Ένα φθινοπωρινό γεύμα διαφορετικό από τα άλλα, μιας και η συνάντηση των εθελοντών της bwin με τους διαμένοντες της Στέγης Υποστηριζόμενης Διαβίωσης «Φωτεινή» έδιωξε κάθε… μελαγχολικό συναίσθημα.
Οι (ξεχασμένες…) φωτιές της Ηπείρου με τους 7 νεκρούς - Πώς ξεκίνησαν από το αλβανικό έδαφος
Οι (ξεχασμένες…) φωτιές της Ηπείρου με τους 7 νεκρούς - Πώς ξεκίνησαν από το αλβανικό έδαφος
23-24 Αυγούστου 2000: οι φωτιές ζώνουν ακριτικά χωριά του Πωγωνίου και της Θεσπρωτίας – Πώς έχασαν τη ζωή τους 7 άνθρωποι και κάηκαν χιλιάδες στρέμματα δασικής έκτασης
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ο 21ος αιώνας, έχει στιγματιστεί μέχρι τώρα, από τη μεγάλη φωτιά στο Μάτι, τον Ιούλιο του 2018, που είχε σαν αποτέλεσμα 102 άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους και τις καταστροφικές πυρκαγιές στην Ηλεία το 2007, με 63 νεκρούς. Φυσικά, μέσα στα 20 αυτά χρόνια, είχαμε χιλιάδες ακόμα πυρκαγιές που έκαψαν εκατομμύρια στρέμματα δασικών εκτάσεων.
Το μιλένιουμ όμως, είχε ξεκινήσει πολύ άσχημα. Τον Αύγουστο του 2000, 7 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε ακριτικά χωριά της Ηπείρου (νομοί Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας), χιλιάδες στρέμματα πράσινου έγιναν στάχτη, άνθρωποι ξεσπιτώθηκαν, ενώ από καθαρή τύχη δεν θρηνήσαμε περισσότερα θύματα. Αν ο άνεμος δεν άλλαζε φορά, θα μιλούσαμε για πραγματική εκατόμβη θυμάτων, καθώς η πυρκαγιά μαινόταν ανεξέλεγκτη, σε περιοχές που δεν μπορούσαν να επιχειρήσουν επίγειες πυροσβεστικές δυνάμεις, ενώ το σκοτάδι της νύχτας δεν επέτρεπε σε εναέρια πυροσβεστικά μέσα να κάνουν ρίψεις νερού.
Ψάχνοντας στο διαδίκτυο, δεν βρήκαμε σχεδόν τίποτα για τις φωτιές του 2000 στην Ήπειρο. Εξαίρεση αποτελεί ένα απόλυτα ακριβές ρεπορτάζ στα «Νέα», της Ματίνας Ηρειώτου (νυν δημοσιογράφου στο «Πρώτο Θέμα» και αρχισυντάκτριας στο protothema. gr). Και του ανταποκριτή της εφημερίδας στα Γιάννενα Γιώργου Κυρούση.
Σκεφτήκαμε λοιπόν, να γράψουμε ένα άρθρο με περισσότερες λεπτομέρειες για τις (ξεχασμένες) φωτιές της Ηπείρου του 2000, ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη των 7 συνανθρώπων μας που χάθηκαν άδικα. Μιλήσαμε με ανθρώπους που έδωσαν μάχη με τις φλόγες και θα παρουσιάσουμε σήμερα για πρώτη φορά σε ελληνικό Μ.Μ.Ε. άγνωστες και συγκλονιστικές λεπτομέρειες για το τι έγινε στην ελληνοαλβανική μεθόριο τον Αύγουστο του 2000 και αν η Πολιτεία, έστω και μετά την τραγωδία, μερίμνησε για τα πυρόπληκτα χωριά και τους κατοίκους τους.
6 Αυγούστου 2000: Η φωτιά ξεκινά από την Αλβανία
Τον Αύγουστο του 2000, στην εξουσία βρισκόταν το ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη. Είχαν προηγηθεί, οι εκλογές θρίλερ της 9ης Απριλίου 2000, που αρχικά φαινόταν ότι τις κερδίζει η ΝΔ του Κώστα Καραμανλή. Θυμόμαστε οι μεγαλύτεροι, τους πρόωρους πανηγυρισμούς των Νεοδημοκρατών, που τελικά έδωσαν τη θέση τους αργά το βράδυ στους έξαλλους πανηγυρισμούς των οπαδών του ΠΑΣΟΚ. Το κόμμα του Κώστα Σημίτη, συγκέντρωσε ποσοστό 43,79% και κατέλαβε 158 έδρες στη Βουλή, ενώ η ΝΔ 42,74%, κατέλαβε 125 έδρες Μια μικρή λεπτομέρεια: στην Κυβέρνηση που σχηματίστηκε, Υπουργός Τάξεως ορκίστηκε ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Να θυμίσουμε ότι η Πυροσβεστική Υπηρεσία, υπάγεται διοικητικά στο (τότε) Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως (νυν Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη). Οι φωτιές του Αυγούστου 2000 στην Ήπειρο, είναι δεδομένο ότι ξεκίνησαν από την Αλβανία, στις 6/8.
Για το πώς άρχισαν, υπάρχουν δύο εκδοχές.
Σύμφωνα με την πρώτη, ξεκίνησαν από τα αχούρια του μειονοτικού χωριού Λόγγος, καθώς κάποιοι έκαιγαν χορτάρια εκεί και επεκτάθηκαν σε ελληνικό έδαφος. Να σημειώσουμε εδώ, ότι στα παραμεθόρια χωριά της Ηπείρου και στα χωριά της Β. Ηπείρου, το αχούρι δεν είναι στάβλος αλόγων ή γαϊδάρων, αλλά πρόχειρο οίκημα σε αγροτικές εκτάσεις, που χρησιμεύει ακόμα και για προσωρινή διανομή των ιδιοκτητών τους, προκειμένου να αποφεύγουν τις διαρκείς μετακινήσεις προς τα χωριά τους.
Η δεύτερη εκδοχή, που ακούσαμε από περισσότερους, είναι η εξής.
Το μιλένιουμ όμως, είχε ξεκινήσει πολύ άσχημα. Τον Αύγουστο του 2000, 7 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε ακριτικά χωριά της Ηπείρου (νομοί Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας), χιλιάδες στρέμματα πράσινου έγιναν στάχτη, άνθρωποι ξεσπιτώθηκαν, ενώ από καθαρή τύχη δεν θρηνήσαμε περισσότερα θύματα. Αν ο άνεμος δεν άλλαζε φορά, θα μιλούσαμε για πραγματική εκατόμβη θυμάτων, καθώς η πυρκαγιά μαινόταν ανεξέλεγκτη, σε περιοχές που δεν μπορούσαν να επιχειρήσουν επίγειες πυροσβεστικές δυνάμεις, ενώ το σκοτάδι της νύχτας δεν επέτρεπε σε εναέρια πυροσβεστικά μέσα να κάνουν ρίψεις νερού.
Ψάχνοντας στο διαδίκτυο, δεν βρήκαμε σχεδόν τίποτα για τις φωτιές του 2000 στην Ήπειρο. Εξαίρεση αποτελεί ένα απόλυτα ακριβές ρεπορτάζ στα «Νέα», της Ματίνας Ηρειώτου (νυν δημοσιογράφου στο «Πρώτο Θέμα» και αρχισυντάκτριας στο protothema. gr). Και του ανταποκριτή της εφημερίδας στα Γιάννενα Γιώργου Κυρούση.
Σκεφτήκαμε λοιπόν, να γράψουμε ένα άρθρο με περισσότερες λεπτομέρειες για τις (ξεχασμένες) φωτιές της Ηπείρου του 2000, ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη των 7 συνανθρώπων μας που χάθηκαν άδικα. Μιλήσαμε με ανθρώπους που έδωσαν μάχη με τις φλόγες και θα παρουσιάσουμε σήμερα για πρώτη φορά σε ελληνικό Μ.Μ.Ε. άγνωστες και συγκλονιστικές λεπτομέρειες για το τι έγινε στην ελληνοαλβανική μεθόριο τον Αύγουστο του 2000 και αν η Πολιτεία, έστω και μετά την τραγωδία, μερίμνησε για τα πυρόπληκτα χωριά και τους κατοίκους τους.
6 Αυγούστου 2000: Η φωτιά ξεκινά από την Αλβανία
Τον Αύγουστο του 2000, στην εξουσία βρισκόταν το ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη. Είχαν προηγηθεί, οι εκλογές θρίλερ της 9ης Απριλίου 2000, που αρχικά φαινόταν ότι τις κερδίζει η ΝΔ του Κώστα Καραμανλή. Θυμόμαστε οι μεγαλύτεροι, τους πρόωρους πανηγυρισμούς των Νεοδημοκρατών, που τελικά έδωσαν τη θέση τους αργά το βράδυ στους έξαλλους πανηγυρισμούς των οπαδών του ΠΑΣΟΚ. Το κόμμα του Κώστα Σημίτη, συγκέντρωσε ποσοστό 43,79% και κατέλαβε 158 έδρες στη Βουλή, ενώ η ΝΔ 42,74%, κατέλαβε 125 έδρες Μια μικρή λεπτομέρεια: στην Κυβέρνηση που σχηματίστηκε, Υπουργός Τάξεως ορκίστηκε ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Να θυμίσουμε ότι η Πυροσβεστική Υπηρεσία, υπάγεται διοικητικά στο (τότε) Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως (νυν Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη). Οι φωτιές του Αυγούστου 2000 στην Ήπειρο, είναι δεδομένο ότι ξεκίνησαν από την Αλβανία, στις 6/8.
Για το πώς άρχισαν, υπάρχουν δύο εκδοχές.
Σύμφωνα με την πρώτη, ξεκίνησαν από τα αχούρια του μειονοτικού χωριού Λόγγος, καθώς κάποιοι έκαιγαν χορτάρια εκεί και επεκτάθηκαν σε ελληνικό έδαφος. Να σημειώσουμε εδώ, ότι στα παραμεθόρια χωριά της Ηπείρου και στα χωριά της Β. Ηπείρου, το αχούρι δεν είναι στάβλος αλόγων ή γαϊδάρων, αλλά πρόχειρο οίκημα σε αγροτικές εκτάσεις, που χρησιμεύει ακόμα και για προσωρινή διανομή των ιδιοκτητών τους, προκειμένου να αποφεύγουν τις διαρκείς μετακινήσεις προς τα χωριά τους.
Η δεύτερη εκδοχή, που ακούσαμε από περισσότερους, είναι η εξής.
Στις 6 Αυγούστου 2000, γινόταν πανηγύρι στο μειονοτικό χωριό Σωτήρα της Β. Ηπείρου. Κάποιοι από τους συμμετέχοντες στο πανηγύρι μέθυσαν. Υπήρξαν λογομαχίες, καβγάδες και τελικά κάποιοι έβαλαν φωτιά στο χωριό.
Ποιοι ακριβώς ήταν αυτοί, είναι άγνωστο. Πάντως σίγουρα οι εμπρηστές δεν ήταν κάτοικοι της Σωτήρας. Με επιφύλαξη, γράφουμε ότι ήταν διαμάχη Αλβανών- Βορειοηπειρωτών.Με τη βοήθεια του αέρα, η φωτιά γρήγορα επεκτάθηκε σε ελληνικό έδαφος, συγκεκριμένα στην τοποθεσία Προφήτης Ηλίας (Άη-Λιάς), του χωριού Καστάνιανη (τότε Καστανή). Η τοποθεσία αυτή, βρίσκεται σ’ έναν λόφο, δίπλα στην επαρχιακή οδό Χαραυγής-Καστάνιανης, ακριβώς πάνω στην οριογραμμή Ελλάδας-Αλβανίας.
Παλαιότερα εκεί υπήρξε ξωκλήσι, από το οποίο πλέον έχουν μείνει λιγοστά χαλάσματα. Από εκεί, η φωτιά επεκτάθηκε προς το φυλάκιο της Καστάνιανης, που τότε ήταν επανδρωμένο και άρχισε να απειλεί το χωριό.
Η Πυροσβεστική Υπηρεσία που κατέφθασε και, κυρίως, ένα ελικόπτερο που έκανε ρίψεις νερού, πέτυχαν να σβήσουν (έτσι νόμιζαν τουλάχιστον όπως θα δούμε…) τη φωτιά και να εξασφαλίσουν ότι δεν θα κατευθυνόταν προς τη γειτονική Χαραυγή.
Να σημειώσουμε εδώ κάτι πολύ βασικό. Το 2000, η ευρύτερη περιοχή των χωριών του Πωγωνίου, καλυπτόταν από πυκνή, άγρια βλάστηση, ενώ μεταξύ της Καστάνιανης και των συνόρων, υπήρχαν στρώματα από φύλλα δέντρων, στα οποία δεν είχε πατήσει το πόδι του άνθρωπος από τα τέλη του Εμφυλίου Πολέμου. Επρόκειτο λοιπόν για μία «έρπουσα πυρκαγιά», ύπουλη και επικίνδυνη.
Επίσης, παρά τις επανειλημμένες επιχειρήσεις του Στρατού, που εξουδετέρωσε δεκάδες νάρκες και βλήματα, ενθύμια του ελληνοϊταλικού πολέμου 1940-1941 και του Εμφυλίου Πολέμου, υπήρχαν, όπως φάνηκε, πάρα πολλά ακόμα άσκαστα βλήματα και νάρκες.
Ενώ λοιπόν η Πυροσβεστική, αρχηγός της οποίας ήταν τότε ο Παναγιώτης Φούρλας, θεωρούσε ότι η φωτιά είχε σβήσει, αυτή σιγόκαιγε κάτω από τα πεσμένα στο έδαφος φύλλα των δέντρων, κυρίως στο αλβανικό έδαφος. Μερικές αναζωπυρώσεις τις επόμενες ημέρες, αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία. Όμως ελάχιστοι φανταζόταν τι θα ακολουθούσε.
Από τις 21 Αυγούστου, τα μελτέμια, που είναι πασίγνωστα από την αρχαιότητα (οι «ετησίες» των προγόνων μας), συντέλεσαν στην πρόκληση πολλών πυρκαγιών σε όλη την Ελλάδα. Στις 23 Αυγούστου 2000, η φωτιά στην Ήπειρο άρχισε να αναζωπυρώνεται επικίνδυνα.
Οι βόρειοι άνεμοι που φυσούσαν, την οδηγούσαν προς την Καστάνιανη. Κάτοικοι του χωριού, παραθεριστές, πυροσβέστες και εναέρια μέσα, έθεσαν προσωρινά υπό έλεγχο τη φωτιά. Όμως, την επόμενη μέρα, Πέμπτη 24 Αυγούστου 2000, η πύρινη λαίλαπα ξέφυγε από κάθε έλεγχο.
Οι ισχυροί βόρειοι άνεμοι, 8 μποφόρ κατά την Πυροσβεστική, όχι μόνο αναζωπύρωσαν τη φωτιά, αλλά την έκαναν ανεξέλεγκτη. Το πρώτο χωριό που κινδύνευσε σοβαρά ήταν η Καστάνιανη. Στην περιοχή επιχειρούσαν μόλις 40 πυροσβέστες, ενώ ρίψεις νερού γινόταν μόνο από δύο ελικόπτερα. Μια άλλη μεγάλη πυρκαγιά στα Άνω Πεδινά Ζαγορίου, είχε υποχρεώσει την Πυροσβεστική να στείλει και εκεί ισχυρές δυνάμεις, ενώ τα πυροσβεστικά αεροπλάνα δεν μπορούσαν, σύμφωνα πάντα με την Πυροσβεστική, να πραγματοποιήσουν ρίψεις νερού, λόγω των ανέμων. Η φωτιά σύντομα επεκτάθηκε και στις περιοχές λίγο έξω από την Καστάνιανη όπου υπήρχαν νάρκες και παλαιά βλήματα, τα οποία έσκαγαν με εκκωφαντικό κρότο, προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερο πανικό στους κατοίκους. Φυσικά, οι πυροσβέστες ήταν αδύνατο να επιχειρήσουν μέσα σε ναρκοπέδια και η μόνη βοήθεια προερχόταν από τα δύο (ή το ένα, καθώς συχνά το άλλο έφευγε για ρίψεις νερού στη φωτιά στο Ζαγόρι) ελικόπτερο.
Το μεγάλο πλεονέκτημα για τα ελικόπτερα, ήταν ότι στην Αλβανία, πολύ κοντά στα σύνορα, υπάρχουν δύο-τρεις τεχνητές λίμνες και δεν καθυστερούσαν καθόλου τις υδροληψίες. Τελικά, η φωτιά αφού πέρασε ξυστά από τα ακραία, προς την πλευρά των συνόρων, σπίτια της Καστάνιανης, προκαλώντας μικρές ζημιές σε κάποιες αποθήκες, κατευθύνθηκε προς την πλευρά της Θεσπρωτίας. Στο μεταξύ, οι νάρκες και τα παλιά βλήματα που βρίσκονταν στο ύψωμα Άγιος Αθανάσιος, στον επαρχιακό δρόμο Καστάνιανης-Αγίας Μαρίνας, έσκαγαν ταρακουνώντας την περιοχή. Να σημειώσουμε ότι ο Άγιος Αθανάσιος (Αη Θανάσης, από την ομώνυμη εκκλησία), είναι στρατηγικής σημασίας ύψωμα, θέατρο σφοδρών πολεμικών συγκρούσεων κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο.
Η φωτιά συνέχισε την καταστροφική πορεία της καίγοντας το εξωκλήσι Παναγιά και μετατρέποντας καταπράσινες περιοχές σε κρανίου τόπο. Είχε αρχίσει να νυχτώνει όταν πλησίασε τα χωριά Αγία Μαρίνα και Κάτω Λάβδανη, οι κάτοικοι των οποίων, ηλικιωμένοι στην μεγάλη τους πλειοψηφία, βρέθηκαν απροετοίμαστοι καθώς δεν περίμεναν αυτή την εξέλιξη. Κάποιοι συνοριοφύλακες ,στρατιώτες και πυροσβέστες που έφτασαν στο χωριό προσπαθούσαν να τους πείσουν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, αυτό όμως δεν έγινε εφικτό. Έτσι, γύρω στις 9 μ.μ. η φωτιά έφτασε στην Αγία Μαρίνα. Το χωριό, όπως έχουμε αναφέρει στο άρθρο μας για το Πωγώνι (4/1/2020), αποτελούσε συνοικία της Κοσοβίτσας, η οποία αν και είχε αμιγώς ελληνικό πληθυσμό, δόθηκε στην Αλβανία (1923). Τα σπίτια του βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση το ένα από το άλλο. Την τελευταία στιγμή, οι περισσότεροι από τους κατοίκους της εγκατέλειψαν το χωριό.
Ωστόσο, ο 80χρονος Χριστόφορος Κυρίτσης και η 78χρονη σύζυγός του, δεν πρόλαβαν να φύγουν και βρέθηκαν νεκροί από τους πυροσβέστες. Την ίδια τραγική κατάληξη, είχε και η 72χρονη Πολυξένη Πρέντζου, η οποία στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τη φωτιά έπεσε σε μια χαράδρα.
Πολλά από τα σπίτια της Αγίας Μαρίνας καταστράφηκαν ενώ τα υπόλοιπα υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Στην Αγία Μαρίνα, εκτός από τους τρεις νεκρούς, υπήρξε και μία τραυματισμένη: η Αφροδίτη Γιόμου, που μεταφέρθηκε με εγκαύματα τρίτου βαθμού στο νοσοκομείο Ιωαννίνων.
Δυστυχώς η φωτιά δεν σταμάτησε στην Αγία Μαρίνα.
Οι δυνατοί άνεμοι που φυσούσαν ασταμάτητα, είχαν σαν αποτέλεσμα να κατευθυνθεί στην Κάτω Λάβδανη.
Δύο γυναίκες από το χωριό αυτό η Παρασκευή Αλεξίου 75 ετών και η Μαρία Μάντη 72 ετών, βρέθηκαν το μεσημέρι της επόμενης ημέρας νεκρές…
Αργά το βράδυ, η φωτιά έφτασε στη Θεσπρωτία, όπου και εκεί δυστυχώς, είχαμε θύματα. Τα ξημερώματα της Παρασκευής 25 Αυγούστου 2000, βρέθηκε νεκρή στο Κάτω Λιθάρι η 80χρονη Ματίνα Παπαγεωργίου, ενώ λίγο νωρίτερα, στο χωριό Ριζό, είχε βρεθεί το απανθρακωμένο πτώμα της 83χρονης Αθανασούλας Μάκου. Εφτά άνθρωποι συνολικά έχασαν τη ζωή τους από την καταστροφική φωτιά της Ηπείρου στις 25 Αυγούστου 2000. Σπίτια και περιουσίες καταστράφηκαν ολοσχερώς, άνθρωποι έμειναν άστεγοι, ενώ γύρω στα 60.000 στρέμματα δασικής έκτασης κάηκαν. Με το πρώτο φως της επόμενης ημέρας, Παρασκευής 25 Αυγούστου 2000, περισσότερα εναέρια πυροσβεστικά μέσα και μεγάλες πυροσβεστικές δυνάμεις, έθεσαν υπό έλεγχο τη φωτιά. Δυστυχώς για 7 συνανθρώπους μας ήταν πολύ αργά. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις ήταν σε επιφυλακή για αρκετές ημέρες ακόμα, μέχρι να εκλείψει εντελώς ο κίνδυνος.
Τι έφταιξε και θρηνήσαμε 7 νεκρούς στην Ήπειρο;
Η περιοχή που καταστράφηκε από τις φωτιές του 2000, ήταν καταπράσινη, αλλά ιδιαίτερα δύσβατη, καθώς σε πολλά μέρη δεν είχαν πατήσει το πόδι τους άνθρωποι για 50 χρόνια. Το Δασαρχείο Ιωαννίνων, δεν επέτρεπε τη διάνοιξη δρόμων που θα λειτουργούσαν ως αντιπυρικές ζώνες και θα καθυστερούσαν την εξάπλωση της φωτιάς.
Οι νάρκες και τα παλιά βλήματα, καθιστούσαν αδύνατη την πρόσβαση των πυροσβεστών στην περιοχή. Η φωτιά υποτιμήθηκε από την αρχή. Θα μπορούσε να κατασβεστεί πλήρως τις προηγούμενες μέρες, όταν σιγόκαιγε κάτω από τα πεσμένα φύλλα των δέντρων. Αλλά και από το μεσημέρι της 24ης Αύγουστου όταν φούντωσε και πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ένα ή δύο ελικόπτερα, ήταν αδύνατο να την περιορίσουν. Η φωτιά υποτιμήθηκε από τους επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων που επιχειρούσαν στην περιοχή.
Όπως βλέπετε και στον απόλυτα διαφωτιστικό χάρτη των «Νέων» που αναδημοσιεύουμε, στις 24 Αυγούστου 2000 καιγόταν σχεδόν ολόκληρη η Ελλάδα. Συνεπώς υπήρχε πρόβλημα με τα εναέρια μέσα πυρόσβεσης. Ωστόσο, είχε γίνει και λανθασμένος σχεδιασμός στις αρχές της αντιπυρικής περιόδου. Για άγνωστους λόγους, το ρωσικό πυροσβεστικό αεροπλάνο τύπου «Ιλιούσιν» που τον προηγούμενο χρόνο είχε συμβάλλει αποφασιστικά στην κατάσβεση πολλών πυρκαγιών στη χώρα μας, δεν νοικιάστηκε το καλοκαίρι του 2000, γιατί θεωρήθηκε ότι ήταν ακατάλληλο για τις φωτιές στη χώρα μας! Επρόκειτο για ένα πραγματικό «εναέριο πυροσβεστικό θηρίο», που με 1-2 ρίψεις νερού, θα έσβηνε τη φωτιά πριν καλά καλά φύγει από τα όρια της Καστάνιανης. Κι αν δεν μπορούσε να κάνει υδροληψίες από τις αλβανικές λίμνες, θα ήταν πολύ εύκολο να γίνει αυτή από τις θεσπρωτικές ακτές. Τέλος, η εκκένωση των χωριών, έγινε καθυστερημένα, αφού είχαν ήδη καεί δύο άνθρωποι στην Αγία Μαρίνα…
Λάθη επί λαθών, από τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως (τότε), μέχρι τους επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων της Ηπείρου…
Τι έγινε μετά την πυρκαγιά
Στη 1 π.μ. της Παρασκευής 25 Αυγούστου 2000, έφτασε στα Γιάννενα κυβερνητικό κλιμάκιο, αποτελούμενο από τους Υφυπουργούς Εθνικής Άμυνας Δ. Αποστολάκη, Γεωργίας Ε. Αργύρη (που εκλεγόταν στον νομό Ιωαννίνων) και Παιδείας (!) Φ. Πετσάλνικο. Ο αείμνηστος Φίλιππος Πετσάλνικος ήταν έμπειρος πολιτικός. Αλλά ποια ακριβώς ήταν η σχέση του, ως Υφυπουργός Παιδείας με τις πυρκαγιές; Ακολούθησαν συσκέψεις επί συσκέψεων, ενώ τις επόμενες μέρες, επισκέφτηκαν τα πυρόπληκτα χωριά όσοι πολιτικοί δεν τα είχαν επισκεφθεί τα προηγούμενα χρόνια.
Ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης που έδωσε εντολές για το τι πρέπει να γίνει πολλοί υπουργοί, ανάμεσα τους και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κώστας Καραμανλής κ.ά. Πραγματικά, διατέθηκαν αρκετά χρήματα για την περιοχή. Στην Αγία Μαρίνα, φτιάχτηκαν καινούργια σπίτια, συγκεντρωμένα σε μία έκταση και το ένα κοντά στο άλλο. Ωστόσο, στον νέο αυτό οικισμό, εγκαταστάθηκαν ελάχιστα άτομα. Άλλοι, πήραν τις αποζημιώσεις και έφτιαξαν τα νέα σπίτια τους στις θέσεις των παλιών! Δόθηκαν χρήματα σε κατοίκους της Καστάνιανης, της Αγίας Μαρίνας, της Κάτω Λάβδανης και των χωριών της Θεσπρωτίας, για επισκευές σε σπίτια και βοηθητικούς χώρους που είχαν καταστραφεί.
Πριν λίγα χρόνια, ο περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης, έδωσε εντολή και κατασκευάστηκε ο δρόμος-αντιπυρική ζώνη κοντά στα σύνορα, που δεν επέτρεπε τα προηγούμενα το δασαρχείο να γίνει. Τέλος, ασφαλτοστρώθηκε ο δρόμος που οδηγεί στο Κεφαλόβρυσο και από εκεί στις πανέμορφες θεσπρωτικές ακτές.
Η μεταπτυχιακή εργασία της Δασολόγου/Περιβαλλοντολόγου Ελένης Β. Καψοπούλου, που έγινε στο ΕΜΠ τον Μάρτιο του 2015, αφιερώνει ένα μεγάλο μέρος της στις φωτιές του 2000 στο Πωγώνι. Σ’ αυτήν (σελ. 86), διαβάζουμε ότι κάηκαν συνολικά 58.950 στρέμματα. 33.000 στρέμματα, ήταν δάση δρυός (βελανιδιάς), 1.3000 στρέμματα χορτολιβαδικές εκτάσεις, 7.350 στρέμματα θαμνώδεις εκτάσεις, 800 στρέμματα, δάσους τραχείας πεύκης, 15.000 στρέμματα μεικτών δάσους δρυός-γαύρου (φυλλοβόλου δέντρου με κοντό κορμό και μυτερά οδοντωτά φύλλα) και 1.500 στρέμματα καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Ευτυχώς η φύση έκανε το θαύμα της τα καμένα δάση σε μικρό χρονικό διάστημα αναγεννήθηκαν και σήμερα, οι καμένες εκτάσεις το 2000, είναι καταπράσινες και πανέμορφες!
Ποιοι ήταν υπεύθυνοι για τους 7 νεκρούς; - Παραιτήθηκε κανείς;
Να επισημάνουμε αρχικά, ότι το άρθρο αυτό γράφτηκε στο μεγαλύτερο μέρος του πριν τις φονικές πλημμύρες στην Εύβοια. Άλλωστε ανάλογοι συσχετισμοί και συμψηφισμοί, είναι πολύ μακριά από τη φιλοσοφία μας. Παρά τους 7 νεκρούς τις τεράστιες καταστροφές και τα 60.000 στρέμματα καμένων δασών, κανείς δεν είχε την ευθιξία να παραιτηθεί.
Η τότε Υπουργός Εσωτερικών Βάσω Παπανδρέου, δήλωσε την επόμενη μέρα στη Βουλή ότι «δεν δεχόμαστε την κριτική της ΝΔ ότι ολιγώρησε η κυβέρνησε»… Ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, δεν απέπεμψε την αρμόδιο υπουργό Μ. Χρυσοχοΐδη, αν και το 1999, με το φιάσκο Οτσαλάν τρεις υπουργοί (Θ. Πάγκαλος, Α. Παπαδόπουλος, Φ. Πετσάλνικος), υποχρεώθηκαν σε παραίτηση. Ούτε ο κύριος Χρυσοχοΐδης παραιτήθηκε, καθώς έφερε ακέραια την πολιτική ευθύνη για την τραγωδία στην Ήπειρο. Ακόμα και ο αρχηγός της Πυροσβεστικής Π. Φούρλας, παρέμεινε στη θέση του. Ο γιός του άτυχου ζεύγους Κυρίτση που έχασε τη ζωή του στην Αγία Μαρίνα, Μιχαήλ Κυρίτσης, κατέθεσε στις 21/9/2000 μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου (παραθέτουμε το σχετικό άρθρο του «Ριζοσπάστη» της 22/9/2000.
«Με τη μεγάλη πυρκαγιά του περασμένου Αυγούστου, που είχε ως αποτέλεσμα να καούν επτά άτομα στο χωριό Αγία Μαρίνα στην περιοχή Πωγωνίου του Νομού Ιωαννίνων, θα ασχοληθεί η Δικαιοσύνη.
Μηνυτήρια αναφορά κατέθεσε χτες στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου ο Μιχ. Κυρίτσης, μέσω του πληρεξούσιου δικηγόρου του Αν. Φούσα, και ζητάει να ερευνηθούν οι αιτίες που επεκτάθηκε η φωτιά, να εντοπιστούν οι ένοχοι και να εξεταστεί αν ανακύπτει θέμα ποινικών ευθυνών των αρμόδιων κρατικών οργάνων, καθώς και αν τέλεσαν το αδίκημα της κατά συρροή ανθρωποκτονίας από αμέλεια. Ο Μ. Κυρίτσης επιρρίπτει ευθύνες για εγκληματική αδράνεια, αμέλεια και παραλείψεις στην πολιτεία. Από την πυρκαγιά κάηκαν ζωντανοί, στις 24 Αυγούστου, οι υπερήλικες γονείς του και πέντε άλλα άτομα.
Στη μηνυτήρια αναφορά καταγγέλλεται σωρεία παραλείψεων του κρατικού μηχανισμού και ότι, αν και ειδοποιήθηκαν έγκαιρα τα αρμόδια όργανα από την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τη στρατιωτική δύναμη του φυλακίου, οι αρχές δεν πήραν τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψουν ή να περιορίσουν την πυρκαγιά.
Ο μηνυτής καταγγέλλει ότι η πυρκαγιά εκδηλώθηκε στη Βόρειο Ηπειρο στις 6 Αυγούστου και για 18 μέρες κατέκαιγε την περιοχή, ενώ λόγω των ισχυρών ανέμων επεκτάθηκε και στη χώρα μας. Επίσης, αναφέρει ότι οι ελληνικές αρχές δε φρόντισαν να εκκενώσουν τα χωριά για να μην κινδυνέψουν ανθρώπινες ζωές».
Κανείς όμως δεν τιμωρήθηκε…
Η μονή Μακρ(υ)αλέξη
Στην περιοχή της μεγάλης πυρκαγιάς (κοντά στην Κάτω Λάβδανη), βρίσκεται η ιστορική μονή Μακρ(υ)αλέξη. Οικοδομήθηκε, στην αρχική της μορφή, το 1068! Αν και όλα γύρω της κάηκαν, η μονή έμεινε αλώβητη… Κάτι ανάλογο είχε γίνει και πριν από 40 περίπου χρόνια, όταν φωτιά που απείλησε τη μονή, έσβησε από μια ξαφνική νυχτερινή μπόρα, που ξέσπασε μέσα στο κατακαλόκαιρο. Αν σκεφτούμε και την ιταλική οβίδα που έπεσε στην Αγία Τράπεζα του ναού της Αγίας Τριάδας στην Καστάνιανη χωρίς να εκραγεί, τότε μάλλον κάποιος εκεί ψηλά νοιάζεται για τα χωριά αυτά και τα προσέχει…
Τα στοιχεία του άρθρου προέρχονται από αφηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων των πυρκαγιών και το εξαιρετικό ρεπορτάζ της Ματίνας Ηρειώτου και του Γιώργου Κυρούση, στα «Νέα» της 26/8/2000.
Ευχαριστούμε θερμά την δασολόγο-περιβαλλοντολόγο , κυρία Ελένη Β. Καψοπούλου που μας επέτρεψε να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από τη μεταπτυχιακή της εργασία, καθώς και για τις πρόσθετες πληροφορίες που μας έδωσε.
Ποιοι ακριβώς ήταν αυτοί, είναι άγνωστο. Πάντως σίγουρα οι εμπρηστές δεν ήταν κάτοικοι της Σωτήρας. Με επιφύλαξη, γράφουμε ότι ήταν διαμάχη Αλβανών- Βορειοηπειρωτών.Με τη βοήθεια του αέρα, η φωτιά γρήγορα επεκτάθηκε σε ελληνικό έδαφος, συγκεκριμένα στην τοποθεσία Προφήτης Ηλίας (Άη-Λιάς), του χωριού Καστάνιανη (τότε Καστανή). Η τοποθεσία αυτή, βρίσκεται σ’ έναν λόφο, δίπλα στην επαρχιακή οδό Χαραυγής-Καστάνιανης, ακριβώς πάνω στην οριογραμμή Ελλάδας-Αλβανίας.
Παλαιότερα εκεί υπήρξε ξωκλήσι, από το οποίο πλέον έχουν μείνει λιγοστά χαλάσματα. Από εκεί, η φωτιά επεκτάθηκε προς το φυλάκιο της Καστάνιανης, που τότε ήταν επανδρωμένο και άρχισε να απειλεί το χωριό.
Η Πυροσβεστική Υπηρεσία που κατέφθασε και, κυρίως, ένα ελικόπτερο που έκανε ρίψεις νερού, πέτυχαν να σβήσουν (έτσι νόμιζαν τουλάχιστον όπως θα δούμε…) τη φωτιά και να εξασφαλίσουν ότι δεν θα κατευθυνόταν προς τη γειτονική Χαραυγή.
Να σημειώσουμε εδώ κάτι πολύ βασικό. Το 2000, η ευρύτερη περιοχή των χωριών του Πωγωνίου, καλυπτόταν από πυκνή, άγρια βλάστηση, ενώ μεταξύ της Καστάνιανης και των συνόρων, υπήρχαν στρώματα από φύλλα δέντρων, στα οποία δεν είχε πατήσει το πόδι του άνθρωπος από τα τέλη του Εμφυλίου Πολέμου. Επρόκειτο λοιπόν για μία «έρπουσα πυρκαγιά», ύπουλη και επικίνδυνη.
Επίσης, παρά τις επανειλημμένες επιχειρήσεις του Στρατού, που εξουδετέρωσε δεκάδες νάρκες και βλήματα, ενθύμια του ελληνοϊταλικού πολέμου 1940-1941 και του Εμφυλίου Πολέμου, υπήρχαν, όπως φάνηκε, πάρα πολλά ακόμα άσκαστα βλήματα και νάρκες.
Ενώ λοιπόν η Πυροσβεστική, αρχηγός της οποίας ήταν τότε ο Παναγιώτης Φούρλας, θεωρούσε ότι η φωτιά είχε σβήσει, αυτή σιγόκαιγε κάτω από τα πεσμένα στο έδαφος φύλλα των δέντρων, κυρίως στο αλβανικό έδαφος. Μερικές αναζωπυρώσεις τις επόμενες ημέρες, αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία. Όμως ελάχιστοι φανταζόταν τι θα ακολουθούσε.
Από τις 21 Αυγούστου, τα μελτέμια, που είναι πασίγνωστα από την αρχαιότητα (οι «ετησίες» των προγόνων μας), συντέλεσαν στην πρόκληση πολλών πυρκαγιών σε όλη την Ελλάδα. Στις 23 Αυγούστου 2000, η φωτιά στην Ήπειρο άρχισε να αναζωπυρώνεται επικίνδυνα.
Οι βόρειοι άνεμοι που φυσούσαν, την οδηγούσαν προς την Καστάνιανη. Κάτοικοι του χωριού, παραθεριστές, πυροσβέστες και εναέρια μέσα, έθεσαν προσωρινά υπό έλεγχο τη φωτιά. Όμως, την επόμενη μέρα, Πέμπτη 24 Αυγούστου 2000, η πύρινη λαίλαπα ξέφυγε από κάθε έλεγχο.
Οι ισχυροί βόρειοι άνεμοι, 8 μποφόρ κατά την Πυροσβεστική, όχι μόνο αναζωπύρωσαν τη φωτιά, αλλά την έκαναν ανεξέλεγκτη. Το πρώτο χωριό που κινδύνευσε σοβαρά ήταν η Καστάνιανη. Στην περιοχή επιχειρούσαν μόλις 40 πυροσβέστες, ενώ ρίψεις νερού γινόταν μόνο από δύο ελικόπτερα. Μια άλλη μεγάλη πυρκαγιά στα Άνω Πεδινά Ζαγορίου, είχε υποχρεώσει την Πυροσβεστική να στείλει και εκεί ισχυρές δυνάμεις, ενώ τα πυροσβεστικά αεροπλάνα δεν μπορούσαν, σύμφωνα πάντα με την Πυροσβεστική, να πραγματοποιήσουν ρίψεις νερού, λόγω των ανέμων. Η φωτιά σύντομα επεκτάθηκε και στις περιοχές λίγο έξω από την Καστάνιανη όπου υπήρχαν νάρκες και παλαιά βλήματα, τα οποία έσκαγαν με εκκωφαντικό κρότο, προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερο πανικό στους κατοίκους. Φυσικά, οι πυροσβέστες ήταν αδύνατο να επιχειρήσουν μέσα σε ναρκοπέδια και η μόνη βοήθεια προερχόταν από τα δύο (ή το ένα, καθώς συχνά το άλλο έφευγε για ρίψεις νερού στη φωτιά στο Ζαγόρι) ελικόπτερο.
Το μεγάλο πλεονέκτημα για τα ελικόπτερα, ήταν ότι στην Αλβανία, πολύ κοντά στα σύνορα, υπάρχουν δύο-τρεις τεχνητές λίμνες και δεν καθυστερούσαν καθόλου τις υδροληψίες. Τελικά, η φωτιά αφού πέρασε ξυστά από τα ακραία, προς την πλευρά των συνόρων, σπίτια της Καστάνιανης, προκαλώντας μικρές ζημιές σε κάποιες αποθήκες, κατευθύνθηκε προς την πλευρά της Θεσπρωτίας. Στο μεταξύ, οι νάρκες και τα παλιά βλήματα που βρίσκονταν στο ύψωμα Άγιος Αθανάσιος, στον επαρχιακό δρόμο Καστάνιανης-Αγίας Μαρίνας, έσκαγαν ταρακουνώντας την περιοχή. Να σημειώσουμε ότι ο Άγιος Αθανάσιος (Αη Θανάσης, από την ομώνυμη εκκλησία), είναι στρατηγικής σημασίας ύψωμα, θέατρο σφοδρών πολεμικών συγκρούσεων κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο.
Η φωτιά συνέχισε την καταστροφική πορεία της καίγοντας το εξωκλήσι Παναγιά και μετατρέποντας καταπράσινες περιοχές σε κρανίου τόπο. Είχε αρχίσει να νυχτώνει όταν πλησίασε τα χωριά Αγία Μαρίνα και Κάτω Λάβδανη, οι κάτοικοι των οποίων, ηλικιωμένοι στην μεγάλη τους πλειοψηφία, βρέθηκαν απροετοίμαστοι καθώς δεν περίμεναν αυτή την εξέλιξη. Κάποιοι συνοριοφύλακες ,στρατιώτες και πυροσβέστες που έφτασαν στο χωριό προσπαθούσαν να τους πείσουν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, αυτό όμως δεν έγινε εφικτό. Έτσι, γύρω στις 9 μ.μ. η φωτιά έφτασε στην Αγία Μαρίνα. Το χωριό, όπως έχουμε αναφέρει στο άρθρο μας για το Πωγώνι (4/1/2020), αποτελούσε συνοικία της Κοσοβίτσας, η οποία αν και είχε αμιγώς ελληνικό πληθυσμό, δόθηκε στην Αλβανία (1923). Τα σπίτια του βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση το ένα από το άλλο. Την τελευταία στιγμή, οι περισσότεροι από τους κατοίκους της εγκατέλειψαν το χωριό.
Ωστόσο, ο 80χρονος Χριστόφορος Κυρίτσης και η 78χρονη σύζυγός του, δεν πρόλαβαν να φύγουν και βρέθηκαν νεκροί από τους πυροσβέστες. Την ίδια τραγική κατάληξη, είχε και η 72χρονη Πολυξένη Πρέντζου, η οποία στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τη φωτιά έπεσε σε μια χαράδρα.
Πολλά από τα σπίτια της Αγίας Μαρίνας καταστράφηκαν ενώ τα υπόλοιπα υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Στην Αγία Μαρίνα, εκτός από τους τρεις νεκρούς, υπήρξε και μία τραυματισμένη: η Αφροδίτη Γιόμου, που μεταφέρθηκε με εγκαύματα τρίτου βαθμού στο νοσοκομείο Ιωαννίνων.
Δυστυχώς η φωτιά δεν σταμάτησε στην Αγία Μαρίνα.
Οι δυνατοί άνεμοι που φυσούσαν ασταμάτητα, είχαν σαν αποτέλεσμα να κατευθυνθεί στην Κάτω Λάβδανη.
Δύο γυναίκες από το χωριό αυτό η Παρασκευή Αλεξίου 75 ετών και η Μαρία Μάντη 72 ετών, βρέθηκαν το μεσημέρι της επόμενης ημέρας νεκρές…
Αργά το βράδυ, η φωτιά έφτασε στη Θεσπρωτία, όπου και εκεί δυστυχώς, είχαμε θύματα. Τα ξημερώματα της Παρασκευής 25 Αυγούστου 2000, βρέθηκε νεκρή στο Κάτω Λιθάρι η 80χρονη Ματίνα Παπαγεωργίου, ενώ λίγο νωρίτερα, στο χωριό Ριζό, είχε βρεθεί το απανθρακωμένο πτώμα της 83χρονης Αθανασούλας Μάκου. Εφτά άνθρωποι συνολικά έχασαν τη ζωή τους από την καταστροφική φωτιά της Ηπείρου στις 25 Αυγούστου 2000. Σπίτια και περιουσίες καταστράφηκαν ολοσχερώς, άνθρωποι έμειναν άστεγοι, ενώ γύρω στα 60.000 στρέμματα δασικής έκτασης κάηκαν. Με το πρώτο φως της επόμενης ημέρας, Παρασκευής 25 Αυγούστου 2000, περισσότερα εναέρια πυροσβεστικά μέσα και μεγάλες πυροσβεστικές δυνάμεις, έθεσαν υπό έλεγχο τη φωτιά. Δυστυχώς για 7 συνανθρώπους μας ήταν πολύ αργά. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις ήταν σε επιφυλακή για αρκετές ημέρες ακόμα, μέχρι να εκλείψει εντελώς ο κίνδυνος.
Τι έφταιξε και θρηνήσαμε 7 νεκρούς στην Ήπειρο;
Η περιοχή που καταστράφηκε από τις φωτιές του 2000, ήταν καταπράσινη, αλλά ιδιαίτερα δύσβατη, καθώς σε πολλά μέρη δεν είχαν πατήσει το πόδι τους άνθρωποι για 50 χρόνια. Το Δασαρχείο Ιωαννίνων, δεν επέτρεπε τη διάνοιξη δρόμων που θα λειτουργούσαν ως αντιπυρικές ζώνες και θα καθυστερούσαν την εξάπλωση της φωτιάς.
Οι νάρκες και τα παλιά βλήματα, καθιστούσαν αδύνατη την πρόσβαση των πυροσβεστών στην περιοχή. Η φωτιά υποτιμήθηκε από την αρχή. Θα μπορούσε να κατασβεστεί πλήρως τις προηγούμενες μέρες, όταν σιγόκαιγε κάτω από τα πεσμένα φύλλα των δέντρων. Αλλά και από το μεσημέρι της 24ης Αύγουστου όταν φούντωσε και πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ένα ή δύο ελικόπτερα, ήταν αδύνατο να την περιορίσουν. Η φωτιά υποτιμήθηκε από τους επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων που επιχειρούσαν στην περιοχή.
Όπως βλέπετε και στον απόλυτα διαφωτιστικό χάρτη των «Νέων» που αναδημοσιεύουμε, στις 24 Αυγούστου 2000 καιγόταν σχεδόν ολόκληρη η Ελλάδα. Συνεπώς υπήρχε πρόβλημα με τα εναέρια μέσα πυρόσβεσης. Ωστόσο, είχε γίνει και λανθασμένος σχεδιασμός στις αρχές της αντιπυρικής περιόδου. Για άγνωστους λόγους, το ρωσικό πυροσβεστικό αεροπλάνο τύπου «Ιλιούσιν» που τον προηγούμενο χρόνο είχε συμβάλλει αποφασιστικά στην κατάσβεση πολλών πυρκαγιών στη χώρα μας, δεν νοικιάστηκε το καλοκαίρι του 2000, γιατί θεωρήθηκε ότι ήταν ακατάλληλο για τις φωτιές στη χώρα μας! Επρόκειτο για ένα πραγματικό «εναέριο πυροσβεστικό θηρίο», που με 1-2 ρίψεις νερού, θα έσβηνε τη φωτιά πριν καλά καλά φύγει από τα όρια της Καστάνιανης. Κι αν δεν μπορούσε να κάνει υδροληψίες από τις αλβανικές λίμνες, θα ήταν πολύ εύκολο να γίνει αυτή από τις θεσπρωτικές ακτές. Τέλος, η εκκένωση των χωριών, έγινε καθυστερημένα, αφού είχαν ήδη καεί δύο άνθρωποι στην Αγία Μαρίνα…
Λάθη επί λαθών, από τον Υπουργό Δημοσίας Τάξεως (τότε), μέχρι τους επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων της Ηπείρου…
Τι έγινε μετά την πυρκαγιά
Στη 1 π.μ. της Παρασκευής 25 Αυγούστου 2000, έφτασε στα Γιάννενα κυβερνητικό κλιμάκιο, αποτελούμενο από τους Υφυπουργούς Εθνικής Άμυνας Δ. Αποστολάκη, Γεωργίας Ε. Αργύρη (που εκλεγόταν στον νομό Ιωαννίνων) και Παιδείας (!) Φ. Πετσάλνικο. Ο αείμνηστος Φίλιππος Πετσάλνικος ήταν έμπειρος πολιτικός. Αλλά ποια ακριβώς ήταν η σχέση του, ως Υφυπουργός Παιδείας με τις πυρκαγιές; Ακολούθησαν συσκέψεις επί συσκέψεων, ενώ τις επόμενες μέρες, επισκέφτηκαν τα πυρόπληκτα χωριά όσοι πολιτικοί δεν τα είχαν επισκεφθεί τα προηγούμενα χρόνια.
Ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης που έδωσε εντολές για το τι πρέπει να γίνει πολλοί υπουργοί, ανάμεσα τους και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κώστας Καραμανλής κ.ά. Πραγματικά, διατέθηκαν αρκετά χρήματα για την περιοχή. Στην Αγία Μαρίνα, φτιάχτηκαν καινούργια σπίτια, συγκεντρωμένα σε μία έκταση και το ένα κοντά στο άλλο. Ωστόσο, στον νέο αυτό οικισμό, εγκαταστάθηκαν ελάχιστα άτομα. Άλλοι, πήραν τις αποζημιώσεις και έφτιαξαν τα νέα σπίτια τους στις θέσεις των παλιών! Δόθηκαν χρήματα σε κατοίκους της Καστάνιανης, της Αγίας Μαρίνας, της Κάτω Λάβδανης και των χωριών της Θεσπρωτίας, για επισκευές σε σπίτια και βοηθητικούς χώρους που είχαν καταστραφεί.
Πριν λίγα χρόνια, ο περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης, έδωσε εντολή και κατασκευάστηκε ο δρόμος-αντιπυρική ζώνη κοντά στα σύνορα, που δεν επέτρεπε τα προηγούμενα το δασαρχείο να γίνει. Τέλος, ασφαλτοστρώθηκε ο δρόμος που οδηγεί στο Κεφαλόβρυσο και από εκεί στις πανέμορφες θεσπρωτικές ακτές.
Η μεταπτυχιακή εργασία της Δασολόγου/Περιβαλλοντολόγου Ελένης Β. Καψοπούλου, που έγινε στο ΕΜΠ τον Μάρτιο του 2015, αφιερώνει ένα μεγάλο μέρος της στις φωτιές του 2000 στο Πωγώνι. Σ’ αυτήν (σελ. 86), διαβάζουμε ότι κάηκαν συνολικά 58.950 στρέμματα. 33.000 στρέμματα, ήταν δάση δρυός (βελανιδιάς), 1.3000 στρέμματα χορτολιβαδικές εκτάσεις, 7.350 στρέμματα θαμνώδεις εκτάσεις, 800 στρέμματα, δάσους τραχείας πεύκης, 15.000 στρέμματα μεικτών δάσους δρυός-γαύρου (φυλλοβόλου δέντρου με κοντό κορμό και μυτερά οδοντωτά φύλλα) και 1.500 στρέμματα καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Ευτυχώς η φύση έκανε το θαύμα της τα καμένα δάση σε μικρό χρονικό διάστημα αναγεννήθηκαν και σήμερα, οι καμένες εκτάσεις το 2000, είναι καταπράσινες και πανέμορφες!
Ποιοι ήταν υπεύθυνοι για τους 7 νεκρούς; - Παραιτήθηκε κανείς;
Να επισημάνουμε αρχικά, ότι το άρθρο αυτό γράφτηκε στο μεγαλύτερο μέρος του πριν τις φονικές πλημμύρες στην Εύβοια. Άλλωστε ανάλογοι συσχετισμοί και συμψηφισμοί, είναι πολύ μακριά από τη φιλοσοφία μας. Παρά τους 7 νεκρούς τις τεράστιες καταστροφές και τα 60.000 στρέμματα καμένων δασών, κανείς δεν είχε την ευθιξία να παραιτηθεί.
Η τότε Υπουργός Εσωτερικών Βάσω Παπανδρέου, δήλωσε την επόμενη μέρα στη Βουλή ότι «δεν δεχόμαστε την κριτική της ΝΔ ότι ολιγώρησε η κυβέρνησε»… Ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, δεν απέπεμψε την αρμόδιο υπουργό Μ. Χρυσοχοΐδη, αν και το 1999, με το φιάσκο Οτσαλάν τρεις υπουργοί (Θ. Πάγκαλος, Α. Παπαδόπουλος, Φ. Πετσάλνικος), υποχρεώθηκαν σε παραίτηση. Ούτε ο κύριος Χρυσοχοΐδης παραιτήθηκε, καθώς έφερε ακέραια την πολιτική ευθύνη για την τραγωδία στην Ήπειρο. Ακόμα και ο αρχηγός της Πυροσβεστικής Π. Φούρλας, παρέμεινε στη θέση του. Ο γιός του άτυχου ζεύγους Κυρίτση που έχασε τη ζωή του στην Αγία Μαρίνα, Μιχαήλ Κυρίτσης, κατέθεσε στις 21/9/2000 μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου (παραθέτουμε το σχετικό άρθρο του «Ριζοσπάστη» της 22/9/2000.
«Με τη μεγάλη πυρκαγιά του περασμένου Αυγούστου, που είχε ως αποτέλεσμα να καούν επτά άτομα στο χωριό Αγία Μαρίνα στην περιοχή Πωγωνίου του Νομού Ιωαννίνων, θα ασχοληθεί η Δικαιοσύνη.
Μηνυτήρια αναφορά κατέθεσε χτες στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου ο Μιχ. Κυρίτσης, μέσω του πληρεξούσιου δικηγόρου του Αν. Φούσα, και ζητάει να ερευνηθούν οι αιτίες που επεκτάθηκε η φωτιά, να εντοπιστούν οι ένοχοι και να εξεταστεί αν ανακύπτει θέμα ποινικών ευθυνών των αρμόδιων κρατικών οργάνων, καθώς και αν τέλεσαν το αδίκημα της κατά συρροή ανθρωποκτονίας από αμέλεια. Ο Μ. Κυρίτσης επιρρίπτει ευθύνες για εγκληματική αδράνεια, αμέλεια και παραλείψεις στην πολιτεία. Από την πυρκαγιά κάηκαν ζωντανοί, στις 24 Αυγούστου, οι υπερήλικες γονείς του και πέντε άλλα άτομα.
Στη μηνυτήρια αναφορά καταγγέλλεται σωρεία παραλείψεων του κρατικού μηχανισμού και ότι, αν και ειδοποιήθηκαν έγκαιρα τα αρμόδια όργανα από την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τη στρατιωτική δύναμη του φυλακίου, οι αρχές δεν πήραν τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψουν ή να περιορίσουν την πυρκαγιά.
Ο μηνυτής καταγγέλλει ότι η πυρκαγιά εκδηλώθηκε στη Βόρειο Ηπειρο στις 6 Αυγούστου και για 18 μέρες κατέκαιγε την περιοχή, ενώ λόγω των ισχυρών ανέμων επεκτάθηκε και στη χώρα μας. Επίσης, αναφέρει ότι οι ελληνικές αρχές δε φρόντισαν να εκκενώσουν τα χωριά για να μην κινδυνέψουν ανθρώπινες ζωές».
Κανείς όμως δεν τιμωρήθηκε…
Η μονή Μακρ(υ)αλέξη
Στην περιοχή της μεγάλης πυρκαγιάς (κοντά στην Κάτω Λάβδανη), βρίσκεται η ιστορική μονή Μακρ(υ)αλέξη. Οικοδομήθηκε, στην αρχική της μορφή, το 1068! Αν και όλα γύρω της κάηκαν, η μονή έμεινε αλώβητη… Κάτι ανάλογο είχε γίνει και πριν από 40 περίπου χρόνια, όταν φωτιά που απείλησε τη μονή, έσβησε από μια ξαφνική νυχτερινή μπόρα, που ξέσπασε μέσα στο κατακαλόκαιρο. Αν σκεφτούμε και την ιταλική οβίδα που έπεσε στην Αγία Τράπεζα του ναού της Αγίας Τριάδας στην Καστάνιανη χωρίς να εκραγεί, τότε μάλλον κάποιος εκεί ψηλά νοιάζεται για τα χωριά αυτά και τα προσέχει…
Τα στοιχεία του άρθρου προέρχονται από αφηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων των πυρκαγιών και το εξαιρετικό ρεπορτάζ της Ματίνας Ηρειώτου και του Γιώργου Κυρούση, στα «Νέα» της 26/8/2000.
Ευχαριστούμε θερμά την δασολόγο-περιβαλλοντολόγο , κυρία Ελένη Β. Καψοπούλου που μας επέτρεψε να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από τη μεταπτυχιακή της εργασία, καθώς και για τις πρόσθετες πληροφορίες που μας έδωσε.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα