Τι σημαίνει να κερδίζει κανείς ένα Όσκαρ;
12.03.2024
12:10
Άλλες φορές θετικά και άλλοτε αρνητικά, ο θεσμός των Όσκαρ έχει μια υπερμεγέθη δύναμη να επηρεάζει τις ζωές των παρευρισκόμενων, από το να εκτοξεύει διεθνώς την καριέρα τους, έως το να τους αποκλείει από τη βιομηχανία ταινιών για δεκαετίες
Σπάνια, η πορεία μιας καριέρας βρίσκεται σε ευθεία γραμμή, χωρίς σκαμπανεβάσματα - εκτός και αν είσαι η Meryl Streep, ή ο Daniel Day-Lewis που μετά τα πρώτα τους Όσκαρ, απλά ακολουθούν αναπόφευκτα κι άλλα.
Ωστόσο, πολλές φορές έχουμε παρατηρήσει να συμβαίνει και το αντίθετο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Anne Hathaway και η Marisa Tomei που χρειάστηκαν χρόνια για να “ξεπλύνουν” από πάνω τους την υπερέκθεσή της νίκης τους και κυρίως τις έντονες αρνητικές αντιδράσεις που αυτή δημιούργησε στο κοινό, φέρνοντας το ακριβώς αντίστροφο αποτέλεσμα. Έτσι, αν και τα βραβεία της Ακαδημίας, γνωστά και ως Όσκαρ, θεωρούνται ευρέως ως το αποκορύφωμα της επιτυχίας στην κινηματογραφική βιομηχανία, φαίνεται πως πίσω από τη λάμψη και τη γοητεία τους, κρύβεται μια μεγάλη δύναμη να μεταλλάζουν τις ζωές των ατόμων που συμμετέχουν σε αυτά και να φέρουν συχνά μαζί τους έναν αρνητικό αντίκτυπο. Η ερώτηση που δημιουργείται είναι το κατά πόσο όντως αυτό το μικρό, χρυσό και εμβληματικό αγαλματίδιο - που απονέμεται εδώ και ενενήντα έξι χρόνια - έχει πραγματικές συνέπειες στην καριέρα των καλλιτεχνών.
Το φαινόμενο Όσκαρ και οι θετικές του επιπτώσεις
Για πολλούς κινηματογραφιστές, ηθοποιούς και άλλους επαγγελματίες του κλάδου, η κατάκτηση ενός Όσκαρ είναι το αποκορύφωμα χρόνων σκληρής δουλειάς, αφοσίωσης και καλλιτεχνικού οράματος. Η αναγνώριση από την Ακαδημία - που μετουσιώνεται στο χρυσό αγαλματίδιο - όχι μόνο αναβαθμίζει τη θέση τους στον κλάδο, αλλά συχνά ανοίγει πόρτες σε νέες ευκαιρίες. Έτσι, ουσιαστικά η κατάκτηση ενός Όσκαρ μπορεί να δώσει μια σημαντική ώθηση στην καριέρα κάποιου, οδηγώντας σε μεγαλύτερη προβολή, παγκόσμια φήμη και πρόσβαση σε διαφορετικούς και πιο απαιτητικούς ρόλους.
Φυσικά και ο οικονομικός αντίκτυπος μιας νίκης Όσκαρ είναι αδιαμφισβήτητος. Οι ταινίες που εξασφαλίζουν το πολυπόθητο βραβείο Καλύτερης Ταινίας, για παράδειγμα, συχνά παρουσιάζουν αύξηση των εισπράξεων μετά την τελετή απονομής. Επιπλέον, οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες τους έχουν μεγάλη ζήτηση, λαμβάνοντας προσφορές για έργα και συνεργασίες υψηλού κύρους - και κέρδους -, που ίσως να μην ήταν δυνατές χωρίς τη “χρυσή έγκριση” της Ακαδημίας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ταινία "Parasite" του Bong Joon-ho, η οποία έγραψε ιστορία κερδίζοντας πολλά Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για την καλύτερη ταινία και την καλύτερη σκηνοθεσία. Αυτή η επιτυχία ώθησε τον Bong στη διεθνή αναγνώριση, επεκτείνοντας την επιρροή του πέρα από τη Νότια Κορέα και ανοίγοντας του πόρτες για συνεργασίες με παγκόσμιους παράγοντες της κινηματογραφικής βιομηχανίας.
Βέβαια, τα φώτα της δημοσιότητας των Όσκαρ επεκτείνονται πέρα από την κατηγορία των νικητών, σε ολόκληρο το κινηματογραφικό συνεργείο και τη βιομηχανία, τραβώντας την προσοχή σε έργα που μπορεί να είχαν περάσει απαρατήρητα. Αυτό το φαινόμενο συμβάλλει στην ανάπτυξη και την άνθηση των κινηματογραφικών τεχνών, καλλιεργώντας ένα περιβάλλον καινοτομίας και δημιουργικότητας.
Απρόβλεπτες συνέπειες και τυποποίηση
Και ενώ τα Όσκαρ εξυμνούν αναμφίβολα την αριστεία στην κινηματογραφική βιομηχανία, η λεγόμενη κατάρα τους, μας υπενθυμίζει ότι η επιτυχία στο Χόλιγουντ είναι πολλές φορές ένα δίκοπο μαχαίρι. Η κατάκτηση του χρυσού αγαλματιδίου μπορεί να οδηγήσει συχνά σε τυποποίηση, στασιμότητα της καριέρας, χαμένες ευκαιρίες, δημόσιο έλεγχο, ακόμη και την παράβλεψη ενός εξαιρετικού ταλέντου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Halle Berry, η οποία έγραψε ιστορία το 2002 ως η πρώτη μαύρη γυναίκα που κέρδισε το Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου για τον ρόλο της στην ταινία "Monster's Ball". Αυτό το γεγονός ωστόσο, αντί να εκτοξεύσει την καριέρα της σε νέα ύψη, την οδήγησε σε μια περίοδο τυποποίησης ή αλλιώς typecasting. Ουσιαστικά η Berry βρέθηκε να περιορίζεται σε ρόλους που δεν κατάφεραν να αναδείξουν το βάθος του ταλέντου της, εμποδίζοντας τη διαφορετικότητα της φιλμογραφίας της.
Ωστόσο, πολλές φορές έχουμε παρατηρήσει να συμβαίνει και το αντίθετο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Anne Hathaway και η Marisa Tomei που χρειάστηκαν χρόνια για να “ξεπλύνουν” από πάνω τους την υπερέκθεσή της νίκης τους και κυρίως τις έντονες αρνητικές αντιδράσεις που αυτή δημιούργησε στο κοινό, φέρνοντας το ακριβώς αντίστροφο αποτέλεσμα. Έτσι, αν και τα βραβεία της Ακαδημίας, γνωστά και ως Όσκαρ, θεωρούνται ευρέως ως το αποκορύφωμα της επιτυχίας στην κινηματογραφική βιομηχανία, φαίνεται πως πίσω από τη λάμψη και τη γοητεία τους, κρύβεται μια μεγάλη δύναμη να μεταλλάζουν τις ζωές των ατόμων που συμμετέχουν σε αυτά και να φέρουν συχνά μαζί τους έναν αρνητικό αντίκτυπο. Η ερώτηση που δημιουργείται είναι το κατά πόσο όντως αυτό το μικρό, χρυσό και εμβληματικό αγαλματίδιο - που απονέμεται εδώ και ενενήντα έξι χρόνια - έχει πραγματικές συνέπειες στην καριέρα των καλλιτεχνών.
Το φαινόμενο Όσκαρ και οι θετικές του επιπτώσεις
Για πολλούς κινηματογραφιστές, ηθοποιούς και άλλους επαγγελματίες του κλάδου, η κατάκτηση ενός Όσκαρ είναι το αποκορύφωμα χρόνων σκληρής δουλειάς, αφοσίωσης και καλλιτεχνικού οράματος. Η αναγνώριση από την Ακαδημία - που μετουσιώνεται στο χρυσό αγαλματίδιο - όχι μόνο αναβαθμίζει τη θέση τους στον κλάδο, αλλά συχνά ανοίγει πόρτες σε νέες ευκαιρίες. Έτσι, ουσιαστικά η κατάκτηση ενός Όσκαρ μπορεί να δώσει μια σημαντική ώθηση στην καριέρα κάποιου, οδηγώντας σε μεγαλύτερη προβολή, παγκόσμια φήμη και πρόσβαση σε διαφορετικούς και πιο απαιτητικούς ρόλους.
Φυσικά και ο οικονομικός αντίκτυπος μιας νίκης Όσκαρ είναι αδιαμφισβήτητος. Οι ταινίες που εξασφαλίζουν το πολυπόθητο βραβείο Καλύτερης Ταινίας, για παράδειγμα, συχνά παρουσιάζουν αύξηση των εισπράξεων μετά την τελετή απονομής. Επιπλέον, οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες τους έχουν μεγάλη ζήτηση, λαμβάνοντας προσφορές για έργα και συνεργασίες υψηλού κύρους - και κέρδους -, που ίσως να μην ήταν δυνατές χωρίς τη “χρυσή έγκριση” της Ακαδημίας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ταινία "Parasite" του Bong Joon-ho, η οποία έγραψε ιστορία κερδίζοντας πολλά Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για την καλύτερη ταινία και την καλύτερη σκηνοθεσία. Αυτή η επιτυχία ώθησε τον Bong στη διεθνή αναγνώριση, επεκτείνοντας την επιρροή του πέρα από τη Νότια Κορέα και ανοίγοντας του πόρτες για συνεργασίες με παγκόσμιους παράγοντες της κινηματογραφικής βιομηχανίας.
Βέβαια, τα φώτα της δημοσιότητας των Όσκαρ επεκτείνονται πέρα από την κατηγορία των νικητών, σε ολόκληρο το κινηματογραφικό συνεργείο και τη βιομηχανία, τραβώντας την προσοχή σε έργα που μπορεί να είχαν περάσει απαρατήρητα. Αυτό το φαινόμενο συμβάλλει στην ανάπτυξη και την άνθηση των κινηματογραφικών τεχνών, καλλιεργώντας ένα περιβάλλον καινοτομίας και δημιουργικότητας.
Απρόβλεπτες συνέπειες και τυποποίηση
Και ενώ τα Όσκαρ εξυμνούν αναμφίβολα την αριστεία στην κινηματογραφική βιομηχανία, η λεγόμενη κατάρα τους, μας υπενθυμίζει ότι η επιτυχία στο Χόλιγουντ είναι πολλές φορές ένα δίκοπο μαχαίρι. Η κατάκτηση του χρυσού αγαλματιδίου μπορεί να οδηγήσει συχνά σε τυποποίηση, στασιμότητα της καριέρας, χαμένες ευκαιρίες, δημόσιο έλεγχο, ακόμη και την παράβλεψη ενός εξαιρετικού ταλέντου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Halle Berry, η οποία έγραψε ιστορία το 2002 ως η πρώτη μαύρη γυναίκα που κέρδισε το Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου για τον ρόλο της στην ταινία "Monster's Ball". Αυτό το γεγονός ωστόσο, αντί να εκτοξεύσει την καριέρα της σε νέα ύψη, την οδήγησε σε μια περίοδο τυποποίησης ή αλλιώς typecasting. Ουσιαστικά η Berry βρέθηκε να περιορίζεται σε ρόλους που δεν κατάφεραν να αναδείξουν το βάθος του ταλέντου της, εμποδίζοντας τη διαφορετικότητα της φιλμογραφίας της.
Με λίγα λόγια, η Berry απλά έπαιζε ρόλους που την ήθελαν να λειτουργεί περισσότερο σαν μοντέλο, παρά σαν ηθοποιό. Μια παρόμοια αρνητική επίπτωση βίωσε και ο Cuba Gooding Jr., ο οποίος αφού κέρδισε το Όσκαρ καλύτερου Β' ανδρικού ρόλου για το "Jerry Maguire" το 1997, αντιμετώπισε μια αναιτιολόγητη περίοδο στασιμότητας στην καριέρα του. Παρά την πρώιμη επιτυχία του, ο ίδιος δυσκολευόταν να εξασφαλίσει ρόλους που να ανταποκρίνονται στο επίπεδο της ερμηνείας του που του έδωσε το Όσκαρ. Επιπλέον, οι προσδοκίες της βιομηχανίας και η έλλειψη συναρπαστικών ευκαιριών συνέβαλαν στην καθοδική πορεία της καριέρας του, παρά το γεγονός ότι κάποτε είχε τιμηθεί για αυτή με το “σπουδαιότερο” βραβείο.
Χαμένες ευκαιρίες
Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο υπέστη πολλαπλές απώλειες των βραβείων αυτών στις αρχές της καριέρας του, παρά τις αξιόλογες ερμηνείες του. Κάθε τελετή που ο ίδιος συμπεριλαμβανόταν στους υποψηφίους για όσκαρ , έμοιαζε τελικά άσκοπή, αφού ο ίδιος δεν κατόρθωνε να κερδίσει το βραβείο. Η παρατεταμένη αναμονή για μια οσκαρική νίκη, ειδικά κατά τη διάρκεια της περιβόητης εποχής του meme "Ο Leo DiCaprio αξίζει ένα Όσκαρ", του κόστισε ορισμένες ευκαιρίες, αν και τελικά δεν επηρέασε την αντίληψη του κοινού για τις ικανότητές του. Εκεί ωστόσο, γιγαντώθηκε και η ευαισθητοποίηση του κοινού για την αφήγηση γύρω από το άπιαστο Όσκαρ, η οποία μπορεί να επισκιάσει τα επιτεύγματά των καλλιτεχνών.
Βέβαια, αν και το κοινό στην περίπτωση του DiCaprio, υποστήριζε κάθε λεπτό τον αγώνα του προς την απόκτηση ενός Όσκαρ, δεν θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο και για την περίπτωση της Anne Hathaway. Η ηθοποιός κέρδισε το Όσκαρ καλύτερου δεύτερου γυναικείου ρόλου για την ταινία "Les Misérables" το 2013. Ωστόσο, ο ευχαριστήριος λόγος της και οι επακόλουθες δημόσιες εμφανίσεις της - ακόμα και οι ενδυματολογικές της επιλογές με το φόρεμα που διέγραφε το στήθος της - οδήγησαν σε ένα κύμα έντονης κριτικής. Οι κατηγορίες για ανειλικρίνεια και μια αίσθηση αποστασιοποίησης από το κοινό είχαν ως αποτέλεσμα να αμαυρωθεί η δημόσια εικόνα της, ενώ η ίδια δήλωσε χρόνια αργότερα πως κατά τη διάρκεια της τελετής, ήταν πραγματικά δυστυχισμένη. "Ένιωσα πολύ άβολα", είχε δήλωσε η Hathaway στον Guardian, μιλώντας για εκείνη τη μοιραία νύχτα. "Έχασα κατά κάποιο τρόπο το μυαλό μου κάνοντας εκείνη την ταινία και δεν είχε επιστρέψει ακόμα".
Μια εξίσου αρνητική εμπειρία φάνηκε να είχε και ο αγαπημένος Eddie Murphy, η ήττα του οποίου στην κατηγορία καλύτερου Β' ανδρικού ρόλου για τον ρόλο του στο "Dreamgirls" (2006) αποτέλεσε έκπληξη για πολλούς. Η παράλειψη του έθεσε ερωτήματα σχετικά με την αναγνώριση των κωμικών ερμηνειών από την Ακαδημία, καθώς παρά την εξαιρετική ερμηνεία του, η απουσία νίκης Όσκαρ μπορεί να επηρέασε τις μετέπειτα αποφάσεις για το κάστινγκ και να περιόρισε την πρόσβαση του Murphy σε ορισμένους ρόλους.
Η επιρροή των βραβείων
Αν και μέσα από τα παραπάνω παραδείγματα μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν τα βραβεία αυτά στην καριέρα ενός καλλιτέχνη, στην πραγματικότητα αυτό που φαίνεται να ισχύει είναι ότι μάλλον λειτουργούν σαν ένα μεγεθυντικό φακό. Αυτό υποστηρίζει η Katey Rich, συντάκτρια του Vanity Fair και δημιουργός του podcast Little Gold Men, η οποία δεν είναι σίγουρη για τον αντίκυπο των βραβείων. “Νομίζω ότι εξαρτάται πραγματικά από το ποιος είσαι και σε ποιο σημείο της καριέρας σου βρίσκεσαι. Το La La Land [για το οποίο η Emma Stone κέρδισε το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας το 2017] έγινε επειδή η Emma Stone ήταν ήδη αστέρι. Ωστόσο, το όσκαρ τη βοήθησε να ανέβει επίπεδοκαι να μπορέσει να ασκήσει τη δύναμή της. Σίγουρα το ίδιο ισχύει και για την Τζένιφερ Λόρενς, η οποία κέρδισε πολύ νωρίς στην καριέρα της”.
Στην καλύτερη περίπτωση λοιπόν, ένα Όσκαρ δίνει σε κάποιον μεγαλύτερη επιρροή για να κάνεις τις επιλογές που θέλει σε μια πολύ περιορισμένη βιομηχανία. Στην χειρότερη των απομονώνει περισσότερο. Είτε θετικά, είτε αρνητικά λοιπόν, φαίνεται να μεγεθύνει τα αποτελέσματα. Ωστόσο, είναι μάλλον στο χέρι του καθενός για το πως θα τα διαχειριστεί, ειδικότερα αν εκλάβει τα βραβεία αυτά ως ένα εργαλείο που μπορεί να προάγει τον στόχο του, χωρίς να γίνονται εμμονικά αυτοσκοπός.
Χαμένες ευκαιρίες
Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο υπέστη πολλαπλές απώλειες των βραβείων αυτών στις αρχές της καριέρας του, παρά τις αξιόλογες ερμηνείες του. Κάθε τελετή που ο ίδιος συμπεριλαμβανόταν στους υποψηφίους για όσκαρ , έμοιαζε τελικά άσκοπή, αφού ο ίδιος δεν κατόρθωνε να κερδίσει το βραβείο. Η παρατεταμένη αναμονή για μια οσκαρική νίκη, ειδικά κατά τη διάρκεια της περιβόητης εποχής του meme "Ο Leo DiCaprio αξίζει ένα Όσκαρ", του κόστισε ορισμένες ευκαιρίες, αν και τελικά δεν επηρέασε την αντίληψη του κοινού για τις ικανότητές του. Εκεί ωστόσο, γιγαντώθηκε και η ευαισθητοποίηση του κοινού για την αφήγηση γύρω από το άπιαστο Όσκαρ, η οποία μπορεί να επισκιάσει τα επιτεύγματά των καλλιτεχνών.
Βέβαια, αν και το κοινό στην περίπτωση του DiCaprio, υποστήριζε κάθε λεπτό τον αγώνα του προς την απόκτηση ενός Όσκαρ, δεν θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο και για την περίπτωση της Anne Hathaway. Η ηθοποιός κέρδισε το Όσκαρ καλύτερου δεύτερου γυναικείου ρόλου για την ταινία "Les Misérables" το 2013. Ωστόσο, ο ευχαριστήριος λόγος της και οι επακόλουθες δημόσιες εμφανίσεις της - ακόμα και οι ενδυματολογικές της επιλογές με το φόρεμα που διέγραφε το στήθος της - οδήγησαν σε ένα κύμα έντονης κριτικής. Οι κατηγορίες για ανειλικρίνεια και μια αίσθηση αποστασιοποίησης από το κοινό είχαν ως αποτέλεσμα να αμαυρωθεί η δημόσια εικόνα της, ενώ η ίδια δήλωσε χρόνια αργότερα πως κατά τη διάρκεια της τελετής, ήταν πραγματικά δυστυχισμένη. "Ένιωσα πολύ άβολα", είχε δήλωσε η Hathaway στον Guardian, μιλώντας για εκείνη τη μοιραία νύχτα. "Έχασα κατά κάποιο τρόπο το μυαλό μου κάνοντας εκείνη την ταινία και δεν είχε επιστρέψει ακόμα".
Μια εξίσου αρνητική εμπειρία φάνηκε να είχε και ο αγαπημένος Eddie Murphy, η ήττα του οποίου στην κατηγορία καλύτερου Β' ανδρικού ρόλου για τον ρόλο του στο "Dreamgirls" (2006) αποτέλεσε έκπληξη για πολλούς. Η παράλειψη του έθεσε ερωτήματα σχετικά με την αναγνώριση των κωμικών ερμηνειών από την Ακαδημία, καθώς παρά την εξαιρετική ερμηνεία του, η απουσία νίκης Όσκαρ μπορεί να επηρέασε τις μετέπειτα αποφάσεις για το κάστινγκ και να περιόρισε την πρόσβαση του Murphy σε ορισμένους ρόλους.
Η επιρροή των βραβείων
Αν και μέσα από τα παραπάνω παραδείγματα μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν τα βραβεία αυτά στην καριέρα ενός καλλιτέχνη, στην πραγματικότητα αυτό που φαίνεται να ισχύει είναι ότι μάλλον λειτουργούν σαν ένα μεγεθυντικό φακό. Αυτό υποστηρίζει η Katey Rich, συντάκτρια του Vanity Fair και δημιουργός του podcast Little Gold Men, η οποία δεν είναι σίγουρη για τον αντίκυπο των βραβείων. “Νομίζω ότι εξαρτάται πραγματικά από το ποιος είσαι και σε ποιο σημείο της καριέρας σου βρίσκεσαι. Το La La Land [για το οποίο η Emma Stone κέρδισε το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας το 2017] έγινε επειδή η Emma Stone ήταν ήδη αστέρι. Ωστόσο, το όσκαρ τη βοήθησε να ανέβει επίπεδοκαι να μπορέσει να ασκήσει τη δύναμή της. Σίγουρα το ίδιο ισχύει και για την Τζένιφερ Λόρενς, η οποία κέρδισε πολύ νωρίς στην καριέρα της”.
Στην καλύτερη περίπτωση λοιπόν, ένα Όσκαρ δίνει σε κάποιον μεγαλύτερη επιρροή για να κάνεις τις επιλογές που θέλει σε μια πολύ περιορισμένη βιομηχανία. Στην χειρότερη των απομονώνει περισσότερο. Είτε θετικά, είτε αρνητικά λοιπόν, φαίνεται να μεγεθύνει τα αποτελέσματα. Ωστόσο, είναι μάλλον στο χέρι του καθενός για το πως θα τα διαχειριστεί, ειδικότερα αν εκλάβει τα βραβεία αυτά ως ένα εργαλείο που μπορεί να προάγει τον στόχο του, χωρίς να γίνονται εμμονικά αυτοσκοπός.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr