Η επανάσταση του 1821 και οι σφαγές των Ελλήνων στη Θεσσαλονίκη
29.03.2021
06:24
Η Θεσσαλονίκη πριν το 1821 και οι επαναστατικές ζυμώσεις των Ελλήνων - Ο Γιουσούφ μπέης τρομοκρατεί τους Έλληνες της Θεσσαλονίκης μετά την κήρυξη της Επανάστασης στη Χαλκιδική - Ο Μεχμέτ Εμίν πασάς και οι σφαγές χιλιάδων Θεσσαλονικέων
Έχουμε ασχοληθεί και εμείς εκτεταμένα με την επανάσταση του 1821, γενικά αλλά και ειδικότερα, πολλές μάχες του αγώνα κλπ. Οι τακτικοί αναγνώστες μας ίσως έχουν προσέξει ότι δεν έχουμε ασχοληθεί πότε με την Επανάσταση του 1821 στη Θεσσαλονίκη. Και γενικότερα οι αναφορές ακόμα και σε κορυφαία πολύτομα έργα («ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ» του Δ. Κόκκινου) είναι πενιχρή. Και οι αναφορές στο διαδίκτυο για την επανάσταση του ‘21 στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας είναι αποσπασματικές και ατεκμηρίωτες.
Δημιουργείται έτσι σε πολλούς μια εύλογη απορία: μήπως δεν συμμετείχε η Θεσσαλονίκη στον Αγώνα του 1821; Η απάντηση είναι αρνητική. Οι Θεσσαλονικείς ξεσηκώθηκαν όπως και υπόλοιποι Έλληνες και πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος. Οι σφαγές χιλιάδων κατοίκων της πόλης από τους αιμοσταγείς Οθωμανούς είναι πολλές και απερίγραπτες. Πολύτιμη πηγή μας για το άρθρο αυτό είναι το βιβλίο «Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π. Χ. – 1983» του Αποστόλου Ε. Βακαλόπουλου (1909 – 2000), ενός από τους κορυφαίους Έλληνες ιστορικούς του 20ου αιώνα.
Όπως είναι γνωστό, η Θεσσαλονίκη υπήρξε μία πόλη με εντυπωσιακή παρουσία του εβραϊκού στοιχείου. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας συμβίωναν στην πόλη Έλληνες, Εβραίοι και Οθωμανοί.
Στις αρχές του 19ου αιώνα ζούσαν στην πόλη περίπου 60.000 άνθρωποι.30.000 απ’ αυτούς ήταν Οθωμανοί, 16.000 Έλληνες, 12.000 Εβραίοι και 500 Ντονμέδες (εξισλαμισμένοι Εβραίοι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας). Οι υπόλοιποι ήταν ξένοι έμποροι.
Η Θεσσαλονίκη είχε εξελιχθεί σε μεγάλο οικονομικό κέντρο της χερσονήσου του Αίμου κυρίως χάρη στο λιμάνι της. Εμπορικές συναλλαγές γίνονταν με όλες τις μεγάλες πόλεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και ευρωπαϊκές χώρες. Στις αρχές του 19ου αιώνα, λόγω των Ναπολεόντειων πολέμων, οι Έλληνες έμποροι, που ήταν κυρίαρχοι των οικονομικών δραστηριοτήτων της πόλης, βρήκαν ευκαιρία να επεκταθούν ακόμα περισσότερο.
Όμως την περίοδο ευμάρειας ήρθε να διακόψει ο αντίκτυπος που είχε στην πόλη η έκρηξη της Επανάστασης του 1821. Η θέση της Θεσσαλονίκης και η πληθυσμιακή της σύνθεση καθιστούσαν πολύ δύσκολη τη συμμετοχή των Ελλήνων της πόλης τον Αγώνα. Ωστόσο, υπήρχαν διακεκριμένα μέλη της Φιλικής Εταιρείας:Χ.Μπαλάνος, Χ.Μενεξές, Κ. Τάττης και Γ.Πάικος. Οι συνεδριάσεις των μελών της Φιλικής Εταιρείας και οι κατηχήσεις νέων φαίνεται ότι γίνονταν στη μονή Βλατάδων.
Τον Σεπτέμβριο του 1827 έφτασε στη Θεσσαλονίκη ο Χαϊρουλάχ ιμπν Σινασί Μεχμέτ αγά, που διορίστηκε μουλάς (ανώτερος δικαστής). Στο Σεγιαχτναμέ(Οδοιπορικό) του μας δίνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την πόλη. Πέρασε από την πύλη του Βαρδαρίου, την Εγνατία και αντίκρισε τα μνημεία της Θεσσαλονίκης και τους ανθρώπους της. Γράφει επιστολή στον σουλτάνο, στην οποία αναφέρει μεταξύ άλλων:«Η μεγαλειότητά σου μπορεί να είναι περήφανη που ανάμεσα στις τόσες και τόσες πόλεις που κατέχει συγκαταλέγεται και η Θεσσαλονίκη. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς; Τα τζαμιά της; Τους τεκέδες της; Τις αγορές της ή τον υπέροχο παραδεισένιο λόφο του Τσαούς Μαναστίρ(μονή Βλατάδων); Και το Γεντί Κουλέ; Και ο Κανλή Κουλές; Και ο Τοπχανές;».
Ο Οθωμανός μουλάς αναφέρει ότι η πόλη είχε το 1820 περισσότερα από 70 τζαμιά. Την ίδια εποχή άλλες μαρτυρίες κάνουν λόγο για ύπαρξη 15 περίπου ορθόδοξων εκκλησιών:Μητροπόλεως (Αγ. Δημητρίου), Αγ. Νικολάου, Αγ. Αθανασίου, Αγ. Μηνά (Yanik Manastir), Μεγάλη Παναγιά (Νέα Παναγιά), Μικρή Παναγιά (Παναγούδα), Αγίου Υπατίου(Παναγίας Δέξιας), Υπαπαντής, Αγ. Κωσταντίνου, Αγ. Θεοδώρας (Kizlar Manastir), Αγ. Γεωργίου, Αγ. Χαραλάμπους, Αγ. Αντωνίου, Αγ. Νικολάου του Ορφανού και τα παρακάτω παρεκκλήσια: Χριστού Σωτήρος, Αγ. Θεοδώρας, Αγ. Αικατερίνης (Pseudosanctus προσθέτει ο καθολικός συγγραφέας), Μονής Βλατάδων και Αγ. Ελεούσας.
Δημιουργείται έτσι σε πολλούς μια εύλογη απορία: μήπως δεν συμμετείχε η Θεσσαλονίκη στον Αγώνα του 1821; Η απάντηση είναι αρνητική. Οι Θεσσαλονικείς ξεσηκώθηκαν όπως και υπόλοιποι Έλληνες και πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος. Οι σφαγές χιλιάδων κατοίκων της πόλης από τους αιμοσταγείς Οθωμανούς είναι πολλές και απερίγραπτες. Πολύτιμη πηγή μας για το άρθρο αυτό είναι το βιβλίο «Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π. Χ. – 1983» του Αποστόλου Ε. Βακαλόπουλου (1909 – 2000), ενός από τους κορυφαίους Έλληνες ιστορικούς του 20ου αιώνα.
Όπως είναι γνωστό, η Θεσσαλονίκη υπήρξε μία πόλη με εντυπωσιακή παρουσία του εβραϊκού στοιχείου. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας συμβίωναν στην πόλη Έλληνες, Εβραίοι και Οθωμανοί.
Στις αρχές του 19ου αιώνα ζούσαν στην πόλη περίπου 60.000 άνθρωποι.30.000 απ’ αυτούς ήταν Οθωμανοί, 16.000 Έλληνες, 12.000 Εβραίοι και 500 Ντονμέδες (εξισλαμισμένοι Εβραίοι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας). Οι υπόλοιποι ήταν ξένοι έμποροι.
Η Θεσσαλονίκη είχε εξελιχθεί σε μεγάλο οικονομικό κέντρο της χερσονήσου του Αίμου κυρίως χάρη στο λιμάνι της. Εμπορικές συναλλαγές γίνονταν με όλες τις μεγάλες πόλεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και ευρωπαϊκές χώρες. Στις αρχές του 19ου αιώνα, λόγω των Ναπολεόντειων πολέμων, οι Έλληνες έμποροι, που ήταν κυρίαρχοι των οικονομικών δραστηριοτήτων της πόλης, βρήκαν ευκαιρία να επεκταθούν ακόμα περισσότερο.
Όμως την περίοδο ευμάρειας ήρθε να διακόψει ο αντίκτυπος που είχε στην πόλη η έκρηξη της Επανάστασης του 1821. Η θέση της Θεσσαλονίκης και η πληθυσμιακή της σύνθεση καθιστούσαν πολύ δύσκολη τη συμμετοχή των Ελλήνων της πόλης τον Αγώνα. Ωστόσο, υπήρχαν διακεκριμένα μέλη της Φιλικής Εταιρείας:Χ.Μπαλάνος, Χ.Μενεξές, Κ. Τάττης και Γ.Πάικος. Οι συνεδριάσεις των μελών της Φιλικής Εταιρείας και οι κατηχήσεις νέων φαίνεται ότι γίνονταν στη μονή Βλατάδων.
Τον Σεπτέμβριο του 1827 έφτασε στη Θεσσαλονίκη ο Χαϊρουλάχ ιμπν Σινασί Μεχμέτ αγά, που διορίστηκε μουλάς (ανώτερος δικαστής). Στο Σεγιαχτναμέ(Οδοιπορικό) του μας δίνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την πόλη. Πέρασε από την πύλη του Βαρδαρίου, την Εγνατία και αντίκρισε τα μνημεία της Θεσσαλονίκης και τους ανθρώπους της. Γράφει επιστολή στον σουλτάνο, στην οποία αναφέρει μεταξύ άλλων:«Η μεγαλειότητά σου μπορεί να είναι περήφανη που ανάμεσα στις τόσες και τόσες πόλεις που κατέχει συγκαταλέγεται και η Θεσσαλονίκη. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς; Τα τζαμιά της; Τους τεκέδες της; Τις αγορές της ή τον υπέροχο παραδεισένιο λόφο του Τσαούς Μαναστίρ(μονή Βλατάδων); Και το Γεντί Κουλέ; Και ο Κανλή Κουλές; Και ο Τοπχανές;».
Ο Οθωμανός μουλάς αναφέρει ότι η πόλη είχε το 1820 περισσότερα από 70 τζαμιά. Την ίδια εποχή άλλες μαρτυρίες κάνουν λόγο για ύπαρξη 15 περίπου ορθόδοξων εκκλησιών:Μητροπόλεως (Αγ. Δημητρίου), Αγ. Νικολάου, Αγ. Αθανασίου, Αγ. Μηνά (Yanik Manastir), Μεγάλη Παναγιά (Νέα Παναγιά), Μικρή Παναγιά (Παναγούδα), Αγίου Υπατίου(Παναγίας Δέξιας), Υπαπαντής, Αγ. Κωσταντίνου, Αγ. Θεοδώρας (Kizlar Manastir), Αγ. Γεωργίου, Αγ. Χαραλάμπους, Αγ. Αντωνίου, Αγ. Νικολάου του Ορφανού και τα παρακάτω παρεκκλήσια: Χριστού Σωτήρος, Αγ. Θεοδώρας, Αγ. Αικατερίνης (Pseudosanctus προσθέτει ο καθολικός συγγραφέας), Μονής Βλατάδων και Αγ. Ελεούσας.
Γύρω από τις 11 πρώτες εκκλησίες καθώς και γύρω από τη μονή Βλατάδων σχηματίζονται οι 12 ελληνικές συνοικίες. Η τουρκική ονομασία της συνοικίας της Υπαπαντής ήταν Tuzlu Cesme(αλμυρή βρύση) και της Νέας Παναγίας Kebir Manastir(μεγάλο μοναστήρι). Μια μικρή χριστιανική συνοικία ήταν της Παναγίας της Λαοδηγήτριας η Λαγουδιανής(τουρκ. Tavsan Manastir,Μονή του Λαγού, που διέσωζε τη βυζαντινή της ονομασία). Ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης συγκεντρώνει γύρω του 50 κληρικούς και λαϊκούς. Η πόλη είχε δύο μεγάλους παράλληλους δρόμους προς τη θάλασσα, την παλιά Εγνατία και την Αγίου Δημητρίου, ενώ κάθετες προς αυτές ήταν οι σημερινές Αγίας Σοφίας και Βενιζέλου. Τα σπίτια της πόλης, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, ήταν πλινθόκτιστα και φτωχικά.
Η πόλη είχε μόνο κάποιες μικρές πλατείες. Ξεχώριζαν αυτή του Ιπποδρομίου με πλατάνια και μικρά δέντρα, με φτωχικά, πλινθόκτιστα σπίτια γύρω της και του Καπανιού, στις παρυφές της Εγνατίας, στη θέση της αρχαίας αγοράς. Στο Καπάνι έφερναν οι χωρικοί από τις γύρω περιοχές τρόφιμα και ζώα για πούλημα. Ο Χαϊρουλάχ διαπίστωσε ότι οι Έλληνες είχαν κάποιες ελευθερίες: ένα δύο σχολεία και καμπάνες που χτυπάνε ελεύθερα. Στη μεγαλύτερη εκκλησία, αυτή του Αγίου Μηνά, που χτίστηκε στη θέση άλλης, πολύ παλιάς βυζαντινής που καταστράφηκε μετά από πυρκαγιά, συγκεντρώνονται οι πρόκριτοι της πόλης και συζητούν για διάφορα πατριωτικά και θρησκευτικά ζητήματα. Οι Έλληνες της Θεσσαλονίκης απολαμβάνουν και κάποιες άλλες ελευθερίες, άγνωστες στους ραγιάδες των άλλων υπόδουλων περιοχών. Κυκλοφορούν στους δρόμους με άλογα, φορούν καλά ρούχα και δεν κατεβαίνουν από το πεζοδρόμιο όταν συναντούν κάποιον Μωαμεθανό.
Όπως γράφει ο Χαϊρουλάχ, φαίνεται ότι ο Σούμπασης(αρχιαστυνόμος) Τσακίρ μπέης δέχεται τα μεγάλα φιλοδωρήματα των πλούσιων Ελλήνων και κάνει τα στραβά μάτια. Κατηχητής της Φιλικής Εταιρείας στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία ήταν ο Ιωάννης Φαρμάκης. Εκτός από όσους αναφέραμε, στη Φιλική Εταιρεία ήταν μυημένοι ο Έλληνας πρόξενος της Ρωσίας στην Θεσσαλονίκη και ο αντίστοιχος των Σερρών. Εκτός από τη Μονή Βλατάδων κατηχήσεις φαίνεται ότι γίνονταν και στην εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος.
Οι διώξεις εναντίον των Θεσσαλονικέων αρχίζουν πολύ νωρίς τον Σεπτέμβριο του 1820. Τότε συλλαμβάνεται και οδηγείται στο Διοικητήριο μπροστά στον μουτεσελίμη(αναπληρωτή του πασά)Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ Μπέη ,ένας μεσόκοπος Έλληνας, ο Μεστανές, γιατί μάθαινε στα παιδιά του τραγούδια του Ρήγα Φεραίου.
Τρομοκρατία και συλλήψεις Θεσσαλονικιών
Οι Τούρκοι υποψιάστηκαν ότι κάτι προετοιμάζεται από την πλευρά των Ελλήνων. Ο μουλάς επισκέφθηκε τον μητροπολίτη Κίτρους Ιγνάτιο και του σύατησε να συμβουλεύσει τους Έλληνες να υπακούουν στις διαταγές του μουτεσελίμη και να είναι πιστοί στους νόμους. Ωστόσο, οι Έλληνες συνέχιζαν τις επαναστατικές προετοιμασίες και οι Τούρκοι για να τους τρομοκρατήσουν τους συλλάμβαναν και τους έριχναν στα μπουντρούμια ή στον Κανλή Κουλέ (Πύργο του Αίματος), παλαιότερο όνομα του Λευκού Πύργου που είχε χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν ως φυλακή. Ο Πύργος, ήταν γεμάτος από φυλακισμένους ως επί το πλείστον Έλληνες. Πολλοί απ’ αυτούς ήταν πιασμένοι από την υγρασία και πρησμένοι από την πείνα.
Ο μουλάς γράφει προς τον σουλτάνο:
“Η ζωή εκεί μέσα είναι φρικτή, κι αν δεν έχει κανείς συντροφιά του τη σκέψη του παντοδύναμου Αλλάχ δύσκολα μπορεί να ζήσει. Είδα, κραταιότατε αυθέντη μου, φτωχά ανθρώπινα πλάσματα, που έμειναν εκεί μέσα τρείς και τέσσερις μήνες, Ρωμιοί ως επί το πλείστον, γιατί συνάντησαν στο δρόμο τον Γιουσούφ μπέη και δεν τον χαιρέτησαν όπως θα‘ πρεπε ή ακόμα γιατί μαζεύονταν στην εκκλησία του Μηνά εφέντη (Αγίου Μηνά) και συζητούσαν για το Πατριαρχείο και τον “πατρίκ εφέντη” (Πατριάρχη). Γνώρισα τον πρόκριτο των απίστων της Θεσσαλονίκης, τον Μαλάκη εφέντη, άνθρωπο θεοφοβούμενο και τίμιο, που τον φυλάκισαν γιατί, λέει, ήταν μουτεβελής (επίτροπος) της Μητρόπολης”.
Τα αντίποινα του Γιουσούφ μπέη μετά την κήρυξη της επανάστασης
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, τα πράγματα για του κατοίκους της Θεσσαλονίκης, άρχισαν να γίνονται ακόμα πιο δύσκολα. Ιδιαίτερα, όταν ο Εμμανουήλ Παπάς κήρυξε την επανάσταση στη Χαλκιδική (δείτε σχετικό μας άρθρο) ο Γιουσούφ μπέης διέταξε τους προκρίτους των περιοχών που είχε στη δικαιοδοσία του να παρουσιαστούν μπροστά του. Σκόπευε βέβαια να τους κρατήσει ως ομήρους και να εξασφαλίσει κάποια σχετική ηρεμία. Οι πρόκριτοι όμως αντιλαμβανόμενοι τον κίνδυνο, έστειλαν στη θέση τους φτωχούς χωρικούς. Ο Γιουσούφ, κατάφερε όμως και συνέλαβε κάποιους πρόκριτους. Φυλάκισε στο σημερινό Διοικητήριο της πόλης, τουλάχιστον 400 Έλληνες που τους κράτησε ως όμηρους. 100 από αυτούς, ήταν μοναχοί των μετοχίων. Τους έβριζε, τους εξευτέλιζε, τους μαστίγωνε και κάποιους τους θανάτωσε. Έστειλε δυνάμεις στον Πολύγυρο για να συλλάβει τους προκρίτους του, ωστόσο αυτοί κατάφεραν και έφυγαν. Τελικά, οι Έλληνες σκότωσαν τον βοεβόδα (διοικητή) του Πολυγύρου, μαζί με 14 άνδρες της φρουράς, ενώ άλλους τρεις, τους τραυμάτισαν.
Οι σφαγές της Θεσσαλονίκης
Μόλις έμαθε τα γεγονότα της Χαλκιδικής, ο Γιουσούφ έγινε έξαλλος: Ο “ψηλός, μελαχρινός, άγριος με κατσαρά μαλλιά” όπως περιγράφεται, Τούρκος αξιωματούχος, διέταξε να σφαγούν μπροστά του 200 Έλληνες όμηροι. Κατά την παράδοση, περιπολούσε έφιππος συνοδευόμενος από σαράντα γενίτσαρους, ενώ οι χαφιέδες του, γυρνούσαν στην πόλη και σκότωναν όποιον Έλληνα έβρισκαν μπροστά τους. Ο Χαϊρουλάχ που μέσα από τις διηγήσεις του δείχνει ότι θλίβεται για πολλά από αυτά που βλέπει, αλλά είναι ανήμπορος ν’ αντιδράσει, γράφει ότι οι ομοεθνείς του δεν λυπούνταν και δεν σέβονταν ούτε τις έγκυες γυναίκες. Έμπαιναν ετσιθελικά στα σπίτια των Ελλήνων, άρπαζαν ό,τι ήθελαν, κακοποιούσαν και σκότωναν. Ακούγονταν μόνο φωνές, κλάματα και βογκητά των Ελλήνων. Γράφει χαρακτηριστικά ο Χαϊρουλάχ: “Τι δεν είδαν τα μάτια μου κραταιότατε πατισάχ. Τι δεν αντίκρισαν... Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά την πρώτη μέρα του φεγγαριού του Μαΐου(18-19 Μαΐου) έφεραν δεμένους τον Κίτρους Μελέτιο και τους άλλους προκρίτους των Ρωμιών... Και τότε ράγισεν η καρδιά μου βλέποντας τον Μακάρ εφέντη με τ’ άσπρα του γένια και τα μακριά του μαλλιά ακατάστατα (εννοεί τον Μελέτιο) να παραδίδεται στα χέρια των “μπάσι μπουζούκ” (πρόκειται για τους περιβόητους Βασιβουζούκους, άτακτους στρατιώτες του τουρκικού στρατού) και να κομματιάζεται στη μεγάλη πλατεία του Καπανιού”.
Όπως γράφει ο Απόστολος Βακαλόπουλος, είναι η πλατεία Un Kapa (Αλευραγοράς), όπου σήμερα βρίσκεται η αγορά Βλάλη και η οδός Μενεξέ. Εκτός από τον Μελέτιο, οι Τούρκοι εκτέλεσαν εκεί τον παπά Γιάννη του Αγίου Μηνά, καθώς και άλλους πρόκριτους, τον Χριστόδουλο Μπαλάνο, τον Γεώργιο Πάικο κ.ά. Τον Χρίστο Μενεξέ, τον κρέμασαν στον μεγάλο πλάτανο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου (Ροτόντα) και στον παραθαλάσσιο Άγιο Δημήτριο όμως (σημερινό Γρηγόριο Παλαμά), εκτυλίσσονται σκηνές φρίκης. Πολλοί Έλληνες είχαν καταφύγει εκεί. Ο μαινόμενος τουρκικός όχλος έσπασε τις πόρτες και μπήκε στο ναό σφάζοντας αδιακρίτως. Όσοι δεν σφάζονται, μεταφέρονται στο Καπάνι όπου εκτελούνται. Μέσα στη σύγχυση, κάποιοι καταφέρνουν, ίσως και με δωροδοκίες, να ξεφύγουν. Βρήκαν καταφύγιο σ’ έναν τεκέ (του Αγίου Νέστορα - Fethiye, πιθανότατα), όπου οι δερβίσηδες τους έκρυψαν και τους φέρθηκαν πολύ καλά.
Η εικόνα της Θεσσαλονίκης, είναι τραγική. Οι πλατείες της είναι γεμάτες από πασσάλους και στις επάλξεις του Επταπυργίου κρέμονται κομμένα κεφάλια Ελλήνων. Πολλές εκκλησίες, όπως αυτή του Αγίου Αθανασίου, χρησιμοποιούνταν πλέον και ως φυλακές.
Κυρίως ηλικιωμένοι και γυναικόπαιδα είχαν φυλακιστεί σ’ αυτές και δεν τους έδιναν ούτε φαγητό, ούτε νερό! Συνηθισμένος τόπος βασανιστηρίων και ανασκολοπισμών ήταν για πολύ καιρό η περιοχή από την Πύλη της Καλαμαριάς (σήμερα πλατεία Σιντριβανίου) ως τους Στρατώνες.
Έγινε ή όχι η μάχη της Θεσσαλονίκης;
Οι φοβερές σφαγές της Θεσσαλονίκης, οδήγησαν στη γενίκευση της επανάστασης στη Χαλκιδική, με επικεφαλής τον Εμμανουήλ Παπά και τον Καπετάν Χάψα, όπως είδαμε σε πρόσφατο άρθρο μας:
Στη Βικιπαίδεια, διαβάζουμε ότι στις 8 Ιουνίου 1821, έγινε μάχη στη σημερινή Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκης, μεταξύ Ελλήνων, που είχαν επικεφαλής τον Σταμάτιο Χάψα και τον Αναστάσιο Χυμευτό, οπλαρχηγό από την Κασσάνδρα και των Οθωμανών, που είχαν επικεφαλής τον Αχμέτ μπέη των Γιαννιτσών. Οι Έλληνες επικράτησαν, ωστόσο αναγκάστηκαν να διαλυθούν όταν ο Μπαϊράμ πασάς, κατευθύνθηκε με 35.000 άνδρες προς τη Θεσσαλονίκη. Δεν υπάρχει αναφορά σε καμία πηγή, στο σχετικό άρθρο. Ανατρέξαμε στην ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ και στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ του Δ. Κόκκινου, δεν βρήκαμε όμως καμία απολύτως αναφορά. Σε άλλη πηγή, εντοπίσαμε ότι οι Έλληνες έφτασαν τρεις ώρες μακριά από τη Θεσσαλονίκη (με τα δεδομένα του 1821 βέβαια υπολογίζεται η απόσταση). Ο Α. Βακαλόπουλος, γράφει:
“Σχηματίζονται (στη Χαλκιδική) δύο μεγάλα σώματα, το ένα με αρχηγό τον Χάψα και το άλλο με τον Εμμ. Παπά. Αλλά τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο ύστερα από μερικές πρόσκαιρες επιτυχίες- η προφορική παράδοση λέγει ότι το σώμα του Χάψα έφτασε ως το Σέδες και άλλη, υπερβολική βέβαια, ως τον χείμαρρο Μπουγιούκ Ντερέ, κοντά στο αλλοτινό κέντρο «Roi George», (Στάση Γεωργίου σήμερα).
Οι Έλληνες νικήθηκαν και διαλύθηκαν. Δυστυχώς, δεν βρήκαμε κάποια πηγή που να αναφέρεται σε μάχη της Θεσσαλονίκης το 1821. Αν κάποιος αναγνώστης έχει σχετικά στοιχεία, θα παρακαλούσαμε να μας τα στείλει σε σχόλιο και φυσικά θα τα δημοσιεύσουμε!
Προσωρινή εκτόνωση της κατάστασης
Από το Αύγουστο του 1821, η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται. Οι εκκλησίες άνοιξαν πάλι και πολλοί φυλακισμένοι Έλληνες απελευθερώθηκαν. Στη Μητρόπολη έμειναν έγκλειστοι για 3-4 βδομάδες πολλοί Έλληνες. Άπλυτοι, νηστικοί και σχεδόν άυπνοι. Πολλοί πέθαναν και οι Τούρκοι τους πετούσαν από το κάστρο στη θάλασσα. Άλλους τους έπαιρναν οι γενίτσαροι. Τον Αύγουστο, επιτράπηκε στους Έλληνες να γυρίσουν στα σπίτια τους, τα οποία όμως είχαν καταστραφεί. Ο Χαϊρουλάχ γράφει στο σουλτάνο ότι εκτός απ’ όσα αναφέρει είδε “άλλα πολλά, που όμως δεν μπορεί να περιγράψει γιατί και η θύμησή τους ακόμα τον κάνει να ανατριχιάζει”. Κι ενώ όλες οι εκκλησίες είχαν αδειάσει, στον ναό του Αγίου Αθανασίου έμειναν ακόμα φυλακισμένοι. Λόγω της έντονης δυσοσμίας, ένα βράδυ κάποιοι γείτονες άνοιξαν την πόρτα του ναού και αντίκρισαν ένα αποκρουστικό θέαμα: περίπου 100 άνθρωποι ήταν νεκροί στο δάπεδο της εκκλησίας. Τα πτώματα τους βρίσκονταν σε αποσύνθεση. Είχαν πεθάνει από την πείνα και τη δίψα.
Μεχμέτ Εμίν πασάς : ο νέος αιμοσταγής διοικητής της Θεσσαλονίκης
Στα τέλη Σεπτεμβρίου 1821, τον Γιουσούφ αντικαθιστά ο Μεχμέτ Εμίν πασάς, επονομαζόμενος λόγω της σκληρότητας του και Εμπού Λουμπούτ (ροπαλόφορος). Αρχικά, δείχνει μια υποκριτική καλοσύνη σε Έλληνες και Ευρωπαίους. Αφού όμως καταπνίγει την εξέγερση της Χαλκιδικής, επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο. Οχύρωσε το Μεγάλο Καραμπουρνού, για ν’ ασφαλίσει το κόλπο από πιθανές αποβατικές ενέργειες των Ελλήνων. Επιβάλλει βαριές εισφορές στους Έλληνες, στραγγαλίζει μέσα στις φυλακές τον πλούσιο έμπορο και υποπρόξενο της Δανίας Μανολάκη Κυριακού, γιατί είχε στείλει 60.000 γρόσια στους μοναχούς του Αγίου Όρους. Αναγκάζει τους πλούσιους Εβραίους, ακόμα και τους Τούρκους, να του δίνουν μεγάλα χρηματικά ποσά. Όλη η πόλη βράζει εναντίον του.
Επισκέφτηκε την Αγία Σοφία, που είχε μετατραπεί σε τζαμί και διέταξε να κάψουν τρία χριστιανικά ιερά βιβλία (Ευαγγέλιο, Ψαλτήρι, Παλαιά Διαθήκη), που βρίσκονταν εκεί από το 1524! Μερικά από τα χειρόγραφα αυτά, σώθηκαν από κάποιους Έλληνες. Την περίοδο της τρομοκρατίας πολλοί νέοι εξισλαμίστηκαν βίαια. Όπως όμως αναφέρει στις 16 Δεκεμβρίου 1830 ο Γάλλος πρόξενος, ζητούσαν πλέον να ελευθερωθούν, καθώς ζούσαν ως σκλάβοι και διατράνωναν ότι είναι Έλληνες και Ορθόδοξοι.
Στις 18 Αυγούστου 1823, ο Μεχμέτ Εμίν πασάς και ο Γιουσούφ μπέης, έφυγαν από τη Θεσσαλονίκη. Ο διάδοχος του Μεχμέτ πασάς Ιμπραήμ, ήταν δίκαιος και συμπαθούσε τους Έλληνες. Η τρομοκρατία και η φρίκη για τη νύμφη του Θερμαϊκού είχαν τελειώσει...
Τα αποτελέσματα των τουρκικών θηριωδιών
Λόγω των διωγμών και της τρομοκρατίας, πολλοί Έλληνες έφυγαν από τη Θεσσαλονίκη, ενώ χιλιάδες έχασαν τη ζωή τους. Πλέον στην πόλη, έμειναν μόνο 3.000 - 4.000 Έλληνες και 100 Ευρωπαίοι, σε σύνολο 40.000. Κάποιες άλλες πηγές, μιλούν για 7.200 Έλληνες. Στην πόλη υπήρχαν (1824), 56 συναγωγές, 25 τζαμιά, 12 ελληνικές εκκλησίες, 8 τουρκικά σχολεία και 2 ελληνικά με 4 δασκάλους. Πολλοί Θεσσαλονικείς κατεβαίνουν στη νότια Ελλάδα για να πολεμήσουν. Ανάμεσα τους οι: Γεώργιος Στεργίου, Παναγιώτης Δημητρίου Καλαφάτης, που πήρε μέρος σε ναυτικές επιχειρήσεις κ.ά. Ο Θεσσαλονικιός Δημήτριος Μενεσθεύς, ήταν βασικός τυπογράφος και συνεκδότης, με τον Ιάκωβο Μάγερ, της εφημερίδας «Ελληνικά Χρονικά» στο Μεσολόγγι. Σκοτώθηκε το 1826, κατά την Έξοδο. Ο Ιωάννης Παπάφης από τη Μάλτα και ο θείος του Ιωάννης Αναστασίου από την Αίγυπτο, στέλνουν μεγάλα ποσά για τον Αγώνα.
Έτσι, παρά τις προσπάθειες και τις θυσίες των Θεσσαλονικιών, η νύμφη του Θερμαϊκού παρέμεινε υπό οθωμανική κατοχή ως τις 26 Οκτωβρίου 1912.
Σταδιακά, η πόλη άρχισε να ανακάμπτει και να αποτελεί και πάλι σπουδαίο εμπορικό κέντρο. Οι Έλληνες, αν και είχαν ν’ αντιμετωπίσουν και τους Βούλγαρους μετά το 1870, κατάφεραν τελικά να ενσωματωθούν στη μητέρα πατρίδα, έστω και με καθυστέρηση 90 περίπου χρόνων...
ΠΗΓΗ : Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος “Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π.Χ.-1983”, ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ Κ & Μ. ΑΝΤ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1983
ΥΓ. Ευχαριστούμε θερμά τους αναγνώστες του protothema.gr, για τη μεγάλη ανταπόκριση στο χθεσινό μας άρθρο “Αλήθειες για το 1821” και τα 150 περίπου σχόλιά τους. Έχουμε στη διάθεσή μας πολλά, νέα στοιχεία για την Αγία Λαύρα, το Κρυφό Σχολειό, τη στάση του Κλήρου το 1821 κλπ. Ξαναδημοσιεύουμε σήμερα ένα παλαιότερο άρθρο μας για το Κρυφό Σχολειό και θα επανέλθουμε σύντομα με νέο, εκτενές άρθρο. Θερμές ευχαριστίες ξανά. Μ.Σ.
Η πόλη είχε μόνο κάποιες μικρές πλατείες. Ξεχώριζαν αυτή του Ιπποδρομίου με πλατάνια και μικρά δέντρα, με φτωχικά, πλινθόκτιστα σπίτια γύρω της και του Καπανιού, στις παρυφές της Εγνατίας, στη θέση της αρχαίας αγοράς. Στο Καπάνι έφερναν οι χωρικοί από τις γύρω περιοχές τρόφιμα και ζώα για πούλημα. Ο Χαϊρουλάχ διαπίστωσε ότι οι Έλληνες είχαν κάποιες ελευθερίες: ένα δύο σχολεία και καμπάνες που χτυπάνε ελεύθερα. Στη μεγαλύτερη εκκλησία, αυτή του Αγίου Μηνά, που χτίστηκε στη θέση άλλης, πολύ παλιάς βυζαντινής που καταστράφηκε μετά από πυρκαγιά, συγκεντρώνονται οι πρόκριτοι της πόλης και συζητούν για διάφορα πατριωτικά και θρησκευτικά ζητήματα. Οι Έλληνες της Θεσσαλονίκης απολαμβάνουν και κάποιες άλλες ελευθερίες, άγνωστες στους ραγιάδες των άλλων υπόδουλων περιοχών. Κυκλοφορούν στους δρόμους με άλογα, φορούν καλά ρούχα και δεν κατεβαίνουν από το πεζοδρόμιο όταν συναντούν κάποιον Μωαμεθανό.
Όπως γράφει ο Χαϊρουλάχ, φαίνεται ότι ο Σούμπασης(αρχιαστυνόμος) Τσακίρ μπέης δέχεται τα μεγάλα φιλοδωρήματα των πλούσιων Ελλήνων και κάνει τα στραβά μάτια. Κατηχητής της Φιλικής Εταιρείας στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία ήταν ο Ιωάννης Φαρμάκης. Εκτός από όσους αναφέραμε, στη Φιλική Εταιρεία ήταν μυημένοι ο Έλληνας πρόξενος της Ρωσίας στην Θεσσαλονίκη και ο αντίστοιχος των Σερρών. Εκτός από τη Μονή Βλατάδων κατηχήσεις φαίνεται ότι γίνονταν και στην εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος.
Οι διώξεις εναντίον των Θεσσαλονικέων αρχίζουν πολύ νωρίς τον Σεπτέμβριο του 1820. Τότε συλλαμβάνεται και οδηγείται στο Διοικητήριο μπροστά στον μουτεσελίμη(αναπληρωτή του πασά)Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ Μπέη ,ένας μεσόκοπος Έλληνας, ο Μεστανές, γιατί μάθαινε στα παιδιά του τραγούδια του Ρήγα Φεραίου.
Τρομοκρατία και συλλήψεις Θεσσαλονικιών
Οι Τούρκοι υποψιάστηκαν ότι κάτι προετοιμάζεται από την πλευρά των Ελλήνων. Ο μουλάς επισκέφθηκε τον μητροπολίτη Κίτρους Ιγνάτιο και του σύατησε να συμβουλεύσει τους Έλληνες να υπακούουν στις διαταγές του μουτεσελίμη και να είναι πιστοί στους νόμους. Ωστόσο, οι Έλληνες συνέχιζαν τις επαναστατικές προετοιμασίες και οι Τούρκοι για να τους τρομοκρατήσουν τους συλλάμβαναν και τους έριχναν στα μπουντρούμια ή στον Κανλή Κουλέ (Πύργο του Αίματος), παλαιότερο όνομα του Λευκού Πύργου που είχε χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν ως φυλακή. Ο Πύργος, ήταν γεμάτος από φυλακισμένους ως επί το πλείστον Έλληνες. Πολλοί απ’ αυτούς ήταν πιασμένοι από την υγρασία και πρησμένοι από την πείνα.
Ο μουλάς γράφει προς τον σουλτάνο:
“Η ζωή εκεί μέσα είναι φρικτή, κι αν δεν έχει κανείς συντροφιά του τη σκέψη του παντοδύναμου Αλλάχ δύσκολα μπορεί να ζήσει. Είδα, κραταιότατε αυθέντη μου, φτωχά ανθρώπινα πλάσματα, που έμειναν εκεί μέσα τρείς και τέσσερις μήνες, Ρωμιοί ως επί το πλείστον, γιατί συνάντησαν στο δρόμο τον Γιουσούφ μπέη και δεν τον χαιρέτησαν όπως θα‘ πρεπε ή ακόμα γιατί μαζεύονταν στην εκκλησία του Μηνά εφέντη (Αγίου Μηνά) και συζητούσαν για το Πατριαρχείο και τον “πατρίκ εφέντη” (Πατριάρχη). Γνώρισα τον πρόκριτο των απίστων της Θεσσαλονίκης, τον Μαλάκη εφέντη, άνθρωπο θεοφοβούμενο και τίμιο, που τον φυλάκισαν γιατί, λέει, ήταν μουτεβελής (επίτροπος) της Μητρόπολης”.
Τα αντίποινα του Γιουσούφ μπέη μετά την κήρυξη της επανάστασης
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, τα πράγματα για του κατοίκους της Θεσσαλονίκης, άρχισαν να γίνονται ακόμα πιο δύσκολα. Ιδιαίτερα, όταν ο Εμμανουήλ Παπάς κήρυξε την επανάσταση στη Χαλκιδική (δείτε σχετικό μας άρθρο) ο Γιουσούφ μπέης διέταξε τους προκρίτους των περιοχών που είχε στη δικαιοδοσία του να παρουσιαστούν μπροστά του. Σκόπευε βέβαια να τους κρατήσει ως ομήρους και να εξασφαλίσει κάποια σχετική ηρεμία. Οι πρόκριτοι όμως αντιλαμβανόμενοι τον κίνδυνο, έστειλαν στη θέση τους φτωχούς χωρικούς. Ο Γιουσούφ, κατάφερε όμως και συνέλαβε κάποιους πρόκριτους. Φυλάκισε στο σημερινό Διοικητήριο της πόλης, τουλάχιστον 400 Έλληνες που τους κράτησε ως όμηρους. 100 από αυτούς, ήταν μοναχοί των μετοχίων. Τους έβριζε, τους εξευτέλιζε, τους μαστίγωνε και κάποιους τους θανάτωσε. Έστειλε δυνάμεις στον Πολύγυρο για να συλλάβει τους προκρίτους του, ωστόσο αυτοί κατάφεραν και έφυγαν. Τελικά, οι Έλληνες σκότωσαν τον βοεβόδα (διοικητή) του Πολυγύρου, μαζί με 14 άνδρες της φρουράς, ενώ άλλους τρεις, τους τραυμάτισαν.
Οι σφαγές της Θεσσαλονίκης
Μόλις έμαθε τα γεγονότα της Χαλκιδικής, ο Γιουσούφ έγινε έξαλλος: Ο “ψηλός, μελαχρινός, άγριος με κατσαρά μαλλιά” όπως περιγράφεται, Τούρκος αξιωματούχος, διέταξε να σφαγούν μπροστά του 200 Έλληνες όμηροι. Κατά την παράδοση, περιπολούσε έφιππος συνοδευόμενος από σαράντα γενίτσαρους, ενώ οι χαφιέδες του, γυρνούσαν στην πόλη και σκότωναν όποιον Έλληνα έβρισκαν μπροστά τους. Ο Χαϊρουλάχ που μέσα από τις διηγήσεις του δείχνει ότι θλίβεται για πολλά από αυτά που βλέπει, αλλά είναι ανήμπορος ν’ αντιδράσει, γράφει ότι οι ομοεθνείς του δεν λυπούνταν και δεν σέβονταν ούτε τις έγκυες γυναίκες. Έμπαιναν ετσιθελικά στα σπίτια των Ελλήνων, άρπαζαν ό,τι ήθελαν, κακοποιούσαν και σκότωναν. Ακούγονταν μόνο φωνές, κλάματα και βογκητά των Ελλήνων. Γράφει χαρακτηριστικά ο Χαϊρουλάχ: “Τι δεν είδαν τα μάτια μου κραταιότατε πατισάχ. Τι δεν αντίκρισαν... Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά την πρώτη μέρα του φεγγαριού του Μαΐου(18-19 Μαΐου) έφεραν δεμένους τον Κίτρους Μελέτιο και τους άλλους προκρίτους των Ρωμιών... Και τότε ράγισεν η καρδιά μου βλέποντας τον Μακάρ εφέντη με τ’ άσπρα του γένια και τα μακριά του μαλλιά ακατάστατα (εννοεί τον Μελέτιο) να παραδίδεται στα χέρια των “μπάσι μπουζούκ” (πρόκειται για τους περιβόητους Βασιβουζούκους, άτακτους στρατιώτες του τουρκικού στρατού) και να κομματιάζεται στη μεγάλη πλατεία του Καπανιού”.
Όπως γράφει ο Απόστολος Βακαλόπουλος, είναι η πλατεία Un Kapa (Αλευραγοράς), όπου σήμερα βρίσκεται η αγορά Βλάλη και η οδός Μενεξέ. Εκτός από τον Μελέτιο, οι Τούρκοι εκτέλεσαν εκεί τον παπά Γιάννη του Αγίου Μηνά, καθώς και άλλους πρόκριτους, τον Χριστόδουλο Μπαλάνο, τον Γεώργιο Πάικο κ.ά. Τον Χρίστο Μενεξέ, τον κρέμασαν στον μεγάλο πλάτανο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου (Ροτόντα) και στον παραθαλάσσιο Άγιο Δημήτριο όμως (σημερινό Γρηγόριο Παλαμά), εκτυλίσσονται σκηνές φρίκης. Πολλοί Έλληνες είχαν καταφύγει εκεί. Ο μαινόμενος τουρκικός όχλος έσπασε τις πόρτες και μπήκε στο ναό σφάζοντας αδιακρίτως. Όσοι δεν σφάζονται, μεταφέρονται στο Καπάνι όπου εκτελούνται. Μέσα στη σύγχυση, κάποιοι καταφέρνουν, ίσως και με δωροδοκίες, να ξεφύγουν. Βρήκαν καταφύγιο σ’ έναν τεκέ (του Αγίου Νέστορα - Fethiye, πιθανότατα), όπου οι δερβίσηδες τους έκρυψαν και τους φέρθηκαν πολύ καλά.
Η εικόνα της Θεσσαλονίκης, είναι τραγική. Οι πλατείες της είναι γεμάτες από πασσάλους και στις επάλξεις του Επταπυργίου κρέμονται κομμένα κεφάλια Ελλήνων. Πολλές εκκλησίες, όπως αυτή του Αγίου Αθανασίου, χρησιμοποιούνταν πλέον και ως φυλακές.
Κυρίως ηλικιωμένοι και γυναικόπαιδα είχαν φυλακιστεί σ’ αυτές και δεν τους έδιναν ούτε φαγητό, ούτε νερό! Συνηθισμένος τόπος βασανιστηρίων και ανασκολοπισμών ήταν για πολύ καιρό η περιοχή από την Πύλη της Καλαμαριάς (σήμερα πλατεία Σιντριβανίου) ως τους Στρατώνες.
Έγινε ή όχι η μάχη της Θεσσαλονίκης;
Οι φοβερές σφαγές της Θεσσαλονίκης, οδήγησαν στη γενίκευση της επανάστασης στη Χαλκιδική, με επικεφαλής τον Εμμανουήλ Παπά και τον Καπετάν Χάψα, όπως είδαμε σε πρόσφατο άρθρο μας:
Στη Βικιπαίδεια, διαβάζουμε ότι στις 8 Ιουνίου 1821, έγινε μάχη στη σημερινή Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκης, μεταξύ Ελλήνων, που είχαν επικεφαλής τον Σταμάτιο Χάψα και τον Αναστάσιο Χυμευτό, οπλαρχηγό από την Κασσάνδρα και των Οθωμανών, που είχαν επικεφαλής τον Αχμέτ μπέη των Γιαννιτσών. Οι Έλληνες επικράτησαν, ωστόσο αναγκάστηκαν να διαλυθούν όταν ο Μπαϊράμ πασάς, κατευθύνθηκε με 35.000 άνδρες προς τη Θεσσαλονίκη. Δεν υπάρχει αναφορά σε καμία πηγή, στο σχετικό άρθρο. Ανατρέξαμε στην ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ και στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ του Δ. Κόκκινου, δεν βρήκαμε όμως καμία απολύτως αναφορά. Σε άλλη πηγή, εντοπίσαμε ότι οι Έλληνες έφτασαν τρεις ώρες μακριά από τη Θεσσαλονίκη (με τα δεδομένα του 1821 βέβαια υπολογίζεται η απόσταση). Ο Α. Βακαλόπουλος, γράφει:
“Σχηματίζονται (στη Χαλκιδική) δύο μεγάλα σώματα, το ένα με αρχηγό τον Χάψα και το άλλο με τον Εμμ. Παπά. Αλλά τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο ύστερα από μερικές πρόσκαιρες επιτυχίες- η προφορική παράδοση λέγει ότι το σώμα του Χάψα έφτασε ως το Σέδες και άλλη, υπερβολική βέβαια, ως τον χείμαρρο Μπουγιούκ Ντερέ, κοντά στο αλλοτινό κέντρο «Roi George», (Στάση Γεωργίου σήμερα).
Οι Έλληνες νικήθηκαν και διαλύθηκαν. Δυστυχώς, δεν βρήκαμε κάποια πηγή που να αναφέρεται σε μάχη της Θεσσαλονίκης το 1821. Αν κάποιος αναγνώστης έχει σχετικά στοιχεία, θα παρακαλούσαμε να μας τα στείλει σε σχόλιο και φυσικά θα τα δημοσιεύσουμε!
Προσωρινή εκτόνωση της κατάστασης
Από το Αύγουστο του 1821, η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται. Οι εκκλησίες άνοιξαν πάλι και πολλοί φυλακισμένοι Έλληνες απελευθερώθηκαν. Στη Μητρόπολη έμειναν έγκλειστοι για 3-4 βδομάδες πολλοί Έλληνες. Άπλυτοι, νηστικοί και σχεδόν άυπνοι. Πολλοί πέθαναν και οι Τούρκοι τους πετούσαν από το κάστρο στη θάλασσα. Άλλους τους έπαιρναν οι γενίτσαροι. Τον Αύγουστο, επιτράπηκε στους Έλληνες να γυρίσουν στα σπίτια τους, τα οποία όμως είχαν καταστραφεί. Ο Χαϊρουλάχ γράφει στο σουλτάνο ότι εκτός απ’ όσα αναφέρει είδε “άλλα πολλά, που όμως δεν μπορεί να περιγράψει γιατί και η θύμησή τους ακόμα τον κάνει να ανατριχιάζει”. Κι ενώ όλες οι εκκλησίες είχαν αδειάσει, στον ναό του Αγίου Αθανασίου έμειναν ακόμα φυλακισμένοι. Λόγω της έντονης δυσοσμίας, ένα βράδυ κάποιοι γείτονες άνοιξαν την πόρτα του ναού και αντίκρισαν ένα αποκρουστικό θέαμα: περίπου 100 άνθρωποι ήταν νεκροί στο δάπεδο της εκκλησίας. Τα πτώματα τους βρίσκονταν σε αποσύνθεση. Είχαν πεθάνει από την πείνα και τη δίψα.
Μεχμέτ Εμίν πασάς : ο νέος αιμοσταγής διοικητής της Θεσσαλονίκης
Στα τέλη Σεπτεμβρίου 1821, τον Γιουσούφ αντικαθιστά ο Μεχμέτ Εμίν πασάς, επονομαζόμενος λόγω της σκληρότητας του και Εμπού Λουμπούτ (ροπαλόφορος). Αρχικά, δείχνει μια υποκριτική καλοσύνη σε Έλληνες και Ευρωπαίους. Αφού όμως καταπνίγει την εξέγερση της Χαλκιδικής, επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο. Οχύρωσε το Μεγάλο Καραμπουρνού, για ν’ ασφαλίσει το κόλπο από πιθανές αποβατικές ενέργειες των Ελλήνων. Επιβάλλει βαριές εισφορές στους Έλληνες, στραγγαλίζει μέσα στις φυλακές τον πλούσιο έμπορο και υποπρόξενο της Δανίας Μανολάκη Κυριακού, γιατί είχε στείλει 60.000 γρόσια στους μοναχούς του Αγίου Όρους. Αναγκάζει τους πλούσιους Εβραίους, ακόμα και τους Τούρκους, να του δίνουν μεγάλα χρηματικά ποσά. Όλη η πόλη βράζει εναντίον του.
Επισκέφτηκε την Αγία Σοφία, που είχε μετατραπεί σε τζαμί και διέταξε να κάψουν τρία χριστιανικά ιερά βιβλία (Ευαγγέλιο, Ψαλτήρι, Παλαιά Διαθήκη), που βρίσκονταν εκεί από το 1524! Μερικά από τα χειρόγραφα αυτά, σώθηκαν από κάποιους Έλληνες. Την περίοδο της τρομοκρατίας πολλοί νέοι εξισλαμίστηκαν βίαια. Όπως όμως αναφέρει στις 16 Δεκεμβρίου 1830 ο Γάλλος πρόξενος, ζητούσαν πλέον να ελευθερωθούν, καθώς ζούσαν ως σκλάβοι και διατράνωναν ότι είναι Έλληνες και Ορθόδοξοι.
Στις 18 Αυγούστου 1823, ο Μεχμέτ Εμίν πασάς και ο Γιουσούφ μπέης, έφυγαν από τη Θεσσαλονίκη. Ο διάδοχος του Μεχμέτ πασάς Ιμπραήμ, ήταν δίκαιος και συμπαθούσε τους Έλληνες. Η τρομοκρατία και η φρίκη για τη νύμφη του Θερμαϊκού είχαν τελειώσει...
Τα αποτελέσματα των τουρκικών θηριωδιών
Λόγω των διωγμών και της τρομοκρατίας, πολλοί Έλληνες έφυγαν από τη Θεσσαλονίκη, ενώ χιλιάδες έχασαν τη ζωή τους. Πλέον στην πόλη, έμειναν μόνο 3.000 - 4.000 Έλληνες και 100 Ευρωπαίοι, σε σύνολο 40.000. Κάποιες άλλες πηγές, μιλούν για 7.200 Έλληνες. Στην πόλη υπήρχαν (1824), 56 συναγωγές, 25 τζαμιά, 12 ελληνικές εκκλησίες, 8 τουρκικά σχολεία και 2 ελληνικά με 4 δασκάλους. Πολλοί Θεσσαλονικείς κατεβαίνουν στη νότια Ελλάδα για να πολεμήσουν. Ανάμεσα τους οι: Γεώργιος Στεργίου, Παναγιώτης Δημητρίου Καλαφάτης, που πήρε μέρος σε ναυτικές επιχειρήσεις κ.ά. Ο Θεσσαλονικιός Δημήτριος Μενεσθεύς, ήταν βασικός τυπογράφος και συνεκδότης, με τον Ιάκωβο Μάγερ, της εφημερίδας «Ελληνικά Χρονικά» στο Μεσολόγγι. Σκοτώθηκε το 1826, κατά την Έξοδο. Ο Ιωάννης Παπάφης από τη Μάλτα και ο θείος του Ιωάννης Αναστασίου από την Αίγυπτο, στέλνουν μεγάλα ποσά για τον Αγώνα.
Έτσι, παρά τις προσπάθειες και τις θυσίες των Θεσσαλονικιών, η νύμφη του Θερμαϊκού παρέμεινε υπό οθωμανική κατοχή ως τις 26 Οκτωβρίου 1912.
Σταδιακά, η πόλη άρχισε να ανακάμπτει και να αποτελεί και πάλι σπουδαίο εμπορικό κέντρο. Οι Έλληνες, αν και είχαν ν’ αντιμετωπίσουν και τους Βούλγαρους μετά το 1870, κατάφεραν τελικά να ενσωματωθούν στη μητέρα πατρίδα, έστω και με καθυστέρηση 90 περίπου χρόνων...
ΠΗΓΗ : Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος “Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π.Χ.-1983”, ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ Κ & Μ. ΑΝΤ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1983
ΥΓ. Ευχαριστούμε θερμά τους αναγνώστες του protothema.gr, για τη μεγάλη ανταπόκριση στο χθεσινό μας άρθρο “Αλήθειες για το 1821” και τα 150 περίπου σχόλιά τους. Έχουμε στη διάθεσή μας πολλά, νέα στοιχεία για την Αγία Λαύρα, το Κρυφό Σχολειό, τη στάση του Κλήρου το 1821 κλπ. Ξαναδημοσιεύουμε σήμερα ένα παλαιότερο άρθρο μας για το Κρυφό Σχολειό και θα επανέλθουμε σύντομα με νέο, εκτενές άρθρο. Θερμές ευχαριστίες ξανά. Μ.Σ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr