Με καινοτόμες λύσεις, συσκευές που σκέφτονται, βιώσιμη φιλοσοφία και υψηλή αισθητική, η BSH πρωτοπορεί φέρνοντας την τεχνολογία στο κέντρο μιας απολαυστικής και συναρπαστικής καθημερινότητας που εξασφαλίζει έναν καλύτερο τρόπο ζωής.
Τα τοπωνύμια της Ελλάδας και η προέλευσή τους
Τα τοπωνύμια της Ελλάδας και η προέλευσή τους
Τι είναι τα τοπωνύμια; - Πόσα από αυτά είναι ξενικά; - Η περίφημη μελέτη του Max Vasmer για τα σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα - Οι απόψεις των Ελλήνων επιστημόνων
Με ένα άκρως ενδιαφέρον θέμα, που έχει προκαλέσει τεράστιες συζητήσεις μεταξύ Ελλήνων και ξένων επιστημόνων, θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο. Θα εξετάσουμε τα ελληνικά τοπωνύμια και την προέλευσή τους. Για τα τοπωνύμια της χώρας μας έχουν γραφτεί πολλά και υπήρξαν έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ Ελλήνων και ξένων επιστημόνων. Υπάρχουν χιλιάδες τοπωνύμια στη χώρα μας και είναι πολύ πιθανό μερικές ετυμολογίες που έχουν δοθεί μέχρι σήμερα να είναι λανθασμένες.
Στο σπουδαίο έργο του «ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ», ο αείμνηστος πανεπιστημιακός Χαράλαμπος Π. Συμεωνίδης καταγράφει τις ετυμολογίες 18.445 ελληνικών τοπωνυμίων. Λογικό είναι στα αμέτρητα στοιχεία που παρουσιάζει να υπάρχουν και κάποια λάθη. Το ίδιο συμβαίνει και με το κλασικό έργο του Μαξ Φάσμερ (Max Vasmer) «Die Slaven in Griechenland»(Βερολίνο 1941). Θα παραθέσουμε εδώ μερικά στοιχεία για το ποια από τα τοπωνύμια της χώρας μας είναι ξενόφερτα με βάση κάποιους κανόνες και θα επανέλθουμε αν χρειαστεί με νέα στοιχεία.
Τι είναι τα τοπωνύμια;
Με τον όρο τοπωνύμια (αγγλ. place-names, γαλλ. Noms de lieu, γερμ. Ortsnamen κλπ) ονομάζονται όλοι οι κατοικημένοι και ακατοίκητοι τόποι: πόλεις, κωμοπόλεις, χωριά, βουνά, ποτάμια, θάλασσες, λίμνες, ακόμα και συνοικίες πόλεων. Οι ονοματολόγοι χρησιμοποιούν τον πιο εξειδικευμένο όρο οικωνύμια για τα ονόματα κατοικημένων τόπων (πόλεων, κωμοπόλεων, οικισμών) ,σε αντίθεση με τα ονόματα των απλών τοποθεσιών που ονομάζονται εδαφωνύμια. Τα ονόματα ποταμών, λιμνών κλπ ονομάζονται υδρωνύμια, τα ονόματα βουνών, λόφων κλπ ορεωνύμια, τα ονόματα που προέρχονται από κάποιον άγιο ή ναό λέγονται ναωνύμια κλπ.
Πώς όμως παίρνει το όνομά του ένας τόπος, πώς δίνεται ένα τοπωνύμιο;
α) από ένα κατεξοχήν γνώρισμά του (Μαυροβούνι, Ξεριάς, Δερβένι κλπ)
β) από τη γεωργική χρήση του (Αμπελόκηποι, Καρυές κλπ)
γ) από ένα ιστορικό ή μυθολογικό πρόσωπο ή γεγονός (Θεσσαλονίκη, Φίλιπποι, Ελλήσποντος κλπ)
δ) από τεχνικά έργα (Γέφυρα, Νταμάρια, Καμίνια κλπ)
ε) από οποιαδήποτε άλλη θέση, γνώρισμα (Βίγλα= παρατηρητήριο σε δεσπόζουσα θέση, Κάστρο, Επισκοπή κλπ)
Στο σπουδαίο έργο του «ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ», ο αείμνηστος πανεπιστημιακός Χαράλαμπος Π. Συμεωνίδης καταγράφει τις ετυμολογίες 18.445 ελληνικών τοπωνυμίων. Λογικό είναι στα αμέτρητα στοιχεία που παρουσιάζει να υπάρχουν και κάποια λάθη. Το ίδιο συμβαίνει και με το κλασικό έργο του Μαξ Φάσμερ (Max Vasmer) «Die Slaven in Griechenland»(Βερολίνο 1941). Θα παραθέσουμε εδώ μερικά στοιχεία για το ποια από τα τοπωνύμια της χώρας μας είναι ξενόφερτα με βάση κάποιους κανόνες και θα επανέλθουμε αν χρειαστεί με νέα στοιχεία.
Τι είναι τα τοπωνύμια;
Με τον όρο τοπωνύμια (αγγλ. place-names, γαλλ. Noms de lieu, γερμ. Ortsnamen κλπ) ονομάζονται όλοι οι κατοικημένοι και ακατοίκητοι τόποι: πόλεις, κωμοπόλεις, χωριά, βουνά, ποτάμια, θάλασσες, λίμνες, ακόμα και συνοικίες πόλεων. Οι ονοματολόγοι χρησιμοποιούν τον πιο εξειδικευμένο όρο οικωνύμια για τα ονόματα κατοικημένων τόπων (πόλεων, κωμοπόλεων, οικισμών) ,σε αντίθεση με τα ονόματα των απλών τοποθεσιών που ονομάζονται εδαφωνύμια. Τα ονόματα ποταμών, λιμνών κλπ ονομάζονται υδρωνύμια, τα ονόματα βουνών, λόφων κλπ ορεωνύμια, τα ονόματα που προέρχονται από κάποιον άγιο ή ναό λέγονται ναωνύμια κλπ.
Πώς όμως παίρνει το όνομά του ένας τόπος, πώς δίνεται ένα τοπωνύμιο;
α) από ένα κατεξοχήν γνώρισμά του (Μαυροβούνι, Ξεριάς, Δερβένι κλπ)
β) από τη γεωργική χρήση του (Αμπελόκηποι, Καρυές κλπ)
γ) από ένα ιστορικό ή μυθολογικό πρόσωπο ή γεγονός (Θεσσαλονίκη, Φίλιπποι, Ελλήσποντος κλπ)
δ) από τεχνικά έργα (Γέφυρα, Νταμάρια, Καμίνια κλπ)
ε) από οποιαδήποτε άλλη θέση, γνώρισμα (Βίγλα= παρατηρητήριο σε δεσπόζουσα θέση, Κάστρο, Επισκοπή κλπ)
στ) από ονόματα θεών, αγίων και ηρώων(Άγιος Γεώργιος, Ποσειδωνία, Ηράκλεια κλπ)
ζ) από ονόματα φυτών (φυτωνύμια) και ζώων (ζωωνύμια)(Δάφνη, Γαϊδουρονήσι, Μελίσσια κλπ) και
θ) από λαϊκές αντιλήψεις και δοξασίες (Δρακοβούνι, Νεράιδα κλπ).
Στα ελληνικά τοπωνύμια αποτυπώθηκε το πέρασμα διάφορων αρχαίων και μεσαιωνικών λαών: Πέρσες, Ρωμαίοι, Γαλάτες ,Ούννοι, Γότθοι, Άβαροι, Σλάβοι, Άραβες, Αλβανοί, Τούρκοι κ. ά.
Ετυμολογικές αναζητήσεις για τοπωνύμια υπάρχουν ήδη από την αρχαιότητα. Στους νεότερους χρόνους τα θεμέλια για τις ονοματολογικές έρευνες στη χώρα μας βάζει η «Γεωγραφία Παλαιά και Νέα» του μητροπολίτη Αθηνών Μελέτιου(Βενετία 1728). Ακολουθεί η «Νεωτερική Γεωγραφία» των Γ. Κωνσταντά και Δ. Φιλιππίδη (Βιέννη 1791) και το περιοδικό «Ελληνομνήμων» που εξέδιδε από το 1843 ως το 1853 ο Α. Μουστοξύδης. Σημαντική είναι η συνεισφορά στην ονοματολογία των πανεπιστημιακών και ακαδημαϊκών Γ. Ν. Χατζηδάκι, Μ.Πολίτη, Σ. Λάμπρου και κυρίως του Κ.Άμαντου.
Νεότεροι σημαντικοί ονοματολόγοι είναι οι: Α. Μηλιαράκης, Η. Τσιτσέλης, Δ. Γεωργακάς, Δ. Βαγιακάκος και Ι. Θωμόπουλος.
Προελληνικά τοπωνύμια
Τα παλαιότερα τοπωνύμια στον ελλαδικό χώρο είναι τα λεγόμενα προελληνικά. Προέρχονται από τη γλώσσα ενός ή περισσοτέρων λαών που κατοίκησαν στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά πριν την εγκατάσταση των ινδοευρωπαϊκής καταγωγής Ελλήνων. Ο προελληνικός αυτός λαός αναφέρεται από τους Έλληνες συγγραφείς με διάφορα ονόματα: Πελασγοί, Λέλεγες, Κάρες κ. α.
Πρώτος ο P. Kretschmer παρατήρησε και έφερε στην επιφάνεια το γεγονός της καταπληκτικής ομοιότητας ονομάτων πόλεων, ποταμών και βουνών που απαντούν στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου από τη μία πλευρά και τη Μ. Ασία από την άλλη.
Έτσι προελληνικά τοπωνύμια θεωρούνται μεταξύ άλλων τα: Κνω(σ)σός, Υμηττός, Λυκαβηττός, Κηφισός, Ιλισός, Φαλάσαρνα, Παρνασσός, Τέλενδος, Κόρινθος, Κάρυστος, Ρίθυμνα, Λάρισα, Δήλος, Σάμη, Θήβαι κ. ά.
Διατυπώθηκαν κάποιες ενστάσεις από πελασγιστές (V. Georgiev, A. Van Windekens κ. α.), οι οποίες όμως δεν φαίνεται ότι ευσταθούν.
Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια
Πάρα πολλά αρχαία ελληνικά τοπωνύμια σώζονται ως τις μέρες μας: Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Θάσος, Δελφοί, Ολυμπία, Σπάρτη, Πολίχνη, Ναύπακτος κλπ. Σημαντικές συγκεντρωτικές πηγές τους είναι τα «Γεωγραφικά» του Στράβωνα (1ος π. Χ.-1ος μ. Χ. αι.) και τα «Εθνικά» του Στέφανου Βυζάντιου (7ος αι. μ. Χ.). Σήμερα βρίσκονται συγκεντρωμένα στο μοναδικό στο είδος του λεξικό των κυρίων ονομάτων των Pape-Benseller.
Βυζαντινά τοπωνύμια
Στα βυζαντινά χρόνια εκτός από τα αρχαία ελληνικά τοπωνύμια που επιβιώνουν προστίθενται νέα, καθώς συντελούνται μεγάλες αλλαγές και δημιουργούνται νέοι όροι στην κρατική, οικονομική και θρησκευτική ζωή του τόπου. Κατά την βυζαντινή περίοδο εμφανίζονται πάρα πολλά ναωνύμια, τα οποία ο περιβόητος Fallmerayer θέλησε να αξιοποιήσει για να στηρίξει τη θεωρία του για δήθεν εκσλαβισμό της Ελλάδας. Ισχυριζόταν ότι τα ναωνύμια του ελληνικού και γενικότερα του βαλκανικού χώρου οφείλονται στους εκχριστιανισμένους Σλάβους που τα διέδωσαν παντού. Όμως οι πρώτες συστηματικές μελέτες των ναωνυμίων και άλλων χριστιανικών τοπωνυμίων (από τον C. Jirecek) απέδειξαν ότι τα τοπωνύμια της κατηγορίας αυτής δεν συνδέονται κατά κανένα τρόπο με τους Σλάβους, εφόσον εμφανίζονται με την ίδια συχνότητα και σε άλλα ελληνικά μέρη, όπου ποτέ δεν πάτησαν το πόδι τους Σλάβοι, αλλά ανήκουν στην περίοδο των πρώτων χριστιανικών αιώνων και στον ζήλο των πρώτων Χριστιανών.
Στα βυζαντινά χρόνια αρχίζουν εμφανίζονται και τα πρώτα ξένα τοπωνύμια, με τα οποία θα ασχοληθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια: αραβικά (Ατσιπόπουλο, Σαρακήνικοκ. ά.), σλαβικά(Σκλαβοχώρι, Αλαμάνα κ. ά.), αρβανίτικα, αρμένικα κ. α. Δυστυχώς, υπάρχει τεράστιο κενό και στον χώρο των βυζαντινών ανθρωπωνυμίων και τοπωνυμίων. Από το 1892 ο Σ. Λάμπρος και από το 1930 ο Κ.Άμαντος τόνισαν την ανάγκη σύνταξης ενός μεσαιωνικού τοπωνυμικού λεξικού. Υλικό υπάρχει ιδίως στα πρακτικά των μονών του Αγίου Όρους και της Πάτμου, προεργασία έχει γίνει, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει πολιτική βούληση για την έκδοση ενός τέτοιου λεξικού.
Νεοελληνικά τοπωνύμια
Με τον όρο νεοελληνικά τοπωνύμια, εννοούμε τόσο εκείνα που δημιουργήθηκαν κατά τη νεοελληνική περίοδο, όσο εκείνα που προέρχονται από το παρελθόν (προελληνικά, αρχαιοελληνικά, βυζαντινά). Αρκετά προελληνικά τοπωνύμια, επιβιώνουν μέχρι σήμερα. Στο εξαιρετικό έργο του «Μελέτη τοπωνυμική της νήσου Κέω» (Σύρος 1963), ο Ι. Θωμόπουλος αποδεικνύει ότι πολλά τοπωνύμια της Κέας, είναι προελληνικά: Λάρνα (πβ. προελλ. Λάρ-υμνα, Λαρίνη), Άρταλος (πβ. αρχ. Αρτάνη, Άρδαλος, Άρδαλα κλπ.), Καύκασος, Ορκός (πβ. Όρκος, Όρκιστος). Η περίπτωση της Τζιας, μας δείχνει ότι υπάρχουν στον ελλαδικό χώρο πολύ περισσότερα προελληνικά, αρχαία και βυζαντινά απ’ ότι νομίζουμε και προφανώς κάποια από αυτά έχουν «χρεωθεί» ως ξενόφερτα. Σίγουρα, όμως, τα περισσότερα σύγχρονα ελληνικά τοπωνύμια, είναι δημιουργήματα του μεσαιωνικού και του νέου ελληνισμού.
Για τα επιθήματα (προσφύματα που προσκολλώνται στο τέλος μιας λέξης) των νεοελληνικών τοπωνυμίων, υπάρχει μία εξαιρετική, αν και παλιά μελέτη του Κ. Άμαντου: «Die Suffixe der neugriechischen Ortsnamen», Μόναχο 1903.
Από τα νεοελληνικά τοπωνύμια, έχουν μελετηθεί περισσότερο τα ναωνύμια, που προέρχονται δηλαδή από το όνομα κάποιου αγίου ή αγίας. Βέβαια, εκτός από τους ευρέως γνωστούς αγίους και αγίες, υπάρχουν και λιγότερο γνωστοί και γνωστές: Άγιος Κάρπων, Άγιος Ελισαίος, Αγία Θέκλα, Αγία Ματρώνα, Αγία Φωτίδα, κ.ά. Οι Άγιοι Δέκα, είναι γνωστοί στην Κρήτη όπου και μαρτύρησαν, ενώ υπάρχουν διάφοροι τύποι των ναωνυμίων: π.χ. Αϊγιάννης < Άγιος Ιωάννης, Αϊλιάς < Άγιος Ηλίας κ.ά. Χρησιμοποιούνται επίσης υποκοριστικά ως τοπωνύμια (Παναγίτσα, Προδρόμι < Άγιος Πρόδρομος), ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παραλείπεται το προσωπωνύμιο του αγίου ή της αγίας και το τοπωνύμιο εκφέρεται μόνο με τον τοπικό ή κτητορικό προσδιορισμό: Σπηλιώτισσα (=Παναγιά η Σπηλιώτισσα), Ρωμανού (παλιά μονή ιδιοκτησίας σήμερα της οικογένειας Ρωμανού) κ.ά. Συγχώνευση των λέξεων άγιος/αγία με το όνομα τους, έχουμε σε αρκετές περιπτώσεις (Σαντριάς = Άγιος Ανδρέας, Ασοφιά = Αγία Σοφία κλπ). Τέλος, υπάρχουν πολλά τοπωνύμια περιληπτικά (Άγιος Σαράντος, Άγιος Πάντος) ή άλλα που δεν προσδιορίζουν κάποιον άγιο (Αγία Σωτήρα, Αγία Καπέλα, προερχόμενο από την εποχή των Φράγκων , cappella=ξωκλήσι).
Ας δούμε τώρα και τα πιο συνηθισμένα επιθήματα των νεοελληνικών τοπωνυμίων.
ούσσα (αρχ.-όεσσα/-ούσσα, π.χ. Ερεικούσσα)
ού (πιθανότατα προέρχεται από την –ούσσα με συντόμευση και προσαρμογή της στα θηλυκά κύρια ονόματα σε – ού, π.χ. Αχινού, Κολοκυνθού, που όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο μας, προέρχεται από τα κτήματα της οικογένειας Κολοκύνθη στην περιοχή κλπ).
ούντα (αρχ. –ούς, π.χ. Ελούντα < ελαία).
ώντας/-ώντα (από σύμφυρση των αρχαίων επιθημάτων
ούς, -ούντος και –ών, -ώνος, π.χ. Παγώντας, της Σάμου < αρχ. πάγος = λόφος)
ώνας (αρχ. –ών, -ώνος, π.χ. Δαφνώνας < δάφνη)
ωνιά (αρχ. –ωνιά < -ών),
-ιάς, π.χ. Πευκιάς < πεύκο
άς, το οποίο κατά τον Κ. Άμαντο προέρχεται από το προηγούμενο επίθημα –ιάς, ενώ ο Χ. Συμεωνίδης, θεωρεί ότι «πρόκειται για νέα τοπωνυμική λειτουργία που ανέλαβε κάποτε το αρχαίο επίθημα –άς, που σχημάτιζε επαγγελματικά και παρωνύμια: π.χ. Αρμακάς = αρμάκι = χώρισμα των αγρών με πέτρες ή ανυψωμένο χώμα.
άδα (από το αρχ. –άς, -άδα, π.χ. Λευκάδα)
ερός, -ερή, -ερό, (αρχ. –ρός, π.χ. Αχλαδερή < αχλάδι)
ωπός (αρχ. –ωπός), -ός, -ό (από τα αρχ. χρυσούς, αργυρούς κλπ, δημιουργήθηκαν τα χρυσός, αργυρός, που προσδιόρισαν αργότερα και τα τοπωνύμια)
ίλας (αρχ. –ίας), -ιανά (αρχ. –ιανός, π.χ. Θεοδωριανά < Άγιος Θεόδωρος)
ιάνικα < - ιανά + -ικα, π.χ. Σωτηριάνικα < Σωτήρης
αίικα < επίθημα οικογενειακών ονομάτων - αίοι(π.χ. Σπαθαραίοι < επών. Σπαθάρης)
Σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
Ο πρώτος που έθεσε το θέμα των σλαβικών τοπωνυμίων στην Ελλάδα, ήταν ο Ιάκωβος Φίλιππος Φαλμεράιερ, στον οποίο έχουμε αναφερθεί σε άρθρα μας παλαιότερα.
Με την εξασθένηση των βορείων συνόρων της βυζαντινής αυτοκρατορίας στα χρόνια του αυτοκράτορα Φωκά (602-610), βρήκαν ευκαιρία οι Σλάβοι να διεισδύσουν στα βυζαντινά εδάφη και σταδιακά να εγκατασταθούν σε ορισμένα από αυτά, αφήνοντας πίσω τους και τα σλαβικά τοπωνύμια που υπάρχουν ως σήμερα στην Ελλάδα.
Ο Φαλμεράιερ έγραφε: «Επειδή ούτε σταγών γνησίου και ακράτου ελληνικού αίματος ρέει εις τας φλέβας των χριστιανικών κατοίκων της Ελλάδας… Είναι σκυθικοί Σλάβοι, ιλλυρικοί Αρναούται (= Αλβανοί), απόγονοι βορείων λαών, ομόφυλοι των Σέρβων, των Βουλγάρων, των Δαλματών και των Μοσχοβιτών…».
Στις ατεκμηρίωτες αναφορές του Φαλμεράιερ, αντέδρασαν πολλοί, με πρώτο τον Βιεννέζο σλαβιστή B. Kopitar (1830).
Ακολούθησαν οι: J. Zinkeisen (1832), Gervinus, Κ. Παπαρρηγόπουλος (1843), K. Hopf (1867), G. Hertzberg (1906), A. Thumb (1915) κ.ά., που ανασκεύασαν τις έωλες θεωρίες του Φαλμεράιερ. Κορυφαίο έργο για τα σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, είναι το «Die Slaven in Griechenland του M. Vasmer (1941), με το οποίο θα ασχοληθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια.
Πώς όμως ξεχωρίζουμε ένα σλαβικό τοπωνύμιο;
Κατά τον Max Vasmer, οι καταλήξεις των σλαβικών τοπωνυμίων στην Ελλάδα, είναι 27. Κυριότερες, είναι οι εξής τέσσερις:
α) – ίτσα: προέρχεται από την αρχική σλαβική κατάληξη – ic (-ιτς), π.χ. Πέτροβιτς = ο γιος του Πέτροβιτς. Στα θηλυκά, η κατάληξη έγινε –ica (=ίτσα), απέκτησε αρχικά υποκοριστική σημασία, αλλά τελικά έγινε τοπωνυμική κατάληξη. Προσοχή όμως! Όλα τα τοπωνύμια σε –ίτσα, δεν είναι σλαβικά! Ιδιαίτερα, πολλά σύνθετα, όπως π.χ. η Παλαιοκαστρίτσα (της Κέρκυρας), είναι ελληνικότατα τοπωνύμια (<παλαιός+καστρίτσα<κάστρο).
β) –ιστα: προέρχεται από το αρχικό σλαβικό επίρρημα –isce το οποίο έμπαινε σ’ ένα όνομα για να δηλώσει τον τόπο όπου βρισκόταν ένα πράγμα ή πρόσωπο.
γ) –οβα, -οβο: προέρχεται από την αρχική σλαβική κατάληξη –οv, -ονα, -ονο, που σήμαινε τον κτήτορα, αυτόν δηλαδή στον οποίο ανήκει κάτι. Σαν τοπωνυμική κατάληξη, σήμαινε τον τόπο που ανήκε σε κάποιον.
δ) –ανη, -ιανη: προέρχεται από τη σλαβική κατάληξη –ani (-jani) ή –ane, που είναι πληθυντικού αριθμού και φανερώνει εθνικά ονόματα ή ενδείξεις κοινωνικών τάξεων.
Φραγκικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
Τα φραγκικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, είναι απομεινάρια της φραγκοκρατίας (1204-1566), κατά τη διάρκεια της οποίας Φράγκοι ηγεμόνες είχαν εγκατασταθεί σε νησιωτικά ή και ηπειρωτικά μέρη. Η έρευνά τους, αν και ξεκίνησε σε ικανοποιητικό βαθμό στις αρχές του 20ου αιώνα, από τους Α. Αδαμαντίου, Σ. Λάμπρο και Σ. Δραγούμη, δεν προχώρησε σημαντικά από τότε. Οι Φράγκοι, είτε άλλαζαν τελείως τα τοπωνύμια (π.χ. η Ναύπακτος, ονομαζόταν Lepanto) είτε, άλλοτε τα μετέφραζαν στη γλώσσα τους π.χ. η Μονεμβασιά λεγόταν Malevesie κλπ.
Βενετσιάνικα/Ιταλικά τοπωνύμια
Πρόκειται για τοπωνύμια που εμφανίστηκαν επίσης μετά το 1204 και οφείλονται όχι μόνο στην κατάκτηση ελληνικών εδαφών από τους Βενετούς, αλλά και στις εμπορικές-πολιτιστικές σχέσεις Ανατολής-Δύσης, αυτή την εποχή. Τα ελληνικά τοπωνύμια αυτής της κατηγορίας, βασίζονται σε:
Ελληνικά προσηγορικά βενετσιάνικης/ιταλικής προέλευσης
Κύρια ονόματα:
α) ελληνικά προσωνύμια από αντίστοιχα βενετσιάνικα/ιταλικά
β) ελληνικά βαφτιστικά από αντίστοιχα βενετσιάνικα/ιταλικά
γ) ελληνικά επώνυμα από αντίστοιχα βενετσιάνικα/ιταλικά
δ) αγιωνύμια
Αλβανικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
Ένα θέμα που προκαλεί μεγάλες αντιδράσεις όταν αναφερόμαστε σ’ αυτό, είναι η παρουσία των Αλβανών στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή, Αλβανοί βοήθησαν τους Βυζαντινούς, όταν οι Νορμανδοί επέδραμαν στα παράλια της Αδριατικής (1081-1085). Η πρώτη ασφαλής μνεία για Αλβανούς εγκατεστημένους στην Ελλάδα είναι του 1315: «Οι τα ορεινά της Θετταλίας νεμόμενοι Αλβανοί προσαγορευόμενοι περί δισχιλίους και μυρίους όντες, προσεκύνησαν» (Ιωάννη Καντακουζηνού, Ιστοριών II, τόμος Α’, σελ. 474). Στη συνέχεια οι Αλβανοί εγκαταστάθηκαν στην Αιτωλοακαρνανία και τη (νότια) Ήπειρο (1358), στην Πελοπόννησο (1405 και 1418), στην Αττική (1418), στη Βοιωτία, την Εύβοια, τη Σαλαμίνα, την Αίγινα, την Ύδρα, τον Πόρο, τις Σπέτσες, την Άνδρο, την Κύθνο και αλλού.
Τα αλβανικά τοπωνύμια της Ελλάδας, ανήκουν στις εξής κατηγορίες:
α) Κυριωνυμικά (π.χ. Σπάτα, Λιόσια, Μαλακάσα κλπ, από τα επώνυμα Αλβανών φυλάρχων)
β) Τοπωνύμια από προσηγορικά (π.χ. Φιλιάτες < Filati, «οι απόγονοι του Φίλη/Φίλιου (Fil=ελλ. επών. Φίλης, Φίλιος), Μαζαράκι < Mazerak, επίθετο από τον πληθυντικό mazer του mazi, χωράφι έτοιμο για σπορά κλπ).
γ) Τοπωνύμια από ελληνικά δάνεια στη γλώσσα των αλβανοφώνων Ελλήνων (π.χ. Βάρκιζα <αλβ. varke-za: varke-a (βάρκα), Αμυγδαλέζα < αλβ. midhale – za: midhale-a < αμυγδαλέα κλπ).
δ) Σλαβικής αρχής τοπωνύμια με αλβανική μεσολάβηση
Πρώτος ο Κ. Σάθας (1842-1914), υποστήριξε ότι τα σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, μεταφέρθηκαν από τους Αλβανούς κατά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα Μεταγενέστεροι ερευνητές όπως ο M. Vasmer, θεωρούν την άποψη αυτή υπερβολική.
Κουτσοβλάχικα (Αρωμούνικα) τοπωνύμια
Για τους Βλάχους, έχουμε επίσης αναφερθεί σε αρκετά άρθρα μας. Πρώτη αναφορά στη λ. Βλάχοι, γίνεται από τον Κεδρηνό το 976. Δυστυχώς, δεν υπάρχει ολοκληρωμένη μελέτη για τα κουτσοβλάχικα τοπωνύμια στην Ελλάδα.
Αρκετά στοιχεία, υπάρχουν στο έργο του G. Weigand «Die Aromunen, Ethnographisch-philologisch – historische Untersuchnugen», τόμοι 1-2, Λειψία 1895.
Ο Weigand, μελέτησε και τα αρωμουνικά τοπωνύμια της Πίνδου, καταλήγοντας στο συμπέρασμα, ότι από τα 65 χωριά που εξέτασε, 15 έχουν ελληνικά ονόματα, 21 αρωμουνικά (π.χ. Σαμαρίνα < λατ. Sanctus Marinus) και 29 σλαβικά.
Τουρκικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
Κλείνουμε το θέμα ξενικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, με τα τουρκικά τοπωνύμια. Στον Κουμανικό κώδικα (13ος αιώνας), βρίσκουμε ελληνικές λέξεις που «πέρασαν» στα τουρκικά. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), οι Τούρκοι διατήρησαν τις ελληνικές ονομασίες των μεγάλων πόλεων, προσαρμοσμένες στη φωνητική και μορφολογία της γλώσσας τους: Istanbul < εις την Πόλιν, Izmir < Σμύρνη, Izmit < Νικομήδεια κλπ.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει εκτενής μελέτη για τα τουρκικά τοπωνύμια στη χώρα μας, τα οποία μαζί με τα σλαβικά, ήταν τα πρώτα που άλλαξαν μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους.
Μετονομασία των τοπωνυμίων
Αμέσως μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, άρχισε η μετονομασία των τοπωνυμίων (ΒΔ 3/4/1833, «Περί της διαιρέσεως του Βασιλείου και της διοικήσεως αυτού»). Υπήρξαν απλές μετονομασίες πχ. Διακοφτό (από Διακοπτόν, Φτέρη από Πτέρη κλπ.), αλλά και άλλες, ατυχείς η λανθασμένες! Οι Σπέτσες, έγιναν Τιπάρηνον, κάτι που δεν δέχονταν οι κάτοικοί τους. Το ίδιο και τα Κρέσταινα, που έγιναν Σελινούς, το Καρπενήσι, Καλλιδρόμι, ο Πύργος, Πύλος Τριφυλιακή κλπ. Υπήρξαν όμως και μετονομασίες που έμειναν: Βοστίτσα-Αίγιο, Ζητούνι-Λαμία, Βραχώρι-Αγρίνιο, Νέαι Πάτραι-Υπάτη κλπ. Η Αλόννησος, Λιαδρόμια ή Χιλιοδρόμια (1838), ενώ στην αρχαιότητα, ονομαζόταν Ίκος, πήρε το όνομα με το οποίο είναι γνωστή ως σήμερα. Αλόννησος ονομαζόταν κατά τον Πλίνιο νησίδα μεταξύ Σαμοθράκης και Καλλίπολης, που πιθανότατα καταποντίστηκε μετά από σεισμό, ενώ κατά τον Ηρόδοτο, νησί των Β. Σποράδων (η Κυρά Παναγιά ή η Περιστέρα;). Το 1909, συγκροτήθηκε επιτροπή μετονομασίας από τον τότε υπουργό Ν. Λεβίδη. Από τα 5.069 χωριά που είχε τότε η Ελλάδα, τα 1.500 ήταν, όπως γράφτηκε, «βαρβαρόφωνα». Μετά την ενσωμάτωση Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης, νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και Κρήτης, η επιτροπή εργάστηκε σε επιστημονική και ιστορική βάση και για τα χιλιάδες νέα χωριά. Και πάλι όμως, δεν έλειψαν τα λάθη. Η Χασιά της Αττικής, έγινε Φυλή, χωρίς λόγο, καθώς το Χασιά είναι ελληνικό όνομα.
Η Γαλάτιστα Χαλκιδικής, έγινε Ανθεμούς. Όμως το Γαλάτιστα, είναι επίσης ελληνικό (απαντά ως Γαλάτισσα σε έγγραφο της Μονής Μεγίστης Λαύρας του 1300)! Γι’ αυτό, θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με την προέλευση των τοπωνυμίων και να μην θεωρούμε άκριτα, ότι κάποια τοπωνύμια είναι ξενικά, καθώς είναι ελληνικότατα...
Ο Max Vasmer
Για τα σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, κορυφαίο είναι το έργο του Ρωσογερμανού γλωσσολόγου Max Vasmer (1886-1962), «Die Slaven in Griecheland» (Βερολίνο 1941) («Οι Σλάβοι στην Ελλάδα»). Αν και δεν αποκλείεται να εξυπηρετούσε και κάποιους πολιτικούς σκοπούς, ο Vasmer, χαρακτηρίζει τον Fallmerayer ως σλαβιστή μέτριου επιπέδου, δέχεται ότι οι Σλάβοι αφομοιώθηκαν «από τη δραστηριότητα και τη δεξιοτεχνία» των Βυζαντινών και θεωρεί ότι ο Ταΰγετος και η Ήπειρος, είναι οι τελευταίες περιοχές που αφομοιώθηκαν. Παρά τα λάθη του, ο Vasmer, το έργο του οποίου αντέκρουσαν οι Κ. Άμαντος, Δ. Ζακυθηνός, Σ. Κυριακίδης, Δ. Γεωργακάς, Α. Χατζής κ.ά., παρουσιάζει μια πολύ αξιόλογη μελέτη.
Στα Γιάννενα και τη Θεσπρωτία, θεωρεί ότι σλαβικά ονόματα, έχουν 334 χωριά, στην Άρτα 50, στην Πρέβεζα 34, στην Αιτωλοακαρνανία 98, στα Επτάνησα 18, στην Ευρυτανία 48, στη Θεσσαλία 230, στην Εύβοια 19, στη Φωκίδα 45, στην Αττική 18, στη Βοιωτία 22, στην Κορινθία 24, σε Αργολίδα-Ύδρα 18, στην υπόλοιπη Πελοπόννησο 387, στην Κρήτη 17, στην Κοζάνη 116, στη Φλώρινα 165, στην Πέλλα 94, σε Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική 152, στις Σέρρες 111, σε Δράμα και Καβάλα 92 και στη Θράκη (στην οποία ο Vasmer, άγνωστο γιατί περιλαμβάνει και τις Σαράντα Εκκλησίες, την Αδριανούπολη, τη Ραιδεστό και τον Αίνο, που δεν ανήκαν στην Ελλάδα το 1941), υπήρχαν 50 χωριά με σλαβικά ονόματα.
Πηγές: ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Π. ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ, «ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ», ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΚΥΚΚΟΥ, 2010.
Max Vasmer, «Die Slaven in Griechenland», Βερολίνο 1941
Κ.Δ. Παπανικολάου, «Η ΛΑΚΚΑ ΠΩΓΩΝΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΨΗΛΟΚΑΣΤΡΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ», Εκδόσεις «Δωδώνη» 2004.
ζ) από ονόματα φυτών (φυτωνύμια) και ζώων (ζωωνύμια)(Δάφνη, Γαϊδουρονήσι, Μελίσσια κλπ) και
θ) από λαϊκές αντιλήψεις και δοξασίες (Δρακοβούνι, Νεράιδα κλπ).
Στα ελληνικά τοπωνύμια αποτυπώθηκε το πέρασμα διάφορων αρχαίων και μεσαιωνικών λαών: Πέρσες, Ρωμαίοι, Γαλάτες ,Ούννοι, Γότθοι, Άβαροι, Σλάβοι, Άραβες, Αλβανοί, Τούρκοι κ. ά.
Ετυμολογικές αναζητήσεις για τοπωνύμια υπάρχουν ήδη από την αρχαιότητα. Στους νεότερους χρόνους τα θεμέλια για τις ονοματολογικές έρευνες στη χώρα μας βάζει η «Γεωγραφία Παλαιά και Νέα» του μητροπολίτη Αθηνών Μελέτιου(Βενετία 1728). Ακολουθεί η «Νεωτερική Γεωγραφία» των Γ. Κωνσταντά και Δ. Φιλιππίδη (Βιέννη 1791) και το περιοδικό «Ελληνομνήμων» που εξέδιδε από το 1843 ως το 1853 ο Α. Μουστοξύδης. Σημαντική είναι η συνεισφορά στην ονοματολογία των πανεπιστημιακών και ακαδημαϊκών Γ. Ν. Χατζηδάκι, Μ.Πολίτη, Σ. Λάμπρου και κυρίως του Κ.Άμαντου.
Νεότεροι σημαντικοί ονοματολόγοι είναι οι: Α. Μηλιαράκης, Η. Τσιτσέλης, Δ. Γεωργακάς, Δ. Βαγιακάκος και Ι. Θωμόπουλος.
Προελληνικά τοπωνύμια
Τα παλαιότερα τοπωνύμια στον ελλαδικό χώρο είναι τα λεγόμενα προελληνικά. Προέρχονται από τη γλώσσα ενός ή περισσοτέρων λαών που κατοίκησαν στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά πριν την εγκατάσταση των ινδοευρωπαϊκής καταγωγής Ελλήνων. Ο προελληνικός αυτός λαός αναφέρεται από τους Έλληνες συγγραφείς με διάφορα ονόματα: Πελασγοί, Λέλεγες, Κάρες κ. α.
Πρώτος ο P. Kretschmer παρατήρησε και έφερε στην επιφάνεια το γεγονός της καταπληκτικής ομοιότητας ονομάτων πόλεων, ποταμών και βουνών που απαντούν στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου από τη μία πλευρά και τη Μ. Ασία από την άλλη.
Έτσι προελληνικά τοπωνύμια θεωρούνται μεταξύ άλλων τα: Κνω(σ)σός, Υμηττός, Λυκαβηττός, Κηφισός, Ιλισός, Φαλάσαρνα, Παρνασσός, Τέλενδος, Κόρινθος, Κάρυστος, Ρίθυμνα, Λάρισα, Δήλος, Σάμη, Θήβαι κ. ά.
Διατυπώθηκαν κάποιες ενστάσεις από πελασγιστές (V. Georgiev, A. Van Windekens κ. α.), οι οποίες όμως δεν φαίνεται ότι ευσταθούν.
Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια
Πάρα πολλά αρχαία ελληνικά τοπωνύμια σώζονται ως τις μέρες μας: Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Θάσος, Δελφοί, Ολυμπία, Σπάρτη, Πολίχνη, Ναύπακτος κλπ. Σημαντικές συγκεντρωτικές πηγές τους είναι τα «Γεωγραφικά» του Στράβωνα (1ος π. Χ.-1ος μ. Χ. αι.) και τα «Εθνικά» του Στέφανου Βυζάντιου (7ος αι. μ. Χ.). Σήμερα βρίσκονται συγκεντρωμένα στο μοναδικό στο είδος του λεξικό των κυρίων ονομάτων των Pape-Benseller.
Βυζαντινά τοπωνύμια
Στα βυζαντινά χρόνια εκτός από τα αρχαία ελληνικά τοπωνύμια που επιβιώνουν προστίθενται νέα, καθώς συντελούνται μεγάλες αλλαγές και δημιουργούνται νέοι όροι στην κρατική, οικονομική και θρησκευτική ζωή του τόπου. Κατά την βυζαντινή περίοδο εμφανίζονται πάρα πολλά ναωνύμια, τα οποία ο περιβόητος Fallmerayer θέλησε να αξιοποιήσει για να στηρίξει τη θεωρία του για δήθεν εκσλαβισμό της Ελλάδας. Ισχυριζόταν ότι τα ναωνύμια του ελληνικού και γενικότερα του βαλκανικού χώρου οφείλονται στους εκχριστιανισμένους Σλάβους που τα διέδωσαν παντού. Όμως οι πρώτες συστηματικές μελέτες των ναωνυμίων και άλλων χριστιανικών τοπωνυμίων (από τον C. Jirecek) απέδειξαν ότι τα τοπωνύμια της κατηγορίας αυτής δεν συνδέονται κατά κανένα τρόπο με τους Σλάβους, εφόσον εμφανίζονται με την ίδια συχνότητα και σε άλλα ελληνικά μέρη, όπου ποτέ δεν πάτησαν το πόδι τους Σλάβοι, αλλά ανήκουν στην περίοδο των πρώτων χριστιανικών αιώνων και στον ζήλο των πρώτων Χριστιανών.
Στα βυζαντινά χρόνια αρχίζουν εμφανίζονται και τα πρώτα ξένα τοπωνύμια, με τα οποία θα ασχοληθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια: αραβικά (Ατσιπόπουλο, Σαρακήνικοκ. ά.), σλαβικά(Σκλαβοχώρι, Αλαμάνα κ. ά.), αρβανίτικα, αρμένικα κ. α. Δυστυχώς, υπάρχει τεράστιο κενό και στον χώρο των βυζαντινών ανθρωπωνυμίων και τοπωνυμίων. Από το 1892 ο Σ. Λάμπρος και από το 1930 ο Κ.Άμαντος τόνισαν την ανάγκη σύνταξης ενός μεσαιωνικού τοπωνυμικού λεξικού. Υλικό υπάρχει ιδίως στα πρακτικά των μονών του Αγίου Όρους και της Πάτμου, προεργασία έχει γίνει, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει πολιτική βούληση για την έκδοση ενός τέτοιου λεξικού.
Νεοελληνικά τοπωνύμια
Με τον όρο νεοελληνικά τοπωνύμια, εννοούμε τόσο εκείνα που δημιουργήθηκαν κατά τη νεοελληνική περίοδο, όσο εκείνα που προέρχονται από το παρελθόν (προελληνικά, αρχαιοελληνικά, βυζαντινά). Αρκετά προελληνικά τοπωνύμια, επιβιώνουν μέχρι σήμερα. Στο εξαιρετικό έργο του «Μελέτη τοπωνυμική της νήσου Κέω» (Σύρος 1963), ο Ι. Θωμόπουλος αποδεικνύει ότι πολλά τοπωνύμια της Κέας, είναι προελληνικά: Λάρνα (πβ. προελλ. Λάρ-υμνα, Λαρίνη), Άρταλος (πβ. αρχ. Αρτάνη, Άρδαλος, Άρδαλα κλπ.), Καύκασος, Ορκός (πβ. Όρκος, Όρκιστος). Η περίπτωση της Τζιας, μας δείχνει ότι υπάρχουν στον ελλαδικό χώρο πολύ περισσότερα προελληνικά, αρχαία και βυζαντινά απ’ ότι νομίζουμε και προφανώς κάποια από αυτά έχουν «χρεωθεί» ως ξενόφερτα. Σίγουρα, όμως, τα περισσότερα σύγχρονα ελληνικά τοπωνύμια, είναι δημιουργήματα του μεσαιωνικού και του νέου ελληνισμού.
Για τα επιθήματα (προσφύματα που προσκολλώνται στο τέλος μιας λέξης) των νεοελληνικών τοπωνυμίων, υπάρχει μία εξαιρετική, αν και παλιά μελέτη του Κ. Άμαντου: «Die Suffixe der neugriechischen Ortsnamen», Μόναχο 1903.
Από τα νεοελληνικά τοπωνύμια, έχουν μελετηθεί περισσότερο τα ναωνύμια, που προέρχονται δηλαδή από το όνομα κάποιου αγίου ή αγίας. Βέβαια, εκτός από τους ευρέως γνωστούς αγίους και αγίες, υπάρχουν και λιγότερο γνωστοί και γνωστές: Άγιος Κάρπων, Άγιος Ελισαίος, Αγία Θέκλα, Αγία Ματρώνα, Αγία Φωτίδα, κ.ά. Οι Άγιοι Δέκα, είναι γνωστοί στην Κρήτη όπου και μαρτύρησαν, ενώ υπάρχουν διάφοροι τύποι των ναωνυμίων: π.χ. Αϊγιάννης < Άγιος Ιωάννης, Αϊλιάς < Άγιος Ηλίας κ.ά. Χρησιμοποιούνται επίσης υποκοριστικά ως τοπωνύμια (Παναγίτσα, Προδρόμι < Άγιος Πρόδρομος), ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παραλείπεται το προσωπωνύμιο του αγίου ή της αγίας και το τοπωνύμιο εκφέρεται μόνο με τον τοπικό ή κτητορικό προσδιορισμό: Σπηλιώτισσα (=Παναγιά η Σπηλιώτισσα), Ρωμανού (παλιά μονή ιδιοκτησίας σήμερα της οικογένειας Ρωμανού) κ.ά. Συγχώνευση των λέξεων άγιος/αγία με το όνομα τους, έχουμε σε αρκετές περιπτώσεις (Σαντριάς = Άγιος Ανδρέας, Ασοφιά = Αγία Σοφία κλπ). Τέλος, υπάρχουν πολλά τοπωνύμια περιληπτικά (Άγιος Σαράντος, Άγιος Πάντος) ή άλλα που δεν προσδιορίζουν κάποιον άγιο (Αγία Σωτήρα, Αγία Καπέλα, προερχόμενο από την εποχή των Φράγκων , cappella=ξωκλήσι).
Ας δούμε τώρα και τα πιο συνηθισμένα επιθήματα των νεοελληνικών τοπωνυμίων.
ούσσα (αρχ.-όεσσα/-ούσσα, π.χ. Ερεικούσσα)
ού (πιθανότατα προέρχεται από την –ούσσα με συντόμευση και προσαρμογή της στα θηλυκά κύρια ονόματα σε – ού, π.χ. Αχινού, Κολοκυνθού, που όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο μας, προέρχεται από τα κτήματα της οικογένειας Κολοκύνθη στην περιοχή κλπ).
ούντα (αρχ. –ούς, π.χ. Ελούντα < ελαία).
ώντας/-ώντα (από σύμφυρση των αρχαίων επιθημάτων
ούς, -ούντος και –ών, -ώνος, π.χ. Παγώντας, της Σάμου < αρχ. πάγος = λόφος)
ώνας (αρχ. –ών, -ώνος, π.χ. Δαφνώνας < δάφνη)
ωνιά (αρχ. –ωνιά < -ών),
-ιάς, π.χ. Πευκιάς < πεύκο
άς, το οποίο κατά τον Κ. Άμαντο προέρχεται από το προηγούμενο επίθημα –ιάς, ενώ ο Χ. Συμεωνίδης, θεωρεί ότι «πρόκειται για νέα τοπωνυμική λειτουργία που ανέλαβε κάποτε το αρχαίο επίθημα –άς, που σχημάτιζε επαγγελματικά και παρωνύμια: π.χ. Αρμακάς = αρμάκι = χώρισμα των αγρών με πέτρες ή ανυψωμένο χώμα.
άδα (από το αρχ. –άς, -άδα, π.χ. Λευκάδα)
ερός, -ερή, -ερό, (αρχ. –ρός, π.χ. Αχλαδερή < αχλάδι)
ωπός (αρχ. –ωπός), -ός, -ό (από τα αρχ. χρυσούς, αργυρούς κλπ, δημιουργήθηκαν τα χρυσός, αργυρός, που προσδιόρισαν αργότερα και τα τοπωνύμια)
ίλας (αρχ. –ίας), -ιανά (αρχ. –ιανός, π.χ. Θεοδωριανά < Άγιος Θεόδωρος)
ιάνικα < - ιανά + -ικα, π.χ. Σωτηριάνικα < Σωτήρης
αίικα < επίθημα οικογενειακών ονομάτων - αίοι(π.χ. Σπαθαραίοι < επών. Σπαθάρης)
Σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
Ο πρώτος που έθεσε το θέμα των σλαβικών τοπωνυμίων στην Ελλάδα, ήταν ο Ιάκωβος Φίλιππος Φαλμεράιερ, στον οποίο έχουμε αναφερθεί σε άρθρα μας παλαιότερα.
Με την εξασθένηση των βορείων συνόρων της βυζαντινής αυτοκρατορίας στα χρόνια του αυτοκράτορα Φωκά (602-610), βρήκαν ευκαιρία οι Σλάβοι να διεισδύσουν στα βυζαντινά εδάφη και σταδιακά να εγκατασταθούν σε ορισμένα από αυτά, αφήνοντας πίσω τους και τα σλαβικά τοπωνύμια που υπάρχουν ως σήμερα στην Ελλάδα.
Ο Φαλμεράιερ έγραφε: «Επειδή ούτε σταγών γνησίου και ακράτου ελληνικού αίματος ρέει εις τας φλέβας των χριστιανικών κατοίκων της Ελλάδας… Είναι σκυθικοί Σλάβοι, ιλλυρικοί Αρναούται (= Αλβανοί), απόγονοι βορείων λαών, ομόφυλοι των Σέρβων, των Βουλγάρων, των Δαλματών και των Μοσχοβιτών…».
Στις ατεκμηρίωτες αναφορές του Φαλμεράιερ, αντέδρασαν πολλοί, με πρώτο τον Βιεννέζο σλαβιστή B. Kopitar (1830).
Ακολούθησαν οι: J. Zinkeisen (1832), Gervinus, Κ. Παπαρρηγόπουλος (1843), K. Hopf (1867), G. Hertzberg (1906), A. Thumb (1915) κ.ά., που ανασκεύασαν τις έωλες θεωρίες του Φαλμεράιερ. Κορυφαίο έργο για τα σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, είναι το «Die Slaven in Griechenland του M. Vasmer (1941), με το οποίο θα ασχοληθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια.
Πώς όμως ξεχωρίζουμε ένα σλαβικό τοπωνύμιο;
Κατά τον Max Vasmer, οι καταλήξεις των σλαβικών τοπωνυμίων στην Ελλάδα, είναι 27. Κυριότερες, είναι οι εξής τέσσερις:
α) – ίτσα: προέρχεται από την αρχική σλαβική κατάληξη – ic (-ιτς), π.χ. Πέτροβιτς = ο γιος του Πέτροβιτς. Στα θηλυκά, η κατάληξη έγινε –ica (=ίτσα), απέκτησε αρχικά υποκοριστική σημασία, αλλά τελικά έγινε τοπωνυμική κατάληξη. Προσοχή όμως! Όλα τα τοπωνύμια σε –ίτσα, δεν είναι σλαβικά! Ιδιαίτερα, πολλά σύνθετα, όπως π.χ. η Παλαιοκαστρίτσα (της Κέρκυρας), είναι ελληνικότατα τοπωνύμια (<παλαιός+καστρίτσα<κάστρο).
β) –ιστα: προέρχεται από το αρχικό σλαβικό επίρρημα –isce το οποίο έμπαινε σ’ ένα όνομα για να δηλώσει τον τόπο όπου βρισκόταν ένα πράγμα ή πρόσωπο.
γ) –οβα, -οβο: προέρχεται από την αρχική σλαβική κατάληξη –οv, -ονα, -ονο, που σήμαινε τον κτήτορα, αυτόν δηλαδή στον οποίο ανήκει κάτι. Σαν τοπωνυμική κατάληξη, σήμαινε τον τόπο που ανήκε σε κάποιον.
δ) –ανη, -ιανη: προέρχεται από τη σλαβική κατάληξη –ani (-jani) ή –ane, που είναι πληθυντικού αριθμού και φανερώνει εθνικά ονόματα ή ενδείξεις κοινωνικών τάξεων.
Φραγκικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
Τα φραγκικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, είναι απομεινάρια της φραγκοκρατίας (1204-1566), κατά τη διάρκεια της οποίας Φράγκοι ηγεμόνες είχαν εγκατασταθεί σε νησιωτικά ή και ηπειρωτικά μέρη. Η έρευνά τους, αν και ξεκίνησε σε ικανοποιητικό βαθμό στις αρχές του 20ου αιώνα, από τους Α. Αδαμαντίου, Σ. Λάμπρο και Σ. Δραγούμη, δεν προχώρησε σημαντικά από τότε. Οι Φράγκοι, είτε άλλαζαν τελείως τα τοπωνύμια (π.χ. η Ναύπακτος, ονομαζόταν Lepanto) είτε, άλλοτε τα μετέφραζαν στη γλώσσα τους π.χ. η Μονεμβασιά λεγόταν Malevesie κλπ.
Βενετσιάνικα/Ιταλικά τοπωνύμια
Πρόκειται για τοπωνύμια που εμφανίστηκαν επίσης μετά το 1204 και οφείλονται όχι μόνο στην κατάκτηση ελληνικών εδαφών από τους Βενετούς, αλλά και στις εμπορικές-πολιτιστικές σχέσεις Ανατολής-Δύσης, αυτή την εποχή. Τα ελληνικά τοπωνύμια αυτής της κατηγορίας, βασίζονται σε:
Ελληνικά προσηγορικά βενετσιάνικης/ιταλικής προέλευσης
Κύρια ονόματα:
α) ελληνικά προσωνύμια από αντίστοιχα βενετσιάνικα/ιταλικά
β) ελληνικά βαφτιστικά από αντίστοιχα βενετσιάνικα/ιταλικά
γ) ελληνικά επώνυμα από αντίστοιχα βενετσιάνικα/ιταλικά
δ) αγιωνύμια
Αλβανικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
Ένα θέμα που προκαλεί μεγάλες αντιδράσεις όταν αναφερόμαστε σ’ αυτό, είναι η παρουσία των Αλβανών στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή, Αλβανοί βοήθησαν τους Βυζαντινούς, όταν οι Νορμανδοί επέδραμαν στα παράλια της Αδριατικής (1081-1085). Η πρώτη ασφαλής μνεία για Αλβανούς εγκατεστημένους στην Ελλάδα είναι του 1315: «Οι τα ορεινά της Θετταλίας νεμόμενοι Αλβανοί προσαγορευόμενοι περί δισχιλίους και μυρίους όντες, προσεκύνησαν» (Ιωάννη Καντακουζηνού, Ιστοριών II, τόμος Α’, σελ. 474). Στη συνέχεια οι Αλβανοί εγκαταστάθηκαν στην Αιτωλοακαρνανία και τη (νότια) Ήπειρο (1358), στην Πελοπόννησο (1405 και 1418), στην Αττική (1418), στη Βοιωτία, την Εύβοια, τη Σαλαμίνα, την Αίγινα, την Ύδρα, τον Πόρο, τις Σπέτσες, την Άνδρο, την Κύθνο και αλλού.
Τα αλβανικά τοπωνύμια της Ελλάδας, ανήκουν στις εξής κατηγορίες:
α) Κυριωνυμικά (π.χ. Σπάτα, Λιόσια, Μαλακάσα κλπ, από τα επώνυμα Αλβανών φυλάρχων)
β) Τοπωνύμια από προσηγορικά (π.χ. Φιλιάτες < Filati, «οι απόγονοι του Φίλη/Φίλιου (Fil=ελλ. επών. Φίλης, Φίλιος), Μαζαράκι < Mazerak, επίθετο από τον πληθυντικό mazer του mazi, χωράφι έτοιμο για σπορά κλπ).
γ) Τοπωνύμια από ελληνικά δάνεια στη γλώσσα των αλβανοφώνων Ελλήνων (π.χ. Βάρκιζα <αλβ. varke-za: varke-a (βάρκα), Αμυγδαλέζα < αλβ. midhale – za: midhale-a < αμυγδαλέα κλπ).
δ) Σλαβικής αρχής τοπωνύμια με αλβανική μεσολάβηση
Πρώτος ο Κ. Σάθας (1842-1914), υποστήριξε ότι τα σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, μεταφέρθηκαν από τους Αλβανούς κατά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα Μεταγενέστεροι ερευνητές όπως ο M. Vasmer, θεωρούν την άποψη αυτή υπερβολική.
Κουτσοβλάχικα (Αρωμούνικα) τοπωνύμια
Για τους Βλάχους, έχουμε επίσης αναφερθεί σε αρκετά άρθρα μας. Πρώτη αναφορά στη λ. Βλάχοι, γίνεται από τον Κεδρηνό το 976. Δυστυχώς, δεν υπάρχει ολοκληρωμένη μελέτη για τα κουτσοβλάχικα τοπωνύμια στην Ελλάδα.
Αρκετά στοιχεία, υπάρχουν στο έργο του G. Weigand «Die Aromunen, Ethnographisch-philologisch – historische Untersuchnugen», τόμοι 1-2, Λειψία 1895.
Ο Weigand, μελέτησε και τα αρωμουνικά τοπωνύμια της Πίνδου, καταλήγοντας στο συμπέρασμα, ότι από τα 65 χωριά που εξέτασε, 15 έχουν ελληνικά ονόματα, 21 αρωμουνικά (π.χ. Σαμαρίνα < λατ. Sanctus Marinus) και 29 σλαβικά.
Τουρκικά τοπωνύμια στην Ελλάδα
Κλείνουμε το θέμα ξενικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, με τα τουρκικά τοπωνύμια. Στον Κουμανικό κώδικα (13ος αιώνας), βρίσκουμε ελληνικές λέξεις που «πέρασαν» στα τουρκικά. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), οι Τούρκοι διατήρησαν τις ελληνικές ονομασίες των μεγάλων πόλεων, προσαρμοσμένες στη φωνητική και μορφολογία της γλώσσας τους: Istanbul < εις την Πόλιν, Izmir < Σμύρνη, Izmit < Νικομήδεια κλπ.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει εκτενής μελέτη για τα τουρκικά τοπωνύμια στη χώρα μας, τα οποία μαζί με τα σλαβικά, ήταν τα πρώτα που άλλαξαν μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους.
Μετονομασία των τοπωνυμίων
Αμέσως μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, άρχισε η μετονομασία των τοπωνυμίων (ΒΔ 3/4/1833, «Περί της διαιρέσεως του Βασιλείου και της διοικήσεως αυτού»). Υπήρξαν απλές μετονομασίες πχ. Διακοφτό (από Διακοπτόν, Φτέρη από Πτέρη κλπ.), αλλά και άλλες, ατυχείς η λανθασμένες! Οι Σπέτσες, έγιναν Τιπάρηνον, κάτι που δεν δέχονταν οι κάτοικοί τους. Το ίδιο και τα Κρέσταινα, που έγιναν Σελινούς, το Καρπενήσι, Καλλιδρόμι, ο Πύργος, Πύλος Τριφυλιακή κλπ. Υπήρξαν όμως και μετονομασίες που έμειναν: Βοστίτσα-Αίγιο, Ζητούνι-Λαμία, Βραχώρι-Αγρίνιο, Νέαι Πάτραι-Υπάτη κλπ. Η Αλόννησος, Λιαδρόμια ή Χιλιοδρόμια (1838), ενώ στην αρχαιότητα, ονομαζόταν Ίκος, πήρε το όνομα με το οποίο είναι γνωστή ως σήμερα. Αλόννησος ονομαζόταν κατά τον Πλίνιο νησίδα μεταξύ Σαμοθράκης και Καλλίπολης, που πιθανότατα καταποντίστηκε μετά από σεισμό, ενώ κατά τον Ηρόδοτο, νησί των Β. Σποράδων (η Κυρά Παναγιά ή η Περιστέρα;). Το 1909, συγκροτήθηκε επιτροπή μετονομασίας από τον τότε υπουργό Ν. Λεβίδη. Από τα 5.069 χωριά που είχε τότε η Ελλάδα, τα 1.500 ήταν, όπως γράφτηκε, «βαρβαρόφωνα». Μετά την ενσωμάτωση Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης, νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και Κρήτης, η επιτροπή εργάστηκε σε επιστημονική και ιστορική βάση και για τα χιλιάδες νέα χωριά. Και πάλι όμως, δεν έλειψαν τα λάθη. Η Χασιά της Αττικής, έγινε Φυλή, χωρίς λόγο, καθώς το Χασιά είναι ελληνικό όνομα.
Η Γαλάτιστα Χαλκιδικής, έγινε Ανθεμούς. Όμως το Γαλάτιστα, είναι επίσης ελληνικό (απαντά ως Γαλάτισσα σε έγγραφο της Μονής Μεγίστης Λαύρας του 1300)! Γι’ αυτό, θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με την προέλευση των τοπωνυμίων και να μην θεωρούμε άκριτα, ότι κάποια τοπωνύμια είναι ξενικά, καθώς είναι ελληνικότατα...
Ο Max Vasmer
Για τα σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα, κορυφαίο είναι το έργο του Ρωσογερμανού γλωσσολόγου Max Vasmer (1886-1962), «Die Slaven in Griecheland» (Βερολίνο 1941) («Οι Σλάβοι στην Ελλάδα»). Αν και δεν αποκλείεται να εξυπηρετούσε και κάποιους πολιτικούς σκοπούς, ο Vasmer, χαρακτηρίζει τον Fallmerayer ως σλαβιστή μέτριου επιπέδου, δέχεται ότι οι Σλάβοι αφομοιώθηκαν «από τη δραστηριότητα και τη δεξιοτεχνία» των Βυζαντινών και θεωρεί ότι ο Ταΰγετος και η Ήπειρος, είναι οι τελευταίες περιοχές που αφομοιώθηκαν. Παρά τα λάθη του, ο Vasmer, το έργο του οποίου αντέκρουσαν οι Κ. Άμαντος, Δ. Ζακυθηνός, Σ. Κυριακίδης, Δ. Γεωργακάς, Α. Χατζής κ.ά., παρουσιάζει μια πολύ αξιόλογη μελέτη.
Στα Γιάννενα και τη Θεσπρωτία, θεωρεί ότι σλαβικά ονόματα, έχουν 334 χωριά, στην Άρτα 50, στην Πρέβεζα 34, στην Αιτωλοακαρνανία 98, στα Επτάνησα 18, στην Ευρυτανία 48, στη Θεσσαλία 230, στην Εύβοια 19, στη Φωκίδα 45, στην Αττική 18, στη Βοιωτία 22, στην Κορινθία 24, σε Αργολίδα-Ύδρα 18, στην υπόλοιπη Πελοπόννησο 387, στην Κρήτη 17, στην Κοζάνη 116, στη Φλώρινα 165, στην Πέλλα 94, σε Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική 152, στις Σέρρες 111, σε Δράμα και Καβάλα 92 και στη Θράκη (στην οποία ο Vasmer, άγνωστο γιατί περιλαμβάνει και τις Σαράντα Εκκλησίες, την Αδριανούπολη, τη Ραιδεστό και τον Αίνο, που δεν ανήκαν στην Ελλάδα το 1941), υπήρχαν 50 χωριά με σλαβικά ονόματα.
Πηγές: ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Π. ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ, «ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ», ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΚΥΚΚΟΥ, 2010.
Max Vasmer, «Die Slaven in Griechenland», Βερολίνο 1941
Κ.Δ. Παπανικολάου, «Η ΛΑΚΚΑ ΠΩΓΩΝΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΨΗΛΟΚΑΣΤΡΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ», Εκδόσεις «Δωδώνη» 2004.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα