασιτέχνη Ολυμπιακού) θέλει δήλωση του Παπανδρέου για την κατάκτηση του κυπέλλου. Το θεωρούσαν σίγουρο ότι ο Ολυμπιακός θα κερδίσει και θα πάρει την πρώτη του κούπα στο Ευρωμπάσκετ. «Είσαι μουρλός» του λέω. «Η πρώτη δήλωση που θα κάνει στην Αμερική ο Παπανδρέου θα είναι για τον Ολυμπιακό. Δεν γίνεται». «Δεν με νοιάζει αν γίνεται, ο Σωκράτης, σου ξαναλέω, θέλει δήλωση του πρωθυπουργού για τον Ολυμπιακό. Θα την έχουμε πρώτη είδηση όταν κερδίσει στον τελικό. Κόψε το λαιμό σου». Το λαιμό μου δεν το έκοψα. Πήρα τηλέφωνο τον Τηλέμαχο Χυτήρη υπουργό Τύπου του Ανδρέα. «Ξέχασέ το» μου είπε». «Σε παρακαλώ ρώτησέ τον», «Να τον ρωτήσω Νίκο, δεν νομίζω όμως να δεχθεί». Μετά από λίγο με πήρε τηλέφωνο «Μόνο που δεν με έβρισε. Και δικαιολογημένα». «Τηλέμαχε, είναι δυνατόν να έρχομαι για πρώτη φορά στην Αμερική ως πρωθυπουργός και η πρώτη μου δήλωση να είναι για τον «Ολυμπιακό». Ό,τι είχα πει και ‘γω στον Κολιοπάνο.
Προσπάθησα μέσω της Τέτης Γεωργαντοπούλου, στενής συνεργάτιδας της Δήμητρας Λιάνη. Τζίφος και από κει. Τι να κάνω τ να κάνω. Αποφασίζω το πρωί της επόμενης μέρας να πάω στο Hay Adams, στο ξενοδοχείο που έμενε ο Ανδρέας. Εκείνη τη μέρα o Παπανδρέου θα πήγαινε να επισκεφθεί το Κογκρέσο. Κάθομαι στο λόμπι του ξενοδοχείου και περιμένω. Μετά από περίπου τρία τέταρτα ανοίγουν οι πόρτες από τα δύο ασανσέρ. Στο ένα είναι ο Ανδρέας, η Δήμητρα, η φρουρά του και στο άλλο ο Κάρολος Παπούλιας, υπουργός Εξωτερικών τότε, ο Τηλέμαχος, η Τέτη και άλλοι από τη συνοδεία. Μόλις βγαίνουν από το ασανσέρ φεύγω σίφουνας και στέκομαι μπροστά στον Ανδρέα. Όλοι αιφνιδιάζονται. «Πρόεδρε, έχω ένα καλό νέο», του λέω. «Τι, Νίκο», με ρωτά απορημένος. «Ο Ολυμπιακός πήρε το πρωτάθλημα μπάσκετ στην Ευρώπη. Και θα ήθελα μια δήλωση», του λέω με θράσος, έχοντας βγάλει στο μεταξύ από την τσέπη του σακακιού ένα μικρό κασετοφωνάκι. Όσα χρόνια και να περάσουν θυμάμαι ακόμη τη δήλωση «τι μπορεί να πει κανείς παρά να χαίρεται για τις μεγάλες επιτυχίες του ελληνικού αθλητισμού. Συγχαρητήρια στον Ολυμπιακό που κέρδισε το πρωτάθλημα Ευρώπης στο μπάσκετ». «Σας ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε» του είπα και έκανα στην άκρη για να περάσει. Όπως καταλαβαίνετε τα γαμοσταυρίδια που έφαγα, όπως μου τα μετέφερε μετά ο Χυτήρης, δεν περιγράφονται.
Τέλος πάντων, εγώ τη δουλειά την είχα κάνει.Δήλωση του Ανδρέα ήθελε ο Σωκράτης, δήλωση θα είχε. Το παιχνίδι φυσικά δεν είχε γίνει ακόμη. Έστειλα τη δήλωση, αλλά για να παίξει έπρεπε προηγουμένως να κερδίσει ο Θρύλος. Ο Θρύλος δεν κέρδισε. Έχασε για δύο πόντους. Ο Ζάρκο Πάσπαλι στα τελευταία πέντε λεπτά είχε σπάσει τα καλάθια. Μου έμεινε λοιπόν αμανάτι η δήλωση. Το 1996 ο Ανδρέας πέθανε. Το 1997 ο Ολυμπιακός κέρδισε στη Ρώμη την πρώτη του κούπα στην Ευρωλίγκα. Έχω στο μαγνητόφωνο δήλωση του Ανδρέα που δίνει συγχαρητήρια στον Ολυμπιακό. Το δίλλημα είναι μεγάλο. Να δώσω τη δήλωση να την παίξει το ραδιόφωνο και να γίνει ο κακός χαμός. Σκεφτείτε το λίγο. Δήλωση του Ανδρέα από το υπερπέραν για τον Ολυμπιακό. Αποφασίζω να γράψω, αργότερα, την ιστορία στο Symbol, στο περιοδικό του Επενδυτή. Το διαβάζει ο Πέτρος Κωστόπουλος. Με παίρνει τηλέφωνο. «Μαλάκα, έχω πεθάνει στο γέλιο. Σε παρακαλώ δώσμου τη δήλωση να την παίξω εγώ». Δεν θυμάμαι σε ποιο ραδιόφωνο ή τηλεόραση ήταν ο Πετράν. Τη δήλωση την έχω ακόμη. Αν ο Θρύλος πάρει φέτος την Ευρωλίγκα θα ψάξω να την βρω στο υπόγειο του σπιτιού που είναι καταχωνιασμένη με πολλά άλλα ενθύμια και θα την δώσω να παιχτεί σε κάποιο ραδιόφωνο…
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Όταν μου ζήτησαν να γράψω κάτι για τα 50 χρόνια του ΠΑΣΟΚ σκέφτηκα πως όλοι γράφουν αναλύσεις για το τι ήταν το ΠΑΣΟΚ, τι είναι και αν μπορεί να ξαναγίνει μεγάλο και κυβερνητικό κόμμα. Κάποια στιγμή θα γράψω και ‘γω. Και έχω, η αλήθεια είναι, πολλά να πω. Και βιώματα. Και μνήμες. Και προτάσεις. Σήμερα είπα να γράψω, σε μνήμη του Ανδρέα, και επειδή «πρέπει ν’ αλλάξουμε τον κόσμο» τέσσερεις μικρές και εν πολλοίς άγνωστες ιστορίες…
Δημήτρης Παγαδάκης: «Ανδρέα, τι πας να κάνεις:»
Στις 9 και 5 το βράδυ της ζεστής Παρασκευής 16ης Αυγούστου του 1974 το αεροπλάνο της «Ολυμπιακής» City of Mycenae προσγειώνεται στο Ελληνικό. Μεταφέρει από το Τορόντο του Καναδά μέσω Λονδίνου το 55χρονο Ανδρέα Παπανδρέου. Φτάνει στην Αθήνα, για πρώτη φορά ύστερα από επτά χρόνια υποχρεωτικής εξορίας. Ήδη από τις 24 Ιουλίου 1974 η χούντα των συνταγματαρχών έχει καταρρεύσει υπό το βάρος των εγκλημάτων της με αποκορύφωμα την εθνική τραγωδία στην Κύπρο.
Καθώς αποβιβάζεται στη πίστα του αεροδρομίου τυγχάνει αποθεωτικού καλωσορίσματος. Μέγα πλήθος τον υποδέχεται με πολύβουες ζητωκραυγές και βροντερά συνθήματα. Χιλιάδες άνθρωποι σπεύδουν να τον αγγίξουν, να το αγκαλιάσουν, να τον κουβαλήσουν δια περιφοράς στους ώμους τους. Η λαοπλημμύρα τον συνοδεύει θριαμβευτικά κατά μήκος της διαδρομής ως τη πατρική του κατοικία στο Καστρί.
Αφού τη βγάζει καθαρή από τις ασφυκτικές εκδηλώσεις λατρείας, ο άνθρωπος που γλίτωσε την εξόντωση του από τη βάναυση χούντα, είναι σίγουρο ότι θα επιζούσε πλέον από οποιαδήποτε απόπειρα εναντίον του. Θα επιβίωνε ακόμη και από υπερβολική ηχητική δόση της Κάρμινα Μπουράνα. Ασπίδα του η μαζική απήχηση και ο λαϊκός εναγκαλισμός.
Έχει επιστρέψει με τις αποσκευές του γεμάτες όνειρα, ελπίδες, σχεδιασμούς, οράματα, Σκοπεύει να μετάσχει ενεργά στη διαμόρφωση του μεταπολιτευτικού πολιτικού τοπίου. Προτίθεται να μετασχηματίσει το ιστορικό σώμα της νεότερης Ελλάδας. Στοχεύει να σαρώσει ορμητικά τα παλαιά πολιτικά συμβόλαια ισχύος και να σκουπίσει παραδειγματικά τα υποτελή πατροπαράδοτα τζάκια της πλουτοκρατίας.
Είναι ένας «άλλος» Ανδρέας σε σχέση με το πρόσφατο χθες. Φοράει δερμάτινο σακάκι, πουκάμισο με ανοιχτά πέτα χωρίς γραβάτα, φαρδύ διάτρητο περικάρπιο αντί για λουράκι του ρολογιού , πλατιά ζώνη με ευμεγέθη αγκράφα, διατηρεί μακριές φαβορίτες και προβάρει εμφανίσεις με ζιβάγκο Καμία σχέση με τη στερεοτυπική δημόσια εικόνα του τέως υπουργού των προδικτατορικών κυβερνήσεων επί πρωθυπουργίας του πατέρα του.
Ο σοβαρός και κριτικός κεϋνσιανός καθηγητής οικονομικών των αμερικανικών πανεπιστημίων έχει αλλάξει ρότα. Με εντυπωσιακό άλμα έχει υιοθετήσει ριζοσπαστική ιδεολογική ταυτότητα και καινοτόμο πολιτικό ρόλο. Συγκαταλέγεται πια στις διεθνώς επιδραστικές νεομαρξιστικές, αντιιμπεριαλιστικές φιγούρες. Είναι ενταγμένος στο καλούπι των εθνικοαπελευθερωτικών ηγετών των εξεγερσιακών ύστερων σίξτις, και των πρωίμων ’70s.
Μιλάει «loud and clear» περί της "διάβρωσης της εθνικής οικονομίας από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις της Δύσης, με τη συνεργασία πάντα του ντόπιου μεταπρατικού κεφαλαίου". Επιδιώκει ρήξη με τα παρελθόν. Αναζητά τομές αποδέσμευσης από το παλιό πολιτικό σύστημα της ξένης εξάρτησης και των παρεμβάσεων της που οδήγησαν στη δικτατορία. Στοχεύει στη απαλλαγή της της χώρας από τον έλεγχο και την επιρροή της οικονομικής ολιγαρχίας.
Η βαθιά συντηρητική δεξιά που ακούει τη χειμαρρώδη ρητορική του με τα αναθέματα στις ΗΠΑ , το ΝΑΤΟ , τη CIA και τα μονοπώλια εξοργίζεται Τον φαντάζεται σαν μπαρουτοκαπνισμένο κομαντάντε σε τροπικές νοτιοαμερικανικές ζούγκλες ζωσμένο με φυσεκλίκια και μπερέ του Τσε Γκεβάρα στο κεφάλι. Στη πραγματικότητα έχει από νωρίς διαγνώσει ότι ο πολιτικός με το συνεγερτικό λόγο θα είναι ο προσεχής μεγάλος αντίπαλος της.
Ο οξύς μαχητικός λόγος που εκφέρει , υπερβαίνει ακόμη και την επιθετική αγκιτάτσια της «Φωνής της Αλήθειας». Του ραδιοσταθμού του παράνομου, ως το Σεπτέμβριο του 1974, ΚΚΕ που εκπέμπει στα ερτζιανά από το Βουκουρέστι. Η δική του εύγλωττη φωνή όμως διεγείρει μερίδα της αριστερας, εμπνέει και παρακινεί τους ταλαιπωρημένους από το μετεμφυλιακό κράτος Εαμογενείς της Εθνικής Αντίστασης.
Από την άλλη ευπρεπείς δημοκρατικοί, νηφάλιοι αντιμοναρχικοί, πράοι φιλελεύθεροι, παραδοσιακοί βενιζελογενείς και κεντρώοι αστοί κοντεύουν να πάθουν εγκεφαλική συμφόρηση με όσα εκστομίζει «χύμα και τσουβαλάτα». Ο ευγενικός Ανδρέας αφουγκράζεται με προσοχή τις ενστάσεις τους, αλλά δεν τις ξεσυνερίζεται. Δεν έχει καμία όρεξη να ακολουθήσει τους παλιούς συνοδοιπόρους του σε ένα πολιτικό πνιγμό μέσα σε μια κουταλιά νερό.
Ως ευφυής διανοούμενος είχε κατανοήσει πως το παρηκμασμένο ντόπιο πολιτικό σύστημά με την κουρελιασμένη ιδεολογική εξάρτυση και τη διάτρητη θεσμική πανοπλία του, δεν ανταποκρίνεται πλέον στις συνθήκες του αριστερόστροφου πολιτικού ριζοσπαστισμού που πυροδότησε η δικτατορία και ανέφλεξε η κατάρρευσή της.
Η σκέψη του είναι ταμάμ με την συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία. Ταιριαστή στα μέτρα της εποχής Έχει εντοπίσει τις ιδιαιτερότητες της εγχώριας κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Αναπόδραστα επιθυμεί να εκπροσωπήσει και να εκφράσει πολιτικά τις κοινωνικές συμμαχίες που θα προκύψουν με μια νέα συλλογική οντότητα. Υπό τον βολονταρισμό του ο πολιτικός ορίζοντας είναι ανοιχτός εδώ και τώρα.
Μέλλει να δρομολογήσει το εγχείρημα του με τη δημιουργία ενός νέου κόμματος. Όχι απλώς ενός οργανωτικού μηχανισμού αλλά ενός ιδεολογικού παιδαγωγού και στρατηγικού οργανωτή του πεδίου συγχώνευσης «υλικών δυνάμεων και ιδεολογίας». Όλα αυτά σε λιγότερο από 20 ημέρες.
Κανένα κόμμα, βέβαια, δεν προκύπτει εν κενώ ή από παρθενογένεση. Ο Ανδρέας ακολουθεί με συνέπια τη μετεξέλιξή του Πανελληνίου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ). Της αντιστασιακής οργάνωσης που ίδρυσε στη διάρκεια της δικτατορίας το 1968 στην Στοκχόλμη. Πριν έρθει στη Ελλάδα, στις 6 Αυγουστου1974 έχει συγκαλέσει για τελευταία φορά το εθνικό συμβούλιο του ΠΑΚ στο Βίντερτουρ της Ελβετίας.
Εκεί περίπου 80 σύντροφοι του αποφασίζουν την τη διάλυση του και την εγκατάλειψη του ενόπλου αντιδικτατορικού αγώνα μετρά τη πτώση πλέον της χούντας. Στην συνάθροιση, ωστόσο, παραμένει ακαταμάχητα ζωντανό το αίτημα τους για την ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα. Ικανού να πραγματοποιήσει ριζικές αλλαγές «με τελικό στόχο το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας» Σε αυτή την επιδίωξη αναλαμβάνει να δώσει δημιουργική υπόσταση στην πατρίδα ο ιδρυτής της οργάνωσης.
Λίγες ημέρες μετά την άφιξη του στην Ελλάδα ο Ανδρέας τελεί τρισάγιο στον τάφο του Γεωργίου Παπανδρέου στο Α’ Νεκροταφείο. Η χούντα του είχε απαγορεύσει να παραβρεθεί στη κηδεία του πατέρα του τη 1η Νοεμβρίου του 1968. Στη δέηση παρίστανται σύσσωμοι οι πρώην βουλευτές της Ένωσης Κέντρου και μεγάλο πλήθος λαού. Το σύνθημα που δονεί την ατμόσφαιρα στο κοιμητήριο είναι: «Μετά τον Γέρο ο Ανδρέας».
Παρότι ο ίδιος έχει διαρρήξει τις σχέσεις του με το παραδοσιακό-προδικτατορικό Κέντρο, επιφανή πολιτικά στελέχη του οποίου ουδέποτε έχουν παραδεχτεί πως απομακρύνθηκε από ότι θεωρούν πολιτικές ρίζες του. Επιμένουν ζητώντας του να ηγηθεί του κόμματος. Έτσι ώστε αυτό να συνεχίσει με ανανεωμένη φυσιογνωμία τη κληρονομιά του «Γέρου της Δημοκρατίας».
«Ανδρέα, τι πας να κάνεις;» τον ρωτάνε παρακαλετά. «Εδώ έχουμε έτοιμο κόμμα, στρωμένο. Πειράματα θα κάνουμε τώρα;». Οι ικεσίες τους δεν εισακούγονται. Ο ίδιος έχει ρίξει τη ριψοκίνδυνη πολιτική ζαριά και διαβαίνει με αποκοτιά το Ρουβικώνα του διαμορφωμένου με παρωχημένους ορούς
κομματικού σκηνικού.
Δεν νοιώθει ότι τον βαραίνει το οικογενειακό πατρώνυμο. Ούτε θέλει να χριστεί κομματικός διάδοχος του. Αφήνει εκείνα τα φεγγάρια ένα πολλά υποσχόμενο, πλην αποπνικτικό, γάμο και πάει για φρέσκα πράσινα πουρνάρια. Έτσι κι αλλιώς ένας πολιτικός με συγκροτημένο πολιτικό λόγο δεν συλλαβίζει τα όνειρα του. Τα πραγματώνει ακέραια.
Πράττει, με δυο λόγια ότι του υπαγορεύει η πολιτική του συνείδηση με την αυτοπεποίθηση ότι αναλαμβάνει τολμηρά μια ιστορική πρωτοβουλία. Και ορίζει το ραντεβού της έναρξης υλοποίησης της ανήμερα μιας ημερομηνίας του 1843 εγγεγραμμένης ανεξίτηλα στην ελληνική ιστορία
Τη Τρίτη 3 Σεπτέμβρη 1974 δίνει στο φως της δημοσιότητας τη διακήρυξη της οποίας η σύλληψη έγινε στο Βίντερτουρ, γράφτηκε στο Μόναχο, ρετουσαρίστηκε, επιμελήθηκε, εγκρίθηκε και δακτυλογραφήθηκε υπό άκρα συνωμοτικότητα στο Καστρί.
Όρθιος ο Ανδρέας Παπανδρέου σε μια αίθουσα του ξενοδοχείου «King Palace» επί της Πανεπιστημίου και Κριεζώτου την διαβάζει ολόκληρη μπροστά σε 150 , όλους κι όλους παραβρισκόμενους. Προερχομένους από το ΠΑΚ εξωτερικού και εσωτερικού, αντιδικτατορικούς αγωνιστές διωχθέντες από τη χούντα, νεολαίους της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, ενήλικες της δημοκρατικής γενιάς του 1-1-4.
Αυτοί αποτελούν τη αρχική μαγιά του νέου κόμματος που ονομάζεται Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα. Το οποίο περιγράφεται από τις αρχές του που συμπυκνώνονται στο τετράπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση - Δημοκρατική Διαδικασία». Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία που εκτείνεται στο εγχώριο πολιτικό διάβα μισού αιώνα.
Δημήτρης Δανίκας: Μπας και είμαστε όλοι ΠΑΣΟΚ;
Μισός αιώνας από την ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου. Οι εναπομείναντες οπαδοί υμνολογούν. Οι «απάτριδες» νοσταλγούν. Οι αντίπαλοι αντιγράφουν και προσαρμόζουν. Και κάποια από τα «παιδιά» και τα εγγόνια του Αντρέα την ηγεσία διεκδικούν
Οι ιστορικοί του μέλλοντος, που λένε και στο χωριό μου, αυτοί θα καταγράψουν, θα αξιολογήσουν και ψύχραιμα και αντικειμενικά θα τοποθετηθούν. Προς το παρόν και εντελώς πρόχειρα, το ομολογώ, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα σε δύο κατηγορίες θα το βρω. Από εδώ τα θετικά, από εκεί τα αρνητικά. Χωρίς συμψηφισμούς για λόγους βολικών ισορροπιών
Είναι αλήθεια πως ο Ανδρέας προχώρησε σε κορυφαίες μεταρρυθμίσεις. Και είναι κορυφαίες για την Ελλάδα της Σωρρακώσταινας, καθόλου όμως για την Ευρώπη. Όπως η κατάργηση της μοιχείας, όπως το διαζύγιο, όπως η ισοτιμία ανάμεσα στα δύο φύλα. Όπως το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Όπως η καύση των φακέλων κοινωνικών φρονημάτων. Όπως ο εκδημοκρατισμός σε όλους τους τομείς και όπως η δημιουργία του ΑΣΕΠ (ανώτατου συμβουλίου επιλογής προσωπικού)
Με απλά λόγια η Ελλάδα του εβδομήντα έσπευδε ασθμαίνουσα να προλάβει, έστω εξ αποστάσεως, τον βηματισμό των Ευρωπαίων συμμάχων. Ορθοπεταλιά στον ανήφορο. Όπως έλεγε και ο αείμνηστος Λένιν «ένα βήμα μπρος δύο πίσω».
Αφού ταυτόχρονα με όλα αυτά, το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» μεταλλάχτηκε, ως δια μαγείας «και με την ΕΟΚ και με το ΝΑΤΟ». Αφού σχεδόν άπαντες οι νεοέλληνες ηλικίας άνω των πενήντα κατάφεραν να εξασφαλίσουν σύνταξη για αντιστασιακές πράξεις που ίσως δεν έκαναν. Τουτέστιν κάπως έτσι εξαγοράστηκε πλήθος συνειδήσεων, κυρίως οπαδών της ΕΔΑ.
Αφού τα «δικά μας παιδιά» εξασφάλισαν θέσεις στο Δημόσιο που φυσικά οι αμοιβές τους πληρώνονταν από τα χαιβάνια του ιδιωτικού τομέα. Αφού «τα δικά μας παιδιά», αρκετά εκ των οποίων προέρχονται από τις μάζες την ημιαναλφάβητων άνευ ίχνους επιδεξιότητας, κατάφεραν να μετατρέψουν τις δημόσιες υπηρεσίες σε βασανιστήρια των πολιτών
Αφού το τσουνάμι των διορισμών έγινε με το επιχείρημα «θα διορίσουμε τόσους όσους χρειάζεται για να ισοφαρίσουμε το ρεκόρ προσλήψεων των «παιδιών της δεξιάς». Τι Γιάννης τι Γιαννάκης. Ο ένας έραβε ο άλλος ξήλωνε. Τεκμήριο κι αυτό μιας ιδεοληψίας που ταυτίζει κάθε κυβέρνηση με το κράτος. Τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά μου
Αφού με τα Μεσογειακά προγράμματα το πλήθος των αγροτών επιδόθηκε σε πρωταθλητισμό καταναλωτικών ειδών, όπως πανάκριβα ιδιωτικά οχήματα και άλλα πολλά. Αφού φυσικά επί ΠΑΣΟΚ σχεδόν κάθε αγρότης και κάθε κτηνοτρόφος δήλωναν αριθμό ελαιόδεντρων και αμνοεριφίων διπλάσιας ποσότητας από Ιταλούς και Ισπανούς. Και αφού ως εμβληματική επιτομή όλων αυτών η γνωστή επωδός «Τσοβόλα δώστα όλα».
Κάπως έτσι αναπτύχθηκε η πρώτη πράξη του έργου «το ξεσάλωμα». Για να επακολουθήσει η δεύτερη και τελευταία πράξη με πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή junior, γοητευμένος κι αυτός από το πράσινο του ΠΑΣΟΚ, που από το ξεσάλωμα του ξεσαλώματος η Σωρρακώσταινα κατέληξε junk food της Ευρώπης, τουτέστιν σκουπίδια με χρέος άνω των τριακοσίων δισεκατομμυρίων.
Τουτέστιν εκείνοι έτρωγαν ασταμάτητα χωρίς να σκεφτούν τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους. Ετρωγαν και έγλειφαν ακόμα και τα κόκκαλα από τα δανεικά και αγύριστα. Κάπως έτσι ο αθώος και κάπως επιπόλαιος Γιώργος Παπανδρέου κληρονόμησε τα πανάκριβα «σκουπίδια». Κάπως έτσι ζήτησε χωρίς ίχνος συναινέσεως την συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά. Κάπως έτσι ο Αντώνης Σαμαράς με τα Ζάππεια και το σχίσιμο των μνημονίων, έφτιαξε και εκτόξευσε τον Αλέξη Τσίπρα στο θώκο του κυβερνήτη. Και κάπως έτσι επί μία δεκαετία οι νεοέλληνες πληρώνουν τα σπασμένα του ξεσαλώματος. Όμως the party is over.
Κι όμως παρόλα αυτά το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα εξακολουθεί να πορεύεται υπογείως και περίπου μεγαλοπρεπώς. Αφού οι πετυχημένοι υπουργοί του Κυριάκου προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ. Αφού ο ίδιος ο Κυριάκος με ρίζες Βενιζελισμού, όπως και εκείνες του Ανδρέα Παπανδρέου. Αφού ο Αλέξης Τσίπρας περιέφερε το σαρκίο του ως καρικατούρα του Ανδρέα Παπανδρέου. Αφού ο Κασσελάκης, ο «τουρίστας» με τον Ανδρέα κι αυτός. Αφού πλήθος πράσινων στελεχών μετακινήθηκαν είτε απ εδώ είτε από εκεί
Αφού λοιπόν το Κέντρο, εν Ελλάδι είναι ακμαίο και περίπου ΠΑΣΟΚ. Είτε προς τα αριστερά είτε προς τα δεξιά κατά Σημίτη μεριά. Αφού οι σημερινοί μνηστήρες του κόμματος στον Ανδρέα αναφέρονται σ αυτόν. ο θεός τους λοιπόν. Ανεξάρτητα αν τρίζουν τα κόκκαλα του αείμνηστου με όσα έκαμαν και κάμουν κάποιο εξ αυτών
Και αφού το ερώτημα ένα και μοναδικό: με ποιο ΠΑΣΟΚ είσαι λοιπόν; Με εκείνο του ξεσαλώματος η με το μεταρρυθμιστικό; Γιατί πρέπει να ειπωθεί κι αυτό. Η κοινωνία πρέπει να βάλει μυαλό. Το τζιτζίκι να γίνει μυρμήγκι και ο νεοέλληνας παραγωγικός.
Και μια ευχή σε όσους θα σπεύσουν να ψηφίσουν για να βγάλουν αρχηγό: άντε και σε καλή μεριά. Όμως προσοχή τα ράσα δεν κάνουν τον παπά!
Στέφανος Τζανάκης: Αν ζούσε σήμερα ο Ανδρέας…
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ίδρυσε το ΠΑΣΟΚ το 1974, λίγο μετά την πτώση της χούντας και το διοίκησε ως τα τέλη του 1995 – τυπικά, ως τα μέσα του Ιανουαρίου του 1996, όταν παραιτήθηκε για λόγους υγείας, μετά από την περιπέτειά του στο Ωνάσειο. Εικοσι δύο χρόνια άρκεσαν για να βάλει τη σφραγίδα του στην ελληνική ιστορία.
Η άνοδος ήταν εκρηκτική ως τον Οκτώβριο του 1981, όταν κέρδισε τις εκλογές και έγινε κυβέρνηση: Από το 13% του ‘74, πήγε στο 25% το ‘77 και έφτασε το 48% στις εκλογές της αλλαγής – ένα ποσοστό που υπολείπεται των προσδοκιών που είχαν καλλιεργηθεί, μιας και τη βραδιά εκείνων των εκλογών εκτός από τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, είχαν πανηγυρίσει έξαλλα και εκείνοι του ΚΚΕ, όπως και του ΚΚΕ (εσωτ).
Τα πρώτα χρόνια, το ΠΑΣΟΚ ελάχιστα διέφερε από ένα αριστερίστικο κόμμα, το οποίο όμως κατάφερνε να έχει στις τάξεις του και προερχόμενους από την προδικτατορική Ένωση Κέντρου. Οι επιρροές του Ανδρέα ήταν η αμερικανική Νέα Αριστερά, όπως και τα πάσης φύσεως Κινήματα του Τρίτου Κόσμου – από τους Τουπαμάρος και τους Βιετκόγκ, ως την PLO και το Μπάαθ. Και φυσικά, το πορτρέτο του Άρη Βελουχιώτη δέσποζε στα γραφεία της Χαριλάου Τρικούπη.
Μετά τις εκλογές του 1977, ο Παπανδρέου άρχισε να δίνει χώρο στους κεντρώους, άλλαξε το ζιβάγκο με πουκάμισο και γραβάτα και άρχισε να μιλά για ειδική σχέση με την τότε ΕΟΚ, την οποία προηγουμένως ξόρκιζε. Και όταν ήλθε η ώρα να κυβερνήσει, διαπραγματευόταν άνετα με τους ηγέτες που προηγουμένως καταδίκαζε. Στο τέλος της αρχής -μετά το 1981, δηλαδή - το ΠΑΣΟΚ ήταν μία διευρυμένη Ένωση Κέντρου, με τον Μένιο Κουτσόγιωργα και τον Αντώνη Λιβάνη να αποκτούν προοδευτικά όλο και μεγαλύτερη ισχύ.
Για πολλά χρόνια, το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν κάτι περισσότερο από «το κόμμα του Ανδρέα» - αλλά όλα φάνηκαν να αλλάζουν το 1989, όταν το ΠΑΣΟΚ έχασε από τη Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη, παρά το γεγονός ότι έπεσε ελάχιστα από το 40%. Ο Παπανδρέου αμφισβητήθηκε για πρώτη φορά ανοικτά στη σύνοδο του Πεντελικού – τότε είχε σπεύσει ο Γιώργος Γεννηματάς να στηρίξει την εκλογή Τσοχατζόπουλου και να αποσοβήσει τα χειρότερα. Ωστόσο, ήταν εμφανές ότι τα – άγνωστα στο ευρύ κοινό στελέχη του ΠΑΣΟΚ – έψαχναν τρόπο να χειραφετηθούν από τον ιδρυτή.
Αυτό που έσωσε πολιτικά τον Ανδρέα και του έδωσε την ευκαιρία να επανέλθει στην εξουσία το 1993, ήταν εκείνο που στον Περισσό είχε θεωρηθεί το «πυρηνικό όπλο» που θα απέφερε στο ΚΚΕ τις ψήφους του ΠΑΣΟΚ – δηλαδή η παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, με αφορμή το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Τα δύο χρόνια που κυβέρνησε την δεκαετία του ‘90 είχαν μία διπλή γεύση: από τη μία οι φωτογραφίες με το περιβάλλον της δεύτερης συζύγου του, που προσέδιδαν μία ατμόσφαιρα ιλαροτραγωδίας και από την άλλη οι πολιτικές που ακολούθησε στην οικονομία, που έδωσαν στην Ελλάδα την ευκαιρία να προσεγγίσει την Ευρώπη και να μπει σε πορεία ένταξης στη ζώνη του ευρώ.
Ο διάδοχός του, ο Κώστας Σημίτης ακολούθησε τις πολιτικές του Παπανδρέου με ακόμα μεγαλύτερη ένταση και διασφάλισε την ένταξη στο ευρώ, αλλά και την πορεία σύγκλισης της Ελλάδας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Όμως, το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν πια το ίδιο: δεν επρόκειτο να γίνει ποτέ «το κόμμα του Σημίτη» - αυτό ήταν προφανές – αλλά δεν ήταν πια ένα κόμμα, αλλά δύο.
Μπορεί ο Άκης Τσοχατζόπουλος να αποδέχθηκε την ήττα του στο συνέδριο του 1996, αλλά τα στελέχη (και οι ψηφοφοροι) που πείθονταν από τον Ανδρέα ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν το κόμμα των «μη προνομιούχων» δεν ένιωθαν το ίδιο για τον Κώστα Σημίτη. Μπορεί η εξουσία να συγκάλυπτε τον εσωκομματικό διχασμό, αλλά όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου – με τα Μνημόνια – ψηφοφόροι και στελέχη της πλευράς Τσοχατζόπουλου μετακόμισαν ομαδικά στον ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας μάλιστα για μεγάλο διάστημα τον Αλέξη Τσίπρα ως τον «νέο Ανδρέα».
Ο Σημίτης έλαβε 44% στις εκλογές του 2000 και κέρδισε μία δεύτερη τετραετία, αλλά λίγο πριν από την εξάντληση της τετραετίας του ήταν πλέον σαφές ότι δεν επρόκειτο να κερδίσει στις επόμενες κάλπες, παρότι η χώρα αναπτυσσόταν με υψηλούς ρυθμούς και η εισοδηματική σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρώπη συνεχιζόταν.
Έτσι, το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε στον Παπανδρέου – τον Γιώργο – η ώρα του οποίου ήλθε στην πιο δύσκολη στιγμή για τη χώρα: η κρίση που είχε ξεκινήσει από τις ΗΠΑ το 2007 κοντοζύγωνε την Ελλάδα, αλλά ο Σημίτης δεν ήταν πια στην κυβέρνηση – μπορούσε μόνον να προειδοποιεί και το έκανε, αλλά επί ματαίω - ενώ και οι «εκσυγχρονιστές» του είχαν εξοβελιστεί από την ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Το 44% του Γιώργου Παπανδρέου κατρακύλησε στο 4,7% του Βαγγέλη Βενιζέλου στις πρώτες εκλογές του 2015. Οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ κουνούσαν μαντήλι στο κόμμα τους και ένιωθαν σαν στο σπίτι τους στο «αντιμνημόνιο» του Αλέξη Τσίπρα και του Πάνου Καμμένου.
Όταν ήλθε η αποκαθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ, οι πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ συγκράτησαν το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα στο 32% και κράτησαν το ΠΑΣΟΚ της Φώφης Γεννηματά σε μονοψήφια ποσοστά, μιας και πολλοί κεντρώοι ψηφοφόροι επέλεξαν τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη «για να φύγει ο Τσίπρας».
Σήμερα, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται μπροστά σε εκλογή ηγεσίας. Κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει τι θα συμβεί στην κάλπη – το μόνο σίγουρο είναι ότι τόσο από τα δεξιά, όσο και από τα αριστερά, το ενδιαφέρον για το κόμμα είναι στα ύψη: η παρατεταμένη κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ και η αναμενόμενη, αλλά και υπαρκτή φθορά της ΝΔ ήταν ικανοί, όσο και αναγκαίοι παράγοντες για να συμβεί αυτό. Ωστόσο, τα ερωτήματα είναι δύο – εκτός από το «ποιος» θα εκλεγεί, υπάρχει και το «πώς» θα πολιτευτεί ο νικητής. Αν ζούσε ο Ανδρέας, θα ξέραμε εκ των προτέρων και τις δυο απαντήσεις. Τώρα, πρέπει να περιμένουμε να δείξει η ζωή...
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα