Ντέιβ Φίσγουικ: Το φτωχόπαιδο που απέκτησε τη δική του τράπεζα γίνεται ταινία
22.03.2022
23:01
Η απίστευτη ιστορία του φτωχόπαιδου από την μικρή πόλη του Μπέρνλι, που έγινε εκατομμυριούχος και τοπικός ήρωας, γίνεται ταινία - Ο 50χρονος Ντέιβ έφθασε με την κόκκινη Ferrari του αξίας 225.000 λιρών στο κινηματογραφικό πλατό, όπου η εκπληκτική ζωή του μετατρέπεται σε βιογραφική ταινία με τίτλο «Bank of Dave»
Η ζωή του ισοδυναμεί με μια διαδρομή από τη μεγάλη φτώχεια στον τεράστιο πλούτο, αλλά με μια συγκλονιστική φιλανθρωπική ανατροπή. Διότι ενώ ο Ντέιβ δούλεψε πολύ σκληρά χωρίς την υποστήριξη κανενός για να κάνει την περιουσία του πουλώντας φορτηγά και μικρά λεωφορεία, ξεκίνησε επίσης μια εκπληκτική αποστολή για να διασφαλίσει ότι όλοι οι άλλοι στην πόλη του θα ευημερούσαν δίπλα του. Πριν από έντεκα χρόνια τα έβαλε με τα ελίτ τραπεζικά ιδρύματα του Λονδίνου για να δημιουργήσει στην αγαπημένη του πόλη, το Μπέρνλι, μια κοινοτική τράπεζα – την οποία οι ντόπιοι βάφτισαν χαϊδευτικά «The Bank of Dave» –δανείζοντας χρήματα σε όσους είχαν ανάγκη να στηρίξουν τις επιχειρήσεις τους στον απόηχο της οικονομικής κρίσης .
Τώρα ζει στο Sabden, μόλις έξι μίλια από τις ρίζες του στο Μπέρνλι, σε ένα όμορφο σπίτι, έναν ολόκληρο κόσμο μακριά από το φτωχόσπιτο όπου μεγάλωσε. Εκτός από την Ferrari, έχει επίσης – και πιλοτάρει ο ίδιος– ένα ελικόπτερο που κάποτε ανήκε στον Δούκα του Γουέστμινστερ. Κάποιοι λένε ότι παρότι η περιουσία του ξεπερνά το από μισό δισεκατομμύριο λίρες, τίποτε δεν έχει αλλάξει στη συμπεριφορά του και την χαρακτηριστική του προφορά του Λάνκασιρ.
Ο Ντέιβ, ο οποίος ήταν επίσης θέμα ενός ντοκιμαντέρ του Channel 4, απέφευγε πάντα να μιλήσει για το παρελθόν του. Ωστόσο, σε μια συνέντευξη στη DAILY MAIL περιγράφει πως η φτώχεια, όχι μόνον αποτέλεσε το κίνητρο για να δουλέψει πολύ σκληρά για να αποκτήσει περιουσία , αλλά τον ώθησε στο να βοηθήσει και την κοινότητά του. «Ξέρω πώς είναι να μην έχεις απολύτως τίποτα. Δεν ξέχασα ποτέ πώς είναι να είσαι φτωχός –το κίνητρο και η αφοσίωση στον στόχο – να βγεις από τη φτώχεια- σε βοηθούν να προχωρήσεις. Η ταινία είναι ένα από τα μεγαλύτερα πράγματα που έχουν συμβεί στη ζωή μου», λέει στη συνέντευξή του. Αλλά αυτό είναι λίγο συγκρινόμενο με όλα όσα εξαιρετικά πράγματα έχει κάνει στη ζωή του και τον έφεραν εδώ που είναι σήμερα.
Μεγαλώνοντας στον παρηκασμένο βιομηχανικό αγγλικό βορρά των 70΄ς
Το 1971, όταν γεννήθηκε ο Ντέιβ, το Μπέρνλι έμοιαζε με πολλές πόλεις του Βορρά – σε παρακμή μετά την κατάρρευση της κάποτε ακμάζουσας κλωστοϋφαντουργίας και το κλείσιμο των ανθρακωρυχείων, που είχαν στηρίξει πολλές οικογένειες για γενιές. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε ένα φτωχικό σπίτι με εξωτερική τουαλέτα. Δεν υπήρχαν λεφτά για τηλεόραση και έπαιζε με τον αδελφό του στα σοκάκια της πόλης με αυτοσχέδια παιχνίδια, που έφτιαχναν με ό,τι έβρισκαν στα σκουπίδια. «Έπαιζα με τον μεγαλύτερο αδερφό μου τον Άντριου», θυμάται ο Ντέιβ.
Δείτε το βίντεο: Το τρέιλερ της ταινίας
«Πηγαίναμε στην χωματερή για να μαζέψουμε τροχούς καροτσιών, ξύλα και τούβλα, να τα καρφώσουμε για να φτιάξουμε καρτ και ποδήλατα.» Ο Ντέιβ πιστώνει στον πατέρα του, Τόνι την εργασιακή του ηθική, η οποία «σίγουρα με καθόρισε». Ο Τόνι δούλευε δύο δουλειές, ξυπνώντας στις 4.30 τα χαράματα για την πρώτη του βάρδια ως εργάτης σε φάρμα πριν πάει στη δεύτερη δουλειά του, ως προϊστάμενος σε ένα κλωστοϋφαντουργείο , το μεσημέρι. Έφευγε από τη δουλειά στις 10 το βράδυ, κάθε βράδυ. Η Κριστίν , η μητέρα του, δούλευε στο ίδιο εργοστάσιο. «Οι πολλές ώρες δουλειάς του μπαμπά σήμαιναν ότι δεν τον έβλεπα σχεδόν καθόλου…».
Τώρα ζει στο Sabden, μόλις έξι μίλια από τις ρίζες του στο Μπέρνλι, σε ένα όμορφο σπίτι, έναν ολόκληρο κόσμο μακριά από το φτωχόσπιτο όπου μεγάλωσε. Εκτός από την Ferrari, έχει επίσης – και πιλοτάρει ο ίδιος– ένα ελικόπτερο που κάποτε ανήκε στον Δούκα του Γουέστμινστερ. Κάποιοι λένε ότι παρότι η περιουσία του ξεπερνά το από μισό δισεκατομμύριο λίρες, τίποτε δεν έχει αλλάξει στη συμπεριφορά του και την χαρακτηριστική του προφορά του Λάνκασιρ.
Ο Ντέιβ, ο οποίος ήταν επίσης θέμα ενός ντοκιμαντέρ του Channel 4, απέφευγε πάντα να μιλήσει για το παρελθόν του. Ωστόσο, σε μια συνέντευξη στη DAILY MAIL περιγράφει πως η φτώχεια, όχι μόνον αποτέλεσε το κίνητρο για να δουλέψει πολύ σκληρά για να αποκτήσει περιουσία , αλλά τον ώθησε στο να βοηθήσει και την κοινότητά του. «Ξέρω πώς είναι να μην έχεις απολύτως τίποτα. Δεν ξέχασα ποτέ πώς είναι να είσαι φτωχός –το κίνητρο και η αφοσίωση στον στόχο – να βγεις από τη φτώχεια- σε βοηθούν να προχωρήσεις. Η ταινία είναι ένα από τα μεγαλύτερα πράγματα που έχουν συμβεί στη ζωή μου», λέει στη συνέντευξή του. Αλλά αυτό είναι λίγο συγκρινόμενο με όλα όσα εξαιρετικά πράγματα έχει κάνει στη ζωή του και τον έφεραν εδώ που είναι σήμερα.
Μεγαλώνοντας στον παρηκασμένο βιομηχανικό αγγλικό βορρά των 70΄ς
Το 1971, όταν γεννήθηκε ο Ντέιβ, το Μπέρνλι έμοιαζε με πολλές πόλεις του Βορρά – σε παρακμή μετά την κατάρρευση της κάποτε ακμάζουσας κλωστοϋφαντουργίας και το κλείσιμο των ανθρακωρυχείων, που είχαν στηρίξει πολλές οικογένειες για γενιές. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε ένα φτωχικό σπίτι με εξωτερική τουαλέτα. Δεν υπήρχαν λεφτά για τηλεόραση και έπαιζε με τον αδελφό του στα σοκάκια της πόλης με αυτοσχέδια παιχνίδια, που έφτιαχναν με ό,τι έβρισκαν στα σκουπίδια. «Έπαιζα με τον μεγαλύτερο αδερφό μου τον Άντριου», θυμάται ο Ντέιβ.
Δείτε το βίντεο: Το τρέιλερ της ταινίας
«Πηγαίναμε στην χωματερή για να μαζέψουμε τροχούς καροτσιών, ξύλα και τούβλα, να τα καρφώσουμε για να φτιάξουμε καρτ και ποδήλατα.» Ο Ντέιβ πιστώνει στον πατέρα του, Τόνι την εργασιακή του ηθική, η οποία «σίγουρα με καθόρισε». Ο Τόνι δούλευε δύο δουλειές, ξυπνώντας στις 4.30 τα χαράματα για την πρώτη του βάρδια ως εργάτης σε φάρμα πριν πάει στη δεύτερη δουλειά του, ως προϊστάμενος σε ένα κλωστοϋφαντουργείο , το μεσημέρι. Έφευγε από τη δουλειά στις 10 το βράδυ, κάθε βράδυ. Η Κριστίν , η μητέρα του, δούλευε στο ίδιο εργοστάσιο. «Οι πολλές ώρες δουλειάς του μπαμπά σήμαιναν ότι δεν τον έβλεπα σχεδόν καθόλου…».
Πολυτχνίτης, ερημοσπίτης, εργατικός και ευρηματικός
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 υπήρχαν ελάχιστες επιλογές για δουλειά έξω από τα εργοστάσια ή τα εργοτάξια για εφήβους και ο 15χρονος Ντέιβ, έχοντας βαρεθεί το σχολείο που τον έκανε να νιώθει χαζός- καθώς συχνά έπεφτε θύμα bullying λόγω των χοντρών φακών στα γυαλιά του- διάλεξε το δεύτερο. Για 18 μήνες κέρδιζε 5,50 λίρες την ημέρα για τη σκληρότερη χειρωνακτική εργασία που έχει κάνει : «Κουβαλούσα σάκους άμμο και τσιμέντο από τις σκάλες. Θυμάμαι ότι καθόμουν στο πίσω μέρος ενός φορτηγού γεμάτου με άμμο, φυσούσε και ερχόταν όλη στο πρόσωπό μου και σκεφτόμουν, «Πρέπει να υπάρχει κάτι περισσότερο στη ζωή από αυτό». Αυτή όμως η δουλειά του έμαθε κάποια πράγματα σχετικά με την οικοδομή.
Έχοντας από μικρός πάθος για τα αυτοκίνητα, ο Ντέιβ, μόλις στα 17 του χρόνια, άρχισε να τριγυρνάει στα γκαράζ, ζητώντας να του δώσουν μια ευκαιρία. Κάποιος τον άφησε να καθαρίσει και να πουλήσει ένα Vauxhall Cavalier. Οποιοδήποτε κέρδος άνω των 70 λιρών μπορούσε να το κρατήσει- αυτή ήταν η συμφωνία. Η προσφορά αυτή άλλαξε τη ζωή του Ντέιβ. «Το πούλησα για 97 λίρες, βγάζοντας 27 λίρες – μισθούς μιας εβδομάδας σε μερικές ώρες. Κάτι ξεκινούσε.»
Ήθελε να φτιάξει μια δική του τέτοια επιχείρηση, ωστόσο ο δανεισμός χρημάτων αποδείχθηκε αδύνατος. Οι τράπεζες, λέει, απλώς δεν του δάνειζαν τίποτα. Ορκίστηκε λοιπόν να το κάνει με τον δικό του τρόπο – να αποφύγει το χρέος και να πληρώνει προκαταβολικά για τα πάντα. Ζώντας στο σπίτι ενός φίλου του, με κρεβάτι του ένα στρώμα στο πάτωμα, επανέλαβε τη δουλειά με τα αυτοκίνητα και συμπλήρωνε το εισόδημά του παίζοντας ως DJ για μερικά χρόνια, συχνά έξι νύχτες την εβδομάδα. Τα χρήματα από τις πωλήσεις των αυτοκινήτων, τα αποταμίευε.
Σύντομα είχε αρκετά για να αγοράσει το δικό του γκαράζ στο κοντινό Nelson, πουλώντας ο ίδιος αυτοκίνητα. Αλλά και αυτό δεν χαλάρωσε τους ρυθμούς του. Ανέλαβε μια τρίτη δουλειά πουλώντας ρούχα σε μια αγορά στο Μάντσεστερ, πηγαίνοντας με έναν φίλο του, που πήγαινε εκεί στις 3 τα χαράματα ούτως ή άλλως για δική του δουλειά. «Εκμεταλλευόμουν στο έπακρο μια δωρεάν διαδρομή και μπορούσα να βγάλω άλλες 20 ή 30 λίρες τη φορά.»
Εκείνη την εποχή, τα ακίνητα στην περιοχή ήταν σχετικά φθηνά και ο Ντέιβ πήρε μια άλλη σοφή απόφαση. Με 4.200 λίρες από τις οικονομίες του αγόρασε ένα διώροφο σπίτι με τέσσερα δωμάτια - αν και είχε δομικά προβλήματα. Με τη χαρακτηριστική του προσέγγιση «μπορώ να το φτιάξω μόνος μου» ο Ντέιβ ξεκίνησε την επισκευή. «Παράτησα τη δουλειά του DJ και άρχισα να φτιάχνω αυτό το σπίτι. Τελικά το έφτιαξα, το νοίκιασα και έπαιρνα ετήσιο ενοίκιο 2.000 λίρες – απόδοση περίπου 50 τοις εκατό σε ένα χρόνο». Στη συνέχεια, αγόρασε ένα άλλο σπίτι και μετά κάποιο άλλο. «Πραγματική καμπή ήταν όταν αγόρασα ένα αγρόκτημα για 100.000 λίρες, το πλήρωσα προκαταβολικά καθώς οι τράπεζες δεν μου έδιναν δάνειο, το επισκεύασα, το ανακαίνισα και το πούλησα για 500.000 λίρες.»
Όμως τα αυτοκίνητα ήταν πάντα το μεγάλο του πάθος και σύντομα εντόπισε ένα κενό στην αγορά για εταιρείες που πουλούσαν φορτηγά και μικρά λεωφορεία: ίδρυσε τη δική του εταιρεία, David Fishwick Minibus Sales, η οποία έγινε μεγάλη επιτυχία. Η επιχείρηση εξακολουθεί να λειτουργεί, πουλώντας οχήματα σε όλο τον κόσμο. Όμως το 2009 το οικονομικό κραχ έκανε τις τράπεζες να αποσύρουν τα δάνεια των πελατών του, εμποδίζοντάς τους να αγοράσουν και απειλώντας το μέλλον της επιχείρησής του.
Φτιάχνοντας μια τράπεζα για τον κόσμο - κέρδη σε φιλανθρωπίες
Απογοητευμένος από τις εξελίξεις, αλλά ήδη αυτοδημιούργητος εκατομμυριούχος, ο Ντέιβ αποφάσισε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του – και άρχισε να δανείζει τα δικά του χρήματα στους ντόπιους πελάτες του. «Οι τράπεζες ήταν απίστευτα σκληρές. Οι τοπικές επιχειρήσεις δυσκολεύονταν τρομερά. Οι περισσότερες από αυτές τις επιχειρήσεις επέστρεψαν τα χρήματα στην ώρα τους.
Το ποσοστό υπερημερίας ήταν χαμηλό. Ήθελα να βοηθήσω », είπε στη συνέντευξή του. Ήταν τέτοια η επιτυχία που άνοιξε τη δική του «τράπεζα» –η οποία αργότερα έγινε η «Burnley Savings And Loans»– τον Σεπτέμβριο του 2011. Το ότι δεν είχε εμπειρία στον τραπεζικό τομέα, ή άδεια για τράπεζα , δεν τον πτόησε. Ενώ περίμενε την άδεια, εγκαταστάθηκε στο κέντρο της πόλης και – μη μπορώντας να αποκαλέσει τον εαυτό του τράπεζα χωρίς άδεια –έβαλε στο γραφείο του μια ταμπέλα που έγραφε απλώς «Bank on Dave!» (μτφ. Βασισθείτε στον Ντέιβ).
Η Bank Of Dave χρησιμοποίησε ένα μοναδικό μοντέλο δανεισμού. Συνέδεσε τους αποταμιευτές στο Μπέρνλι, που κέρδιζαν ασήμαντους τόκους στις καταθέσεις τους με τοπικές επιχειρήσεις που είχαν απεγνωσμένα ανάγκη δανείων. Οι δανειολήπτες με καλό πιστωτικό ιστορικό χρεώθηκαν με τόκο 8,9%, ενώ οι επενδυτές μπορούσαν να βγάλουν κέρδος 5% από τις αποταμιεύσεις τους. Τα όποια κέρδη πήγαιναν σε φιλανθρωπικούς σκοπούς. Οι αιτούντες για δάνεια αξιολογήθηκαν από έναν διευθυντή τοπικής τράπεζας, ο οποίος λάμβανε αποφάσεις με βάση βαθιά προσωπική γνώση και όχι τον αλγόριθμο που χρησιμοποιούν οι μεγάλες τράπεζες για την αποδοχή ή την απόρριψη των αιτούντων. Στην αρχή, ο Ντέιβ εξέταζε ακόμη και προσωπικά τον καθένα ο ίδιος. «Έχω ποσοστό αποπληρωμής 97-98 % και νομίζω ότι αυτό συμβαίνει επειδή πάντα λέω στους πελάτες ότι για κάθε μία λίρα που δεν επιστρέφουν, είναι μία λίρα που δεν μπορώ να δανείσω σε κάποιον άλλο», έλεγε τότε ο Ντέιβ.
Φυσικά οι ειδικοί τον σνόμπαραν, αλλά εκείνος τους έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια. Ένας τέτοιος ειδικός του είπε: «Αν πήγαινες στο σωστό σχολείο και είχες τους σωστούς γονείς, θα μπορούσες να θεωρηθείς κατάλληλος για να ασχοληθείς με τον τραπεζικό κλάδο… δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι είσαι». «Ήταν σοκαριστικό», αναλογίζεται ο Ντέιβ, «αλλά, αυτή η απόρριψη με έκανε να θέλω να πετύχω ακόμα περισσότερο».
Και αυτό ακριβώς έκανε. Η επιχείρηση σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Μετά από έξι μήνες συναλλαγών, η τράπεζα είχε ήδη ένα ικανοποιητικό κέρδος, το οποίο ο Ντέιβ μοίρασε σε διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων τραπεζών τροφίμων και κοινοτικών κέντρων. Τα τελευταία δέκα χρόνια έχει δανείσει σχεδόν 30 εκατομμύρια λίρες και έχει μια λίστα αναμονής τριών ετών για τους πελάτες να ανοίξουν λογαριασμό ταμιευτηρίου. Πολλές τοπικές επιχειρήσεις ξέρουν πως θα είχαν βάλει λουκέτο μέσα στην κρίση αν δεν υπήρχε η Bank of Dave.
Ενα μυαλλο που στριφογυρίζει σαν κύβος του Ρούμπικ
Παρά το γεγονός ότι παραμένει χαμηλών τόνων και ταπεινός, ο Ντέιβ δεν έχει καμία αναστολή στο να απολαμβάνει τα προνόμια της ευμάρειάς του από τη δική του προσωπική σκληρή δουλειά, όπως τη Ferrari και το ελικόπτερό του. «Έμαθα πώς να το πετάω στα 20 μου, με μεταχειρισμένα βιβλία. Είναι ένα πρακτικό εργαλείο για να κυκλοφορώ – πρόσφατα πέταξα στη Γαλλία – αλλά το σημαντικότερο είναι ότι είναι το μόνο πράγμα που απενεργοποιεί τον εγκέφαλό μου από άλλα πράγματα. Νιώθω γαλήνη. Διαφορετικά, το μυαλό μου στριφογυρίζει διαρκώς σαν κύβος του Ρούμπικ.
Η επιτυχία ήταν μεγάλη, καθώς άνοιξε τις πόρτες και είναι δύσκολο να έχεις μια κανονική ζωή ταυτόχρονα. Η επιτυχία δεν μου χαρίσθηκε. Νομίζω ότι, για αυτόν τον λόγο, ο κόσμος δεν ενοχλείται που έχω ένα ελικόπτερο και μερικά φανταχτερά αυτοκίνητα ». Γι’ αυτόν, το μεγάλο αστέρι της ταινίας, που είναι αποφασισμένος να δικαιώσει, είναι η αγαπημένη του πόλη, το Μπέρνλι και οι άνθρωποι που ζουν εκεί. «Ελπίζω ότι η ταινία θα δείξει το Μπέρνλι με θετικό φως στην παγκόσμια σκηνή. Είναι μια υπέροχη πόλη με μια δεμένη κοινότητα και έχω την ευλογία να την αποκαλώ σπίτι μου».
Ξεκαθαρίζουν και πληρώνονται οι τελευταίες αποζημιώσεις ενοικίων
Τα δύο διαφορετικά πρόσωπα του Αλέν Ντελόν: Γόης στο πανί, ακραίος και κυνικός στη ζωή
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr