Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου: Από τη Βέμπο μέχρι τον Αλέξη
Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου: Από τη Βέμπο μέχρι τον Αλέξη
Η βουλευτής μιλά για τη νονά της Σοφία Βέμπο, τον καημό της να γίνει θεατρίνα αλλά και για τον Παπανδρέου που της πρότεινε να πολιτευτεί, τον Βασίλη Λεβέντη και τις χορηγίες που του έδωσε, μα και τον «εξαιρετικό Κρητίκαρο» Πολάκη που ακόμα δεν ξέρει τι ζώδιο είναι!
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η πόρτα του γραφείου της ανοίγει απότομα. Ο άνδρας που στέκει πίσω της μοιάζει σαν να ’χει τερματίσει σε αγώνα αντοχής δρόμου: «Μα γιατί το κάνατε πάλι αυτό, κυρία Μεγαλοοικονόμου; Γιατί φύγατε μόνη σας χωρίς να ενημερώσετε; Αν σας συμβεί κάτι, εγώ θα είμαι υπόλογος. Εγώ, που είμαι υπεύθυνος για την ασφάλειά σας». Εκείνη γελά σαν κοριτσάκι σε mood σκασιαρχείου και παίζοντας με το μπρελόκ των κλειδιών της, δώρο του συζύγου της, που φέρει την επιγραφή «I’m the boss», του απαντά: «Ελα, βρε Νίκο μου. Πώς κάνεις έτσι; Δεν θα συμβεί απολύτως τίποτα. Εμένα ο κόσμος με αγαπά, “Ρίχ’ τους τα, κοπελάρα μου!”, μου φωνάζουν στον δρόμο». Και ύστερα με κοιτάζει κλείνοντάς μου συνωμοτικά το μάτι: «Ετσι ήμουν από μικρή. Ατακτη και πεισματάρα».
Γαντζωμένη στη φράση της, της ζητάω ένα ταξίδι στο παρελθόν. Δεν θέλω να μπούμε ακόμη στο μονοπάτι της πολιτικής, φαντάζει πολύ σκοτεινό, πολύ βαρύ μπρος στον αέρα της ανεμελιάς που εκπέμπει η ατίθαση teenager της πολιτικής σκηνής Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου: «Γεννήθηκα στην Αγιά Σοφιά του Πειραιά και υπήρξα ένα παιδί χαρούμενο, άτακτο και πεισματάρικο. Κανείς δεν μπορούσε να με κάνει καλά. Μου άρεσε να παίζω με τ’ αγόρια, βαριόμουν τις κούκλες και τα κοριτσίστικα νάζια, ό,τι είχα να πω και να κάνω το έλεγα και το έκανα χωρίς να σηκώνω μύγα στο σπαθί μου», λέει αφήνοντας στα χέρια μου ένα μάτσο από φωτογραφίες εκείνης της εποχής: «Να φανταστείς ότι δεν έχω κάνει ούτε ένα εμβόλιο. Ο παιδίατρος δεν μπορούσε να με κάνει καλά και οι γονείς μου σήκωσαν τα χέρια ψηλά.
Το μεγάλο μου όνειρο ήταν να γίνω πολιτικός μηχανικός γιατί ήθελα να ανεβαίνω στις σκαλωσιές. Μου άρεσε ωστόσο πολύ το θέατρο και το τραγούδι. Ηθελα να γίνω και ηθοποιός. Σαν την Αλίκη τραγουδούσα το “Νιάου, νιάου βρε γατούλα” στη γειτονιά ενώ στις θεατρικές παραστάσεις του σχολείου είχα πάντα ρόλους πρωταγωνιστικούς. Θυμάμαι μία φορά στο Δημοτικό που δώσανε τον ρόλο της Μπουμπουλίνας σε κάποια άλλη, τη στιγμή που ήταν ξαπλωμένη στη σκηνή τής έβαλα σκόρδα στη μύτη κι εκείνη φώναζε: “Βγάλτε μου τα σκόρδα από τη μύτη, θα σκάσω!”. Θυμάμαι επίσης τα λόγια της νονάς μου, της Σοφίας Βέμπο, προς τον πατέρα μου: “Πασχάλη, το κορίτσι πρέπει να πάει στο Εθνικό” και την απάντησή του: “Σοφία, καλύτερα να αλλάξουμε θέμα...”. Από εκείνη την ημέρα ο πατέρας μου δεν με ξαναπήγε ποτέ στο θέατρο...».
Το θέμα δεν άλλαζε ωστόσο πάντα με την ίδια ευκολία κάθε φορά που η μικρή Θεοδώρα έπαιρνε μια μεγάλη απόφαση για τη ζωή της. Η τελευταία θα γινόταν πραγματικότητα «ο ουρανός να κατέβαινε κάτω»: «Οταν τελείωσα το Δημοτικό, είπα στον πατέρα μου ότι ήθελα να πάω Γυμνάσιο στη Ράλλειο Σχολή. Πως έπρεπε να μου εξασφαλίσει το πολυπόθητο χαρτί με την κατάλληλη διεύθυνση κοντά στο Δημοτικό Θέατρο προκειμένου να μπορέσω να δώσω εξετάσεις. Αν δεν το έκανε, του είπα ότι ήμουν αποφασισμένη να παρατήσω το σχολείο. Να πάω να εργαστώ σε κάποιο εργοστάσιο, όπως είχαν κάνει πολλές συμμαθήτριές μου». Μπροστά στο δίλημμα «Ράλλειος ή εργάτρια», η οικογένεια εξασφαλίζει στην πεισματάρα Θεοδώρα το πολυπόθητο δικαιολογητικό, εκείνη πετυχαίνει να εισαχθεί μέσα στις δέκα πρώτες υποψήφιες στη διάσημη Πειραματική Σχολή του Πειραιά, η πρώτη της επανάσταση έχει στεφθεί με επιτυχία: «Ηθελα πάντοτε τα δύσκολα για να δείχνω την αξία μου».
Οι δύσκολοι έρωτες και ο 50ός ψαλμός του Δαβίδ!
Αναρωτιέμαι αν το ατίθασο κορίτσι είχε την εποχή εκείνη κάποιον μαθητικό έρωτα ικανό να τιθασεύσει την ασυμβίβαστη φύση της: «Με ρωτάτε για εκείνη την εποχή για έρωτες», λέει γελώντας δυνατά: «Ποιοι έρωτες; Ποιος να σε ερωτευτεί; Μας είχαν με κάτι φούστες μέχρι τον αστράγαλο και αριθμό μαθητολογίου στο πέτο σαν τους κατάδικους, μας έλεγχαν καθημερινά τα φρύδια και τις γάμπες μήπως και έλειπε η παραμικρή τρίχα! Εκτός αυτών, και παρότι απέναντί μας βρισκόταν η Ιωνίδειος Σχολή που ήταν αρρένων, αν μας έβλεπαν να μιλάμε με κάποιο αγόρι στη στάση είχαμε την αποβολή στο τσεπάκι. Αλλες εποχές. Απόλυτες. Αυταρχικές. Να φανταστείτε ότι η θεολόγος με είχε βάλει να γράψω 100 φορές τον 50ό ψαλμό του Δαβίδ επειδή είχα κομπιάσει σε κάποιο σημείο του. Είχα βάλει όλη τη γειτονιά να μου γράφει τον ψαλμό! Να σας τον πω;». Μου τον λέει, κορδώνοντας το κορμί σαν μαθήτρια που απαγγέλλει ποίημα σε σχολική γιορτή, η «εξέταση» τελειώνει, όπως ακριβώς και το σχολείο: «Τι έκανα μετά; Ούτε λόγος για μια θέση στο Δημόσιο παρότι το δικαιούμουν ως τέκνο αναπήρου πολέμου». Κάπως έτσι, η Θεοδώρα εισάγεται στο Οικονομικό Τμήμα της Παντείου, ενώ παράλληλα ξεκινά να εργάζεται σε γνωστή ναυτιλιακή εταιρεία. «Το πανεπιστήμιο δεν το τελείωσα, έφτασα μέχρι το τρίτο έτος, γιατί ερωτεύτηκα. Ημουν μόλις 18 ετών», θυμάται.
«Θεού δώρο», μητέρα, workaholic και γλεντζού
Δεκαοκτώ ετών. Καθισμένη σε μια καφετέρια της Κρήτης ανάμεσα σε συγγενείς. Απέναντί της, ένας άνδρας, ο Κώστας Μεγαλοοικονόμου, κοιτάζει επίμονα μία εκείνη και μία το ρολόι του. Μισή ώρα αργότερα πληρώνει τον λογαριασμό και αφήνει κρυφά στα χέρια της Θεοδώρας ένα ραβασάκι με το όνομα και το τηλέφωνό του: «Οταν του τηλεφώνησα, μέρες μετά, με αποκάλεσε “δώρο Θεού” καθώς, όπως μου είπε, του είχα σώσει τη ζωή. Λόγω του φλερτ που μου έκανε εκείνη την ημέρα έχασε την πτήση του για Αθήνα, μία πτήση που έπεσε στην Κερατέα, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους όλοι οι επιβάτες. Επειδή το όνομά του υπήρχε στη λίστα των επιβατών, όταν μπήκε στο σπίτι του οι δικοί του νόμιζαν ότι έβλεπαν μπροστά τους φάντασμα. Τον είχαν για νεκρό. Από εκείνη τη μέρα δεν με φώναξε ποτέ με το όνομά μου αλλά “δώρο Θεού”».
Ο γάμος με τον Πειραιώτη Κώστα Μεγαλοοικονόμου, επιχειρηματία στον χώρο του κοσμήματος, τελείται δύο χρόνια αργότερα, το 1973, το ζευγάρι αποκτά το πρώτο του παιδί, έναν γιο, και ενάμιση χρόνο μετά το δεύτερο, μία κόρη: «Είναι ωραίο να είσαι με έναν άνδρα μια ολόκληρη ζωή. Είμαστε μαζί 47 ολόκληρα χρόνια και αισθανόμαστε σαν να γνωριστήκαμε χθες. Ολον αυτόν τον καιρό ήμασταν παντού μαζί: (στο σπίτι, στη δουλειά, σε κοινωνικές υποχρεώσεις) χωρίς να βαρεθούμε στιγμή. Οταν τύχαινε να μη βρεθούμε για κάποιες μέρες, λόγω επαγγελματικών ταξιδιών του ενός ή του άλλου στο εξωτερικό, παθαίναμε στερητικό σύνδρομο».
Γαντζωμένη στη φράση της, της ζητάω ένα ταξίδι στο παρελθόν. Δεν θέλω να μπούμε ακόμη στο μονοπάτι της πολιτικής, φαντάζει πολύ σκοτεινό, πολύ βαρύ μπρος στον αέρα της ανεμελιάς που εκπέμπει η ατίθαση teenager της πολιτικής σκηνής Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου: «Γεννήθηκα στην Αγιά Σοφιά του Πειραιά και υπήρξα ένα παιδί χαρούμενο, άτακτο και πεισματάρικο. Κανείς δεν μπορούσε να με κάνει καλά. Μου άρεσε να παίζω με τ’ αγόρια, βαριόμουν τις κούκλες και τα κοριτσίστικα νάζια, ό,τι είχα να πω και να κάνω το έλεγα και το έκανα χωρίς να σηκώνω μύγα στο σπαθί μου», λέει αφήνοντας στα χέρια μου ένα μάτσο από φωτογραφίες εκείνης της εποχής: «Να φανταστείς ότι δεν έχω κάνει ούτε ένα εμβόλιο. Ο παιδίατρος δεν μπορούσε να με κάνει καλά και οι γονείς μου σήκωσαν τα χέρια ψηλά.
Το μεγάλο μου όνειρο ήταν να γίνω πολιτικός μηχανικός γιατί ήθελα να ανεβαίνω στις σκαλωσιές. Μου άρεσε ωστόσο πολύ το θέατρο και το τραγούδι. Ηθελα να γίνω και ηθοποιός. Σαν την Αλίκη τραγουδούσα το “Νιάου, νιάου βρε γατούλα” στη γειτονιά ενώ στις θεατρικές παραστάσεις του σχολείου είχα πάντα ρόλους πρωταγωνιστικούς. Θυμάμαι μία φορά στο Δημοτικό που δώσανε τον ρόλο της Μπουμπουλίνας σε κάποια άλλη, τη στιγμή που ήταν ξαπλωμένη στη σκηνή τής έβαλα σκόρδα στη μύτη κι εκείνη φώναζε: “Βγάλτε μου τα σκόρδα από τη μύτη, θα σκάσω!”. Θυμάμαι επίσης τα λόγια της νονάς μου, της Σοφίας Βέμπο, προς τον πατέρα μου: “Πασχάλη, το κορίτσι πρέπει να πάει στο Εθνικό” και την απάντησή του: “Σοφία, καλύτερα να αλλάξουμε θέμα...”. Από εκείνη την ημέρα ο πατέρας μου δεν με ξαναπήγε ποτέ στο θέατρο...».
Το θέμα δεν άλλαζε ωστόσο πάντα με την ίδια ευκολία κάθε φορά που η μικρή Θεοδώρα έπαιρνε μια μεγάλη απόφαση για τη ζωή της. Η τελευταία θα γινόταν πραγματικότητα «ο ουρανός να κατέβαινε κάτω»: «Οταν τελείωσα το Δημοτικό, είπα στον πατέρα μου ότι ήθελα να πάω Γυμνάσιο στη Ράλλειο Σχολή. Πως έπρεπε να μου εξασφαλίσει το πολυπόθητο χαρτί με την κατάλληλη διεύθυνση κοντά στο Δημοτικό Θέατρο προκειμένου να μπορέσω να δώσω εξετάσεις. Αν δεν το έκανε, του είπα ότι ήμουν αποφασισμένη να παρατήσω το σχολείο. Να πάω να εργαστώ σε κάποιο εργοστάσιο, όπως είχαν κάνει πολλές συμμαθήτριές μου». Μπροστά στο δίλημμα «Ράλλειος ή εργάτρια», η οικογένεια εξασφαλίζει στην πεισματάρα Θεοδώρα το πολυπόθητο δικαιολογητικό, εκείνη πετυχαίνει να εισαχθεί μέσα στις δέκα πρώτες υποψήφιες στη διάσημη Πειραματική Σχολή του Πειραιά, η πρώτη της επανάσταση έχει στεφθεί με επιτυχία: «Ηθελα πάντοτε τα δύσκολα για να δείχνω την αξία μου».
Οι δύσκολοι έρωτες και ο 50ός ψαλμός του Δαβίδ!
Αναρωτιέμαι αν το ατίθασο κορίτσι είχε την εποχή εκείνη κάποιον μαθητικό έρωτα ικανό να τιθασεύσει την ασυμβίβαστη φύση της: «Με ρωτάτε για εκείνη την εποχή για έρωτες», λέει γελώντας δυνατά: «Ποιοι έρωτες; Ποιος να σε ερωτευτεί; Μας είχαν με κάτι φούστες μέχρι τον αστράγαλο και αριθμό μαθητολογίου στο πέτο σαν τους κατάδικους, μας έλεγχαν καθημερινά τα φρύδια και τις γάμπες μήπως και έλειπε η παραμικρή τρίχα! Εκτός αυτών, και παρότι απέναντί μας βρισκόταν η Ιωνίδειος Σχολή που ήταν αρρένων, αν μας έβλεπαν να μιλάμε με κάποιο αγόρι στη στάση είχαμε την αποβολή στο τσεπάκι. Αλλες εποχές. Απόλυτες. Αυταρχικές. Να φανταστείτε ότι η θεολόγος με είχε βάλει να γράψω 100 φορές τον 50ό ψαλμό του Δαβίδ επειδή είχα κομπιάσει σε κάποιο σημείο του. Είχα βάλει όλη τη γειτονιά να μου γράφει τον ψαλμό! Να σας τον πω;». Μου τον λέει, κορδώνοντας το κορμί σαν μαθήτρια που απαγγέλλει ποίημα σε σχολική γιορτή, η «εξέταση» τελειώνει, όπως ακριβώς και το σχολείο: «Τι έκανα μετά; Ούτε λόγος για μια θέση στο Δημόσιο παρότι το δικαιούμουν ως τέκνο αναπήρου πολέμου». Κάπως έτσι, η Θεοδώρα εισάγεται στο Οικονομικό Τμήμα της Παντείου, ενώ παράλληλα ξεκινά να εργάζεται σε γνωστή ναυτιλιακή εταιρεία. «Το πανεπιστήμιο δεν το τελείωσα, έφτασα μέχρι το τρίτο έτος, γιατί ερωτεύτηκα. Ημουν μόλις 18 ετών», θυμάται.
«Θεού δώρο», μητέρα, workaholic και γλεντζού
Δεκαοκτώ ετών. Καθισμένη σε μια καφετέρια της Κρήτης ανάμεσα σε συγγενείς. Απέναντί της, ένας άνδρας, ο Κώστας Μεγαλοοικονόμου, κοιτάζει επίμονα μία εκείνη και μία το ρολόι του. Μισή ώρα αργότερα πληρώνει τον λογαριασμό και αφήνει κρυφά στα χέρια της Θεοδώρας ένα ραβασάκι με το όνομα και το τηλέφωνό του: «Οταν του τηλεφώνησα, μέρες μετά, με αποκάλεσε “δώρο Θεού” καθώς, όπως μου είπε, του είχα σώσει τη ζωή. Λόγω του φλερτ που μου έκανε εκείνη την ημέρα έχασε την πτήση του για Αθήνα, μία πτήση που έπεσε στην Κερατέα, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους όλοι οι επιβάτες. Επειδή το όνομά του υπήρχε στη λίστα των επιβατών, όταν μπήκε στο σπίτι του οι δικοί του νόμιζαν ότι έβλεπαν μπροστά τους φάντασμα. Τον είχαν για νεκρό. Από εκείνη τη μέρα δεν με φώναξε ποτέ με το όνομά μου αλλά “δώρο Θεού”».
Ο γάμος με τον Πειραιώτη Κώστα Μεγαλοοικονόμου, επιχειρηματία στον χώρο του κοσμήματος, τελείται δύο χρόνια αργότερα, το 1973, το ζευγάρι αποκτά το πρώτο του παιδί, έναν γιο, και ενάμιση χρόνο μετά το δεύτερο, μία κόρη: «Είναι ωραίο να είσαι με έναν άνδρα μια ολόκληρη ζωή. Είμαστε μαζί 47 ολόκληρα χρόνια και αισθανόμαστε σαν να γνωριστήκαμε χθες. Ολον αυτόν τον καιρό ήμασταν παντού μαζί: (στο σπίτι, στη δουλειά, σε κοινωνικές υποχρεώσεις) χωρίς να βαρεθούμε στιγμή. Οταν τύχαινε να μη βρεθούμε για κάποιες μέρες, λόγω επαγγελματικών ταξιδιών του ενός ή του άλλου στο εξωτερικό, παθαίναμε στερητικό σύνδρομο».
Το ζευγάρι δουλεύει σκληρά, οι δουλειές πηγαίνουν από το καλό στο καλύτερο ανοίγουν εργαστήριο χρυσοχοΐας και καταστήματα σε Αθήνα και Κύθηρα, ενώ η Θεοδώρα πηγαίνει για ένα διάστημα στην Ιταλία όπου παίρνει πτυχίο Γεμολογίας. Μαζί κατακτούν την επαγγελματική επιτυχία και πολλά χρήματα: «Τίποτα δεν μου έλειψε. Είχα την υγεία μου, την οικογένειά μου, τα λούσα μου, τις γούνες μου, τα κοσμήματά μου, τα ταξίδια μου, τα γλέντια μου. Δουλεύαμε 20 ώρες την ημέρα και μετά πηγαίναμε καπάκι στο “On The Rocks” και στα “Δειλινά” χορεύαμε, πίναμε, διασκεδάζαμε κι ύστερα κατευθείαν πάλι για δουλειά στις 6 το πρωί. Ακόμη και τώρα πηγαίνω σε ντίσκο. Πριν από λίγο καιρό είχαμε βγει με τον σύζυγο για φαγητό, άκουσα στο ραδιόφωνο ένα τραγούδι που μου άρεσε και καταλήξαμε στο “Vinilio” για χορό. Ξενύχτια πολλά. Τι να την κάνεις μια ζωή “ταγμένη” μόνο στη δουλειά και στον ύπνο;».
Δεκαέξι χρόνια μετά τη γέννηση του πρώτου παιδιού της, σε κάποιο μεσημεριανό τραπέζι, ο «εχθρός» του... γήρατος τρυπώνει στον νου της Θεοδώρας κι εκείνη αποφασίζει μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου τον τρόπο με τον οποίο θα πετύχαινε την «αναχαίτισή» του: «Ηταν Κυριακή και είχε έρθει στο σπίτι για φαγητό ένας frere από το σχολείο των παιδιών μου, ο Frere Polycarpe, ο οποίος πάνω στην κουβέντα γύρισε και μας είπε: “Να ξέρετε πως ένα ζευγάρι γερνάει όταν φύγει από το σπίτι το τελευταίο παιδί”. Αυτό ήταν! Ο γιος μου πλησίαζε τα 17 και η κόρη μου τα 16. Σε λίγο καιρό θα έφευγαν από τα σπίτι. Κι εγώ; Εγώ θα γερνούσα από τα 37 μου; Καλώ λοιπόν ένα οικογενειακό συμβούλιο, καταθέτω τη σκέψη της απόκτησης ένα ακόμη παιδιού, γίνεται δεκτή, κι έτσι 17 σχεδόν χρόνια μετά από τον ερχομό του πρώτου παιδιού μας ήρθε στον κόσμο και το τρίτο παιδί μας, ο βενιαμίν της οικογένειας. Είχε πολλή πλάκα όταν πήγα να γεννήσω. Στο μαιευτήριο οι μαίες και οι γιατροί μου έλεγαν: “Τα αδέλφια σας ρωτάνε συνεχώς πώς είστε”. “Ποια αδέλφια μου;”, τους απαντούσα. Μάλλον τα παιδιά μου εννοείτε!”. Ημουν και είμαι καλή μητέρα, φίλη με τα παιδιά μου. Ηθελα να είναι αυτόνομα και αυτεξούσια. Τους άφηνα να έχουν πρωτοβουλίες. Επέβλεπα διακριτικά χωρίς ποτέ να τους επιβάλω τις όποιες απόψεις μου».
Ο Ανδρέας, ο Λεβέντης, ο Κρητίκαρος και ο ηγέτης
Η κουβέντα γυρίζει τώρα στα μονοπάτια της πολιτικής, εκεί όπου το τελευταίο διάστημα η Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου πνέει σαν θυελλώδης άνεμος κερνώντας τους αντιπάλους της κουραμπιέδες, φαρμακερές ατάκες και... πανέρια γεμάτα ζαρζαβατικά. Αναφέρεται στην τραγωδία «Βουλτεψιάδα» που ταιριάζει περισσότερο στην Επίδαυρο παρά στο Ελληνικό Κοινοβούλιο και στην αγωγή που ετοιμάζεται να καταθέσει εναντίον του Γιάννη Καλλιάνου λόγω της on air ατάκας: «Δεν ντρέπεσαι στην ηλικία σου να σε σατιρίζει ο Κανάκης; Εβδομήντα χρονών είσαι πια!». «Οχι δεν είμαι εβδομήντα! Εκατόν ένα είμαι!», μου λέει δυνατά.
Γελάω δυνατά, με ακολουθεί τινάζοντας τα χέρια στον αέρα, ενώ ένα ακόμη φλιτζάνι καφέ κρίνεται κάτι παραπάνω αναγκαίο: «Η πρώτη φορά που μου έγινε πρόταση να κατέβω στην πολιτική ήταν το 1985 από τον Ανδρέα Παπανδρέου μέσω κάποιων φίλων-στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Τότε αρνήθηκα γιατί είχα την ευθύνη της επιχείρησης και δύο μικρά παιδιά. Τι είδε ο Ανδρέας σε μένα και μου πρότεινε να κατέβω ως υποψήφια βουλευτής με το ΠΑΣΟΚ; Το ότι ήμουν πάρα πολύ δραστήρια, γνώριζα οικονομικά και κατείχα τα θέματα της αγοράς. Ο Ανδρέας ήταν πρότυπό μου, ένας πραγματικός ηγέτης. Αυτό είδα στον Τσίπρα, την προσωπικότητα του Ανδρέα. Ο Αλέξης δεν φοβάται τα πολιτικά κόστη και δεν έχει βαρίδια όπως ο Μητσοτάκης, τα οποία ακούν στα ονόματα Αδωνις Γεωργιάδης και Μάκης Βορίδης. Ο Αλέξης, όπως ακριβώς και ο Ανδρέας, σε τραβάει σαν μαγνήτης, γι’ αυτό και ο Τσίπρας θα γράψει μεγάλη ιστορία στην πολιτική ζωή του τόπου».
Της ζητάω να κάνουμε μία παύση. Να επιστρέψουμε στη δική της πορεία στην πολιτική προτού τα βήματά της διασταυρωθούν με εκείνα του ΣΥΡΙΖΑ. Της επισημαίνω ότι ο πρόεδρος της Ενωσης Κεντρώων, ο οποίος στις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015 την έβαλε στην πρώτη θέση του ψηφοδελτίου του κόμματός του εξασφαλίζοντάς της έτσι την είσοδό της στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, είχε πει για εκείνη ότι την είδε για πρώτη φορά στη ζωή του λίγο πριν από τις εκλογές, όταν τον επισκέφθηκε στα γραφεία του κόμματος κρατώντας στα χέρια της μια εικόνα της Παναγίας: «Βοήθειά του!», λέει γελώντας η Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου και συνεχίζει: «Οταν ερχόταν στις εκθέσεις χρυσοχοΐας στον ΟΛΠ του Πειραιά κι έλεγα στους συναδέλφους “θα του δίνετε από πενταχίλιαρο και πάνω για να τον στηρίξουμε” μάλλον θα συναντούσε τον κλώνο μου. Ο κλώνος μου επίσης πρέπει να ήταν αυτός που τον σύστησε στους εφοπλιστές. Δεν μπορείτε να διανοηθείτε πόσα λεφτά έχω χαλάσει όσο ήμουν με τον Λεβέντη: σε συνέδρια, σε ειδικά σχολεία, σε διάφορες δράσεις. Ενα ευχαριστώ δεν άκουσα ποτέ. Δεν έχω τι να πω παρά μόνο ότι δεν του κρατάω καμία κακία. Γενικά δεν κρατάω κακίες. Το να προωθεί όμως τον γιο του με τέτοιον τρόπο θρέφοντας το τέρας της οικογενειοκρατίας ήταν κάτι το οποίο δεν μπορούσα να ανεχτώ γι’ αυτό και αποχώρησα από το κόμμα. Γι’ αυτό δεν μου αρέσει και η Ν.Δ. Προορίζει τον έναν για πρωθυπουργό, τον άλλον για δήμαρχο, τον παράλλο για βουλευτή και τον σκύλο της οικογενείας για πρόεδρο των σκύλων της χώρας. Ακόμη και αν ο Κυριάκος είναι ικανός, το όνομά του είναι μια σκούπα που τον τραβάει και τον καταπίνει».
Της επισημαίνω ότι και το κόμμα στο οποίο ανήκει δεν αποτελεί υπόδειγμα αξιοκρατίας. Πως μέσα σ’ αυτό οι φίλοι κατέχουν περίοπτες θέσεις, οι γνωστοί εξουσία και κάποια τέκνα μεγάλων προσωπικοτήτων του, όπως η Μυρσίνη Λοΐζου, απλώς το όνομα των προγόνων τους: «Με την επιλογή της Λοΐζου διαφωνώ επειδή άκουσα ότι είχε κάνει στα social media κάποια ποσταρίσματα υπέρ της τρομοκρατίας. Δεν είμαι όμως βέβαιη γι’ αυτό, θα ψάξω και θα δω αν ισχύει ή όχι. Από κει και ύστερα το ότι δεν έχει κάποιο βιογραφικό δεν με απασχολεί καθόλου. Γιατί, έχει ο Ρουβάς βιογραφικό και δεν το γνωρίζαμε ή ο κάθε ποδοσφαιριστής που δεν ξέρει να ανοίξει στο στόμα του; Eurovision, γήπεδο, μπουζούκια και θέατρο το έχουμε κάνει το Ευρωκοινοβούλιο για λίγα ψηφαλάκια», λέει η Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου και συνεχίζει: «Το ζητούμενο όλων είναι το ποιος θα βάλει την πιο μεγάλη φίρμα στα ψηφοδέλτιά του. Είναι δυνατόν; Φέρτε τεχνοκράτες, ανθρώπους που γνωρίζουν την αγορά σε διεθνές επίπεδο».
Η ίδια θα δεχόταν άραγε μία θέση στο ευρωψηφοδέλτιο; «Φυσικά και θα δεχόμουν γιατί θεωρώ ότι έχω να προσφέρω πολλά. Θέλω να προβάλω την πατρίδα μου με κάθε μέσο, με κάθε κόστος και με κάθε αγώνα. Κι αν συμβεί κάτι τέτοιο, τον μισθό μου θα τον χαρίζω κάθε μήνα στον ελληνικό λαό. Δεν με ενδιαφέρουν τα χρήματα. Είμαι αρκετά χορτασμένη. Εχω τη στόφα παλαιάς πολιτικού με μια τεράστια αγάπη για την πατρίδα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα λόγια του Σπύρου Μερκούρη στο πρόσωπό μου: “Θεοδώρα, είσαι ίδια η αδελφή μου, η Μελίνα”».
«Πιστεύω πως θα με βάλει στο ψηφοδέλτιο»
Επιστροφή στα εγχώρια και στο ερώτημα για το εάν πιστεύει ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα τη συμπεριλάβει στο ψηφοδέλτιο των εθνικών εκλογών: «Πιστεύω ότι ο Τσίπρας θα με βάλει στο ψηφοδέλτιο, αλλά και αν δεν με βάλει με γεια του με χαρά του! Μπορεί να μου μείνει μια ελαφριά πικρία, αλλά δεν γεννήθηκα πολιτικός εξ επαγγέλματος. Εχω την πορεία μου και την επιχείρησή μου και είμαι μια χαρά. Το μόνο για το οποίο είμαι σίγουρη είναι πως αν μπω θα πάρω πολλούς σταυρούς. Μέχρι σήμερα δεν με έχει βρίσει ούτε ένας άνθρωπος. Σας προσκαλώ και σας προκαλώ να κάνουμε μια βόλτα στο Σύνταγμα για να δείτε τι μου λέει ο κόσμος: “Γεια σου Μεγαλοοικονόμου! Ρίχ’ τους τα, κοπελάρα μου”, “Κούκλα μου, έλα να φάμε και να πιούμε μαζί καφέ”, “Είσαι ωραίος άνθρωπος και πολύ πιο ωραία στην πραγματικότητα απ’ ό,τι στην τηλεόραση”, μου λένε καθημερινά».
Της λέω ότι ενδεχομένως κάποιοι από αυτούς να της κάνουν πλάκα: «Με τίποτα», μου απαντά: «Τους αρέσουν αυτά που λέω, όπως τα λέω. Εχει υπάρξει στέλεχος μεγάλου κόμματος που μου έχει πει: “Μακάρι να μπορούσαμε να λέμε κι εμείς αυτά που λες εσύ”. Εγώ δεν μπήκα στην πολιτική για να χαϊδέψω αυτιά κι αν κάτι δεν μου αρέσει θα το πω δυνατά να το ακούσουν όλοι. Γι' αυτό και δεν αποκλείω κάποια στιγμή στο μακρινό μέλλον να κάνω και το δικό μου κόμμα. Αυτό ωστόσο στο οποίο ανήκω τώρα έχει κάνει πολλά».
Υπογραμμίζω ότι δεν το αντιλαμβάνομαι πλήρως. Οτι η έξοδος από τα μνημόνια δεν έβαλε κάτι παραπάνω στις τσέπες του απλού πολίτη, πως η καθημερινότητα πολλών ανθρώπων συνεχίζει να ταυτίζεται με έναν Γολγοθά: «Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε πολλά πράγματα ή όσα περισσότερα μπορούσε να κάνει. Σαράντα ολόκληρα χρόνια ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. μοίραζαν χρήμα και διορισμούς στο Δημόσιο. Αυτή η βόμβα κάποτε θα έσκαγε και θα έπαιρνε σβάρνα εμάς, τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας και τα δισέγγονά μας. Μη μου λέτε ότι έχουν γίνει πλειστηριασμοί. Κανένας πλειστηριασμός δεν έχει γίνει από τράπεζα ή το Δημόσιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μας έβγαλε από τα μνημόνια και έχει κάνει μεταρρυθμίσεις τόσο στην πολύπαθη κατηγορία των ελεύθερων επαγγελματιών, οι εισφορές των οποίων υπολογίζονται πλέον βάσει του εισοδήματός τους, όσο και στον τομέα της υγείας αναφορικά με τους ανασφάλιστους. Ο Πολάκης είναι ένας εξαιρετικός πολιτικός και μου αρέσει πολύ. Είναι Κρητίκαρος και τρελαίνομαι που τα λέει χύμα παρότι κάποιες φορές μπορεί και να υπερβάλλει όπως εγώ. Πρέπει να τον ρωτήσω τι ζώδιο είναι... Το έχω ξεχάσει. Πάντως Αιγόκερος ή Σκορπιός δεν είναι. Δεν μου πάνε πολύ αυτά τα ζώδια. Περισσότερο απ’ όλα τα ζώδια αγαπώ τα Λιοντάρια σαν τον άντρα μου». Και σαν τον Τσίπρα, τείνω να προσθέσω. Γελάει ξανά: «Ε, λοιπόν, θα το ξαναπώ: είναι όλοι κουραμπιέδες, εκτός από τον Αλέξη, γιατί κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους. Για ρίξτε μια ματιά στο τι έλεγε ο Λεβέντης αναφορικά με το Μακεδονικό το 2012.
Οτι πρέπει να δώσουμε τη διπλή ονομασία γιατί κινδυνεύουμε. Η Ν.Δ. όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών η Ντόρα έλεγε επίσης για διπλή ονομασία. Κι ο πατέρας της τα ίδια. Εκατόν σαράντα χώρες “Μακεδονία” τη λέγανε και μας πείραξε τώρα η διπλή ονομασία; Eλα, κοπέλα μου, τώρα... Oλα για τα ψηφαλάκια τα κάνουν».
Ανάμεσα στους κοινοβουλευτικούς κουραμπιέδες υπάρχουν άραγε κάποια πρόσωπα με τα οποία η κυρία Μεγαλοοικονόμου θα μπορούσε να κάνει παρέα; «Πέρα από το κόμμα των θρασύδειλων και κάποια βαρίδια της Ν.Δ., με τους οποίους δεν θέλω να έχω καμία σχέση, θα μπορούσα να κάνω παρέα με αρκετούς συναδέλφους. Είμαι πολύ φίλη με τη Σία Αναγνωστοπούλου και με τη Φωτεινή Βάκη. Στο καφενείο, εκτός από βουλεύτριες, είμαστε και γυναίκες. Μιλάμε για τα οικογενειακά μας, για τις τάσεις της μόδας, για τη διασκέδαση και το καλό φαγητό. Επίσης μου είναι πολύ συμπαθείς η Κατερίνα Παπακώστα και η Νίκη Κεραμέως».
«Αλέξης με αυτοδυναμία»
Της ζητάω να μου δείξει τους στίχους που έγραψε για τον πρωθυπουργό: «Σε λένε Αλέξη και είσαι ηγέτης. Η κάθε σου λέξη, ομόνοια και καταπέλτης». Εκείνη, βγάζει από την τσάντα της ένα σημειωματάριο ενημερώνοντάς με ταυτοχρόνως πως «μου άρεσε πιο πολύ το “Πίσω από τις λέξεις κρύβεται ο Αλέξης”, αλλά δεν μου έβγαινε ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Εχω γράψει στίχους και για τον Μητσοτάκη αλλά δεν μπορώ να σας τους δείξω. Είναι καλό παιδί, μην τον στεναχωρήσουμε μέρες που είναι...».
«Οι δημοσκοπήσεις πάντως δείχνουν πως μάλλον δεν θα χαρείτε», της επισημαίνω. Μια επισήμανση που την αφήνει παγερά αδιάφορη: «Ο Αλέξης όχι μόνο θα είναι ξανά πρωθυπουργός αλλά θα ξαναβγεί και με αυτοδυναμία. Ο κόσμος αλλάζει και καταλαβαίνει ότι η χώρα δεν πρέπει να επιστρέψει σε εκείνους που την κατέστρεψαν. Ο Αλέξης έχει άστρο». Αν το συγκεκριμένο άστρο έλαμπε στον χώρο της υποκριτικής, χώρο συναφή με εκείνον της πολιτικής, ποιος αστέρας θα μπορούσε να είναι ο Αλέξης Τσίπρας, τη ρωτώ, παίρνοντας την καλύτερη ίσως απάντηση: «Θα τον συνέκρινα μόνο με τον Τζόρτζ Κλούνεϊ διότι έχει μια βαρύτητα και μια ηγετική ομορφιά σαν του Αλέξη. Κι αν φύγω από την πολιτική, μόνο αυτός θα μου λείψει».
Μια συνάντηση με τη Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου ισοδυναμεί με μια πολύ ζωντανή παράσταση. Μιλάει με κινήσεις, γελάει δυνατά, σηκώνεται από τη θέση της για να υποδυθεί πρόσωπα και καταστάσεις και, το κυριότερο, δεν μασάει τα λόγια της, έστω κι αν για κάποιους δεν καταπίνονται με τίποτα: «Ενας επικοινωνιολόγος μου είχε είπε κάποια στιγμή να μη γελάω στον φακό, να μην κουνάω τα χέρια μου και να χρησιμοποιώ πιο ξύλινη γλώσσα. Λυπάμαι. Δεν είμαι σοβαροφανής. Αν θέλω να γελάσω θα γελάσω, αν θέλω να φωνάξω θα φωνάξω και αν θέλω να χορέψω το Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας θα το χορέψω ακόμη κι αν έχω απέναντί μου τον Πάπα της Ρώμης. Αυτή είμαι και σ’ όποιον αρέσω».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα