στο
Εurogroup της 22ας Μαΐου.
Ωστόσο η κυβέρνηση πρέπει να υπερβεί δύο προβλήματα,
όπως προέκυψαν μετά την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ και τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις. Πρώτον, η ψήφιση των μέτρων (και αντιμέτρων) από τη Βουλή, είναι εξαιρετικά πιθανό πλέον να γίνει χωρίς να έχει οριστεί με την δέουσα σαφήνεια το πλαίσιο και οι ενέργειες για την ελάφρυνση του
ελληνικού χρέους, όπως επεδίωκε εδώ και καιρό η Αθήνα.
Και δεύτερον, να γίνουν αποδεκτές οι νέες απαιτήσεις του ΔΝΤ, όπως αυτές καταγράφονται στο Μνημόνιο, ενός έτους, που θα κληθεί να υπογράψει η κυβέρνηση με το Ταμείο. Το κείμενο, αναφέρουν πληροφορίες, βρίσκεται ήδη στα χέρια του υπουργού Οικονομικών
Ευκλείδη Τσακαλώτου και περιέχει αρκετές παγίδες. Κατ’αρχάς αναφέρεται σε δημοσιονομικό κενό για το 2018, καθώς το ΔΝΤ επιμένει στην απαισιόδοξη πρόβλεψή του για μη επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% εκείνη τη χρονιά. Αυτό όμως ίσως είναι το μικρότερο πρόβλημα για την Αθήνα, καθώς υπάρχει σε ισχύ ο «κόφτης» για τυχόν αποκλίσεις το 2018. Το μεγαλύτερο πρόβλημα πιθανόν να αποδειχθεί τα όσα αναφέρονται πέραν των δημοσιονομικών από το ΔΝΤ, το οποίο επιμένει σε διάφορες «μεταρρυθμίσεις» σε πολλούς τομείς (αγορά, Παιδεία κλπ), που ενδεχομένως προκαλέσουν αντιδράσεις σε κυβέρνηση και
ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και διαμαρτυρίες από κοινωνικούς φορείς.
Κυβερνητικά και κομματικά στελέχη εκφράζουν το φόβο μήπως πίσω από τα δύο αυτά προβλήματα (μη ρύθμιση για το χρέος και νέες απαιτήσεις), κρύβονται και νέες καθυστερήσεις στην διαπραγματευτική διαδικασία. Ήδη συζητούνται σενάρια περί μη συμφωνίας στο Εurogroup της 22ας Μαΐου και διατυπώνονται εκτιμήσεις για παράταση της διαδικασίας ακόμη και έως τον Ιούνιο. Η επιμονή άλλωστε του Σόιμπλε να συζητά για «ευρωπαϊκό μηχανισμό» που θα αντικαταστήσει το ΔΝΤ, αναβιώνει τους χειρότερους φόβους της Αθήνας, πολύ δεν έχει περιθώρια πολλών ελιγμών πλέον.
Ακόμη και η προβολή του υπερπλεονάσματος που πέτυχε η κυβέρνηση για το 2016, θεωρείται πλέον δίκοπο μαχαίρι, αφού πίσω από αυτή την επιτυχία μπορεί να προκύψει η επιμονή του Βερολίνου για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα επί πολλά έτη.