Απρίλιος 1819: Όταν οι κάτοικοι της Πάργας την εγκατέλειψαν με τα οστά των προγόνων τους...
22.08.2020
18:07
Η ιστορία της Πάργας -Οι κατακτητές που πέρασαν από την πόλη -Η Πάργα στην κατοχή των Άγγλων -Οι μάταιες προσπάθειες του Αλή πασά να την καταλάβει -Η πώληση της Πάργας από τους Άγγλους στον Αλή πασά -Η φυγή των κατοίκων της στα Επτάνησα με τα οστά των προγόνων τους -Τι γράφει για το συγκλονιστικό γεγονός ο Ιωάννης Καποδίστριας
Η πανέμορφη Πάργα είναι γνωστή στους περισσότερους Έλληνες ως μια γραφική, τουριστική κωμόπολη της Ηπείρου στο νόμο Πρεβέζης. Η ιστορία της είναι μακραίωνη. Η στρατηγικής σημασίας θέση της είχε σαν αποτέλεσμα να γίνει μήλο της έριδας για πολλούς κατακτητές. Το κορυφαίο γεγονός στην ιστορία της κωμόπολης και ένα από τα συγκλονιστικότερα της ελληνικής ,και όχι μόνο, ιστορίας είναι αναμφίβολα η φυγή των κατοίκων της στα Επτάνησα μετά την πώλησή της από τους Άγγλους στον Αλή πασά το 1819. Οι κάτοικοι της Πάργας μετέφεραν τότε ακόμα και τα οστά των προγόνων τους. Πρόκειται για μία από τις τραγικότερες στιγμές της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας ιστορίας. Πριν όμως φτάσουμε στο 1819 ας δούμε μερικά στοιχεία για την Πάργα και το παρελθόν της.
Η θέση και η ιστορία της Πάργας
Η Πάργα είναι παραθαλάσσια κωμόπολη της Ηπείρου, που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού Πρέβεζας. Αποτελεί ιστορική έδρα του Δήμου Πάργας ενώ πρωτεύουσα του Δήμου είναι το Καναλάκι. Ωστόσο η Πάργα είναι το οικονομικό, ιστορικό και τουριστικό κέντρο της περιοχής. Ο πληθυσμός της σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 2.415 κάτοικοι. Η δημοτική ενότητα Πάργας, στην οποία ανήκουν και οι οικισμοί Αγιά, Ανθούσα και Λειβαδάριο έχει πληθυσμό 3.904 κατοίκους (2011). Είναι χτισμένη στις ακτές του Ιονίου, στον γήλοφο Πεζόβολο, σε υψόμετρο 138 μέτρα. Στη θέση της σημερινής Πάργας βρισκόταν πιθανότατα χτισμένη η ελληνιστική πολίχνη Τορύνη, που αναφέρεται από τον Πτολεμαίο και τον Πλούταρχο και φαίνεται ότι επιβίωσε ως τα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια, εξαρτώμενη διοικητικά από την ρωμαϊκή επαρχία της Φωτικής. Όπως γράφει ο Χριστόφορος Περραιβός η νεότερη Πάργα δεν βρισκόταν πάντα στη σημερινή της θέση. Βρισκόταν βόρεια από την τωρινή της θέση, κοντά στο χωριό Αγιά. Η αρχική της θέση ονομάζεται σήμερα Παλαιόπαργα. Η αιτία της μεταφοράς της κωμόπολης σύμφωνα με την παράδοση είναι η εξής: ποιμένας από την Παλαιόπαργα που έβοσκε Τα ζώα του στην περιοχή της σημερινής Πάργας, είδε μέσα σε στενό σπήλαιο μικρή εικόνα της Θεοτόκου, η οποία είχε μπροστά της και καντήλι που έφεγγε. Αμέσως έσπευσε να μεταφέρει στους συντοπίτες του το φαινόμενο αυτό. Ιερείς από την Παλαιόπαργα με λιτανείες και παρακλήσεις έφεραν την εικόνα της Παναγίας εκεί. Μετά από λίγες μέρες όμως η εικόνα επέστρεψε μόνη της στην αρχική της θέση στο σπήλαιο. Οι κάτοικοι της Παλαιόπαργας θεώρησαν την αξιοθαύμαστη αυτή επιστροφή της εικόνας ως θεϊκό σημάδι και έτσι αφού εγκατέλειψαν την ‘πρώτη’ Πάργα δημιούργησαν καινούριο οικισμό στη θέση της σημερινής κωμόπολης. Στο σημείο όπου βρέθηκε η ιερή εικόνα της Θεοτόκου έχτισαν ναό προς τιμήν της Παναγίας.Η πρώτη αναφορά της Πάργας με αυτό το όνομα γίνεται το 1318.Ο Μελέτιος ο Γεωγράφος (1661-1714) την ονομάζει Ύπαργον και Ύπαγρον. Ας δούμε τι γράφει ο Χαράλαμπος Π. Συμεωνίδης ΣΤΟ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ για την Πάργα. Η κωμόπολη αναφέρεται ως Barga σε έγγραφο του 1440 και ως Parga σε έγγραφα του 1516 και του 1546. Ίσως το όνομα να προέρχεται από το μεταγενέστερο λατινικό barga(επικλινής όχθη) ή τη λ.barga(καλύβα)(προφορική ανακοίνωση του E. Schwyzer στον Vasmer). Ο Π.Αραβαντινός στη ‘’Χρονογραφία της Ηπείρου’’ την ονομάζει Ύπαγρον, ενώ στο ‘’Βιβλίο της Ναυσιπλοΐας’’(1520-1526) ο Πίρι Ρέις την αναφέρει ως Parga.
Ως Πάργα την αναφέρει και ο Ιωάννης Καντακουζηνός το 1337. Φαίνεται ότι η μετεγκατάσταση των κατοίκων της Παλαιόπαργας στη σημερινή τοποθεσία της Πάργας έγινε για να αποφύγουν τις επιδρομές των Αλβανών, στα τέλη του 12ου-αρχές 13ου αιώνα. Ο πληθυσμός της Πάργας αυξήθηκε γύρω στα 1365-1370 καθώς έφτασαν σε αυτή πολλοί κάτοικοι από την Βαγενετία(παράκτια περιοχή της Ηπείρου απέναντι από την Κέρκυρα). Την ίδια εποχή οι κάτοικοί της σε συνεννόηση με τους Νορμανδούς που κατείχαν την Κέρκυρα, έχτισαν με τη βοήθειά τουςτο πρώτο φρούριο της Πάργας. Στις αρχές του 15ου αιώνα η Πάργα δεινοπάθησε από τις αρπακτικές επιδρομές των Αλβανοσέρβων φυλάρχων της Μαζαρακιάς. Για να προστατευτούν οι Παργινοί κατάφεραν να συνάψουν συνθήκη φιλίας και συμμαχίας με τη Βενετία (22 Μαρτίου 1401) από την οποία πέτυχαν να λάβουν ορισμένα σημαντικά προνόμια τα οποία ανανεώθηκαν στις 9 Αυγούστου 1447 από τον Βένετο δόγη Φραντσέσκο Φοσκαρίνι. Το 1452 οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Πάργα μόνο όμως για δύο χρόνια, καθώς οι Βενετοί με τη βοήθεια των Κερκυραίων την απελευθέρωσαν.
Οι Κερκυραίοι ανταμείφθηκαν με την παραχώρηση στους ευγενείς του νησιού, της διοίκησης της Πάργας. Η Πάργα δεν έπαψε να αποτελεί στόχο των Οθωμανών και κυρίως των Αλβανών του Μαργαριτίου. Κατά τη διάρκεια του Γ’ ενετοτουρκικού πολέμου (1537-1540)η Πάργα δέχθηκε όπως και η Κέρκυρα τις επιθέσεις του περιβόητου πειρατή Μπαρμπαρόσα οι δυνάμεις του οποίου την κατέλαβαν και την πυρπόλησαν. Οι κάτοικοί της διασκορπίστηκαν στα γύρω χωριά. Το 1567 άρχισε η επισκευή του φρουρίου της και η ανασυγκρότησή της. Στη διάρκεια του ενετοτουρκικού πολέμου για την Κύπρο (1570-1571), έδρασε στην περιοχή της Πάργας ο Κερκυραίος ευγενής Πέτρος Λάντζας (1530-1613)που ανέλαβε μετά το τέλος του πολέμου τη διοίκησή της. Ωστόσο το 1573 με την υπογραφή της ενετοτουρκικής συνθήκης ειρήνης, ο Λάντζας έπεσε σε δυσμένεια των Βενετών που διέταξαν να συλληφθεί αυτός και οι Παργινοί συνεργάτες του. Όμως ο Κερκυραίος ευγενής πέρασε μαζί με πολλούς συνεργάτες του στην υπηρεσία του Ισπανού αντιβασιλιά της Νάπολης που άρχισε να εποφθαλμιά την Πάργα. Οι Βενετοί αναγνωρίζοντας την προσφορά των Παργινών ανοικοδόμησαν την πόλη και φρόντισαν για τον περιτειχισμό της. Η Πάργα στα τέλη του 18ου αιώνα είχε περίπου 20.000 κατοίκους ενώ καθώς αποτελούσε γέφυρα με την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και τη Βενετία γνώρισε μεγάλη ακμή. Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε ως την εμφάνιση του Αλή πασά.
Ο Αλή πασάς και η Πάργα
Η Πάργα χρησίμευε επίσης ως καταφύγιο για διάφορους κλέφτες και πολέμαρχους(Μπουκουβάλα, Λάμπρο Κατσώνη κλπ.) και καταφύγιο για τις οικογένειες των μεγάλων οπλαρχηγών της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Ακαρνανίας, ενώ αποτελούσε το επίνειο και τον τροφοδότη των Σουλιωτών. Το 1797 καταλύθηκε από τον Ναπολέοντα η ενετική δημοκρατία στα Επτάνησα και την Πάργα. Οι Γάλλοι ανανέωσαν τα προνόμια των Παργινών κι ανέκοψαν τις κυβερνητικές διαθέσεις του Αλή πασά.
Μετά την κατάληψη της Πρέβεζας το 1798, ο Αλή πασάς έστειλε επιστολές στους Παργινούς ζητώντας τους ουσιαστικά να υποταγούν σ’ αυτόν. Με περήφανη απάντηση οι κάτοικοι της Πάργας αρνήθηκαν κάτι τέτοιο κατηγορηματικά:
«Το να μας φοβερίζεις αδίκως είναι εις την εξουσίαν σου, αλλ’ οι φοβερισμοί δεν είναι ίδιον των μεγάλων ανθρώπων. Και το άλλο ημείς δεν εγνωρίσαμεν ποτέ το χρώμα του φοβερισμού, όσον εσυνηθίσαμεν τον ένδοξον πόλεμον δια της πατρίδος τα δίκαια.
Ο Θεός είναι δίκαιος, ημείς έτοιμοι, η ώρα περιμένεται να δοξασθεί ο νικητής, υγίαινε.»
Πάργα, 19 Οκτωβρίου 1798.
Η θέση και η ιστορία της Πάργας
Η Πάργα είναι παραθαλάσσια κωμόπολη της Ηπείρου, που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού Πρέβεζας. Αποτελεί ιστορική έδρα του Δήμου Πάργας ενώ πρωτεύουσα του Δήμου είναι το Καναλάκι. Ωστόσο η Πάργα είναι το οικονομικό, ιστορικό και τουριστικό κέντρο της περιοχής. Ο πληθυσμός της σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 2.415 κάτοικοι. Η δημοτική ενότητα Πάργας, στην οποία ανήκουν και οι οικισμοί Αγιά, Ανθούσα και Λειβαδάριο έχει πληθυσμό 3.904 κατοίκους (2011). Είναι χτισμένη στις ακτές του Ιονίου, στον γήλοφο Πεζόβολο, σε υψόμετρο 138 μέτρα. Στη θέση της σημερινής Πάργας βρισκόταν πιθανότατα χτισμένη η ελληνιστική πολίχνη Τορύνη, που αναφέρεται από τον Πτολεμαίο και τον Πλούταρχο και φαίνεται ότι επιβίωσε ως τα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια, εξαρτώμενη διοικητικά από την ρωμαϊκή επαρχία της Φωτικής. Όπως γράφει ο Χριστόφορος Περραιβός η νεότερη Πάργα δεν βρισκόταν πάντα στη σημερινή της θέση. Βρισκόταν βόρεια από την τωρινή της θέση, κοντά στο χωριό Αγιά. Η αρχική της θέση ονομάζεται σήμερα Παλαιόπαργα. Η αιτία της μεταφοράς της κωμόπολης σύμφωνα με την παράδοση είναι η εξής: ποιμένας από την Παλαιόπαργα που έβοσκε Τα ζώα του στην περιοχή της σημερινής Πάργας, είδε μέσα σε στενό σπήλαιο μικρή εικόνα της Θεοτόκου, η οποία είχε μπροστά της και καντήλι που έφεγγε. Αμέσως έσπευσε να μεταφέρει στους συντοπίτες του το φαινόμενο αυτό. Ιερείς από την Παλαιόπαργα με λιτανείες και παρακλήσεις έφεραν την εικόνα της Παναγίας εκεί. Μετά από λίγες μέρες όμως η εικόνα επέστρεψε μόνη της στην αρχική της θέση στο σπήλαιο. Οι κάτοικοι της Παλαιόπαργας θεώρησαν την αξιοθαύμαστη αυτή επιστροφή της εικόνας ως θεϊκό σημάδι και έτσι αφού εγκατέλειψαν την ‘πρώτη’ Πάργα δημιούργησαν καινούριο οικισμό στη θέση της σημερινής κωμόπολης. Στο σημείο όπου βρέθηκε η ιερή εικόνα της Θεοτόκου έχτισαν ναό προς τιμήν της Παναγίας.Η πρώτη αναφορά της Πάργας με αυτό το όνομα γίνεται το 1318.Ο Μελέτιος ο Γεωγράφος (1661-1714) την ονομάζει Ύπαργον και Ύπαγρον. Ας δούμε τι γράφει ο Χαράλαμπος Π. Συμεωνίδης ΣΤΟ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ για την Πάργα. Η κωμόπολη αναφέρεται ως Barga σε έγγραφο του 1440 και ως Parga σε έγγραφα του 1516 και του 1546. Ίσως το όνομα να προέρχεται από το μεταγενέστερο λατινικό barga(επικλινής όχθη) ή τη λ.barga(καλύβα)(προφορική ανακοίνωση του E. Schwyzer στον Vasmer). Ο Π.Αραβαντινός στη ‘’Χρονογραφία της Ηπείρου’’ την ονομάζει Ύπαγρον, ενώ στο ‘’Βιβλίο της Ναυσιπλοΐας’’(1520-1526) ο Πίρι Ρέις την αναφέρει ως Parga.
Ως Πάργα την αναφέρει και ο Ιωάννης Καντακουζηνός το 1337. Φαίνεται ότι η μετεγκατάσταση των κατοίκων της Παλαιόπαργας στη σημερινή τοποθεσία της Πάργας έγινε για να αποφύγουν τις επιδρομές των Αλβανών, στα τέλη του 12ου-αρχές 13ου αιώνα. Ο πληθυσμός της Πάργας αυξήθηκε γύρω στα 1365-1370 καθώς έφτασαν σε αυτή πολλοί κάτοικοι από την Βαγενετία(παράκτια περιοχή της Ηπείρου απέναντι από την Κέρκυρα). Την ίδια εποχή οι κάτοικοί της σε συνεννόηση με τους Νορμανδούς που κατείχαν την Κέρκυρα, έχτισαν με τη βοήθειά τουςτο πρώτο φρούριο της Πάργας. Στις αρχές του 15ου αιώνα η Πάργα δεινοπάθησε από τις αρπακτικές επιδρομές των Αλβανοσέρβων φυλάρχων της Μαζαρακιάς. Για να προστατευτούν οι Παργινοί κατάφεραν να συνάψουν συνθήκη φιλίας και συμμαχίας με τη Βενετία (22 Μαρτίου 1401) από την οποία πέτυχαν να λάβουν ορισμένα σημαντικά προνόμια τα οποία ανανεώθηκαν στις 9 Αυγούστου 1447 από τον Βένετο δόγη Φραντσέσκο Φοσκαρίνι. Το 1452 οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Πάργα μόνο όμως για δύο χρόνια, καθώς οι Βενετοί με τη βοήθεια των Κερκυραίων την απελευθέρωσαν.
Οι Κερκυραίοι ανταμείφθηκαν με την παραχώρηση στους ευγενείς του νησιού, της διοίκησης της Πάργας. Η Πάργα δεν έπαψε να αποτελεί στόχο των Οθωμανών και κυρίως των Αλβανών του Μαργαριτίου. Κατά τη διάρκεια του Γ’ ενετοτουρκικού πολέμου (1537-1540)η Πάργα δέχθηκε όπως και η Κέρκυρα τις επιθέσεις του περιβόητου πειρατή Μπαρμπαρόσα οι δυνάμεις του οποίου την κατέλαβαν και την πυρπόλησαν. Οι κάτοικοί της διασκορπίστηκαν στα γύρω χωριά. Το 1567 άρχισε η επισκευή του φρουρίου της και η ανασυγκρότησή της. Στη διάρκεια του ενετοτουρκικού πολέμου για την Κύπρο (1570-1571), έδρασε στην περιοχή της Πάργας ο Κερκυραίος ευγενής Πέτρος Λάντζας (1530-1613)που ανέλαβε μετά το τέλος του πολέμου τη διοίκησή της. Ωστόσο το 1573 με την υπογραφή της ενετοτουρκικής συνθήκης ειρήνης, ο Λάντζας έπεσε σε δυσμένεια των Βενετών που διέταξαν να συλληφθεί αυτός και οι Παργινοί συνεργάτες του. Όμως ο Κερκυραίος ευγενής πέρασε μαζί με πολλούς συνεργάτες του στην υπηρεσία του Ισπανού αντιβασιλιά της Νάπολης που άρχισε να εποφθαλμιά την Πάργα. Οι Βενετοί αναγνωρίζοντας την προσφορά των Παργινών ανοικοδόμησαν την πόλη και φρόντισαν για τον περιτειχισμό της. Η Πάργα στα τέλη του 18ου αιώνα είχε περίπου 20.000 κατοίκους ενώ καθώς αποτελούσε γέφυρα με την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και τη Βενετία γνώρισε μεγάλη ακμή. Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε ως την εμφάνιση του Αλή πασά.
Ο Αλή πασάς και η Πάργα
Η Πάργα χρησίμευε επίσης ως καταφύγιο για διάφορους κλέφτες και πολέμαρχους(Μπουκουβάλα, Λάμπρο Κατσώνη κλπ.) και καταφύγιο για τις οικογένειες των μεγάλων οπλαρχηγών της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Ακαρνανίας, ενώ αποτελούσε το επίνειο και τον τροφοδότη των Σουλιωτών. Το 1797 καταλύθηκε από τον Ναπολέοντα η ενετική δημοκρατία στα Επτάνησα και την Πάργα. Οι Γάλλοι ανανέωσαν τα προνόμια των Παργινών κι ανέκοψαν τις κυβερνητικές διαθέσεις του Αλή πασά.
Μετά την κατάληψη της Πρέβεζας το 1798, ο Αλή πασάς έστειλε επιστολές στους Παργινούς ζητώντας τους ουσιαστικά να υποταγούν σ’ αυτόν. Με περήφανη απάντηση οι κάτοικοι της Πάργας αρνήθηκαν κάτι τέτοιο κατηγορηματικά:
«Το να μας φοβερίζεις αδίκως είναι εις την εξουσίαν σου, αλλ’ οι φοβερισμοί δεν είναι ίδιον των μεγάλων ανθρώπων. Και το άλλο ημείς δεν εγνωρίσαμεν ποτέ το χρώμα του φοβερισμού, όσον εσυνηθίσαμεν τον ένδοξον πόλεμον δια της πατρίδος τα δίκαια.
Ο Θεός είναι δίκαιος, ημείς έτοιμοι, η ώρα περιμένεται να δοξασθεί ο νικητής, υγίαινε.»
Πάργα, 19 Οκτωβρίου 1798.
Όλοι οι Πάργιοι, μικροί και μεγάλοι.
Παράλληλα, οι κάτοικοι της Πάργας, έστειλαν μυστικά δύο πρέσβεις προς τους ναυάρχους του ρωσοοθωμανικού στόλου Ουσακόφ και Καδίρμπεϊ για να εξασφαλίσουν την πατρίδα τους κάτω από την προστασία Ρώσων και Οθωμανών. Ο Ουσακόφ στις 12 Οκτωβρίου 1798 είχε καταλάβει τα Κύθηρα και στη συνέχεια προσκάλεσε τους Κερκυραίους να ξεσηκωθούν εναντίων των «άθεων» Γάλλων. Στις 3 Ιανουαρίου 1799 υπογράφηκε μια ιστορική Συνθήκη συμμαχίας ανάμεσα σε Ρώσους και Οθωμανούς από τον τσάρο Αλέξανδρο Α’ και τον Σουλτάνο Σελίμ Γ’, ενώ δύο μέρες αργότερα, στις 5 Ιανουαρίου 1799 υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη άλλη συνθήκη μεταξύ Άγγλων και Οθωμανών με την οποία η Αγγλία αναλάμβανε την εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας για τα επόμενα οκτώ χρόνια. Αποτέλεσμα των Συνθηκών αυτών ήταν η επιδίωξη των Γάλλων από τα Επτάνησα και η ήττα του Βοναπάρτη από τους Άγγλους κατά την επιχείρησή του εναντίον της Άκρας (πρόκειται για τη σημερινή πόλη Άκο του Ισραήλ).
Η οθωμανική αυτοκρατορία μετά τα γεγονότα αυτά προσάρτησε την Πάργα, την Πρέβεζα, τη Βόνιτσα και το Βουθρωτό (πανάρχαια πόλη απέναντι από την Κέρκυρα που ανήκει σήμερα στην Αλβανία , δεν κατοικείται , αλλά αποτελεί σημαντικό τουριστικό προορισμό καθώς παρουσιάζει αρχαιολογικό ενδιαφέρον).
Το 1807 όμως η Πάργα πέρασε πάλι στην κατοχή των Γάλλων με την (πρώτη από τις δύο) Συνθήκη του Τιλσίτ. Ο επίμονος Αλή πασάς είχε προσπαθήσει ανεπιτυχώς στις αρχές του χρόνου με φιρμάνι να εξασφαλίσει την κυριαρχία του στην Πάργα ενώ το ίδιο έκανε και αμέσως μετά τη Συνθήκη του Τιλσίτ πάλι χωρίς αποτέλεσμα.
Δύο χρόνια αργότερα, Βρετανοί και Γάλλοι άρχισαν και πάλι να συγκρούονται μεταξύ τους. Το 1809, οι Βρετανοί κατέλαβαν την Κεφαλλονιά, τα Κύθηρα και τη Ζάκυνθο μετά τη νίκη τους επί του γαλλικού στόλου στ’ ανοιχτά της Ζακύνθου. Το 1810 καταλήφθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο η Λευκάδα και το 1814 η Κέρκυρα. Στις 22 Μαρτίου 1814, οι Βρετανοί κατέλαβαν και την Πάργα που ουσιαστικά ακολουθούσε παράλληλη πορεία με τα Επτάνησα. Όπως γράφει ο Χ. Περραιβός:
«… φοβούμενοι οι Πάργιοι την καταδρομήν του Αλή πασά, πριν αναχωρήσωσιν οι Γάλλοι, έσπευσαν να υποτάξωσι την πατρίδα τους εις τους Άγγλους οι οποίοι τους εδέχθηκαν ευχαρίστως υψώσαντες την σημαίαν των εις το φρούριον, διορίσαντες και μικράν φρουράν. Τους υπεσχέθησαν την ένωσιν της πατρίδας (Πάργας) ως το πρώτον, συν τη Επτανήσω, την παντελή εκ μέρους του Αλή πασά αφοβίαν και το παρά πρώτον ελεύθερον θαλάσσιον εμπόριον».
Λεπτομέρειες για την εθελούσια παράδοση της Πάργας στους Βρετανούς, μας δίνει ο Γρηγόριος Δαφνής στο βιβλίο του «ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ – Η γένεση του ελληνικού κράτους».
«Στις 17 Μαρτίου 1814 οι Παργινοί ζήτησαν από τον πλοίαρχο Hoste, κυβερνήτη της βρετανικής φρεγάτας «Bacchante» να διαβιβάσει στην κυβέρνησή του την παράκλησή τους η πόλη τους να ακολουθήσει την τύχη της Επτανήσου, δηλαδή να την πάρει στην προστασία τους η Μεγάλη Βρετανία. Για να υπογραμμίσουν τη ζωηρή επιθυμία τους γι’ αυτό, σήκωσαν την αγγλική σημαία στο φρούριο της πόλεως. Ύστερα από πέντε μέρες, αγγλικό απόσπασμα με διοικητή τον Sir Charles Gordon, αποβιβάστηκε και κατέλαβε την Πάργα στο όνομα του βασιλιά του Ηνωμένου Βασιλείου».
Όμως, με τη Συνθήκη της 5/11/1815, η Πάργα παρέμενε έξω από τα όρια των «Ηνωμένων Πολιτειών των Ιονίων Νήσων» ,ενώ το άρθρο 8 προέβλεπε ότι έπρεπε να προσκληθεί η Υψηλή Πύλη για να προσυπογράψει τη Συνθήκη. Η Βρετανία ήθελε με αυτό τον τρόπο να αναγκάσει τους Οθωμανούς να παραιτηθούν από τα δικαιώματα που είχαν στα νησιά με τη Συνθήκη του 1800 καθώς δεν θεωρούσαν αρκετή την παραίτηση που είχαν κάνει με την αγγλοοθωμανική Συνθήκη του 1809. Η Πύλη δεν ήταν διατεθειμένη να παραιτηθεί αν δεν έπαιρνε ως αντάλλαγμα την Πάργα. Οι Βρετανοί δεν είχαν περιλάβει την ηπειρωτική κωμόπολη στη Συνθήκη γιατί σύμφωνα με το jus possidendi (το δικαίωμα ιδιοκτησίας) τη θεωρούσε καθαρά βρετανικό έδαφος που δεν μπορούσε ν’ αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων με τις Δυνάμεις που υπέγραψαν τη Συνθήκη της 5/11/1815.
Και φυσικά, δεν είχε διάθεση να εγκαταλείψει το μικρό αυτό προγεφύρωμα που είχε αποκτήσει στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η Πύλη όμως ήταν ανένδοτη έτσι η βρετανική κυβέρνηση υποχώρησε και δέχτηκε να δοθεί η Πάργα στους Τούρκους. Όσοι κάτοικοι της Πάργας όμως δεν ήθελαν να παραμείνουν κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών, θα μπορούσαν να εγκαταλείψουν οριστικά τις εστίες τους και να αποζημιωθούν για την ακίνητη περιουσία τους.
Η Πάργα πωλείται! – Διαπραγματεύσεις Maitland-Αλή Πασά
Η διαδικασία εκτιμήσεως, ρυθμίστηκε με πρωτόκολλο που υπογράφηκε στα Γιάννενα στις 17 Μαΐου 1817, από τον Βρετανό απεσταλμένο John Cartwright και τον απεσταλμένο της Πύλης Χαμέντ Μπέη. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο αυτό, συγκροτήθηκε μεικτή αγγλοοθωμανική επιτροπή για να εκτιμήσει τις περιουσίες των Παργινών. Κάτι τέτοιο όμως, δεν έγινε εφικτό, καθώς οι Παργινοί υποστήριζαν ότι η αξία της ακίνητης περιουσίας τους, 839 κατοικίες και 81.000 ελαιόδενδρα, έφτανε στις 500.000 λίρες (στερλίνες).
Οι Βρετανοί την υπολόγιζαν σε 274.075 λίρες και οι Οθωμανοί μόλις σε 56.765 λίρες, καθώς ισχυρίζονταν ότι οι Παργινοί δεν είχαν δικαίωμα ν’ αποζημιωθούν για τα κτήματα των εκκλησιών, τα κοινοτικά και τα χέρσα. Ο Βρετανός Ύπατος Αρμοστής των Ιονίων Νήσων Thomas Maitland (1760-1824), επωφελήθηκε για να καθυστερήσει την αποχώρηση των κατοίκων της Πάργας. Παράλληλα, επιδίωξε να συναντηθεί απευθείας με τον Αλή πασά, κάτι που έγινε τον Φεβρουάριο του 1818 στην Πρέβεζα. Η συνάντηση υπήρξε άκαρπη καθώς ο πασάς πρόσφερε αντί για χρήματα, ξυλεία!
Την ξυλεία αυτή, θα μπορούσαν οι Βρετανοί να τη χρησιμοποιήσουν, για ναυπήγηση και επισκευές πλοίων. Ο Maitland έστειλε ειδικούς να εξετάσουν την ξυλεία και αυτοί συμπέραναν ότι ήταν παντελώς ακατάλληλη για τον σκοπό που τη χρειάζονταν οι Βρετανοί. Μετά απ’ αυτό, στις 2 Μαρτίου 1819, έγινε νέα συνάντηση Maitland-Αλή πασά στο Βουθρωτό. Εκεί συμφώνησαν να πληρώσει η Πύλη κατ’ αποκοπή 150.000 στερλίνες ή 666.666 ισπανικά τάλιρα. Η Συμφωνία δημοσιεύτηκε δύο μέρες μετά, στις 4/3/1819.
Επειδή οι Άγγλοι δεν είχαν εμπιστοσύνη στον Αλή πασά, ζήτησαν να εισπράξουν την αποζημίωση πριν τον παραδώσουν στην Πάργα. Χρειάστηκε και τρίτη συνάντηση Maitland-Αλή για να ρυθμιστεί οριστικά η υπόθεση.
Ο αρμοστής πήγε με τη φρεγάτα «Γανυμήδης» στην Πρέβεζα, στις 7 Μαΐου 1819 για να παραλάβει ο ίδιος την αποζημίωση. Και πάλι ο Αλή πασάς υπαναχώρησε, ζητώντας να πληρώσει την αποζημίωση σε οθωμανικά γρόσια, που εκείνη την εποχή ήταν υποτιμημένα. Ο Maitland έκανε μια… καλύτερη τιμή στον Αλή πασά: 142.148 στερλίνες ή 633.000 ισπανικά τάλιρα, αν πληρωνόταν αμέσως σε αυτά. Ο πωλητής πάντα κάνει έκπτωση στον καλό φίλο και πελάτη, όπως δείχνει διαχρονικά η ιστορία… Τελικά, ο Αλή πασάς δέχτηκε και πλήρωσε 633.000 ισπανικά τάλιρα. Το ποσό αυτό, είχε συγκεντρωθεί από υποχρεωτικές εισφορές των υπηκόων του. Οι Έλληνες δηλαδή, της Ηπείρου κυρίως, έδωσαν με τη βία χρήματα στον Αλή πασά για να αγοράσει από τους Βρετανούς μια ελληνική κωμόπολη, την Πάργα. Ικανοποιημένος ο Maitland, στις 9 Μαΐου 1819 επέστρεψε στην Κέρκυρα. Μόνο τότε έδωσε εντολή να εκκενωθεί η Πάργα και το φρούριό της από την αγγλική φρουρά, κάτι που έγινε στις 10 Μαΐου 1819.
Οι κάτοικοι της Πάργας εγκαταλείπουν την πατρίδα τους με τα οστά των προγόνων τους…
Κι ενώ τον Μάιο του 1819, ο Maitland και ο Αλή πασάς διαπραγματεύονταν την αξία της Πάργας σε χρήματα, οι κάτοικοι της πανέμορφης κωμόπολης, στις 15 Απριλίου 1819, Μεγάλη Παρασκευή, εκπατρίστηκαν και κατέφυγαν στην Κέρκυρα και στους Παξούς.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας, που βρισκόταν τότε στην Κέρκυρα παρουσίασε αργότερα τα γεγονότα στον τσάρο Νικόλαο Α’:
«Η θυσία της Πάργας συνετελέσθη υπό τα όμματά μου. Είχαν την δυστυχίαν να βλέπω τους Παργινούς καταφθάνοντας εις τας ακτάς της Κερκύρας, εκπατριζομένους λόγω της κακής πίστεως και των εσφαλμένων υπολογισμών των Βρετανών πρακτόρων, αναγκαζομένους να εγκαταλείψουν εις τον Αλή πασάν αντί ευτελούς χρηματικού ποσού τας αρχαίας των εστίας και συναποκομίζοντας μόνον τα οστά των πατέρων των…».
Ο Χριστόφορος Περραιβός, γράφει:
«… οι Πάργιοι ακριβώς γνώσκοντες αφ’ ενός την αμείλικτον και αιμοβόρον ψυχήν του Βεζίρη (Αλή πασά) και του αρμοστού αφ’ ετέρου την απάτην, και τα οστά των προπατόρων προσέτι πολλοί εξ αυτών εξορύξαντες τους τάφους, έλαβον μεθ’ εαυτών, πλέοντες δε προς την Κέρκυραν τα έρριπτον εις τον πυθμένα της θαλάσσης. Τούτο μαθών ο κύριος Μετλάνδος (Maitland) μεταμελήθη σφόδρα, μη βιάσας αυτούς να μείνωσιν υπό την κυριαρχίαν του Βεζίρη».
Ο Φώτης Βράκας, σε μία εξαιρετική μελέτη του με τίτλο «Η Πάργα και οι Παργινοί το 1819», που είναι αναρτημένη στο academia.edu στο διαδίκτυο, γράφει:
«Ήταν ο καιρός της Μεγάλης Εβδομάδας του Πάσχα της οποίας η γιορτή συνέπεσε συμπτωματικά με την ατυχία αυτού του μικρού κράτους. Ακόμα και τα λείψανα των προγόνων δεν ήθελαν να τα αφήσουν πίσω. Έτσι λοιπόν έσκαψαν τη γη, τα ξέθαψαν και πολλά τα έκαψαν σε μια μεγάλη πυρκαγιά κα αρκετά τα μετέφεραν σε κρυφό μέρος με την κρυφή ελπίδα κάποια μέρα να τα ξαναβρούν. Οι περισσότεροι όμως τα πήραν μαζί τους σαν ότι πιο ιερό κειμήλιο. Οι μητέρες έπλυναν τα παιδιά τους για τελευταία φορά με τα καθαρά νερά των πηγών των προγόνων. Γονατισμένοι στη γη ο καθένας ήθελε να πάρει μια χούφτα γη μαζί του…».
Με την υπ’ αριθ. XIV πράξη του Κοινοβουλίου των «Ηνωμένων Πολιτειών των Ιονίων Νήσων», στις 22 Μαΐου 1819, αναγνωρίστηκε στους Παργινούς το δικαίωμα να αποκτήσουν την Ιόνια ιθαγένεια. Εξάλλου στις 12 Ιουνίου 1819 δημοσιεύτηκε πράξη του αρμοστή, που ανέθετε σε τριμελή επιτροπή να μοιράσει το ποσό της αποζημίωσης σε δικαιούχους. Ο πληθυσμός της Πάργας ήταν τότε 3.040 ψυχές. Το μερίδιο που αναλογούσε σε κάθε κάτοικο, ήταν 47 λίρες (στερλίνες).
Τόσο αποτιμήθηκε ο ξεριζωμός του κάθε Παργινού από τους Βρετανούς. Η συναλλαγή αυτή, Maitland-Αλή πασά, αποτελεί όνειδος για το Ηνωμένο Βασίλειο. Προκάλεσε την αντίδραση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, αλλά και προσωπικοτήτων της διεθνούς πολιτικής και θεωρήθηκε έγκλημα, πρωτοφανές στα διεθνή χρονικά. Στη χώρα μας δεν νομίζουμε ότι είναι ευρέως γνωστή. Πολλοί Ευρωπαίοι ζωγράφοι φιλοτέχνησαν πίνακες, με θέμα τον εκπατρισμό των Παργινών. Παρουσιάζουμε μερικούς, τους οποίους αναδημοσιεύουμε από τη μελέτη του Φώτη Βράκα.
Αν και για την τραγωδία της Πάργας, υπάρχουν αρκετά άρθρα στο διαδίκτυο, πιθανότατα είναι η πρώτη φορά που αναφέρεται, στο σημερινό μας άρθρο, η «εμπλοκή» του Ι. Καποδίστρια στο θέμα. Με την επιστολή που έστειλε το 1826 στον τσάρο Νικόλαο Α’, ήθελε να δείξει πως οι Άγγλοι σκόπευαν να εξοντώσουν τους Έλληνες, καθώς τρέφουν φιλορωσικά και όχι φιλοβρετανικά αισθήματα.
Στο βιβλίο του για τον Καποδίστρια, ο Γρηγόριος Δαφνής, αναφέρει επίσης, ότι ο Κυβερνήτης είχε στείλει τον Ούγο Φώσκολο στο Λονδίνο, να πολεμήσει τη βρετανική πολιτική στο θέμα της Πάργας. Είναι μια μάλλον άγνωστη πτυχή της ζωής του σπουδαίου Ελληνοϊταλού ποιητή Ο.Φώσκολου (1778-1827), που γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, αλλά από το 1794 εγκαταστάθηκε στη Βενετία. Η ιστορία κρύβει πολλές εκπλήξεις, έχει πολλά σκοτεινά σημεία και όποιος ισχυρίζεται ότι τη γνωρίζει άριστα, είναι αφελής και ματαιόδοξος…
Ευχαριστούμε θερμά τον Δήμαρχο Πάργας κύριο Νικόλαο Ζαχαριά, τον Αντιδήμαρχο Πάργας κύριο Βασίλειο Γκίζα που είχε την καλοσύνη να μας στείλει αδημοσίευτες φωτογραφίες της Πάργας και την κυρία Ελένη Καψοπούλου για τις πολύτιμες πληροφορίες που μας έδωσε.
Πηγές: Γρηγόριος Δαφνής, «ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ- Η γένεση του ελληνικού κράτους», Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, 2018
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΕΡΡΑΙΒΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΟΥΛΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΓΑΣ», Α’ έκδοση 1857, Α’ Ανατύπωση 1990, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΝΟΤΗ ΚΑΡΑΒΙΑ
Φώτης Βράκας, «Η Πάργα και οι Παργινοί το 1819»,διαθέσιμο στο διαδίκτυο, στο academia.edu.
Παράλληλα, οι κάτοικοι της Πάργας, έστειλαν μυστικά δύο πρέσβεις προς τους ναυάρχους του ρωσοοθωμανικού στόλου Ουσακόφ και Καδίρμπεϊ για να εξασφαλίσουν την πατρίδα τους κάτω από την προστασία Ρώσων και Οθωμανών. Ο Ουσακόφ στις 12 Οκτωβρίου 1798 είχε καταλάβει τα Κύθηρα και στη συνέχεια προσκάλεσε τους Κερκυραίους να ξεσηκωθούν εναντίων των «άθεων» Γάλλων. Στις 3 Ιανουαρίου 1799 υπογράφηκε μια ιστορική Συνθήκη συμμαχίας ανάμεσα σε Ρώσους και Οθωμανούς από τον τσάρο Αλέξανδρο Α’ και τον Σουλτάνο Σελίμ Γ’, ενώ δύο μέρες αργότερα, στις 5 Ιανουαρίου 1799 υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη άλλη συνθήκη μεταξύ Άγγλων και Οθωμανών με την οποία η Αγγλία αναλάμβανε την εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας για τα επόμενα οκτώ χρόνια. Αποτέλεσμα των Συνθηκών αυτών ήταν η επιδίωξη των Γάλλων από τα Επτάνησα και η ήττα του Βοναπάρτη από τους Άγγλους κατά την επιχείρησή του εναντίον της Άκρας (πρόκειται για τη σημερινή πόλη Άκο του Ισραήλ).
Η οθωμανική αυτοκρατορία μετά τα γεγονότα αυτά προσάρτησε την Πάργα, την Πρέβεζα, τη Βόνιτσα και το Βουθρωτό (πανάρχαια πόλη απέναντι από την Κέρκυρα που ανήκει σήμερα στην Αλβανία , δεν κατοικείται , αλλά αποτελεί σημαντικό τουριστικό προορισμό καθώς παρουσιάζει αρχαιολογικό ενδιαφέρον).
Το 1807 όμως η Πάργα πέρασε πάλι στην κατοχή των Γάλλων με την (πρώτη από τις δύο) Συνθήκη του Τιλσίτ. Ο επίμονος Αλή πασάς είχε προσπαθήσει ανεπιτυχώς στις αρχές του χρόνου με φιρμάνι να εξασφαλίσει την κυριαρχία του στην Πάργα ενώ το ίδιο έκανε και αμέσως μετά τη Συνθήκη του Τιλσίτ πάλι χωρίς αποτέλεσμα.
Δύο χρόνια αργότερα, Βρετανοί και Γάλλοι άρχισαν και πάλι να συγκρούονται μεταξύ τους. Το 1809, οι Βρετανοί κατέλαβαν την Κεφαλλονιά, τα Κύθηρα και τη Ζάκυνθο μετά τη νίκη τους επί του γαλλικού στόλου στ’ ανοιχτά της Ζακύνθου. Το 1810 καταλήφθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο η Λευκάδα και το 1814 η Κέρκυρα. Στις 22 Μαρτίου 1814, οι Βρετανοί κατέλαβαν και την Πάργα που ουσιαστικά ακολουθούσε παράλληλη πορεία με τα Επτάνησα. Όπως γράφει ο Χ. Περραιβός:
«… φοβούμενοι οι Πάργιοι την καταδρομήν του Αλή πασά, πριν αναχωρήσωσιν οι Γάλλοι, έσπευσαν να υποτάξωσι την πατρίδα τους εις τους Άγγλους οι οποίοι τους εδέχθηκαν ευχαρίστως υψώσαντες την σημαίαν των εις το φρούριον, διορίσαντες και μικράν φρουράν. Τους υπεσχέθησαν την ένωσιν της πατρίδας (Πάργας) ως το πρώτον, συν τη Επτανήσω, την παντελή εκ μέρους του Αλή πασά αφοβίαν και το παρά πρώτον ελεύθερον θαλάσσιον εμπόριον».
Λεπτομέρειες για την εθελούσια παράδοση της Πάργας στους Βρετανούς, μας δίνει ο Γρηγόριος Δαφνής στο βιβλίο του «ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ – Η γένεση του ελληνικού κράτους».
«Στις 17 Μαρτίου 1814 οι Παργινοί ζήτησαν από τον πλοίαρχο Hoste, κυβερνήτη της βρετανικής φρεγάτας «Bacchante» να διαβιβάσει στην κυβέρνησή του την παράκλησή τους η πόλη τους να ακολουθήσει την τύχη της Επτανήσου, δηλαδή να την πάρει στην προστασία τους η Μεγάλη Βρετανία. Για να υπογραμμίσουν τη ζωηρή επιθυμία τους γι’ αυτό, σήκωσαν την αγγλική σημαία στο φρούριο της πόλεως. Ύστερα από πέντε μέρες, αγγλικό απόσπασμα με διοικητή τον Sir Charles Gordon, αποβιβάστηκε και κατέλαβε την Πάργα στο όνομα του βασιλιά του Ηνωμένου Βασιλείου».
Όμως, με τη Συνθήκη της 5/11/1815, η Πάργα παρέμενε έξω από τα όρια των «Ηνωμένων Πολιτειών των Ιονίων Νήσων» ,ενώ το άρθρο 8 προέβλεπε ότι έπρεπε να προσκληθεί η Υψηλή Πύλη για να προσυπογράψει τη Συνθήκη. Η Βρετανία ήθελε με αυτό τον τρόπο να αναγκάσει τους Οθωμανούς να παραιτηθούν από τα δικαιώματα που είχαν στα νησιά με τη Συνθήκη του 1800 καθώς δεν θεωρούσαν αρκετή την παραίτηση που είχαν κάνει με την αγγλοοθωμανική Συνθήκη του 1809. Η Πύλη δεν ήταν διατεθειμένη να παραιτηθεί αν δεν έπαιρνε ως αντάλλαγμα την Πάργα. Οι Βρετανοί δεν είχαν περιλάβει την ηπειρωτική κωμόπολη στη Συνθήκη γιατί σύμφωνα με το jus possidendi (το δικαίωμα ιδιοκτησίας) τη θεωρούσε καθαρά βρετανικό έδαφος που δεν μπορούσε ν’ αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων με τις Δυνάμεις που υπέγραψαν τη Συνθήκη της 5/11/1815.
Και φυσικά, δεν είχε διάθεση να εγκαταλείψει το μικρό αυτό προγεφύρωμα που είχε αποκτήσει στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η Πύλη όμως ήταν ανένδοτη έτσι η βρετανική κυβέρνηση υποχώρησε και δέχτηκε να δοθεί η Πάργα στους Τούρκους. Όσοι κάτοικοι της Πάργας όμως δεν ήθελαν να παραμείνουν κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών, θα μπορούσαν να εγκαταλείψουν οριστικά τις εστίες τους και να αποζημιωθούν για την ακίνητη περιουσία τους.
Η Πάργα πωλείται! – Διαπραγματεύσεις Maitland-Αλή Πασά
Η διαδικασία εκτιμήσεως, ρυθμίστηκε με πρωτόκολλο που υπογράφηκε στα Γιάννενα στις 17 Μαΐου 1817, από τον Βρετανό απεσταλμένο John Cartwright και τον απεσταλμένο της Πύλης Χαμέντ Μπέη. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο αυτό, συγκροτήθηκε μεικτή αγγλοοθωμανική επιτροπή για να εκτιμήσει τις περιουσίες των Παργινών. Κάτι τέτοιο όμως, δεν έγινε εφικτό, καθώς οι Παργινοί υποστήριζαν ότι η αξία της ακίνητης περιουσίας τους, 839 κατοικίες και 81.000 ελαιόδενδρα, έφτανε στις 500.000 λίρες (στερλίνες).
Οι Βρετανοί την υπολόγιζαν σε 274.075 λίρες και οι Οθωμανοί μόλις σε 56.765 λίρες, καθώς ισχυρίζονταν ότι οι Παργινοί δεν είχαν δικαίωμα ν’ αποζημιωθούν για τα κτήματα των εκκλησιών, τα κοινοτικά και τα χέρσα. Ο Βρετανός Ύπατος Αρμοστής των Ιονίων Νήσων Thomas Maitland (1760-1824), επωφελήθηκε για να καθυστερήσει την αποχώρηση των κατοίκων της Πάργας. Παράλληλα, επιδίωξε να συναντηθεί απευθείας με τον Αλή πασά, κάτι που έγινε τον Φεβρουάριο του 1818 στην Πρέβεζα. Η συνάντηση υπήρξε άκαρπη καθώς ο πασάς πρόσφερε αντί για χρήματα, ξυλεία!
Την ξυλεία αυτή, θα μπορούσαν οι Βρετανοί να τη χρησιμοποιήσουν, για ναυπήγηση και επισκευές πλοίων. Ο Maitland έστειλε ειδικούς να εξετάσουν την ξυλεία και αυτοί συμπέραναν ότι ήταν παντελώς ακατάλληλη για τον σκοπό που τη χρειάζονταν οι Βρετανοί. Μετά απ’ αυτό, στις 2 Μαρτίου 1819, έγινε νέα συνάντηση Maitland-Αλή πασά στο Βουθρωτό. Εκεί συμφώνησαν να πληρώσει η Πύλη κατ’ αποκοπή 150.000 στερλίνες ή 666.666 ισπανικά τάλιρα. Η Συμφωνία δημοσιεύτηκε δύο μέρες μετά, στις 4/3/1819.
Επειδή οι Άγγλοι δεν είχαν εμπιστοσύνη στον Αλή πασά, ζήτησαν να εισπράξουν την αποζημίωση πριν τον παραδώσουν στην Πάργα. Χρειάστηκε και τρίτη συνάντηση Maitland-Αλή για να ρυθμιστεί οριστικά η υπόθεση.
Ο αρμοστής πήγε με τη φρεγάτα «Γανυμήδης» στην Πρέβεζα, στις 7 Μαΐου 1819 για να παραλάβει ο ίδιος την αποζημίωση. Και πάλι ο Αλή πασάς υπαναχώρησε, ζητώντας να πληρώσει την αποζημίωση σε οθωμανικά γρόσια, που εκείνη την εποχή ήταν υποτιμημένα. Ο Maitland έκανε μια… καλύτερη τιμή στον Αλή πασά: 142.148 στερλίνες ή 633.000 ισπανικά τάλιρα, αν πληρωνόταν αμέσως σε αυτά. Ο πωλητής πάντα κάνει έκπτωση στον καλό φίλο και πελάτη, όπως δείχνει διαχρονικά η ιστορία… Τελικά, ο Αλή πασάς δέχτηκε και πλήρωσε 633.000 ισπανικά τάλιρα. Το ποσό αυτό, είχε συγκεντρωθεί από υποχρεωτικές εισφορές των υπηκόων του. Οι Έλληνες δηλαδή, της Ηπείρου κυρίως, έδωσαν με τη βία χρήματα στον Αλή πασά για να αγοράσει από τους Βρετανούς μια ελληνική κωμόπολη, την Πάργα. Ικανοποιημένος ο Maitland, στις 9 Μαΐου 1819 επέστρεψε στην Κέρκυρα. Μόνο τότε έδωσε εντολή να εκκενωθεί η Πάργα και το φρούριό της από την αγγλική φρουρά, κάτι που έγινε στις 10 Μαΐου 1819.
Οι κάτοικοι της Πάργας εγκαταλείπουν την πατρίδα τους με τα οστά των προγόνων τους…
Κι ενώ τον Μάιο του 1819, ο Maitland και ο Αλή πασάς διαπραγματεύονταν την αξία της Πάργας σε χρήματα, οι κάτοικοι της πανέμορφης κωμόπολης, στις 15 Απριλίου 1819, Μεγάλη Παρασκευή, εκπατρίστηκαν και κατέφυγαν στην Κέρκυρα και στους Παξούς.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας, που βρισκόταν τότε στην Κέρκυρα παρουσίασε αργότερα τα γεγονότα στον τσάρο Νικόλαο Α’:
«Η θυσία της Πάργας συνετελέσθη υπό τα όμματά μου. Είχαν την δυστυχίαν να βλέπω τους Παργινούς καταφθάνοντας εις τας ακτάς της Κερκύρας, εκπατριζομένους λόγω της κακής πίστεως και των εσφαλμένων υπολογισμών των Βρετανών πρακτόρων, αναγκαζομένους να εγκαταλείψουν εις τον Αλή πασάν αντί ευτελούς χρηματικού ποσού τας αρχαίας των εστίας και συναποκομίζοντας μόνον τα οστά των πατέρων των…».
Ο Χριστόφορος Περραιβός, γράφει:
«… οι Πάργιοι ακριβώς γνώσκοντες αφ’ ενός την αμείλικτον και αιμοβόρον ψυχήν του Βεζίρη (Αλή πασά) και του αρμοστού αφ’ ετέρου την απάτην, και τα οστά των προπατόρων προσέτι πολλοί εξ αυτών εξορύξαντες τους τάφους, έλαβον μεθ’ εαυτών, πλέοντες δε προς την Κέρκυραν τα έρριπτον εις τον πυθμένα της θαλάσσης. Τούτο μαθών ο κύριος Μετλάνδος (Maitland) μεταμελήθη σφόδρα, μη βιάσας αυτούς να μείνωσιν υπό την κυριαρχίαν του Βεζίρη».
Ο Φώτης Βράκας, σε μία εξαιρετική μελέτη του με τίτλο «Η Πάργα και οι Παργινοί το 1819», που είναι αναρτημένη στο academia.edu στο διαδίκτυο, γράφει:
«Ήταν ο καιρός της Μεγάλης Εβδομάδας του Πάσχα της οποίας η γιορτή συνέπεσε συμπτωματικά με την ατυχία αυτού του μικρού κράτους. Ακόμα και τα λείψανα των προγόνων δεν ήθελαν να τα αφήσουν πίσω. Έτσι λοιπόν έσκαψαν τη γη, τα ξέθαψαν και πολλά τα έκαψαν σε μια μεγάλη πυρκαγιά κα αρκετά τα μετέφεραν σε κρυφό μέρος με την κρυφή ελπίδα κάποια μέρα να τα ξαναβρούν. Οι περισσότεροι όμως τα πήραν μαζί τους σαν ότι πιο ιερό κειμήλιο. Οι μητέρες έπλυναν τα παιδιά τους για τελευταία φορά με τα καθαρά νερά των πηγών των προγόνων. Γονατισμένοι στη γη ο καθένας ήθελε να πάρει μια χούφτα γη μαζί του…».
Με την υπ’ αριθ. XIV πράξη του Κοινοβουλίου των «Ηνωμένων Πολιτειών των Ιονίων Νήσων», στις 22 Μαΐου 1819, αναγνωρίστηκε στους Παργινούς το δικαίωμα να αποκτήσουν την Ιόνια ιθαγένεια. Εξάλλου στις 12 Ιουνίου 1819 δημοσιεύτηκε πράξη του αρμοστή, που ανέθετε σε τριμελή επιτροπή να μοιράσει το ποσό της αποζημίωσης σε δικαιούχους. Ο πληθυσμός της Πάργας ήταν τότε 3.040 ψυχές. Το μερίδιο που αναλογούσε σε κάθε κάτοικο, ήταν 47 λίρες (στερλίνες).
Τόσο αποτιμήθηκε ο ξεριζωμός του κάθε Παργινού από τους Βρετανούς. Η συναλλαγή αυτή, Maitland-Αλή πασά, αποτελεί όνειδος για το Ηνωμένο Βασίλειο. Προκάλεσε την αντίδραση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, αλλά και προσωπικοτήτων της διεθνούς πολιτικής και θεωρήθηκε έγκλημα, πρωτοφανές στα διεθνή χρονικά. Στη χώρα μας δεν νομίζουμε ότι είναι ευρέως γνωστή. Πολλοί Ευρωπαίοι ζωγράφοι φιλοτέχνησαν πίνακες, με θέμα τον εκπατρισμό των Παργινών. Παρουσιάζουμε μερικούς, τους οποίους αναδημοσιεύουμε από τη μελέτη του Φώτη Βράκα.
Αν και για την τραγωδία της Πάργας, υπάρχουν αρκετά άρθρα στο διαδίκτυο, πιθανότατα είναι η πρώτη φορά που αναφέρεται, στο σημερινό μας άρθρο, η «εμπλοκή» του Ι. Καποδίστρια στο θέμα. Με την επιστολή που έστειλε το 1826 στον τσάρο Νικόλαο Α’, ήθελε να δείξει πως οι Άγγλοι σκόπευαν να εξοντώσουν τους Έλληνες, καθώς τρέφουν φιλορωσικά και όχι φιλοβρετανικά αισθήματα.
Στο βιβλίο του για τον Καποδίστρια, ο Γρηγόριος Δαφνής, αναφέρει επίσης, ότι ο Κυβερνήτης είχε στείλει τον Ούγο Φώσκολο στο Λονδίνο, να πολεμήσει τη βρετανική πολιτική στο θέμα της Πάργας. Είναι μια μάλλον άγνωστη πτυχή της ζωής του σπουδαίου Ελληνοϊταλού ποιητή Ο.Φώσκολου (1778-1827), που γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, αλλά από το 1794 εγκαταστάθηκε στη Βενετία. Η ιστορία κρύβει πολλές εκπλήξεις, έχει πολλά σκοτεινά σημεία και όποιος ισχυρίζεται ότι τη γνωρίζει άριστα, είναι αφελής και ματαιόδοξος…
Ευχαριστούμε θερμά τον Δήμαρχο Πάργας κύριο Νικόλαο Ζαχαριά, τον Αντιδήμαρχο Πάργας κύριο Βασίλειο Γκίζα που είχε την καλοσύνη να μας στείλει αδημοσίευτες φωτογραφίες της Πάργας και την κυρία Ελένη Καψοπούλου για τις πολύτιμες πληροφορίες που μας έδωσε.
Πηγές: Γρηγόριος Δαφνής, «ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ- Η γένεση του ελληνικού κράτους», Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, 2018
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΕΡΡΑΙΒΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΟΥΛΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΓΑΣ», Α’ έκδοση 1857, Α’ Ανατύπωση 1990, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΝΟΤΗ ΚΑΡΑΒΙΑ
Φώτης Βράκας, «Η Πάργα και οι Παργινοί το 1819»,διαθέσιμο στο διαδίκτυο, στο academia.edu.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr