Τόμας Βίζερ στο ΘΕΜΑ: Σε ενισχυμένη επιτήρηση μέχρι να πληρώσετε το 75% του χρέους
22.01.2018
07:31
Σε μια συνέντευξη-απολογισμό ο Eυρωπαίος αξιωματούχος μιλάει για πρώτη φορά με λεπτομέρειες για το νέο καθεστώς μετά το παρόν μνημόνιο, χωρίς να αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρξουν πρόσθετοι όροι που θα συνδεθούν με «μεταβιβάσεις» στο πλαίσιο της ελάφρυνσης του χρέους
Το νέο σχήμα της «ενισχυμένης επιτήρησης» μέχρι να αποπληρωθεί το 75% των οφειλών στους Ευρωπαίους εξηγεί βήμα-βήμα στο «ΘΕΜΑ» ο πρόεδρος του Euroworking Group Τόμας Βίζερ. Σε μια συνέντευξη-απολογισμό λίγο πριν εγκαταλείψει τη θέση του, ο κ. Βίζερ μιλάει για πρώτη φορά με λεπτομέρειες για το νέο καθεστώς μετά το παρόν μνημόνιο, χωρίς να αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρξουν πρόσθετοι όροι που θα συνδεθούν με «μεταβιβάσεις» στο πλαίσιο της ελάφρυνσης του χρέους.
Ο Αυστριακός οικονομολόγος εξηγεί ότι, με βάση την ενισχυμένη επιτήρηση, όταν «θα συμβαίνουν πράγματα τα οποία θα κινούνται εκτός της ορθής τροχιάς» θα εξετάζονται από «την Κομισιόν ή τους θεσμούς ή το Eurogroup» ώστε να συζητείται «τι είδους διορθωτικές ενέργειες πρέπει να αναληφθούν και πότε». Η διαφορά με το μνημόνιο είναι ότι δεν θα υπάρχουν δόσεις που θα συνδέονται με συγκεκριμένα μέτρα, εκτός αν συμβεί κάτι τέτοιο με τις «δόσεις» της μείωσης του χρέους. Ο κ. Βίζερ το αφήνει ανοιχτό.
Το πρόσωπο-κλειδί που σφράγισε τις πιο κρίσιμες στιγμές της ελληνικής κρίσης εδώ και εννέα έτη αναμένει την ομαλή ολοκλήρωση του προγράμματος και, όπως πολλές άλλες πηγές, διαπιστώνει «όλο και μεγαλύτερη σύγκλιση απόψεων με το ΔΝΤ». Ωστόσο, στην πορεία προς το καλοκαίρι προειδοποιεί ότι τα χρήματα που θα μπουν στο δημοσιονομικό μαξιλάρι για την επόμενη μέρα του προγράμματος θα είναι λιγότερα αν ανατραπεί το σημερινό κλίμα εμπιστοσύνης και εκτιμηθεί από το Eurogroup ότι θα δοθούν αμέσως «σε προεκλογικά δώρα».
Για την οικονομική πολιτική εκτιμά ότι είναι διαφορετικό πράγμα η ενίσχυση της παραγωγικής δυνατότητας της χώρας «από το να ενισχύεται το εισόδημα βάσει κοινωνικών κριτηρίων», αναφερόμενος έτσι εμμέσως στην πολιτική των έκτακτων επιδομάτων της κυβέρνησης. Από την άλλη πλευρά, τονίζει ότι δεν έχει δει ακόμη την ελληνική πλευρά να ξεδιπλώνει τη δική της αναπτυξιακή στρατηγική, κάτι που θεωρεί αναγκαίο.
Μιλώντας με σεβασμό για τις προσπάθειες της Ελλάδας, εκτιμά ότι το μοντέλο της συναίνεσης στην επίλυση των προβλημάτων για το κοινό καλό, το οποίο ακολουθούν χώρες όπως Σουηδία ή η Ολλανδία, είναι προτιμότερο από αυτό της Βενεζουέλας. Ο ίδιος δεν παραλείπει να αναφερθεί στην ανάγκη για αξιοκρατία στο Δημόσιο -χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις- αλλά και στο πρόβλημα της γραφειοκρατίας. «Αν για μια επένδυση πρέπει να υπάρχουν επιτροπές 73 ατόμων για να αποφασίσουν μια ρύθμιση για τα αεροδρόμια, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης ή το Ελληνικό, τότε φυσικά τα χρήματα αυτά θα επενδυθούν αλλού», επισημαίνει.
Ο Αυστριακός οικονομολόγος εξηγεί ότι, με βάση την ενισχυμένη επιτήρηση, όταν «θα συμβαίνουν πράγματα τα οποία θα κινούνται εκτός της ορθής τροχιάς» θα εξετάζονται από «την Κομισιόν ή τους θεσμούς ή το Eurogroup» ώστε να συζητείται «τι είδους διορθωτικές ενέργειες πρέπει να αναληφθούν και πότε». Η διαφορά με το μνημόνιο είναι ότι δεν θα υπάρχουν δόσεις που θα συνδέονται με συγκεκριμένα μέτρα, εκτός αν συμβεί κάτι τέτοιο με τις «δόσεις» της μείωσης του χρέους. Ο κ. Βίζερ το αφήνει ανοιχτό.
Το πρόσωπο-κλειδί που σφράγισε τις πιο κρίσιμες στιγμές της ελληνικής κρίσης εδώ και εννέα έτη αναμένει την ομαλή ολοκλήρωση του προγράμματος και, όπως πολλές άλλες πηγές, διαπιστώνει «όλο και μεγαλύτερη σύγκλιση απόψεων με το ΔΝΤ». Ωστόσο, στην πορεία προς το καλοκαίρι προειδοποιεί ότι τα χρήματα που θα μπουν στο δημοσιονομικό μαξιλάρι για την επόμενη μέρα του προγράμματος θα είναι λιγότερα αν ανατραπεί το σημερινό κλίμα εμπιστοσύνης και εκτιμηθεί από το Eurogroup ότι θα δοθούν αμέσως «σε προεκλογικά δώρα».
Για την οικονομική πολιτική εκτιμά ότι είναι διαφορετικό πράγμα η ενίσχυση της παραγωγικής δυνατότητας της χώρας «από το να ενισχύεται το εισόδημα βάσει κοινωνικών κριτηρίων», αναφερόμενος έτσι εμμέσως στην πολιτική των έκτακτων επιδομάτων της κυβέρνησης. Από την άλλη πλευρά, τονίζει ότι δεν έχει δει ακόμη την ελληνική πλευρά να ξεδιπλώνει τη δική της αναπτυξιακή στρατηγική, κάτι που θεωρεί αναγκαίο.
Μιλώντας με σεβασμό για τις προσπάθειες της Ελλάδας, εκτιμά ότι το μοντέλο της συναίνεσης στην επίλυση των προβλημάτων για το κοινό καλό, το οποίο ακολουθούν χώρες όπως Σουηδία ή η Ολλανδία, είναι προτιμότερο από αυτό της Βενεζουέλας. Ο ίδιος δεν παραλείπει να αναφερθεί στην ανάγκη για αξιοκρατία στο Δημόσιο -χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις- αλλά και στο πρόβλημα της γραφειοκρατίας. «Αν για μια επένδυση πρέπει να υπάρχουν επιτροπές 73 ατόμων για να αποφασίσουν μια ρύθμιση για τα αεροδρόμια, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης ή το Ελληνικό, τότε φυσικά τα χρήματα αυτά θα επενδυθούν αλλού», επισημαίνει.
- Σύντομα θα ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση, τι μπορούμε να περιμένουμε ως προς τα μέτρα της τέταρτης; Δεν έχουμε καθορίσει ακόμη το μενού της τέταρτης αξιολόγησης. Παράλληλα, η τρίτη δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Ετσι θα εξετάσουμε τι περιέχει η Εκθεση Συμμόρφωσης που θα λάβουμε και τι έχει ολοκληρωθεί από το πολυνομοσχέδιο και τις διοικητικές αποφάσεις που ελήφθησαν. Φαντάζομαι ότι τα προαπαιτούμενα της τέταρτης αξιολόγησης θα είναι λιγότερα από τις προηγούμενες φορές, άρα μάλλον θα είναι ευκολότερη. Δεν πρέπει να εφησυχάζουμε, όμως, γιατί υπάρχει και η συζήτηση γύρω από τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Το πρόγραμμα ολοκληρώνεται τον Αύγουστο, ωστόσο πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Ιούνιος είναι η καταλυτική ημερομηνία, καθώς από τη συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (SLA) μέχρι την εκταμίευση μεσολαβεί αρκετός χρόνος. Αρα το να περιμένουμε μέχρι τον Ιούλιο για να τελειώσει η αξιολόγηση είναι ασύμφορο. Η συζήτηση για το χρέος βασίζεται στη μεθοδική ολοκλήρωση του προγράμματος, επομένως δεν θα ήθελα να προδικάσω τα γεγονότα, αλλά δεν περιμένω μεγάλες εκπλήξεις στο υπόλοιπο του προγράμματος.
Τα μέτρα για το χρέος
- Πότε αναμένετε να ξεκινήσει η συζήτηση για το θέμα του χρέους;
Αυτή η συζήτηση συνεχίζεται από το 2012, καθώς αν θυμάστε η Ελλάδα έχει ήδη λάβει απομείωση χρέους κατά 50%. Σχεδιάσαμε και μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους και την τοποθετήσαμε στο τέλος της πρώτης αξιολόγησης (του τότε προγράμματος) αμέσως μετά την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, αλλά δεν έγινε ποτέ και τώρα εργαζόμαστε στη συμφωνία του 2016-17, όπου έχουμε μέτρα στο βραχυπρόθεσμο, στο μεσοπρόθεσμο και το μακροπρόθεσμο επίπεδο. Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα έχουν ολοκληρωθεί και έχουν οδηγήσει σε μακροχρόνια απομείωση του λόγου του χρέους ως προς το ΑΕΠ κατά 25%, άρα έχει ήδη γίνει σημαντική δουλειά. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. Υπάρχει μια γενική αναφορά στο τι θα μπορούσαν να περιέχουν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα και αυτή είναι η βάση συζήτησης για το φετινό καλοκαίρι, στο πλαίσιο βέβαια και της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους από τους θεσμούς και ελπίζω επίσης στη βάση της συμμετοχής του ΔΝΤ.
- Υπάρχει κάποια πρόβλεψη για τη συμμετοχή του ΔΝΤ;
Οι συνάδελφοι στο ΔΝΤ έχουν πλέον μια αρκετά παραγωγική στάση και πιστεύω ότι υπάρχει θέληση απ’ όλες τις πλευρές για παράλληλες εξελίξεις μεταξύ των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και οτιδήποτε το ΔΝΤ οραματίζεται και πιστεύω πως έχουμε όλο και μεγαλύτερη σύγκλιση απόψεων για την Ελλάδα.
- Ας μιλήσουμε για τα μέτρα του χρέους. Ποια θα είναι η μορφή τους;
Θα εφαρμοστούν όλα μαζί ή θα είναι μια συνεχής πορεία; Είναι δύσκολο ερώτημα διότι δεν ξέρουμε ποια εργαλεία θα χρησιμοποιηθούν και σε τι βαθμό θα αποφέρουν ελάφρυνση του χρέους. Είχαμε μακρές συνομιλίες και στη συμφωνία των υπουργών του Eurogroup σημειώνουμε πως θα δοθεί μια ελάφρυνση αν κριθεί αναγκαίο, άρα υπάρχει και αυτός ο παράγοντας. Αν μιλάμε για μέτρα όπως η επιμήκυνση των ωριμάνσεων μέσω κάποιου μακροχρόνιου εργαλείου δεν νομίζω ότι κάποιος θα ήθελε να θέσει όρους στην Ελλάδα που θα σχετίζονται με τις όποιες εξελίξεις μέχρι το 2030. Κανείς δεν το σκέφτεται αυτό. Αρα ας έχουμε πρώτα μια συζήτηση για το τι είδους εργαλεία θα χρησιμοποιηθούν και μετά θα συζητήσουμε το θεσμικό τους πλαίσιο. Γνωρίζουμε όμως ότι, όπως συνέβη και με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, η Ελλάδα θα υπαχθεί στο πλαίσιο της επιτήρησης μετά το πρόγραμμα που προσφέρει μια διαρκή ενισχυμένη επιτήρηση μέχρι να αποπληρωθεί το 75% των οφειλών στους δανειστές.
- Αρα ποια η σύνδεση μεταξύ της επιτήρησης μετά το πρόγραμμα και του χρέους;
Τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος εξαρτώνται από την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, αλλά όχι μόνο. Διότι ο τρόπος που δίνεται η ελάφρυνση χρέους αλλά και το ύψος του ποσού για το μαξιλάρι ρευστότητας, που θα είναι διαθέσιμο στο πλαίσιο του προγράμματος, θα βασίζονται στην εμπιστοσύνη που έχει το Eurogroup για το πόσο θετικές θα είναι οι εξελίξεις αναφορικά με την οικονομική πολιτική της Ελλάδας σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο. Για να το πούμε διαφορετικά, αν κάποιος απολαμβάνει ένα υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης και προσδοκιών ότι η οικονομική και οι άλλες πολιτικές θα συνεχιστούν με πρόσημο την οικονομική και δημοσιονομική σταθερότητα, τότε θα μπορούσε να υπάρχει μεγαλύτερη χρηματοδότηση για το μαξιλάρι από το αν εκτιμηθεί ότι τα χρήματα αυτά θα δίνονταν αμέσως σε προεκλογικά δώρα.
Η επιτήρηση
Το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις δίνουν υποσχέσεις πριν από τις εκλογές δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα. Συμβαίνει παντού -εκτός ίσως από την Ολλανδία. Οι Ολλανδοί είναι οι μόνοι που υπόσχονται πράγματα που γνωρίζουν πως μπορούν να τα πετύχουν. Την εμπιστοσύνη την αποκτάς και τη χάνεις είτε μέσω της καλής είτε της κακής συνεργασίας. Τους τελευταίους μήνες υπάρχει ένα επίπεδο συνεργασίας που το εκτιμούν ιδιαιτέρως πολλά κράτη-μέλη και το οποίο είναι πολύ καλύτερο απ’ ό,τι είχαμε δει στο παρελθόν. Βεβαίως η επιτήρηση μετά το πρόγραμμα είναι κάτι που αφορά όλα τα κράτη-μέλη που είχαν πρόγραμμα. Για την Ελλάδα θα είναι για μεγάλο διάστημα, μέχρι να αποπληρωθεί το 75% των δανείων. Και η επιτήρηση σημαίνει αυτό που λέει η λέξη: δεν γράφεις απλώς μια έκθεση και την αφήνεις στον υπολογιστή. Σημαίνει ότι θα συμβαίνουν πράγματα τα οποία θα κινούνται είτε εντός, είτε εκτός της ορθής τροχιάς (on or off track). Ποια είναι η μεγάλη διαφορά με ένα πρόγραμμα; Δεν υπάρχει αιρεσιμότητα για τις πληρωμές. Το σχήμα βασίζεται στην αλληλεπίδραση ανάμεσα στα ενδιαφερόμενα κράτη-μέλη και την Κομισιόν, ή τους θεσμούς, ή το Eurogroup, ώστε να συζητούν γιατί τα πράγματα κινούνται ίσως εκτός της ορθής τροχιάς και τι είδους διορθωτικές ενέργειες πρέπει να αναληφθούν και πότε. Αν εξετάσουμε μακροχρόνιες συμφωνίες χρηματοδότησης, δεν υπάρχει πουθενά η ιδέα για το πώς θα εκπληρώνει ένα κράτος όρους που συνδέονται με ένα 40ετές ομόλογο με βάση συγκεκριμένες πολιτικές και σε περίπτωση που δεν το κάνει το ομόλογο να αποσύρεται. Αλλά αν υπάρξουν απευθείας χρηματικές μεταβιβάσεις, κάτι που ίσως προκύψει, μπορώ να φανταστώ ότι θα υπάρξει μια συζήτηση αναφορικά με τι θα συνδεθούν αυτές οι μεταφορές.
- Εχουμε διορθώσει τις δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας που μας οδήγησαν στην κρίση;
Τα προγράμματα στήριξης είναι μια μορφή πυροσβεστικής υπηρεσίας όταν καίγεται ένα σπίτι. Βέβαια αυτό ήταν πιο δύσκολο στην αρχή γιατί το 2009 η Ευρωζώνη δεν είχε μια τέτοια Πυροσβεστική και παράλληλα δεν υπήρχαν υδραντλίες που να φτάνουν ως το σπίτι. Οι πυροσβέστες, δε, είχαν εκπαίδευση νοσοκόμου. Αρα εν μέσω παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, όταν ξεκίνησε η ελληνική έπρεπε να εκπαιδεύσουμε από τη μια τους νοσοκόμους μας ως πυροσβέστες και γενικά να φτιάξουμε μια υπηρεσία από το μηδέν. Η ουσία ήταν επομένως να σβήσουμε τη φωτιά και όχι να αποτρέψουμε όλες τις μελλοντικές πυρκαγιές. Το έργο μας για την αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων ανισορροπιών υπήρξε επιτυχές, αλλά το πεδίο της οικονομίας είναι το εξωτερικό περίβλημα, η οικονομική έκφραση των κοινωνικών εντάσεων.
Τώρα είναι στο χέρι της Ελλάδας να αντιμετωπίσει αυτά τα κοινωνικής ή κοινωνιολογικής φύσεως προβλήματα - αυτή είναι η ευθύνη του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Η πολιτική αφορά εκ των πραγμάτων ανταγωνιστικές ιδεολογίες και πεποιθήσεις. Διαφορές υπάρχουν παντού, αλλά υπάρχουν περισσότερο και λιγότερο ανταγωνιστικοί τρόποι επίλυσής τους.
Για την ανάπτυξη μιας κοινωνίας, όταν κάποιος έχει διαδικασίες με τις οποίες μπορεί να συζητήσει με σεβασμό αυτές τις διαφορές και να εργαστεί για λύσεις οι οποίες έχουν ως παρονομαστή το κοινό συμφέρον όλης της κοινωνίας -πάρτε ως παράδειγμα τη Σουηδία ή την Ολλανδία-, αυτό οδηγεί πάντα σε καλύτερα αποτελέσματα από μια χώρα που έχει έναν απολύτως ανταγωνιστικό τρόπο προσέγγισης των πραγμάτων όπως η Βενεζουέλα. Αρα είναι ζήτημα της κάθε χώρας να οργανώσει το πολιτικό και το κοινωνικό της σύστημα όπως θεωρεί ότι θα είναι καλύτερο, αυτό όμως βασίζεται συχνά και στην Ιστορία κάθε τόπου. Για παράδειγμα, στη χώρα μου την Αυστρία επηρεαζόμαστε ακόμη από γεγονότα που έγιναν τον 19ο αιώνα. Δεν μπορούμε, δηλαδή, να υιοθετήσουμε κάτι εντελώς νέο και ουρανοκατέβατο στο σύστημά μας και αυτό να δουλέψει άμεσα. Το ίδιο ισχύει για την Ελλάδα και τη Γερμανία. Η κοινωνία είναι το αποτέλεσμα ιστορικών εξελίξεων. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα.
- Πιστεύετε ότι η πολιτική τάξη της Ελλάδας έχει κάνει τη δική της αυτοκριτική για ό,τι συνέβη;
Ποιος θα το φανταζόταν αυτό που συνέβη; Αν είχε γίνει μια δημοσκόπηση στην Ελλάδα του 2008 για το «ποια θεωρείτε ότι θα είναι τα ποσοστά των κομμάτων το 2015 ή το 2016», κανείς δεν θα προέβλεπε πού θα οδηγούνταν τα πράγματα. Τέτοιες κατακλυσμιαίες εξελίξεις παράγονται από δύο αντιδράσεις. Είτε από την άρνηση είτε από την εσωτερική αναζήτηση. Αμφότερες οι αντιδράσεις είναι κατανοητές και η άρνηση πάντα προηγείται. Ανέκαθεν. Είτε έχουμε να κάνουμε με ένα διαζύγιο, με απώλεια περιουσίας, με έναν θάνατο ή μια χρεοκοπία.
Η εσωτερική αναζήτηση δεν μπορεί να γίνει χωρίς το στάδιο της άρνησης. Θα έλεγα ότι εντός των πολιτικών κομμάτων της Ελλάδας υπάρχει μεγάλος αριθμός ατόμων που βρίσκονται στο στάδιο της άρνησης και άλλοι που είναι στη φάση της εσωτερικής αναζήτησης. Το σημαντικό για την Ελλάδα είναι τους επόμενους μήνες και χρόνια αυτοί που είναι σε φάση εσωτερικής αναζήτησης να είναι ισχυρότεροι από αυτούς που είναι σε άρνηση, η φωνή όσων λένε πως για όλα φταίνε οι ξένοι να μην υπερισχύει έναντι εκείνων που πιστεύουν ότι πρέπει κι εμείς να κάνουμε κάποια πράγματα διαφορετικά. Αυτό όμως δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά μόνο την Ελλάδα - ισχύει και για την Αυστρία και για όλες τις χώρες.
Οι ευθύνες
- Εργαστήκατε στα προγράμματα όλων των χωρών. Στο πεδίο της ανάληψης ευθυνών τι διαφορές είδατε μεταξύ των κρατών;
Κάθε χώρα έχει διαφορετική Ιστορία. Οι χώρες έχουν διαφορετικό βαθμό επαφής με τον εξωτερικό κόσμο και την παγκόσμια κοινότητα. Πάρτε για παράδειγμα την Ιρλανδία, η οποία λόγω της γεωγραφίας και της Ιστορίας της είχε τεράστιους δεσμούς με τις ΗΠΑ και άλλα μέρη όπως η Βρετανική Αυτοκρατορία. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους είναι από τη μια πολίτες του κόσμου και από την άλλη αγκιστρωμένοι στην ιρλανδική κουλτούρα. Γι’ αυτό και η Ιρλανδία είχε μακράν την πιο εντατική και παραγωγική διαδικασία εσωτερικής αναζήτησης και κριτικής, που θεωρώ ότι τους οδήγησε σε ένα διαφορετικό μείγμα πολιτικής - όχι μόνο μέτρων. Αυτό έκανε τη διαφορά, τους βοήθησε να μην ξανακάνουν τα ίδια λάθη. Θα ήθελα επίσης να αναφερθώ και στην Ισπανία. Και εκεί υπήρχε ένας εντατικός διάλογος. «Τι κάναμε λάθος και ήρθε η κρίση;» διερωτήθηκαν. Μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι μέρος της ισπανικής κρίσης ήρθε λόγω προβλημάτων στον σχεδιασμό της Ευρωζώνης και ένα άλλο μέρος εξαιτίας των χαμηλών επιτοκίων κατά την ένταξή τους στο ευρώ. Τα επιτόκια ήταν τόσο χαμηλά και μάλλον θα έπρεπε να διερωτηθεί κανείς νωρίτερα για το τι προβλήματα προκαλεί αυτός ο αλόγιστος δανεισμός. Παρ’ όλα αυτά, διερωτήθηκαν τι πήγε λάθος και η πολιτική τους άλλαξε σε μεγάλο βαθμό.
- Η Πορτογαλία αυτή τη στιγμή βιώνει αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης και μείωση της ανεργίας. Ως χώρα μοιάζει περισσότερο στην Ελλάδα από την Ισπανία και την Ιρλανδία. Ποια ήταν η διαφορά στη συνεργασία σας με τη χώρα αυτή σε σύγκριση με την Ελλάδα;
Δύσκολη ερώτηση, δεν το έχω σκεφτεί διεξοδικά. Είχαμε πολύ πιο ομαλή συνεργασία με τις πορτογαλικές κυβερνήσεις σε σύγκριση με τις ελληνικές. Είχαμε την αίσθηση ότι στην Πορτογαλία, παρά τις δυσκολίες που έχει η εφαρμογή ενός προγράμματος, υπήρχε μια γνήσια αναγνώριση από μέρους της κυβέρνησής τους ότι κάτι πήγε λάθος στο παρελθόν, ότι οι μεταρρυθμίσεις έχουν στόχο να τους βγάλουν από τη κρίση τους και πως ό,τι γινόταν, γινόταν για την Πορτογαλία και όχι για την Κομισιόν.
Η πορτογαλική κρατική διοίκηση είναι πολύ μεγαλύτερη και μακράν καλύτερα στελεχωμένη από την ελληνική. Η εμπιστοσύνη ανάμεσα στην πορτογαλική πολιτική τάξη και την κρατική διοίκηση είναι πολύ μεγαλύτερη. Στην Ελλάδα όταν αλλάζει μια κυβέρνηση, όλα τα άτομα με τα οποία είμαι σε επικοινωνία εξαφανίζονται. Ολοι οι ομόλογοί μου στο Δημόσιο φεύγουν και αντικαθίστανται από άλλους ή παραγκωνίζονται. Ενας τεράστιος αριθμός δημοσίων υπαλλήλων με πολιτικούς δεσμούς κατέστρεφε την ομαλή μετάβαση από το ένα πρόγραμμα στο άλλο. Αρα πρέπει να γίνει κάτι για την εμπιστοσύνη που έχουν οι Ελληνες πολιτικοί στην κρατική διοίκηση. Στην Πορτογαλία υπάρχει ένας πυρήνας διοικητικών υπαλλήλων που παραμένουν στη θέση τους και αποδίδουν.
Εξι-εφτά χρόνια πριν, ρώτησα ένα κλιμάκιο του ΔΝΤ: «Μα καλά, γιατί, διάολε, δεν παρείχατε τεχνική βοήθεια στην Ελλάδα το ’80;». Μου απάντησαν ότι φυσικά και παρείχαν τέτοια βοήθεια στην Ελλάδα, «όμως με το που φύγαμε όλα αναιρέθηκαν και εξαφανίστηκαν».
- Βγαίνοντας από την κρίση ποια είναι πλέον η εικόνα που έχετε για την ελληνική διοίκηση, με δεδομένες και τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν;
Οι μεταρρυθμίσεις είναι σημαντικές και φυσικά δύσκολες, όσο αναγκαίες και αν είναι, διότι έχουν να κάνουν με ανθρώπους και έχουν επιπτώσεις τόσο στην εργασία όσο στις ζωές τους. Δεν πρέπει όμως να τις θεωρούμε διαδικασία που συμβαίνει μια και έξω. Σβήσαμε τη φωτιά, αλλά η δουλειά πρέπει να συνεχίσει και να διατηρηθεί. Ο πυρήνας στον οποίο μπορούν να οικοδομηθούν οι μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση υπάρχει. Το θέμα είναι να καταφέρετε με αυτές τις μεταρρυθμίσεις οι πολίτες να έχουν ίση πρόσβαση στη δημόσια διοίκηση και τη Δικαιοσύνη σε ένα καθεστώς ισότητας και ισονομίας. Να λειτουργούν τα πράγματα επαγγελματικά και γρήγορα. Οι πολίτες να πληρώνουν τους φόρους τους, αλλά παράλληλα το κράτος να μη συσσωρεύει ληξιπρόθεσμες οφειλές. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν οι τοποθετήσεις στο Δημόσιο δεν γίνονται από πολιτικά κόμματα αλλά με βάση αξιοκρατικά κριτήρια -τόσο για τις προσλήψεις όσο και για τις προαγωγές- και όταν οι αποφάσεις των λειτουργών δεν εξαρτώνται από πολιτικές επιρροές. Αυτός είναι και ο λόγος που η Ολλανδία ή η Σουηδία λειτουργούν τόσο καλά.
Τα σενάρια
- Μιλώντας για το μέλλον, πού θα βλέπατε την ελληνική οικονομία τα επόμενα πέντε έτη;
Μόνο ένας τρελός θα θεωρούσε πως μπορεί να προβλέψει πού θα βρίσκεται μια οικονομία σε πέντε έτη. Θα έπρεπε να πάει στον γιατρό και να τον εξετάσουν για παραισθήσεις. Υπάρχουν διαφορετικά σενάρια για την Ελλάδα. Το ένα είναι ότι η ανάπτυξη θα αυξηθεί και πως θα γίνουν επενδύσεις με δεδομένο ότι το κλίμα για ξένες επενδύσεις είναι πολύ καλύτερο απ’ ό,τι τα τελευταία χρόνια. Το κλίμα βασίζεται σε μακροοικονομικές πολιτικές αλλά και στον τρόπο που μεταχειρίζεται το κράτος τους επενδυτές και πόσο γρήγορα λαμβάνονται αποφάσεις.
Και δεν είναι μόνο πολιτική, είναι και η γραφειοκρατία. Αν για μια επένδυση πρέπει να υπάρχουν επιτροπές 73 ατόμων για να αποφασίσουν μια ρύθμιση για τα αεροδρόμια, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης ή το Ελληνικό, τότε φυσικά τα χρήματα αυτά θα επενδυθούν αλλού. Αρα η σταθερότητα και η ενίσχυση της ανάπτυξης είναι σημαντικά. Αρκετές φορές άνθρωποι μπερδεύουν την ενίσχυση της ανάπτυξης με την ενίσχυση της δυνατότητας ανάπτυξης. Αυτό που είναι σημαντικό για την Ελλάδα είναι το δεύτερο, να ενισχυθεί η παραγωγική δυνατότητα της χώρας, κάτι πολύ διαφορετικό από το να ενισχύεται το εισόδημα βάσει κοινωνικών κριτηρίων. Είναι μεν χρήσιμο, αλλά δεν ενισχύει τη δυνατότητα ανάπτυξης της Ελλάδας στα επόμενα χρόνια - δεν αυξάνει τις δυνατότητες της χώρας.
- Θεωρείτε πως η κυβέρνηση έχει πλέον δεσμευτεί στην ενίσχυση της ανάπτυξης, των επενδύσεων και της παραγωγής;
Αν η κυβέρνηση δημιουργούσε μια περιεκτική αναπτυξιακή στρατηγική, η οικονομία θα μπορούσε να πάει πολύ καλά. Για την ώρα, δεν έχω δει να συζητείται μια τέτοια στρατηγική. Μια τέτοια στρατηγική θέτει στόχους και πολιτικές που πρέπει να ακολουθηθούν και έτσι τόσο η δημόσια διοίκηση όσο και οι υπόλοιποι δρώντες μπορούν να εργαστούν σε κλίμα εμπιστοσύνης. Δεν είναι δική μας δουλειά να το δημιουργήσουμε αυτό, θα το βλέπαμε όμως με πολύ ενδιαφέρον.
Τα μέτρα για το χρέος
- Πότε αναμένετε να ξεκινήσει η συζήτηση για το θέμα του χρέους;
Αυτή η συζήτηση συνεχίζεται από το 2012, καθώς αν θυμάστε η Ελλάδα έχει ήδη λάβει απομείωση χρέους κατά 50%. Σχεδιάσαμε και μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους και την τοποθετήσαμε στο τέλος της πρώτης αξιολόγησης (του τότε προγράμματος) αμέσως μετά την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, αλλά δεν έγινε ποτέ και τώρα εργαζόμαστε στη συμφωνία του 2016-17, όπου έχουμε μέτρα στο βραχυπρόθεσμο, στο μεσοπρόθεσμο και το μακροπρόθεσμο επίπεδο. Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα έχουν ολοκληρωθεί και έχουν οδηγήσει σε μακροχρόνια απομείωση του λόγου του χρέους ως προς το ΑΕΠ κατά 25%, άρα έχει ήδη γίνει σημαντική δουλειά. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. Υπάρχει μια γενική αναφορά στο τι θα μπορούσαν να περιέχουν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα και αυτή είναι η βάση συζήτησης για το φετινό καλοκαίρι, στο πλαίσιο βέβαια και της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους από τους θεσμούς και ελπίζω επίσης στη βάση της συμμετοχής του ΔΝΤ.
- Υπάρχει κάποια πρόβλεψη για τη συμμετοχή του ΔΝΤ;
Οι συνάδελφοι στο ΔΝΤ έχουν πλέον μια αρκετά παραγωγική στάση και πιστεύω ότι υπάρχει θέληση απ’ όλες τις πλευρές για παράλληλες εξελίξεις μεταξύ των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και οτιδήποτε το ΔΝΤ οραματίζεται και πιστεύω πως έχουμε όλο και μεγαλύτερη σύγκλιση απόψεων για την Ελλάδα.
- Ας μιλήσουμε για τα μέτρα του χρέους. Ποια θα είναι η μορφή τους;
Θα εφαρμοστούν όλα μαζί ή θα είναι μια συνεχής πορεία; Είναι δύσκολο ερώτημα διότι δεν ξέρουμε ποια εργαλεία θα χρησιμοποιηθούν και σε τι βαθμό θα αποφέρουν ελάφρυνση του χρέους. Είχαμε μακρές συνομιλίες και στη συμφωνία των υπουργών του Eurogroup σημειώνουμε πως θα δοθεί μια ελάφρυνση αν κριθεί αναγκαίο, άρα υπάρχει και αυτός ο παράγοντας. Αν μιλάμε για μέτρα όπως η επιμήκυνση των ωριμάνσεων μέσω κάποιου μακροχρόνιου εργαλείου δεν νομίζω ότι κάποιος θα ήθελε να θέσει όρους στην Ελλάδα που θα σχετίζονται με τις όποιες εξελίξεις μέχρι το 2030. Κανείς δεν το σκέφτεται αυτό. Αρα ας έχουμε πρώτα μια συζήτηση για το τι είδους εργαλεία θα χρησιμοποιηθούν και μετά θα συζητήσουμε το θεσμικό τους πλαίσιο. Γνωρίζουμε όμως ότι, όπως συνέβη και με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, η Ελλάδα θα υπαχθεί στο πλαίσιο της επιτήρησης μετά το πρόγραμμα που προσφέρει μια διαρκή ενισχυμένη επιτήρηση μέχρι να αποπληρωθεί το 75% των οφειλών στους δανειστές.
- Αρα ποια η σύνδεση μεταξύ της επιτήρησης μετά το πρόγραμμα και του χρέους;
Τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος εξαρτώνται από την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, αλλά όχι μόνο. Διότι ο τρόπος που δίνεται η ελάφρυνση χρέους αλλά και το ύψος του ποσού για το μαξιλάρι ρευστότητας, που θα είναι διαθέσιμο στο πλαίσιο του προγράμματος, θα βασίζονται στην εμπιστοσύνη που έχει το Eurogroup για το πόσο θετικές θα είναι οι εξελίξεις αναφορικά με την οικονομική πολιτική της Ελλάδας σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο. Για να το πούμε διαφορετικά, αν κάποιος απολαμβάνει ένα υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης και προσδοκιών ότι η οικονομική και οι άλλες πολιτικές θα συνεχιστούν με πρόσημο την οικονομική και δημοσιονομική σταθερότητα, τότε θα μπορούσε να υπάρχει μεγαλύτερη χρηματοδότηση για το μαξιλάρι από το αν εκτιμηθεί ότι τα χρήματα αυτά θα δίνονταν αμέσως σε προεκλογικά δώρα.
Η επιτήρηση
Το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις δίνουν υποσχέσεις πριν από τις εκλογές δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα. Συμβαίνει παντού -εκτός ίσως από την Ολλανδία. Οι Ολλανδοί είναι οι μόνοι που υπόσχονται πράγματα που γνωρίζουν πως μπορούν να τα πετύχουν. Την εμπιστοσύνη την αποκτάς και τη χάνεις είτε μέσω της καλής είτε της κακής συνεργασίας. Τους τελευταίους μήνες υπάρχει ένα επίπεδο συνεργασίας που το εκτιμούν ιδιαιτέρως πολλά κράτη-μέλη και το οποίο είναι πολύ καλύτερο απ’ ό,τι είχαμε δει στο παρελθόν. Βεβαίως η επιτήρηση μετά το πρόγραμμα είναι κάτι που αφορά όλα τα κράτη-μέλη που είχαν πρόγραμμα. Για την Ελλάδα θα είναι για μεγάλο διάστημα, μέχρι να αποπληρωθεί το 75% των δανείων. Και η επιτήρηση σημαίνει αυτό που λέει η λέξη: δεν γράφεις απλώς μια έκθεση και την αφήνεις στον υπολογιστή. Σημαίνει ότι θα συμβαίνουν πράγματα τα οποία θα κινούνται είτε εντός, είτε εκτός της ορθής τροχιάς (on or off track). Ποια είναι η μεγάλη διαφορά με ένα πρόγραμμα; Δεν υπάρχει αιρεσιμότητα για τις πληρωμές. Το σχήμα βασίζεται στην αλληλεπίδραση ανάμεσα στα ενδιαφερόμενα κράτη-μέλη και την Κομισιόν, ή τους θεσμούς, ή το Eurogroup, ώστε να συζητούν γιατί τα πράγματα κινούνται ίσως εκτός της ορθής τροχιάς και τι είδους διορθωτικές ενέργειες πρέπει να αναληφθούν και πότε. Αν εξετάσουμε μακροχρόνιες συμφωνίες χρηματοδότησης, δεν υπάρχει πουθενά η ιδέα για το πώς θα εκπληρώνει ένα κράτος όρους που συνδέονται με ένα 40ετές ομόλογο με βάση συγκεκριμένες πολιτικές και σε περίπτωση που δεν το κάνει το ομόλογο να αποσύρεται. Αλλά αν υπάρξουν απευθείας χρηματικές μεταβιβάσεις, κάτι που ίσως προκύψει, μπορώ να φανταστώ ότι θα υπάρξει μια συζήτηση αναφορικά με τι θα συνδεθούν αυτές οι μεταφορές.
- Εχουμε διορθώσει τις δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας που μας οδήγησαν στην κρίση;
Τα προγράμματα στήριξης είναι μια μορφή πυροσβεστικής υπηρεσίας όταν καίγεται ένα σπίτι. Βέβαια αυτό ήταν πιο δύσκολο στην αρχή γιατί το 2009 η Ευρωζώνη δεν είχε μια τέτοια Πυροσβεστική και παράλληλα δεν υπήρχαν υδραντλίες που να φτάνουν ως το σπίτι. Οι πυροσβέστες, δε, είχαν εκπαίδευση νοσοκόμου. Αρα εν μέσω παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, όταν ξεκίνησε η ελληνική έπρεπε να εκπαιδεύσουμε από τη μια τους νοσοκόμους μας ως πυροσβέστες και γενικά να φτιάξουμε μια υπηρεσία από το μηδέν. Η ουσία ήταν επομένως να σβήσουμε τη φωτιά και όχι να αποτρέψουμε όλες τις μελλοντικές πυρκαγιές. Το έργο μας για την αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων ανισορροπιών υπήρξε επιτυχές, αλλά το πεδίο της οικονομίας είναι το εξωτερικό περίβλημα, η οικονομική έκφραση των κοινωνικών εντάσεων.
Τώρα είναι στο χέρι της Ελλάδας να αντιμετωπίσει αυτά τα κοινωνικής ή κοινωνιολογικής φύσεως προβλήματα - αυτή είναι η ευθύνη του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Η πολιτική αφορά εκ των πραγμάτων ανταγωνιστικές ιδεολογίες και πεποιθήσεις. Διαφορές υπάρχουν παντού, αλλά υπάρχουν περισσότερο και λιγότερο ανταγωνιστικοί τρόποι επίλυσής τους.
Για την ανάπτυξη μιας κοινωνίας, όταν κάποιος έχει διαδικασίες με τις οποίες μπορεί να συζητήσει με σεβασμό αυτές τις διαφορές και να εργαστεί για λύσεις οι οποίες έχουν ως παρονομαστή το κοινό συμφέρον όλης της κοινωνίας -πάρτε ως παράδειγμα τη Σουηδία ή την Ολλανδία-, αυτό οδηγεί πάντα σε καλύτερα αποτελέσματα από μια χώρα που έχει έναν απολύτως ανταγωνιστικό τρόπο προσέγγισης των πραγμάτων όπως η Βενεζουέλα. Αρα είναι ζήτημα της κάθε χώρας να οργανώσει το πολιτικό και το κοινωνικό της σύστημα όπως θεωρεί ότι θα είναι καλύτερο, αυτό όμως βασίζεται συχνά και στην Ιστορία κάθε τόπου. Για παράδειγμα, στη χώρα μου την Αυστρία επηρεαζόμαστε ακόμη από γεγονότα που έγιναν τον 19ο αιώνα. Δεν μπορούμε, δηλαδή, να υιοθετήσουμε κάτι εντελώς νέο και ουρανοκατέβατο στο σύστημά μας και αυτό να δουλέψει άμεσα. Το ίδιο ισχύει για την Ελλάδα και τη Γερμανία. Η κοινωνία είναι το αποτέλεσμα ιστορικών εξελίξεων. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα.
- Πιστεύετε ότι η πολιτική τάξη της Ελλάδας έχει κάνει τη δική της αυτοκριτική για ό,τι συνέβη;
Ποιος θα το φανταζόταν αυτό που συνέβη; Αν είχε γίνει μια δημοσκόπηση στην Ελλάδα του 2008 για το «ποια θεωρείτε ότι θα είναι τα ποσοστά των κομμάτων το 2015 ή το 2016», κανείς δεν θα προέβλεπε πού θα οδηγούνταν τα πράγματα. Τέτοιες κατακλυσμιαίες εξελίξεις παράγονται από δύο αντιδράσεις. Είτε από την άρνηση είτε από την εσωτερική αναζήτηση. Αμφότερες οι αντιδράσεις είναι κατανοητές και η άρνηση πάντα προηγείται. Ανέκαθεν. Είτε έχουμε να κάνουμε με ένα διαζύγιο, με απώλεια περιουσίας, με έναν θάνατο ή μια χρεοκοπία.
Η εσωτερική αναζήτηση δεν μπορεί να γίνει χωρίς το στάδιο της άρνησης. Θα έλεγα ότι εντός των πολιτικών κομμάτων της Ελλάδας υπάρχει μεγάλος αριθμός ατόμων που βρίσκονται στο στάδιο της άρνησης και άλλοι που είναι στη φάση της εσωτερικής αναζήτησης. Το σημαντικό για την Ελλάδα είναι τους επόμενους μήνες και χρόνια αυτοί που είναι σε φάση εσωτερικής αναζήτησης να είναι ισχυρότεροι από αυτούς που είναι σε άρνηση, η φωνή όσων λένε πως για όλα φταίνε οι ξένοι να μην υπερισχύει έναντι εκείνων που πιστεύουν ότι πρέπει κι εμείς να κάνουμε κάποια πράγματα διαφορετικά. Αυτό όμως δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά μόνο την Ελλάδα - ισχύει και για την Αυστρία και για όλες τις χώρες.
Οι ευθύνες
- Εργαστήκατε στα προγράμματα όλων των χωρών. Στο πεδίο της ανάληψης ευθυνών τι διαφορές είδατε μεταξύ των κρατών;
Κάθε χώρα έχει διαφορετική Ιστορία. Οι χώρες έχουν διαφορετικό βαθμό επαφής με τον εξωτερικό κόσμο και την παγκόσμια κοινότητα. Πάρτε για παράδειγμα την Ιρλανδία, η οποία λόγω της γεωγραφίας και της Ιστορίας της είχε τεράστιους δεσμούς με τις ΗΠΑ και άλλα μέρη όπως η Βρετανική Αυτοκρατορία. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους είναι από τη μια πολίτες του κόσμου και από την άλλη αγκιστρωμένοι στην ιρλανδική κουλτούρα. Γι’ αυτό και η Ιρλανδία είχε μακράν την πιο εντατική και παραγωγική διαδικασία εσωτερικής αναζήτησης και κριτικής, που θεωρώ ότι τους οδήγησε σε ένα διαφορετικό μείγμα πολιτικής - όχι μόνο μέτρων. Αυτό έκανε τη διαφορά, τους βοήθησε να μην ξανακάνουν τα ίδια λάθη. Θα ήθελα επίσης να αναφερθώ και στην Ισπανία. Και εκεί υπήρχε ένας εντατικός διάλογος. «Τι κάναμε λάθος και ήρθε η κρίση;» διερωτήθηκαν. Μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι μέρος της ισπανικής κρίσης ήρθε λόγω προβλημάτων στον σχεδιασμό της Ευρωζώνης και ένα άλλο μέρος εξαιτίας των χαμηλών επιτοκίων κατά την ένταξή τους στο ευρώ. Τα επιτόκια ήταν τόσο χαμηλά και μάλλον θα έπρεπε να διερωτηθεί κανείς νωρίτερα για το τι προβλήματα προκαλεί αυτός ο αλόγιστος δανεισμός. Παρ’ όλα αυτά, διερωτήθηκαν τι πήγε λάθος και η πολιτική τους άλλαξε σε μεγάλο βαθμό.
- Η Πορτογαλία αυτή τη στιγμή βιώνει αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης και μείωση της ανεργίας. Ως χώρα μοιάζει περισσότερο στην Ελλάδα από την Ισπανία και την Ιρλανδία. Ποια ήταν η διαφορά στη συνεργασία σας με τη χώρα αυτή σε σύγκριση με την Ελλάδα;
Δύσκολη ερώτηση, δεν το έχω σκεφτεί διεξοδικά. Είχαμε πολύ πιο ομαλή συνεργασία με τις πορτογαλικές κυβερνήσεις σε σύγκριση με τις ελληνικές. Είχαμε την αίσθηση ότι στην Πορτογαλία, παρά τις δυσκολίες που έχει η εφαρμογή ενός προγράμματος, υπήρχε μια γνήσια αναγνώριση από μέρους της κυβέρνησής τους ότι κάτι πήγε λάθος στο παρελθόν, ότι οι μεταρρυθμίσεις έχουν στόχο να τους βγάλουν από τη κρίση τους και πως ό,τι γινόταν, γινόταν για την Πορτογαλία και όχι για την Κομισιόν.
Η πορτογαλική κρατική διοίκηση είναι πολύ μεγαλύτερη και μακράν καλύτερα στελεχωμένη από την ελληνική. Η εμπιστοσύνη ανάμεσα στην πορτογαλική πολιτική τάξη και την κρατική διοίκηση είναι πολύ μεγαλύτερη. Στην Ελλάδα όταν αλλάζει μια κυβέρνηση, όλα τα άτομα με τα οποία είμαι σε επικοινωνία εξαφανίζονται. Ολοι οι ομόλογοί μου στο Δημόσιο φεύγουν και αντικαθίστανται από άλλους ή παραγκωνίζονται. Ενας τεράστιος αριθμός δημοσίων υπαλλήλων με πολιτικούς δεσμούς κατέστρεφε την ομαλή μετάβαση από το ένα πρόγραμμα στο άλλο. Αρα πρέπει να γίνει κάτι για την εμπιστοσύνη που έχουν οι Ελληνες πολιτικοί στην κρατική διοίκηση. Στην Πορτογαλία υπάρχει ένας πυρήνας διοικητικών υπαλλήλων που παραμένουν στη θέση τους και αποδίδουν.
Εξι-εφτά χρόνια πριν, ρώτησα ένα κλιμάκιο του ΔΝΤ: «Μα καλά, γιατί, διάολε, δεν παρείχατε τεχνική βοήθεια στην Ελλάδα το ’80;». Μου απάντησαν ότι φυσικά και παρείχαν τέτοια βοήθεια στην Ελλάδα, «όμως με το που φύγαμε όλα αναιρέθηκαν και εξαφανίστηκαν».
- Βγαίνοντας από την κρίση ποια είναι πλέον η εικόνα που έχετε για την ελληνική διοίκηση, με δεδομένες και τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν;
Οι μεταρρυθμίσεις είναι σημαντικές και φυσικά δύσκολες, όσο αναγκαίες και αν είναι, διότι έχουν να κάνουν με ανθρώπους και έχουν επιπτώσεις τόσο στην εργασία όσο στις ζωές τους. Δεν πρέπει όμως να τις θεωρούμε διαδικασία που συμβαίνει μια και έξω. Σβήσαμε τη φωτιά, αλλά η δουλειά πρέπει να συνεχίσει και να διατηρηθεί. Ο πυρήνας στον οποίο μπορούν να οικοδομηθούν οι μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση υπάρχει. Το θέμα είναι να καταφέρετε με αυτές τις μεταρρυθμίσεις οι πολίτες να έχουν ίση πρόσβαση στη δημόσια διοίκηση και τη Δικαιοσύνη σε ένα καθεστώς ισότητας και ισονομίας. Να λειτουργούν τα πράγματα επαγγελματικά και γρήγορα. Οι πολίτες να πληρώνουν τους φόρους τους, αλλά παράλληλα το κράτος να μη συσσωρεύει ληξιπρόθεσμες οφειλές. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν οι τοποθετήσεις στο Δημόσιο δεν γίνονται από πολιτικά κόμματα αλλά με βάση αξιοκρατικά κριτήρια -τόσο για τις προσλήψεις όσο και για τις προαγωγές- και όταν οι αποφάσεις των λειτουργών δεν εξαρτώνται από πολιτικές επιρροές. Αυτός είναι και ο λόγος που η Ολλανδία ή η Σουηδία λειτουργούν τόσο καλά.
Τα σενάρια
- Μιλώντας για το μέλλον, πού θα βλέπατε την ελληνική οικονομία τα επόμενα πέντε έτη;
Μόνο ένας τρελός θα θεωρούσε πως μπορεί να προβλέψει πού θα βρίσκεται μια οικονομία σε πέντε έτη. Θα έπρεπε να πάει στον γιατρό και να τον εξετάσουν για παραισθήσεις. Υπάρχουν διαφορετικά σενάρια για την Ελλάδα. Το ένα είναι ότι η ανάπτυξη θα αυξηθεί και πως θα γίνουν επενδύσεις με δεδομένο ότι το κλίμα για ξένες επενδύσεις είναι πολύ καλύτερο απ’ ό,τι τα τελευταία χρόνια. Το κλίμα βασίζεται σε μακροοικονομικές πολιτικές αλλά και στον τρόπο που μεταχειρίζεται το κράτος τους επενδυτές και πόσο γρήγορα λαμβάνονται αποφάσεις.
Και δεν είναι μόνο πολιτική, είναι και η γραφειοκρατία. Αν για μια επένδυση πρέπει να υπάρχουν επιτροπές 73 ατόμων για να αποφασίσουν μια ρύθμιση για τα αεροδρόμια, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης ή το Ελληνικό, τότε φυσικά τα χρήματα αυτά θα επενδυθούν αλλού. Αρα η σταθερότητα και η ενίσχυση της ανάπτυξης είναι σημαντικά. Αρκετές φορές άνθρωποι μπερδεύουν την ενίσχυση της ανάπτυξης με την ενίσχυση της δυνατότητας ανάπτυξης. Αυτό που είναι σημαντικό για την Ελλάδα είναι το δεύτερο, να ενισχυθεί η παραγωγική δυνατότητα της χώρας, κάτι πολύ διαφορετικό από το να ενισχύεται το εισόδημα βάσει κοινωνικών κριτηρίων. Είναι μεν χρήσιμο, αλλά δεν ενισχύει τη δυνατότητα ανάπτυξης της Ελλάδας στα επόμενα χρόνια - δεν αυξάνει τις δυνατότητες της χώρας.
- Θεωρείτε πως η κυβέρνηση έχει πλέον δεσμευτεί στην ενίσχυση της ανάπτυξης, των επενδύσεων και της παραγωγής;
Αν η κυβέρνηση δημιουργούσε μια περιεκτική αναπτυξιακή στρατηγική, η οικονομία θα μπορούσε να πάει πολύ καλά. Για την ώρα, δεν έχω δει να συζητείται μια τέτοια στρατηγική. Μια τέτοια στρατηγική θέτει στόχους και πολιτικές που πρέπει να ακολουθηθούν και έτσι τόσο η δημόσια διοίκηση όσο και οι υπόλοιποι δρώντες μπορούν να εργαστούν σε κλίμα εμπιστοσύνης. Δεν είναι δική μας δουλειά να το δημιουργήσουμε αυτό, θα το βλέπαμε όμως με πολύ ενδιαφέρον.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr