Ο απαγχονισμός του Γρηγορίου Ε’ από τους Τούρκους
20.03.2021
19:12
Ποιος ήταν ο Γρηγόριος ο Ε’
– Η άνοδός του στον πατριαρχικό θρόνο και οι εξορίες του στο Άγιο Όρος
– Ο απαγχονισμός και η σκύλευση της σορού του
– Ο αφορισμός του Ρήγα Φεραίου και του Αλέξανδρου Υψηλάντη και η αποκήρυξη της ελληνικής εξέγερσης.
Μία από τις τραγικότερες μορφές του 1821 είναι αναμφίβολα ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, κατά το ξέσπασμα της Επανάστασης, Γρηγόριος ο Ε’.
Ο τραγικός του θάνατος με απαγχονισμό και όσα ακολούθησαν μετά απ’ αυτόν, του έδωσαν μια θέση ανάμεσα στους αγίους της Εκκλησίας μας και μεταξύ των εθνομαρτύρων. Ωστόσο, υπάρχουν και κάποια γεγονότα των πατριαρχιών του που έχουν προκαλέσει πολλές συζητήσεις, όπως ο αφορισμός του Ρήγα Φεραίου και του Αλέξανδρου Υψηλάντη, όπως και η αποκήρυξη της Επανάστασης του 1821.
Με όλα αυτά τα θέματα θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο.
Ποιος ήταν ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’
Ο Γρηγόριος Ε’ γεννήθηκε το 1746 στη Δημητσάνα Αρκαδίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος. Ο πατέρας του Ιωάννης ήταν βοσκός, ενώ η μητέρα του ονομαζόταν Ασημίνα. Από πολύ νέος ο Γεώργιος έδειξε την έφεσή του προς τα γράμματα. Αφού φοίτησε στην περίφημη Σχολή της πατρίδας του, το 1765 πήγε στην Αθήνα, όπου μαθήτευσε δίπλα στον Γιαννιώτη ιεροκήρυκα Δημήτριο Βόδα. Δύο χρόνια αργότερα πήγε στη Σμύρνη, όπου ζούσε ο ιερομόναχος Άνθιμος, που ήταν συγγενής του. Ο Κωνσταντίνος Κούμας γράφει γι’ αυτό, πως το έκανε για αναζήτηση καλύτερης τύχης, όμως αυτό δεν ισχύει.
Ο νεαρός Γεώργιος σκόπευε να μορφωθεί ακόμα περισσότερο. Πραγματικά για πέντε χρόνια σπούδασε στη φημισμένη Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Στη συνέχεια πήγε στις Στροφάδες, όπου εκάρη μοναχός και πήρε το όνομα Γρηγόριος. Έπειτα πήγε στην Πάτμο, όπου σπούδασε στη φημισμένη Πατμιάδα Σχολή, θεολογία και φιλολογία υπό τους Δανιήλ Κεραμέα και Βασίλειο Κουτάλη. Έπειτα επέστρεψε στη Σμύρνη, όπου χειροτονήθηκε διάκονος, αρχιδιάκονος και στη συνέχεια ιερέας υπό την προστασία του Μητροπολίτη της πόλης Προκόπιου, ο οποίος τον είχε ξεχωρίσει για τις ικανότητές του. Αργότερα έγινε πρωτοσύγκελος. Το 1782 μετέφρασε στην απλοελληνική γλώσσα και εξέδωσε στη Βενετία τους «Περί ιεροσύνης λόγους» του Ιωάννη του Χρυσόστομου. Όταν το 1785 ο Προκόπιος έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως υπέδειξε για διάδοχό του τον Γρηγόριο. Όταν ο Γρηγόριος έγινε Μητροπολίτης Σμύρνης, ξεκίνησε και πέτυχε να φέρει εις πέρας ένα τιτάνιο έργο. Ενίσχυσε την Ευαγγελική Σχολή, παρουσίασε τεράστιο φιλανθρωπικό έργο και βοήθησε όσους Έλληνες κατέφυγαν στη Σμύρνη μετά τα Ορλοφικά. Επίσης, πέτυχε να απαλλαγούν οι κληρικοί από τον κεφαλικό φόρο. Μπορεί αυτό να δείχνει σχετικά ασήμαντο, όμως οι Τούρκοι φοροεισπράκτορες (χαρατζήδες) έχοντας σφοδρό μένος εναντίον των Ελλήνων κληρικών, όταν αυτοί δεν είχαν να πληρώσουν το χαράτσι, αφού πρώτα τους φυλάκιζαν, στη συνέχεια τους διαπόμπευαν στους δρόμους της πόλης, κάτι που είχε πολύ άσχημη επίδραση στην ψυχολογία των Ελλήνων…
Ο Γρηγόριος Ε’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Την 1η Μαΐου 1797 παραιτήθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο λόγω γήρατος ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Γεράσιμος Γ’ και η Ιερά Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης εξέλεξε σχεδόν παμψηφεί ως Πατριάρχη τον Γρηγόριο (Γρηγόριος Ε’).
Πρώτο μέλημα του Γρηγορίου Ε’ ήταν να ενισχύσει την παιδεία. Έτσι ίδρυσε σχολεία, καθώς και το Πατριαρχικό Τυπογραφείο, από το οποίο εκδόθηκαν πολλά βιβλία. Ωστόσο, το τέλος του 18ου αιώνα ήταν μια ταραχώδης περίοδος για την Ευρώπη. Όπως γράφει ο Διονύσιος Κόκκινος:«Τότε η Τουρκία ήτο αντικείμενον βλέψεων αρπαγής. Εθεωρείτο επιθανάτιος και αχειροτόνητοι κληρονόμοι της εκινούντο. Η Ρωσία από του βορρά, η Αγγλία από της Μεσογείου, η Αυστρία από της Σερβίας. Η Γαλλία ευρίσκετο πάρα πολύ κοντά. Ο Βοναπάρτης είχε καταλάβει την Επτάνησον και από εκεί είχε τα μάτια του επί της Ελλάδος».
Ο Γρηγόριος ουσιαστικά αφόρισε τον Ρήγα Φεραίο, καταδικάζοντας το Σύνταγμά του ως «πλήρες σαθρότητος υπάρχει εκ των θολερών αυτού εννοιών, τοις δόγμασι της ορθοδόξου ημών πίστεως εναντιούμενον» και καλούσε το ποίμνιο σε υποταγή. Με την «Πατρική Διδασκαλία» ,το 1798, ο ψευδώνυμος συγγραφέας της επισήμαινε ότι «ο άπειρος ενν ελέει και πάνσοφος εν ημών Κύριος… ύψωσεν την βασιλείαν αυτήν των Οθωμανών περισσότερο από κάθε άλλην δια να αποδείξει ότι θείω εγένετο βουλήματι». Φυσικά, οι απόψεις αυτές, προκάλεσαν την έντονη κριτική του Αδαμάντιου Κοραή και του Ανώνυμου συγγραφέα της «Ελληνικής Νομαρχίας».
Στο μεταξύ ο Βοναπάρτης είχε θέσει ως σκοπό του τον ξεσηκωμό των Ελλήνων με αιχμή του δόρατος τους Μανιάτες και τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς. Το 1798 Γάλλοι πράκτορες έφτασαν στις ακτές του Αμβρακικού και της Δυτικής Ελλάδας και κατέληξαν στην Άρτα. Η γαλλική προπαγάνδα είχε πετύχει. Πολλοί Έλληνες, βέβαιοι για την άφιξη των γαλλικών στρατευμάτων, κυκλοφορούσαν με γαλλικές κονκάρδες! Ο Αλή πασάς πληροφορήθηκε το γεγονός και ζήτησε από τον σουλτάνο να εκστρατεύσει εναντίον των Ελλήνων. Ο σουλτάνος, που δεν του είχε, όχι άδικα, καμία εμπιστοσύνη, ετοίμασε στράτευμα για την Ελλάδα. Τότε παρενέβη ο Γρηγόριος Ε’ και ζήτησε από τον φιλειρηνικό σουλτάνο Σελίμ Γ’ να στείλει τον μέγα πρωτοσύγκελο των Πατριαρχείων Ιωαννίκιο, δραστήριο και ικανό κληρικό στη Ρούμελη, για να μεταπείσει τους εξεγερμένους Έλληνες, κάτι που κατάφερε. Έτσι αποφεύχθηκε μια τουρκική εισβολή στην Ελλάδα, που θα κατέληγε σε αιματοχυσία.
Ο τραγικός του θάνατος με απαγχονισμό και όσα ακολούθησαν μετά απ’ αυτόν, του έδωσαν μια θέση ανάμεσα στους αγίους της Εκκλησίας μας και μεταξύ των εθνομαρτύρων. Ωστόσο, υπάρχουν και κάποια γεγονότα των πατριαρχιών του που έχουν προκαλέσει πολλές συζητήσεις, όπως ο αφορισμός του Ρήγα Φεραίου και του Αλέξανδρου Υψηλάντη, όπως και η αποκήρυξη της Επανάστασης του 1821.
Με όλα αυτά τα θέματα θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο.
Ποιος ήταν ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’
Ο Γρηγόριος Ε’ γεννήθηκε το 1746 στη Δημητσάνα Αρκαδίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος. Ο πατέρας του Ιωάννης ήταν βοσκός, ενώ η μητέρα του ονομαζόταν Ασημίνα. Από πολύ νέος ο Γεώργιος έδειξε την έφεσή του προς τα γράμματα. Αφού φοίτησε στην περίφημη Σχολή της πατρίδας του, το 1765 πήγε στην Αθήνα, όπου μαθήτευσε δίπλα στον Γιαννιώτη ιεροκήρυκα Δημήτριο Βόδα. Δύο χρόνια αργότερα πήγε στη Σμύρνη, όπου ζούσε ο ιερομόναχος Άνθιμος, που ήταν συγγενής του. Ο Κωνσταντίνος Κούμας γράφει γι’ αυτό, πως το έκανε για αναζήτηση καλύτερης τύχης, όμως αυτό δεν ισχύει.
Ο νεαρός Γεώργιος σκόπευε να μορφωθεί ακόμα περισσότερο. Πραγματικά για πέντε χρόνια σπούδασε στη φημισμένη Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Στη συνέχεια πήγε στις Στροφάδες, όπου εκάρη μοναχός και πήρε το όνομα Γρηγόριος. Έπειτα πήγε στην Πάτμο, όπου σπούδασε στη φημισμένη Πατμιάδα Σχολή, θεολογία και φιλολογία υπό τους Δανιήλ Κεραμέα και Βασίλειο Κουτάλη. Έπειτα επέστρεψε στη Σμύρνη, όπου χειροτονήθηκε διάκονος, αρχιδιάκονος και στη συνέχεια ιερέας υπό την προστασία του Μητροπολίτη της πόλης Προκόπιου, ο οποίος τον είχε ξεχωρίσει για τις ικανότητές του. Αργότερα έγινε πρωτοσύγκελος. Το 1782 μετέφρασε στην απλοελληνική γλώσσα και εξέδωσε στη Βενετία τους «Περί ιεροσύνης λόγους» του Ιωάννη του Χρυσόστομου. Όταν το 1785 ο Προκόπιος έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως υπέδειξε για διάδοχό του τον Γρηγόριο. Όταν ο Γρηγόριος έγινε Μητροπολίτης Σμύρνης, ξεκίνησε και πέτυχε να φέρει εις πέρας ένα τιτάνιο έργο. Ενίσχυσε την Ευαγγελική Σχολή, παρουσίασε τεράστιο φιλανθρωπικό έργο και βοήθησε όσους Έλληνες κατέφυγαν στη Σμύρνη μετά τα Ορλοφικά. Επίσης, πέτυχε να απαλλαγούν οι κληρικοί από τον κεφαλικό φόρο. Μπορεί αυτό να δείχνει σχετικά ασήμαντο, όμως οι Τούρκοι φοροεισπράκτορες (χαρατζήδες) έχοντας σφοδρό μένος εναντίον των Ελλήνων κληρικών, όταν αυτοί δεν είχαν να πληρώσουν το χαράτσι, αφού πρώτα τους φυλάκιζαν, στη συνέχεια τους διαπόμπευαν στους δρόμους της πόλης, κάτι που είχε πολύ άσχημη επίδραση στην ψυχολογία των Ελλήνων…
Ο Γρηγόριος Ε’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Την 1η Μαΐου 1797 παραιτήθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο λόγω γήρατος ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Γεράσιμος Γ’ και η Ιερά Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης εξέλεξε σχεδόν παμψηφεί ως Πατριάρχη τον Γρηγόριο (Γρηγόριος Ε’).
Πρώτο μέλημα του Γρηγορίου Ε’ ήταν να ενισχύσει την παιδεία. Έτσι ίδρυσε σχολεία, καθώς και το Πατριαρχικό Τυπογραφείο, από το οποίο εκδόθηκαν πολλά βιβλία. Ωστόσο, το τέλος του 18ου αιώνα ήταν μια ταραχώδης περίοδος για την Ευρώπη. Όπως γράφει ο Διονύσιος Κόκκινος:«Τότε η Τουρκία ήτο αντικείμενον βλέψεων αρπαγής. Εθεωρείτο επιθανάτιος και αχειροτόνητοι κληρονόμοι της εκινούντο. Η Ρωσία από του βορρά, η Αγγλία από της Μεσογείου, η Αυστρία από της Σερβίας. Η Γαλλία ευρίσκετο πάρα πολύ κοντά. Ο Βοναπάρτης είχε καταλάβει την Επτάνησον και από εκεί είχε τα μάτια του επί της Ελλάδος».
Ο Γρηγόριος ουσιαστικά αφόρισε τον Ρήγα Φεραίο, καταδικάζοντας το Σύνταγμά του ως «πλήρες σαθρότητος υπάρχει εκ των θολερών αυτού εννοιών, τοις δόγμασι της ορθοδόξου ημών πίστεως εναντιούμενον» και καλούσε το ποίμνιο σε υποταγή. Με την «Πατρική Διδασκαλία» ,το 1798, ο ψευδώνυμος συγγραφέας της επισήμαινε ότι «ο άπειρος ενν ελέει και πάνσοφος εν ημών Κύριος… ύψωσεν την βασιλείαν αυτήν των Οθωμανών περισσότερο από κάθε άλλην δια να αποδείξει ότι θείω εγένετο βουλήματι». Φυσικά, οι απόψεις αυτές, προκάλεσαν την έντονη κριτική του Αδαμάντιου Κοραή και του Ανώνυμου συγγραφέα της «Ελληνικής Νομαρχίας».
Στο μεταξύ ο Βοναπάρτης είχε θέσει ως σκοπό του τον ξεσηκωμό των Ελλήνων με αιχμή του δόρατος τους Μανιάτες και τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς. Το 1798 Γάλλοι πράκτορες έφτασαν στις ακτές του Αμβρακικού και της Δυτικής Ελλάδας και κατέληξαν στην Άρτα. Η γαλλική προπαγάνδα είχε πετύχει. Πολλοί Έλληνες, βέβαιοι για την άφιξη των γαλλικών στρατευμάτων, κυκλοφορούσαν με γαλλικές κονκάρδες! Ο Αλή πασάς πληροφορήθηκε το γεγονός και ζήτησε από τον σουλτάνο να εκστρατεύσει εναντίον των Ελλήνων. Ο σουλτάνος, που δεν του είχε, όχι άδικα, καμία εμπιστοσύνη, ετοίμασε στράτευμα για την Ελλάδα. Τότε παρενέβη ο Γρηγόριος Ε’ και ζήτησε από τον φιλειρηνικό σουλτάνο Σελίμ Γ’ να στείλει τον μέγα πρωτοσύγκελο των Πατριαρχείων Ιωαννίκιο, δραστήριο και ικανό κληρικό στη Ρούμελη, για να μεταπείσει τους εξεγερμένους Έλληνες, κάτι που κατάφερε. Έτσι αποφεύχθηκε μια τουρκική εισβολή στην Ελλάδα, που θα κατέληγε σε αιματοχυσία.
Όμως ο θάνατος του Κωσταντίνου Χαντζερή, ηγεμόνα της Βλαχίας και προστάτη του, καθώς και οι συκοφαντίες ορισμένων επισκόπων που είχε προηγουμένως επιπλήξει ο Γρηγόριος και κάποιων πολιτικών αντιπάλων του, οδήγησαν τον Σελίμ να τον καθαιρέσει και να τον εξορίσει στη Χαλκηδόνα (1798) με πρόσχημα ότι ήταν βίαιος και δεν μπορούσε να κρατήσει τον λαό υποταγμένο. Τυπικά ο Γρηγόριος δεν εκθρονίστηκε, αλλά παραιτήθηκε. Μετά τη Χαλκηδόνα πήγε στη Δράμα, έπειτα στη Μονή Παναγίας Εικοσιφινίσσης στο Παγγαίο κι από εκεί στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Στον πατριαρχικό θρόνο ανέβηκε ο Νεόφυτος Ζ’. Ωστόσο, όταν το 1806 ηγεμόνες της Μολδοβλαχίας ανέλαβαν οι Γαλλόφιλοι Αλέξανδρος Ν. Σούτσος και Σκαρλάτος Καλλιμάχης. Αυτοί έπεισαν τον τότε Πατριάρχη Καλλίνικο να παραιτηθεί (22 / 9 / 1806).
Η δεύτερη πατριαρχία του Γρηγορίου Ε’
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1806 η Ιερά Σύνοδος της εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης εξέλεξε εκ νέου τον Γρηγορίου Ε’ ως Πατριάρχη. Ο Γρηγόριος επέστρεψε στην Πόλη στις 18 Οκτωβρίου 1806 γνωρίζοντας αποθέωση από τον λαό. Όμως και αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα για τον Γρηγόριο. Στις 5 Ιανουαρίου 1807 ο Σελίμ κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας και την ίδια μέρα ζήτησε από τον Γρηγόριο να εκδώσει συμβουλευτικόν γράμμα προς τους Έλληνες στη δημοτική γλώσσα και να τους καλεί να ταχθούν εναντίον των Ρώσων και να δηλώσουν τυφλή υποταγή στον σουλτάνο. Πραγματικά, ο Γρηγόριος έκανε ό,τι του είπε ο Σελίμ και μάλιστα έστειλε στον Μοριά τον επίσκοπο Ανδρούσης, για να συστήσει στους Έλληνες να αποφύγουν κάθε επαναστατική ενέργεια. «Πας ο αντιτασσόμενος τη εξουσία τη του Θεού διαταγή αντέστηκεν», έγραφε χαρακτηριστικά.
Ξαφνικά στις 20 Φεβρουαρίου 1807 εμφανίστηκε στον Βόσπορο μπροστά στην απροετοίμαστη Κωνσταντινούπολη, ο αγγλικός στόλος ζητώντας από τον σουλτάνο να διαλύσει τη συμμαχία του με τη Γαλλία αλλιώς θα γινόταν αγγλική απόβαση στην Πόλη.
Ο σουλτάνος με τη βοήθεια του Γάλλου στρατηγού Σεβαστιανί, αποφάσισε ν' αμυνθεί, αλλά φοβόταν πιθανή εξέγερση των Ελλήνων, υποκινούμενη από την αγγλική προπαγάνδα. Όμως ο Γρηγόριος Ε', για να διαλύσει οποιαδήποτε αμφιβολία του σουλτάνου, συγκέντρωσε 3.000 Έλληνες, οι οποίοι βοήθησαν αποφασιστικά στην ανέγερση προμαχώνων γύρω από τα ανάκτορα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.
Μάλιστα, ο Πατριάρχης επιστατούσε στην εργασία.
Τελικά, ο αγγλικός στόλος αποχώρησε από την Κωνσταντινούπολη και ο σουλτάνος εξέφρασε την ικανοποίηση του στον Πατριάρχη με τον συνήθη τρόπο των Τούρκων: του χάρισε μια εντυπωσιακή σαμουρόγουνα (με δέρμα από σαμούρι, σαρκοφάγο θηλαστικό της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης και της Ασίας με πολύτιμο γουναρικό). Μετά από λίγες μέρες ο Πατριάρχης την έκοψε στη μέση και την έδωσε σε δύο γυναίκες που του ζήτησαν βοήθεια για να παντρέψουν τις κόρες τους.
Όταν όμως τον Μάρτιο του 1807, ο Ρώσος ναύαρχος Ντμίτρι Σενιάβιν διένειμε προκηρύξεις "προς τους Χριστιανούς κατοίκους του Οθωμανικού κράτους", ο περίφημος αρματολός Νικοτσάρας, κήρυξε επανάσταση. Πράγματι, ο περιβόητος πασάς των Ιωαννίνων με ορδές Αλβανών κατέλαβε τη Θεσσαλία και υποχρέωσε τους επαναστάτες να καταφύγουν στη Σκιάθο, όπου συγκρότησαν στόλο από 70 πλοία και συνεπικουρούμενοι και από άλλους επαναστάτες έκαναν καταδρομικές επιχειρήσεις στις ακτές της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Μικράς Ασίας, έχοντας και τη στήριξη του αγγλικού στόλου. Ο σουλτάνος, κάλεσε τον Πατριάρχη να ζητήσει από τους Έλληνες να διαλυθούν. Πραγματικά, οι επαναστάτες τερμάτισαν τις επιχειρήσεις εκτός από τον Νικοτσάρα που εγκαταλείφθηκε απομονωμένος στη Σκόπελο.
Στο μεταξύ στην Κωνσταντινούπολη ξέσπασε πραξικόπημα (29 Μαΐου 1807), ο σουλτάνος Σελίμ Γ', τέθηκε υπό περιορισμό και στον θρόνο ανέβηκε ο Μουσταφά Δ'.
Στις 25 Ιουνίου 1807, υπογράφτηκε η Συνθήκη του Τιλσίτ ανάμεσα σε Ρωσία και Γαλλία, που δρομολόγησε ουσιαστικά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και προκάλεσε επαναστατικό αναβρασμό στη Βαλκανική.
Λίγο αργότερα, Ρώσοι απεσταλμένοι κατέβηκαν μέσω Σερβίας στον Όλυμπο και ξεσήκωσαν τους Έλληνες. Ο ηρωικός ιερέας Ευθύμιος Βλαχάβας, συνασπίστηκε με Τούρκους της Λάρισας και των Τρικάλων εναντίον του Αλή πασά. Μετά από εντολή του Μουσταφά, ο Γρηγόριος έστειλε επιστολή στον Βλαχάβα να σταματήσει την επανάσταση, κάτι που έγινε. Όμως ο Αλή πασάς με δόλιο τρόπο τον κάλεσε στα Γιάννενα όπου βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Συγκεκριμένα, διέταξε τους δήμιούς του να του σπάσουν τα κόκαλα και να τον κομματιάσουν στα τέσσερα (!). Κρέμασε μάλιστα από ένα κομμάτι σε τέσσερα σημεία των Ιωαννίνων για να τρομοκρατούνται οι Έλληνες κάτοικοι της πόλης.
Ο Γρηγόριος Ε', όλο αυτό το διάστημα, φρόντιζε για τα οικονομικά του Πατριαρχείου και το φιλανθρωπικό του έργο, τα ζητήματα που αφορούσαν τα μοναστήρια, τους αρχιερείς και τους άλλους κληρικούς, αλλά κυρίως για το ζήτημα της παιδείας και της μόρφωσης των Ελλήνων, κάνοντας μάλιστα ακόμα και τον Αδαμάντιο Κοραή να επαινέσει τις ενέργειές του ως "επερχόμενων αναγέννησιν της Ελλάδος".
Όμως, το έργο του αυτό διακόπηκε όταν με νέα πραξικοπηματική ενέργεια ο Μουσταφά Μπαϊρακτάρ Πασά, υποστηρικτής του Σελίμ Γ' ανέτρεψε τον Μουσταφα Δ’. Δεν πρόλαβε όμως να ενθρονίσει τον Σελίμ και αναγκάστηκε να ορίσει ως σουλτάνο τον αδελφό του σουλτάνου Μουσταφά, πρίγκιπα Μαχμούτ, ως Μαχμούτ Β'. Ο ίδιος ο Μπαϊρακτάρ έγινε Μέγας Βεζίρης και απαίτησε την άμεση απομάκρυνση του Γρηγορίου Ε'. Πραγματικά στις 10 Σεπτεμβρίου 1808, ο Γρηγόριος παραιτήθηκε και πήγε αρχικά στη Μονή Μεταμορφώσεως στη νήσο Πρίγκηπο. Μετά από ένα χρόνο παραμονής του εκεί, πήγε, ξανά στο Άγιο Όρος. Στον θρόνο ανέβηκε ο Καλλίνικος Ε'.
Ο Γρηγόριος, είχε ασκητικές τάσεις από πολύ νεαρή ηλικία γι' αυτό και στο Άγιο Όρος επιδιδόταν κυρίως σε πνευματικές ασκήσεις και μελέτες. Το 1818, τον επισκέφθηκε ο Ιωάννης Φαρμάκης ο οποίος του μίλησε, για πρώτη φορά, για την Φιλική Εταιρεία. Για το αν ο Γρηγόριος Ε', έγινε μέλος της Εταιρείας, υπάρχει διχογνωμία. Ο Διονύσιος Κόκκινος γράφει: "Ο Πατριάρχης προβλέπων ότι η ανάμειξίς του εις τα της Φιλικής Εταιρείας θα εδημιούργει αμέσους κινδύνους δια τον Ελληνισμόν αν ανεκαλύπτετο, δεν ενεγράφη εις τους καταλόγους της αλλά παρηκολούθει την δράσιν των Εταίρων. Εγνώριζε τα πάντα και ανέμενε".
Από την αλληλογραφία του κορυφαίου Φιλικού Παναγιώτη Σέκερη, φαίνεται ότι ο Πατριάρχης συνεργαζόταν με τα μέλη της Εταιρείας.
Ο αείμνηστος πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός, επιβεβαιώνει τα παραπάνω, γράφοντας ότι οι Φιλικοί τον θεωρούσαν "φίλο" τους και τον αποκαλούσαν συνθηματικά "Παλαιότερον".
Η τρίτη Πατριαρχία του Γρηγορίου Ε'
Στις 17 Δεκεμβρίου 1818, παραιτήθηκε ο Πατριάρχης Κύριλλος Στ' και την επόμενη ημέρα εκλέχθηκε αντικαταστάτης του ο Γρηγόριος Ε', ο οποίος επέστρεψε στην Πόλη στις 14 Ιανουαρίου 1819. Πρώτη του ενέργεια, ήταν η δημιουργία του φιλανθρωπικού ιδρύματος "Κιβώτιον του Ελέους", για τη βοήθεια των φτωχών και την αποφυλάκιση κρατουμένων για χρέη. Ο Ιωάννης Φιλήμων, γράφει όμως ότι το "Κιβώτιον του Ελέους", συγκέντρωσε χρήματα για τον Αγώνα.
Τον Μάρτιο του 1819, μετά από υπόδειξη του Κωνσταντίνου Κούμα, εξέδωσε τον περίφημο συνοδικό τόμο "Περί των Ελληνομουσείων", που αποτελούσε ουσιαστικά εγκύκλιο εναντίον των Διαφωτιστών και οδήγησε στο κλείσιμο σχολείων της Σμύρνης, των Κυδωνιών, της Χίου και της Λέσβου (ιησουϊτικών), ενώ προσπάθησε να επιβάλει θεολογική λογοκρισία σε όλα τα ελληνικά βιβλιοπωλεία της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα όμως, αναμόρφωσε το "Πατριαρχικό Τυπογραφείον" (1820), στο οποίο τυπώθηκε ο πρώτος τόμος της "Κιβωτού της Ελληνικής Γλώσσης", πολύτιμου για την παιδεία του Γένους Λεξικού.
Το ξέσπασμα της Επανάστασης και ο Γρηγόριος Ε'
Το γεγονός όμως που συνδέθηκε περισσότερο απ' όλα με τον Γρηγόριο Ε', ήταν η Επανάσταση του 1821, που ξέσπασε στη διάρκεια της Πατριαρχίας του.
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση στη Μολδοβλαχία, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β' αποφάσισε, υπό την πίεση των συμβούλων του και φανατισμένων μουσουλμάνων, τη σφαγή των Ελλήνων της Πόλης (μέσα Μαρτίου 1821). Έπρεπε όμως να εκδοθεί φετφάς του ανώτατου θρησκευτικού αρχηγού των Οθωμανών του σεϊχουλισμάλη Χατζή Χαλίλ Εφέντη.
Σύμφωνα με μεταγενέστερη μαρτυρία, ο Γρηγόριος για να σώσει τους ορθόδοξους Χριστιανούς, επισκέφθηκε του σεϊχουλισμάμη και τον διαβεβαίωσε ότι το Γένος δεν είχε καμία σχέση με όσα γίνονταν στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Καθώς το Κοράνι δεν επέτρεπε την τιμωρία αθώων για ένοχες ενέργγειες συγγενών τους, ο Χατζή Χαλίλ Εφέντης, ζήτησε από τον Πατριάρχη πειστήρια για να στηρίξει την εισήγησή του στον σουλτάνο. Ο Γρηγόριος με τα μέλη της Συνόδου, υπέγραψαν κείμενο αφορισμού και το παρέδωσαν στον Τούρκο θρησκευτικό ηγέτη.
Αυτός δεν ενέκρινε τη σφαγή, γεγονός το οποίο όμως είχε σαν αποτέλεσμα να εξοριστεί και να θανατωθεί! Με φετφά του νέου σεϊχουλισλάμη Φεΐζ εφέντη, που επέτρεπε την τιμωρία όλων των ενόχων, ο σουλτάνος εξέδωσε φιρμάνι με το οποίο ζητούσε από το Πατριαρχείο να αποδοκιμάσει την επανάσταση και να αφορίσει τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, τον Μιχαήλ Σούτσο και τους οπαδούς τους, προκειμένου να χορηγήσει αμνηστία.
Τελικά, λόγω της αφόρητης πίεσης, ο Γρηγόριος Ε' η Σύνοδος από 21 Αρχιερείς και λαϊκοί (ανάμεσά τους ο πρώην ηγεμόνας της Βλαχίας Σκαρλάτος Καλλιμάχης, ο μεγάλος διερμηνέας του στόλου Ν. Μουρούζης, ηγέτες των συντεχνιών κ.ά.), συνολικά 72 άτομα, εξέδωσαν, ο Πατριάρχης και οι Συνοδικοί, δύο αφορισμούς και οι λαϊκοί αποκήρυξη της Επανάστασης με αναφορά ως συνήθως, στην καλοκαγαθία του σουλτάνου. Πιθανότατα ο πρώτος αφορισμός εκδόθηκε μετά τη λειτουργία της 23ης Μαρτίου και επειδή αφορούσε την επαρχία της Ουγγροβλαχίας μόνο, δεν ικανοποίησε τον σουλτάνο, που ζήτησε και νέο αφορισμό, όλων των Χριστιανών της αυτοκρατορίας, ο οποίος εκδόθηκε στις 27 Μαρτίου. Ωστόσο, ενώ στο πρώτο κείμενο αναγράφεται "αφωρισμένοι υπάρχουσι", στο δεύτερο, η έγκλιση του ρήματος γίνεται ευκτική μέλλοντος: "αφωρισμένοι υπάρχοιεν". Στο περιβάλλον του Πατριάρχη ο σουλτάνος είχε τοποθετήσει Τουρκοκρητικούς, που γνώριζαν ελληνικά, για να μπορεί να μαθαίνει τι συζητούσαν ο Γρηγόριος με τους άλλους αρχιερείς.
Ακόμα και μετά τους δύο αφορισμούς, το κλίμα για τον Γρηγόριο ήταν πολύ βαρύ. Τόσο ξένοι πρεσβευτές, όσο και Φιλικοί, είχαν στείλει καράβια για να φύγει όποτε επιθυμούσε από την Κωνσταντινούπολη. Εκείνος όμως ήταν αμετάπειστος, αν και γνώριζε τι τον περιμένει.
"Πηγαίνω εκεί που με καλεί ο νους μου, ο μέγας κλήρος του έθνους και ο πατήρ ο ουράνιος, ο μάρτυς των ανθρωπίνων πράξεων", έλεγε στους συνομιλητές του.
Στο μεταξύ, ξεκίνησαν σφαγές των Ελλήνων της Πόλης.
Ήταν Μεγάλη Εβδομάδα του 1821 και οι Έλληνες, περνούσαν τα δικά τους πάθη. Τη Μεγάλη Δευτέρα, θανατώθηκε ο Κ. Μουρούζης. Ακολούθησανν σφαγές, κυρίως Πελοποννησίων.
Ας μην ξεχνάμε, ότι η Επανάσταση είχε ήδη ξεκινήσει και στην Ελλάδα. Οι Τούρκοι δεν σεβάστηκαν ούτε τις πρεσβείες. Καταπάτησαν την ισπανική και επιχείρησαν να εισβάλλουν και στη ρωσική. Ο πρέσβης Στρογκάνοφ και οι γενναίοι φύλακες όμως, απέτρεψαν την εισβολή.
Κατάφεραν όμως οι Τούρκοι να μπουν στο σπίτι του διερμηνέα της ρωσικής πρεσβείας Φοντόν, ο οποίος μόλις κατάφερε να σωθεί. Όσοι κρύβονταν όμως στην οικία του, κατακρεουργήθηκαν. Πολλοί δολοφονούνταν τη νύχτα και ρίχνονταν στη θάλασσα. Οι ακτές γύρω από την Πόλη, ήταν γεμάτες με πτώματα Ελλήνων. Παλιά πλοία, γεμάτα από συλληφθέντες, δήθεν από τον εξαγριωμένο όχλο, βυθίζονταν σκόπιμα στο πέλαγος, με αποτέλεσμα τον πνιγμό εκατοντάδων αθώων.
Αλλά και οι Φαναριώτες και οι άλλοι επίσημοι, δεν είχαν καλύτερη τύχη. Ο Α. Τσιράς και ο γιος του Στέφανος, αφού υποβλήθηκαν σε φρικτά βασανιστήρια, αποκεφαλίστηκαν έξω από το σπίτι τους, επειδή ήταν Πελοποννήσιοι!
Ο Δ. Παπαρρηγόπουλος, ο αδελφός του Ιωάννης, ο Δ. Σκαναβώς, ο Π. Τσιγκής και ο πρώην διερμηνέας του στόλου Μ. Χαντζερής, απαγχονίσθηκαν. Ο Γ. Μαυροκορδάτος κρεμάστηκε από το παράθυρό του. Δολοφονήθηκαν ακόμα οι: Κ. Κάλφας, Χατζηβασίλης, Χ. Πανανός, Κ. Μάνος, Κ. Ήμερος, Ε. Δανέζης, τραπεζίτης της ρωσικής πρεσβείας, τον οποίο δεν πρόλαβε να σώσει ο Στρογκάνοφ, οι Ν. και Δ. Χαντζερής, δύο Θεραπιανοί και τρεις νεροκράτες (υπεύθυνοι για τη διανομή του νερού), με την κατηγορία ότι σκόπευαν να δηλητηριάσουν το νερό των ανακτόρων και των τουρκικών συνοικιών, ο Τσαλίκης, ο Δ. Λεβίδης και ο αδελφός του Αλέξανδρος επειδή δύο ανίψια τους υπηρετούσαν στον στρατό του Υψηλάντη.
Σφαγιάστηκε επίσης ο αδελφός του Κ. Μουρούζη, Νικόλαος.
Ανατέθηκε στον Πατριάρχη η φύλαξη της χήρας του Δ. Μουρούζη, που είχε αποκεφαλιστεί στη Σούμλα το 1812, και των έξι παιδιών της. Ο Γρηγόριος ανέθεσε τη φύλαξη τους σε δύο πρωτοσύγκελους. Την επόμενη μέρα η οικογένεια Μουρούζη φυγαδεύτηκε στην Οδησσό από τον Κυριακό Κουμπάρη και οι πρωτοσύγκελοι αποκεφαλίστηκαν!
Ο απαγχονισμός του Γρηγορίου Ε'
Τη μέρα του Πάσχα του 1821, 10 Απριλίου, έφτασε στο Πατριαρχείο ο νέος διερμηνέας Σταυράκης Αριστάρχης, που είπε στον Γρηγόριο να συγκεντρωθούν στην αίθουσα όλοι οι συνοδικοί, οι προύχοντες και όσοι είχαν δικαίωμα ψήφου για τα ζητήματα του Πατριαρχείου. Σύντομα, η αίθουσα γέμισε από Τούρκους αξιωματούχους. Ανάμεσά τους, ήταν και ο κεσεδάρης, ο αρχιδήμιος. Ο Αριστάρχης, μέσα σε νεκρική σιγή, διάβασε το φιρμάνι:
"Επειδή ο Πατριάρχης Γρηγόριος εφάνη ανάξιος του πατριαρχικού θρόνου, αχάριστος προς την Πύλην και ραδιούργος, καθίσταται έκπτωτος της θέσεώς του και του προσδιορίζεται διαμονή το Καδίκιοϊ , μέχρι νεοτέρας διαταγής".
Ο Γρηγόριος αποχώρησε αμέσως από την αίθουσα, φορώντας το ράσο του κι ένα καλυμμαύχι. Οδηγήθηκε στις φυλακές του Μποσταντζίμπαση, όπου υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια. Όταν εκλέχθηκε νέος Πατριάρχης, ο Πισιδίας Ευγένιος, ο Γρηγόριος οδηγήθηκε φρουρούμενος με μια βάρκα, στην αποβάθρα του Φαναρίου.
Εκεί τον περίμεναν πλήθος ένοπλων Τούρκων, μαινόμενος όχλος και Εβραίοι ουρλιάζοντες (Δ. Κόκκινος).
Τον μετέφεραν στην πλατεία του Φαναρίου όπου γίνονταν οι εκτελέσεις. Εξαντλημένος ο Γρηγόριος γονάτισε, αναμένονταν τον αποκεφαλισμό του. Ο δήμιος, αφού τον κλότσησε (!) του είπε: "Σήκω και βάδιζε. Δεν είναι εδώ ο τόπος του θανάτου σου". Με τη βοήθεια δύο στρατιωτών, ο Γρηγόριος σηκώθηκε και οδηγήθηκε μπροστά στην είσοδο των Πατριαρχείων. Εκεί ετοιμάστηκε η αγχόνη. Χρειάστηκε μία ώρα καθώς ο μαινόμενος όχλος, χλεύαζε και εξύβριζε τον Γρηγόριο.
Αυτός παρέμενε ακίνητος και προσευχόταν. Σε λίγο, πέρασαν στο κεφάλι του Γρηγόριου τη θηλιά και τράβηξαν το σχοινί.
Το καλυμμαύχι έπεσε και οι Τούρκοι έσπευσαν να του το φορέσουν πάλι, για να δείξουν ποιος ήταν. Λίγο αργότερα ο Γρηγόριος ξεψύχησε. Κρέμασαν τότε στον τράχηλό του τον "γιαφτά", στον οποίο αναφερόταν οι λόγοι της εκτέλεσής του. Επρόκειτο για "ψευδείς όλους και ηλιθίους, μεταξύ των οποίων ως σοβαρότερον πειστήριον της ενοχής του ότι είχε γεννηθεί εις Πελοπόννησον "όπου κατά πρώτον εξερράγη η επανάστασις", γράφει ο Δ. Κόκκινος.
Το άψυχο σώμα του Γρηγόριου, έμεινε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, που είναι κλειστή ως σήμερα, τρεις μέρες.
Με το τι ακολούθησε και τα όσα γράφτηκαν για τον Γρηγόριο, θα ασχοληθούμε στο αυριανό μας άρθρο, καθώς όλα αυτά, είναι πάρα πολλά, εντυπωσιακά και άκρως ενδιαφέροντα.
Πηγές: Διονύσιος Κόκκινος, "Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ", 6η Έκδοση, Εκδόσεις "ΜΕΛΙΣΣΑ"
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, τόμος 3, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ.
Πατέρας Γ.Δ. Μεταλληνός, «Γρηγόριος Ε'» , στην Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ - ΛΑΡΟΥΣ- ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ», τ.19.
Η δεύτερη πατριαρχία του Γρηγορίου Ε’
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1806 η Ιερά Σύνοδος της εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης εξέλεξε εκ νέου τον Γρηγορίου Ε’ ως Πατριάρχη. Ο Γρηγόριος επέστρεψε στην Πόλη στις 18 Οκτωβρίου 1806 γνωρίζοντας αποθέωση από τον λαό. Όμως και αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα για τον Γρηγόριο. Στις 5 Ιανουαρίου 1807 ο Σελίμ κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας και την ίδια μέρα ζήτησε από τον Γρηγόριο να εκδώσει συμβουλευτικόν γράμμα προς τους Έλληνες στη δημοτική γλώσσα και να τους καλεί να ταχθούν εναντίον των Ρώσων και να δηλώσουν τυφλή υποταγή στον σουλτάνο. Πραγματικά, ο Γρηγόριος έκανε ό,τι του είπε ο Σελίμ και μάλιστα έστειλε στον Μοριά τον επίσκοπο Ανδρούσης, για να συστήσει στους Έλληνες να αποφύγουν κάθε επαναστατική ενέργεια. «Πας ο αντιτασσόμενος τη εξουσία τη του Θεού διαταγή αντέστηκεν», έγραφε χαρακτηριστικά.
Ξαφνικά στις 20 Φεβρουαρίου 1807 εμφανίστηκε στον Βόσπορο μπροστά στην απροετοίμαστη Κωνσταντινούπολη, ο αγγλικός στόλος ζητώντας από τον σουλτάνο να διαλύσει τη συμμαχία του με τη Γαλλία αλλιώς θα γινόταν αγγλική απόβαση στην Πόλη.
Ο σουλτάνος με τη βοήθεια του Γάλλου στρατηγού Σεβαστιανί, αποφάσισε ν' αμυνθεί, αλλά φοβόταν πιθανή εξέγερση των Ελλήνων, υποκινούμενη από την αγγλική προπαγάνδα. Όμως ο Γρηγόριος Ε', για να διαλύσει οποιαδήποτε αμφιβολία του σουλτάνου, συγκέντρωσε 3.000 Έλληνες, οι οποίοι βοήθησαν αποφασιστικά στην ανέγερση προμαχώνων γύρω από τα ανάκτορα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.
Μάλιστα, ο Πατριάρχης επιστατούσε στην εργασία.
Τελικά, ο αγγλικός στόλος αποχώρησε από την Κωνσταντινούπολη και ο σουλτάνος εξέφρασε την ικανοποίηση του στον Πατριάρχη με τον συνήθη τρόπο των Τούρκων: του χάρισε μια εντυπωσιακή σαμουρόγουνα (με δέρμα από σαμούρι, σαρκοφάγο θηλαστικό της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης και της Ασίας με πολύτιμο γουναρικό). Μετά από λίγες μέρες ο Πατριάρχης την έκοψε στη μέση και την έδωσε σε δύο γυναίκες που του ζήτησαν βοήθεια για να παντρέψουν τις κόρες τους.
Όταν όμως τον Μάρτιο του 1807, ο Ρώσος ναύαρχος Ντμίτρι Σενιάβιν διένειμε προκηρύξεις "προς τους Χριστιανούς κατοίκους του Οθωμανικού κράτους", ο περίφημος αρματολός Νικοτσάρας, κήρυξε επανάσταση. Πράγματι, ο περιβόητος πασάς των Ιωαννίνων με ορδές Αλβανών κατέλαβε τη Θεσσαλία και υποχρέωσε τους επαναστάτες να καταφύγουν στη Σκιάθο, όπου συγκρότησαν στόλο από 70 πλοία και συνεπικουρούμενοι και από άλλους επαναστάτες έκαναν καταδρομικές επιχειρήσεις στις ακτές της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Μικράς Ασίας, έχοντας και τη στήριξη του αγγλικού στόλου. Ο σουλτάνος, κάλεσε τον Πατριάρχη να ζητήσει από τους Έλληνες να διαλυθούν. Πραγματικά, οι επαναστάτες τερμάτισαν τις επιχειρήσεις εκτός από τον Νικοτσάρα που εγκαταλείφθηκε απομονωμένος στη Σκόπελο.
Στο μεταξύ στην Κωνσταντινούπολη ξέσπασε πραξικόπημα (29 Μαΐου 1807), ο σουλτάνος Σελίμ Γ', τέθηκε υπό περιορισμό και στον θρόνο ανέβηκε ο Μουσταφά Δ'.
Στις 25 Ιουνίου 1807, υπογράφτηκε η Συνθήκη του Τιλσίτ ανάμεσα σε Ρωσία και Γαλλία, που δρομολόγησε ουσιαστικά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και προκάλεσε επαναστατικό αναβρασμό στη Βαλκανική.
Λίγο αργότερα, Ρώσοι απεσταλμένοι κατέβηκαν μέσω Σερβίας στον Όλυμπο και ξεσήκωσαν τους Έλληνες. Ο ηρωικός ιερέας Ευθύμιος Βλαχάβας, συνασπίστηκε με Τούρκους της Λάρισας και των Τρικάλων εναντίον του Αλή πασά. Μετά από εντολή του Μουσταφά, ο Γρηγόριος έστειλε επιστολή στον Βλαχάβα να σταματήσει την επανάσταση, κάτι που έγινε. Όμως ο Αλή πασάς με δόλιο τρόπο τον κάλεσε στα Γιάννενα όπου βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Συγκεκριμένα, διέταξε τους δήμιούς του να του σπάσουν τα κόκαλα και να τον κομματιάσουν στα τέσσερα (!). Κρέμασε μάλιστα από ένα κομμάτι σε τέσσερα σημεία των Ιωαννίνων για να τρομοκρατούνται οι Έλληνες κάτοικοι της πόλης.
Ο Γρηγόριος Ε', όλο αυτό το διάστημα, φρόντιζε για τα οικονομικά του Πατριαρχείου και το φιλανθρωπικό του έργο, τα ζητήματα που αφορούσαν τα μοναστήρια, τους αρχιερείς και τους άλλους κληρικούς, αλλά κυρίως για το ζήτημα της παιδείας και της μόρφωσης των Ελλήνων, κάνοντας μάλιστα ακόμα και τον Αδαμάντιο Κοραή να επαινέσει τις ενέργειές του ως "επερχόμενων αναγέννησιν της Ελλάδος".
Όμως, το έργο του αυτό διακόπηκε όταν με νέα πραξικοπηματική ενέργεια ο Μουσταφά Μπαϊρακτάρ Πασά, υποστηρικτής του Σελίμ Γ' ανέτρεψε τον Μουσταφα Δ’. Δεν πρόλαβε όμως να ενθρονίσει τον Σελίμ και αναγκάστηκε να ορίσει ως σουλτάνο τον αδελφό του σουλτάνου Μουσταφά, πρίγκιπα Μαχμούτ, ως Μαχμούτ Β'. Ο ίδιος ο Μπαϊρακτάρ έγινε Μέγας Βεζίρης και απαίτησε την άμεση απομάκρυνση του Γρηγορίου Ε'. Πραγματικά στις 10 Σεπτεμβρίου 1808, ο Γρηγόριος παραιτήθηκε και πήγε αρχικά στη Μονή Μεταμορφώσεως στη νήσο Πρίγκηπο. Μετά από ένα χρόνο παραμονής του εκεί, πήγε, ξανά στο Άγιο Όρος. Στον θρόνο ανέβηκε ο Καλλίνικος Ε'.
Ο Γρηγόριος, είχε ασκητικές τάσεις από πολύ νεαρή ηλικία γι' αυτό και στο Άγιο Όρος επιδιδόταν κυρίως σε πνευματικές ασκήσεις και μελέτες. Το 1818, τον επισκέφθηκε ο Ιωάννης Φαρμάκης ο οποίος του μίλησε, για πρώτη φορά, για την Φιλική Εταιρεία. Για το αν ο Γρηγόριος Ε', έγινε μέλος της Εταιρείας, υπάρχει διχογνωμία. Ο Διονύσιος Κόκκινος γράφει: "Ο Πατριάρχης προβλέπων ότι η ανάμειξίς του εις τα της Φιλικής Εταιρείας θα εδημιούργει αμέσους κινδύνους δια τον Ελληνισμόν αν ανεκαλύπτετο, δεν ενεγράφη εις τους καταλόγους της αλλά παρηκολούθει την δράσιν των Εταίρων. Εγνώριζε τα πάντα και ανέμενε".
Από την αλληλογραφία του κορυφαίου Φιλικού Παναγιώτη Σέκερη, φαίνεται ότι ο Πατριάρχης συνεργαζόταν με τα μέλη της Εταιρείας.
Ο αείμνηστος πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός, επιβεβαιώνει τα παραπάνω, γράφοντας ότι οι Φιλικοί τον θεωρούσαν "φίλο" τους και τον αποκαλούσαν συνθηματικά "Παλαιότερον".
Η τρίτη Πατριαρχία του Γρηγορίου Ε'
Στις 17 Δεκεμβρίου 1818, παραιτήθηκε ο Πατριάρχης Κύριλλος Στ' και την επόμενη ημέρα εκλέχθηκε αντικαταστάτης του ο Γρηγόριος Ε', ο οποίος επέστρεψε στην Πόλη στις 14 Ιανουαρίου 1819. Πρώτη του ενέργεια, ήταν η δημιουργία του φιλανθρωπικού ιδρύματος "Κιβώτιον του Ελέους", για τη βοήθεια των φτωχών και την αποφυλάκιση κρατουμένων για χρέη. Ο Ιωάννης Φιλήμων, γράφει όμως ότι το "Κιβώτιον του Ελέους", συγκέντρωσε χρήματα για τον Αγώνα.
Τον Μάρτιο του 1819, μετά από υπόδειξη του Κωνσταντίνου Κούμα, εξέδωσε τον περίφημο συνοδικό τόμο "Περί των Ελληνομουσείων", που αποτελούσε ουσιαστικά εγκύκλιο εναντίον των Διαφωτιστών και οδήγησε στο κλείσιμο σχολείων της Σμύρνης, των Κυδωνιών, της Χίου και της Λέσβου (ιησουϊτικών), ενώ προσπάθησε να επιβάλει θεολογική λογοκρισία σε όλα τα ελληνικά βιβλιοπωλεία της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα όμως, αναμόρφωσε το "Πατριαρχικό Τυπογραφείον" (1820), στο οποίο τυπώθηκε ο πρώτος τόμος της "Κιβωτού της Ελληνικής Γλώσσης", πολύτιμου για την παιδεία του Γένους Λεξικού.
Το ξέσπασμα της Επανάστασης και ο Γρηγόριος Ε'
Το γεγονός όμως που συνδέθηκε περισσότερο απ' όλα με τον Γρηγόριο Ε', ήταν η Επανάσταση του 1821, που ξέσπασε στη διάρκεια της Πατριαρχίας του.
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση στη Μολδοβλαχία, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β' αποφάσισε, υπό την πίεση των συμβούλων του και φανατισμένων μουσουλμάνων, τη σφαγή των Ελλήνων της Πόλης (μέσα Μαρτίου 1821). Έπρεπε όμως να εκδοθεί φετφάς του ανώτατου θρησκευτικού αρχηγού των Οθωμανών του σεϊχουλισμάλη Χατζή Χαλίλ Εφέντη.
Σύμφωνα με μεταγενέστερη μαρτυρία, ο Γρηγόριος για να σώσει τους ορθόδοξους Χριστιανούς, επισκέφθηκε του σεϊχουλισμάμη και τον διαβεβαίωσε ότι το Γένος δεν είχε καμία σχέση με όσα γίνονταν στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Καθώς το Κοράνι δεν επέτρεπε την τιμωρία αθώων για ένοχες ενέργγειες συγγενών τους, ο Χατζή Χαλίλ Εφέντης, ζήτησε από τον Πατριάρχη πειστήρια για να στηρίξει την εισήγησή του στον σουλτάνο. Ο Γρηγόριος με τα μέλη της Συνόδου, υπέγραψαν κείμενο αφορισμού και το παρέδωσαν στον Τούρκο θρησκευτικό ηγέτη.
Αυτός δεν ενέκρινε τη σφαγή, γεγονός το οποίο όμως είχε σαν αποτέλεσμα να εξοριστεί και να θανατωθεί! Με φετφά του νέου σεϊχουλισλάμη Φεΐζ εφέντη, που επέτρεπε την τιμωρία όλων των ενόχων, ο σουλτάνος εξέδωσε φιρμάνι με το οποίο ζητούσε από το Πατριαρχείο να αποδοκιμάσει την επανάσταση και να αφορίσει τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, τον Μιχαήλ Σούτσο και τους οπαδούς τους, προκειμένου να χορηγήσει αμνηστία.
Τελικά, λόγω της αφόρητης πίεσης, ο Γρηγόριος Ε' η Σύνοδος από 21 Αρχιερείς και λαϊκοί (ανάμεσά τους ο πρώην ηγεμόνας της Βλαχίας Σκαρλάτος Καλλιμάχης, ο μεγάλος διερμηνέας του στόλου Ν. Μουρούζης, ηγέτες των συντεχνιών κ.ά.), συνολικά 72 άτομα, εξέδωσαν, ο Πατριάρχης και οι Συνοδικοί, δύο αφορισμούς και οι λαϊκοί αποκήρυξη της Επανάστασης με αναφορά ως συνήθως, στην καλοκαγαθία του σουλτάνου. Πιθανότατα ο πρώτος αφορισμός εκδόθηκε μετά τη λειτουργία της 23ης Μαρτίου και επειδή αφορούσε την επαρχία της Ουγγροβλαχίας μόνο, δεν ικανοποίησε τον σουλτάνο, που ζήτησε και νέο αφορισμό, όλων των Χριστιανών της αυτοκρατορίας, ο οποίος εκδόθηκε στις 27 Μαρτίου. Ωστόσο, ενώ στο πρώτο κείμενο αναγράφεται "αφωρισμένοι υπάρχουσι", στο δεύτερο, η έγκλιση του ρήματος γίνεται ευκτική μέλλοντος: "αφωρισμένοι υπάρχοιεν". Στο περιβάλλον του Πατριάρχη ο σουλτάνος είχε τοποθετήσει Τουρκοκρητικούς, που γνώριζαν ελληνικά, για να μπορεί να μαθαίνει τι συζητούσαν ο Γρηγόριος με τους άλλους αρχιερείς.
Ακόμα και μετά τους δύο αφορισμούς, το κλίμα για τον Γρηγόριο ήταν πολύ βαρύ. Τόσο ξένοι πρεσβευτές, όσο και Φιλικοί, είχαν στείλει καράβια για να φύγει όποτε επιθυμούσε από την Κωνσταντινούπολη. Εκείνος όμως ήταν αμετάπειστος, αν και γνώριζε τι τον περιμένει.
"Πηγαίνω εκεί που με καλεί ο νους μου, ο μέγας κλήρος του έθνους και ο πατήρ ο ουράνιος, ο μάρτυς των ανθρωπίνων πράξεων", έλεγε στους συνομιλητές του.
Στο μεταξύ, ξεκίνησαν σφαγές των Ελλήνων της Πόλης.
Ήταν Μεγάλη Εβδομάδα του 1821 και οι Έλληνες, περνούσαν τα δικά τους πάθη. Τη Μεγάλη Δευτέρα, θανατώθηκε ο Κ. Μουρούζης. Ακολούθησανν σφαγές, κυρίως Πελοποννησίων.
Ας μην ξεχνάμε, ότι η Επανάσταση είχε ήδη ξεκινήσει και στην Ελλάδα. Οι Τούρκοι δεν σεβάστηκαν ούτε τις πρεσβείες. Καταπάτησαν την ισπανική και επιχείρησαν να εισβάλλουν και στη ρωσική. Ο πρέσβης Στρογκάνοφ και οι γενναίοι φύλακες όμως, απέτρεψαν την εισβολή.
Κατάφεραν όμως οι Τούρκοι να μπουν στο σπίτι του διερμηνέα της ρωσικής πρεσβείας Φοντόν, ο οποίος μόλις κατάφερε να σωθεί. Όσοι κρύβονταν όμως στην οικία του, κατακρεουργήθηκαν. Πολλοί δολοφονούνταν τη νύχτα και ρίχνονταν στη θάλασσα. Οι ακτές γύρω από την Πόλη, ήταν γεμάτες με πτώματα Ελλήνων. Παλιά πλοία, γεμάτα από συλληφθέντες, δήθεν από τον εξαγριωμένο όχλο, βυθίζονταν σκόπιμα στο πέλαγος, με αποτέλεσμα τον πνιγμό εκατοντάδων αθώων.
Αλλά και οι Φαναριώτες και οι άλλοι επίσημοι, δεν είχαν καλύτερη τύχη. Ο Α. Τσιράς και ο γιος του Στέφανος, αφού υποβλήθηκαν σε φρικτά βασανιστήρια, αποκεφαλίστηκαν έξω από το σπίτι τους, επειδή ήταν Πελοποννήσιοι!
Ο Δ. Παπαρρηγόπουλος, ο αδελφός του Ιωάννης, ο Δ. Σκαναβώς, ο Π. Τσιγκής και ο πρώην διερμηνέας του στόλου Μ. Χαντζερής, απαγχονίσθηκαν. Ο Γ. Μαυροκορδάτος κρεμάστηκε από το παράθυρό του. Δολοφονήθηκαν ακόμα οι: Κ. Κάλφας, Χατζηβασίλης, Χ. Πανανός, Κ. Μάνος, Κ. Ήμερος, Ε. Δανέζης, τραπεζίτης της ρωσικής πρεσβείας, τον οποίο δεν πρόλαβε να σώσει ο Στρογκάνοφ, οι Ν. και Δ. Χαντζερής, δύο Θεραπιανοί και τρεις νεροκράτες (υπεύθυνοι για τη διανομή του νερού), με την κατηγορία ότι σκόπευαν να δηλητηριάσουν το νερό των ανακτόρων και των τουρκικών συνοικιών, ο Τσαλίκης, ο Δ. Λεβίδης και ο αδελφός του Αλέξανδρος επειδή δύο ανίψια τους υπηρετούσαν στον στρατό του Υψηλάντη.
Σφαγιάστηκε επίσης ο αδελφός του Κ. Μουρούζη, Νικόλαος.
Ανατέθηκε στον Πατριάρχη η φύλαξη της χήρας του Δ. Μουρούζη, που είχε αποκεφαλιστεί στη Σούμλα το 1812, και των έξι παιδιών της. Ο Γρηγόριος ανέθεσε τη φύλαξη τους σε δύο πρωτοσύγκελους. Την επόμενη μέρα η οικογένεια Μουρούζη φυγαδεύτηκε στην Οδησσό από τον Κυριακό Κουμπάρη και οι πρωτοσύγκελοι αποκεφαλίστηκαν!
Ο απαγχονισμός του Γρηγορίου Ε'
Τη μέρα του Πάσχα του 1821, 10 Απριλίου, έφτασε στο Πατριαρχείο ο νέος διερμηνέας Σταυράκης Αριστάρχης, που είπε στον Γρηγόριο να συγκεντρωθούν στην αίθουσα όλοι οι συνοδικοί, οι προύχοντες και όσοι είχαν δικαίωμα ψήφου για τα ζητήματα του Πατριαρχείου. Σύντομα, η αίθουσα γέμισε από Τούρκους αξιωματούχους. Ανάμεσά τους, ήταν και ο κεσεδάρης, ο αρχιδήμιος. Ο Αριστάρχης, μέσα σε νεκρική σιγή, διάβασε το φιρμάνι:
"Επειδή ο Πατριάρχης Γρηγόριος εφάνη ανάξιος του πατριαρχικού θρόνου, αχάριστος προς την Πύλην και ραδιούργος, καθίσταται έκπτωτος της θέσεώς του και του προσδιορίζεται διαμονή το Καδίκιοϊ , μέχρι νεοτέρας διαταγής".
Ο Γρηγόριος αποχώρησε αμέσως από την αίθουσα, φορώντας το ράσο του κι ένα καλυμμαύχι. Οδηγήθηκε στις φυλακές του Μποσταντζίμπαση, όπου υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια. Όταν εκλέχθηκε νέος Πατριάρχης, ο Πισιδίας Ευγένιος, ο Γρηγόριος οδηγήθηκε φρουρούμενος με μια βάρκα, στην αποβάθρα του Φαναρίου.
Εκεί τον περίμεναν πλήθος ένοπλων Τούρκων, μαινόμενος όχλος και Εβραίοι ουρλιάζοντες (Δ. Κόκκινος).
Τον μετέφεραν στην πλατεία του Φαναρίου όπου γίνονταν οι εκτελέσεις. Εξαντλημένος ο Γρηγόριος γονάτισε, αναμένονταν τον αποκεφαλισμό του. Ο δήμιος, αφού τον κλότσησε (!) του είπε: "Σήκω και βάδιζε. Δεν είναι εδώ ο τόπος του θανάτου σου". Με τη βοήθεια δύο στρατιωτών, ο Γρηγόριος σηκώθηκε και οδηγήθηκε μπροστά στην είσοδο των Πατριαρχείων. Εκεί ετοιμάστηκε η αγχόνη. Χρειάστηκε μία ώρα καθώς ο μαινόμενος όχλος, χλεύαζε και εξύβριζε τον Γρηγόριο.
Αυτός παρέμενε ακίνητος και προσευχόταν. Σε λίγο, πέρασαν στο κεφάλι του Γρηγόριου τη θηλιά και τράβηξαν το σχοινί.
Το καλυμμαύχι έπεσε και οι Τούρκοι έσπευσαν να του το φορέσουν πάλι, για να δείξουν ποιος ήταν. Λίγο αργότερα ο Γρηγόριος ξεψύχησε. Κρέμασαν τότε στον τράχηλό του τον "γιαφτά", στον οποίο αναφερόταν οι λόγοι της εκτέλεσής του. Επρόκειτο για "ψευδείς όλους και ηλιθίους, μεταξύ των οποίων ως σοβαρότερον πειστήριον της ενοχής του ότι είχε γεννηθεί εις Πελοπόννησον "όπου κατά πρώτον εξερράγη η επανάστασις", γράφει ο Δ. Κόκκινος.
Το άψυχο σώμα του Γρηγόριου, έμεινε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, που είναι κλειστή ως σήμερα, τρεις μέρες.
Με το τι ακολούθησε και τα όσα γράφτηκαν για τον Γρηγόριο, θα ασχοληθούμε στο αυριανό μας άρθρο, καθώς όλα αυτά, είναι πάρα πολλά, εντυπωσιακά και άκρως ενδιαφέροντα.
Πηγές: Διονύσιος Κόκκινος, "Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ", 6η Έκδοση, Εκδόσεις "ΜΕΛΙΣΣΑ"
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ, τόμος 3, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ.
Πατέρας Γ.Δ. Μεταλληνός, «Γρηγόριος Ε'» , στην Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ - ΛΑΡΟΥΣ- ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ», τ.19.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr