Η μάχη της Μαγνησίας το 190 π.X.: Πώς οι Ρωμαίοι κατέλαβαν τη Μικρά Ασία

Τι προηγήθηκε της μάχης της Μαγνησίας - Ο Αντίοχος Γ’ και ο Φίλιππος Ε’ της Μακεδονίας - Οι μάχες στις Κυνός Κεφαλές και τις Θερμοπύλες - Η μάχη της Μαγνησίας του Σιπύλου (190 π.Χ.) - Ο ρωμαϊκός θρίαμβος και οι τεράστιες απώλειες του Αντίοχου Γ’ - Τα επακόλουθα της επικράτησης των Ρωμαίων

Ένα από τα, όχι πολύ γνωστά, ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη είναι «Η Μάχη της Μαγνησίας». Το συγκεκριμένο ποίημα θα το παραθέσουμε στο τέλος του άρθρου. Αν το διαβάσει κάποιος θα αρχίσει να αναρωτιέται σε ποιον Φίλιππο, ποιον Αντίοχο και ποια Μαγνησία αναφέρεται ο μεγάλος Αλεξανδρινός ποιητής. Πραγματικά η συγκεκριμένη μάχη που έγινε το 190 π.Χ. δεν έχει «φωτιστεί» αρκετά αν και είχε τεράστια σημασία καθώς μετά τη νίκη των Ρωμαίων επί του Αντίοχου Γ’ άρχισε η κατάληψη της Μικράς Ασίας από αυτούς.

Φίλιππος Ε’ και Αντίοχος Γ’

«Πρωταγωνιστές του ποιήματος του Καβάφη είναι ο Φίλιππος Ε’ της Μακεδονίας και ο Αντίοχος Γ’ της δυναστείας των Σελευκιδών. Και οι δύο κατάγονταν από Μακεδόνες στρατηγούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Φίλιππος Ε’ μετά το τέλος του Α’ Μακεδονικού Πολέμου (214-205 π.Χ.) και την επικράτησή του επί των άλλων ελληνικών πόλεων ξεκίνησε μια άκρως επεκτατική πολιτική. Το 203 π.Χ. υπέγραψε μυστική συμφωνία με τον Αντίοχο Γ’ σε βάρος των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, καθώς ο Πτολεμαίος Δ’ ο Φιλοπάτωρ πέθανε το 204 π.Χ. και άφησε στον θρόνο τον εξάχρονο γιο του Πτολεμαίο Ε’ που ήταν τρισέγγονος του Πτολεμαίου Α’ του Σωτήρα, ενός από τους στρατηγούς του Αλέξανδρου και αρχικούς διαδόχους του. Το 201 π.Χ. ο Φίλιππος εισέβαλε στις παρυφές του βασιλείου του Πτολεμαίου λεηλατώντας πόλεις στη σημερινή δυτική Τουρκία.

Η Ρόδος και η Πέργαμος που ήταν σύμμαχοι των Ρωμαίων θορυβήθηκαν πολύ με την επεκτατική διάθεση του Φίλιππου καθώς θεωρούσαν ότι έρχεται σε αντίθεση με τα δικά τους συμφέροντα στην περιοχή και κάλεσαν σε βοήθεια τους Ρωμαίους. Ταυτόχρονα ξέσπασε πόλεμος μεταξύ της πόλης της Αθήνας και της Μακεδονίας. Η Ρώμη έστειλε στον Φίλιππο τελεσίγραφο να μην επιτεθεί σε καμία από τις περιοχές του Πτολεμαίου και να μην εμπλακεί σε καμία σύγκρουση με τους συμμάχους της ανάμεσα στους οποίους ήταν και η Αθήνα. Ο Φίλιππος αρνήθηκε και έτσι ξέσπασε ο Δεύτερος Μακεδονικός Πόλεμος. Οι Ρωμαίοι εκτός από τους ως τότε συμμάχους τους εξασφάλισαν τη στήριξη των βασιλιάδων Αμυνάνδρου των Αθαμάνων και Βάτωνος των Δαρδάνων καθώς και του άρχοντα των Ιλλυριών Πλευράτου. Και η διστακτική αρχικά Αχαϊκή Συμπολιτεία κινήθηκε εναντίον του Φίλιππου το 199 π.Χ.

Λίγο πριν την καθοριστική μάχη στις Κυνός Κεφαλές της Θεσσαλίας (κοντά στα Φάρσαλα), προσχώρησαν στη ρωμαϊκή συμμαχία ο Νάβις, βασιλιάς της Σπάρτης και πόλεις της Κρήτης. Από την άλλη πλευρά, σύμμαχοι του Φίλιππου ήταν μόνο οι Ηπειρώτες και οι Αιτωλοί. Στη μάχη των Κυνός Κεφαλών επικεφαλής των Ρωμαίων ήταν ο Τίτος Κόιντος Φλαμινιανός. Η καθοριστική σύγκρουση έγινε τον Ιούνιο του 197 π.Χ.

Οι Ρωμαίοι κατάφεραν τελικά να πετύχουν μια πολύ μεγάλη νίκη. 8.000 άνδρες του Φίλιππου σκοτώθηκαν και περίπου 5.000 αιχμαλωτίστηκαν για να πουληθούν ως δούλοι. Οι Ρωμαίοι έχασαν μόνο 700 άνδρες. Ο Μακεδόνας βασιλιάς αναγκάστηκε να δεχθεί τους ταπεινωτικούς όρους της ειρήνης οι οποίοι θα είχαν επιπτώσεις για πολλά χρόνια. Υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει όλη τη νότια Ελλάδα και να παραδώσει τις περιοχές που κατείχε στη Θράκη και τη Μικρά Ασία. Επίσης έπρεπε να πληρώσει πολεμική αποζημίωση, που αναφερόταν ως φόρος υποτελείας και να διαλύσει το πολεμικό ναυτικό του. Εξαναγκάστηκε επίσης να γίνει σύμμαχος των Ρωμαίων ως «πελατειακός βασιλιάς» και τέλος, έστειλε τον γιο του Δημήτριο ως όμηρο στη Ρώμη.

Από την άλλη πλευρά ο Αντίοχος Γ’ μεταξύ 200 και 198 π.Χ. ολοκλήρωσε την κατάκτηση της Κοίλης Συρίας, ενώ με την κήρυξη του Β’ Μακεδονικού Πολέμου και την εμπλοκή σε αυτόν του Φίλιππου και των Ρόδιων βρήκε την ευκαιρία να προσαρτήσει τις πατρογονικές του κτήσεις στη Μικρά Ασία και τη Θράκη. Τα αμέσως επόμενα χρόνια κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας βρίσκοντας ουσιαστική αντίσταση μόνο στη Σμύρνη και τη Λάμψακο, που θέλοντας να υπερασπιστούν την ελευθερία τους ζήτησαν βοήθεια από τους Ρωμαίους. Οι υπόλοιπες μικρασιατικές πόλεις δεν εκδήλωσαν, αρχικά τουλάχιστον, την αντίθεσή τους στην κυριαρχία του Αντίοχου καθώς αυτός φρόντισε δίνοντάς τους εσωτερική αυτονομία και πολλά προνόμια να δημιουργήσει στις πόλεις ένα αίσθημα ελευθερίας.

Μεταξύ 196 και 193 π.Χ. υπήρξαν πολλές ανταλλαγές διπλωματικών αποστολών του Αντίοχου με τη Ρώμη εν μέσω των πολεμικών του επιχειρήσεων, όμως δεν επιτεύχθηκε κάποια συμφωνία για την εδραίωση της ειρήνης.

Έτσι στο τέλος του 192 π.Χ. το κράτους του Αντίοχου είχε επεκταθεί σημαντικά στη Μικρά Ασία όπου οι περισσότερες παραλιακές πόλεις είχαν αναγνωρίσει την κυριαρχία του, όπως επίσης και στις πόλεις της Χερσονήσου και στα θρακικά παράλια του Αιγαίου. Η επέκταση αυτή του Αντίοχου ήταν ο βασικότερος παράγοντας της σύγκρουσής του με τη Ρώμη.

Αφορμή για τον πόλεμο έδωσαν οι Αιτωλοί που μετά την έκβαση του Β’ Μακεδονικού Πολέμου στράφηκαν προς τον Αντίοχο ζητώντας του να επέμβει στην Ελλάδα. Μετά τους Αιτωλούς τη βοήθεια του Αντίοχου ζήτησαν και οι κάτοικοι της Μαγνησίας. Οι Βοιωτοί, οι Ευβοείς, οι υπόλοιποι Θεσσαλοί, οι Αθαμάνες, οι Ακαρνάνες και πολλοί Ηπειρώτες στον ελλαδικό χώρο όπως και η Βιθυνία, η Καππαδοκία από τη Μικρά Ασία συμμάχησαν με τον Αντίοχο ή κράτησαν φιλική στάση απέναντί του. Ξεχωριστή αναφορά θα κάνουμε στους Γαλάτες ή Γαλλογραικούς (Gallograeci κατά τον Λίβιο, Ελληνογαλάτες κατά τον Στράβωνα). Ήταν κελτικά φύλα που είχαν εγκατασταθεί στη Μικρά Ασία από τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. (πιθανότατα μετά την ήττα τους στις Θερμοπύλες και στους Δελφούς το 280/279 π.Χ. από τους Έλληνες όπως είχαμε γράψει σε άρθρο μας στις 17/12/2016) και είχαν υιοθετήσει πολλά ελληνικά έθιμα και τους θεούς των Ελλήνων. Σε αυτούς απευθύνεται η «Προς Γαλάτας» επιστολή του Απόστολου Παύλου. Με τους Ρωμαίους τάχθηκαν η Αχαϊκή Συμπολιτεία, στην οποία πλέον ανήκε και η Λακωνία με την Σπάρτη, ο βασιλιάς Φίλιππος Ε’ της Μακεδονίας όπως είδαμε παραπάνω, ο βασιλιάς της Περγάμου Ευμένης Β’, οι Ρόδιοι και οι σύμμαχοί τους, η Σμύρνη, η Λάμψακος και η Αλεξάνδρεια Τρωάς.

Το 192 π.Χ. ο Αντίοχος πέρασε τον Ελλήσποντο επικεφαλής ενός «απελευθερωτικού στρατού». Η Ρώμη κήρυξε τον πόλεμο εναντίον του και άρχισε να συγκεντρώνει στρατεύματα για να τον αντιμετωπίσει. Η σύγκρουση του Αντίοχου και των συμμάχων του με τους Ρωμαίους που είχαν επικεφαλής τον Μάνιο Ακίνιο Γλαβρίωνα, ενώ η στρατιά τους αποτελούνταν από 2.000 ιππείς, 20.000 πεζούς και μερικούς ελέφαντες έγινε στις Θερμοπύλες. Ο Αντίοχος υπέστη πανωλεθρία χάνοντας όλους τους άνδρες του (κατά τον Αππιανό) ενώ οι Ρωμαίοι έχασαν μόλις 200.



Πριν τη μάχη της Μαγνησίας

Μετά την ήττα του στις Θερμοπύλες ο Αντίοχος αποσύρθηκε από την Ελλάδα και επέστρεψε στην Έφεσο. Πίστευε ότι οι Ρωμαίοι δεν θα κινούνταν προς τη Μικρά Ασία. Ο Φλαμινίνος είχε υποσχεθεί ότι οι Έλληνες θα ελευθερώνονταν από τον Αντίοχο όμως ο Μάνιος πριν τη μάχη στις Θερμοπύλες, είπε στους στρατιώτες του ότι αν νικήσουν:

«… θα ανοίξετε τον δρόμο προς την Ασία, τη Συρία και όλα τα πλούσια βασίλεια της Ανατολής ώστε να υποταχθούν στη Ρώμη. Τι θα μπορέσει τότε να μας εμποδίσει να επεκτείνουμε την κυριαρχία μας από τα Γάδειρα μέχρι την Ερυθρά Θάλασσα, χωρίς άλλο όριο πέρα από τον ωκεανό που περικλείει τον κόσμο κάνοντας όλη την ανθρωπότητα να βλέπει τη Ρώμη με σεβασμό που θα έρχεται δεύτερος μόνο σε εκείνον που αποτείνεται στους θεούς; Αποδειχθείτε άξιοι στην καρδιά και στον νου για τέτοιες τεράστιες ανταμοιβές ώστε να πάμε αύριο στη μάχη σίγουροι ότι οι θεοί θα είναι με το μέρος μας…».

Ο Φλαμινίνος, νικητής της μάχης στις Κυνός Κεφαλές, είχε πει συνεπώς ψέματα όταν μιλούσε για «απελευθέρωση των Ελλήνων» και είχαν δίκιο οι Αιτωλοί που έλεγαν ότι οι Ρωμαίοι δεν προσπαθούσαν να απελευθερώσουν την Ελλάδα αλλά να κυριαρχήσουν σε αυτήν. Απλά η αφορμή που αναζητούσαν τους δόθηκε από την εκστρατεία του Αντίοχου στην Ελλάδα.

Ο Αντίοχος είχε σαν σύμβουλο τον Αννίβα, τον σπουδαίο Καρχηδόνιο στρατηλάτη. Αυτός του υπέδειξε να μην εκστρατεύσει στην Ελλάδα αλλά ο Αντίοχος δεν τον άκουσε… Όταν όμως του είπε επίμονα ότι οι Ρωμαίοι θα έρχονταν σίγουρα να τον βρουν, ο Αντίοχος πείστηκε, συγκέντρωσε στρατό και ναυτικό και ετοιμάστηκε να τους αντιμετωπίσει.

Το ναυτικό του Αντίοχου υπό την ηγεσία του Αννίβα και του εξαιρετικού Πολυξενίδα, υπασπιστή του βασιλιά πολέμησε σε πολλές ναυμαχίες (ναυμαχία του Κωρύκου το 191 π.Χ., ναυμαχία της Σίδης το 190 π.Χ., ναυμαχία της Μυοννήσου το 180 π.Χ.). Οι Ρωμαίοι με τη βοήθεια των συμμάχων τους της Ρόδου και της Περγάμου που έκαναν επιδρομές στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας κατάφεραν να εκδιώξουν τον Αντίοχο από τη θάλασσα και πέρασαν τον Ελλήσποντο φτάνοντας στη Μικρά Ασία. Βλέποντας την εξέλιξη αυτή, ο Αντίοχος έστειλε πρεσβεία στους Ρωμαίους ζητώντας ειρήνη και υποσχόμενος να σταματήσει όλες τις διεκδικήσεις του στην Ελλάδα και τις γύρω περιοχές. Όμως οι Ρωμαίοι του απάντησαν ότι το μόνο που δέχονταν ήταν η παράδοση όλων των ασιατικών περιοχών που κατείχε, ως την πλευρά των βουνών του Ταύρου που κατείχαν οι ίδιοι. Πιθανότατα γνώριζαν ότι ο Αντίοχος δεν υπήρχε περίπτωση να δεχτεί τις απαιτήσεις τους. Έτσι ο Σελευκίδης βασιλιάς ετοιμάστηκε να συγκρουστεί μαζί τους έξω από τη Μαγνησία του Σιπύλου κοντά στη σύγχρονη πόλη Μανίσα της Τουρκίας.

Η μάχη της Μαγνησίας (190 π.Χ.)

Ο Αντίοχος είχε καταφέρει να συγκεντρώσει μεγάλο αριθμό στρατευμάτων. Ο Λίβιος σίγουρα υπερβάλλοντας αναφέρεται σε 62.000 πεζούς και 12.000 ιππείς. Φαίνεται όμως ότι συνολικά οι άνδρες του ήταν γύρω στις 50.000. Από την πλευρά των Ρωμαίων, ο Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων ο Αφρικανός, ο νικητής του Αννίβα στη Ζάμα (202 π.Χ.) δεν είχε δικαίωμα να διεκδικήσει το αξίωμα του υπάτου εκείνη τη χρονιά κάτι που σήμαινε ότι δεν μπορούσε να έχει τη διοίκηση του στρατού. Έτσι στη θέση του οι Ρωμαίοι εξέλεξαν τον αδελφό του Λεύκιο τον οποίο συνόδευε και ο Σκιπίων. Ξαφνικά την παραμονή της μάχης ο Αφρικανός αρρώστησε. Έτσι ο Σκιπίων δεν βρισκόταν στο πεδίο της μάχης και όλο το βάρος έπεσε στον Λεύκιο ο οποίος όμως είχε ως στρατηγό του τον Γναίο Δομίτιο Αηνόβαρο, έναν βετεράνο διοικητή που πολέμησε με επιτυχία εναντίον των Βόιων, μιας κελτικής φυλής που ζούσε στην ιταλική πλευρά των Άλπεων.

Ο Λεύκιος βρήκε τον Αντίοχο κοντά στον ποταμό Φρύγιο (σημ. Γκεντίζ) οχυρωμένο πίσω από ένα διπλό ανάχωμα που προστάτευε τη θέση του. Μετά από πολλές αψιμαχίες με το ιππικό του Σέλευκου και με ακροβολιστές, οι Ρωμαίοι πέρασαν τον ποταμό και στρατοπέδευσαν. Επί πέντε ημέρες κανένας από τους δύο στρατούς δεν έκανε καμία κίνηση αν και τα στρατεύματα των δύο αντιπάλων απείχαν περίπου 3 χιλιόμετρα κατά τον Αππιανό. Μάλιστα ο Λεύκιος έκανε παρέλαση με το στράτευμά του στο κέντρο της πεδιάδας, όμως ο Αντίοχος δεν βγήκε από το οχύρωμά του.

Τελικά ο Ρωμαίος ύπατος μετέφερε το στρατόπεδο του πιο μπροστά και αποφάσισε να επιτεθεί. Αυτή τη φορά ο Αντίοχος αποφάσισε να «απλώσει» το στράτευμα του ξετυλίγοντας τη γραμμή μάχης του ώστε να υπερκεράσει τον αντίπαλο. Έντρομοι οι Ρωμαίοι είδαν τα στρατεύματα των Σελευκιδών να τους περικυκλώνουν. Ο Λίβιος και ο Αππιανός δίνουν πολλές λεπτομέρειες για τη σύνθεση των αντίπαλων στρατευμάτων. Ο Λεύκιος είχε δύο λεγεώνες, η καθεμιά δύναμης 5.000 ανδρών και άλλες δύο από Λατίνους και Ιταλούς συμμάχους. Μαζί με τους βοηθητικούς που ήταν προσκολλημένοι σε αυτούς, ο Ρωμαίος ύπατος είχε ένα βαρύ πεζικό 20.000 περίπου ανδρών.

Οι Ρωμαίοι βρίσκονταν στο κέντρο της παράταξης με τους συμμάχους τους απλωμένους στις πτέρυγες. Ο βασιλιάς Ευμένης της Περγάμου είχε ανάμεσα στους άνδρες του caetrati δηλαδή Ίβηρες ακροβολιστές με πολύ ελαφριά θωράκιση, μικρή ασπίδα, που ήταν οπλισμένοι με ακόντια και τη φαλκάτα, ένα ισχυρότατο κυρτό ξίφος που έκοβε μόνο από τη μία πλευρά.

Συνολικά όλοι αυτοί ήταν γύρω στους 3.000. Ο βασιλιάς της Περγάμου είχε επίσης 800 ιππείς που αναμείχθηκαν με το ρωμαϊκό ιππικό καθώς και συμμαχικό ιππικό που το αποτελούσαν Τραλλιανοί (θρακική φυλή) και Κρητικοί που ήταν συνολικά 3.000. Η έφιππη αυτή δύναμη αποτελούσε τη φρουρά της δεξιάς πτέρυγας των Ρωμαίων. Η αριστερή τους πτέρυγα προστατευόταν από τον ποταμό. Παράλληλα, ο Λεύκιος είχε και 16 αφρικανικούς ελέφαντες από την περιοχή του Άτλαντα (σύμπλεγμα οροσειρών της Βόρειας Αφρικής).

Ο Αντίοχος όπως αναφέραμε είχε στη διάθεση του 50.000 πεζούς. Πυρήνας του στρατού του ήταν η φάλαγγα που την αποτελούσαν 16.000 άνδρες. Σύμφωνα με τον Αππιανό είχε επίσης 220 ινδικούς ελέφαντες πολύ πιο μεγαλόσωμους από εκείνους των Ρωμαίων. Πάντως ο αριθμός που δίνει ο Αππιανός είναι μάλλον υπερβολικός. Ο υπόλοιπος στρατός του Σέλευκου ήταν ένα πραγματικό συνονθύλευμα αρχαίων εθνικοτήτων, διαφορετικών μονάδων και εξοπλισμού. 3.000 Γαλλογραικοί, 200 Καππαδόκες, σταλμένοι από τον γαμπρό του Αντίοχου Αριαράθη Δ’ τον Ευσεβή, 5.700 κατάφρακτοι ιππείς, κάτι σαν τους ιππότες του Μεσαίωνα, από θέμα εμφάνισης και εξοπλισμού, 1.000 «εταίροι» από το ιππικό του Αντίοχου, αρκετοί από τους οποίους ήταν Πέρσες, γύρω στους 10.000 Αργυράσπιδες, 2.700 άνδρες διαφόρων μονάδων και 1.000 εταίροι ιππείς αποτελούμενοι από Σύριους, Λύδιους και Φρύγιους.

Τέλος στον στρατό του Σελευκίδη υπήρχαν τοξότες πάνω σε καμήλες και δρεπανηφόρα άρματα. Ο Αντίοχος διοικούσε τη δεξιά πτέρυγα του στρατεύματός του. Ο γιος του Σέλευκος και ο ανιψιός του Αντίπατρος την αριστερή. Το κέντρο το διοικούσαν οι αξιωματικοί Μιννίων, Ζεύξις και Φίλιππος, ο «επικεφαλής» των δυνάμεων με τους ελέφαντες. Μια πυκνή ομίχλη είχε καθίσει πάνω από το πεδίο της μάχης.

Ο Αντίοχος διέταξε τα δρεπανηφόρα άρματα να κινηθούν εναντίον της δεξιάς πτέρυγας των Ρωμαίων που την αποτελούσαν ο Ευμένης και το ιππικό. Η επίθεση απέτυχε, κάποια άλογα με τους οδηγούς των αρμάτων σκοτώθηκαν, ενώ κάποια άλλα άλογα κινήθηκαν προς τις γραμμές του Αντίοχου. Οι καμήλες αφηνίασαν και προκλήθηκε τεράστια σύγχυση. Ο Ευμένης άρχισε τότε να επιτίθεται εναντίον της αριστερής πτέρυγας του Αντίοχου. Την ίδια στιγμή όμως, ο Σελευκίδης βασιλιάς, επικεφαλής της δεξιάς του πτέρυγας επιτέθηκε στην αριστερή των Ρωμαίων, κατορθώνοντας, αφού πέρασε από ένα αδύναμο σημείο δίπλα στην όχθη, να τρέψει σε φυγή τους εχθρούς. Ένας Ρωμαίος χιλίαρχος όμως, ο Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος, κατόρθωσε να ανασυντάξει τους φυγάδες.

Αυτοί, 2.000 περίπου, ενώθηκαν με τον Άτταλο, αδελφό του Ευμένη που είχε μαζί του 200 ιππείς και επιτέθηκαν στον Αντίοχο. Αυτός κατάφερε να απωθήσει τον Άτταλο. Καθώς όμως κατευθύνθηκε προς τη δεξιά του πτέρυγα, είδε την πεδιάδα γεμάτη από νεκρούς πολεμιστές του, καμήλες και ελέφαντες και όσους είχαν επιζήσει, να τρέχουν πανικόβλητοι προς το στρατόπεδό τους. Καθώς ούτε εκεί μπορούσε να οργανωθεί αποτελεσματική άμυνα, ο Αντίοχος εγκατέλειψε κάθε σχέδιο για συνέχιση της μάχης. Το στρατόπεδο καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους που συγκέντρωσαν άφθονα λάφυρα. Ο Αντίοχος με όσους άνδρες κατάφερε να συγκεντρώσει, έφυγε για την Απάμεια. Σύμφωνα με τους Λίβιο και Αππιανό, ο Σελευκίδης βασιλιάς έχασε 50.000 πεζούς και 3.000 ιππείς. 1.400 στρατιώτες του αιχμαλωτίστηκαν, ενώ 15 ελέφαντες πιάστηκαν ζωντανοί. Τα νούμερα αυτά είναι μάλλον υπερβολικά. Από την άλλη πλευρά, οι Ρωμαίοι έχασαν 300 πεζικάριους, 24 ιππείς και 15 έφιππους Περγαμηνούς του Ευμένη.

Οι συνέπειες της μάχης της Μαγνησίας

Η ήττα του Αντίοχου στη Μαγνησία, σήμανε την οριστική απώλεια γι’ αυτόν και τους απογόνους του της Μικράς Ασίας. Η πίστη των Ελλήνων στο αήττητο της μακεδονικής φάλαγγας κλονίστηκε συθέμελα. Ο Αντίοχος πέτυχε την έναρξη διαπραγματεύσεων με τον Λεύκιο και τον Σκιπίωνα, που είχε αναρρώσει και βρίσκονταν στις Σάρδεις. Έστειλε εκεί τους πρέσβεις Ζεύξη και Αντίπατρο. Οι όροι της ειρήνης που συμφωνήθηκε ήταν βαρύτατοι για τον Αντίοχο. Έπρεπε να εγκαταλείψει όλες τις κτήσεις του στην Ευρώπη και τις περιοχές στη Μικρά Ασία δυτικά του Ταύρου. Παρέδωσε όλους τους «πολεμικούς» του ελέφαντες και δεν επιτρεπόταν να συγκεντρώσει άλλους. Διέλυσε το πολεμικό ναυτικό του, εκτός από 12 πλοία, δεν επιτρεπόταν να προσλαμβάνει μισθοφόρους από ρωμαϊκές περιοχές, ούτε να δίνει καταφύγιο σε φυγάδες που καταδίωκε η Ρώμη. Ακόμα υποχρεωνόταν να καταβάλει σε… δόσεις, τα επόμενα 12 χρόνια, 15.000 ευβοϊκά τάλαντα. Ο Myke Cole, στο βιβλίο του «ΛΕΓΕΩΝΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΦΑΛΑΓΓΑΣ», υπολογίζει ότι με την ισοτιμία του άργυρου τον Απρίλιο του 2017, ο Αντίοχος «όφειλε» στους Ρωμαίους πάνω από 60 εκατομμύρια δολάρια, χωρίς να παίρνει υπόψη του την αγοραστική δύναμη του ισοδύναμου ενός σημερινού δολαρίου στον αρχαίο κόσμο. Τέλος ο Αντίοχος υποχρεώθηκε να στείλει στη Ρώμη 20 ομήρους, τους οποίους επέλεξαν οι Ρωμαίοι, για εξασφάλιση της τήρησης της συμφωνίας. Ανάμεσά τους και ο γιος του Αντίοχος Δ’. Ο Αντίοχος πέθανε το 187 π. Χ. Μόνοι αντίπαλοι των Ρωμαίων ήταν πλέον οι Αντιγονίδες. Στην Πύδνα το 168 π. Χ. συγκρούστηκαν οι δύο εχθροί, με τα γνωστά αποτελέσματα…

Κωνσταντίνος Καβάφης «Η μάχη της Μαγνησίας»

Έχασε την παληά του ορμή, το θάρρος του.
Του κουρασμένου σώματός του, του άρρωστου

σχεδόν, θάχει κυρίως την φροντίδα. Κι ο επίλοιπος
βίος του θα διέλθει αμέριμνος. Aυτά ο Φίλιππος

τουλάχιστον διατείνεται. Aπόψι κύβους παίζει·
έχει όρεξι να διασκεδάσει. Στο τραπέζι

βάλτε πολλά τριαντάφυλλα. Τι αν στην Μαγνησία
ο Aντίοχος κατεστράφηκε. Λένε πανωλεθρία

έπεσ’ επάνω στου λαμπρού στρατεύματος τα πλήθια.
Μπορεί να τα μεγάλωσαν· όλα δεν θάναι αλήθεια.

Είθε. Γιατί αγκαλά κ’ εχθρός, ήσανε μια φυλή.
Όμως ένα «είθε» είν’ αρκετό. Ίσως κιόλας πολύ.

Ο Φίλιππος την εορτή βέβαια δεν θ’ αναβάλει.
Όσο κι αν στάθηκε του βίου του η κόπωσις μεγάλη,

ένα καλό διατήρησεν, η μνήμη διόλου δεν του λείπει.
Θυμάται πόσο στην Συρία θρήνησαν, τι είδος λύπη

είχαν, σαν έγινε σκουπίδι η μάνα των Μακεδονία.—
Ν’ αρχίσει το τραπέζι. Δούλοι· τους αυλούς, τη φωταψία.


Πηγές: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», Τόμος Ε,ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
Myke Cole, «ΛΕΓΕΩΝΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΦΑΛΑΓΓΑΣ», Εκδόσεις Λαβύρινθος, 2022.
Ευχαριστούμε θερμά τις Εκδόσεις Λαβύρινθος για την πολύτιμη βοήθεια τους.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr