178 χρόνια από το θάνατο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη - Είχε αρβανίτικη καταγωγή ο «Γέρος του Μοριά;»
06.02.2021
21:07
Ποιοι ήταν οι πρόγονοι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη;
- Πώς πήρε το επώνυμο με το οποίο έγινε γνωστός;
- Ο πατέρας του Κωνσταντής, φόβητρο των Τούρκων
- Έχουν βάση οι ισχυρισμοί για αρβανίτικη καταγωγή του;
Στις 4 Φεβρουαρίου ( 16 Φεβρουαρίου με το Γρηγοριανό Ημερολόγιο ) του 1843, άφησε την τελευταία του πνοή ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο θρυλικός “Γέρος του Μοριά”, ο πλέον σημαντικός οπλαρχηγός του 1821 και ηγετική φυσιογνωμία του Αγώνα, μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Αυτές τις μέρες, συμπληρώνονται 178 χρόνια από τον θάνατο του. Βέβαια, σε διάφορα ιστορικά άρθρα μας, έχουμε αναφερθεί εκτενώς στη δράση του σε πολλές μάχες, στις οποία είχε δείξει δείγματα της στρατιωτικής ιδιοφυΐας του. Αν και για τη δράση του στη διάρκεια της Επανάστασης, υπάρχουν πολλές πληροφορίες, δεν είναι γνωστή στο ευρύ κοινό η ζωή και η δράση του πριν το 1821 και η καταγωγή του. Ποιοι ήταν οι πρόγονοι του Θ. Κολοκοτρώνη;
Έτσι, στο διαδίκτυο, διαβάζουμε άρθρα και σχόλια για αρβανίτικη καταγωγή του “Γέρου του Μοριά”. Υπάρχει βέβαια μια τάση από τους γείτονες Αλβανούς, να οικειοποιούνται Έλληνες και Ελληνίδες, από τον Δία, τον Αχιλλέα και τον Πύρρο, μέχρι ήρωες και ηρωίδες του 1821.
Στο σημερινό μας άρθρο, θ ’ασχοληθούμε με τους προγόνους του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, καθώς και τα χρόνια από την γέννηση του ( 1770 ), ως τη μετάβασή του στα Επτάνησα ( 1805 αρχικά, 1807 οριστικά ). Και θα ξεκαθαρίσουμε, ελπίζουμε, το αν ο Κολοκοτρώνης είχε αρβανίτικες “ρίζες”.
Τριανταφυλλάκος : ένας μακρινός πρόγονος του Κολοκοτρώνη
Τις πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα, ο αυτοκράτορας Κάρολος της Γερμανίας που ήταν και βασιλιάς της Ισπανίας και ο βασιλιάς της Γαλλίας Φραγκίσκος, συγκρούονταν για το ποιος θα έχει την κυριαρχία στη Μεσόγειο και στην Ελλάδα. Ο Γενοβέζος ναύαρχος Αντρέα Ντόρια που ήταν πειρατής στα νιάτα του και είχε υπηρετήσει ως μισθοφόρος του Πάπα και των βασιλιάδων της Ισπανίας και της Γαλλίας, βρισκόταν πλέον στην υπηρεσία του Κάρολου της Γερμανίας και είχε αποφασιστική συμβολή στην επικράτηση επί του Φραγκίσκου.
Μάλιστα, ο Ντόρια κυρίευσε σχεδόν ολόκληρη την Ιταλία και απελευθέρωσε την Κορώνη, την Καλαμάτα, την Πάτρα, το Ρίο και το Αντίρριο.
Το Ρουπάκι ( =είδος βελανιδιάς ), ήταν ένα χωριό μεταξύ Καλαμάτας και Κορώνης, πολύ κοντά στο Λεοντάρι ( ορεινός οικισμός, 43χλμ ΝΔ της Τρίπολης ). Ενθουσιασμένοι οι κάτοικοι του, καμιά πενηνταριά τσοπάνηδες, από τις επιτυχίες του Ντόρια, επαναστάτησαν εναντίον των Τούρκων και τάχθηκαν με το μέρος του Γενοβέζου ναυάρχου. Βλέποντας ο Φραγκίσκος της Γαλλίας τις επιτυχίες του Ντόρια, ζήτησε τη βοήθεια του σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή, ο οποίος πρόθυμα δέχθηκε να την προσφέρει. Αρχηγός του στόλου των Οθωμανών ήταν ο περιβόητος Μπαρμπαρόσα ( Hiriz Hayreddin Pasha Barbarossa, barbarossa< κόκκινη γενειάδα ), παλιός πειρατής. Γεννημένος στη Λέσβο, ίσως από Έλληνες γονείς. Στις 28/9/1538, στη ναυμαχία της Πρέβεζας, ο Μπαρμπαρόσα νίκησε τον Ντόρια. Έτσι, οι Οθωμανοί έγιναν ξανά κύριοι όλων των περιοχών που είχε καταλάβει ο Γενοβέζος.
Επιστρέφοντας στον Μοριά, οι Τούρκοι αποφάσισαν να τιμωρήσουν όσους Έλληνες είχαν ταχθεί με το μέρος του Ντόρια. Ανάμεσα τους και τους Ρουπακιώτες. Οι κάτοικοι του Ρουπακίου, πρόλαβαν όμως να εγκαταλείψουν το χωριό και διασκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη. Οι γενίτσαροι, έβαλαν παντού φωτιά, κατέσκαψαν τον τόπο και γκρέμισαν όλα τα σπίτια. Έτσι, τίποτα δεν θύμιζε πλέον ότι το Ρουπάκι ήταν κάποτε χωριό.
Το Ρουπάκι, ήταν το χωριό των προγόνων του Κολοκοτρώνη. Ένας από τους πρώτους που εγκατέλειψαν το χωριό, ήταν ένα παλικάρι που λεγόταν Τριανταφυλλάκος. Το όνομα του ήταν Τριαντάφυλλος και το επώνυμο του δεν είναι γνωστό. Πριν από 500 περίπου χρόνια, δεν υπήρχαν κοινοτικά κιτάπια και κατάστιχα.
Ο Τριανταφυλλάκος, έφυγε από το Ρουπάκι και πήγε στο χωριό Λιμποβίσι. Έγινε ψυχογιός του δημογέροντα του χωριού, ο οποίος τον έκανε γαμπρό του, παντρεύοντας τον με την μοναχοκόρη και τον όρισε γενικό κληρονόμο του, καθώς δεν είχε άλλα παιδιά.
Αυτές τις μέρες, συμπληρώνονται 178 χρόνια από τον θάνατο του. Βέβαια, σε διάφορα ιστορικά άρθρα μας, έχουμε αναφερθεί εκτενώς στη δράση του σε πολλές μάχες, στις οποία είχε δείξει δείγματα της στρατιωτικής ιδιοφυΐας του. Αν και για τη δράση του στη διάρκεια της Επανάστασης, υπάρχουν πολλές πληροφορίες, δεν είναι γνωστή στο ευρύ κοινό η ζωή και η δράση του πριν το 1821 και η καταγωγή του. Ποιοι ήταν οι πρόγονοι του Θ. Κολοκοτρώνη;
Έτσι, στο διαδίκτυο, διαβάζουμε άρθρα και σχόλια για αρβανίτικη καταγωγή του “Γέρου του Μοριά”. Υπάρχει βέβαια μια τάση από τους γείτονες Αλβανούς, να οικειοποιούνται Έλληνες και Ελληνίδες, από τον Δία, τον Αχιλλέα και τον Πύρρο, μέχρι ήρωες και ηρωίδες του 1821.
Στο σημερινό μας άρθρο, θ ’ασχοληθούμε με τους προγόνους του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, καθώς και τα χρόνια από την γέννηση του ( 1770 ), ως τη μετάβασή του στα Επτάνησα ( 1805 αρχικά, 1807 οριστικά ). Και θα ξεκαθαρίσουμε, ελπίζουμε, το αν ο Κολοκοτρώνης είχε αρβανίτικες “ρίζες”.
Τριανταφυλλάκος : ένας μακρινός πρόγονος του Κολοκοτρώνη
Τις πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα, ο αυτοκράτορας Κάρολος της Γερμανίας που ήταν και βασιλιάς της Ισπανίας και ο βασιλιάς της Γαλλίας Φραγκίσκος, συγκρούονταν για το ποιος θα έχει την κυριαρχία στη Μεσόγειο και στην Ελλάδα. Ο Γενοβέζος ναύαρχος Αντρέα Ντόρια που ήταν πειρατής στα νιάτα του και είχε υπηρετήσει ως μισθοφόρος του Πάπα και των βασιλιάδων της Ισπανίας και της Γαλλίας, βρισκόταν πλέον στην υπηρεσία του Κάρολου της Γερμανίας και είχε αποφασιστική συμβολή στην επικράτηση επί του Φραγκίσκου.
Μάλιστα, ο Ντόρια κυρίευσε σχεδόν ολόκληρη την Ιταλία και απελευθέρωσε την Κορώνη, την Καλαμάτα, την Πάτρα, το Ρίο και το Αντίρριο.
Το Ρουπάκι ( =είδος βελανιδιάς ), ήταν ένα χωριό μεταξύ Καλαμάτας και Κορώνης, πολύ κοντά στο Λεοντάρι ( ορεινός οικισμός, 43χλμ ΝΔ της Τρίπολης ). Ενθουσιασμένοι οι κάτοικοι του, καμιά πενηνταριά τσοπάνηδες, από τις επιτυχίες του Ντόρια, επαναστάτησαν εναντίον των Τούρκων και τάχθηκαν με το μέρος του Γενοβέζου ναυάρχου. Βλέποντας ο Φραγκίσκος της Γαλλίας τις επιτυχίες του Ντόρια, ζήτησε τη βοήθεια του σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή, ο οποίος πρόθυμα δέχθηκε να την προσφέρει. Αρχηγός του στόλου των Οθωμανών ήταν ο περιβόητος Μπαρμπαρόσα ( Hiriz Hayreddin Pasha Barbarossa, barbarossa< κόκκινη γενειάδα ), παλιός πειρατής. Γεννημένος στη Λέσβο, ίσως από Έλληνες γονείς. Στις 28/9/1538, στη ναυμαχία της Πρέβεζας, ο Μπαρμπαρόσα νίκησε τον Ντόρια. Έτσι, οι Οθωμανοί έγιναν ξανά κύριοι όλων των περιοχών που είχε καταλάβει ο Γενοβέζος.
Επιστρέφοντας στον Μοριά, οι Τούρκοι αποφάσισαν να τιμωρήσουν όσους Έλληνες είχαν ταχθεί με το μέρος του Ντόρια. Ανάμεσα τους και τους Ρουπακιώτες. Οι κάτοικοι του Ρουπακίου, πρόλαβαν όμως να εγκαταλείψουν το χωριό και διασκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη. Οι γενίτσαροι, έβαλαν παντού φωτιά, κατέσκαψαν τον τόπο και γκρέμισαν όλα τα σπίτια. Έτσι, τίποτα δεν θύμιζε πλέον ότι το Ρουπάκι ήταν κάποτε χωριό.
Το Ρουπάκι, ήταν το χωριό των προγόνων του Κολοκοτρώνη. Ένας από τους πρώτους που εγκατέλειψαν το χωριό, ήταν ένα παλικάρι που λεγόταν Τριανταφυλλάκος. Το όνομα του ήταν Τριαντάφυλλος και το επώνυμο του δεν είναι γνωστό. Πριν από 500 περίπου χρόνια, δεν υπήρχαν κοινοτικά κιτάπια και κατάστιχα.
Ο Τριανταφυλλάκος, έφυγε από το Ρουπάκι και πήγε στο χωριό Λιμποβίσι. Έγινε ψυχογιός του δημογέροντα του χωριού, ο οποίος τον έκανε γαμπρό του, παντρεύοντας τον με την μοναχοκόρη και τον όρισε γενικό κληρονόμο του, καθώς δεν είχε άλλα παιδιά.
Στο Λιμποβίσι, ο Τριανταφυλλάκος πήρε το παρατσούκλι Τσεργίνης(ή Τζεργίνης), το οποίο στη συνέχεια έγινε επώνυμό του. Η λέξη Τσεργίνης, προέρχεται από το τούρκικο sergin = διωγμένος, διασκορπισμένος και έτσι ονομάζονταν όσοι έφευγαν από τον τόπο τους για να γλιτώσουν.
Ο Τριανταφυλλάκος, ως Τσεργίνης πλέον, απέκτησε έναν γιο, τον Δημητράκη, που ήταν πολύ δυνατός και γενναίος. Πριν καλά καλά συμπληρώσει τα 18 του, έκλεψε μια κοπέλα από το γειτονικό χωριό Αρκουδόρεμα, δημιουργώντας βεντέτα ανάμεσα στην οικογένεια του και εκείνη της νύφης. Παράλληλα, τα έβαζε σχεδόν καθημερινά με τους Τούρκους και τους Αρβανίτες. Οι τελευταίοι, μια μέρα τον συνέλαβαν και του πέρασαν αλυσίδες στα πόδια. Για να τον ρεζιλέψουν, του πρότειναν να πηδήξει αυτός με τις αλυσίδες στα πόδια και αυτοί ελεύθεροι και αν τους ξεπερνούσε θα τον άφηναν ελεύθερο. Πραγματικά, ο Δημητράκης τους ξεπέρασε και οι Αρβανίτες τον άφησαν ελεύθερο.
Είναι άγνωστο πόσα παιδιά είχε ο Δημητράκης, ωστόσο γνωρίζουμε ότι απέκτησε τρία εγγόνια : τον Χρόνη, τον Λάμπρο και τον Δήμο. Εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο Λιμποβίσι και ασχολήθηκαν με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Ωστόσο, κάποιοι καβγάδες για τα βοσκοτόπια, έφεραν φονικά. Τα τρία αδέλφια έφυγαν για 12 χρόνια και εγκαταστάθηκαν στη Ρούμελη. Επιστρέφοντας στο χωριό του, ο Λάμπρος, που δεν είχε ακόμα παντρευτεί, καθώς πήγαινε ν’ αγοράσει πρόβατα στην Γκούρα, πνίγηκε στη λίμνη της Φενεού. Ο Χρόνης, παντρεύτηκε σε άλλο χωριό και απέκτησε πολλά παιδιά και εγγόνια, που ονομάστηκαν Χροναίοι.
Μπότσικας : Ο προπάππους του Κολοκοτρώνη
Ο μικρότερος από τα τρία αδέλφια, ο Δήμος, έμεινε στο Λιμποβίσι μόνιμα, παντρεύτηκε την κόρη του δημογέροντα από το Χρυσοβίτσι και απέκτησε έναν γιο, 2 μέτρα ψηλό και ατρόμητο. Όταν μεγάλωσε, δεν τον φώναζαν με το όνομα του αλλά “Μπότσικα”, γιατί του άρεσε να πίνει το κρασί απευθείας από την ξύλινη μπότσα ( μονάδα μέτρησης υγρών, ίση με 2,564 γραμμάρια καθώς και το αντίστοιχο ξύλινο ή μεταλλικό δοχείο, από τη Βενετική λέξη botsa).
Ο Μπότσικας γεννήθηκε γύρω στο 1695. Το 1715, οι Τούρκοι αποφάσισαν να διώξουν τους Ενετούς απ’ τον Μοριά. Έτσι, ο Μεγάλος Βεζίρης Αλή Κουμουρτζής, με πολύ στρατό και στόλο, ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη, πέρασαν από την Θεσσαλονίκη, κατέβηκαν τη Θεσσαλία, πέρασαν στη Θεσσαλία κι από εκεί έφτασαν στην Κόρινθο. Οι Βενετσιάνοι, κλείστηκαν στα κάστρα και οι Έλληνες, μην έχοντας καμία βοήθεια αναγκάστηκαν να δηλώσουν υποταγή. Στον οικισμό Δάρα, 46 χλμ. ΒΔ της Τρίπολης, οι Τούρκοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη μοναδική εστία αντίστασης.
Ο Δήμος Τσεργίνης, με τον γιο του Μπότσικα και 200 Λιμποβιτσιώτες, Χρυσοβιτσιώτες, Αλωνιστιώτες , Βυτιναίους, Καρυτινούς και άλλους, αντιστάθηκαν ηρωικά, αλλά μάταια, καθώς ήταν μόνο 200, ενώ οι Τούρκοι 7.000. Οι Έλληνες νικήθηκαν, αλλά η αποκοτιά τους, έγινε τραγούδι:
«Χρυσόβιτσος, Αρκουδόρεμα και Αλωνιστιάνοι, που ήσαν όλοι τους τρελοί και γνώση δεν τους φθάνει, διακόσιοι συμμαζέχτηκαν τον Τούρκο να πατήσουν, μα δεν τους απαράτησαν οπίσω να γυρίσουν».
Λίγο αργότερα, ο Μπότσικας, πολεμώντας τους Τούρκους στο Λεοντάρι σκοτώθηκε(1757). Άξιος διάδοχός του, ήταν όμως ο γιος του Γιάννης, παππούς του Θεόδωρου. Γεροδεμένος, μαυριδερός, έξυπνος και γενναίος, στον οποίο οι Αρβανίτες έδωσαν το παρατσούκλι «μπιθάγκουρας». Μπίθα στα αρβανίτικα, είναι τα οπίσθια και γκούρα = η πέτρα, η κοτρώνα. Το παρατσούκλι αυτό, δόθηκε στον Γιάννη Τσεργίνη γιατί είχε μεγάλα οπίσθια. Και σύντομα, έγινε επώνυμο: Κολοκοτρώνης. Ένα επιχείρημα όσων υποστηρίζουν ότι ο Κολοκοτρώνης είχε αρβανίτικη καταγωγή, είναι ακριβώς αυτό το παρατσούκλι, το «μπιθάγκουρας». Αρβανίτες, υπήρχαν βέβαια τότε στον Μοριά, αλλά ο Κολοκοτρώνης και οι πρόγονοί του, δεν είχαν καμία, συγγενική, σχέση μαζί τους.
Τα Ορλοφικά – Η γέννηση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη
Το 1770, ξέσπασαν τα Ορλοφικά. Αρχικά, οι Έλληνες με τη συνδρομή λίγων Ρώσων πολιόρκησαν την Κορώνη. Μανιάτες με επικεφαλής τον Σκυλογιάννη, ελευθέρωσαν την Καλαμάτα και τον Μυστρά. Ο πατέρας του Θ. Κολοκοτρώνη Κωνσταντής, μαζί με τον αδελφό του Αναγνώστη και άλλους, ελευθέρωσαν το Λεοντάρι και την Καρύταινα, ενώ άλλοι οπλαρχηγοί ελευθέρωσαν το Άργος, την Κόρινθο, την Κυπαρισσία κλπ.
Στην Κρήτη επαναστάτησε ο περίφημος Δασκαλογιάννης, (Γιάννης Βλάχος ήταν το ονοματεπώνυμό του), ενώ επαναστατικές κινήσεις έγιναν στην Αιτωλοακαρνανία, με επικεφαλής τον Αναστάσιο Παλαμά και στη Χιμάρα της Β. Ηπείρου. Μάνη, Βάλτος – Ξηρόμερο και Χιμάρα, πρωταγωνίστησαν στα περισσότερα, αν όχι σε όλα τα επαναστατικά κινήματα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και αποτελούσαν μόνιμο πονοκέφαλο για τους Οθωμανούς.
Η αποτυχία των Ελλήνων να καταλάβουν την Τριπολιτσά και τη Μεθώνη και ο ερχομός στον Μοριά 60.000 φανατικών Τουρκαλβανών, είχαν σαν αποτέλεσμα την κατάπνιξη του κινήματος. Η προσωρινή κατάληψη του Ναβαρίνου από τους Ρώσους, δεν άλλαξε τίποτα. Οι Ρώσοι έφυγαν και οι Έλληνες έμειναν στο έλεος των Τουρκαλβανών που προέβησαν σε φοβερά αντίποινα, καθώς και οι πρόγονοί μας, ιδιαίτερα ο Σκυλογιάννης με τους Μανιάτες, είχαν σφάξει πολλούς, αθώους, Τούρκους αιχμάλωτους.
Η γέννηση του Θ. Κολοκοτρώνη – Οι Αλβανοί στον Μοριά
Στις 3 Απριλίου 1770, στο Ραμαβούνι (ή Ραμοβούνι), ένα μικρό βουνό της Μεσσηνίας, κοντά στο χωριό Βασιλικό, γεννήθηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Πατέρας του ήταν ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης και μητέρα του η Ζαμπία Κωτσάκη. Πήρε το όνομα Θεόδωρος, προς τιμήν του Θεόδωρου Ορλόφ, καθώς γεννήθηκε την εποχή των Ορλοφικών. Νονός του ήταν ο Ιωάννης Παλαμήδης, από τη Στεμνίτσα, πατέρας του Ρήγα Παλαμήδη, λόγιου και αγωνιστή του 1821.
Στο μεταξύ, οι Αλβανοί που είχαν κατέβει στον Μοριά, αφού σκότωσαν χιλιάδες Έλληνες και καταλήστεψαν τους υπόλοιπους, άρχισαν να κάνουν επιθέσεις κι εναντίον των Τούρκων. Δολοφόνησαν πολλούς, λεηλατούσαν τις περιουσίες τους και οι περισσότεροι, δεν επέστρεφαν στην πατρίδα τους. Τα μαντάτα έφτασαν στον σουλτάνο, που αποφάσισε να τους εξοντώσει.
Έτσι, έστειλε στην Πελοπόννησο τον καπουδάν-πασά (αρχηγό του στόλου) Γαζή Χασάν Τζεζαερλή, με πολλά πλοία, πεζικό και ιππικό. Αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο τον Μάιο του 1779. Ο τόπος ήταν ανάστατος και οι Αρβανίτες, ασύδοτοι.
Αν και, όπως αναφέραμε, αρκετοί Αρβανίτες έφυγαν για την πατρίδα τους με γεμάτα Πουγκιά, στον Μοριά είχαν παραμείνει περίπου 25.000 .12.000 ήταν στρατοπεδευμένοι στην Τριπολιτσά, με το πρόσχημα ότι αποτελούσαν τη φρουρά του «Μόρα Βαλεσί» (τίτλος του πασά της Πελοποννήσου), Τοπάλ πασά, ο οποίος όμως στην ουσία ήταν αιχμάλωτός τους.
Ο καπουδάν πασάς, έγραψε δύο επιστολές: μία στον Κωνσταντή Κολοκοτρώνη και τον αδελφό του Αναγνώστη, να ενωθούν για να εξοντώσουν τους Αρβανίτες και άλλη μια, στον Μούρτο Άμιτα, αρχηγό των Αρβανιτών, να εγκαταλείψουν τον Μοριά. Ο Αρβανίτης απάντησε, όπως γράφει με μια… ποιητική διάθεση ο Θεόδωρος Παναγόπουλος:
«Στείλε μας τους λουφέδες (=μισθούς), μην στέλνεις μπουγιουρντιά (=γραπτές διαταγές), να ξέρεις τα χαρτιά σου, τα ρίχνω στη φωτιά και σένανε σε γράφω στην κάτω τη μεριά…».
Έξαλλος ο καπουδάν πασάς, αποφάσισε να εκδικηθεί τον ραγιά Αρβανίτη, που τόλμησε να τον προσβάλλει. Με συμβουλή του δραγουμάνου (=διερμηνέα) του, Νικόλαου Μαυρογένη, από την Πάρο, απογόνου του περιβόητου καταστροφέα του Παρθενώνα Φραγκίσκου Μοροζίνι, κάλεσε τους Αρβανίτες του Ναυπλίου στο Παλαμήδι, τάχα για να τους δώσει τους χρωστούμενους λουφέδες. Τη νύχτα όμως, τους έριξαν όλους στη θάλασσα κι από τότε, εκείνο το μέρος του γκρεμού ονομάστηκε «Αρβανιτιά».
Τότε κάποιοι Έλληνες οπλαρχηγοί και 3.000 πολεμιστές, προσκύνησαν τους Τούρκους.
Δεν έκαναν όμως το ίδιο ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης, τα αδέλφια του, ο Θανάσης Πετιμεζάς και ο θρυλικός κλέφτης Παναγιώταρος (Βενετζανάκης). Ο καπουδάν πασάς, ζήτησε να προσκυνήσουν κι αυτοί, όμως δεν δέχτηκαν.
Ο Τούρκος αξιωματούχος, ξεκίνησε με 10.000 στρατό να εξοντώσει τους Αρβανίτες που βρίσκονταν στην Τριπολιτσά.
Φτάνοντας κοντά στην πόλη, ζήτησε από τους Κολοκοτρωναίους να τον βοηθήσουν. Εκείνοι δεν δέχτηκαν, του είπαν όμως να τους αφήσει να εξοντώσουν οι ίδιοι τους Αρβανίτες.
Οι προσπάθειες συνθηκολόγησης, με τους επικεφαλής των Αρβανιτών Αλή Χατζή Οσμάν Μπέη και Σουλεϊμάν Μπέη, δεν τελεσφόρησαν.
Οι Κολοκοτρωναίοι και οι άντρες τους, «έπιασαν» τα Τρίκορφα, θέση στρατηγικής σημασίας κοντά στην Τρίπολη. Στις 12 Ιουλίου 1779, οι Αρβανίτες επιτέθηκαν εναντίον των Ελλήνων. 5.000 από τη δεξιά μεριά, με επικεφαλής τον Αχμέτ Μπέη και 7.000 από την αριστερή με επικεφαλής τον Ασλάν Μπέη.
Η μάχη κράτησε 13 ώρες και ήταν φονική. Οι Αρβανίτες έπαθαν πανωλεθρία. Κάποια στιγμή, φώναξαν στον Κωνσταντή: «Κολοκοτρώνη κάνε νισάφι (=δείξε έλεος, λυπήσου μας)». Ο πατέρας του «Γέρου του Μοριά», τους απάντησε: «Τι νισάφι να σας κάνω, όπου ήρθατε κι εχαλάσατε την πατρίδα μου, μας πήρατε σκλάβους και μας εκάματε τόσα κακά»; Μετά απ’ αυτό, Τούρκοι κι Αρβανίτες, ορκίζονταν στον Μωάμεθ και το Κοράνι «να μην γλιτώσουν από το σπαθί του Κολοκοτρώνη», αν λένε ψέματα»…
Από τους Αρβανίτες, σκοτώθηκαν 7.300. 1.600 τραυματίστηκαν και 2.400 αιχμαλωτίστηκαν. Μόνο 700 σώθηκαν κι από τους 12 μπέηδες, μόνο δύο, που πέρασαν τον Ισθμό και πήγαν στη Λιβαδειά.
110 Έλληνες σκοτώθηκαν (οι 13 οπλαρχηγοί) και 40 τραυματίστηκαν. Οι τραυματίες και αιχμάλωτοι Αρβανίτες, σφάχτηκαν. Τα λάφυρα ήταν τόσα πολλά, που χρειάστηκαν 100 άλογα και μουλάρια για να μεταφερθούν.
Μετά το τέλος της μάχης, οι Τούρκοι, θεατές της μάχης από το Ριζοβούνι, κατέβηκαν κι έκοψαν 5.000 κεφάλια από τους σκοτωμένους Αρβανίτες. Πρώτα τα σοβάτισαν με άμμο και ασβέστη και μετά έχτισαν με αυτά πυραμίδα, έξω από την Τριπολιτσά, κοντά στην πόρτα του Αναπλιού.
Η πυραμίδα καταστράφηκε το 1805, από τον, αλβανικής καταγωγής Βελή πασά, όταν διορίστηκε «Μόρα Βαλεσί».
Ο θάνατος του Κωνσταντή Κολοκοτρώνη
Όταν ο καπουδάν πασάς επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, έδωσε αναφορά στον σουλτάνο, λέγοντάς του ότι στον Μοριά, μόνο οι Κολοκοτρωναίοι και κάποιοι άλλοι (Παναγιώταρος, Αλέξης Ντάρας, Χρήστος Ντουσιαΐτης με 400 παλικάρια), δεν είχαν προσκυνήσει.
Ο σουλτάνος αποφάσισε να «τελειώνει» και μ’ αυτούς.
Έτσι, στις αρχές Ιουνίου του 1780, ο καπουδάν πασάς με τον Μαυρογένη δίπλα του, έφτασε στο Γύθειο. Είχε μαζί του 15.000 πεζικάριους, 5.000 ιππείς, 5.000 γενίτσαρους και 40 κανόνια. Ταυτόχρονα και ο Αλήμπεης από το Ναύπλιο με 6.000 πεζούς, κινήθηκε εναντίον των ανυπόταχτων Ελλήνων, που είχαν κλειστεί στον πύργο του Παναγιώταρου στην Καστάνιτσα. Στις 7 Ιουλίου 1780 Οι Τούρκοι έκαναν επίθεση στον πύργο. Έπαθαν όμως πανωλεθρία. Ζήτησαν ξανά από τους Έλληνες να προσκυνήσουν, εκείνοι όμως αρνήθηκαν. Καθώς όμως, οι πολιορκημένοι στον πύργο δεν είχαν προμήθειες και το κτίσμα άρχισε να γκρεμίζεται από τις βολές των κανονιών, οι Έλληνες αποφάσισαν να επιχειρήσουν ηρωική έξοδο. Ανάμεσά τους κι ο 10χρονος τότε Θοδωρής. Η έξοδος φυσικά ήταν περιπετειώδης καθώς οι Τούρκοι συνέχισαν να κυνηγούν τους Έλληνες.
Ο Απόστολος Κολοκοτρώνης, θείος του Θεόδωρου, σκοτώθηκε. Ο Γιώργος Κολοκοτρώνης, ένας ακόμα από τα αδέρφια του Κωνσταντή, πληγώθηκε και για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων, αυτοκτόνησε. Ο Κωνσταντής, πληγωμένος, κρύφτηκε σε μια σπηλιά. Έχοντας όμως πυρετό, βγήκε ν’ αναζητήσει νερό. Έπεσε όμως πάνω σε εφτά Τούρκους.
Τράβηξε το σπαθί απ’ το θηκάρι και τους είπε:
«Βρε Τούρκοι, κι εγώ θα χαθώ, μα κι από σας θα φάω όσους μπορέσω».
Οι Τούρκοι τον αναγνώρισαν και ορκίστηκαν στον Μωάμεθ ότι δεν θα τον πειράξουν. Προθυμοποιήθηκαν μάλιστα, να του φέρουν νερό και του είπαν ότι θα τον βοηθήσουν να γίνει καλά. Ο Κωνσταντής τους πίστεψε, κι έβαλε το σπαθί στη θήκη του. Τότε τρεις Τούρκοι έπεσαν πάνω του ύπουλα και τον έπνιξαν. Αφού πήραν ότι βρήκαν στο άψυχο σώμα του τον πέταξαν σε μια σπηλιά. Τρία χρόνια αργότερα, οι δικοί του βρήκαν τη σπηλιά, στην Άρνα, μιαν ώρα δρόμο από την Καστανίτσα. Μετέφεραν τη σορό του Κωνσταντή Κολοκοτρώνη και την έθαψαν στη Μηλιά, κάπου 60 χλμ. ΝΑ της Καλαμάτας.
Από τη φοβερή μάχη στην Καστάνιτσα, σώθηκε η σύζυγος του Κωνσταντή Γεωργίτσα (Ζαμπιά-Τζιατζιά) Κωστάκη, η κόρη του(άλλες πηγές αναφέρουν ότι εξαφανίστηκε) και δύο γιοι του: ο Θοδωρής και ο νεογέννητος Νικόλαος. Άλλοι δύο γιοι του, ο Χρήστος κι ο Γιάννης, αιχμαλωτίστηκαν, όμως αργότερα εξαγοράστηκαν και απελευθερώθηκαν. Ο Γιάννης, σκοτώθηκε στη Μονή Αιμυαλούς το 1806.
Ο Χρήστος, πήρε μέρος στην Επανάσταση με τον βαθμό του Χιλίαρχου. Ο Νικόλαος, πέθανε πολύ μικρός.
Ο Παναγιώταρος, πιάστηκε ζωντανός και σφάχτηκε. Ο ηλικιωμένος και ανήμπορος πατέρας του, συνελήφθη και οδηγήθηκε στον καπουδάν πασά. Αφού του έκοψαν τα χέρια και τα πόδια, τον κρέμασαν στο κατάρτι ενός καραβιού…
Γλίτωσαν μόνο ο Αλέξης Ντάρας, ο Χρήστος Ντουσιαΐτης και περίπου 100 άνδρες. Οι Τούρκοι είχαν βαριές απώλειες: 2.000 νεκρούς και 600 τραυματίες!
Ο 17χρονος (!) Κολοκοτρώνης οπλαρχηγός
Με τέτοιους προγόνους και έχοντας ζήσει τα γεγονότα της Καστάνιτσας, ο Κολοκοτρώνης ήταν σίγουρο ότι θα γινόταν ένας σπουδαίος πολεμιστής.
Με τον θείο του Αναγνώστη, που γλίτωσε απ’ τη σφαγή, τη μητέρα του και τα αδέλφια του, πήγαν αρχικά στη Μηλιά της Μάνης. Εκεί έμειναν τρία χρόνια. Αργότερα, πήγαν στην Αλωνίσταινα της Μαντίνειας, μετά στα Σαμπάζικα και τέλος στο Άκοβο της Μεγαλόπολης, όπου το 1787, ο έφηβος Θοδωρής, διορίστηκε από τους κατοίκους οπλαρχηγός της περιοχής.
Τα γεγονότα μεταξύ 1770-1780, είχαν οδηγήσει σε δραματική μείωση των Ελλήνων του Μοριά. Από 200.000 το 1769, σε 40.000 το 1780!
Το 1780, ο Κολοκοτρώνης νυμφεύθηκε την Αικατερίνη Καρούσου, κόρη προεστού του Λεονταρίου. Συνεχώς βρισκόταν σε σύγκρουση με τους Τούρκους. Αφού μετέφερε την οικογένειά του σε ασφαλές μέρος της Μάνης, έγινε κλέφτης, επικεφαλής 60 ανδρών. Βλέποντας οι Τούρκοι ότι δεν μπορούν να τον αντιμετωπίσουν, τον έκαναν μετά από δύο χρόνια αρματολό. «Είχα το Λεοντάρι και την Καρύταινα, έκανα τέσσερους πέντε χρόνους αρματολός», αναφέρει ο ίδιος στα Απομνημονεύματά του. Τις στρατηγικές του ικανότητες και τα ηγετικά του προσόντα, τα απόκτησε ο Κολοκοτρώνης στη Ζάκυνθο, όπου εγκαταστάθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα.
Η ζωή και η δράση του στα Επτάνησα, θα μας απασχολήσουν σε μελλοντικό μας άρθρο.
Οι Αρβανίτες στον Μοριά
Μετά από όλα όσα αναφέραμε, δεν νομίζουμε ότι υπάρχει κάποιος που να θεωρεί ότι ο Κολοκοτρώνης είχε αρβανίτικες ρίζες. Το να στηρίζεις μια θεωρία, σ’ ένα παρατσούκλι (Μπιθάγκουρας), είναι ατυχές και αβάσιμο.
Και βέβαια υπήρχαν Αρβανίτες στον Μοριά. Κορυφαίοι ιστορικοί μας (Κ. Σάθας, Κ. Άμαντος, Σ. Λάμπρος κ.ά.), διαφωνούν για το πότε έγινε η πρώτη εγκατάστασή τους στην Πελοπόννησο. Έτσι, θεωρούμε ότι γύρω στα 1350, μετά την απελευθέρωση του Μυστρά, ο πρώτος δεσπότης του Μανουήλ Καντακουζηνός, έφερε από τη Θεσσαλία εμπειροπόλεμος Αρβανίτες, τους οποίους είχε διώξει από τα κάστρα της ο Στέφανος Δουσάν (Ντουσάν).
Όσο για το πώς ονομάζονταν; Επιστολή του Λουκά Νοταρά προς τον (στρατηγό) Θεόδωρο Καρυστινό (ήταν παρόντες κι οι δύο στην άλωση της Κων/πολης από τους Τούρκους το 1453), αναφέρει: «Ταύτα γαρ καλώς επίστασθαί σε πέπεισμαι, εν Πελοποννήσου διατρίψαντα χρόνον συχνόν μετά των Ιλλυρικών (εν. Αρβανιτών), οι προς διέγερσιν κα γυμνασίαν κυνών (σκύλων), εισίν επιτήδειοι». Η επιστολή σώζεται στη Βιβλιοθήκη του Παρισιού.
Πηγες: ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΗΜΟΣΘ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, «ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ – Ο φυλακισμένος του ΙΤΣ ΚΑΛΕ», Εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ, 2018.
ΚΩΣΤΑΣ Η. ΜΠΙΡΗΣ, «ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ – ΟΙ ΔΩΡΙΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΟΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ», ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΜΕΛΙΣΣΑ 2005, Ε’ ΕΚΔΟΣΗ.
Στοιχεία για τον Θ. Κολοκοτρώνη, αντλήσαμε επίσης από το ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, της ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ και την Εγκ/δεια ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ.
Ο Τριανταφυλλάκος, ως Τσεργίνης πλέον, απέκτησε έναν γιο, τον Δημητράκη, που ήταν πολύ δυνατός και γενναίος. Πριν καλά καλά συμπληρώσει τα 18 του, έκλεψε μια κοπέλα από το γειτονικό χωριό Αρκουδόρεμα, δημιουργώντας βεντέτα ανάμεσα στην οικογένεια του και εκείνη της νύφης. Παράλληλα, τα έβαζε σχεδόν καθημερινά με τους Τούρκους και τους Αρβανίτες. Οι τελευταίοι, μια μέρα τον συνέλαβαν και του πέρασαν αλυσίδες στα πόδια. Για να τον ρεζιλέψουν, του πρότειναν να πηδήξει αυτός με τις αλυσίδες στα πόδια και αυτοί ελεύθεροι και αν τους ξεπερνούσε θα τον άφηναν ελεύθερο. Πραγματικά, ο Δημητράκης τους ξεπέρασε και οι Αρβανίτες τον άφησαν ελεύθερο.
Είναι άγνωστο πόσα παιδιά είχε ο Δημητράκης, ωστόσο γνωρίζουμε ότι απέκτησε τρία εγγόνια : τον Χρόνη, τον Λάμπρο και τον Δήμο. Εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο Λιμποβίσι και ασχολήθηκαν με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Ωστόσο, κάποιοι καβγάδες για τα βοσκοτόπια, έφεραν φονικά. Τα τρία αδέλφια έφυγαν για 12 χρόνια και εγκαταστάθηκαν στη Ρούμελη. Επιστρέφοντας στο χωριό του, ο Λάμπρος, που δεν είχε ακόμα παντρευτεί, καθώς πήγαινε ν’ αγοράσει πρόβατα στην Γκούρα, πνίγηκε στη λίμνη της Φενεού. Ο Χρόνης, παντρεύτηκε σε άλλο χωριό και απέκτησε πολλά παιδιά και εγγόνια, που ονομάστηκαν Χροναίοι.
Μπότσικας : Ο προπάππους του Κολοκοτρώνη
Ο μικρότερος από τα τρία αδέλφια, ο Δήμος, έμεινε στο Λιμποβίσι μόνιμα, παντρεύτηκε την κόρη του δημογέροντα από το Χρυσοβίτσι και απέκτησε έναν γιο, 2 μέτρα ψηλό και ατρόμητο. Όταν μεγάλωσε, δεν τον φώναζαν με το όνομα του αλλά “Μπότσικα”, γιατί του άρεσε να πίνει το κρασί απευθείας από την ξύλινη μπότσα ( μονάδα μέτρησης υγρών, ίση με 2,564 γραμμάρια καθώς και το αντίστοιχο ξύλινο ή μεταλλικό δοχείο, από τη Βενετική λέξη botsa).
Ο Μπότσικας γεννήθηκε γύρω στο 1695. Το 1715, οι Τούρκοι αποφάσισαν να διώξουν τους Ενετούς απ’ τον Μοριά. Έτσι, ο Μεγάλος Βεζίρης Αλή Κουμουρτζής, με πολύ στρατό και στόλο, ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη, πέρασαν από την Θεσσαλονίκη, κατέβηκαν τη Θεσσαλία, πέρασαν στη Θεσσαλία κι από εκεί έφτασαν στην Κόρινθο. Οι Βενετσιάνοι, κλείστηκαν στα κάστρα και οι Έλληνες, μην έχοντας καμία βοήθεια αναγκάστηκαν να δηλώσουν υποταγή. Στον οικισμό Δάρα, 46 χλμ. ΒΔ της Τρίπολης, οι Τούρκοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη μοναδική εστία αντίστασης.
Ο Δήμος Τσεργίνης, με τον γιο του Μπότσικα και 200 Λιμποβιτσιώτες, Χρυσοβιτσιώτες, Αλωνιστιώτες , Βυτιναίους, Καρυτινούς και άλλους, αντιστάθηκαν ηρωικά, αλλά μάταια, καθώς ήταν μόνο 200, ενώ οι Τούρκοι 7.000. Οι Έλληνες νικήθηκαν, αλλά η αποκοτιά τους, έγινε τραγούδι:
«Χρυσόβιτσος, Αρκουδόρεμα και Αλωνιστιάνοι, που ήσαν όλοι τους τρελοί και γνώση δεν τους φθάνει, διακόσιοι συμμαζέχτηκαν τον Τούρκο να πατήσουν, μα δεν τους απαράτησαν οπίσω να γυρίσουν».
Λίγο αργότερα, ο Μπότσικας, πολεμώντας τους Τούρκους στο Λεοντάρι σκοτώθηκε(1757). Άξιος διάδοχός του, ήταν όμως ο γιος του Γιάννης, παππούς του Θεόδωρου. Γεροδεμένος, μαυριδερός, έξυπνος και γενναίος, στον οποίο οι Αρβανίτες έδωσαν το παρατσούκλι «μπιθάγκουρας». Μπίθα στα αρβανίτικα, είναι τα οπίσθια και γκούρα = η πέτρα, η κοτρώνα. Το παρατσούκλι αυτό, δόθηκε στον Γιάννη Τσεργίνη γιατί είχε μεγάλα οπίσθια. Και σύντομα, έγινε επώνυμο: Κολοκοτρώνης. Ένα επιχείρημα όσων υποστηρίζουν ότι ο Κολοκοτρώνης είχε αρβανίτικη καταγωγή, είναι ακριβώς αυτό το παρατσούκλι, το «μπιθάγκουρας». Αρβανίτες, υπήρχαν βέβαια τότε στον Μοριά, αλλά ο Κολοκοτρώνης και οι πρόγονοί του, δεν είχαν καμία, συγγενική, σχέση μαζί τους.
Τα Ορλοφικά – Η γέννηση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη
Το 1770, ξέσπασαν τα Ορλοφικά. Αρχικά, οι Έλληνες με τη συνδρομή λίγων Ρώσων πολιόρκησαν την Κορώνη. Μανιάτες με επικεφαλής τον Σκυλογιάννη, ελευθέρωσαν την Καλαμάτα και τον Μυστρά. Ο πατέρας του Θ. Κολοκοτρώνη Κωνσταντής, μαζί με τον αδελφό του Αναγνώστη και άλλους, ελευθέρωσαν το Λεοντάρι και την Καρύταινα, ενώ άλλοι οπλαρχηγοί ελευθέρωσαν το Άργος, την Κόρινθο, την Κυπαρισσία κλπ.
Στην Κρήτη επαναστάτησε ο περίφημος Δασκαλογιάννης, (Γιάννης Βλάχος ήταν το ονοματεπώνυμό του), ενώ επαναστατικές κινήσεις έγιναν στην Αιτωλοακαρνανία, με επικεφαλής τον Αναστάσιο Παλαμά και στη Χιμάρα της Β. Ηπείρου. Μάνη, Βάλτος – Ξηρόμερο και Χιμάρα, πρωταγωνίστησαν στα περισσότερα, αν όχι σε όλα τα επαναστατικά κινήματα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και αποτελούσαν μόνιμο πονοκέφαλο για τους Οθωμανούς.
Η αποτυχία των Ελλήνων να καταλάβουν την Τριπολιτσά και τη Μεθώνη και ο ερχομός στον Μοριά 60.000 φανατικών Τουρκαλβανών, είχαν σαν αποτέλεσμα την κατάπνιξη του κινήματος. Η προσωρινή κατάληψη του Ναβαρίνου από τους Ρώσους, δεν άλλαξε τίποτα. Οι Ρώσοι έφυγαν και οι Έλληνες έμειναν στο έλεος των Τουρκαλβανών που προέβησαν σε φοβερά αντίποινα, καθώς και οι πρόγονοί μας, ιδιαίτερα ο Σκυλογιάννης με τους Μανιάτες, είχαν σφάξει πολλούς, αθώους, Τούρκους αιχμάλωτους.
Η γέννηση του Θ. Κολοκοτρώνη – Οι Αλβανοί στον Μοριά
Στις 3 Απριλίου 1770, στο Ραμαβούνι (ή Ραμοβούνι), ένα μικρό βουνό της Μεσσηνίας, κοντά στο χωριό Βασιλικό, γεννήθηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Πατέρας του ήταν ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης και μητέρα του η Ζαμπία Κωτσάκη. Πήρε το όνομα Θεόδωρος, προς τιμήν του Θεόδωρου Ορλόφ, καθώς γεννήθηκε την εποχή των Ορλοφικών. Νονός του ήταν ο Ιωάννης Παλαμήδης, από τη Στεμνίτσα, πατέρας του Ρήγα Παλαμήδη, λόγιου και αγωνιστή του 1821.
Στο μεταξύ, οι Αλβανοί που είχαν κατέβει στον Μοριά, αφού σκότωσαν χιλιάδες Έλληνες και καταλήστεψαν τους υπόλοιπους, άρχισαν να κάνουν επιθέσεις κι εναντίον των Τούρκων. Δολοφόνησαν πολλούς, λεηλατούσαν τις περιουσίες τους και οι περισσότεροι, δεν επέστρεφαν στην πατρίδα τους. Τα μαντάτα έφτασαν στον σουλτάνο, που αποφάσισε να τους εξοντώσει.
Έτσι, έστειλε στην Πελοπόννησο τον καπουδάν-πασά (αρχηγό του στόλου) Γαζή Χασάν Τζεζαερλή, με πολλά πλοία, πεζικό και ιππικό. Αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο τον Μάιο του 1779. Ο τόπος ήταν ανάστατος και οι Αρβανίτες, ασύδοτοι.
Αν και, όπως αναφέραμε, αρκετοί Αρβανίτες έφυγαν για την πατρίδα τους με γεμάτα Πουγκιά, στον Μοριά είχαν παραμείνει περίπου 25.000 .12.000 ήταν στρατοπεδευμένοι στην Τριπολιτσά, με το πρόσχημα ότι αποτελούσαν τη φρουρά του «Μόρα Βαλεσί» (τίτλος του πασά της Πελοποννήσου), Τοπάλ πασά, ο οποίος όμως στην ουσία ήταν αιχμάλωτός τους.
Ο καπουδάν πασάς, έγραψε δύο επιστολές: μία στον Κωνσταντή Κολοκοτρώνη και τον αδελφό του Αναγνώστη, να ενωθούν για να εξοντώσουν τους Αρβανίτες και άλλη μια, στον Μούρτο Άμιτα, αρχηγό των Αρβανιτών, να εγκαταλείψουν τον Μοριά. Ο Αρβανίτης απάντησε, όπως γράφει με μια… ποιητική διάθεση ο Θεόδωρος Παναγόπουλος:
«Στείλε μας τους λουφέδες (=μισθούς), μην στέλνεις μπουγιουρντιά (=γραπτές διαταγές), να ξέρεις τα χαρτιά σου, τα ρίχνω στη φωτιά και σένανε σε γράφω στην κάτω τη μεριά…».
Έξαλλος ο καπουδάν πασάς, αποφάσισε να εκδικηθεί τον ραγιά Αρβανίτη, που τόλμησε να τον προσβάλλει. Με συμβουλή του δραγουμάνου (=διερμηνέα) του, Νικόλαου Μαυρογένη, από την Πάρο, απογόνου του περιβόητου καταστροφέα του Παρθενώνα Φραγκίσκου Μοροζίνι, κάλεσε τους Αρβανίτες του Ναυπλίου στο Παλαμήδι, τάχα για να τους δώσει τους χρωστούμενους λουφέδες. Τη νύχτα όμως, τους έριξαν όλους στη θάλασσα κι από τότε, εκείνο το μέρος του γκρεμού ονομάστηκε «Αρβανιτιά».
Τότε κάποιοι Έλληνες οπλαρχηγοί και 3.000 πολεμιστές, προσκύνησαν τους Τούρκους.
Δεν έκαναν όμως το ίδιο ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης, τα αδέλφια του, ο Θανάσης Πετιμεζάς και ο θρυλικός κλέφτης Παναγιώταρος (Βενετζανάκης). Ο καπουδάν πασάς, ζήτησε να προσκυνήσουν κι αυτοί, όμως δεν δέχτηκαν.
Ο Τούρκος αξιωματούχος, ξεκίνησε με 10.000 στρατό να εξοντώσει τους Αρβανίτες που βρίσκονταν στην Τριπολιτσά.
Φτάνοντας κοντά στην πόλη, ζήτησε από τους Κολοκοτρωναίους να τον βοηθήσουν. Εκείνοι δεν δέχτηκαν, του είπαν όμως να τους αφήσει να εξοντώσουν οι ίδιοι τους Αρβανίτες.
Οι προσπάθειες συνθηκολόγησης, με τους επικεφαλής των Αρβανιτών Αλή Χατζή Οσμάν Μπέη και Σουλεϊμάν Μπέη, δεν τελεσφόρησαν.
Οι Κολοκοτρωναίοι και οι άντρες τους, «έπιασαν» τα Τρίκορφα, θέση στρατηγικής σημασίας κοντά στην Τρίπολη. Στις 12 Ιουλίου 1779, οι Αρβανίτες επιτέθηκαν εναντίον των Ελλήνων. 5.000 από τη δεξιά μεριά, με επικεφαλής τον Αχμέτ Μπέη και 7.000 από την αριστερή με επικεφαλής τον Ασλάν Μπέη.
Η μάχη κράτησε 13 ώρες και ήταν φονική. Οι Αρβανίτες έπαθαν πανωλεθρία. Κάποια στιγμή, φώναξαν στον Κωνσταντή: «Κολοκοτρώνη κάνε νισάφι (=δείξε έλεος, λυπήσου μας)». Ο πατέρας του «Γέρου του Μοριά», τους απάντησε: «Τι νισάφι να σας κάνω, όπου ήρθατε κι εχαλάσατε την πατρίδα μου, μας πήρατε σκλάβους και μας εκάματε τόσα κακά»; Μετά απ’ αυτό, Τούρκοι κι Αρβανίτες, ορκίζονταν στον Μωάμεθ και το Κοράνι «να μην γλιτώσουν από το σπαθί του Κολοκοτρώνη», αν λένε ψέματα»…
Από τους Αρβανίτες, σκοτώθηκαν 7.300. 1.600 τραυματίστηκαν και 2.400 αιχμαλωτίστηκαν. Μόνο 700 σώθηκαν κι από τους 12 μπέηδες, μόνο δύο, που πέρασαν τον Ισθμό και πήγαν στη Λιβαδειά.
110 Έλληνες σκοτώθηκαν (οι 13 οπλαρχηγοί) και 40 τραυματίστηκαν. Οι τραυματίες και αιχμάλωτοι Αρβανίτες, σφάχτηκαν. Τα λάφυρα ήταν τόσα πολλά, που χρειάστηκαν 100 άλογα και μουλάρια για να μεταφερθούν.
Μετά το τέλος της μάχης, οι Τούρκοι, θεατές της μάχης από το Ριζοβούνι, κατέβηκαν κι έκοψαν 5.000 κεφάλια από τους σκοτωμένους Αρβανίτες. Πρώτα τα σοβάτισαν με άμμο και ασβέστη και μετά έχτισαν με αυτά πυραμίδα, έξω από την Τριπολιτσά, κοντά στην πόρτα του Αναπλιού.
Η πυραμίδα καταστράφηκε το 1805, από τον, αλβανικής καταγωγής Βελή πασά, όταν διορίστηκε «Μόρα Βαλεσί».
Ο θάνατος του Κωνσταντή Κολοκοτρώνη
Όταν ο καπουδάν πασάς επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, έδωσε αναφορά στον σουλτάνο, λέγοντάς του ότι στον Μοριά, μόνο οι Κολοκοτρωναίοι και κάποιοι άλλοι (Παναγιώταρος, Αλέξης Ντάρας, Χρήστος Ντουσιαΐτης με 400 παλικάρια), δεν είχαν προσκυνήσει.
Ο σουλτάνος αποφάσισε να «τελειώνει» και μ’ αυτούς.
Έτσι, στις αρχές Ιουνίου του 1780, ο καπουδάν πασάς με τον Μαυρογένη δίπλα του, έφτασε στο Γύθειο. Είχε μαζί του 15.000 πεζικάριους, 5.000 ιππείς, 5.000 γενίτσαρους και 40 κανόνια. Ταυτόχρονα και ο Αλήμπεης από το Ναύπλιο με 6.000 πεζούς, κινήθηκε εναντίον των ανυπόταχτων Ελλήνων, που είχαν κλειστεί στον πύργο του Παναγιώταρου στην Καστάνιτσα. Στις 7 Ιουλίου 1780 Οι Τούρκοι έκαναν επίθεση στον πύργο. Έπαθαν όμως πανωλεθρία. Ζήτησαν ξανά από τους Έλληνες να προσκυνήσουν, εκείνοι όμως αρνήθηκαν. Καθώς όμως, οι πολιορκημένοι στον πύργο δεν είχαν προμήθειες και το κτίσμα άρχισε να γκρεμίζεται από τις βολές των κανονιών, οι Έλληνες αποφάσισαν να επιχειρήσουν ηρωική έξοδο. Ανάμεσά τους κι ο 10χρονος τότε Θοδωρής. Η έξοδος φυσικά ήταν περιπετειώδης καθώς οι Τούρκοι συνέχισαν να κυνηγούν τους Έλληνες.
Ο Απόστολος Κολοκοτρώνης, θείος του Θεόδωρου, σκοτώθηκε. Ο Γιώργος Κολοκοτρώνης, ένας ακόμα από τα αδέρφια του Κωνσταντή, πληγώθηκε και για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων, αυτοκτόνησε. Ο Κωνσταντής, πληγωμένος, κρύφτηκε σε μια σπηλιά. Έχοντας όμως πυρετό, βγήκε ν’ αναζητήσει νερό. Έπεσε όμως πάνω σε εφτά Τούρκους.
Τράβηξε το σπαθί απ’ το θηκάρι και τους είπε:
«Βρε Τούρκοι, κι εγώ θα χαθώ, μα κι από σας θα φάω όσους μπορέσω».
Οι Τούρκοι τον αναγνώρισαν και ορκίστηκαν στον Μωάμεθ ότι δεν θα τον πειράξουν. Προθυμοποιήθηκαν μάλιστα, να του φέρουν νερό και του είπαν ότι θα τον βοηθήσουν να γίνει καλά. Ο Κωνσταντής τους πίστεψε, κι έβαλε το σπαθί στη θήκη του. Τότε τρεις Τούρκοι έπεσαν πάνω του ύπουλα και τον έπνιξαν. Αφού πήραν ότι βρήκαν στο άψυχο σώμα του τον πέταξαν σε μια σπηλιά. Τρία χρόνια αργότερα, οι δικοί του βρήκαν τη σπηλιά, στην Άρνα, μιαν ώρα δρόμο από την Καστανίτσα. Μετέφεραν τη σορό του Κωνσταντή Κολοκοτρώνη και την έθαψαν στη Μηλιά, κάπου 60 χλμ. ΝΑ της Καλαμάτας.
Από τη φοβερή μάχη στην Καστάνιτσα, σώθηκε η σύζυγος του Κωνσταντή Γεωργίτσα (Ζαμπιά-Τζιατζιά) Κωστάκη, η κόρη του(άλλες πηγές αναφέρουν ότι εξαφανίστηκε) και δύο γιοι του: ο Θοδωρής και ο νεογέννητος Νικόλαος. Άλλοι δύο γιοι του, ο Χρήστος κι ο Γιάννης, αιχμαλωτίστηκαν, όμως αργότερα εξαγοράστηκαν και απελευθερώθηκαν. Ο Γιάννης, σκοτώθηκε στη Μονή Αιμυαλούς το 1806.
Ο Χρήστος, πήρε μέρος στην Επανάσταση με τον βαθμό του Χιλίαρχου. Ο Νικόλαος, πέθανε πολύ μικρός.
Ο Παναγιώταρος, πιάστηκε ζωντανός και σφάχτηκε. Ο ηλικιωμένος και ανήμπορος πατέρας του, συνελήφθη και οδηγήθηκε στον καπουδάν πασά. Αφού του έκοψαν τα χέρια και τα πόδια, τον κρέμασαν στο κατάρτι ενός καραβιού…
Γλίτωσαν μόνο ο Αλέξης Ντάρας, ο Χρήστος Ντουσιαΐτης και περίπου 100 άνδρες. Οι Τούρκοι είχαν βαριές απώλειες: 2.000 νεκρούς και 600 τραυματίες!
Ο 17χρονος (!) Κολοκοτρώνης οπλαρχηγός
Με τέτοιους προγόνους και έχοντας ζήσει τα γεγονότα της Καστάνιτσας, ο Κολοκοτρώνης ήταν σίγουρο ότι θα γινόταν ένας σπουδαίος πολεμιστής.
Με τον θείο του Αναγνώστη, που γλίτωσε απ’ τη σφαγή, τη μητέρα του και τα αδέλφια του, πήγαν αρχικά στη Μηλιά της Μάνης. Εκεί έμειναν τρία χρόνια. Αργότερα, πήγαν στην Αλωνίσταινα της Μαντίνειας, μετά στα Σαμπάζικα και τέλος στο Άκοβο της Μεγαλόπολης, όπου το 1787, ο έφηβος Θοδωρής, διορίστηκε από τους κατοίκους οπλαρχηγός της περιοχής.
Τα γεγονότα μεταξύ 1770-1780, είχαν οδηγήσει σε δραματική μείωση των Ελλήνων του Μοριά. Από 200.000 το 1769, σε 40.000 το 1780!
Το 1780, ο Κολοκοτρώνης νυμφεύθηκε την Αικατερίνη Καρούσου, κόρη προεστού του Λεονταρίου. Συνεχώς βρισκόταν σε σύγκρουση με τους Τούρκους. Αφού μετέφερε την οικογένειά του σε ασφαλές μέρος της Μάνης, έγινε κλέφτης, επικεφαλής 60 ανδρών. Βλέποντας οι Τούρκοι ότι δεν μπορούν να τον αντιμετωπίσουν, τον έκαναν μετά από δύο χρόνια αρματολό. «Είχα το Λεοντάρι και την Καρύταινα, έκανα τέσσερους πέντε χρόνους αρματολός», αναφέρει ο ίδιος στα Απομνημονεύματά του. Τις στρατηγικές του ικανότητες και τα ηγετικά του προσόντα, τα απόκτησε ο Κολοκοτρώνης στη Ζάκυνθο, όπου εγκαταστάθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα.
Η ζωή και η δράση του στα Επτάνησα, θα μας απασχολήσουν σε μελλοντικό μας άρθρο.
Οι Αρβανίτες στον Μοριά
Μετά από όλα όσα αναφέραμε, δεν νομίζουμε ότι υπάρχει κάποιος που να θεωρεί ότι ο Κολοκοτρώνης είχε αρβανίτικες ρίζες. Το να στηρίζεις μια θεωρία, σ’ ένα παρατσούκλι (Μπιθάγκουρας), είναι ατυχές και αβάσιμο.
Και βέβαια υπήρχαν Αρβανίτες στον Μοριά. Κορυφαίοι ιστορικοί μας (Κ. Σάθας, Κ. Άμαντος, Σ. Λάμπρος κ.ά.), διαφωνούν για το πότε έγινε η πρώτη εγκατάστασή τους στην Πελοπόννησο. Έτσι, θεωρούμε ότι γύρω στα 1350, μετά την απελευθέρωση του Μυστρά, ο πρώτος δεσπότης του Μανουήλ Καντακουζηνός, έφερε από τη Θεσσαλία εμπειροπόλεμος Αρβανίτες, τους οποίους είχε διώξει από τα κάστρα της ο Στέφανος Δουσάν (Ντουσάν).
Όσο για το πώς ονομάζονταν; Επιστολή του Λουκά Νοταρά προς τον (στρατηγό) Θεόδωρο Καρυστινό (ήταν παρόντες κι οι δύο στην άλωση της Κων/πολης από τους Τούρκους το 1453), αναφέρει: «Ταύτα γαρ καλώς επίστασθαί σε πέπεισμαι, εν Πελοποννήσου διατρίψαντα χρόνον συχνόν μετά των Ιλλυρικών (εν. Αρβανιτών), οι προς διέγερσιν κα γυμνασίαν κυνών (σκύλων), εισίν επιτήδειοι». Η επιστολή σώζεται στη Βιβλιοθήκη του Παρισιού.
Πηγες: ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΗΜΟΣΘ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, «ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ – Ο φυλακισμένος του ΙΤΣ ΚΑΛΕ», Εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ, 2018.
ΚΩΣΤΑΣ Η. ΜΠΙΡΗΣ, «ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ – ΟΙ ΔΩΡΙΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΟΤΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ», ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΜΕΛΙΣΣΑ 2005, Ε’ ΕΚΔΟΣΗ.
Στοιχεία για τον Θ. Κολοκοτρώνη, αντλήσαμε επίσης από το ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, της ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ και την Εγκ/δεια ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr