Γιώργος Μπαρτζώκας: Η ιστορία του κόουτς στα γήπεδα
16.05.2023
22:33
Το ψηλόλιγνο παιδί από το Μαρούσι, που έκοψε το μπάσκετ στα 22 του, ξεκίνησε από πολύ χαμηλά για να κατακτήσει την κορυφή
Αργά το βράδυ της περασμένης Τρίτης το πάρτυ είχε ολοκληρωθεί. Αφότου όμως έσβησαν οι προβολείς και κόπασαν οι πανηγυρισμοί στο ΣΕΦ, αναδύθηκε υποβλητικά το φως και βροντερός ο ήχος της ψυχής μιας ομάδας με κουλτούρα νικητή. Ο Ολυμπιακός οδεύει πλέον στο δεύτερο σερί Final Four της Ευρωλίγκας. Αυτή τη φορά στο Κάουνας. Είχε προηγηθεί φέτος ένας εξουθενωτικός μαραθώνιος στην κανονική περίοδο, όπου κατέκτησε την πρώτη θέση. Συνεχίστηκε με την επικράτησή του σε μια συγκλονιστική σειρά αναμετρήσεων στα playoffs απέναντι στη Φενέρμπαχτσε. Τίποτε το τυχαίο, τίποτε το απρόβλεπτο. Εδρεψε τους καρπούς της σκληρής δουλειάς που γίνεται στον Πειραιά εδώ και τρία χρόνια.
Ηταν η φυσική εξέλιξη μιας πορείας που φέρει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του Γιώργου Μπαρτζώκα, του 58χρονου κόουτς που έχει χτίσει στηριγμένο σε θεμέλια αμοιβαίας εμπιστοσύνης ένα αθλητικά μαχητικό σύνολο. Με τη μεταδοτική του δεινότητα, έχει διδάξει και κυρίως εμπνεύσει τους παίκτες του με αστείρευτο πάθος, βαθιά προσήλωση σε υψηλούς στόχους και ακόρεστη δίψα για ακόμη υψηλότερους. Μετά την πρόκριση επί της Φενέρ, χαρούμενος και περήφανος για την ομάδα του, φανέρωσε ένα κομμάτι της προσωπικής και αθλητικής του φιλοσοφίας. «Ο,τι κατακτάς στη ζωή», είπε, «δεν σου χαρίζεται, δεν έρχεται ποτέ εύκολα. Πάντα πρέπει να περάσεις από τη Σκύλλα και από τη Χάρυβδη».
Αυτή την επίπονη και περιπετειώδη διαδρομή τη γνωρίζει από πρώτο χέρι στα πάνω από 40 χρόνια που βρίσκεται όρθιος μέσα στον μπασκετικό χώρο. Τράβηξε ατέλειωτο κουπί επί μια σχεδόν ολόκληρη ζωή αφιερωμένη στην πορτοκαλί μπάλα, στην μπασκέτα και το καλάθι. Ο ψύχραιμος χαρακτήρας που ενίοτε, λόγω έντασης, άγχους, νευρικότητας, ξεσπούσε μέσα στο γήπεδο. Τίποτε, όμως, δεν θα αντικαθιστούσε την αγάπη του για το άθλημα.
Διαρκής προσπάθεια
Καθημερινά παρών σε ανοιχτά και κλειστά γήπεδα, σε δάπεδα με τσιμέντο, βινυλικό πλαστικό ή παρκέ, σε συνοικιακές παιδικές χαρές όπου απαγορευόταν το κάρφωμα μην τυχόν ξεκολλήσουν οι ξύλινες μπασκέτες και αργότερα σε πολυχρηστικές σάλες και αρένες, σε διάφορα γυμναστήρια, προπονητήρια και αποδυτήρια. Αλλοτε εντός των γραμμών του αγωνιστικού χώρου ως παίκτης και άλλοτε έξω από αυτές ως τεχνικός, δεν λογάριασε ποτέ τα αναρίθμητα ταξίδια για αγώνες, τις αμέτρητες ώρες για σεμινάρια επιμόρφωσης και τις ατέλειωτες νυχθημερόν μελέτες και αναλύσεις συστημάτων στο βίντεο.
Ζούσε και ανέπνεε σε όλες της τις διαστάσεις την ατμόσφαιρα του σπορ στο οποίο αφοσιώθηκε από τα 13 του χρόνια. Από τότε, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, που ο ψιλόλιγνος πιτσιρικάς, μαθητής του Βαρβάκειου κλωτσούσε μια ποδοσφαιρική μπάλα σε ένα οικόπεδο της οδού Αυτοκράτορος Ηρακλείου στο Μαρούσι. Εκεί το κοφτερό μάτι του έφορου των τμημάτων υποδομής του Γ.Σ. Αμαρουσίου Ανδρέα Μαρτάκη διέκρινε τα αθλητικά του προσόντα και τα έκρινε ικανά για να πρωταγωνιστήσει στο μπάσκετ.
Με το που μπήκε ο ανήλικος μικρός Γιώργος στο κλειστό «Σπύρος Λούης», δίπλα στον σταθμό του Ηλεκτρικού στο Μαρούσι, και πρωτόπιασε στα χέρια του τη λαστιχένια πορτοκαλί μπάλα σαγηνεύτηκε. Αυτός ο ενθουσιώδης νεαρός οπαδός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ -από τότε που ένας θείος του τού είχε φέρει δώρο από την Αγγλία τη κατακόκκινη φανέλα της- ξέχασε αυτομάτως την ασπρόμαυρη δερμάτινη μπάλα του ποδοσφαίρου.
Προοριζόταν να ευδοκιμήσει σε άλλο ομαδικό σπορ, με το οποίο συνδέθηκε βιωματικά. Από τους Παμπαίδες στους Εφήβους υπό τον προπονητή Νίκο Σισμάνη, μαζί με παιδιά της γειτονιάς, μια παρέα αθλητικά προσοντούχων μαθητών του 1ου Γυμνασίου Αμαρουσίου, έκανε το ντεμπούτο του μόλις στα 16 του χρόνια με την κιτρινόμαυρη φανέλα στην πρώτη ομάδα του ΓΣΑ, που τότε βολόδερνε μεταξύ Β’ Εθνικής και Α2 κατηγορίας. Ξεχώρισε με την ευελιξία, την αλτικότητα και τον ηγετικό του ρόλο στο παιχνίδι. Δίμετρος, με ταλέντο στη θέση του power forward, εξαιρετική τεχνική κατάρτιση και έφεση στο σκοράρισμα, είχε όλα τα φόντα για μεγάλη καριέρα. Εγινε ο κορυφαίος σκόρερ και ο αρχηγός της ομάδας σε μια αθώα, ερασιτεχνική εποχή όπου ο κόπος και ο ιδρώτας του στα γήπεδα ανταμείβονταν με πενιχρά οδοιπορικά και μια πορτοκαλάδα μετά την προπόνηση.
Ηταν 22 χρονών, φοιτητής του Πολιτικού της Νομικής, τις ημέρες του 1987 όπου η Εθνικής Ελλάδας κατακτούσε το Eurobasket στην Αθήνα, όταν αυτός έβγαζε οριστικά τη φανέλα και το σορτσάκι της πρώτης και μοναδικής του ομάδας σταματώντας πρόωρα το μπάσκετ. Δεν «έθαψε» με πικρία τον παίκτη μέσα του, δεν γονάτισε, παρότι τον πρόδωσαν τα γόνατά του. Απλώς αποφάσισε με σθένος να υπηρετήσει το άθλημα από άλλο μετερίζι. Είχε κιόλας ξεκινήσει να ασχολείται με την προπονητική, αναλαμβάνοντας τον πάγκο στα τμήματα των ομάδων Παίδων και Εφήβων του Αμαρουσίου.
Σταδιακά πέρασε απ’ όλες τις βαθμίδες και τις προπονητικές θέσεις του αθλήματος. Σε ομάδες ΕΣΚΑ και ΕΣΚΑΝΑ, σε μίνι, γυναικείες, παιδικές, εφηβικές και κάτω των 19, διετέλεσε τέταρτος, τρίτος, δεύτερος, πρώτος βοηθός προπονητή και εν τέλει head coach στα Βριλήσσια, στην Πεύκη, στο Ηράκλειο, την Κηφισιά κ.λπ. Στην περίοδο από το ’98 έως το 2006, όπου εργάστηκε ως υπεύθυνος του κλειστού γυμναστηρίου του Αγίου Θωμά Αμαρουσίου, πρώτος έφτανε τα χαράματα, τελευταίος έφευγε τα μεσάνυχτα, εξ ου και καλλιεργήθηκε επιτιμητικά ο μύθος ότι ήταν «φύλακας» στο γήπεδο.
Για τον ίδιο ήταν παράσημο εργατικότητας και συνέπειας. Με τον ζήλο του να υπηρετήσει το μπάσκετ, διένυσε αγόγγυστα ένα μακρόσυρτο «αγροτικό» μέχρι να προστεθεί κάποια στιγμή στο βιογραφικό του η φράση «head coach της Α1». Δεν πήγε τσάμπα αυτή η εξαντλητικά κοπιαστική θητεία του. Αποκόμισε γνώσεις και συνέλεξε εμπειρίες που δεν θα του της πρόσφερε μια στοίβα θεωρητικών βιβλίων και τεχνικών εγχειριδίων. Στον πραγματικό ανταγωνιστικό κόσμο έβαλε τις βάσεις που προδιέγραφαν μια ανοδική σταδιοδρομία. Εμαθε να διαχειρίζεται απρόβλεπτες και προβληματικές καταστάσεις σε ομάδες, να μανουβράρει τον ενίοτε ευάλωτο ψυχισμό των παικτών του, να τους συσπειρώνει στις δοκιμασίες και να τους καθοδηγεί μαεστρικά στις διακρίσεις αναδεικνύοντας τα προτερήματά τους.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι πριν από 10 χρόνια, τον Μάιο του 2013, στην παρθενική του συμμετοχή σε Final Four, πέτυχε ένδοξα αυτό που δεν μπόρεσαν στο παρελθόν οι Γιάννης Ιωαννίδης και Παναγιώτης Γιαννάκης; Κατάφερε στην «Ο2 Arena» του Λονδίνου να κατακτήσει με τον Ολυμπιακό τον τίτλο της κορυφαίας ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης στο μπάσκετ επικρατώντας στο τελικό επί της Ρεάλ. Με τους Ερυθρόλευκους να ολοκληρώνουν έναν ανεπανάληπτο θρίαμβο ξεκινώντας μια επική αντεπίθεση που από το -17 κατέληξε σε μια μυθική 100άρα επί του αντιπάλου. Αυτομάτως ο Μπαρτζώκας έγινε ο πρώτος Ελληνας προπονητής που κατέκτησε το τρόπαιο και ο μοναδικός μέχρι σήμερα με ελληνική ομάδα.
Χωρίς πομπώδεις εκφράσεις και πόζα, δίχως υστερικές θριαμβολογίες και αλαλάζοντες πανηγυρισμούς δήλωσε πως στάθηκε τυχερός και πως απλώς «βρέθηκα την κατάλληλη στιγμή στην κατάλληλη ομάδα». Και παραμέρισε για να πανηγυρίσουν οι παίκτες του και να γλεντήσουν οι φίλαθλοι. Στάθηκε στην άκρη για να μιλήσουν «οι πιο σημαντικοί απ’ όλους μας», οι ιδιοκτήτες της ομάδας αδερφοί Γιώργος και Παναγιώτης Αγγελόπουλος. Εμεινε στη σκιά των προβολέων μέχρι να καταλαγιάσει η έκσταση της επιτυχίας και ο άθλος της κατάκτησης του κυπέλλου. Αποτραβήχτηκε για τον προσωπικό του εορτασμό κρατώντας στην αγκαλιά του τη μικρή κορούλα του Αντριάνα ενώ το μυαλό του έτρεχε πίσω στην πατρίδα. Ο ψαγμένος, τελειοθήρας, δουλευταράς και διεθνώς καταξιωμένος πλέον Γιώργος Μπαρτζώκας σκεφτόταν στην αγγλική πρωτεύουσα τα επερχόμενα playoffs του εγχώριου πρωταθλήματος.
Η αναγνώριση
Την ευκαιρία της αναγνώρισης της προπονητικής του αξίας σε εθνικό επίπεδο του την έδωσε η Ολύμπια Λάρισας το 2006. Την καθοδήγησε αποτελεσματικά και του πιστώθηκε στο ντεμπούτο του στην Α1 η μεθοδική του δουλειά στην ανάδειξη νέων μπασκετικών ταλέντων. Για συναισθηματικούς λόγους ανανέωσε την παραμονή στο πάγκο της λαρισινής ΚΑΕ παρότι η ομάδα παρέπαιε οικονομικά. Αιτία ήταν η σύνδεσή του με τον Γιώργο Μαλάκο, πρόεδρο της θεσσαλικής ομάδας, παιδικό φίλο και κουμπάρο του. Ο επιχειρηματίας είχε παντρέψει τον προπονητή λίγο μετά τα Χριστούγεννα του 2001 με την αγαπημένη του Αθηνά Τριανταφύλλου, πτυχιούχο του ΕΜΠ με δικό της αρχιτεκτονικό γραφείο.
Ωστόσο η στάση του στη Λάρισα δεν θα κρατούσε για πολύ ακόμη. Οταν άρχισαν να μην πληρώνονται οι παίκτες, την αποχαιρέτησε. Η εντιμότητα, η ευαισθησία και ο πολιτισμός του δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει σε ένα υπό κατάρρευση, ενοχλητικό για τους εργαζομένους, τοπίο. Η πτώχευση της κατασκευαστικής εταιρείας ΛΑΜΚΟ των αδελφών Μαλάκου έδωσε τέλος στο μικρό μπασκετικό θαύμα που είχε συντελεστεί εκείνη την τριετία. Είχε φτάσει πλέον η ώρα για την επιστροφή του στα πάτρια χώματα. Το Μαρούσι τον διάλεξε, ως δικό του παιδί, να διαδεχτεί τον Σούλη Μαρκόπουλο στην τεχνική ηγεσία της ομάδας.
Στην παλιά γειτονιά ξαναντάμωσε με κολλητούς, φίλους, παλιούς συμμαθητές και συμπαίκτες από τα νεανικά του χρόνια: ανάμεσα σε άλλους τον Κώστα Πεππέ, παλιό συμπαίκτη του στο Μαρούσι, τον Γιώργο Τσαμόπουλο, προπονητή ποδοσφαίρου, παλαιότερα στο Μαρούσι και στην Πεύκη, τους αδελφούς Μισαηλίδη, τον Γιώργο Μποζίκα, τον παλαίμαχο «Μπόζο» της Πεύκης και του Ιωνικού Νέας Φιλαδέλφειας. Μαζί τους ξαναβρέθηκε στην ταβέρνα «Ο Βάτραχος» της Κάτω Πεύκης, στην οποία σύχναζε με την παρέα του παλιότερα. Πρωτίστως. Ως επαγγελματίας, όμως, είχε να αντιμετωπίσει μια μεγάλη πρόκληση στα νέα του καθήκοντα: όφειλε να οδηγήσει το Μαρούσι για πρώτη φορά στην ιστορία του στην Ευρωλίγκα. Τα κατάφερε, έπαιξε ελκυστικό μπάσκετ, χάρισε αγωνιστική ταυτότητα στην ομάδα του, ενώ με ευσυνειδησία απέδιδε τα εύσημα στους παίκτες του και έδινε γενναιόδωρα συγχαρητήρια στον προκάτοχό του που έβγαλε ουσιαστικά την ομάδα στην Ευρωλίγκα την περασμένη χρονιά.
Διακρίθηκε με το σπαθί του στην Ευρώπη, κέρδισε το βραβείο του Καλύτερου Προπονητή της Χρονιάς για τη σεζόν 2009-10, ξεπερνώντας σε ψήφους τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Στο τέλος εκείνης της περιόδου αποχώρησε με βαριά καρδιά από την ομάδα, καθώς κι αυτή αντιμετώπισε σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα. Επόμενος σταθμός στην προπονητική του καριέρα ήταν ο ιστορικός Πανιώνιος. Και στη Νέα Σμύρνη διέπρεψε: δημιούργησε σε μια μεταβατική σεζόν με πολλές δυσκολίες έναν κορμό της ομάδας με νεαρούς Ελληνες παίκτες τους οποίους εξέλιξε αθόρυβα από εκκολαπτόμενα ταλέντα. Η ομάδα έπαιξε εξαιρετικό μπάσκετ και τερμάτισε στη δεύτερη σεζόν του στον πάγκο στην τρίτη θέση πίσω από Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό.
Είχε χαράξει πια τον δικό του προπονητικό δρόμο και είχε μορφοποιήσει ένα καινοτόμο αγωνιστικό μοντέλο. Αναπόφευκτα οι επιτυχίες του δεν πέρασαν απαρατήρητες από τα λαγωνικά της μπασκετικής πιάτσας. Είχε πλέον προσεγγίσει το εφαλτήριο της επαγγελματικής του εκτόξευσης. Οι μεγαλομέτοχοι της ΚΑΕ Ολυμπιακός, έχοντας εξετάσει εξονυχιστικά το βιογραφικό του, του εμπιστεύτηκαν τις τύχες της ομάδας. Ανέλαβε το πόστο του πάγκου που κατείχε ο Σέρβος γερόλυκος Ντούσαν Ιβκοβιτς. Ο Μπαρτζώκας διέθετε τα εχέγγυα του ερυθρόλευκου φρονήματος, καθώς με δικά του έξοδα είχε δώσει το «παρών» στο Final 4 του 2010 στο Παρίσι.
Ηταν ένας από στους 7.000 φίλαθλους των Ερυθρόλευκων που παρακολούθησαν τον τελικό του Παλέ ντε Μπερσί με τον Ολυμπιακό του Παναγιώτη Γιαννάκη να χάνει τον τίτλο με αντίπαλο την Μπαρτσελόνα. Το 2012 ήταν πάλι παρών στο «Sinan Erden» της Κωνσταντινούπολης, ως σχολιαστής αυτή τη φορά του τελικού σε συνδρομητικό κανάλι, όταν ο Ολυμπιακός σήκωσε την κούπα της Ευρωλίγκας νικώντας την ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Η ομάδα βρισκόταν στην ελίτ της Ευρώπης όταν ανέλαβε τα ηνία της έναν χρόνο μετά. Στην πίεση της νέας του πρόκλησης δεν έπρεπε να απογοητεύσει τους ανθρώπους που τον πίστεψαν. Η πρόσληψή του, όμως, συνοδεύτηκε από έντονο σκεπτικισμό, καθώς μερίδα των φιλάθλων και αθλητικογράφων εκτιμούσε πως δεν διέθετε το απαραίτητο εκτόπισμα για τη θέση του προκατόχου του.
Ο αυτοδημιούργητος Μπαρτζώκας διέθετε όμως το τσαγανό και την ποιότητα για να διαψεύσει τους επικριτές του. Στην πιο δύσκολη αποστολή της καριέρας του δεν φοβήθηκε να διαδεχθεί τον Ιβκοβιτς και την παρακαταθήκη του ως πρωταθλητή Ευρώπης - και ανταποκρίθηκε με τον ιδανικότερο τρόπο, φέρνοντας και πάλι την Ευρωλίγκα στο Πειραιά. Ωστόσο η δυσπιστία προς το πρόσωπό του -ακατανόητα- παρέμενε. Εξαναγκάστηκε μάλιστα, μολονότι πρωταθλητής Ευρώπης, σε παραίτηση τον Οκτώβριο του 2014 μετά από μία ήττα στο Κύπελλο από τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ, καθώς κατά την επιστροφή της ομάδας στο ΣΕΦ κάποιοι θερμόαιμοι οπαδοί του Ολυμπιακού τον εξύβρισαν και απαίτησαν την απομάκρυνσή του από τον πάγκο της ομάδας.
Αποχώρησε με την ακεραιότητα του ανθρώπου που λαμβάνει σοβαρά τη γνώμη των φιλάθλων και με γνώμονα την προσωπική του αξιοπρέπεια και ευθιξία. Μετακόμισε στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας, αναλαμβάνοντας τη Λοκομοτίβ Κουμπάν, μια ομάδα δίχως διεθνές ανάστημα. Η δουλειά του, όμως, στις όχθες του ποταμού Κουμπάν ανταμείφθηκε. Η ομάδα του πανηγύρισε την πρώτη συμμετοχή της σε Final Four, το 2016 στο Βερολίνο, όπου κατέκτησε την 3η θέση. Για τον ίδιο αυτή η επιτυχία ήταν μια εκκίνηση για την επάνοδό του στο ευρωπαϊκό προπονητικό στερέωμα.
Η ιστορία του πατέρα του
Ο Μπαρτζώκας δεν γεννήθηκε στα πούπουλα, δεν μεγάλωσε με ανέσεις. Ο πατέρας του Ανδρέας, από το Κεντρικό Αρτας, απόφοιτος της ΑΣΟΕΕ, υπήρξε ασυμβίβαστος αγωνιστής και εμβληματική φιγούρα της Αριστεράς με αντιστασιακή δράση. Υπέστη διώξεις, φυλακίσεις και εξορίες, χαρακτηρισμένος από το μετεμφυλιακό κράτος ως «αμετανόητος κομμουνιστής, επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια». Στα 29 του χρόνια, στις αρχές του 1955, βρισκόταν ήδη πέντε μήνες έγκλειστος πολιτικός κρατούμενος στη Φυλακή των Βούρλων στη Δραπετσώνα. Μαζί με άλλους υπόδικους κομμουνιστές αντιμετώπιζε τη θανατική ποινή ως «κατάσκοπος της Σοβιετικής Ενωσης».
Από το κελί 13της Γ’ Πτέρυγας, κάτω ακριβώς από το κρεβάτι του μαζί με άλλους νεαρούς συντρόφους του ξεκίνησαν να σκάβουν, με μοναδικό εργαλείο ένα κοπίδι, ένα τούνελ ώστε να το σκάσουν από το κολαστήριο. Η παράτολμη επιχείρηση με συνεχή επαγρύπνηση και προφυλάξεις από τους δεσμοφύλακες κράτησε τέσσερις μήνες μέχρι να φτιάξουν μια υπόγεια σήραγγα βάθους 2,5 μέτρων και μήκους 18 μ. Αυτή θα τους οδηγούσε στο διπλανό κτίριο των φυλακών, όπου έδρευε το εργοστάσιο λουλακιού Destree. Το μεσημέρι της Κυριακής 17 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς, 27 ριψοκίνδυνοι κρατούμενοι μπήκαν ένας-ένας στο τούνελ και ξέφυγαν ελεύθεροι στην άλλη πλευρά. Η εντυπωσιακή τους απόδραση ξεσήκωσε υστερία και κινητοποίησε άγριο κυνηγητό των Αρχών. Συνελήφθησαν 15, ανάμεσά τους και ο Αντρέας Μπαρτζώκας και ξαναφυλακίστηκαν σε φυλακές υψίστης ασφαλείας.
Στη δίκη του έπειτα από πέντε χρόνια στο Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών ο βασιλικός επίτροπος ζήτησε την ισόβια κάθειρξή του. Αποφυλακίστηκε με τη σταδιακή εφαρμογή των μέτρων ειρηνεύσεως απέναντι στους ηττημένους του Εμφυλίου που είχαν καταστεί δεσμώτες από τη μισαλλοδοξία και την εκδικητικότητα του κράτους των νικητών. Πιστός στις ιδέες του, δραστηριοποιήθηκε μέσα από τις γραμμές του κόμματος της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς. Στην πρώτη Πορεία Ειρήνης, τον Απρίλιο του 1963, συνελήφθη στους Αμπελόκηπους μαζί με τους Μίκη Θεοδωράκη, Μίνω Αργυράκη, Αλέκο Αλεξανδράκη, Αλίκη Γεωργούλη και δύο συναγωνιστές του στην απόδραση στα Βούρλα. Δεν κρατήθηκε στην Ασφάλεια καθώς δεν είχαν τίποτε το αξιόποινο να του προσάψουν. Είχε πια δημιουργήσει οικογένεια και δύο χρόνια αργότερα θα γεννιόταν ο γιος του Γιώργος.
Ωστόσο οι ταλαιπωρίες για τον Ανδρέα Μπαρτζώκα δεν είχαν τελειωμό. Η χούντα των συνταγματαρχών το 1967 τον στοχοποίησε και τον κυνήγησε. Από τις νηπιακές του αναμνήσεις ο γιος του έχει ανασύρει τις τρομοκρατικές στιγμές που ασφαλίτες μπούκαραν στο σπίτι τους και έψαχναν κάτω από τα κρεβάτια όπου κοιμόταν εκείνος και η αδελφούλα του. Ο καταζητούμενος πατέρας τους συνελήφθη στη σκάλα του αεροπλάνου καθώς προσπαθούσε να διαφύγει στο εξωτερικό. Ακολούθησαν φυλακίσεις, δίκες, εκτοπισμός, πρώτα στη Γυάρο και μετά στη Λέρο.
Ηταν μόλις 5 ετών, το 1970, όταν επισκέφτηκε για πρώτη φορά τον πατέρα του που ήταν κρατούμενος σε ένα άθλιο στρατόπεδο εξορίας στο Παρθένι της Λέρου. Μέχρι τη Μεταπολίτευση η οικογένεια έζησε δίχως τον πατέρα της, με στερήσεις που τις απάλυνε η οικονομική βοήθεια των συγγενών της. «Δεν είχαμε εισοδήματα, μας τάιζαν οι θείοι μου», έχει εξομολογηθεί ο Γιώργος Μπαρτζώκας, που σε τρυφερή ηλικία έμεινε χωρίς τη σιγουριά, τη στήριξη και τη φροντίδα του πατέρα πλάι του. Με το δίκιο του είχε εκφράσει κάποτε το νεανικό παράπονό του λέγοντας πως «όσο υπερήφανος και αν νιώθω που είμαι γιος του, του έχω καταλογίσει σε έναν μικρό βαθμό ότι μπορούσε να υπογράψει και να βγει. Δεν το έκανε. Εζησε τα προαιώνια διλήμματα όλων των επαναστάσεων». Το 1974 με την επάνοδο της Δημοκρατίας στη χώρα τα πράγματα άλλαξαν.
Ο Ανδρέας Μπαρτζώκας, ως πρόεδρος των Φίλων Ελληνικής Μουσικής, οργάνωνε στη Μεταπολίτευση τις συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη, Το σπίτι του το επισκέπτονταν τακτικά σπουδαίες μορφές της Αριστεράς της εποχής όπως ο Ηλίας Ηλιού, ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Μανώλης Γλέζος, ο Μίκης. Κάθε τόσο, ο πατέρας του έπαιρνε τον μαθητή του Δημοτικού γιο του στη Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ στην οδό Ακαδημίας. Σε αυτό το περιβάλλον, με αυτές τις παραστάσεις και μέσα σε αυτόν τον κύκλο προσωπικοτήτων μεγάλωσε ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Από αυτό το πλαίσιο των πρώιμων συναναστροφών του άντλησε τα βασικά στοιχεία της αγωγής, του ήθους και της καλλιέργειας που ξεδίπλωσε στα γήπεδα και στην κοινωνία.
Οταν κάποτε σε μια συνέντευξη Τύπου ύστερα από ένα ματς ξεκίνησε με τη φράση «η μοίρα μας είναι ο χαρακτήρας μας», οι άναυδοι ρεπόρτερ νόμισαν ότι διαβάζει αποσπάσματα από ποιήματα της Κικής Δημουλά. Πού να ’ξεραν ότι ο συστηματικός αναγνώστης φιλοσοφικών βιβλίων κόουτς θα εισήγαγε στην μπασκετική φιλολογική ρητορική και ένα απόφθεγμα του Ηράκλειτου του Εφέσιου;
Στα ώριμα χρόνια του θα εκμυστηρευόταν ότι «κατάλαβα πολύ καλά γιατί ο πατέρας μου υπερασπιζόταν τις ιδέες του και αυτό ήταν πολύ κομβικό στον τρόπο που μεγάλωσα και διαμόρφωσα τον χαρακτήρα μου. Η κληρονομιά που μου άφησε είναι ο ουμανισμός». Ο Ανδρέας Μπαρτζώκας πέθανε στα 89 του χρόνια στις 3 Δεκεμβρίου του 2015. Το θλιβερό νέο έφτασε στον γιο του λίγες ώρες πριν από την αναμέτρηση της Κουμπάν με τη Ζιέλονα Γκόρα για την Ευρωλίγκα. Ο Ελληνας τεχνικός ολοκλήρωσε το καθήκον του στο γήπεδο και έκλαψε τον πατέρα του μετά το ματς.
Στην Μπαρτσελόνα
Το καλοκαίρι του 2016 έσπασε το συμβόλαιό του με τη ρωσική ομάδα για να αναλάβει την Μπαρτσελόνα. Στην πρωτεύουσα της Καταλονίας διένυσε μια πολύ κακή, σχεδόν εφιαλτική σεζόν. Ελυσε το συμβόλαιό του και ξεκίνησε συνεργασία με τη ρωσική Χίμκι. Με εκείνον στο τιμόνι της η ομάδα πραγματοποίησε την κορυφαία σεζόν στην ιστορία της εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή της στην Ευρωλίγκα. Τον Ιανουάριο του 2019, ωστόσο, αποχώρησε. Αρκετούς βαριούς χειμώνες είχε αντέξει. Είχε πια φτάσει ή ώρα της επιστροφής στην εύκρατη πατρίδα.
Εναν χρόνο ακριβώς μετά ανακοινώθηκε επίσημα η επάνοδός του στον Ολυμπιακό. Υπέγραψε συμβόλαιο 2,5 ετών που ήδη επεκτάθηκε ως το 2025, καθώς με τους αδελφούς Αγγελόπουλους βρίσκονται στην ίδια ιστορική σελίδα του συλλόγου. Τα υπόλοιπα είναι κομμάτι της πρόσφατης ιστορίας. Στην τεχνική ηγεσία των Ερυθρολεύκων κατέκτησε Κύπελλο, Πρωτάθλημα με «σκούπισμα» του αιώνιου αντιπάλου, αναδείχθηκε Καλύτερος Προπονητής στην Ευρωλίγκα για δεύτερη φορά στην καριέρα του, οδήγησε την ομάδα στο Final 4 του Βελιγραδίου. Ο,τι κι αν συμβεί στο Final 4 του Κάουνας στη Λιθουανία, είτε στον ημιτελικό με τη Μονακό είτε ενδεχομένως στον τελικό με τη Ρεάλ ή την Μπαρτσελόνα, δεν αλλάζει τίποτε. Για τον cool τεχνικό δεν υπάρχει τύχη, καθώς έχει διαπιστώσει ότι σε βάθος χρόνου καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει.
Παραμένει, όμως, απαρέγκλιτα προσηλωμένος στην προοπτική της καινοτομίας, της πρωτοποριακής αντίληψης των πραγμάτων, των νεωτεριστικών οραμάτων για το μέλλον. Εχει δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι «αν κολλήσεις στο παρελθόν, μένεις πίσω. Σε ξεπερνά το παρόν». Και υπερασπίζεται με θέληση την αισιοδοξία του γιατί δεν έχει καμιά χρησιμότητα να είναι οτιδήποτε άλλο παρά ρεαλιστής.
Ειδήσεις σήμερα:
Μητσοτάκης: Πάνε για κυβέρνηση παράλυσης και ακυβερνησίας, για να σώσουν τις καρέκλες τους, θέλουν να μας βάλουν φυλακή
Εκλογές 2023 - Financial Times: Παρά τους εφιάλτες με τον Βαρουφάκη να παίζει πιάνο, η Ελλάδα έγινε επενδυτικός τίγρης
Λευκάδα: Η βίλα με την απίθανη θέα που πουλήθηκε μέσω Sotheby’s σε τιμή ρεκόρ 15.000 ανά τ.μ
________________
Εκλογές 2023
Πού ψηφίζω: Μάθετε που ψηφίζετε βήμα-βήμα από την εφαρμογή του ΥΠ.ΕΣ.
Εκλογές 2023: Όλες οι ειδήσεις για τον προεκλογικό αγώνα των κομμάτων, τις δημοσκοπήσεις, τα αποτελέσματα των εκλογών & τα exit polls.
Οδηγός εκλογών 2023: Ό,τι πρέπει να γνωρίζετε
Αποτελέσματα εκλογών 2023: Δείτε LIVE μέσω διαδραστικού χάρτη όλα τα αποτελέσματα της επικράτειας
Ηταν η φυσική εξέλιξη μιας πορείας που φέρει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του Γιώργου Μπαρτζώκα, του 58χρονου κόουτς που έχει χτίσει στηριγμένο σε θεμέλια αμοιβαίας εμπιστοσύνης ένα αθλητικά μαχητικό σύνολο. Με τη μεταδοτική του δεινότητα, έχει διδάξει και κυρίως εμπνεύσει τους παίκτες του με αστείρευτο πάθος, βαθιά προσήλωση σε υψηλούς στόχους και ακόρεστη δίψα για ακόμη υψηλότερους. Μετά την πρόκριση επί της Φενέρ, χαρούμενος και περήφανος για την ομάδα του, φανέρωσε ένα κομμάτι της προσωπικής και αθλητικής του φιλοσοφίας. «Ο,τι κατακτάς στη ζωή», είπε, «δεν σου χαρίζεται, δεν έρχεται ποτέ εύκολα. Πάντα πρέπει να περάσεις από τη Σκύλλα και από τη Χάρυβδη».
Αυτή την επίπονη και περιπετειώδη διαδρομή τη γνωρίζει από πρώτο χέρι στα πάνω από 40 χρόνια που βρίσκεται όρθιος μέσα στον μπασκετικό χώρο. Τράβηξε ατέλειωτο κουπί επί μια σχεδόν ολόκληρη ζωή αφιερωμένη στην πορτοκαλί μπάλα, στην μπασκέτα και το καλάθι. Ο ψύχραιμος χαρακτήρας που ενίοτε, λόγω έντασης, άγχους, νευρικότητας, ξεσπούσε μέσα στο γήπεδο. Τίποτε, όμως, δεν θα αντικαθιστούσε την αγάπη του για το άθλημα.
Διαρκής προσπάθεια
Καθημερινά παρών σε ανοιχτά και κλειστά γήπεδα, σε δάπεδα με τσιμέντο, βινυλικό πλαστικό ή παρκέ, σε συνοικιακές παιδικές χαρές όπου απαγορευόταν το κάρφωμα μην τυχόν ξεκολλήσουν οι ξύλινες μπασκέτες και αργότερα σε πολυχρηστικές σάλες και αρένες, σε διάφορα γυμναστήρια, προπονητήρια και αποδυτήρια. Αλλοτε εντός των γραμμών του αγωνιστικού χώρου ως παίκτης και άλλοτε έξω από αυτές ως τεχνικός, δεν λογάριασε ποτέ τα αναρίθμητα ταξίδια για αγώνες, τις αμέτρητες ώρες για σεμινάρια επιμόρφωσης και τις ατέλειωτες νυχθημερόν μελέτες και αναλύσεις συστημάτων στο βίντεο.
Ζούσε και ανέπνεε σε όλες της τις διαστάσεις την ατμόσφαιρα του σπορ στο οποίο αφοσιώθηκε από τα 13 του χρόνια. Από τότε, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, που ο ψιλόλιγνος πιτσιρικάς, μαθητής του Βαρβάκειου κλωτσούσε μια ποδοσφαιρική μπάλα σε ένα οικόπεδο της οδού Αυτοκράτορος Ηρακλείου στο Μαρούσι. Εκεί το κοφτερό μάτι του έφορου των τμημάτων υποδομής του Γ.Σ. Αμαρουσίου Ανδρέα Μαρτάκη διέκρινε τα αθλητικά του προσόντα και τα έκρινε ικανά για να πρωταγωνιστήσει στο μπάσκετ.
Με το που μπήκε ο ανήλικος μικρός Γιώργος στο κλειστό «Σπύρος Λούης», δίπλα στον σταθμό του Ηλεκτρικού στο Μαρούσι, και πρωτόπιασε στα χέρια του τη λαστιχένια πορτοκαλί μπάλα σαγηνεύτηκε. Αυτός ο ενθουσιώδης νεαρός οπαδός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ -από τότε που ένας θείος του τού είχε φέρει δώρο από την Αγγλία τη κατακόκκινη φανέλα της- ξέχασε αυτομάτως την ασπρόμαυρη δερμάτινη μπάλα του ποδοσφαίρου.
Προοριζόταν να ευδοκιμήσει σε άλλο ομαδικό σπορ, με το οποίο συνδέθηκε βιωματικά. Από τους Παμπαίδες στους Εφήβους υπό τον προπονητή Νίκο Σισμάνη, μαζί με παιδιά της γειτονιάς, μια παρέα αθλητικά προσοντούχων μαθητών του 1ου Γυμνασίου Αμαρουσίου, έκανε το ντεμπούτο του μόλις στα 16 του χρόνια με την κιτρινόμαυρη φανέλα στην πρώτη ομάδα του ΓΣΑ, που τότε βολόδερνε μεταξύ Β’ Εθνικής και Α2 κατηγορίας. Ξεχώρισε με την ευελιξία, την αλτικότητα και τον ηγετικό του ρόλο στο παιχνίδι. Δίμετρος, με ταλέντο στη θέση του power forward, εξαιρετική τεχνική κατάρτιση και έφεση στο σκοράρισμα, είχε όλα τα φόντα για μεγάλη καριέρα. Εγινε ο κορυφαίος σκόρερ και ο αρχηγός της ομάδας σε μια αθώα, ερασιτεχνική εποχή όπου ο κόπος και ο ιδρώτας του στα γήπεδα ανταμείβονταν με πενιχρά οδοιπορικά και μια πορτοκαλάδα μετά την προπόνηση.
Ηταν 22 χρονών, φοιτητής του Πολιτικού της Νομικής, τις ημέρες του 1987 όπου η Εθνικής Ελλάδας κατακτούσε το Eurobasket στην Αθήνα, όταν αυτός έβγαζε οριστικά τη φανέλα και το σορτσάκι της πρώτης και μοναδικής του ομάδας σταματώντας πρόωρα το μπάσκετ. Δεν «έθαψε» με πικρία τον παίκτη μέσα του, δεν γονάτισε, παρότι τον πρόδωσαν τα γόνατά του. Απλώς αποφάσισε με σθένος να υπηρετήσει το άθλημα από άλλο μετερίζι. Είχε κιόλας ξεκινήσει να ασχολείται με την προπονητική, αναλαμβάνοντας τον πάγκο στα τμήματα των ομάδων Παίδων και Εφήβων του Αμαρουσίου.
Σταδιακά πέρασε απ’ όλες τις βαθμίδες και τις προπονητικές θέσεις του αθλήματος. Σε ομάδες ΕΣΚΑ και ΕΣΚΑΝΑ, σε μίνι, γυναικείες, παιδικές, εφηβικές και κάτω των 19, διετέλεσε τέταρτος, τρίτος, δεύτερος, πρώτος βοηθός προπονητή και εν τέλει head coach στα Βριλήσσια, στην Πεύκη, στο Ηράκλειο, την Κηφισιά κ.λπ. Στην περίοδο από το ’98 έως το 2006, όπου εργάστηκε ως υπεύθυνος του κλειστού γυμναστηρίου του Αγίου Θωμά Αμαρουσίου, πρώτος έφτανε τα χαράματα, τελευταίος έφευγε τα μεσάνυχτα, εξ ου και καλλιεργήθηκε επιτιμητικά ο μύθος ότι ήταν «φύλακας» στο γήπεδο.
Για τον ίδιο ήταν παράσημο εργατικότητας και συνέπειας. Με τον ζήλο του να υπηρετήσει το μπάσκετ, διένυσε αγόγγυστα ένα μακρόσυρτο «αγροτικό» μέχρι να προστεθεί κάποια στιγμή στο βιογραφικό του η φράση «head coach της Α1». Δεν πήγε τσάμπα αυτή η εξαντλητικά κοπιαστική θητεία του. Αποκόμισε γνώσεις και συνέλεξε εμπειρίες που δεν θα του της πρόσφερε μια στοίβα θεωρητικών βιβλίων και τεχνικών εγχειριδίων. Στον πραγματικό ανταγωνιστικό κόσμο έβαλε τις βάσεις που προδιέγραφαν μια ανοδική σταδιοδρομία. Εμαθε να διαχειρίζεται απρόβλεπτες και προβληματικές καταστάσεις σε ομάδες, να μανουβράρει τον ενίοτε ευάλωτο ψυχισμό των παικτών του, να τους συσπειρώνει στις δοκιμασίες και να τους καθοδηγεί μαεστρικά στις διακρίσεις αναδεικνύοντας τα προτερήματά τους.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι πριν από 10 χρόνια, τον Μάιο του 2013, στην παρθενική του συμμετοχή σε Final Four, πέτυχε ένδοξα αυτό που δεν μπόρεσαν στο παρελθόν οι Γιάννης Ιωαννίδης και Παναγιώτης Γιαννάκης; Κατάφερε στην «Ο2 Arena» του Λονδίνου να κατακτήσει με τον Ολυμπιακό τον τίτλο της κορυφαίας ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης στο μπάσκετ επικρατώντας στο τελικό επί της Ρεάλ. Με τους Ερυθρόλευκους να ολοκληρώνουν έναν ανεπανάληπτο θρίαμβο ξεκινώντας μια επική αντεπίθεση που από το -17 κατέληξε σε μια μυθική 100άρα επί του αντιπάλου. Αυτομάτως ο Μπαρτζώκας έγινε ο πρώτος Ελληνας προπονητής που κατέκτησε το τρόπαιο και ο μοναδικός μέχρι σήμερα με ελληνική ομάδα.
Χωρίς πομπώδεις εκφράσεις και πόζα, δίχως υστερικές θριαμβολογίες και αλαλάζοντες πανηγυρισμούς δήλωσε πως στάθηκε τυχερός και πως απλώς «βρέθηκα την κατάλληλη στιγμή στην κατάλληλη ομάδα». Και παραμέρισε για να πανηγυρίσουν οι παίκτες του και να γλεντήσουν οι φίλαθλοι. Στάθηκε στην άκρη για να μιλήσουν «οι πιο σημαντικοί απ’ όλους μας», οι ιδιοκτήτες της ομάδας αδερφοί Γιώργος και Παναγιώτης Αγγελόπουλος. Εμεινε στη σκιά των προβολέων μέχρι να καταλαγιάσει η έκσταση της επιτυχίας και ο άθλος της κατάκτησης του κυπέλλου. Αποτραβήχτηκε για τον προσωπικό του εορτασμό κρατώντας στην αγκαλιά του τη μικρή κορούλα του Αντριάνα ενώ το μυαλό του έτρεχε πίσω στην πατρίδα. Ο ψαγμένος, τελειοθήρας, δουλευταράς και διεθνώς καταξιωμένος πλέον Γιώργος Μπαρτζώκας σκεφτόταν στην αγγλική πρωτεύουσα τα επερχόμενα playoffs του εγχώριου πρωταθλήματος.
Η αναγνώριση
Την ευκαιρία της αναγνώρισης της προπονητικής του αξίας σε εθνικό επίπεδο του την έδωσε η Ολύμπια Λάρισας το 2006. Την καθοδήγησε αποτελεσματικά και του πιστώθηκε στο ντεμπούτο του στην Α1 η μεθοδική του δουλειά στην ανάδειξη νέων μπασκετικών ταλέντων. Για συναισθηματικούς λόγους ανανέωσε την παραμονή στο πάγκο της λαρισινής ΚΑΕ παρότι η ομάδα παρέπαιε οικονομικά. Αιτία ήταν η σύνδεσή του με τον Γιώργο Μαλάκο, πρόεδρο της θεσσαλικής ομάδας, παιδικό φίλο και κουμπάρο του. Ο επιχειρηματίας είχε παντρέψει τον προπονητή λίγο μετά τα Χριστούγεννα του 2001 με την αγαπημένη του Αθηνά Τριανταφύλλου, πτυχιούχο του ΕΜΠ με δικό της αρχιτεκτονικό γραφείο.
Ωστόσο η στάση του στη Λάρισα δεν θα κρατούσε για πολύ ακόμη. Οταν άρχισαν να μην πληρώνονται οι παίκτες, την αποχαιρέτησε. Η εντιμότητα, η ευαισθησία και ο πολιτισμός του δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει σε ένα υπό κατάρρευση, ενοχλητικό για τους εργαζομένους, τοπίο. Η πτώχευση της κατασκευαστικής εταιρείας ΛΑΜΚΟ των αδελφών Μαλάκου έδωσε τέλος στο μικρό μπασκετικό θαύμα που είχε συντελεστεί εκείνη την τριετία. Είχε φτάσει πλέον η ώρα για την επιστροφή του στα πάτρια χώματα. Το Μαρούσι τον διάλεξε, ως δικό του παιδί, να διαδεχτεί τον Σούλη Μαρκόπουλο στην τεχνική ηγεσία της ομάδας.
Στην παλιά γειτονιά ξαναντάμωσε με κολλητούς, φίλους, παλιούς συμμαθητές και συμπαίκτες από τα νεανικά του χρόνια: ανάμεσα σε άλλους τον Κώστα Πεππέ, παλιό συμπαίκτη του στο Μαρούσι, τον Γιώργο Τσαμόπουλο, προπονητή ποδοσφαίρου, παλαιότερα στο Μαρούσι και στην Πεύκη, τους αδελφούς Μισαηλίδη, τον Γιώργο Μποζίκα, τον παλαίμαχο «Μπόζο» της Πεύκης και του Ιωνικού Νέας Φιλαδέλφειας. Μαζί τους ξαναβρέθηκε στην ταβέρνα «Ο Βάτραχος» της Κάτω Πεύκης, στην οποία σύχναζε με την παρέα του παλιότερα. Πρωτίστως. Ως επαγγελματίας, όμως, είχε να αντιμετωπίσει μια μεγάλη πρόκληση στα νέα του καθήκοντα: όφειλε να οδηγήσει το Μαρούσι για πρώτη φορά στην ιστορία του στην Ευρωλίγκα. Τα κατάφερε, έπαιξε ελκυστικό μπάσκετ, χάρισε αγωνιστική ταυτότητα στην ομάδα του, ενώ με ευσυνειδησία απέδιδε τα εύσημα στους παίκτες του και έδινε γενναιόδωρα συγχαρητήρια στον προκάτοχό του που έβγαλε ουσιαστικά την ομάδα στην Ευρωλίγκα την περασμένη χρονιά.
Διακρίθηκε με το σπαθί του στην Ευρώπη, κέρδισε το βραβείο του Καλύτερου Προπονητή της Χρονιάς για τη σεζόν 2009-10, ξεπερνώντας σε ψήφους τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Στο τέλος εκείνης της περιόδου αποχώρησε με βαριά καρδιά από την ομάδα, καθώς κι αυτή αντιμετώπισε σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα. Επόμενος σταθμός στην προπονητική του καριέρα ήταν ο ιστορικός Πανιώνιος. Και στη Νέα Σμύρνη διέπρεψε: δημιούργησε σε μια μεταβατική σεζόν με πολλές δυσκολίες έναν κορμό της ομάδας με νεαρούς Ελληνες παίκτες τους οποίους εξέλιξε αθόρυβα από εκκολαπτόμενα ταλέντα. Η ομάδα έπαιξε εξαιρετικό μπάσκετ και τερμάτισε στη δεύτερη σεζόν του στον πάγκο στην τρίτη θέση πίσω από Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό.
Είχε χαράξει πια τον δικό του προπονητικό δρόμο και είχε μορφοποιήσει ένα καινοτόμο αγωνιστικό μοντέλο. Αναπόφευκτα οι επιτυχίες του δεν πέρασαν απαρατήρητες από τα λαγωνικά της μπασκετικής πιάτσας. Είχε πλέον προσεγγίσει το εφαλτήριο της επαγγελματικής του εκτόξευσης. Οι μεγαλομέτοχοι της ΚΑΕ Ολυμπιακός, έχοντας εξετάσει εξονυχιστικά το βιογραφικό του, του εμπιστεύτηκαν τις τύχες της ομάδας. Ανέλαβε το πόστο του πάγκου που κατείχε ο Σέρβος γερόλυκος Ντούσαν Ιβκοβιτς. Ο Μπαρτζώκας διέθετε τα εχέγγυα του ερυθρόλευκου φρονήματος, καθώς με δικά του έξοδα είχε δώσει το «παρών» στο Final 4 του 2010 στο Παρίσι.
Ηταν ένας από στους 7.000 φίλαθλους των Ερυθρόλευκων που παρακολούθησαν τον τελικό του Παλέ ντε Μπερσί με τον Ολυμπιακό του Παναγιώτη Γιαννάκη να χάνει τον τίτλο με αντίπαλο την Μπαρτσελόνα. Το 2012 ήταν πάλι παρών στο «Sinan Erden» της Κωνσταντινούπολης, ως σχολιαστής αυτή τη φορά του τελικού σε συνδρομητικό κανάλι, όταν ο Ολυμπιακός σήκωσε την κούπα της Ευρωλίγκας νικώντας την ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Η ομάδα βρισκόταν στην ελίτ της Ευρώπης όταν ανέλαβε τα ηνία της έναν χρόνο μετά. Στην πίεση της νέας του πρόκλησης δεν έπρεπε να απογοητεύσει τους ανθρώπους που τον πίστεψαν. Η πρόσληψή του, όμως, συνοδεύτηκε από έντονο σκεπτικισμό, καθώς μερίδα των φιλάθλων και αθλητικογράφων εκτιμούσε πως δεν διέθετε το απαραίτητο εκτόπισμα για τη θέση του προκατόχου του.
Ο αυτοδημιούργητος Μπαρτζώκας διέθετε όμως το τσαγανό και την ποιότητα για να διαψεύσει τους επικριτές του. Στην πιο δύσκολη αποστολή της καριέρας του δεν φοβήθηκε να διαδεχθεί τον Ιβκοβιτς και την παρακαταθήκη του ως πρωταθλητή Ευρώπης - και ανταποκρίθηκε με τον ιδανικότερο τρόπο, φέρνοντας και πάλι την Ευρωλίγκα στο Πειραιά. Ωστόσο η δυσπιστία προς το πρόσωπό του -ακατανόητα- παρέμενε. Εξαναγκάστηκε μάλιστα, μολονότι πρωταθλητής Ευρώπης, σε παραίτηση τον Οκτώβριο του 2014 μετά από μία ήττα στο Κύπελλο από τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ, καθώς κατά την επιστροφή της ομάδας στο ΣΕΦ κάποιοι θερμόαιμοι οπαδοί του Ολυμπιακού τον εξύβρισαν και απαίτησαν την απομάκρυνσή του από τον πάγκο της ομάδας.
Αποχώρησε με την ακεραιότητα του ανθρώπου που λαμβάνει σοβαρά τη γνώμη των φιλάθλων και με γνώμονα την προσωπική του αξιοπρέπεια και ευθιξία. Μετακόμισε στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας, αναλαμβάνοντας τη Λοκομοτίβ Κουμπάν, μια ομάδα δίχως διεθνές ανάστημα. Η δουλειά του, όμως, στις όχθες του ποταμού Κουμπάν ανταμείφθηκε. Η ομάδα του πανηγύρισε την πρώτη συμμετοχή της σε Final Four, το 2016 στο Βερολίνο, όπου κατέκτησε την 3η θέση. Για τον ίδιο αυτή η επιτυχία ήταν μια εκκίνηση για την επάνοδό του στο ευρωπαϊκό προπονητικό στερέωμα.
Η ιστορία του πατέρα του
Ο Μπαρτζώκας δεν γεννήθηκε στα πούπουλα, δεν μεγάλωσε με ανέσεις. Ο πατέρας του Ανδρέας, από το Κεντρικό Αρτας, απόφοιτος της ΑΣΟΕΕ, υπήρξε ασυμβίβαστος αγωνιστής και εμβληματική φιγούρα της Αριστεράς με αντιστασιακή δράση. Υπέστη διώξεις, φυλακίσεις και εξορίες, χαρακτηρισμένος από το μετεμφυλιακό κράτος ως «αμετανόητος κομμουνιστής, επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια». Στα 29 του χρόνια, στις αρχές του 1955, βρισκόταν ήδη πέντε μήνες έγκλειστος πολιτικός κρατούμενος στη Φυλακή των Βούρλων στη Δραπετσώνα. Μαζί με άλλους υπόδικους κομμουνιστές αντιμετώπιζε τη θανατική ποινή ως «κατάσκοπος της Σοβιετικής Ενωσης».
Από το κελί 13της Γ’ Πτέρυγας, κάτω ακριβώς από το κρεβάτι του μαζί με άλλους νεαρούς συντρόφους του ξεκίνησαν να σκάβουν, με μοναδικό εργαλείο ένα κοπίδι, ένα τούνελ ώστε να το σκάσουν από το κολαστήριο. Η παράτολμη επιχείρηση με συνεχή επαγρύπνηση και προφυλάξεις από τους δεσμοφύλακες κράτησε τέσσερις μήνες μέχρι να φτιάξουν μια υπόγεια σήραγγα βάθους 2,5 μέτρων και μήκους 18 μ. Αυτή θα τους οδηγούσε στο διπλανό κτίριο των φυλακών, όπου έδρευε το εργοστάσιο λουλακιού Destree. Το μεσημέρι της Κυριακής 17 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς, 27 ριψοκίνδυνοι κρατούμενοι μπήκαν ένας-ένας στο τούνελ και ξέφυγαν ελεύθεροι στην άλλη πλευρά. Η εντυπωσιακή τους απόδραση ξεσήκωσε υστερία και κινητοποίησε άγριο κυνηγητό των Αρχών. Συνελήφθησαν 15, ανάμεσά τους και ο Αντρέας Μπαρτζώκας και ξαναφυλακίστηκαν σε φυλακές υψίστης ασφαλείας.
Στη δίκη του έπειτα από πέντε χρόνια στο Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών ο βασιλικός επίτροπος ζήτησε την ισόβια κάθειρξή του. Αποφυλακίστηκε με τη σταδιακή εφαρμογή των μέτρων ειρηνεύσεως απέναντι στους ηττημένους του Εμφυλίου που είχαν καταστεί δεσμώτες από τη μισαλλοδοξία και την εκδικητικότητα του κράτους των νικητών. Πιστός στις ιδέες του, δραστηριοποιήθηκε μέσα από τις γραμμές του κόμματος της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς. Στην πρώτη Πορεία Ειρήνης, τον Απρίλιο του 1963, συνελήφθη στους Αμπελόκηπους μαζί με τους Μίκη Θεοδωράκη, Μίνω Αργυράκη, Αλέκο Αλεξανδράκη, Αλίκη Γεωργούλη και δύο συναγωνιστές του στην απόδραση στα Βούρλα. Δεν κρατήθηκε στην Ασφάλεια καθώς δεν είχαν τίποτε το αξιόποινο να του προσάψουν. Είχε πια δημιουργήσει οικογένεια και δύο χρόνια αργότερα θα γεννιόταν ο γιος του Γιώργος.
Ωστόσο οι ταλαιπωρίες για τον Ανδρέα Μπαρτζώκα δεν είχαν τελειωμό. Η χούντα των συνταγματαρχών το 1967 τον στοχοποίησε και τον κυνήγησε. Από τις νηπιακές του αναμνήσεις ο γιος του έχει ανασύρει τις τρομοκρατικές στιγμές που ασφαλίτες μπούκαραν στο σπίτι τους και έψαχναν κάτω από τα κρεβάτια όπου κοιμόταν εκείνος και η αδελφούλα του. Ο καταζητούμενος πατέρας τους συνελήφθη στη σκάλα του αεροπλάνου καθώς προσπαθούσε να διαφύγει στο εξωτερικό. Ακολούθησαν φυλακίσεις, δίκες, εκτοπισμός, πρώτα στη Γυάρο και μετά στη Λέρο.
Ηταν μόλις 5 ετών, το 1970, όταν επισκέφτηκε για πρώτη φορά τον πατέρα του που ήταν κρατούμενος σε ένα άθλιο στρατόπεδο εξορίας στο Παρθένι της Λέρου. Μέχρι τη Μεταπολίτευση η οικογένεια έζησε δίχως τον πατέρα της, με στερήσεις που τις απάλυνε η οικονομική βοήθεια των συγγενών της. «Δεν είχαμε εισοδήματα, μας τάιζαν οι θείοι μου», έχει εξομολογηθεί ο Γιώργος Μπαρτζώκας, που σε τρυφερή ηλικία έμεινε χωρίς τη σιγουριά, τη στήριξη και τη φροντίδα του πατέρα πλάι του. Με το δίκιο του είχε εκφράσει κάποτε το νεανικό παράπονό του λέγοντας πως «όσο υπερήφανος και αν νιώθω που είμαι γιος του, του έχω καταλογίσει σε έναν μικρό βαθμό ότι μπορούσε να υπογράψει και να βγει. Δεν το έκανε. Εζησε τα προαιώνια διλήμματα όλων των επαναστάσεων». Το 1974 με την επάνοδο της Δημοκρατίας στη χώρα τα πράγματα άλλαξαν.
Ο Ανδρέας Μπαρτζώκας, ως πρόεδρος των Φίλων Ελληνικής Μουσικής, οργάνωνε στη Μεταπολίτευση τις συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη, Το σπίτι του το επισκέπτονταν τακτικά σπουδαίες μορφές της Αριστεράς της εποχής όπως ο Ηλίας Ηλιού, ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Μανώλης Γλέζος, ο Μίκης. Κάθε τόσο, ο πατέρας του έπαιρνε τον μαθητή του Δημοτικού γιο του στη Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ στην οδό Ακαδημίας. Σε αυτό το περιβάλλον, με αυτές τις παραστάσεις και μέσα σε αυτόν τον κύκλο προσωπικοτήτων μεγάλωσε ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Από αυτό το πλαίσιο των πρώιμων συναναστροφών του άντλησε τα βασικά στοιχεία της αγωγής, του ήθους και της καλλιέργειας που ξεδίπλωσε στα γήπεδα και στην κοινωνία.
Οταν κάποτε σε μια συνέντευξη Τύπου ύστερα από ένα ματς ξεκίνησε με τη φράση «η μοίρα μας είναι ο χαρακτήρας μας», οι άναυδοι ρεπόρτερ νόμισαν ότι διαβάζει αποσπάσματα από ποιήματα της Κικής Δημουλά. Πού να ’ξεραν ότι ο συστηματικός αναγνώστης φιλοσοφικών βιβλίων κόουτς θα εισήγαγε στην μπασκετική φιλολογική ρητορική και ένα απόφθεγμα του Ηράκλειτου του Εφέσιου;
Στα ώριμα χρόνια του θα εκμυστηρευόταν ότι «κατάλαβα πολύ καλά γιατί ο πατέρας μου υπερασπιζόταν τις ιδέες του και αυτό ήταν πολύ κομβικό στον τρόπο που μεγάλωσα και διαμόρφωσα τον χαρακτήρα μου. Η κληρονομιά που μου άφησε είναι ο ουμανισμός». Ο Ανδρέας Μπαρτζώκας πέθανε στα 89 του χρόνια στις 3 Δεκεμβρίου του 2015. Το θλιβερό νέο έφτασε στον γιο του λίγες ώρες πριν από την αναμέτρηση της Κουμπάν με τη Ζιέλονα Γκόρα για την Ευρωλίγκα. Ο Ελληνας τεχνικός ολοκλήρωσε το καθήκον του στο γήπεδο και έκλαψε τον πατέρα του μετά το ματς.
Στην Μπαρτσελόνα
Το καλοκαίρι του 2016 έσπασε το συμβόλαιό του με τη ρωσική ομάδα για να αναλάβει την Μπαρτσελόνα. Στην πρωτεύουσα της Καταλονίας διένυσε μια πολύ κακή, σχεδόν εφιαλτική σεζόν. Ελυσε το συμβόλαιό του και ξεκίνησε συνεργασία με τη ρωσική Χίμκι. Με εκείνον στο τιμόνι της η ομάδα πραγματοποίησε την κορυφαία σεζόν στην ιστορία της εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή της στην Ευρωλίγκα. Τον Ιανουάριο του 2019, ωστόσο, αποχώρησε. Αρκετούς βαριούς χειμώνες είχε αντέξει. Είχε πια φτάσει ή ώρα της επιστροφής στην εύκρατη πατρίδα.
Εναν χρόνο ακριβώς μετά ανακοινώθηκε επίσημα η επάνοδός του στον Ολυμπιακό. Υπέγραψε συμβόλαιο 2,5 ετών που ήδη επεκτάθηκε ως το 2025, καθώς με τους αδελφούς Αγγελόπουλους βρίσκονται στην ίδια ιστορική σελίδα του συλλόγου. Τα υπόλοιπα είναι κομμάτι της πρόσφατης ιστορίας. Στην τεχνική ηγεσία των Ερυθρολεύκων κατέκτησε Κύπελλο, Πρωτάθλημα με «σκούπισμα» του αιώνιου αντιπάλου, αναδείχθηκε Καλύτερος Προπονητής στην Ευρωλίγκα για δεύτερη φορά στην καριέρα του, οδήγησε την ομάδα στο Final 4 του Βελιγραδίου. Ο,τι κι αν συμβεί στο Final 4 του Κάουνας στη Λιθουανία, είτε στον ημιτελικό με τη Μονακό είτε ενδεχομένως στον τελικό με τη Ρεάλ ή την Μπαρτσελόνα, δεν αλλάζει τίποτε. Για τον cool τεχνικό δεν υπάρχει τύχη, καθώς έχει διαπιστώσει ότι σε βάθος χρόνου καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει.
Παραμένει, όμως, απαρέγκλιτα προσηλωμένος στην προοπτική της καινοτομίας, της πρωτοποριακής αντίληψης των πραγμάτων, των νεωτεριστικών οραμάτων για το μέλλον. Εχει δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι «αν κολλήσεις στο παρελθόν, μένεις πίσω. Σε ξεπερνά το παρόν». Και υπερασπίζεται με θέληση την αισιοδοξία του γιατί δεν έχει καμιά χρησιμότητα να είναι οτιδήποτε άλλο παρά ρεαλιστής.
Ειδήσεις σήμερα:
Μητσοτάκης: Πάνε για κυβέρνηση παράλυσης και ακυβερνησίας, για να σώσουν τις καρέκλες τους, θέλουν να μας βάλουν φυλακή
Εκλογές 2023 - Financial Times: Παρά τους εφιάλτες με τον Βαρουφάκη να παίζει πιάνο, η Ελλάδα έγινε επενδυτικός τίγρης
Λευκάδα: Η βίλα με την απίθανη θέα που πουλήθηκε μέσω Sotheby’s σε τιμή ρεκόρ 15.000 ανά τ.μ
________________
Εκλογές 2023
Πού ψηφίζω: Μάθετε που ψηφίζετε βήμα-βήμα από την εφαρμογή του ΥΠ.ΕΣ.
Εκλογές 2023: Όλες οι ειδήσεις για τον προεκλογικό αγώνα των κομμάτων, τις δημοσκοπήσεις, τα αποτελέσματα των εκλογών & τα exit polls.
Οδηγός εκλογών 2023: Ό,τι πρέπει να γνωρίζετε
Αποτελέσματα εκλογών 2023: Δείτε LIVE μέσω διαδραστικού χάρτη όλα τα αποτελέσματα της επικράτειας
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr