Η επιδρομή των βάρβαρων Βησιγότθων του Αλάριχου στην Ελλάδα το 396-397 μ.Χ.
08.04.2023
10:18
Γιατί εισέβαλαν οι Βησιγότθοι στην Ελλάδα - Πώς έφτασαν ως την Αθήνα - Οι καταστροφές που προκαλέσαν οι Βησιγότθοι στην Πελοπόννησο – Σε ποιο μέρος της Ελλάδας εγκαταστάθηκαν τελικά οι Βησιγότθοι
Οι Βησιγότθοι ήταν ο δυτικός κλάδος των νομαδικών γερμανικών φυλών που αναφέρονται συλλογικά ως Γότθοι. Προήλθαν από προγενέστερες γοτθικές ομάδες που εισέβαλαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ξεκινώντας το 376 και νικώντας τους Ρωμαίους στη μάχη της Αδριανούπολης το 378 (δείτε άρθρο μας).
Ο αυτοκράτορας Μέγας Θεοδόσιος (Θεοδόσιος Α’) έκλεισε το 382 συμφωνία ειρήνης με τους Βησιγότθους. Οι βασικοί όροι της ήταν ότι επιτρεπόταν σε αυτούς να εγκατασταθούν μόνιμα σε αυτοκρατορικά εδάφη στη Θράκη, λαμβάνοντας μάλιστα σημαντική οικονομική ενίσχυση, αλλά και με την υποχρέωση να ακολουθούν ως επικουρικό σώμα τον αυτοκρατορικό στρατό στους πολέμους που θα αναγκαζόταν να διεξάγει. Το 394 ο Θεοδόσιος αναγκάστηκε να εκστρατεύσει στην Ιταλία για να αντιμετωπίσει του σφετεριστές του θρόνου Αρβογάστο και Ευγένιο. Το μεγαλύτερο μέρος των μάχιμων Βησιγότθων ακολούθησε τον αυτοκράτορα στον εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος έληξε με νίκη του Θεοδόσιου.
Όμως τον Ιανουάριο του 395 ο Θεοδόσιος πέθανε και άφησε διαδόχους, τους δύο γιους του, τον Αρκάδιο στην Ανατολή και τον Ονώριο στη Δύση, οι οποίοι είχαν ως επιτρόπους τον Ρουφίνο στην Ανατολή και τον Στηλίχωνα στη Δύση. Ισχυρότερος ήταν ο Στηλίχων (355 – 408) , βανδαλικής καταγωγής γαμπρός του Θεοδόσιου, ο οποίος είχε αναλάβει την αρχηγία του ενιαίου στρατού της αυτοκρατορίας, δηλαδή των δυνάμεων του Θεοδόσιου και των υπολειμμάτων του στρατού των σφετεριστών οι οποίοι προσχώρησαν στην ενιαία διοίκηση.
Με τον θάνατο του Θεοδόσιου έπαψε τυπικά να ισχύει και το νομικό καθεστώς που ρύθμιζε την παρουσία των Γότθων στην αυτοκρατορία, καθώς σύμφωνα με όσα ίσχυαν τότε οι συνθήκες δέσμευαν μόνο τους αρχηγούς των κρατών που τις υπέγραφαν. Επομένως έπρεπε ο Αρκάδιος να ανανεώσει την παλιά συνθήκη.
Οι Γότθοι υπέστησαν μεγάλες απώλειες στον εμφύλιο πόλεμο, κάποιες πηγές μάλιστα αναφέρουν τον υπερβολικό αριθμό των 10.000 ανδρών. Αυτό ενίσχυσε τη θέση τους στις διαπραγματεύσεις και πίστεψαν ότι ο νέος διακανονισμός με τον αυτοκράτορα θα ήταν ευνοϊκότερος γι’ αυτούς. Έλαβαν την άδεια από τον Στηλίχωνα και επέστρεψαν στις οικογένειές τους στη Θράκη. Εκεί άλλαξαν τακτική.
Εξέλεξαν νέο ηγεμόνα – βασιλιά τον νεαρό (περίπου 25 ετών τότε) και ριψοκίνδυνο Αλάριχο και αντί να στείλουν αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη μετακινήθηκαν ομαδικά προς αυτή! Μπροστά προχωρούσαν έφιπποι οι μάχιμοι άνδρες, που προστάτευαν το άμαχο τμήμα του λαού που ακολουθούσε πάνω σε άμαξες. Υπολογίζεται ότι οι μάχιμοι άνδρες ήταν 20.000 και ο άμαχος πληθυσμός γύρω στις 80.000! Συνολικά δηλαδή, περίπου 100.000 άτομα!
Ο Αρκάδιος ανησύχησε πολύ! Αν και δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες, ακόμα και ειρηνική να ήταν η μετακίνηση των Γότθων, σίγουρα προκαλούσαν προβλήματα στα σημεία απ’ όπου περνούσαν. Ο Ρουφίνος, φορώντας μάλιστα την παραδοσιακή στολή των Γότθων βγήκε έξω από τα τείχη της Πόλης να τους συναντήσει. Φαίνεται ότι δεν τους παραχώρησε αυτά που ζητούσαν, δηλαδή στρατιωτικό αξίωμα για τον Αλάριχο και ένταξή τους στον αυτοκρατορικό στρατό, κάτι που θα τους εξασφάλιζε οικονομικά, αλλά τους έδωσε την άδεια και την ανοχή του επίσημου, αλλά ανίσχυρου κράτους, να μετακινηθούν σε άλλο σημείο της αυτοκρατορίας.
Πώς οι Βησιγότθοι έφτασαν στην Πελοπόννησο
Έτσι οι Βησιγότθοι άλλαξαν πορεία. Εισέβαλαν στη Μακεδονία και προχώρησαν στη Θεσσαλία καταστρέφοντας τα πάντα. Στη Θεσσαλονίκη έσπευσε να τους αντιμετωπίσει ο Στηλίχων, επικεφαλής του ενιαίου αυτοκρατορικού στρατού. Λίγο πριν την αποφασιστική σύγκρουση με τους Βησιγότθους έλαβε διαταγή του Αρκάδιου, ουσιαστικά του Ρουφίνου, να αφήσει ανενόχλητους τους Βησιγότθους και να στείλει στην Κωνσταντινούπολη τις μονάδες που προέρχονταν από το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας.
Ο αυτοκράτορας Μέγας Θεοδόσιος (Θεοδόσιος Α’) έκλεισε το 382 συμφωνία ειρήνης με τους Βησιγότθους. Οι βασικοί όροι της ήταν ότι επιτρεπόταν σε αυτούς να εγκατασταθούν μόνιμα σε αυτοκρατορικά εδάφη στη Θράκη, λαμβάνοντας μάλιστα σημαντική οικονομική ενίσχυση, αλλά και με την υποχρέωση να ακολουθούν ως επικουρικό σώμα τον αυτοκρατορικό στρατό στους πολέμους που θα αναγκαζόταν να διεξάγει. Το 394 ο Θεοδόσιος αναγκάστηκε να εκστρατεύσει στην Ιταλία για να αντιμετωπίσει του σφετεριστές του θρόνου Αρβογάστο και Ευγένιο. Το μεγαλύτερο μέρος των μάχιμων Βησιγότθων ακολούθησε τον αυτοκράτορα στον εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος έληξε με νίκη του Θεοδόσιου.
Όμως τον Ιανουάριο του 395 ο Θεοδόσιος πέθανε και άφησε διαδόχους, τους δύο γιους του, τον Αρκάδιο στην Ανατολή και τον Ονώριο στη Δύση, οι οποίοι είχαν ως επιτρόπους τον Ρουφίνο στην Ανατολή και τον Στηλίχωνα στη Δύση. Ισχυρότερος ήταν ο Στηλίχων (355 – 408) , βανδαλικής καταγωγής γαμπρός του Θεοδόσιου, ο οποίος είχε αναλάβει την αρχηγία του ενιαίου στρατού της αυτοκρατορίας, δηλαδή των δυνάμεων του Θεοδόσιου και των υπολειμμάτων του στρατού των σφετεριστών οι οποίοι προσχώρησαν στην ενιαία διοίκηση.
Με τον θάνατο του Θεοδόσιου έπαψε τυπικά να ισχύει και το νομικό καθεστώς που ρύθμιζε την παρουσία των Γότθων στην αυτοκρατορία, καθώς σύμφωνα με όσα ίσχυαν τότε οι συνθήκες δέσμευαν μόνο τους αρχηγούς των κρατών που τις υπέγραφαν. Επομένως έπρεπε ο Αρκάδιος να ανανεώσει την παλιά συνθήκη.
Οι Γότθοι υπέστησαν μεγάλες απώλειες στον εμφύλιο πόλεμο, κάποιες πηγές μάλιστα αναφέρουν τον υπερβολικό αριθμό των 10.000 ανδρών. Αυτό ενίσχυσε τη θέση τους στις διαπραγματεύσεις και πίστεψαν ότι ο νέος διακανονισμός με τον αυτοκράτορα θα ήταν ευνοϊκότερος γι’ αυτούς. Έλαβαν την άδεια από τον Στηλίχωνα και επέστρεψαν στις οικογένειές τους στη Θράκη. Εκεί άλλαξαν τακτική.
Εξέλεξαν νέο ηγεμόνα – βασιλιά τον νεαρό (περίπου 25 ετών τότε) και ριψοκίνδυνο Αλάριχο και αντί να στείλουν αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη μετακινήθηκαν ομαδικά προς αυτή! Μπροστά προχωρούσαν έφιπποι οι μάχιμοι άνδρες, που προστάτευαν το άμαχο τμήμα του λαού που ακολουθούσε πάνω σε άμαξες. Υπολογίζεται ότι οι μάχιμοι άνδρες ήταν 20.000 και ο άμαχος πληθυσμός γύρω στις 80.000! Συνολικά δηλαδή, περίπου 100.000 άτομα!
Ο Αρκάδιος ανησύχησε πολύ! Αν και δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες, ακόμα και ειρηνική να ήταν η μετακίνηση των Γότθων, σίγουρα προκαλούσαν προβλήματα στα σημεία απ’ όπου περνούσαν. Ο Ρουφίνος, φορώντας μάλιστα την παραδοσιακή στολή των Γότθων βγήκε έξω από τα τείχη της Πόλης να τους συναντήσει. Φαίνεται ότι δεν τους παραχώρησε αυτά που ζητούσαν, δηλαδή στρατιωτικό αξίωμα για τον Αλάριχο και ένταξή τους στον αυτοκρατορικό στρατό, κάτι που θα τους εξασφάλιζε οικονομικά, αλλά τους έδωσε την άδεια και την ανοχή του επίσημου, αλλά ανίσχυρου κράτους, να μετακινηθούν σε άλλο σημείο της αυτοκρατορίας.
Πώς οι Βησιγότθοι έφτασαν στην Πελοπόννησο
Έτσι οι Βησιγότθοι άλλαξαν πορεία. Εισέβαλαν στη Μακεδονία και προχώρησαν στη Θεσσαλία καταστρέφοντας τα πάντα. Στη Θεσσαλονίκη έσπευσε να τους αντιμετωπίσει ο Στηλίχων, επικεφαλής του ενιαίου αυτοκρατορικού στρατού. Λίγο πριν την αποφασιστική σύγκρουση με τους Βησιγότθους έλαβε διαταγή του Αρκάδιου, ουσιαστικά του Ρουφίνου, να αφήσει ανενόχλητους τους Βησιγότθους και να στείλει στην Κωνσταντινούπολη τις μονάδες που προέρχονταν από το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας.
Πολλοί ιστορικοί ασχολήθηκαν με αυτό το περίεργο γεγονός, όμως δεν υπάρχει βεβαιότητα για τον λόγο που δόθηκε η συγκεκριμένη εντολή. Το σίγουρο είναι πως όταν οι μονάδες του στρατού του Στηλίχωνα έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη, το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να σκοτώσουν τον Στηλίχωνα μπροστά στα μάτια του νεαρού Αρκαδίου.
Ο Αλάριχος και οι Βησιγότθοι συνέχισαν την καταστροφική τους πορεία προς τον νότο. Πέρασαν εύκολα τις Θερμοπύλες, καθώς η φρουρά τους υποχώρησε αμέσως, λεηλάτησαν τη Βοιωτία, εκτός από τη Θήβα την οποία προστάτευσαν τα τείχη της, λεηλάτησαν την Αττική και κατέλαβαν τον Πειραιά. Οι Αθηναίοι δεν προέβαλαν αντίσταση και προτίμησαν να διαπραγματευθούν με τους βαρβάρους εξαγοράζοντας τη σωτηρία τους με την καταβολή υψηλού τιμήματος (λύτρα). Έτσι ο Αλάριχος έκανε μία… εθιμοτυπική επίσκεψη έφιππος στην Αθήνα και αποχώρησε με τους άνδρες του από την πόλη. Κατευθύνθηκαν στην Ελευσίνα όπου έκαψαν τον ναό της θεάς Δήμητρας ενώ στις αρχές του 396 έφτασαν στον Ισθμό.
Οι καταστροφές στην Πελοπόννησο από τους Βησιγότθους
Την άμυνα του Ισθμού είχε αναλάβει ο ανθύπατος της Αχαΐας Αντίοχος, που ήταν έμπιστος φίλος και συνεργάτης του Ρουφίνου. Πιθανότατα σε αυτό οφείλεται η «περίεργη» άρνησή του να αντισταθεί στους Βησιγότθους στο κρισιμότερο σημείο της επιδρομής τους, στον Ισθμό. Αντίθετα, σε συνεννόηση με τον αρμόδιο για την άμυνα στρατηγό Γερόντιο άφησε τον Αλάριχο να εισβάλλει στην Πελοπόννησο. Η πρώτη πόλη που καταστράφηκε από τους βάρβαρους ήταν η Κόρινθος, κάτι που αποδείχθηκε και από τις ανασκαφές της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής. Δεν αρκέστηκαν όμως στην πόλη, αλλά συνέχισαν τις καταστροφές τους και στα «πρόσοικα πολίχνια».
Χαρακτηριστικό είναι, ότι ο Ιλάριος, διαπρεπής φιλόσοφος και ζωγράφος από τη Βιθυνία που είχε εργαστεί για χρόνια στην Αθήνα και ζούσε σε ένα αγρόκτημα στην Κορινθία, κατακρεουργήθηκε μαζί με τους υπηρέτες του από τους Βησιγότθους. Οι βάρβαροι νικήθηκαν νότια. Άλωσαν και λεηλάτησαν το Άργος. Στις Μυκήνες βρέθηκαν χρυσά κοσμήματα, δύο βραχιόλια σε σχήμα φιδιού και ένα διάδημα που από την τεχνοτροπία τους θεωρούνται ότι κατασκευάστηκαν από Βησιγότθους τεχνίτες.
Σειρά είχε η Σπάρτη αφού οι άρχοντές της προτίμησαν να μην αντισταθούν. Από τη Λακωνία οι Βησιγότθοι ανέβηκαν στην Αρκαδία, όπου μόνο η Τεγέα αντιστάθηκε χάρη στο σθένος ενός άρχοντά της, του Ρούφου, ο οποίος αργότερα τιμήθηκε από την πόλη του με αναμνηστική επιγραφή. Ο Αλεξανδρινός ποιητής Κλαυδιανός που ζούσε στην αυλή του Ονωρίου κατηγορεί σφοδρά του Ρουφίνο γράφοντας ότι η όλη η Ελλάδα γνώρισε πρωτοφανή καταστροφή.
Παλαιότερα υπήρχε η άποψη ότι οι Βησιγότθοι προκάλεσαν πλήρη καταστροφή στην Ελευσίνα, την Ολυμπία και σε άλλα μέρη με αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Σήμερα όμως κάτι τέτοιο θεωρείται ανακριβές. Η Ολυμπία είναι βέβαιο ότι δεν καταστράφηκε από τους Βησιγότθους, αλλά μάλλον από σεισμό (του 366 ή του 375). Άλλωστε ο σκοπός και η φύση των επιδρομών τους, δεν ήταν η καταστροφή των αρχαιοτήτων.
Τα βαρβαρικά φύλα που εισέβαλαν στην αυτοκρατορία είχαν βασικά δύο στόχους. Ο πρώτος ήταν να βρουν τα μέσα για να επιβιώσουν. Για τον λόγο αυτό συγκέντρωναν όσα τρόφιμα χρειάζονταν καθημερινά και όσα μπορούσαν να αποθηκεύσουν.
Επίσης συγκέντρωναν πολύτιμα μέταλλα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα που θα χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι και στη συνέχεια μπορούσαν να τα εκποιήσουν. Έτσι εκτός από θησαυρούς σε νομίσματα έψαχναν και για κοσμήματα τα οποία χάριζαν στις γυναίκες τους ή στην ανάγκη, τα πουλούσαν.
Επίσης έπαιρναν ανθρώπους τους οποίους τους χρησιμοποιούσαν ως υπηρέτες και τους πουλούσαν ως δούλους. Ο δεύτερος, πιο μακροπρόθεσμος στόχος τους ήταν να βρουν μια περιοχή στην οποία θα κατόρθωναν να εγκατασταθούν «νόμιμα» έχοντας την έγκριση της αυτοκρατορίας. Φαίνεται ότι είχαν επιλέξει να μείνουν στην Πελοπόννησο καθώς σ' αυτή έδρασαν για ένα με ενάμιση χρόνο και τελικά έφυγαν από αυτή χωρίς τη θέλησή τους. Ίσως σ' αυτό απέβλεπε «σιωπηρά και ανομολόγητα», κατά τον Ευάγγελο Χ. Χρυσό, η κεντρική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης που τους άφησε ανενόχλητους να φτάσουν και να εγκατασταθούν στην Αρκαδία!
Αν η υπόθεση αυτή ευσταθεί, εξηγείται η εντολή του Ρουφίνου στον Στηλίχωνα να μην επιτεθεί στον Αλάριχο στη Θεσσαλονίκη, αλλά και όσα έγιναν στον Ισθμό από τους Αντίοχο και Γερόντιο.
Η εκδίωξη των Βησιγότθων από την Πελοπόννησο
Όμως την άνοιξη του 397 ο Στηλίχων εκστράτευσε και πάλι στην Ελλάδα για να εκδιώξει τους βαρβάρους. Έφτασε με στόλο στην Κόρινθο και από εκεί άρχισε τη συστηματική εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τους Βησιγότθους.
Ο ένθερμος υπερασπιστής και υμνητής του Στηλίχωνα Κλαυδιανός γράφει, με μια δόση υπερβολής, για ένδοξες και αιματηρές μάχες του Στηλίχωνα στο Λύκαιον Όρος, στον Ερύμανθο, στο Μαίναλο και στους ποταμούς Λάδωνα και Αλφειό, εκεί που όπως φαίνεται είχαν αποφασίσει να αποσυρθούν και να ασχοληθούν με την καλλιέργεια της γης.
Η απειθαρχία των στρατιωτών του, αλλά και η στάση του Αρκάδιου και του περιβάλλοντός του υποχρέωσαν τον Στηλίχωνα που είχε φέρει σε δύσκολη θέση τους Βησιγότθους στη Φολόη να ματαιώσει την τελική του επίθεση και να υποχωρήσει. Για να σώσει το γόητρό του άφησε τους βαρβάρους να φύγουν από την Πελοπόννησο με όλα τους τα λάφυρα και να περάσουν στην Ήπειρο, όπου συνέχισαν την καταστροφική τους δράση. Ο Κλαυδιανός όμως ύμνησε τον Στηλίχωνα γράφοντας «ότι η εξουθενωμένη Ελλάδα ξανασήκωσε το κεφάλι της μέσα από τις φλόγες».
Ο Στηλίχων εμφανίστηκε ως ελευθερωτής της Ελλάδας. Από μια λανθασμένη ανάγνωση ενός χωρίου του Εθνικού ιστορικού Ζώσιμου, υπήρχε παλαιότερα η άποψη ότι οι Βησιγότθοι πήραν την άδεια από τους Βυζαντινούς να εγκατασταθούν στην Ήπειρο όπου και παρέμειναν για τέσσερα χρόνια (397-401). Όμως η εγκατάστασή τους δεν έγινε στην Ήπειρο, αλλά στην Ημαθία της Μακεδονίας.
Πώς εγκατέλειψαν την Ελλάδα οι Βησιγότθοι;
Μετά την εκδίωξη των Βησιγότθων από την Πελοπόννησο η βυζαντινή κυβέρνηση ανακήρυξε δημόσιο εχθρό τον Στηλίχωνα και έδωσε στον Αλάριχο και τους Βησιγότθους αυτά που ζητούσαν. Απέμεινε στον πρώτο το αξίωμα του στρατηγού του Ιλλυρικού και στον λαό του έδωσε το δικαίωμα να εγκατασταθεί, όπως αναφέραμε, στην Ημαθία.
Ήταν το αποκορύφωμα της φιλογοτθικής πολιτικής που εγκαινίασε ο Μέγας Θεοδόσιος το 382. Αυτές οι ενέργειες όμως προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων στον λαό. Χαρακτηριστικά είναι όσα έλεγε ο Συνέσιος Κυρήνης, ότι αυτοί οι ξανθοί γαλανομάτες είναι «για να μας υπηρετούν και όχι να τους υπηρετούμε». Οι αντιδράσεις αυτές οδήγησαν στη σφαγή των Γότθων της Κωνσταντινούπολης το 401. Οι Βησιγότθοι είχαν πλέον ως μόνη επιλογή την εξέγερση.
Το 410 κυρίευσαν και λεηλάτησαν τη Ρώμη. Συνέχισαν την πορεία τους προς τα δυτικά και σταμάτησαν στην Ιβηρική Χερσόνησο, όπου ίδρυσαν το Βησιγοτθικό κράτος της Ισπανίας. Ο άμεσος κίνδυνος για την Ανατολή είχε περάσει...
Οι συνέπειες από τη δράση των Βησιγότθων στην Ελλάδα
Όπως γράφει ο ιστορικός Ζώσιμος (περ. 460-520) στις αρχές του 6ου αιώνα, η ανάμνηση των καταστροφών που προκάλεσαν οι Βησιγότθοι παρέμενε «ζωντανή» γιατί τη συντηρούσε η θέα των ερειπίων που υπήρχαν από τη δράση τους στην Ελλάδα. Στον Θεοδοσιανό Κώδικα (439), υπάρχουν δύο αυτοκρατορικά διατάγματα που ρυθμίζουν ζητήματα της Αχαΐας, οι κάτοικοι της οποίας έπεισαν τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β', τον επονομαζόμενο Μικρό (408-450), να μειώσει στο ένα τρίτο της φορολογικές υποχρεώσεις, ειδικά της επαρχίας αυτής, κάτι που σημαίνει ότι είχε μειωθεί σημαντικά ή παραγωγή.
Ο ίδιος αυτοκράτορας το 435 έδωσε εντολή στον αρμόδιο για τα βασιλικά κτήματα, τον comes rerum privatarum, για τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τα αιτήματα κατοίκων της Αχαΐας που ζητούσαν να τους δοθούν κτήματα που είχε μείνει χωρίς ιδιοκτήτη και ακαλλιέργητα (hona vacantia et caduca).
Πόσο βάρβαροι ήταν οι Βησιγότθοι;
Οι Βησιγότθοι όπως αναφέραμε, ήταν αρχαίος γερμανικός λαός, ένας από τους δύο μεγάλους κλάδους των Γότθων. Αρχική κοιτίδα τους ήταν η περιοχή δυτικά του Δνείστερου, γι' αυτό ονομάστηκαν Βησιγότθοι, δηλαδή Γότθοι της Δύσης, σε αντιδιαστολή με τους Οστρογότθους, τους Γότθους της Ανατολής.
Η πρώτη σύγκρουσή τους με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έγινε το 213 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Καρακάλλας. Ακολούθησαν επανειλημμένες συγκρούσεις τους με τους Ρωμαίους ώσπου το 322 μ.Χ. τους αναχαίτισε ο Μέγας Κωνσταντίνος.
Στα μέσα του 4ου αιώνα εξασφάλισαν την άδεια από τον αυτοκράτορα Βαλέντιο να εγκατασταθούν στη Μοισία, καταδιωκόμενοι από τους Ούννους. Λόγω της βαριάς φορολογίας επαναστάτησαν και υπό την ηγεσία του Φριτίγερνου πραγματοποίησαν επιδρομή εναντίον της Θράκης. Ακολούθησε η μάχη της Αδριανούπολης (378) και όσα αναφέραμε στην αρχή του άρθρου. Μετά τη λεηλασία της Ρώμης το 410, ο διάδοχος του Αλάριχου Αταούλφος, οδήγησε τους Βησιγότθους στη Γαλατία και την Ισπανία, όπου αφού νίκησαν τους άλλους βόρειους λαούς, δημιούργησαν ένα μεγάλο ιβηρογαλατικό βασίλειο με πρωτεύουσα την Τουλούζ, που διατηρήθηκε από το 419 ως το 507. Στις αρχές του 6ου αιώνα οι Βησιγότθοι δέχτηκαν την επίθεση των Φράγκων υπό τον Κλόβις και των Βουργουνδών.
Αφού νικήθηκαν στη μάχη του Βουγέ το 507 έχασαν την Τουλούζ και όλα τα γαλατικά εδάφη και περιορίστηκαν στα ισπανικά όπου το κράτος τους «επέζησε» ως το 711, οπότε και κατακτήθηκε από τους Άραβες. Πρωτεύουσα του «ισπανικού» κράτους των Βησιγότθων ήταν το Τολέδο. Παρά την απώλεια των γαλατικών εδαφών, οι Βησιγότθοι κατόρθωσαν να ανασυγκροτηθούν και να αντιμετωπίσουν την προσπάθεια του Ιουστινιανού (527-565) να τους υποτάξει. Αρειανιστές αρχικά, το 589 προσχώρησαν στο καθολικό δόγμα.
Το γεγονός αυτό αποτέλεσε αιτία εσωτερικών συγκρούσεων, που έκαναν πιο εύκολη την υποταγή τους στους Μουσουλμάνους.
Στις 27 Απριλίου 711 μαυριτανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στο Γιβραλτάρ και ξεκίνησαν την εισβολή τους στην Ιβηρική. Στις 19 Ιουλίου 711, οι δυνάμεις του χαλιφάτου των Ομεϋαδών υπό τον Ταρίκ ιμπν Ζιγιάντ νίκησαν τους Βησιγότθους στη μάχη της Γουαδαλέτε και τους υπέταξαν.
Οι Βησιγότθοι αποσύρθηκαν στην περιοχή Αστούριας και άρχισαν την αντεπίθεση. Παρά τον χαρακτηρισμό «βάρβαροι» που αναφέραμε κι εμείς στο κείμενο, οι Βησιγότθοι ήταν αρκετά πολιτισμένοι. Ως τα μέσα του 7ου αιώνα διατήρησαν τη ρωμαϊκή νομοθεσία ("Breviarium Alaricianum") που συντάχθηκε το 507, πριν την Ιουστινιάνεια νομοθεσία, καθώς και το εθιμικό τους δίκαιο. Αργότερα η νομοθεσία ενοποιήθηκε στο "Liber judicorum". Το καθολικό περιβάλλον, με κέντρο τη Σεβίλη υπήρξε εστία σημαντικών μελετών, από την οποία προήλθε και ο περίφημος επίσκοπος Σεβίλης και άγιος της Δυτικής Εκκλησίας Ισίδωρος.
Επίλογος
Δεν χωρά αμφιβολία ότι η επιδρομή των Βησιγότθων στην Ελλάδα το 396/397 ήταν ιδιαίτερα καταστροφική, ιδιαίτερα για την Πελοπόννησο. Όπως γράφει ο Κλαυδιανός θέλοντας να υμνήσει μια, αμφισβητούμενη, νίκη των Ρωμαίων επί των Βησιγότθων στην Πολέντια της Ιταλίας το 402, οι τελευταίοι για να απαλλαγούν από το βάρος και να καθυστερήσουν τους αντιπάλους τους, άφηναν πίσω τους κρατήρες (μεγάλα αγγεία) που είχαν αρπάξει από το «αξιολύπητο Άργος», και αγάλματα που πήραν μαζί τους από την Κόρινθο όταν έκαψαν την πόλη. Επίσης, σε λίβελό του εναντίον του ευνούχου Ευτροπίου που διαδέχθηκε τον Ρουφίνο στην αυλή του Αρκαδίου, μακάριζε τις γυναίκες των Βησιγότθων της Ελλάδας,οι οποίοι τους χάρισαν κοσμήματα που ήταν λάφυρα από τους εχθρούς και τους έδωσαν «ωραίες υπηρέτριες που πήραν αιχμάλωτες από το Άργος και τη Θεσσαλία και δούλες από τη Σπάρτη».
Φυσικά, θέμα εξαφάνισης των Ελλήνων, όπως διαβάσαμε σε κάποια σχόλια, από τις βησιγοτθικές επιδρομές, δεν υπήρξε και δεν αναφέρεται πουθενά...
Πηγές: Ευάγγελος Χ. Χρυσός, "ΟΙ ΒΗΣΙΓΟΤΘΟΙ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ (396-7 μ.Χ.)" ΠΡΑΚΤΙΚΑ Β' ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΑΝΑΤΥΠΟΝ ΕΚ ΤΟΥ Β' ΤΟΜΟΥ, 1982, Academia. edu
Ζώσιμος «ΝΕΑ ΙΣΤΟΡΙΑ 306-410», Εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ, 2007
Ο Αλάριχος και οι Βησιγότθοι συνέχισαν την καταστροφική τους πορεία προς τον νότο. Πέρασαν εύκολα τις Θερμοπύλες, καθώς η φρουρά τους υποχώρησε αμέσως, λεηλάτησαν τη Βοιωτία, εκτός από τη Θήβα την οποία προστάτευσαν τα τείχη της, λεηλάτησαν την Αττική και κατέλαβαν τον Πειραιά. Οι Αθηναίοι δεν προέβαλαν αντίσταση και προτίμησαν να διαπραγματευθούν με τους βαρβάρους εξαγοράζοντας τη σωτηρία τους με την καταβολή υψηλού τιμήματος (λύτρα). Έτσι ο Αλάριχος έκανε μία… εθιμοτυπική επίσκεψη έφιππος στην Αθήνα και αποχώρησε με τους άνδρες του από την πόλη. Κατευθύνθηκαν στην Ελευσίνα όπου έκαψαν τον ναό της θεάς Δήμητρας ενώ στις αρχές του 396 έφτασαν στον Ισθμό.
Οι καταστροφές στην Πελοπόννησο από τους Βησιγότθους
Την άμυνα του Ισθμού είχε αναλάβει ο ανθύπατος της Αχαΐας Αντίοχος, που ήταν έμπιστος φίλος και συνεργάτης του Ρουφίνου. Πιθανότατα σε αυτό οφείλεται η «περίεργη» άρνησή του να αντισταθεί στους Βησιγότθους στο κρισιμότερο σημείο της επιδρομής τους, στον Ισθμό. Αντίθετα, σε συνεννόηση με τον αρμόδιο για την άμυνα στρατηγό Γερόντιο άφησε τον Αλάριχο να εισβάλλει στην Πελοπόννησο. Η πρώτη πόλη που καταστράφηκε από τους βάρβαρους ήταν η Κόρινθος, κάτι που αποδείχθηκε και από τις ανασκαφές της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής. Δεν αρκέστηκαν όμως στην πόλη, αλλά συνέχισαν τις καταστροφές τους και στα «πρόσοικα πολίχνια».
Χαρακτηριστικό είναι, ότι ο Ιλάριος, διαπρεπής φιλόσοφος και ζωγράφος από τη Βιθυνία που είχε εργαστεί για χρόνια στην Αθήνα και ζούσε σε ένα αγρόκτημα στην Κορινθία, κατακρεουργήθηκε μαζί με τους υπηρέτες του από τους Βησιγότθους. Οι βάρβαροι νικήθηκαν νότια. Άλωσαν και λεηλάτησαν το Άργος. Στις Μυκήνες βρέθηκαν χρυσά κοσμήματα, δύο βραχιόλια σε σχήμα φιδιού και ένα διάδημα που από την τεχνοτροπία τους θεωρούνται ότι κατασκευάστηκαν από Βησιγότθους τεχνίτες.
Σειρά είχε η Σπάρτη αφού οι άρχοντές της προτίμησαν να μην αντισταθούν. Από τη Λακωνία οι Βησιγότθοι ανέβηκαν στην Αρκαδία, όπου μόνο η Τεγέα αντιστάθηκε χάρη στο σθένος ενός άρχοντά της, του Ρούφου, ο οποίος αργότερα τιμήθηκε από την πόλη του με αναμνηστική επιγραφή. Ο Αλεξανδρινός ποιητής Κλαυδιανός που ζούσε στην αυλή του Ονωρίου κατηγορεί σφοδρά του Ρουφίνο γράφοντας ότι η όλη η Ελλάδα γνώρισε πρωτοφανή καταστροφή.
Παλαιότερα υπήρχε η άποψη ότι οι Βησιγότθοι προκάλεσαν πλήρη καταστροφή στην Ελευσίνα, την Ολυμπία και σε άλλα μέρη με αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Σήμερα όμως κάτι τέτοιο θεωρείται ανακριβές. Η Ολυμπία είναι βέβαιο ότι δεν καταστράφηκε από τους Βησιγότθους, αλλά μάλλον από σεισμό (του 366 ή του 375). Άλλωστε ο σκοπός και η φύση των επιδρομών τους, δεν ήταν η καταστροφή των αρχαιοτήτων.
Τα βαρβαρικά φύλα που εισέβαλαν στην αυτοκρατορία είχαν βασικά δύο στόχους. Ο πρώτος ήταν να βρουν τα μέσα για να επιβιώσουν. Για τον λόγο αυτό συγκέντρωναν όσα τρόφιμα χρειάζονταν καθημερινά και όσα μπορούσαν να αποθηκεύσουν.
Επίσης συγκέντρωναν πολύτιμα μέταλλα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα που θα χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι και στη συνέχεια μπορούσαν να τα εκποιήσουν. Έτσι εκτός από θησαυρούς σε νομίσματα έψαχναν και για κοσμήματα τα οποία χάριζαν στις γυναίκες τους ή στην ανάγκη, τα πουλούσαν.
Επίσης έπαιρναν ανθρώπους τους οποίους τους χρησιμοποιούσαν ως υπηρέτες και τους πουλούσαν ως δούλους. Ο δεύτερος, πιο μακροπρόθεσμος στόχος τους ήταν να βρουν μια περιοχή στην οποία θα κατόρθωναν να εγκατασταθούν «νόμιμα» έχοντας την έγκριση της αυτοκρατορίας. Φαίνεται ότι είχαν επιλέξει να μείνουν στην Πελοπόννησο καθώς σ' αυτή έδρασαν για ένα με ενάμιση χρόνο και τελικά έφυγαν από αυτή χωρίς τη θέλησή τους. Ίσως σ' αυτό απέβλεπε «σιωπηρά και ανομολόγητα», κατά τον Ευάγγελο Χ. Χρυσό, η κεντρική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης που τους άφησε ανενόχλητους να φτάσουν και να εγκατασταθούν στην Αρκαδία!
Αν η υπόθεση αυτή ευσταθεί, εξηγείται η εντολή του Ρουφίνου στον Στηλίχωνα να μην επιτεθεί στον Αλάριχο στη Θεσσαλονίκη, αλλά και όσα έγιναν στον Ισθμό από τους Αντίοχο και Γερόντιο.
Η εκδίωξη των Βησιγότθων από την Πελοπόννησο
Όμως την άνοιξη του 397 ο Στηλίχων εκστράτευσε και πάλι στην Ελλάδα για να εκδιώξει τους βαρβάρους. Έφτασε με στόλο στην Κόρινθο και από εκεί άρχισε τη συστηματική εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τους Βησιγότθους.
Ο ένθερμος υπερασπιστής και υμνητής του Στηλίχωνα Κλαυδιανός γράφει, με μια δόση υπερβολής, για ένδοξες και αιματηρές μάχες του Στηλίχωνα στο Λύκαιον Όρος, στον Ερύμανθο, στο Μαίναλο και στους ποταμούς Λάδωνα και Αλφειό, εκεί που όπως φαίνεται είχαν αποφασίσει να αποσυρθούν και να ασχοληθούν με την καλλιέργεια της γης.
Η απειθαρχία των στρατιωτών του, αλλά και η στάση του Αρκάδιου και του περιβάλλοντός του υποχρέωσαν τον Στηλίχωνα που είχε φέρει σε δύσκολη θέση τους Βησιγότθους στη Φολόη να ματαιώσει την τελική του επίθεση και να υποχωρήσει. Για να σώσει το γόητρό του άφησε τους βαρβάρους να φύγουν από την Πελοπόννησο με όλα τους τα λάφυρα και να περάσουν στην Ήπειρο, όπου συνέχισαν την καταστροφική τους δράση. Ο Κλαυδιανός όμως ύμνησε τον Στηλίχωνα γράφοντας «ότι η εξουθενωμένη Ελλάδα ξανασήκωσε το κεφάλι της μέσα από τις φλόγες».
Ο Στηλίχων εμφανίστηκε ως ελευθερωτής της Ελλάδας. Από μια λανθασμένη ανάγνωση ενός χωρίου του Εθνικού ιστορικού Ζώσιμου, υπήρχε παλαιότερα η άποψη ότι οι Βησιγότθοι πήραν την άδεια από τους Βυζαντινούς να εγκατασταθούν στην Ήπειρο όπου και παρέμειναν για τέσσερα χρόνια (397-401). Όμως η εγκατάστασή τους δεν έγινε στην Ήπειρο, αλλά στην Ημαθία της Μακεδονίας.
Πώς εγκατέλειψαν την Ελλάδα οι Βησιγότθοι;
Μετά την εκδίωξη των Βησιγότθων από την Πελοπόννησο η βυζαντινή κυβέρνηση ανακήρυξε δημόσιο εχθρό τον Στηλίχωνα και έδωσε στον Αλάριχο και τους Βησιγότθους αυτά που ζητούσαν. Απέμεινε στον πρώτο το αξίωμα του στρατηγού του Ιλλυρικού και στον λαό του έδωσε το δικαίωμα να εγκατασταθεί, όπως αναφέραμε, στην Ημαθία.
Ήταν το αποκορύφωμα της φιλογοτθικής πολιτικής που εγκαινίασε ο Μέγας Θεοδόσιος το 382. Αυτές οι ενέργειες όμως προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων στον λαό. Χαρακτηριστικά είναι όσα έλεγε ο Συνέσιος Κυρήνης, ότι αυτοί οι ξανθοί γαλανομάτες είναι «για να μας υπηρετούν και όχι να τους υπηρετούμε». Οι αντιδράσεις αυτές οδήγησαν στη σφαγή των Γότθων της Κωνσταντινούπολης το 401. Οι Βησιγότθοι είχαν πλέον ως μόνη επιλογή την εξέγερση.
Το 410 κυρίευσαν και λεηλάτησαν τη Ρώμη. Συνέχισαν την πορεία τους προς τα δυτικά και σταμάτησαν στην Ιβηρική Χερσόνησο, όπου ίδρυσαν το Βησιγοτθικό κράτος της Ισπανίας. Ο άμεσος κίνδυνος για την Ανατολή είχε περάσει...
Οι συνέπειες από τη δράση των Βησιγότθων στην Ελλάδα
Όπως γράφει ο ιστορικός Ζώσιμος (περ. 460-520) στις αρχές του 6ου αιώνα, η ανάμνηση των καταστροφών που προκάλεσαν οι Βησιγότθοι παρέμενε «ζωντανή» γιατί τη συντηρούσε η θέα των ερειπίων που υπήρχαν από τη δράση τους στην Ελλάδα. Στον Θεοδοσιανό Κώδικα (439), υπάρχουν δύο αυτοκρατορικά διατάγματα που ρυθμίζουν ζητήματα της Αχαΐας, οι κάτοικοι της οποίας έπεισαν τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β', τον επονομαζόμενο Μικρό (408-450), να μειώσει στο ένα τρίτο της φορολογικές υποχρεώσεις, ειδικά της επαρχίας αυτής, κάτι που σημαίνει ότι είχε μειωθεί σημαντικά ή παραγωγή.
Ο ίδιος αυτοκράτορας το 435 έδωσε εντολή στον αρμόδιο για τα βασιλικά κτήματα, τον comes rerum privatarum, για τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τα αιτήματα κατοίκων της Αχαΐας που ζητούσαν να τους δοθούν κτήματα που είχε μείνει χωρίς ιδιοκτήτη και ακαλλιέργητα (hona vacantia et caduca).
Πόσο βάρβαροι ήταν οι Βησιγότθοι;
Οι Βησιγότθοι όπως αναφέραμε, ήταν αρχαίος γερμανικός λαός, ένας από τους δύο μεγάλους κλάδους των Γότθων. Αρχική κοιτίδα τους ήταν η περιοχή δυτικά του Δνείστερου, γι' αυτό ονομάστηκαν Βησιγότθοι, δηλαδή Γότθοι της Δύσης, σε αντιδιαστολή με τους Οστρογότθους, τους Γότθους της Ανατολής.
Η πρώτη σύγκρουσή τους με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έγινε το 213 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Καρακάλλας. Ακολούθησαν επανειλημμένες συγκρούσεις τους με τους Ρωμαίους ώσπου το 322 μ.Χ. τους αναχαίτισε ο Μέγας Κωνσταντίνος.
Στα μέσα του 4ου αιώνα εξασφάλισαν την άδεια από τον αυτοκράτορα Βαλέντιο να εγκατασταθούν στη Μοισία, καταδιωκόμενοι από τους Ούννους. Λόγω της βαριάς φορολογίας επαναστάτησαν και υπό την ηγεσία του Φριτίγερνου πραγματοποίησαν επιδρομή εναντίον της Θράκης. Ακολούθησε η μάχη της Αδριανούπολης (378) και όσα αναφέραμε στην αρχή του άρθρου. Μετά τη λεηλασία της Ρώμης το 410, ο διάδοχος του Αλάριχου Αταούλφος, οδήγησε τους Βησιγότθους στη Γαλατία και την Ισπανία, όπου αφού νίκησαν τους άλλους βόρειους λαούς, δημιούργησαν ένα μεγάλο ιβηρογαλατικό βασίλειο με πρωτεύουσα την Τουλούζ, που διατηρήθηκε από το 419 ως το 507. Στις αρχές του 6ου αιώνα οι Βησιγότθοι δέχτηκαν την επίθεση των Φράγκων υπό τον Κλόβις και των Βουργουνδών.
Αφού νικήθηκαν στη μάχη του Βουγέ το 507 έχασαν την Τουλούζ και όλα τα γαλατικά εδάφη και περιορίστηκαν στα ισπανικά όπου το κράτος τους «επέζησε» ως το 711, οπότε και κατακτήθηκε από τους Άραβες. Πρωτεύουσα του «ισπανικού» κράτους των Βησιγότθων ήταν το Τολέδο. Παρά την απώλεια των γαλατικών εδαφών, οι Βησιγότθοι κατόρθωσαν να ανασυγκροτηθούν και να αντιμετωπίσουν την προσπάθεια του Ιουστινιανού (527-565) να τους υποτάξει. Αρειανιστές αρχικά, το 589 προσχώρησαν στο καθολικό δόγμα.
Το γεγονός αυτό αποτέλεσε αιτία εσωτερικών συγκρούσεων, που έκαναν πιο εύκολη την υποταγή τους στους Μουσουλμάνους.
Στις 27 Απριλίου 711 μαυριτανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στο Γιβραλτάρ και ξεκίνησαν την εισβολή τους στην Ιβηρική. Στις 19 Ιουλίου 711, οι δυνάμεις του χαλιφάτου των Ομεϋαδών υπό τον Ταρίκ ιμπν Ζιγιάντ νίκησαν τους Βησιγότθους στη μάχη της Γουαδαλέτε και τους υπέταξαν.
Οι Βησιγότθοι αποσύρθηκαν στην περιοχή Αστούριας και άρχισαν την αντεπίθεση. Παρά τον χαρακτηρισμό «βάρβαροι» που αναφέραμε κι εμείς στο κείμενο, οι Βησιγότθοι ήταν αρκετά πολιτισμένοι. Ως τα μέσα του 7ου αιώνα διατήρησαν τη ρωμαϊκή νομοθεσία ("Breviarium Alaricianum") που συντάχθηκε το 507, πριν την Ιουστινιάνεια νομοθεσία, καθώς και το εθιμικό τους δίκαιο. Αργότερα η νομοθεσία ενοποιήθηκε στο "Liber judicorum". Το καθολικό περιβάλλον, με κέντρο τη Σεβίλη υπήρξε εστία σημαντικών μελετών, από την οποία προήλθε και ο περίφημος επίσκοπος Σεβίλης και άγιος της Δυτικής Εκκλησίας Ισίδωρος.
Επίλογος
Δεν χωρά αμφιβολία ότι η επιδρομή των Βησιγότθων στην Ελλάδα το 396/397 ήταν ιδιαίτερα καταστροφική, ιδιαίτερα για την Πελοπόννησο. Όπως γράφει ο Κλαυδιανός θέλοντας να υμνήσει μια, αμφισβητούμενη, νίκη των Ρωμαίων επί των Βησιγότθων στην Πολέντια της Ιταλίας το 402, οι τελευταίοι για να απαλλαγούν από το βάρος και να καθυστερήσουν τους αντιπάλους τους, άφηναν πίσω τους κρατήρες (μεγάλα αγγεία) που είχαν αρπάξει από το «αξιολύπητο Άργος», και αγάλματα που πήραν μαζί τους από την Κόρινθο όταν έκαψαν την πόλη. Επίσης, σε λίβελό του εναντίον του ευνούχου Ευτροπίου που διαδέχθηκε τον Ρουφίνο στην αυλή του Αρκαδίου, μακάριζε τις γυναίκες των Βησιγότθων της Ελλάδας,οι οποίοι τους χάρισαν κοσμήματα που ήταν λάφυρα από τους εχθρούς και τους έδωσαν «ωραίες υπηρέτριες που πήραν αιχμάλωτες από το Άργος και τη Θεσσαλία και δούλες από τη Σπάρτη».
Φυσικά, θέμα εξαφάνισης των Ελλήνων, όπως διαβάσαμε σε κάποια σχόλια, από τις βησιγοτθικές επιδρομές, δεν υπήρξε και δεν αναφέρεται πουθενά...
Πηγές: Ευάγγελος Χ. Χρυσός, "ΟΙ ΒΗΣΙΓΟΤΘΟΙ ΣΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ (396-7 μ.Χ.)" ΠΡΑΚΤΙΚΑ Β' ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΑΝΑΤΥΠΟΝ ΕΚ ΤΟΥ Β' ΤΟΜΟΥ, 1982, Academia. edu
Ζώσιμος «ΝΕΑ ΙΣΤΟΡΙΑ 306-410», Εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ, 2007
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr