Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»

Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»

Πότε εγκαταστάθηκαν οι πρώτοι Έλληνες άποικοι στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία; - Ποιες ήταν οι κυριότερες αποικίες που ίδρυσαν; - Η ιστορία των ελληνικών αποικιών κατά τον Μεσαίωνα - Τα ελληνόφωνα χωριά της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας σήμερα και η γλώσσα τους

Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Στο άρθρο μας της προηγούμενης Κυριακής για τους Έλληνες Αρβανίτες της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας, το οποίο αρκετοί δεν κατάλαβαν και πολύ καλά υπήρχαν παραινέσεις αναγνωστών να γράψουμε για τη Μεγάλη Ελλάδα, τις ελληνικές αποικίες στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία. Ήταν κάτι που θα κάναμε έτσι κι αλλιώς, απλώς τώρα το επιταχύνουμε. Θα δούμε την μακραίωνη ιστορία της ελληνικής παρουσίας στην Ιταλία που ξεκινά με την εγκατάσταση μικρών ομάδων Μυκηναίων ήδη από τον 13ο αιώνα π.Χ. σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς και αρχαιολόγους, σίγουρα όμως τον 8ο π.Χ. αιώνα ιδρύθηκε η Κύμη από Ευβοείς και πιθανότατα, στο νησί Πιθηκούσες (σήμερα Ίσκια) είχε ιδρυθεί ακόμα πιο νωρίς μια ελληνική αποικία.

Οι επαφές των Ελλήνων με την Κάτω Ιταλία – Ο μύθος για τον Ιδομενέα και τους Κρήτες αποίκους

Μια αρχαία ελληνική παράδοση αναφέρεται στον βασιλιά της Κρήτης Ιδομενέα που μετά την άλωση της Τροίας κινδύνευσε καθώς επέστρεφε στην πατρίδα του. Έταξε τότε στον Ποσειδώνα να θυσιάσει τον πρώτο άνθρωπο που θα συναντούσε όταν θα έφτανε στις ακτές της Κρήτης. Η θάλασσα γαλήνευσε. Αλλά ο πρώτος άνθρωπος που αντίκρισε ο Ιδομενέας όταν έφτασε στην Κρήτη ήταν ο γιος του που είχε σπεύσει να τον υποδεχθεί. Ο Ιδομενέας βρέθηκε μπροστά σε ένα φοβερό δίλημμα, προτίμησε όμως να συμμορφωθεί στην υπόσχεση που είχε δώσει στον Ποσειδώνα και θυσίασε τον γιο του. Ο τραγικός βασιλιάς έπειτα εγκατέλειψε την Κρήτη και εγκαταστάθηκε στη Σαλεντία όπου ίδρυσε νέο βασίλειο. Όπως όλοι οι μύθοι, έτσι κι αυτός του Ιδομενέα έχει ιστορικό πυρήνα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι πρώτοι Έλληνες ήρθαν στην Ιταλία από την Κρήτη. Ο Στράβωνας γράφει ότι οι πρώτες εγκαταστάσεις Ελλήνων στην Ιταλία έγιναν τον 12ο αιώνα π.Χ. Τα μυκηναϊκά ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στην περιοχή του Σαλέντο (αρχαία Μεσαπία) στο Scoglio del Tonno, στο Leporano, στο Torre Castellucia κ.ά. επιβεβαιώνουν τον πυρήνα του μύθου και τις πληροφορίες του Ηρόδοτου και του Στράβωνα. Αλλά και στην Oria, την αρχαία Υδρία, την ίδρυση της οποίας ο Ηρόδοτος αποδίδει στους Κρήτες υπάρχουν ανάλογα ευρήματα.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Ερείπια του ναού του Ποσειδώνα στον Τάραντα

Ο αποικισμός των Ελλήνων στην Ιταλία

Η πρώτη αποικία που ιδρύθηκε από Έλληνες στην Ιταλία φαίνεται ότι ήταν αυτή που βρισκόταν στο νησί Πιθηκούσες (σήμερα Ίσκια). Επρόκειτο για αποικία εμπορικής εγκατάστασης που ίδρυσαν Χαλκιδέοι και Ερετριείς στην ακτή της Καμπανίας απέναντι από τη θέση που θα χτιζόταν αργότερα η Νεάπολη. Το νησί είχε εύφορο έδαφος, μεταλλεία χρυσού, αλλά ήταν και ηφαιστειογενές. Μετά από μια ισχυρή ηφαιστειακή έκρηξη, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν και να μεταβούν στις απέναντι ηπειρωτικές ακτές της Ιταλίας. Και οι αρχαιολογικές ανασκαφές επιβεβαιώνουν την παλαιότητα της αποικιακής εγκατάστασης στα νησιά. Εντυπωσιακό είναι το στοιχείο πως τα κεραμεικά ευρήματα στη νεκρόπολη του νησιού μοιάζουν πολύ με τα παλιότερα χαλκιδέικα αγγεία που βρέθηκαν στην αρχαιότατη ευβοϊκή αποικία Αlmina, στις συριακές ακτές της ανατολικής Μεσογείου. Έτσι, επιβεβαιώθηκε η πληροφορία του Στράβωνα για συμμετοχή των Χαλκιδέων στην ίδρυση της αποικίας. Ο Στράβωνας ετυμολογεί το ονομα Πιθηκούσες από τους πιθήκους που ζούσαν παλαιότερα στο νησί ενώ σύμφωνα με άλλη εκδοχή το όνομα Πιθηκούσες προέρχεται από τους πίθους (πιθάρια) που κατασκευάζονταν στο νησί.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Έλληνες της Καλαβρίας σήμερα

Πάντως, αρχαιότερη ελληνική αποικία στην Ιταλία θεωρείται η Κύμη που σήμερα αποτελεί προάστιο της Νεάπολης. Ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς αποδίδει την ίδρυση της στους Χαλκιδέους και Ερετριείς (Ρωμαϊκή Αρχαιολογία, 7,3,1). Φαίνεται όμως ότι η Κύμη χτίστηκε από Ευβοείς, γενικότερα, υπό την ηγεσία της Χαλκίδας, μεταξύ των ετών 775 π.Χ. και 750 π.Χ. (υπάρχει και αναφορά για μεταγενέστερη ίδρυση της το 725 π.Χ.) πάνω σε φυσική ακρόπολη, προστατευμένη από τις τρεις πλευρές της, ενώ η τέταρτη ήταν προστατευμένη από τη θάλασσα. Ο Στράβων (10,1,8) δίνει περισσότερες πληροφορίες για την ίδρυση της Κύμης και γράφει ότι οι Χαλκιδέοι που εγκαταστάθηκαν εκεί είχαν αρχηγό τον Μεγασθένη και οι Κυμαίοι τον Ιπποκλή. Ο ίδιος είναι αυτός που μας δίνει την πληροφορία ότι η Κύμη ήταν η αρχαιότερη ελληνική αποικία στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Ερείπια του αρχαίου ελληνικού Ρηγίου στο Ρέτζιο της Καλαβρίας

Κλείσιμο
Η Κύμη γνώρισε ταχύτατη οικονομική ανάπτυξη. Οι κάτοικοί της ίδρυσαν βορειότερα εμπορικούς σταθμούς για να διευκολύνουν τις εμπορικές συναλλαγές τους με τη Ρώμη. Από τους σταθμούς αυτούς δημιουργήθηκε η πόλη Πύργοι ή Αγγύλες. Γύρω στο 600 π.Χ. ιδρύθηκε από Κυμαίους και Ρόδιους η Παρθενόπη, που αποτέλεσε και το επίνειο της Κύμης. Αργότερα οι Κυμαίοι έχτισαν και τη Δικαιάρχεια που αποτέλεσε το δεύτερο επίνειο της Κύμης. Η Δικαιάρχεια, το σημερινό Ποτσουόλι δέχτηκε αργότερα και αποίκους από τη Σάμο.

Αλλά και τα τρία νησιά που κυριαρχούσαν στην είσοδο του Κόλπου της Νεάπολης, η Καπρέα ή Κάπρος (Capri), η Ποντία (Ponza) και η Πανδάτειρα (Ventonene) αποικίστηκαν από Κυμαίους αποίκους (πρόκειται για τα σημερινά νησιά Isole Pontine). Κατά μία εκδοχή η εγκατάσταση αυτή έγινε γύρω στο 770 π.Χ.

Το 706 π.Χ. ιδρύθηκε ο Τάρας (Τάραντας) από Δωριείς της Σπάρτης, μερικοί από τους οποίους είχαν εγκατασταθεί στο Satyrion κοντά στο σημερινό Lindo Gandoli. Στους Ταραντίνους που ανέπτυξαν την ιπποτροφία στη Μεσαπία αποδίδεται και η ίδρυση της Καλλίπολης (Gallipoli) όπου υπάρχει ακόμα και η ελληνιστική Φοντάνα με τα τρία αρχαία ανάγλυφα. Ο Τάρας χάρη στο λιμάνι του και τα εμπορικά του πλεονεκτήματα έγινε από τις ισχυρότατες αποικίες στη Δύση. Τον 4ο π.Χ. αιώνα κυβερνήθηκε από τον Πυθαγόρειο Αρχύτα, ικανό πολιτικό και φίλο του Πλάτωνα. Αλλά ακόμα και μετά την υποταγή του το 203 π.Χ. στους Ρωμαίους εξακολουθούσε να ακμάζει επί αιώνες. Σταδιακά όμως το Μπρίντιζι του πήρε τα πρωτεία. Η Ρώμη διακοσμήθηκε με θαυμάσια μνημεία από τον Τάραντα μεταξύ των οποίων και με το κολοσσιαίο άγαλμα του Ηρακλή, έργο του Λύσιππου.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Ο ναός της Ήρας στο Μεταπόντιο

Στα τέλη του 8ου π.Χ. αι. ιδρύθηκε από τους Αχαιούς το Μεταπόντιο, η θέση του οποίου και η εύφορη γη του το έκαναν γρήγορα ανθηρό οικονομικό κέντρο. Εκεί μετέφερε ο Πυθαγόρας τη Σχολή του όταν εκδιώχθηκε από τον Κρότωνα και στο Μεταπόντιο δίδαξε ως τον θάνατό του. Βέβαια η διδασκαλία του συνεχίστηκε για πολύ καιρό και όταν τον 1ο π.Χ. αιώνα ο Κικέρων επισκέφθηκε τον τάφο του, τον σέβονταν ακόμα. Νοτιότερα, στη θέση της ιωνικής αποικίας Σίρις, ιδρύθηκε η Ηράκλεια, στο Policoro που υπήρξε σπουδαίο πολιτικό, θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο. Στην αρχαία Βρουτία, τη σημερινή Καλαβρία άκμασαν πολλές αρχαίες ελληνικές αποικίες: Ρήγιο, Λοκροί, Κρότων, Ιππώνιο (στο Vibo Valentio), Κολωνία και Σύβαρις. Όλες σχεδόν διακρίθηκαν για τις «επιδόσεις» τους στη φιλοσοφία, την ιατρική και άλλες επιστήμες.

Μάλιστα οι συγγραφείς, γλύπτες και αθλητές έλαμψαν όχι μόνο στη Μεγάλη Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Οι Βρούτιοι και οι γείτονές τους Λουκανοί επηρεάστηκαν πολύ και εξελληνίστηκαν σε μεγάλο μέρος τους. Πάντως οι σχέσεις τους με τους Έλληνες δεν ήταν πάντα φιλικές όπως δείχνει ο θάνατος του βασιλιά της Σπάρτης Αρχίδαμου στην πολιορκία της Μαντουρίας το 335 π.Χ. Στον Κρότωνα που ιδρύθηκε από Αχαιούς το 708 π.Χ. όπως είναι γνωστό εγκαταστάθηκε ο Πυθαγόρας και συνδύασε την πολιτική με τη φιλοσοφία. Στον Κρότωνα ο Αλκμαίων έγραψε το πρώτο, παγκοσμίως, σύγγραμμα ανατομίας ,ενώ στην ίδια πόλη έζησε και ένας από τους πρώτους χειρουργούς ο Δημοκήδης. Ο ναός της Λακινίας Ήρας στον Κρότωνα έγινε σύντομα θρησκευτικό κέντρο όλων των Ελλήνων της Ιταλίας. Το 716 π.Χ. ιδρύθηκε από Χαλκιδέους το Ρήγιο το οποίο βοήθησε στην ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων με την Ανατολική Μεσόγειο. Η πόλη υπήρξε διαμετακομιστικός σταθμός του εμπορίου προς τη Νεάπολη και την Κύμη (την αποικία). Στο Ρήγιο έζησαν ο ποιητής Ίβυκος και ο ιστορικός Ίππυς.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Αρχαίος ελληνικός ναός στη Σεγέστα
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Ναός του Απόλλωνα στις Συρακούσες

Επανερχόμαστε στην αρχαιότερη ελληνική αποικία στην Κάτω Ιταλία, την Κύμη στην οποία αναπτύχθηκε ιδιαίτερα η χαλκουργία, ενώ οι Έλληνες άποικοι έμαθαν στους κατοίκους των γύρω περιοχών τη χρήση του αλφαβήτου. Τουλάχιστον οχτώ γράμματα των λατινογενών γλωσσών σήμερα (C,D,F,L,P,R,S και Χ) είναι ίδια με τα αντίστοιχα ευβοϊκά. Τέλος, οι Κυμαίοι άπλωσαν την εμπορική τους δραστηριότητα ως τη Μασσαλία.

Αν και υπάρχει η άποψη ότι οι Έλληνες δεν επεκτάθηκαν στις ακτές της Αδριατικής, αυτό δεν ισχύει. Η αποικία Σάλπις βόρεια της Μπαρλέτας που ιδρύθηκε κυρίως από Ρόδιους, αποτελεί το βορειότερο σημείο του ελληνικού αποικισμού στην Ιταλία. Στην πλευρά του Ιονίου Πελάγους, σημαντική αποικία ήταν οι Επιζεφύριοι Λοκροί όπου βρισκόταν το ιερό της Περσεφόνης. Εκεί έζησε ο Ζάλευκος που μαζί με τον Χαρώνδα στην Κατάνη ήταν οι πρώτοι νομοθέτες στην Ευρώπη. Οι Λοκροί ίδρυσαν στις Τυρρηνικές ακτές τη Μέδμα, τη Μέταυρο και το Ιππώνιο, σπουδαίο καλλιτεχνικό κέντρο αλλά και υπόδειγμα πολιτικής διακυβέρνησης κάτι που εξυμνεί ο Πίνδαρος.

Άλλες σημαντικές ελληνικές αποικίες στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία ήταν η Ποσειδωνία (Paestum) με τους περίφημους ναούς της και η Ελέα (Velia) αποικία των Φωκαέων, η μεταγενέστερη όλων των αποικιών της Ιταλίας αλλά και περίφημη για την άνθηση της Ιατρικής εκεί και την φιλοσοφική σχολή της (Ελεατική). Εκεί έζησε ο ιδρυτής της Παρμενίδης που τον διαδέχτηκε ο Ζήνων τον οποίο ο Αριστοτέλης ονομάζει «εφευρέτη και πατέρα της διαλεκτικής».
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
To Τάετρο Γκρέκο (Ελληνικό Θέατρο) στην Ταορμίνα

Άλλη σημαντική πόλη ήταν η Σύβαρις που ιδρύθηκε γύρω στο 720 π.Χ. και σύντομα έγινε μία από τις πλουσιότερες και ισχυρότερες πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας. Οι κάτοικοι της πόλης έμειναν στην ιστορία για τον ηδονισμό, τα πανηγύρια και τις υπερβολές τους σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε η λέξη «συβαριτισμός» έγινε συνώνυμο της πολυτέλειας και της εξωφρενικής απόλαυσης. Η Σύβαρις υποτάχθηκε στον γειτονικό Κρότωνα το 510 π.Χ. και το 476 π.Χ. Οι Συβαρίτες προσπάθησαν δύο φορές (452 και 446 π.Χ.) να ανακαταλάβουν την πόλη. Το 444 π.Χ. ιδρύθηκαν στη θέση της οι Θούριοι όπου έζησε και ο Ηρόδοτος. Τα ερείπια της Συβάρεως και των Θουρίων τάφηκαν σταδιακά κάτω από τον ποταμό Κράθις και ανακαλύφθηκαν από τον αρχαιολόγο Ντόναλντ Μπράουν τη δεκαετία του 1960. Ακόμα, σημαντικές πόλεις ήταν το Μεταπόντιο που ιδρύθηκε γύρω στα μέσα του 7ου π.Χ. αι., από τον Δαύλιο, τύραννο της Κρίσας, πόλης κοντά στους Δελφούς και η Σίρις, αποικία των Κολοφωνίων, η θέση της οποίας παραμένει αβέβαια και πιθανότατα ήταν αρχαιότερη από το Μεταπόντιο.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Αρχαίοι Έλληνες στην Κάτω Ιταλία

Η υποταγή των ελληνικών αποικιών στους Ρωμαίους – Πώς προήλθε ο όρος «Μεγάλη Ελλάδα»

Απειλούμενες από τους Ιταλούς, τους Λευκανούς και τους Βρεττίους, οι ελληνικές αποικίες κατέφυγαν στους Ρωμαίους που εγκατέστησαν σταδιακά φρουρές στους Θουρίους, τον Κρότωνα, τους Λοκρούς και ίσως στο Ρήγιο. Ο Τάρας προσπάθησε να αντισταθεί στον εκρωμαϊσμό των ελληνικών αποικιών. Έπεισε τον βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο να εκστρατεύσει εναντίον των Ρωμαίων (281 π.Χ.) αλλά μετά την αποχώρηση του σπουδαίου Ηπειρώτη βασιλιά το 275 π.Χ. αναγκάστηκε και ο Τάρας να «ενταχθεί» στους συμμάχους της Ρώμης. Για 400 περίπου χρόνια, οι ελληνικές αποικίες της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας πρωταγωνίστησαν στην πολιτική και πνευματική ζωή της Δύσης. Για τις αποικίες αυτές επικράτησε η ονομασία «Μεγάλη Ελλάδα» - «Magna Graecia» ή και «Major Graecia» από τον 3ο π.Χ. ως τον 4ο μ.Χ. αι.

Η πρώτη πάντως «επίσημη» αναφορά για τη Μεγάλη Ελλάδα γίνεται από τον Πολύβιο (2,39,1). Πιθανότατα αυτός ο όρος επινοήθηκε στο τέλος του 6ου π.Χ. ή στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα (το πιθανότερο). Στο δεύτερο μισό του 5ου π.Χ. αι., η ονομασία εγκαταλείφθηκε και χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια από τους ιστορικούς του 4ου και του 3ου π.Χ. αι. (Έφορο από την Κύμη, Αριστοτέλη, Τίμαιο από το Ταυρομένιο). Σύμφωνα με όσα γράφει ο Στράβων (6,2) η Μεγάλη Ελλάδα πρέπει να περιλάμβανε αρχικά μόνο την περιοχή της λευκανοκαλαβρικής ακτής (από το Μεταπόντιο ή τον Τάραντα ως τους Λοκρούς ή το Ρήγιο). Από τον 4ο-3ο π.Χ. αιώνα, συμπεριέλαβε τις επικράτειες της Ιταλικής Ένωσης υπό την κυριαρχία του Τάραντα υποδηλώνοντας ως την εποχή του Πτολεμαίου τις ελληνικές πόλεις της νότιας Ιταλίας, από την Κύμη ως τον Τάραντα. Σύμφωνα με τον Στράβωνα (67 π.Χ.-23 μ.Χ.), στον Τάραντα, το Ρήγιο και τη Νεάπολη, η ελληνική παράδοση παρέμενε αναλλοίωτη ως τον 1ο μ.Χ. αι.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Άραβες πολεμιστές στη Σικελία

Η «Μεγάλη Ελλάδα» κατά τον Μεσαίωνα

Το 476 μ.Χ. το Δυτικό Ρωμαϊκό Κράτος έπεσε στα χέρια των βαρβάρων ωστόσο το Ανατολικό διατηρήθηκε για άλλα 1.000 χρόνια περίπου. Στα χρόνια του Ιουστινιανού οι Βελισάριος και Ναρσής απελευθέρωσαν από τους Γότθους πολλές περιοχές της Σικελίας και της Νότιας Ιταλίας. Εκεί ιδρύθηκε το Εξαρχάτο της Ραβένας. Οι Λογγοβάρδοι όμως εισέβαλαν στη Β. Ιταλία και στη συνέχεια στη Μέση Ιταλία και τον Κόλπο του Τάραντα περιοχές τις οποίες και κατέλαβαν. Για λίγο ακόμα οι Βυζαντινοί μπόρεσαν να διατηρήσουν τις περιοχές της Ραβένας, της Νεάπολης και της Ρώμης. Αντίθετα, για αιώνες διατήρησαν την Καλαβρία, τη Σικελία και τμήμα της περιοχής του Υδρούντα (Οτράντο). Τις επιδρομές των Βησιγότθων του 6ου αι. και των Λογγοβάρδων του 7ου αι. ακολούθησαν οι επιθέσεις των Αράβων που το 823 πέρασαν από την Αφρική στη Σικελία και σταδιακά την κυρίευσαν όλη. Το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού της Σικελίας κατέφυγε στην Καλαβρία ενισχύοντας το εκεί ελληνικό στοιχείο.

Είχε προηγηθεί άφιξη πολλών Βυζαντινών πολιτικών και στρατιωτικών υπαλληλων αλλά και Ελλήνων του εξαρχάτου της Καρχηδόνας στη Σικελία μετά την κατάληψη της Βόρειας Αφρικής από τους Άραβες. Έτσι υπήρχαν σημαντικοί ελληνικοί πληθυσμοί στις περιοχές που είχαν υπό τον έλεγχό τους οι Βυζαντινοί. Το ελληνικό στοιχείο εκεί αυξήθηκε στα χρόνια της διαμάχης για τις εικόνες (726-843). Πολλοί εικονόλατρες κατέφυγαν στη Νότια Ιταλία καθώς αντιμετώπιζαν διωγμούς από τους εικονομάχους.

Πολλοί από αυτούς ήταν μοναχοί και κληρικοί. Από τότε κυρίως χρονολογούνται τα πολλά ερμητήρια, οι κρύπτες, οι λαύρες και οι μονές της Νότιας Ιταλίας των οποίων απομεινάρια υπάρχουν ως τις μέρες μας. Η εγκατάσταση των εικονολατρών στην Ιταλία ενθαρρύνθηκε κι από την αντίδραση του Πάπα Γρηγόριου Β’ στα εικονομαχικά μέτρα του Λέοντα Γ’ του Ίσαυρου και τη στάση του πάπα Γρηγόριου Γ’ που αναθεμάτισε τους εικονομάχους στη Σύνοδο της Ρώμης το 731. Οι Έλληνες εικονολάτρες μάλιστα τότε επαναστάτησαν, κάτι που θεωρήθηκε από τον Λέοντα ότι ήταν υποκινούμενο από τον Πάπα. Και καθώς τότε η Ελλάδα υπαγόταν εκκλησιαστικά στη δικαιοδοσία της Ρώμης ο Λέοντας αντέδρασε αφαιρώντας την εκκλησιαστική υπαγωγή όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Νότιας Ιταλίας ,που ως τη Σαρδηνία και τη Μάλτα ανήκαν τότε στην πολιτική εξουσία του Βυζαντίου. Όλα τα παραπάνω βεβαιώνονται από κείμενα που σώζονται μέχρι σήμερα.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»
Βυζαντινός πολεμιστής

Οι Άραβες όμως γίνονται πιο απειλητικοί. Απειλούν την ηπειρωτική Ιταλία, ακόμα και τη Ρώμη και τη Βενετία. Οι Σαρακηνοί κυριάρχησαν στην Αδριατική, στις ακτές του Ιονίου και του Τυρρηνικού Πελάγους ενώ τον 11ο αιώνα έφτασαν στο Αιγαίο και τα μικρασιατικά παράλια. Εμφύλιος πολεμος των Αράβων διευκόλυνε τον ικανότατο Βυζαντινό στρατηγό Γεώργιο Μανιάκη να τους αντιμετωπίσει με επιτυχία. Το άδοξο τέλος του όμως είχε σαν αποτέλεσμα οι Άραβες να ανακαταλάβουν τη Σικελία και την Κάτω Ιταλία (δείτε σχετικό άρθρο μας για τον σπουδαίο Γεώργιο Μανιάκη στις 7 Ιουνίου 2020).

Νέα δύναμη όμως εμφανίστηκε στη Σικελία. Ήταν οι Νορμανδοί που εμφανίστηκαν στο νησί το 1016 κι εγκαταστάθηκαν εκεί οριστικά το 1040 καταλαμβάνοντας το νησί που κατείχαν ως τότε οι Άραβες. Σύντομα οι Νορμανδοί που αρχικά ήταν μισθοφόροι του Βυζαντίου κατέλαβαν και την Κάτω Ιταλία. Οι Βυζαντινοί έμειναν μόνο με το Μπάρι και το Μπρίντιζι τα οποία απώλεσαν ως το 1071. Η προσπάθεια του αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Κομνηνού να ανακαταλάβει τα εδάφη της Ιταλίας δεν καρποφόρησε. Έτσι η Βυζαντινή αυτοκρατορία έχασε πλέον τα πάντα στην ιταλική χερσόνησο και έμειναν μόνο οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί να θυμίζουν την μακραίωνη ελληνική παρουσία σ’ αυτή. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία που κάποτε έφτανε ως τις Βαλεαρίδες Νήσους συρρικνώθηκε δραματικά.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, το ελληνικό στοιχείο στην Ιταλία ενισχύθηκε από νέες μεταναστεύσεις. Λόγιοι, αστοί αλλά και απλοί πολίτες εγκαταστάθηκαν στη Ρώμη, τη Βενετία, το Λιβόρνο και αλλού. Πολλοί Έλληνες στρατιωτικοί και αγρότες εγκαταστάθηκαν στην Απουλία, στη Ρέτζιο Καλάμπρια και στο ευρύτερο βασίλειο της Νεάπολης. Ακολούθησε η εγκατάσταση Ελλήνων της Πελοποννήσου και Αρβανιτών του Μοριά στην οποία αναφερθήκαμε στο άρθρο της 11/2/2024. Η ελληνική παρουσία στην Κάτω Ιταλία και Σικελία τεκμηριώνεται κι από σπουδαία μνημεία: η μονή Cattolica στο Stilo, η εκκλησία του San Marco (10ος αι.), το βαπτιστήριο της Santa Severina (11ος αι.), η μοναδική στην Απουλία Chiesa di Casanarello με τα μωσαϊκά που φτάνουν ως τον 5ο π.Χ., τα παρεκκλήσια του San Salvatore και San Mauro με τις ελληνικές επιγραφές και τοιχογραφίες (λίγα χιλιόμετρα από την Gallipolli του Σαλέντο), ο μικρός αλλά ιστορικός ναός του Οτράντο κ.ά. Υπάρχουν επίσης και άλλα αξιόλογα βυζαντινά μνημεία τα οποία έχουν υμνήσει επιφανείς ξένοι ιστορικοί όπως ο Σαρλ Ντιλ.

Οι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας σήμερα

Οι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας ή Γρ(α)ίκοι ή Γραικάνοι υπολογίζονται σήμερα στις 80.000. Ζουν κυρίως στις περιοχές της Γκρετσία Σαλεντίνα (Απουλία), στη χερσόνησο του Σαλέντο και της Καλαβρίας και θεωρούνται απόγονοι των ελληνικών πληθυσμών που εγκαταστάθηκαν εκεί από τα πανάρχαια χρόνια ως τον 15ο αι. και αργότερα. Στην Καλαβρία οι ελληνικοί πληθυσμοί ζουν στα χωριά της Μπόβα Σουπεριόρε, Μπόβα Μαρίνα, Ροκαφόρτε ντελ Γκρέκο, Κονδοφούρι, Παλίτσι, Ρογκούντι, Παλιτσιανό και Μέλιτο ντι Πόρτο Σάλβο, ενώ στην περιοχή Γκρέτσια Σαλεντίνα του Λέτσε της Απουλίας, στα χωριά Καλημέρα, Μαρτιγκνιάνο, Μαρτάνο, Στερνατία, Ζολίνο, Κοριλιάνο, ντ’ Οτράντο, Σολέτο, Μελπινιάνο και Καστρινιάνο ντέι Γκρέκι.
Κάτω Ιταλία και Σικελία: 28 αιώνες ελληνικής παρουσίας στη «Μεγάλη Ελλάδα»

Η Κατωιταλική διάλεκτος

Η ελληνική γλώσσα διατηρείται ως σήμερα σε δύο γλωσσικές νησίδες: μία κοντά στο Ρέτζιο της Καλαβρίας, που φθίνει και μία στο Σαλέντο της Απουλίας που παραμένει ζωντανή. Οι ελληνόφωνοι μιλούν ακόμα την ιταλική γλώσσα και την αντίστοιχη λατινογενή διάλεκτο. Η διάλεκτος αποκαλείται γρίγο από τους ντόπιους (Greco, στα ιταλικά: η ελληνική γλώσσα) και grecanico από ορισμένους γλωσσολόγους. Τα ελληνικά του Σαλέντο λέγονται και γκρεκοσαλεντίνικα. Για την προέλευση των ιδιωμάτων αυτών έχουν διατυπωθεί δύο θεωρίες. Σύμφωνα με την πρώτη, πρόκειται για γλώσσα προερχόμενη από αυτή που μιλούσαν Έλληνες άποικοι στα βυζαντινά χρόνια. Η θέση αυτή υποστηρίχθηκε από Έλληνες (Σ. Καρατζάς, Σ. Καψωμένος κ.ά.), αλλά και ξένους, όπως ο G. Rohlfs, που αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στη μελέτη των ελληνικών της Κάτω Ιταλίας. Σύμφωνα με τη δεύτερη, που υποστηρίζουν μόνο Ιταλοί γλωσσολόγοι, πρόκειται για «επιβιώματα», γλωσσικών ιδιωμάτων Ελλήνων αποίκων της βυζαντινής περιόδου. Πάντως. Στη σημερινή διάλεκτο απαντούν δωρικά στοιχεία, αμάρτυρα στα δωρικά της μητροπολιτικής Ελλάδας.

Μνημειώδες είναι το πεντάτομο «ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑΣ» του Αναστάσιου Καραναστάση που κυκλοφόρησε τη δεκαετία του 1980 η Ακαδημία Αθηνών. Ο αείμνηστος Καραναστάσης γυρνούσε για χρόνια στα ελληνικά χωριά της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας και έκανε συλλογή λέξεων. Το Λεξικό αυτό έχει εξαντληθεί και πιθανότατα θα επανεκδοθεί από την Ακαδημία.

Πηγές: ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ Α ΒΡΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, «ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ», ΕΚΔΟΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΕΥΒΟΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ», ΕΛΙΑ, ΑΘΗΝΑ 1999, λήμμα: ΚΑΤΩΙΤΑΛΙΚΗ ΚΑΙ ΤΣΑΚΩΝΙΚΗ, γραμμένο από τον Νικόλαο Κοντοσόπουλο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης