Αύγουστος 1993: η Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας», για τον απεγκλωβισμό 1.013 ομογενών από την Αμπχαζία
Αύγουστος 1993: η Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας», για τον απεγκλωβισμό 1.013 ομογενών από την Αμπχαζία
Ο πόλεμος στην περιοχή στις αρχές της δεκαετίας του 1990 - Η επιτυχής έκβαση της επιχείρησης και ο ρόλος της Βιργινίας Τσουδερού
Έχουν περάσει τριάντα και πλέον χρόνια από τον Αύγουστο του 1993, όταν με μία Επιχείρηση, με την κωδική ονομασία «Χρυσόμαλλο Δέρας» η Ελλάδα κατάφερε να απεγκλωβίσει περισσότερους από χίλιους ομογενείς, από τη φλεγόμενη Αμπχαζία του Καυκάσου. Όπως γράφει ο Σπύρος Μ. Θεοδωράκης στο περιοδικό «Εφοπλιστής», τ. 244, επρόκειτο για τη μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας. «Ήταν μια σύγχρονη ναυτική εκστρατεία που στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία. Χαρακτηρίστηκε ως η μεγαλύτερη μέχρι τότε προσπάθεια ευρωπαϊκού κράτους για την εκκένωση εμπόλεμης ζώνης». Η κωδική ονομασία της επιχείρησης, «Χρυσόμαλλο Δέρας» ήταν βέβαια εμπνευσμένη από την ελληνική μυθολογία και την Αργοναυτική Εκστρατεία που έγινε με σκοπό την αρπαγή του Χρυσόμαλλου δέρατος, που βρισκόταν στην Αία της Κολχίδας, στην ανατολική πλευρά του Εύξεινου Πόντου.
Οι Έλληνες της Αμπχαζίας
Πριν ξεκινήσουμε την αναφορά στην επιχείρηση αυτή, ας δούμε κάποια στοιχεία για την Αμπχαζία και το πώς βρέθηκαν χιλιάδες Έλληνες σε αυτή. Η Αμπχαζία είναι περιοχή του Καυκάσου που αποτελεί de jure (σύμφωνα με το Δίκαιο, νόμιμα) αυτόνομη Δημοκρατία της Γεωργίας, αλλά έχει διακηρύξει την ανεξαρτησία της από αυτή μετά τον πόλεμο του 1992 – 1993. Παραμένει de facto (έμπρακτα, αλλά όχι διεθνώς αναγνωρισμένη) ανεξάρτητη από τη Γεωργία. Υπάρχουν όμως και πέντε χώρες που έχουν αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Αμπχαζίας: η Ρωσία, η Συρία, η Βενεζουέλα, η Νικαράγουα και το Ναούρου (κράτος της Ωκεάνιας). Η Αμπχαζία βρίσκεται στην ανατολική ακτή του Εύξεινου Πόντου. Έχει έκταση 8.665 τ.χλμ και πληθυσμό περίπου 250.000. Πρωτεύουσά της είναι το Σοχούμι. Ο Ο.Η.Ε. και η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών μελών του θεωρούν την Αμπχαζία τμήμα της Γεωργίας. Η περιοχή ήταν αυτόνομο τμήμα της Γεωργίας στα χρόνια της ΕΣΣΔ.
Όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η Σοβιετική Ένωση άρχισε να διαλύεται υπήρξαν εντάσεις μεταξύ των Αβασγών, που αποτελούν γηγενή εθνότητα και των Γεωργιανών, που αποτελούσαν τη μεγαλύτερη εθνότητα της Αμπχαζίας. Αυτές οδήγησαν στον πόλεμο του 1992 – 93 όταν η Γεωργία έχασε την Αμπχαζία και οι περισσότεροι Γεωργιανοί την εγκατέλειψαν λόγω εθνοκάθαρσης. Το 1994 υπογράφτηκε εκεχειρία μεταξύ των εμπολέμων. Η μακροχρόνια παρουσία Αποστολής Παρατηρητών του Ο.Η.Ε. και ειρηνευτικής δύναμης της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων κρατών δεν πρόσφεραν κάτι το ιδιαίτερο. Τον Αύγουστο του 2008 η Ρωσία και η Αμπχαζία ξεκίνησαν πόλεμο εναντίον της Γεωργίας, που οδήγησαν στην αναγνώριση της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας από τη Ρωσία, στην ακύρωση της ειρηνευτικής συμφωνίας του 1994 και στην αποχώρηση των παρατηρητών του Ο.Η.Ε. Στις 28 Αυγούστου 2008 το Κοινοβούλιο της Γεωργίας ανακήρυξε την Αμπχαζία έδαφος κατεχόμενο από τη Ρωσία.
Η ελληνική παρουσία στην περιοχή ξεπερνά τα 2.500 χρόνια. Ανάμεσα στον 9ο και τον 6ο π.Χ. αιώνα, η σύγχρονη Αμπχαζία ήταν μέρος του αρχαίου βασιλείου της Κολχίδας. Τον 6ο αιώνα π.Χ. οι Έλληνες ίδρυσαν εμπορικές αποικίες κατά μήκος της ακτής της Αμπχαζίας στη Μαύρη Θάλασσα, με κυριότερες την Πιτιούντα και τη Διοσκουρία.
Στα νεότερα χρόνια οι Έλληνες αποτελούσαν μία από τις πέντε εθνότητες που ζούσαν στην Αμπχαζία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 1926 ζούσαν εκεί 14.045 Έλληνες, που αποτελούσαν το 7,6% του πληθυσμού της, ο οποίος ήταν τότε 201.016. Το 1939 ο πληθυσμός της Αμπχαζίας έφτασε τους 311.885 κατοίκους. Οι Έλληνες εκεί ήταν τότε 34.621 (11,1% του πληθυσμού). Η αύξηση αυτή οφειλόταν στην υποχρεωτική μετανάστευση στην Αμπχαζία που επιβλήθηκε από το σταλινικό καθεστώς. Τότε, Ρώσοι, Γεωργιανοί, Αρμένιοι και Έλληνες εγκαταστάθηκαν εκεί. Οι απελάσεις των Ελλήνων και άλλων εθνοτήτων από την Αμπχαζία μεταξύ 1944 – 1949 είχαν σαν αποτέλεσμα την πτώση του ποσοστού των Ελλήνων στην
περιοχή στο 2,5% με 3%.
Τα πολιτικά δεδομένα στην Αμπχαζία το 1993
Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ , η νεοσύστατη Δημοκρατία της Γεωργίας αμφισβήτησε την αυτονομία της Αμπχαζίας, της Οσετίας και της Ατζαρίας. Έτσι ξεκίνησε πόλεμο πρώτα με τους Οσέτιους και έπειτα με τους Αμπχάζιους. Στη δίνη του πολέμου βρέθηκαν και όσοι Έλληνες είχαν απομείνει στην Αμπχαζία, ιδιαίτερα στην πρωτεύουσά της Σοχούμι.
Η Συνομοσπουδία των ομογενών της πρώην ΕΣΣΔ «Ο Πόντος» απέστειλε στον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στις 8 Φεβρουαρίου 1993 δραματική επιστολή, στην οποία τονιζόταν ότι στο Σοχούμι ζουν περίπου 2.000 Έλληνες και είναι επιτακτική η ανάγκη απομάκρυνσής τους από εκεί. Τόνιζαν επίσης ότι οι Έλληνες δεν μπορούν ν’ απομακρυνθούν μόνοι τους από την περιοχή και ότι υπάρχουν νεκροί και τραυματίες μεταξύ των Ελλήνων. Την άνοιξη του 1993, 5.000 Πόντιοι συγκεντρώθηκαν έξω από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, ζητώντας την άμεση απομάκρυνση των Ελλήνων από την Αμπχαζία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε ν’ αναλάβει δράση και να απομακρύνει τους Έλληνες από το Σοχούμι όταν το επέτρεπαν οι συνθήκες.
Πώς οργανώθηκε η Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας»;
Οι Έλληνες της Αμπχαζίας
Πριν ξεκινήσουμε την αναφορά στην επιχείρηση αυτή, ας δούμε κάποια στοιχεία για την Αμπχαζία και το πώς βρέθηκαν χιλιάδες Έλληνες σε αυτή. Η Αμπχαζία είναι περιοχή του Καυκάσου που αποτελεί de jure (σύμφωνα με το Δίκαιο, νόμιμα) αυτόνομη Δημοκρατία της Γεωργίας, αλλά έχει διακηρύξει την ανεξαρτησία της από αυτή μετά τον πόλεμο του 1992 – 1993. Παραμένει de facto (έμπρακτα, αλλά όχι διεθνώς αναγνωρισμένη) ανεξάρτητη από τη Γεωργία. Υπάρχουν όμως και πέντε χώρες που έχουν αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Αμπχαζίας: η Ρωσία, η Συρία, η Βενεζουέλα, η Νικαράγουα και το Ναούρου (κράτος της Ωκεάνιας). Η Αμπχαζία βρίσκεται στην ανατολική ακτή του Εύξεινου Πόντου. Έχει έκταση 8.665 τ.χλμ και πληθυσμό περίπου 250.000. Πρωτεύουσά της είναι το Σοχούμι. Ο Ο.Η.Ε. και η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών μελών του θεωρούν την Αμπχαζία τμήμα της Γεωργίας. Η περιοχή ήταν αυτόνομο τμήμα της Γεωργίας στα χρόνια της ΕΣΣΔ.
Όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η Σοβιετική Ένωση άρχισε να διαλύεται υπήρξαν εντάσεις μεταξύ των Αβασγών, που αποτελούν γηγενή εθνότητα και των Γεωργιανών, που αποτελούσαν τη μεγαλύτερη εθνότητα της Αμπχαζίας. Αυτές οδήγησαν στον πόλεμο του 1992 – 93 όταν η Γεωργία έχασε την Αμπχαζία και οι περισσότεροι Γεωργιανοί την εγκατέλειψαν λόγω εθνοκάθαρσης. Το 1994 υπογράφτηκε εκεχειρία μεταξύ των εμπολέμων. Η μακροχρόνια παρουσία Αποστολής Παρατηρητών του Ο.Η.Ε. και ειρηνευτικής δύναμης της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων κρατών δεν πρόσφεραν κάτι το ιδιαίτερο. Τον Αύγουστο του 2008 η Ρωσία και η Αμπχαζία ξεκίνησαν πόλεμο εναντίον της Γεωργίας, που οδήγησαν στην αναγνώριση της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας από τη Ρωσία, στην ακύρωση της ειρηνευτικής συμφωνίας του 1994 και στην αποχώρηση των παρατηρητών του Ο.Η.Ε. Στις 28 Αυγούστου 2008 το Κοινοβούλιο της Γεωργίας ανακήρυξε την Αμπχαζία έδαφος κατεχόμενο από τη Ρωσία.
Η ελληνική παρουσία στην περιοχή ξεπερνά τα 2.500 χρόνια. Ανάμεσα στον 9ο και τον 6ο π.Χ. αιώνα, η σύγχρονη Αμπχαζία ήταν μέρος του αρχαίου βασιλείου της Κολχίδας. Τον 6ο αιώνα π.Χ. οι Έλληνες ίδρυσαν εμπορικές αποικίες κατά μήκος της ακτής της Αμπχαζίας στη Μαύρη Θάλασσα, με κυριότερες την Πιτιούντα και τη Διοσκουρία.
Στα νεότερα χρόνια οι Έλληνες αποτελούσαν μία από τις πέντε εθνότητες που ζούσαν στην Αμπχαζία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 1926 ζούσαν εκεί 14.045 Έλληνες, που αποτελούσαν το 7,6% του πληθυσμού της, ο οποίος ήταν τότε 201.016. Το 1939 ο πληθυσμός της Αμπχαζίας έφτασε τους 311.885 κατοίκους. Οι Έλληνες εκεί ήταν τότε 34.621 (11,1% του πληθυσμού). Η αύξηση αυτή οφειλόταν στην υποχρεωτική μετανάστευση στην Αμπχαζία που επιβλήθηκε από το σταλινικό καθεστώς. Τότε, Ρώσοι, Γεωργιανοί, Αρμένιοι και Έλληνες εγκαταστάθηκαν εκεί. Οι απελάσεις των Ελλήνων και άλλων εθνοτήτων από την Αμπχαζία μεταξύ 1944 – 1949 είχαν σαν αποτέλεσμα την πτώση του ποσοστού των Ελλήνων στην
περιοχή στο 2,5% με 3%.
Τα πολιτικά δεδομένα στην Αμπχαζία το 1993
Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ , η νεοσύστατη Δημοκρατία της Γεωργίας αμφισβήτησε την αυτονομία της Αμπχαζίας, της Οσετίας και της Ατζαρίας. Έτσι ξεκίνησε πόλεμο πρώτα με τους Οσέτιους και έπειτα με τους Αμπχάζιους. Στη δίνη του πολέμου βρέθηκαν και όσοι Έλληνες είχαν απομείνει στην Αμπχαζία, ιδιαίτερα στην πρωτεύουσά της Σοχούμι.
Η Συνομοσπουδία των ομογενών της πρώην ΕΣΣΔ «Ο Πόντος» απέστειλε στον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στις 8 Φεβρουαρίου 1993 δραματική επιστολή, στην οποία τονιζόταν ότι στο Σοχούμι ζουν περίπου 2.000 Έλληνες και είναι επιτακτική η ανάγκη απομάκρυνσής τους από εκεί. Τόνιζαν επίσης ότι οι Έλληνες δεν μπορούν ν’ απομακρυνθούν μόνοι τους από την περιοχή και ότι υπάρχουν νεκροί και τραυματίες μεταξύ των Ελλήνων. Την άνοιξη του 1993, 5.000 Πόντιοι συγκεντρώθηκαν έξω από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, ζητώντας την άμεση απομάκρυνση των Ελλήνων από την Αμπχαζία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε ν’ αναλάβει δράση και να απομακρύνει τους Έλληνες από το Σοχούμι όταν το επέτρεπαν οι συνθήκες.
Πώς οργανώθηκε η Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας»;
Από τότε ξεκίνησε η οργάνωση της επιχείρησης μεταφοράς των Ελλήνων της Αμπχαζίας στην Ελλάδα, η οποία έλαβε την κωδική ονομασία «Χρυσόμαλλο Δέρας». Τη γενική εποπτεία της επιχείρησης ανέλαβε η τότε Υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερύ (1924 – 2018). Η Υφυπουργός ζήτησε την άμεση υποβολή εισηγήσεων από το Εθνικό Ίδρυμα Υποδοχής και Αποκατάστασης Αποδήμων και Παλιννοστούντων (Ε.Ι.Υ.Α.Π.Ο.Ε.) και από διάφορες αρμόδιες υπηρεσίες για τις λεπτομέρειες της επιχείρησης. Στις 10 Ιουνίου η ίδια η Υφυπουργός περιόδευσε στη Νότια Ρωσία, τη Γεωργία, την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν. Παράλληλα, μια ελληνική αντιπροσωπεία, με τη συνοδεία ένοπλων Ελλήνων αξιωματικών περιόδευσε στις γειτονιές του Σοχούμι όπου υπήρχαν Έλληνες και τα γύρω χωριά, για να ειδοποιήσει και να προετοιμάσει τους ομογενείς. Στις 21/7 τρία στελέχη της ελληνικής πρεσβείας στη Μόσχα έφτασαν στη Γεωργία για να κανονίσουν τις τελευταίες λεπτομέρειες απεγκλωβισμού των ομογενών. Μαζί τους ήταν και εκπρόσωπος του Ε.Υ.Ι.Α.Π.Ο.Ε. Να σημειώσουμε ότι Πρόεδρος του Ιδρύματος ήταν τότε ο Γεώργιος Ιακώβου, μετέπειτα Υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου.
Στις 27 Ιουλίου υπογράφτηκε η Συμφωνία του Σότσι, μεταξύ των αντιμαχόμενων για τον τερματισμό του πολέμου. Η Συμφωνία δεν τηρήθηκε, ωστόσο έδωσε την ευκαιρία στην ελληνική αντιπροσωπεία να μεταβεί στο Σοχούμι στις 31 Ιουλίου. Η εικόνα που αντίκρισαν εκεί τα μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν τραγική. Μια πανέμορφη πόλη της Μαύρης Θάλασσας είχε μείνει χωρίς νερό και ηλεκτρικό, χωρίς τρόφιμα και είχε εγκαταλειφθεί από τους μισούς κατοίκους της. Οι εμπόλεμοι, παρά την αγριότητα των συγκρούσεων μεταξύ τους συμπεριφέρθηκαν σχετικά καλά στους ομογενείς. Υπήρχαν όμως και άτακτες ομάδες που δρούσαν στην περιοχή. Από τη δράση τους σκοτώθηκαν 70 ομογενείς, ενώ άλλοι έπεσαν θύματα λεηλασιών των περιουσιών τους και κλοπών.
Σε ένα πρόχειρο προξενείο που οργανώθηκε στο σπίτι ενός ομογενή έγινε καταγραφή όσων Ελλήνων ζούσαν στο Σοχούμι και στα γύρω χωριά (Γκεοργκίεβκα, Παύλοβκα, Οντίσι, Μιτσούρινα, Αλεξάντροβκα, Τεμερτσίκι και Χαλατσιντόν). Τελικά, τακτοποιήθηκαν τα ταξιδιωτικά έγγραφα 1.484 ατόμων. Η ομάδα των Ελλήνων από την πρεσβεία της Μόσχας επέστρεψε στην Τιφλίδα, την πρωτεύουσα της Γεωργίας στις 8/8/1993, όπου συναντήθηκε με εκπροσώπους της κυβέρνησης της χώρας, τον Πατριάρχη Γεωργίας, τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό και την ηγεσία της Ομογένειας, ζητώντας τη βοήθειά τους κατά την «εκτέλεση» της επιχείρησης. Το Υπουργείο Εξωτερικών, στις 9/8/1993 ενημέρωσε την πρεσβεία στη Μόσχα και την ομάδα στην Τιφλίδα ότι ετοιμάζεται να αναχωρήσει πλοίο για την Αμπχαζία και τους ζήτησε να ενημερώσουν τους εμπλεκόμενους για να προσφέρουν κάθε δυνατή βοήθεια.
Στις 11 Αυγούστου 1993 η Ελληνική πρεσβεία στη Μόσχα ενημέρωνε το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών για την έναρξη της τελικής φάσης της επιχείρησης, ενώ ενημερώθηκαν επίσης η Γενική Γραμματεία του Ο.Η.Ε. και η Ύπατη Αρμοστεία. Στις 12/8/1993 ταξίδεψε με πολιτικό αεροπλάνο στο Σοχούμι, μέσω Θεσσαλονίκης – Τιφλίδας, ενδεκαμελής ομάδα του ΓΕΕΘΑ με επικεφαλής τον Πλοίαρχο Βασίλη Ντερτιλή για να συνδράμει στην τελική φάση της επιχείρησης. Βασικός σύνδεσμος με την τοπική κυβέρνηση ήταν ένας Γεωργιανός Ταγματάρχης της Υπηρεσίας Ασφαλείας, με ελληνική καταγωγή. Φτάνοντας, η ομάδα επιθεώρησε τους χώρους (λιμάνι, φυλάκια τελωνείου και συνοριακών φρουρών, πλατεία μπροστά στο λιμάνι και δρόμους που οδηγούσαν εκεί) και κατέστρωσαν το τελικό σχέδιο. Σύμφωνα με αυτό, το πλοίο που θα μετέφερε τους ομογενείς έπρεπε να βρίσκεται στο Σοχούμι στις 15/8/1993.
Στις 9/8/1993 απέπλευσε από τον Πειραιά το ΕΓ/ OΓ VISCOUNTESS M. της ναυτιλιακής εταιρείας Marlines S.A. του εφοπλιστή Παναγιώτη Μαραγκόπουλου, ο οποίος, πιθανότητα, δεν δέχτηκε να αποζημιωθεί για το ταξίδι αυτό. Καλύφθηκαν μόνο τα έξοδα των καυσίμων, της τροφοδοσίας και του πληρώματος. Στο πλοίο επέβαινε εικοσαμελής ομάδα ανδρών των Ο.Υ.Κ. (Ομάδα Υποβρύχιων Καταστροφών) ως πλήρωμα. Όλοι ήταν εφοδιασμένοι με ναυτικά φυλλάδια. Επέβαινε επίσης κλιμάκιο του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών για την παροχή ιατρικής βοήθειας. Στο πλοίο, πρώτος σταθμός του οποίου ήταν η Λήμνος είχε φορτωθεί και ανθρωπιστική βοήθεια. Την Πέμπτη 12/8/93, το VISCOUNTESS M. που βρισκόταν στη Λήμνο ειδοποιήθηκε να ξεκινήσει. Έπρεπε να βρίσκεται στο Σοχούμι ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο.
Η τελική επιτυχημένη φάση της Επιχείρησης
Στις 5 π.μ. της 15/8/1993 ξεκίνησε η τρίτη και τελευταία φάση της επιχείρησης. Το ελληνικό κλιμάκιο εγκαταστάθηκε στο λιμάνι και προχώρησε στην οργάνωση του χώρου όπου θα γινόταν ο έλεγχος των ομογενών. Το VISCOUNTESS M. θα κατέπλεε νωρίς το πρωί και έπρεπε να αποπλεύσει πριν νυχτώσει. Υπήρχε επικοινωνία με την Ελλάδα (Αθήνα και Αλεξανδρούπολη).
Καθήκοντα συντονιστή είχε αναλάβει ο διπλωμάτης Αλέξης Χατζημιχάλης. Οι ομογενείς θα εισέρχονταν στον κυρίως χώρο του λιμανιού ανά πέντε. Θα υποβάλλονταν πρώτα σε προξενικό έλεγχο από το ελληνικό κλιμάκιο, κατόπιν σε τελωνειακό και συνοριακό έλεγχο από ένα ρωσικό Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών και έπειτα θα επιβιβάζονταν στο πλοίο. Εκεί θα υπήρχε κλιμάκιο του ΕΙΥΑΠΟΕ που θα υποδεχόταν και θα κατέγραφε τους ομογενείς. Μόλις έφεξε, το VISCOUNTESS M. έφτασε στο Σοχούμι, μια πόλη φάντασμα. Αμέσως ξεφορτώθηκε η ανθρωπιστική βοήθεια που είχε υποσχεθεί η Ελλάδα στις τοπικές Αρχές, ως αντάλλαγμα για τη βοήθεια τους. Υπήρχαν έντονοι φόβοι μήπως συμβεί κάποιο απρόοπτο, όμως αυτοί δεν επαληθεύθηκαν.
Στο πλοίο επιβιβάστηκαν 1.013 ομογενείς. Οι υπόλοιποι, από τους 1.484 που είχαν ταυτοποιηθεί τα ταξιδιωτικά έγγραφα, είτε προτίμησαν να μείνουν στο Σοχούμι ή να μεταβούν στη Ρωσία ή άλλο μέρος της Γεωργίας. Η επιβίβαση ολοκληρώθηκε στις 5 το απόγευμα. Το VISCOUNTESS M. σχεδόν αμέσως ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής, το οποίο κύλησε ομαλά. Υπήρχε τακτική επαφή με το κλιμάκιο υποδοχής στην Αλεξανδρούπολη. Την Τετάρτη, 18/8/1993, λίγο πριν χαράξει το VISCOUNTESS M. στο οποίο πλοίαρχος ήταν ο Γιώργος Σαμιωτάκης έφτασε στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Τους ομογενείς υποδέχθηκαν η Βιργινία Τσουδερού, άλλοι επίσημοι και ένα τιμητικό άγημα. Χάρη στην Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας» οι ομογενείς μας απεγκλωβίστηκαν έγκαιρα από το Σοχούμι. Τον επόμενο μήνα, η πόλη καταλήφθηκε από αμπχαζιανές δυνάμεις και υπήρξαν εκατόμβες νεκρών… Η Επιχείρηση αυτή δεν έλαβε μεγαλή προβολή από τον ελληνικό Τύπο της εποχής. Αντίθετα ξένες εφημερίδες έγραψαν εγκωμιαστικά άρθρα για τη χώρα μας. Η Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας» έχει καταχωρηθεί μάλιστα στη διεθνή βιβλιογραφία.
Η Βιργινία Τσουδερού και ο Στίβεν Λάλας
Τα εύσημα για την επιτυχία της Επιχείρησης πρέπει να αποδοθούν βέβαια σε όσους συμμετείχαν σ’ αυτή, αλλά και στην αείμνηστη Βιργινία Τσουδερού που είχε την πολιτική ευθύνη για το όλο εγχείρημα. Δυστυχώς, η Β. Τσουδερού χρεώνεται ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής των τελευταίων χρόνων, καθώς «έδωσε», άθελά της βέβαια, στους Αμερικανούς τον Ελληνοαμερικανό κατάσκοπο Στίβεν Λάλας, ο οποίος, όντας Αμερικανός πολίτης υπηρετούσε τότε στην πρεσβεία των Η.Π.Α. στην Αθήνα. Μεταξύ 1991-1993 ο Λάλας έδωσε στην ελληνική πλευρά 240 (!) απόρρητα έγγραφα. Μια πληροφορία για το θέμα των Σκοπίων που υπήρχε σε υπεραπόρρητο έγγραφο της πρεσβείας των Η.Π.Α. το οποίο στάλθηκε στην Ουάσινγκτον, δόθηκε από τη Βιργινία Τσουδερού στον τότε πρέσβη μας στις Η.Π.Α. Χρίστο Ζαχαράκι τον Φεβρουάριο του 1993, αυτός, χωρίς να γνωρίζει ότι επρόκειτο για πληροφορία που δεν έπρεπε να ειπωθεί, τη μετέφερε σε Αμερικανούς αξιωματούχους, οι οποίοι κατάλαβαν ότι κάτι συμβαίνει στην πρεσβεία τους στην Αθήνα. Το FBI ανέλαβε την υπόθεση, τοποθέτησε κάμερες στην πρεσβεία και ο Λάλας συνελήφθη επ’ αυτοφώρω να φωτοτυπεί απόρρητα έγγραφα.
Κλήθηκε να επιστρέψει στις Η.Π.Α., συνελήφθη και καταδικάστηκα σε 14 χρόνια κάθειρξης, χωρίς τη δυνατότητα χάρης. Τελικά του δόθηκε χάρη από περιοριστικούς όρους ως τον Ιούλιο του 2010 και το 2007 μετεγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, όπου ζει μέχρι και σήμερα στα 70 του χρόνια. Ο Στίβεν (Σταύρος) Λάλας θεωρείται ο μεγαλύτερος Έλληνας κατάσκοπος, του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Το Ελληνικό Κράτος, όχι μόνο «πούλησε» τον Λάλα, αλλά δεν του συμπαραστάθηκε στην περιπέτειά του… Η ιστορία του Στίβεν Λάλα είναι συγκλονιστική και θα μας απασχολήσει στο μέλλον.
Πηγές:
Σπύρος Μ. Θεοδωράκης, Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας», στο navalhistory.gr
Σπύρος Μ. Θεοδωρίδης, «Ένα πολύτιμο ταξίδι πριν 20 χρόνια», περιοδικό «Εφοπλιστής». Τεύχος 244.
Διονύσιος Καλαμβρέζος, Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας»: Η ναυτική «εκστρατεία» στην Αμπχαζία
Ο κύριος Καλαμβρέζος συμμετείχε το 1993 στην επιχείρηση απεγκλωβισμού των ομογενών από την Αμπχαζία
WIKIPEDIA (απ’ όπου αντλήσαμε τα στοιχεία για την Αμπχαζία)
Ειδήσεις σήμερα:
Με τι καιρό θα κάνουμε Πάσχα - Υψηλές θερμοκρασίες και ενισχυμένοι βοριάδες έως τη Μεγάλη Τετάρτη
Οπαδική βία: Από σήμερα οι απολογίες για την εγκληματική οργάνωση και τη δολοφονία Λυγγερίδη - Τρεις προφυλακίσεις χθες
Πυκνώνουν οι αναφορές για επιδείνωση της υγείας του Καρόλου - «Επιστρέφει στη δουλειά αλλά δεν είναι καλά»
Στις 27 Ιουλίου υπογράφτηκε η Συμφωνία του Σότσι, μεταξύ των αντιμαχόμενων για τον τερματισμό του πολέμου. Η Συμφωνία δεν τηρήθηκε, ωστόσο έδωσε την ευκαιρία στην ελληνική αντιπροσωπεία να μεταβεί στο Σοχούμι στις 31 Ιουλίου. Η εικόνα που αντίκρισαν εκεί τα μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν τραγική. Μια πανέμορφη πόλη της Μαύρης Θάλασσας είχε μείνει χωρίς νερό και ηλεκτρικό, χωρίς τρόφιμα και είχε εγκαταλειφθεί από τους μισούς κατοίκους της. Οι εμπόλεμοι, παρά την αγριότητα των συγκρούσεων μεταξύ τους συμπεριφέρθηκαν σχετικά καλά στους ομογενείς. Υπήρχαν όμως και άτακτες ομάδες που δρούσαν στην περιοχή. Από τη δράση τους σκοτώθηκαν 70 ομογενείς, ενώ άλλοι έπεσαν θύματα λεηλασιών των περιουσιών τους και κλοπών.
Σε ένα πρόχειρο προξενείο που οργανώθηκε στο σπίτι ενός ομογενή έγινε καταγραφή όσων Ελλήνων ζούσαν στο Σοχούμι και στα γύρω χωριά (Γκεοργκίεβκα, Παύλοβκα, Οντίσι, Μιτσούρινα, Αλεξάντροβκα, Τεμερτσίκι και Χαλατσιντόν). Τελικά, τακτοποιήθηκαν τα ταξιδιωτικά έγγραφα 1.484 ατόμων. Η ομάδα των Ελλήνων από την πρεσβεία της Μόσχας επέστρεψε στην Τιφλίδα, την πρωτεύουσα της Γεωργίας στις 8/8/1993, όπου συναντήθηκε με εκπροσώπους της κυβέρνησης της χώρας, τον Πατριάρχη Γεωργίας, τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό και την ηγεσία της Ομογένειας, ζητώντας τη βοήθειά τους κατά την «εκτέλεση» της επιχείρησης. Το Υπουργείο Εξωτερικών, στις 9/8/1993 ενημέρωσε την πρεσβεία στη Μόσχα και την ομάδα στην Τιφλίδα ότι ετοιμάζεται να αναχωρήσει πλοίο για την Αμπχαζία και τους ζήτησε να ενημερώσουν τους εμπλεκόμενους για να προσφέρουν κάθε δυνατή βοήθεια.
Στις 11 Αυγούστου 1993 η Ελληνική πρεσβεία στη Μόσχα ενημέρωνε το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών για την έναρξη της τελικής φάσης της επιχείρησης, ενώ ενημερώθηκαν επίσης η Γενική Γραμματεία του Ο.Η.Ε. και η Ύπατη Αρμοστεία. Στις 12/8/1993 ταξίδεψε με πολιτικό αεροπλάνο στο Σοχούμι, μέσω Θεσσαλονίκης – Τιφλίδας, ενδεκαμελής ομάδα του ΓΕΕΘΑ με επικεφαλής τον Πλοίαρχο Βασίλη Ντερτιλή για να συνδράμει στην τελική φάση της επιχείρησης. Βασικός σύνδεσμος με την τοπική κυβέρνηση ήταν ένας Γεωργιανός Ταγματάρχης της Υπηρεσίας Ασφαλείας, με ελληνική καταγωγή. Φτάνοντας, η ομάδα επιθεώρησε τους χώρους (λιμάνι, φυλάκια τελωνείου και συνοριακών φρουρών, πλατεία μπροστά στο λιμάνι και δρόμους που οδηγούσαν εκεί) και κατέστρωσαν το τελικό σχέδιο. Σύμφωνα με αυτό, το πλοίο που θα μετέφερε τους ομογενείς έπρεπε να βρίσκεται στο Σοχούμι στις 15/8/1993.
Στις 9/8/1993 απέπλευσε από τον Πειραιά το ΕΓ/ OΓ VISCOUNTESS M. της ναυτιλιακής εταιρείας Marlines S.A. του εφοπλιστή Παναγιώτη Μαραγκόπουλου, ο οποίος, πιθανότητα, δεν δέχτηκε να αποζημιωθεί για το ταξίδι αυτό. Καλύφθηκαν μόνο τα έξοδα των καυσίμων, της τροφοδοσίας και του πληρώματος. Στο πλοίο επέβαινε εικοσαμελής ομάδα ανδρών των Ο.Υ.Κ. (Ομάδα Υποβρύχιων Καταστροφών) ως πλήρωμα. Όλοι ήταν εφοδιασμένοι με ναυτικά φυλλάδια. Επέβαινε επίσης κλιμάκιο του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών για την παροχή ιατρικής βοήθειας. Στο πλοίο, πρώτος σταθμός του οποίου ήταν η Λήμνος είχε φορτωθεί και ανθρωπιστική βοήθεια. Την Πέμπτη 12/8/93, το VISCOUNTESS M. που βρισκόταν στη Λήμνο ειδοποιήθηκε να ξεκινήσει. Έπρεπε να βρίσκεται στο Σοχούμι ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο.
Η τελική επιτυχημένη φάση της Επιχείρησης
Στις 5 π.μ. της 15/8/1993 ξεκίνησε η τρίτη και τελευταία φάση της επιχείρησης. Το ελληνικό κλιμάκιο εγκαταστάθηκε στο λιμάνι και προχώρησε στην οργάνωση του χώρου όπου θα γινόταν ο έλεγχος των ομογενών. Το VISCOUNTESS M. θα κατέπλεε νωρίς το πρωί και έπρεπε να αποπλεύσει πριν νυχτώσει. Υπήρχε επικοινωνία με την Ελλάδα (Αθήνα και Αλεξανδρούπολη).
Καθήκοντα συντονιστή είχε αναλάβει ο διπλωμάτης Αλέξης Χατζημιχάλης. Οι ομογενείς θα εισέρχονταν στον κυρίως χώρο του λιμανιού ανά πέντε. Θα υποβάλλονταν πρώτα σε προξενικό έλεγχο από το ελληνικό κλιμάκιο, κατόπιν σε τελωνειακό και συνοριακό έλεγχο από ένα ρωσικό Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών και έπειτα θα επιβιβάζονταν στο πλοίο. Εκεί θα υπήρχε κλιμάκιο του ΕΙΥΑΠΟΕ που θα υποδεχόταν και θα κατέγραφε τους ομογενείς. Μόλις έφεξε, το VISCOUNTESS M. έφτασε στο Σοχούμι, μια πόλη φάντασμα. Αμέσως ξεφορτώθηκε η ανθρωπιστική βοήθεια που είχε υποσχεθεί η Ελλάδα στις τοπικές Αρχές, ως αντάλλαγμα για τη βοήθεια τους. Υπήρχαν έντονοι φόβοι μήπως συμβεί κάποιο απρόοπτο, όμως αυτοί δεν επαληθεύθηκαν.
Στο πλοίο επιβιβάστηκαν 1.013 ομογενείς. Οι υπόλοιποι, από τους 1.484 που είχαν ταυτοποιηθεί τα ταξιδιωτικά έγγραφα, είτε προτίμησαν να μείνουν στο Σοχούμι ή να μεταβούν στη Ρωσία ή άλλο μέρος της Γεωργίας. Η επιβίβαση ολοκληρώθηκε στις 5 το απόγευμα. Το VISCOUNTESS M. σχεδόν αμέσως ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής, το οποίο κύλησε ομαλά. Υπήρχε τακτική επαφή με το κλιμάκιο υποδοχής στην Αλεξανδρούπολη. Την Τετάρτη, 18/8/1993, λίγο πριν χαράξει το VISCOUNTESS M. στο οποίο πλοίαρχος ήταν ο Γιώργος Σαμιωτάκης έφτασε στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Τους ομογενείς υποδέχθηκαν η Βιργινία Τσουδερού, άλλοι επίσημοι και ένα τιμητικό άγημα. Χάρη στην Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας» οι ομογενείς μας απεγκλωβίστηκαν έγκαιρα από το Σοχούμι. Τον επόμενο μήνα, η πόλη καταλήφθηκε από αμπχαζιανές δυνάμεις και υπήρξαν εκατόμβες νεκρών… Η Επιχείρηση αυτή δεν έλαβε μεγαλή προβολή από τον ελληνικό Τύπο της εποχής. Αντίθετα ξένες εφημερίδες έγραψαν εγκωμιαστικά άρθρα για τη χώρα μας. Η Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας» έχει καταχωρηθεί μάλιστα στη διεθνή βιβλιογραφία.
Η Βιργινία Τσουδερού και ο Στίβεν Λάλας
Τα εύσημα για την επιτυχία της Επιχείρησης πρέπει να αποδοθούν βέβαια σε όσους συμμετείχαν σ’ αυτή, αλλά και στην αείμνηστη Βιργινία Τσουδερού που είχε την πολιτική ευθύνη για το όλο εγχείρημα. Δυστυχώς, η Β. Τσουδερού χρεώνεται ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής των τελευταίων χρόνων, καθώς «έδωσε», άθελά της βέβαια, στους Αμερικανούς τον Ελληνοαμερικανό κατάσκοπο Στίβεν Λάλας, ο οποίος, όντας Αμερικανός πολίτης υπηρετούσε τότε στην πρεσβεία των Η.Π.Α. στην Αθήνα. Μεταξύ 1991-1993 ο Λάλας έδωσε στην ελληνική πλευρά 240 (!) απόρρητα έγγραφα. Μια πληροφορία για το θέμα των Σκοπίων που υπήρχε σε υπεραπόρρητο έγγραφο της πρεσβείας των Η.Π.Α. το οποίο στάλθηκε στην Ουάσινγκτον, δόθηκε από τη Βιργινία Τσουδερού στον τότε πρέσβη μας στις Η.Π.Α. Χρίστο Ζαχαράκι τον Φεβρουάριο του 1993, αυτός, χωρίς να γνωρίζει ότι επρόκειτο για πληροφορία που δεν έπρεπε να ειπωθεί, τη μετέφερε σε Αμερικανούς αξιωματούχους, οι οποίοι κατάλαβαν ότι κάτι συμβαίνει στην πρεσβεία τους στην Αθήνα. Το FBI ανέλαβε την υπόθεση, τοποθέτησε κάμερες στην πρεσβεία και ο Λάλας συνελήφθη επ’ αυτοφώρω να φωτοτυπεί απόρρητα έγγραφα.
Κλήθηκε να επιστρέψει στις Η.Π.Α., συνελήφθη και καταδικάστηκα σε 14 χρόνια κάθειρξης, χωρίς τη δυνατότητα χάρης. Τελικά του δόθηκε χάρη από περιοριστικούς όρους ως τον Ιούλιο του 2010 και το 2007 μετεγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, όπου ζει μέχρι και σήμερα στα 70 του χρόνια. Ο Στίβεν (Σταύρος) Λάλας θεωρείται ο μεγαλύτερος Έλληνας κατάσκοπος, του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Το Ελληνικό Κράτος, όχι μόνο «πούλησε» τον Λάλα, αλλά δεν του συμπαραστάθηκε στην περιπέτειά του… Η ιστορία του Στίβεν Λάλα είναι συγκλονιστική και θα μας απασχολήσει στο μέλλον.
Πηγές:
Σπύρος Μ. Θεοδωράκης, Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας», στο navalhistory.gr
Σπύρος Μ. Θεοδωρίδης, «Ένα πολύτιμο ταξίδι πριν 20 χρόνια», περιοδικό «Εφοπλιστής». Τεύχος 244.
Διονύσιος Καλαμβρέζος, Επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας»: Η ναυτική «εκστρατεία» στην Αμπχαζία
Ο κύριος Καλαμβρέζος συμμετείχε το 1993 στην επιχείρηση απεγκλωβισμού των ομογενών από την Αμπχαζία
WIKIPEDIA (απ’ όπου αντλήσαμε τα στοιχεία για την Αμπχαζία)
Ειδήσεις σήμερα:
Με τι καιρό θα κάνουμε Πάσχα - Υψηλές θερμοκρασίες και ενισχυμένοι βοριάδες έως τη Μεγάλη Τετάρτη
Οπαδική βία: Από σήμερα οι απολογίες για την εγκληματική οργάνωση και τη δολοφονία Λυγγερίδη - Τρεις προφυλακίσεις χθες
Πυκνώνουν οι αναφορές για επιδείνωση της υγείας του Καρόλου - «Επιστρέφει στη δουλειά αλλά δεν είναι καλά»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα