«Χαμένοι» ανάμεσα στο ρήγμα της Αταλάντης και της Κεφαλονιάς οι σεισμολόγοι

Αντεγκλήσεις και εκτιμήσεις που αναιρούν η μία την άλλη μετά τις δονήσεις στην Κεφαλονιά - Ανησυχία για το ενδεχόμενο ενεργοποίησης γειτονικών ρηγμάτων

Την ώρα που η Κεφαλονιά σείεται καθημερινά από σεισμικές δονήσεις και τα Ρίχτερ κοντά στο ρήγμα της Αταλάντης εντείνουν την ανησυχία, οι Έλληνες σεισμολόγοι δείχνουν να αδυνατούν να καταλήξουν σε μια σαφή εκτίμηση για τα αίτια της σεισμικής «υπερδιέγερσης» που παρατηρείται στη χώρα το τελευταίο διάστημα. Εκείνο, πάντως, στο οποίο δείχνουν να συμφωνούν, είναι ότι ένας σεισμός δεν μπορεί να προβλεφθεί βραχυπρόθεσμα.

Χαρακτηριστικά, ο κ. Βασίλης Παπαζάχος, ομότιμος καθηγητής σεισμολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, εξηγεί ότι ολόκληρος ο ελλαδικός χώρος χωρίζεται σε δέκα σεισμογενείς περιοχές, οι οποίες οριοθετούνται μέσα σε ισάριθμους κύκλους.

«Αυτές τις περιοχές τις γνωρίζουμε ήδη και τις μελετάμε. Προσπαθούμε να μάθουμε αν κάποια απ' αυτές είναι υποψήφια να δώσει μεγάλο σεισμό» λέει. Εξηγεί, μάλιστα, ότι μέσα σ' αυτούς τους σεισμογενείς κύκλους (σεισμογόνες πηγές, όπως είναι η επιστημονική τους ονομασία), υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα σεισμικά ρήγματα σε σχέση με άλλες περιοχές και οι πιθανότητες εκδήλωσης σεισμών είναι πολύ μεγαλύτερες.

Όπως σημειώνει, οι σεισμογενείς αυτοί κύκλοι δεν περιορίζονται μόνο στις γνωστές σεισμογενείς περιοχές (Ιόνιο, Κορινθιακός, Νότιο Αιγαίο, κ.ά), αλλά μέσα σ' αυτούς συμπεριλαμβάνονται και περιοχές της ηπειρωτικής χώρας, γεγονός που εξηγεί μεγάλους σεισμούς που σημειώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες και στον ηπειρωτικό κορμό της χώρας, για παράδειγμα στους Σοφάδες Θεσσαλίας, 7 Ρίχτερ το 1954 και στην Κοζάνη, 6,6 Ρίχτερ το 1995.

Υπενθυμίζει ότι ένας σεισμός της τάξης των 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ εκδηλώνεται από ένα ρήγμα μήκους περίπου 20 χιλιομέτρων, ενώ τα ρήγματα δεν είναι εξαπλωμένα σ' ολόκληρο το γεωγραφικό χώρο, αλλά, όπως λέει χαρακτηριστικά: όσο μεγαλύτερο είναι ένα ρήγμα τόσο μεγαλύτερος θα είναι ένας επικείμενος σεισμός.

Όσο για την Κεφαλονιά; Είναι χαρακτηριστικό ότι, ακόμα και σήμερα, οι σεισμολόγοι δεν δείχνουν να έχουν συμφωνήσει στο πόση ήταν η δύναμη, με την οποία ο Εγκέλαδος χτύπησε το νησί στις 26 Ιανουαρίου. Είναι μάλιστα η πρώτη φορά στα χρονικά, που παρατηρείται μια τέτοια καθυστέρηση, σε σεισμό που συνέβη επί ελληνικού εδάφους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το Ευρωμεσογειακό Σεισμολογικό Ινστιτούτο έδωσε ως αρχική εκτίμηση για το μέγεθος του σεισμού τα 5,9 Ρίχτερ, για να αναμορφώσει στη συνέχεια στα 6,3 Ρίχτερ.

Ακόμη, το Εργαστήριο Σεισμολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών υπολόγισε αρχικά το σεισμό στα 6 Ρίχτερ, ανεβάζοντας συνέχεια το μέγεθος της δόνησης στα 6,2 Ρίχτερ.

Την ίδια ώρα, το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, 35 λεπτά μετά το σεισμό της Κυριακής, ήτοι στις 16:30, έδινε ως μέγεθος της δόνησης τα 5,7 Ρίχτερ, για να ανεβάσει στη συνέχεια την εκτίμησή του στα 5,8 Ρίχτερ και ακολούθως στα 5,9.

 

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ακόμα και σήμερα, από την πλευρά του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου υπάρχουν δύο εκδοχές, καθώς το σχετικό γράφημα, στην επίσημη ιστοσελίδα του, αναφέρει ως μέγεθος του σεισμού τα 5,9 Ρίχτερ, ενώ η επίσημη ανακοίνωση κάνει λόγο για 5,8 Ρίχτερ.

 

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που προκαλεί την ανησυχία των επιστημόνων, είναι το γεγονός ότι οι μετασεισμοί παρουσιάζουν διαφορετικά χαρακτηριστικά, κάτι που ενδεχομένως να σημαίνει πως έχουν ενεργοποιηθεί γειτονικά ρήγματα. 
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr