Οι πολυάριθμες διακρίσεις καταδεικνύουν την προσήλωσή της εταιρείας στη βιώσιμη ανάπτυξη, την καινοτομία και την παροχή αξίας στους καταναλωτές, τους εργαζομένους και την κοινωνία.
Το κίνημα των ελληνικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή το 1943
Το κίνημα των ελληνικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή το 1943
Η συγκρότηση των ελληνικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή – Ο ρόλος των Βρετανών – Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και οι ενέργειές του – Το διπλό κίνημα του 1943 και η κατάληξή του
Ο Ελληνικός Στρατός άρχισε να επανασυγκροτείται στην Αίγυπτο μετά τη μάχη της Κρήτης (Μάιος 1941) με τη συνδρομή των βρετανικών δυνάμεων. Πολλοί αξιωματικοί αλλά και απλοί πολίτες δραπέτευσαν από την κατεχόμενη Ελλάδα και κατέφυγαν στη Βόρεια Αφρική αντιμετωπίζοντας πολλούς κινδύνους, με κυριότερο το να συλληφθούν και να εκτελεστούν.
Δυστυχώς όμως στις τάξεις του Στρατού ήταν ακόμα ενεργός ο παλαιός διχασμός που αφορούσε την τύχη και την εξέλιξη των στελεχών που είχαν πάρει μέρος στο βενιζελικό κίνημα του 1935, είχαν αποταχθεί και πλέον ήθελαν να επιστρέψουν και να πολεμήσουν. Ταυτόχρονα υπήρχαν και οργανώσεις ελεγχόμενες από την Αριστερά που είχαν τα δικά τους σχέδια…
Ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ και η εξόριστη πλέον ελληνική κυβέρνηση ήθελαν να συνεισφέρουν όσο περισσότερο μπορούσαν στον συμμαχικό αγώνα, να κάνουν αισθητή την παρουσία της Ελλάδας και να ενισχύσουν τη διεθνή θέση της. Αρχικά φάνηκε ότι ήταν δυνατή η διατήρηση στο στράτευμα του μηχανισμού που είχε δημιουργήσει το μεταξικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν έγινε.
Η συγκρότηση του εξόριστου Ελληνικού Στρατού
Πρώτος πυρήνας του εξόριστου Ελληνικού Στρατού ήταν η «Φάλαγξ Ελλήνων Αιγύπτου» που συγκροτήθηκε τον Φεβρουάριο του 1941. Οι αξιωματικοί και οι οπλίτες που όπως αναφέραμε έφτασαν στην Αίγυπτο από την Ελλάδα, τα «υπολείμματα» της Ταξιαρχίας Έβρου που αγωνίστηκαν κατά των Γερμανών και των Βούλγαρων στη Θράκη και έφτασαν μέσω Τουρκίας στην Αίγυπτο (δείτε σχετικό άρθρο μας στις 7/12/2019) και πολλοί Έλληνες ομογενείς από την Αίγυπτο και το Σουδάν που κατατάσσονταν εθελοντικά, ήταν αυτοί που εντάχθηκαν επίσης στον Ελληνικό Στρατό.
Με τη βοήθεια των Βρετανών που διέθεταν εξοπλισμό και εφόδια δημιουργήθηκε ο «Βασιλικός Ελληνικός Στρατός Μέσης Ανατολής» (ΒΕΣΜΑ) ήδη από το 1941. Ο βρετανικός παράγοντας ήταν καθοριστικός ως προς το είδος, την αποστολή και την περιοχή όπου θα δρούσαν οι ελληνικές δυνάμεις.
Από ελληνικής πλευράς για τον συντονισμό της δράσης του Στρατού μας δημιουργήθηκε το ΑΒΕΣΜΑ (Αρχηγείο του Βασιλικού Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής), τον Ιούνιο του 1941.
Πρώτος αρχηγός ανέλαβε ο Εμμανουήλ Τζανακάκης ο οποίος ήταν απότακτος του κινήματος του 1935 και προήχθη σε Αντιστράτηγο. Ήταν κρητικής καταγωγής όπως και ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός και βενιζελικής προέλευσης. Επιχειρησιακά η ελληνική δύναμη υπαγόταν στο Βρετανικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής. Επικεφαλής του Υπουργείου Στρατιωτικών ήταν ο φιλελεύθερος Στυλιανός Δημητρακάκης, ενώ Υπουργός Ναυτικών ήταν ο Ναύαρχος Αλέξανδρος Σακελλαρίου, άνθρωπος του μεταξικού χώρου, γνωστός για τα αντιβενιζελικά του φρονήματα.
Σταδιακά συγκροτήθηκε η 1η Ελληνική Ταξιαρχία, με πρώτο διοικητή τον Υποστράτηγο Βασίλη Μαραβέα, μέχρι τότε στρατιωτικό ακόλουθο στο Βουκουρέστι. Τον Σεπτέμβριο του 1941 η Ταξιαρχία είχε στις τάξεις της περίπου 250 αξιωματικούς και 5.500 υπαξιωματικούς και οπλίτες.
Δυστυχώς όμως στις τάξεις του Στρατού ήταν ακόμα ενεργός ο παλαιός διχασμός που αφορούσε την τύχη και την εξέλιξη των στελεχών που είχαν πάρει μέρος στο βενιζελικό κίνημα του 1935, είχαν αποταχθεί και πλέον ήθελαν να επιστρέψουν και να πολεμήσουν. Ταυτόχρονα υπήρχαν και οργανώσεις ελεγχόμενες από την Αριστερά που είχαν τα δικά τους σχέδια…
Ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ και η εξόριστη πλέον ελληνική κυβέρνηση ήθελαν να συνεισφέρουν όσο περισσότερο μπορούσαν στον συμμαχικό αγώνα, να κάνουν αισθητή την παρουσία της Ελλάδας και να ενισχύσουν τη διεθνή θέση της. Αρχικά φάνηκε ότι ήταν δυνατή η διατήρηση στο στράτευμα του μηχανισμού που είχε δημιουργήσει το μεταξικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν έγινε.
Η συγκρότηση του εξόριστου Ελληνικού Στρατού
Πρώτος πυρήνας του εξόριστου Ελληνικού Στρατού ήταν η «Φάλαγξ Ελλήνων Αιγύπτου» που συγκροτήθηκε τον Φεβρουάριο του 1941. Οι αξιωματικοί και οι οπλίτες που όπως αναφέραμε έφτασαν στην Αίγυπτο από την Ελλάδα, τα «υπολείμματα» της Ταξιαρχίας Έβρου που αγωνίστηκαν κατά των Γερμανών και των Βούλγαρων στη Θράκη και έφτασαν μέσω Τουρκίας στην Αίγυπτο (δείτε σχετικό άρθρο μας στις 7/12/2019) και πολλοί Έλληνες ομογενείς από την Αίγυπτο και το Σουδάν που κατατάσσονταν εθελοντικά, ήταν αυτοί που εντάχθηκαν επίσης στον Ελληνικό Στρατό.
Με τη βοήθεια των Βρετανών που διέθεταν εξοπλισμό και εφόδια δημιουργήθηκε ο «Βασιλικός Ελληνικός Στρατός Μέσης Ανατολής» (ΒΕΣΜΑ) ήδη από το 1941. Ο βρετανικός παράγοντας ήταν καθοριστικός ως προς το είδος, την αποστολή και την περιοχή όπου θα δρούσαν οι ελληνικές δυνάμεις.
Από ελληνικής πλευράς για τον συντονισμό της δράσης του Στρατού μας δημιουργήθηκε το ΑΒΕΣΜΑ (Αρχηγείο του Βασιλικού Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής), τον Ιούνιο του 1941.
Πρώτος αρχηγός ανέλαβε ο Εμμανουήλ Τζανακάκης ο οποίος ήταν απότακτος του κινήματος του 1935 και προήχθη σε Αντιστράτηγο. Ήταν κρητικής καταγωγής όπως και ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός και βενιζελικής προέλευσης. Επιχειρησιακά η ελληνική δύναμη υπαγόταν στο Βρετανικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής. Επικεφαλής του Υπουργείου Στρατιωτικών ήταν ο φιλελεύθερος Στυλιανός Δημητρακάκης, ενώ Υπουργός Ναυτικών ήταν ο Ναύαρχος Αλέξανδρος Σακελλαρίου, άνθρωπος του μεταξικού χώρου, γνωστός για τα αντιβενιζελικά του φρονήματα.
Σταδιακά συγκροτήθηκε η 1η Ελληνική Ταξιαρχία, με πρώτο διοικητή τον Υποστράτηγο Βασίλη Μαραβέα, μέχρι τότε στρατιωτικό ακόλουθο στο Βουκουρέστι. Τον Σεπτέμβριο του 1941 η Ταξιαρχία είχε στις τάξεις της περίπου 250 αξιωματικούς και 5.500 υπαξιωματικούς και οπλίτες.
Παράλληλα η Πολεμική Αεροπορία, με 2 μοίρες καταδιωκτικών και μία μοίρα βομβαρδιστικών και το Πολεμικό Ναυτικό με 15 πλοία επιφανείας και υποβρύχια συμμετείχαν σε διάφορες συμμαχικές αποστολές (συνοδείας, μεταφορών, καταδρομών, αμφίβιων επιχειρήσεων, δίωξης υποβρυχίων κ.ά.). Οι άνδρες της 1ης Ταξιαρχίας εκπαιδεύθηκαν στην έρημο της Συρίας και εντάχθηκαν στην 8η βρετανική Στρατιά. Τη μονάδα αποτελούσαν 3 Τάγματα Πεζικού, 1 Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού και 1 Σύνταγμα Αντιαρματικού Πυροβολικού. Πήρε μέρος στη μάχη του Ελ Αλαμέιν (23 Οκτωβρίου – 11 Νοεμβρίου 1942), υπό την ηγεσία πλέον του Παυσανία Κατσώτα, καθώς ο Μαραβέας έγινε αρχηγός ΓΕΣ, τασσόμενη στο αριστερό του 13ου βρετανικού Σώματος Στρατού.
Οι άνδρες της εκτέλεσαν επιδρομές εναντίον των εχθρικών θέσεων και συμμετείχαν στην καταδίωξη των ιταλικών και γερμανικών μονάδων που υποχωρούσαν, σε βάθος 160 χλμ. Σταδιακά και με την πρόοδο συγκρότησης και εκπαίδευσης τους συγκροτήθηκαν τρεις ελληνικές Ταξιαρχίες υπό τις διαταγές του ΑΒΕΣΜΑ με έδρα το Κάιρο. Στα τέλη του 1942, ο αριθμός των μάχιμων ανδρών έφτασε τους 857 αξιωματικούς και 11.199 οπλίτες.
Επίλεκτη μονάδα ήταν επίσης ο «Ιερός Λόχος» που συγκροτήθηκε με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Τσιγάντε, ένα σώμα άριστων καταδρομέων. Πήρε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις στη Βόρεια Αφρική και στην απελευθέρωση των νησιών του Αιγαίου.
Ωστόσο οι πολιτικές έριδες της κατεχόμενης Ελλάδας δεν άργησαν να φτάσουν και στη Βόρεια Αφρική, με αρχή τη 2η Ταξιαρχία. Τα πρώτα κρούσματα άρχισαν να παρουσιάζονται τον Ιανουάριο του 1942, όμως στα τέλη Φεβρουαρίου 1943 τα ελληνικά στρατεύματα παρουσίαζαν εικόνες διασάλευσης της πειθαρχίας ή και αποσύνθεσης.
Η άφιξη στη Βόρεια Αφρική όλο και περισσότερων δημοκρατικών αξιωματικών, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν απότακτοι του κινήματος του 1935 ήταν η βασική αφορμή γι’ αυτό, καθώς αυτοί αξίωναν την απομάκρυνση των λεγόμενων μεταξικών από το στράτευμα. Στην περιοχή δρούσε η «Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση» (Α.Σ.Ο.) που ιδρύθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1941 από το παλιό στέλεχος του Κ.Κ.Ε. Ιωάννη Σαλά. Ο Σαλάς έπαιξε στη συνέχεια σημαντικό ρόλο στην ίδρυση του Δ.Σ.Ε. στη Σάμο. Συνελήφθη και εκτελέστηκε τον Οκτώβριο του 1949 μαζί με τον φοιτητή Ιατρικής Σ. Καρούτσο. Παράλληλες εαμικές οργανώσεις ήταν ο Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός (Ε.Α.Σ.) για όσους είχαν καταφύγει στη Μέση Ανατολή από την Ελλάδα και τους ομογενείς Αιγυπτιώτες, η Α.Ο.Α. (στην Αεροπορία) και η Α.Ο.Ν. (στο Ναυτικό). Από την άλλη πλευρά υπήρχε η οργάνωση «Εθνική Νέμεσις».
Για τις παραπάνω οργανώσεις γράφει ο Σόλων Γρηγοριάδης:
«Η Α.Σ.Ο. και οι διακλαδώσεις της Α.Ο.Ν. και Α.Ο.Α. κατόρθωσαν να οργανώσουν σημαντικό αριθμό των στρατιωτών, των ναυτών και των σμηνιτών, καθώς και ένα μικρό, αλλά όχι ασήμαντο μέρος υπαξιωματικών και αξιωματικών.
Ένα τμήμα τους σοβαρό προσχώρησε βαθμιαία απόλυτα στον κομμουνισμό, περιλαμβάνοντας και μερικούς βαθμοφόρους. Με τον μηχανισμό που συγκρότησε μπορούσε να κινητοποιεί μαζικά τους άνδρες και να εμπνέει φανατισμό και πάθος. Αρχικά, απευθυνόταν στους δημοκρατικούς, αλλά ενέταξε τους οπαδούς της σε μια σαφώς αριστερή κατηγορία με την επωνυμία του «αντιφασίστα». Αυτό ήταν και το βασικό τους σύνθημα, καθώς ο τίτλος της εφημερίδας που εξέδιδε: «Αντιφασίστας». Η δράση της Α.Σ.Ο. υπήρξε πολύ πιο ανοιχτή και απροκάλυπτη από του Ε.Α.Μ. Έπαιρνε σαφείς, αδιάλλακτες, επιθετικές πολιτικές θέσεις κατά τον βασιλιά, της κυβέρνησης, ακόμη και κατά των αστικών δημοκρατικών αντιλήψεων των παλαιοβενιζελικών».
Στο μεταξύ δημιουργήθηκε Υπουργείο Εθνικής Άμυνας με επικεφαλής τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο ο οποίος τον Μάρτιο του 1942 έφυγε για τη Μέση Ανατολή ,μέσω Ερυθραίας της Μικράς Ασίας με τη σύζυγό του Θεανώ Πουλικάκου, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Ο Κανελλόπουλος ανέλαβε παράλληλα και τη θέση του Αντιπροέδρου στην κυβέρνηση Τσουδερού. Λίγο μετά την αναχώρησή του από την Αθήνα, ιταλικό στρατοδικείο τον καταδίκασε σε θάνατο. Με την άφιξή του στην Αίγυπτο ο Κανελλόπουλος όρισε διοικητή της 2ης Ταξιαρχίας τον Συνταγματάρχη Αλκιβιάδη Μπουρδάρα, ενώ διοικητής της 1ης παρέμεινε ο Παυσανίας Κατσώτας.
Η είσοδος του Κανελλόπουλου στην κυβέρνηση εκπροσωπούσε το νέο και άφθαρτο, σε αντίθεση με τους βασιλιά και Τσουδερό ενώ και οι Βρετανοί υποστήριζαν τον Αχαιό πολιτικό. Παράλληλα έγινε ένας ευρύς ανασχηματισμός, απομακρύνθηκαν αξιωματικοί του μεταξικού καθεστώτος, ενώ εκπροσωπήθηκε, κατά κάποιο τρόπο και η κατεχόμενη Ελλάδα. Το γεγονός ότι ο Κανελλόπουλος είχε διαβιώσει σε καθεστώς κατοχής του έδινε επιπλέον κύρος.
Στις αρχές του 1943 καθώς οι ανάγκες για στρατεύσιμους αυξάνονται, ο Κανελλόπουλος καλεί σε επιστράτευση και άλλους Αιγυπτιώτες Έλληνες προκαλώντας την αντίδραση των ομογενών βιομηχάνων και εμπόρων, αλλά και του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, ενώ «ατυχείς» εμπνεύσεις του Κανελλόπουλου, φέρνουν και τους Βρετανούς απέναντί του, παρά τα δύο ταξίδια του στο Λονδίνο στα τέλη του 1942 και τις αρχές του 1943.
Το ξέσπασμα του κινήματος
Από το καλοκαίρι του 1942 υπήρχε έντονη αντιπαράθεση των Κατσώτα και Μπουρδάρα για την στρατιωτική απόδοση των δύο ταξιαρχιών, κάτι που οδηγεί τον Κανελλόπουλο στην υπαγωγή των δύο «αντίπαλων» στρατιωτικών υπό κοινή ηγεσία, μετά από υπόδειξη του Τσουδερού. Μετά από συνεννόηση του υπουργού με την «αρμόδια» στρατιωτική οργάνωση της Αθήνας «Θέρος», έφτασε στο Κάιρο ο Στρατηγός Χ. Ζυγούρης που είχε διακριθεί στο αλβανικό μέτωπο ως μέραρχος. Η άφιξη του Ζυγούρη όχι μόνο δεν είχε κανένα άμεσο αποτέλεσμα, καθώς οι Κατσώτας και Μπουρδάρας ενοχλούνταν από το «μεταξικό παρελθόν» του, ενώ στο διάστημα της απουσίας του Π. Κανελλόπουλου στο Λονδίνο διακινήθηκαν φήμες σύμφωνα με τις οποίες ο υπουργός σκόπευε να αντικαταστήσει σε όλες τις θέσεις κλειδιά τους «δημοκράτες» αξιωματικούς με «φασίστες». Στις αρχές του 1943 ιδρύθηκε ο «Ελληνικός Απελευθερωτικός Σύνδεσμος» (Ε.Α.Σ.), ο οποίος ως βασικές του αρχές είχε τα ιδεώδη του Χάρτη του Ατλαντικού και τον κοινό εθνικό και αντιφασιστικό αγώνα.
Όταν ο Κανελλόπουλος επέστρεψε από το Λονδίνο (11/2/1943) διαπίστωσε ότι διαδίδονταν φήμες περί παραίτησής του και ότι οι «κόντρες» των αριστερών και των «μεταξικών» οδηγούν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Αποφάσισε την αντικατάσταση του Αντισυνταγματάρχη Γ. Χατζησταυρή, διοικητή του 5ου Τάγματος Πεζικού της 5ης Ταξιαρχίας και του Ταγματάρχη Σταυρουλάκη κάτι που προκάλεσε αντιδράσεις. Ο υποδιοικητής του 5ου Τάγματος Αθανασίου που θα αναλάμβανε τη διοίκησή του, ξυλοκοπήθηκε άγρια από εξοργισμένους στρατιώτες, ενώ περίπου 150 αξιωματικοί της Ταξιαρχίας παραιτήθηκαν, όμως μετά από παρέμβαση του Κανελλόπουλου κάποιοι ανακάλεσαν τις παραιτήσεις τους.
Μετά από διαβουλεύσεις με τον Στρατηγό Holmes, διοικητή της 9ης Βρετανικής Στρατιάς ο Κανελλόπουλος, για τον οποίο κυκλοφορούσαν νέες φήμες ότι είχε φέρει κρυφά στο Κάιρο τον Μανιαδάκη για να αποκαταστήσει το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, πήγε στον Λίβανο όπου στάθμευαν οι Ταξιαρχίες και κάλεσε σε απολογία τους διοικητές τους. Την 1η Μαρτίου με τους στασιαστές συμπαρατάχθηκαν και πολλοί αξιωματικοί της 1ης Ταξιαρχίας. Συγκροτήθηκε μια τριμελής επιτροπή της Α.Σ.Ο. τα μέλη της οποίας φυλακίστηκαν προσωρινά, ενώ διαδοχικά στασίασαν το Χειρουργείο και ο Λόχος Μεταφορών. Μετά από δυναμική επέμβαση του Παυσανία Κατσώτα υπήρξε προσωρινή εκτόνωση της κατάστασης.
Λίγο μετά όμως το 1ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού και άλλες μονάδες της Ταξιαρχίας στασίασαν επίσης. Τα αιτήματα των στασιαστών ήταν πολιτικά και εστιάζονταν στην απομάκρυνση των αξιωματούχων της 4ης Αυγούστου και στον ανασχηματισμό της κυβέρνησης Τσουδερού με τη συμμετοχή περισσότερων φιλελεύθερων πολιτικών. Από τις 5-8 Μαρτίου 1943 οι μονάδες της Ταξιαρχίας παρέμεναν στους καταυλισμούς τους και δεν λάμβαναν μέρος σε ασκήσεις. Στις 6 Μαρτίου στο νοσοκομείο της Χεντέρας, περίπου 60 μαινόμενοι στρατιώτες επιτέθηκαν εναντίον του Κανελλόπουλου και των τριών συνοδών του με κατάρες, ύβρεις, πέτρες και ρόπαλο. Ο οδηγός του Κανελλόπουλου δέχθηκε δύο μαχαιριές, τελικά αποφεύχθηκαν τα χειρότερα.
Στις 10 Μαρτίου ο Αχαιός πολιτικός ανακοίνωσε την παραίτησή του. Στον ανασχηματισμό που ακολούθησε, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ανέλαβε προσωρινά ο Τσουδερός. Στο μεταξύ στις 8 Μαρτίου η στάση στην 1η Ταξιαρχία έληξε με νέα παρέμβαση του Κατσώτα. Τελικά αποχώρησαν 40 αξιωματικοί, ενώ άλλοι 6 δεν επέστρεψαν στις θέσεις τους μετά την καταστολή της εξέγερσης. Τελικά η κρίση λύθηκε με συμβιβασμό. Πολλοί θεωρούμενοι ως «μεταξικοί» αξιωματικοί αντικαταστάθηκαν, ενώ οι πρωτεργάτες της στάσης στάλθηκαν στο Τομπρούκ για να φρουρούν ένα στρατόπεδο Γερμανών αιχμαλώτων. Η Α.Σ.Ο. που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη στάση έμεινε αλώβητη στο παρασκήνιο.
Το νέο κίνημα του Ιουλίου 1943 – Η βρετανική παρέμβαση
Ωστόσο δεν τερματίστηκαν οι εξεγέρσεις. Νέα στάση, στο Ναυτικό αυτή τη φορά, συγκεκριμένα στα πλοία «Ιέραξ» και «Μιαούλης», αφού προκάλεσε αναστάτωση στην Αλεξάνδρεια, αντιμετωπίστηκε με επιτυχία (Ιούλιος 1943). Ταυτόχρονα εξεγέρθηκε και πάλι η 2α Ταξιαρχία. Γράφει σχετικά ο Δρ Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος: «Μετά τον πρώτο νεκρό, ακολούθησε ο ξυλοδαρμός αρκετών αξιωματικών, η αυτοκτονία ενός ιατρού-οπλίτη, η αποδοκιμασία του διοικητού και η σύλληψη πολλών βασιλοφρόνων (και ορισμένων βενιζελικών) αξιωματικών. Τότε επενέβησαν οι Βρετανοί, οι οποίοι αφόπλισαν τους στασιαστές και έστειλαν πολλούς εξ αυτών σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Σημειωτέον ότι τέσσερις εκ των θεωρουμένων πρωταιτίων, αν και κατεδικάσθησαν εις θάνατον από στρατοδικείο, παρέμειναν εν ζωή. Λίγες μέρες αργότερα, έγινε νέα ανεπιτυχής εξέγερση την κρατουμένων στασιαστών. Δύο εξ αυτών κατεδικάσθησαν στην ποινή του θανάτου και εξετελέσθησαν». Τη διοίκηση της Ταξιαρχίας ανέλαβε προσωρινά ο απότακτος Συνταγματάρχης του κινήματος του 1935 Ι. Στεφανάκος, τελικά όμως αυτή διαλύθηκε.
Οι συνέπειες του κινήματος του 1943
Δυστυχώς για μια ακόμα φορά οι πολιτικές έριδες των Ελλήνων είχαν ολέθρια αποτελέσματα. Το κίνημα του 1943 έβλαψε σοβαρά τον αγώνα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και το κύρος της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης. Οι Έλληνες φαίνονταν να ασχολούνται με τα εσωτερικά τους ζητήματα ενώ όλος ο πλανήτης συγκλονιζόταν από τον πόλεμο. Αυτό μάλιστα σε μια περίοδο που οι Σύμμαχοι είχαν αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων και είχαν αριθμητική υπεροχή. Πλέον δεν τους ήταν απαραίτητες οι ελληνικές δυνάμεις, ενώ κάποιοι ίσως «βολεύονταν» εν όψει των μεταπολεμικών διεκδικήσεων. Ο βασιλιάς Γεώργιος δραστηριοποιήθηκε και τελικά ελληνικές δυνάμεις πήραν μέρος στον αγώνα στο ιταλικό μέτωπο. Ωστόσο, και αυτή η αποστολή λόγω του κινήματος του Απριλίου 1944, με το οποίο θα ασχοληθούμε σε μελλοντικό μας άρθρο καθυστέρησε σημαντικά.
Για τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο που είχε σαφώς ευθύνη για όσα έγιναν, γράφτηκαν και τα εξής: « Τι είναι Κανελλόπουλος; Πολλά ερωτηματικά»(Εμμανουήλ Τσουδερός).
«Π. Κανελλόπουλος, ο θεωρητικός του ελληνικού φασισμού»(Φιλοεαμικός Τύπος).
«Ο Κανελλόπουλος προσπάθησε ειλικρινά για μια μέση οδό μεταξύ των δύο άκρων. Η μετριοπάθειά του ήταν ίσως η αληθινή αιτία της μεταγενέστερης αντιδημοτικότητάς του»(Έκθεση βρετανικής εξεταστικής επιτροπής, 14/4/1943).
Πηγές: Χάγκεν Φλάισερ, «ΣΤΕΜΜΑ ΚΑΙ ΣΒΑΣΤΙΚΑ Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης 1941-1944» ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ
Δρ. Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος, «Η ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949)», Τόμος II, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ, 2014
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ, «ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΟΥ 1943 ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ». Περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ, τ.633, ΜΑΡΤΙΟΣ 2021.
Οι άνδρες της εκτέλεσαν επιδρομές εναντίον των εχθρικών θέσεων και συμμετείχαν στην καταδίωξη των ιταλικών και γερμανικών μονάδων που υποχωρούσαν, σε βάθος 160 χλμ. Σταδιακά και με την πρόοδο συγκρότησης και εκπαίδευσης τους συγκροτήθηκαν τρεις ελληνικές Ταξιαρχίες υπό τις διαταγές του ΑΒΕΣΜΑ με έδρα το Κάιρο. Στα τέλη του 1942, ο αριθμός των μάχιμων ανδρών έφτασε τους 857 αξιωματικούς και 11.199 οπλίτες.
Επίλεκτη μονάδα ήταν επίσης ο «Ιερός Λόχος» που συγκροτήθηκε με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Τσιγάντε, ένα σώμα άριστων καταδρομέων. Πήρε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις στη Βόρεια Αφρική και στην απελευθέρωση των νησιών του Αιγαίου.
Ωστόσο οι πολιτικές έριδες της κατεχόμενης Ελλάδας δεν άργησαν να φτάσουν και στη Βόρεια Αφρική, με αρχή τη 2η Ταξιαρχία. Τα πρώτα κρούσματα άρχισαν να παρουσιάζονται τον Ιανουάριο του 1942, όμως στα τέλη Φεβρουαρίου 1943 τα ελληνικά στρατεύματα παρουσίαζαν εικόνες διασάλευσης της πειθαρχίας ή και αποσύνθεσης.
Η άφιξη στη Βόρεια Αφρική όλο και περισσότερων δημοκρατικών αξιωματικών, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν απότακτοι του κινήματος του 1935 ήταν η βασική αφορμή γι’ αυτό, καθώς αυτοί αξίωναν την απομάκρυνση των λεγόμενων μεταξικών από το στράτευμα. Στην περιοχή δρούσε η «Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση» (Α.Σ.Ο.) που ιδρύθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1941 από το παλιό στέλεχος του Κ.Κ.Ε. Ιωάννη Σαλά. Ο Σαλάς έπαιξε στη συνέχεια σημαντικό ρόλο στην ίδρυση του Δ.Σ.Ε. στη Σάμο. Συνελήφθη και εκτελέστηκε τον Οκτώβριο του 1949 μαζί με τον φοιτητή Ιατρικής Σ. Καρούτσο. Παράλληλες εαμικές οργανώσεις ήταν ο Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός (Ε.Α.Σ.) για όσους είχαν καταφύγει στη Μέση Ανατολή από την Ελλάδα και τους ομογενείς Αιγυπτιώτες, η Α.Ο.Α. (στην Αεροπορία) και η Α.Ο.Ν. (στο Ναυτικό). Από την άλλη πλευρά υπήρχε η οργάνωση «Εθνική Νέμεσις».
Για τις παραπάνω οργανώσεις γράφει ο Σόλων Γρηγοριάδης:
«Η Α.Σ.Ο. και οι διακλαδώσεις της Α.Ο.Ν. και Α.Ο.Α. κατόρθωσαν να οργανώσουν σημαντικό αριθμό των στρατιωτών, των ναυτών και των σμηνιτών, καθώς και ένα μικρό, αλλά όχι ασήμαντο μέρος υπαξιωματικών και αξιωματικών.
Ένα τμήμα τους σοβαρό προσχώρησε βαθμιαία απόλυτα στον κομμουνισμό, περιλαμβάνοντας και μερικούς βαθμοφόρους. Με τον μηχανισμό που συγκρότησε μπορούσε να κινητοποιεί μαζικά τους άνδρες και να εμπνέει φανατισμό και πάθος. Αρχικά, απευθυνόταν στους δημοκρατικούς, αλλά ενέταξε τους οπαδούς της σε μια σαφώς αριστερή κατηγορία με την επωνυμία του «αντιφασίστα». Αυτό ήταν και το βασικό τους σύνθημα, καθώς ο τίτλος της εφημερίδας που εξέδιδε: «Αντιφασίστας». Η δράση της Α.Σ.Ο. υπήρξε πολύ πιο ανοιχτή και απροκάλυπτη από του Ε.Α.Μ. Έπαιρνε σαφείς, αδιάλλακτες, επιθετικές πολιτικές θέσεις κατά τον βασιλιά, της κυβέρνησης, ακόμη και κατά των αστικών δημοκρατικών αντιλήψεων των παλαιοβενιζελικών».
Στο μεταξύ δημιουργήθηκε Υπουργείο Εθνικής Άμυνας με επικεφαλής τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο ο οποίος τον Μάρτιο του 1942 έφυγε για τη Μέση Ανατολή ,μέσω Ερυθραίας της Μικράς Ασίας με τη σύζυγό του Θεανώ Πουλικάκου, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Ο Κανελλόπουλος ανέλαβε παράλληλα και τη θέση του Αντιπροέδρου στην κυβέρνηση Τσουδερού. Λίγο μετά την αναχώρησή του από την Αθήνα, ιταλικό στρατοδικείο τον καταδίκασε σε θάνατο. Με την άφιξή του στην Αίγυπτο ο Κανελλόπουλος όρισε διοικητή της 2ης Ταξιαρχίας τον Συνταγματάρχη Αλκιβιάδη Μπουρδάρα, ενώ διοικητής της 1ης παρέμεινε ο Παυσανίας Κατσώτας.
Η είσοδος του Κανελλόπουλου στην κυβέρνηση εκπροσωπούσε το νέο και άφθαρτο, σε αντίθεση με τους βασιλιά και Τσουδερό ενώ και οι Βρετανοί υποστήριζαν τον Αχαιό πολιτικό. Παράλληλα έγινε ένας ευρύς ανασχηματισμός, απομακρύνθηκαν αξιωματικοί του μεταξικού καθεστώτος, ενώ εκπροσωπήθηκε, κατά κάποιο τρόπο και η κατεχόμενη Ελλάδα. Το γεγονός ότι ο Κανελλόπουλος είχε διαβιώσει σε καθεστώς κατοχής του έδινε επιπλέον κύρος.
Στις αρχές του 1943 καθώς οι ανάγκες για στρατεύσιμους αυξάνονται, ο Κανελλόπουλος καλεί σε επιστράτευση και άλλους Αιγυπτιώτες Έλληνες προκαλώντας την αντίδραση των ομογενών βιομηχάνων και εμπόρων, αλλά και του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, ενώ «ατυχείς» εμπνεύσεις του Κανελλόπουλου, φέρνουν και τους Βρετανούς απέναντί του, παρά τα δύο ταξίδια του στο Λονδίνο στα τέλη του 1942 και τις αρχές του 1943.
Το ξέσπασμα του κινήματος
Από το καλοκαίρι του 1942 υπήρχε έντονη αντιπαράθεση των Κατσώτα και Μπουρδάρα για την στρατιωτική απόδοση των δύο ταξιαρχιών, κάτι που οδηγεί τον Κανελλόπουλο στην υπαγωγή των δύο «αντίπαλων» στρατιωτικών υπό κοινή ηγεσία, μετά από υπόδειξη του Τσουδερού. Μετά από συνεννόηση του υπουργού με την «αρμόδια» στρατιωτική οργάνωση της Αθήνας «Θέρος», έφτασε στο Κάιρο ο Στρατηγός Χ. Ζυγούρης που είχε διακριθεί στο αλβανικό μέτωπο ως μέραρχος. Η άφιξη του Ζυγούρη όχι μόνο δεν είχε κανένα άμεσο αποτέλεσμα, καθώς οι Κατσώτας και Μπουρδάρας ενοχλούνταν από το «μεταξικό παρελθόν» του, ενώ στο διάστημα της απουσίας του Π. Κανελλόπουλου στο Λονδίνο διακινήθηκαν φήμες σύμφωνα με τις οποίες ο υπουργός σκόπευε να αντικαταστήσει σε όλες τις θέσεις κλειδιά τους «δημοκράτες» αξιωματικούς με «φασίστες». Στις αρχές του 1943 ιδρύθηκε ο «Ελληνικός Απελευθερωτικός Σύνδεσμος» (Ε.Α.Σ.), ο οποίος ως βασικές του αρχές είχε τα ιδεώδη του Χάρτη του Ατλαντικού και τον κοινό εθνικό και αντιφασιστικό αγώνα.
Όταν ο Κανελλόπουλος επέστρεψε από το Λονδίνο (11/2/1943) διαπίστωσε ότι διαδίδονταν φήμες περί παραίτησής του και ότι οι «κόντρες» των αριστερών και των «μεταξικών» οδηγούν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Αποφάσισε την αντικατάσταση του Αντισυνταγματάρχη Γ. Χατζησταυρή, διοικητή του 5ου Τάγματος Πεζικού της 5ης Ταξιαρχίας και του Ταγματάρχη Σταυρουλάκη κάτι που προκάλεσε αντιδράσεις. Ο υποδιοικητής του 5ου Τάγματος Αθανασίου που θα αναλάμβανε τη διοίκησή του, ξυλοκοπήθηκε άγρια από εξοργισμένους στρατιώτες, ενώ περίπου 150 αξιωματικοί της Ταξιαρχίας παραιτήθηκαν, όμως μετά από παρέμβαση του Κανελλόπουλου κάποιοι ανακάλεσαν τις παραιτήσεις τους.
Μετά από διαβουλεύσεις με τον Στρατηγό Holmes, διοικητή της 9ης Βρετανικής Στρατιάς ο Κανελλόπουλος, για τον οποίο κυκλοφορούσαν νέες φήμες ότι είχε φέρει κρυφά στο Κάιρο τον Μανιαδάκη για να αποκαταστήσει το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, πήγε στον Λίβανο όπου στάθμευαν οι Ταξιαρχίες και κάλεσε σε απολογία τους διοικητές τους. Την 1η Μαρτίου με τους στασιαστές συμπαρατάχθηκαν και πολλοί αξιωματικοί της 1ης Ταξιαρχίας. Συγκροτήθηκε μια τριμελής επιτροπή της Α.Σ.Ο. τα μέλη της οποίας φυλακίστηκαν προσωρινά, ενώ διαδοχικά στασίασαν το Χειρουργείο και ο Λόχος Μεταφορών. Μετά από δυναμική επέμβαση του Παυσανία Κατσώτα υπήρξε προσωρινή εκτόνωση της κατάστασης.
Λίγο μετά όμως το 1ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού και άλλες μονάδες της Ταξιαρχίας στασίασαν επίσης. Τα αιτήματα των στασιαστών ήταν πολιτικά και εστιάζονταν στην απομάκρυνση των αξιωματούχων της 4ης Αυγούστου και στον ανασχηματισμό της κυβέρνησης Τσουδερού με τη συμμετοχή περισσότερων φιλελεύθερων πολιτικών. Από τις 5-8 Μαρτίου 1943 οι μονάδες της Ταξιαρχίας παρέμεναν στους καταυλισμούς τους και δεν λάμβαναν μέρος σε ασκήσεις. Στις 6 Μαρτίου στο νοσοκομείο της Χεντέρας, περίπου 60 μαινόμενοι στρατιώτες επιτέθηκαν εναντίον του Κανελλόπουλου και των τριών συνοδών του με κατάρες, ύβρεις, πέτρες και ρόπαλο. Ο οδηγός του Κανελλόπουλου δέχθηκε δύο μαχαιριές, τελικά αποφεύχθηκαν τα χειρότερα.
Στις 10 Μαρτίου ο Αχαιός πολιτικός ανακοίνωσε την παραίτησή του. Στον ανασχηματισμό που ακολούθησε, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ανέλαβε προσωρινά ο Τσουδερός. Στο μεταξύ στις 8 Μαρτίου η στάση στην 1η Ταξιαρχία έληξε με νέα παρέμβαση του Κατσώτα. Τελικά αποχώρησαν 40 αξιωματικοί, ενώ άλλοι 6 δεν επέστρεψαν στις θέσεις τους μετά την καταστολή της εξέγερσης. Τελικά η κρίση λύθηκε με συμβιβασμό. Πολλοί θεωρούμενοι ως «μεταξικοί» αξιωματικοί αντικαταστάθηκαν, ενώ οι πρωτεργάτες της στάσης στάλθηκαν στο Τομπρούκ για να φρουρούν ένα στρατόπεδο Γερμανών αιχμαλώτων. Η Α.Σ.Ο. που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη στάση έμεινε αλώβητη στο παρασκήνιο.
Το νέο κίνημα του Ιουλίου 1943 – Η βρετανική παρέμβαση
Ωστόσο δεν τερματίστηκαν οι εξεγέρσεις. Νέα στάση, στο Ναυτικό αυτή τη φορά, συγκεκριμένα στα πλοία «Ιέραξ» και «Μιαούλης», αφού προκάλεσε αναστάτωση στην Αλεξάνδρεια, αντιμετωπίστηκε με επιτυχία (Ιούλιος 1943). Ταυτόχρονα εξεγέρθηκε και πάλι η 2α Ταξιαρχία. Γράφει σχετικά ο Δρ Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος: «Μετά τον πρώτο νεκρό, ακολούθησε ο ξυλοδαρμός αρκετών αξιωματικών, η αυτοκτονία ενός ιατρού-οπλίτη, η αποδοκιμασία του διοικητού και η σύλληψη πολλών βασιλοφρόνων (και ορισμένων βενιζελικών) αξιωματικών. Τότε επενέβησαν οι Βρετανοί, οι οποίοι αφόπλισαν τους στασιαστές και έστειλαν πολλούς εξ αυτών σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Σημειωτέον ότι τέσσερις εκ των θεωρουμένων πρωταιτίων, αν και κατεδικάσθησαν εις θάνατον από στρατοδικείο, παρέμειναν εν ζωή. Λίγες μέρες αργότερα, έγινε νέα ανεπιτυχής εξέγερση την κρατουμένων στασιαστών. Δύο εξ αυτών κατεδικάσθησαν στην ποινή του θανάτου και εξετελέσθησαν». Τη διοίκηση της Ταξιαρχίας ανέλαβε προσωρινά ο απότακτος Συνταγματάρχης του κινήματος του 1935 Ι. Στεφανάκος, τελικά όμως αυτή διαλύθηκε.
Οι συνέπειες του κινήματος του 1943
Δυστυχώς για μια ακόμα φορά οι πολιτικές έριδες των Ελλήνων είχαν ολέθρια αποτελέσματα. Το κίνημα του 1943 έβλαψε σοβαρά τον αγώνα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και το κύρος της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης. Οι Έλληνες φαίνονταν να ασχολούνται με τα εσωτερικά τους ζητήματα ενώ όλος ο πλανήτης συγκλονιζόταν από τον πόλεμο. Αυτό μάλιστα σε μια περίοδο που οι Σύμμαχοι είχαν αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων και είχαν αριθμητική υπεροχή. Πλέον δεν τους ήταν απαραίτητες οι ελληνικές δυνάμεις, ενώ κάποιοι ίσως «βολεύονταν» εν όψει των μεταπολεμικών διεκδικήσεων. Ο βασιλιάς Γεώργιος δραστηριοποιήθηκε και τελικά ελληνικές δυνάμεις πήραν μέρος στον αγώνα στο ιταλικό μέτωπο. Ωστόσο, και αυτή η αποστολή λόγω του κινήματος του Απριλίου 1944, με το οποίο θα ασχοληθούμε σε μελλοντικό μας άρθρο καθυστέρησε σημαντικά.
Για τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο που είχε σαφώς ευθύνη για όσα έγιναν, γράφτηκαν και τα εξής: « Τι είναι Κανελλόπουλος; Πολλά ερωτηματικά»(Εμμανουήλ Τσουδερός).
«Π. Κανελλόπουλος, ο θεωρητικός του ελληνικού φασισμού»(Φιλοεαμικός Τύπος).
«Ο Κανελλόπουλος προσπάθησε ειλικρινά για μια μέση οδό μεταξύ των δύο άκρων. Η μετριοπάθειά του ήταν ίσως η αληθινή αιτία της μεταγενέστερης αντιδημοτικότητάς του»(Έκθεση βρετανικής εξεταστικής επιτροπής, 14/4/1943).
Πηγές: Χάγκεν Φλάισερ, «ΣΤΕΜΜΑ ΚΑΙ ΣΒΑΣΤΙΚΑ Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης 1941-1944» ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ
Δρ. Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος, «Η ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949)», Τόμος II, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ, 2014
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ, «ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΟΥ 1943 ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ». Περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ, τ.633, ΜΑΡΤΙΟΣ 2021.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα