Μονή της Χώρας: Η ιστορία του μνημείου της UNESCO που έκανε τζαμί ο Ερντογάν

Μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO και γνωστή για τα υπέροχα ψηφιδωτά της, τα οποία αποτελούν αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης

Η προκλητική απόφαση του Ταγίπ Ερντογάν να μετατρέψει τη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη σε τζαμί έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Πρόκειται για τη δεύτερη πιο σημαντική εκκλησία της Πόλης μετά την Αγια-Σοφιά και ξεχωρίζει όχι μόνο για το ίδιο το κτίριό της, αλλά κυρίως για τα πανέμορφα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες της, που την καθιστούν ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης σε όλο τον κόσμο.

Η ονομασία

Η επίσημη ονομασία της Μονής ήταν «Η Εκκλησία του Αγίου Σωτήρος εν τη Χώρα» και ήταν αφιερωμένη στον Σωτήρα Χριστό. Το όνομά της δημιούργησε σύγχυση σε πολλούς συγγραφείς, Ελληνες και ξένους. Ο Αλέξανδρος Πασπάτης (1814-1891), σπουδαίος γιατρός και λόγιος γεννημένος στη Χίο, στο έργο του «Βυζαντιναί Μελέται Τοπογραφικαί και Ιστορικαί» (1887) αναφέρεται στην προέλευση του ονόματος της Μονής και η άποψή του αυτή υιοθετήθηκε από όλους μέχρι σήμερα.

«Χώρα» και «Χωρίον» ονόμαζαν οι Βυζαντινοί την πεδινή γη που βρισκόταν έξω από τα χερσαία τείχη της Κωνσταντινούπολης. Κοντά στα τείχη κανείς δεν μπορούσε να οικοδομήσει κτίρια πέτρινα ή ξύλινα για να μη χρησιμοποιηθούν από πιθανούς πολιορκητές της Βασιλεύουσας. Φαίνεται ότι στη θέση του σωζόμενου μνημείου υπήρχε ήδη κατά τον 5ο αιώνα το καθολικό μιας μονής που βρισκόταν έξω από τα τείχη του Μεγάλου Κωνσταντίνου.

Αλλοι μελετητές όμως θεωρούν ότι η ονομασία έχει μυστικιστικό περιεχόμενο και προέρχεται από τις επιγραφές στα ψηφιδωτά του Χριστού ως «Η Χώρα των Ζώντων» και της Θεοτόκου ως «Η Χώρα του Αχωρήτου».

Σχετική με τη Μονή είναι η αναφορά από τον Μεταφραστή Συμεών, ο οποίος διηγείται το μαρτύριο του Αγίου Βαβύλα, το 298 μ.Χ., η μνήμη του οποίου τιμάται την 1η Σεπτεμβρίου. Ο Αγιος Βαβύλας αποκεφαλίστηκε μαζί με μερικά παιδιά στη Νικομήδεια επί Μαξιμιανού. Κάποιοι Χριστιανοί «…ελθόντες διά νυκτός έβαλαν τα λείψανα των Αγίων μέσα εις μικρόν πλοίον και τα επήγαν εις την Κωνσταντινούπολιν… τα ενταφίασαν έξω του τείχους της πόλεως κατά το βόρειον μέρος, όπου είναι μοναστήριον, Χώρα ονομαζόμενον…».

Οταν ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β’, ο αποκαλούμενος «Μικρός», (στον θρόνο 408-450) οικοδόμησε νέα τείχη, κατά το χρονικό διάστημα 412-440, η Μονή της Χώρας βρέθηκε εντός των τειχών, αλλά διατήρησε την αρχική της ονομασία. Σήμερα, η Μονή της Χώρας βρίσκεται στη συνοικία Εdirnekapi.
Επεκτάσεις και ανακαινίσεις της Μονής

Πολλοί μελετητές θεωρούν εσφαλμένα ότι η Μονή της Χώρας χτίστηκε στα χρόνια του Ιουστινιανού (στον θρόνο 527-565). Η πραγματικότητα είναι ότι ο Ιουστινιανός ανακαίνισε και επέκτεινε τη Μονή. Συγκεκριμένα, ο αυτοκράτορας κάλεσε στην Κωνσταντινούπολη τον Αγιο Θεόδωρο, θείο της συζύγου του Θεοδώρας, για να βοηθήσει την Εκκλησία στη διαμάχη της με την αίρεση των Θεοπασχιτών, που είχε ιδρυθεί από τον μονοφυσίτη Πατριάρχη Αντιοχείας Πέτρο Γναφέα και σύμφωνα με την οποία η θεία φύση του Χριστού «έπαθε» κατά τη Σταύρωση.

Η διαμάχη άρχισε να γίνεται επικίνδυνη όταν πήραν μέρος σε αυτή και φανατικοί μοναχοί, γνωστοί ως «Ακοίμητοι». Ο Αγιος Θεόδωρος εγκαταστάθηκε στη Μονή της Χώρας. Ενας από τους τρεις σεισμούς που έπληξαν την Κωνσταντινούπολη το 557 κατέστρεψε τη Μονή της Χώρας.

Ωστόσο, ο Ιουστινιανός ανοικοδόμησε τη Μονή, μεγαλύτερη αυτή τη φορά, με μια μαρμάρινη εκκλησία με τρούλο που αφιερώθηκε στην Παναγία. Εχτισε επίσης τρία παρεκκλήσια, αφιερωμένα στον Αγιο Ανθέμιο, τους Σαράντα Μάρτυρες και τον αρχάγγελο Μιχαήλ. Κατασκεύασε επίσης λουτρό και νοσοκομείο. Η παράδοση αναφέρει ότι ο Αγιος Σάββας ο Ηγιασμένος (439-532), τις δύο φορές που ταξίδεψε από την Παλαιστίνη στην Κωνσταντινούπολη (512 και 530) φιλοξενήθηκε στη Μονή της Χώρας.
Η Μονή της Χώρας ξεχωρίζει για τα πανέμορφα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες της, που την καθιστούν ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης σε όλο τον κόσμο

Ο κουροπαλάτης ιστορικός Γεώργιος Κωδινός ή ψευδο-Κωδινός (15ος αι.) γράφει ότι το μοναστήρι ανοικοδομήθηκε «μεγάλο και όμορφο» από τον Κρίσπο, έναν συγγενή του αυτοκράτορα Φωκά (στον θρόνο 602-610), τον οποίο ο Ηράκλειος (στον θρόνο 610-641) περιόρισε στη Μονή ως «συνωμότη εξέγερσης εναντίον του».

Ο Βυζαντινός λόγιος Νικηφόρος Γρηγοράς που έζησε στη Μονή τον 14ο αιώνα και έγραψε την ιστορία της αναφέρει ότι ιδρύθηκε από τον Ιουστινιανό. Το γεγονός ότι ο σύγχρονος του Ιουστινιανού ιστορικός Προκόπιος στο έργο του «Περί Κτισμάτων» δεν αναφέρει τίποτε σχετικό, μάλλον επιβεβαιώνει την άποψη ότι η Μονή της Χώρας απλώς ανοικοδομήθηκε από τον συγκεκριμένο αυτοκράτορα.
Η Μονή χρησιμοποιήθηκε ως τόπος περιορισμού του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α’ του Ομολογητή (στον πατριαρχικό θρόνο, 715-730), ο οποίος ήταν ένθερμος εικονόφιλος, από τον εικονομάχο αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ Ισαυρο (στον θρόνο 717-740). Στα χρόνια του Κωνσταντίνου Ε’ του Κοπρώνυμου (στον θρόνο 780-797) η Μονή ερήμωσε, όμως ο ηγούμενός της Συμεών αναφέρεται ανάμεσα σε όσους πήραν μέρος στην Η’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, η οποία αντικατέστησε τη λατρεία των εικόνων. Στη δεύτερη περίοδο της εικονομαχίας, στη Μονή εγκαταστάθηκαν ο Μιχαήλ Σύγκελος και οι μαθητές του Γραπτοί Θεοφάνης και Θεόδωρος, που ήρθαν στην Πόλη από την Ιερά Λαύρα του Αγίου Σάββα της Παλαιστίνης.

Μετά από μία περίοδο παρακμής, η Μονή χτίστηκε εκ νέου στη θέση παλαιότερων κτισμάτων του 6ου και 9ου αιώνα μεταξύ 1077 και 1081 από τη Μαρία Δούκαινα, πεθερά του αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ Κομνηνού (στον θρόνο 1081-1118). Στον τύπο του τετρακίονου σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού και μετά από έναν μεγάλο σεισμό (πρόκειται πιθανότατα για τον «φρικωδέστατο σεισμό», όπως αναφέρει ο Ζωναράς, που έγινε ανήμερα του Αγίου Νικολάου το 1087 και είχε μέγεθος 6,5 Ρίχτερ) επισκευάστηκε το 1120 από τον εγγονό της, τον Σεβαστοκράτορα Ισαάκιο Κομνηνό, τρίτο γιο του Αλέξιου Α’ και νεότερο αδελφό του αυτοκράτορα Ιωάννη Β’ Κομνηνού (στον θρόνο 1118-1143).

Η Μονή ανακαινίστηκε ξανά στις αρχές του 14ου αιώνα, μεταξύ 1316-1320/21 από τον λογοθέτη του Γενικού («Υπουργό Οικονομικών») και στη συνέχεια μέγα λογοθέτη («πρωθυπουργό») Θεόδωρο Μετοχίτη (1270-1352), έναν από τους διαπρεπέστερους λόγιους των χρόνων των Παλαιολόγων.

Ο Μετοχίτης διατήρησε αναλλοίωτο τον μεταβυζαντινό πυρήνα του ναού, οικοδόμησε εκ νέου τον εσωνάρθηκα με τον τρούλο του, πρόσθεσε τον εξωνάρθηκα με το νότιο τρουλαίο παρεκκλήσι, διαμόρφωσε τη βόρεια πλευρά με υπερώο, ανακατασκεύασε στην ανατολική πλευρά τις μικρές πλευρικές αψίδες των παραβημάτων (των δύο χώρων εκατέρωθεν του Αγίου Βήματος των παλαιοχριστιανικών ναών) και θεωρείται ότι αυτός εμπνεύστηκε την εικονογράφηση της Μονής. Τέλος, κληροδότησε στη Μονή σημαντική περιουσία, έχτισε νοσοκομείο και δώρισε στη σπουδαία βιβλιοθήκη που είχε η Μονή, τη σημαντική συλλογή βιβλίων και χειρογράφων του.
Η Ανάσταση

Την ύπαρξη βασιλικής βιβλιοθήκης στη Μονή τη γνωρίζουμε και από την αλληλογραφία του λόγιου μοναχού Μάξιμου Πλανούδη με τον Θεόδωρο Μουζάλωνα (1292-1293). Ο Θεόδωρος Μετοχίτης έζησε κατά την Υστεροβυζαντινή Περίοδο ή Αναγέννηση των Παλαιολόγων που ξεκίνησε το 1261 με την ανακατάληψη της Πόλης από τους Φράγκους, από τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο (την Κωνσταντινούπολη κατέλαβε τελείως αναπάντεχα ο στρατηγός της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας Αλέξιος Στρατηγόπουλος) και τελείωσε με την άλωσή της από τους Οθωμανούς το 1453. Αν και η αυτοκρατορία τότε δεν θυμίζει σχεδόν τίποτα από το ένδοξο παρελθόν της και διαρκώς συρρικνώνεται, η πνευματική ζωή σε αυτή παρουσιάζει μεγάλη άνθηση.

Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, ο διαπρεπής ιστορικός Νικηφόρος Γρηγοράς και ο συγγραφέας Νικόλαος Μεσαρίτης συνέβαλαν σε μία νέα ακμή των γραμμάτων. Πολύ σημαντικό είναι το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο οι διανοούμενοι και ο λαός εγκαταλείπουν τον όρο «Ρωμαίοι» και χρησιμοποιούν τη λέξη «Ελληνες», που πλέον έχει αποσυνδεθεί από την έννοια των «ειδωλολατρών». Το 1328 ο Ανδρόνικος Γ’ (στον θρόνο 1328-1341) σφετερίστηκε την εξουσία και ανάγκασε τον παππού του να παραιτηθεί και να εγκλειστεί σε μοναστήρι.

Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, πιστός στον παλιό αυτοκράτορα, εξορίστηκε στο Διδυμότειχο. Το 1330 όμως του επιτράπηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη και να αποσυρθεί στη Μονή της Χώρας. Εκεί πέθανε στις 13 Μαρτίου 1332 και τάφηκε στο παρεκκλήσι που είχε χτίσει ο ίδιος για ταφική χρήση. Στα χρόνια της βασιλείας του Ιωάννη ΣΤ’ Κατακουζηνού (1341-1354), ο μοναχός Σάββας της Μονής του Βατοπαιδίου του Αθω και ο λόγιος Νικηφόρος Γρηγοράς, που είχαν αναμειχθεί στην έριδα των Ησυχαστών, περιορίστηκαν στη Μονή της Χώρας, όπου και πέθαναν.
Ο Αγιος Προκόπιος
Η άλωση

Σύμφωνα με τον ιστορικό Δούκα (15ος αι.) που έγραψε για την άλωση της Πόλης από τους Τούρκους, επειδή η Μονή της Χώρας βρισκόταν κοντά στην Κερκόπορτα λεηλατήθηκε πλήρως.

Στη Μονή φυλασσόταν η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας, που πιστευόταν ότι είχε φιλοτεχνηθεί από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Η εικόνα αυτή περιφερόταν στα τείχη της Πόλης για να εμψυχώσει τους υπερασπιστές της σε πολιορκίες, ενώ κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής μεταφερόταν στο Μέγα Παλάτιον και τη Δευτέρα της Διακαινησίμου «μετά των εν τέλει» (επισήμων), ο αυτοκράτορας συνόδευε τη λιτανεία της «μέχρι και των Υψηλών εκτός» και στο τέλος η εικόνα επέστρεφε στη Μονή της Χώρας.

Κατά την Αλωση, οι πολύτιμοι λίθοι που κοσμούσαν την εικόνα κόπηκαν σε τέσσερα κομμάτια και από τότε χάθηκε οριστικά. Στις αρχές του 16ου αιώνα ο ευνούχος Ατίκ Αλί Πασά, μέγας βεζίρης του σουλτάνου Βαγιαζίτ Β’ μετέτρεψε τη Μονή της Χώρας σε τζαμί, γνωστό ως Kariye Cami (Καριγιέ Τζαμί), Τζαμί της Χώρας δηλαδή.

Τότε τα ψηφιδωτά και οι τοιχογραφίες καλύφθηκαν με παχύ στρώμα κονιάματος και το μεγαλύτερο μέρος της αρχικής διακόσμησης καταστράφηκε από την υγρασία και τους σεισμούς που πλήττουν συχνά την Κωνσταντινούπολη. Πριν αναφερθούμε στο πώς ήρθαν πάλι στο φως τα ψηφιδωτά και οι νωπογραφίες της Μονής, ας δούμε μερικά στοιχεία για την αρχιτεκτονική και ta σπουδαία ψηφιδωτά της.
Τα μοναδικά ψηφιδωτά

Τα περίφημα ψηφιδωτά και οι νωπογραφίες της Μονής της Χώρας ήταν άγνωστα έως το 1860, οπότε ο Κωνσταντινουπολίτης αρχιτέκτονας-αρχαιολόγος Πελοπίδας Δ. Κούππας (1842-1890) ταυτοποίησε τα καλυμμένα με σοβά ψηφιδωτά στο μισογκρεμισμένο Καριγιέ Τζαμί και ενημέρωσε σχετικά τον Βρετανό υποπρόξενο Carlton Cumberbach, ο οποίος έκανε γνωστή την ύπαρξή τους. Η αναστήλωση της Μονής και η σταδιακή αποκάλυψη των ψηφιδωτών ξεκίνησε το 1876-1877 από τον Πελοπίδα Δ. Κούππα, αλλά το 1948 με πρωτοβουλία των Thomas Whittemore και Paul A. Underwood, ερευνητών στο Αμερικανικό Βυζαντινό Ινστιτούτο και στο Κέντρο Βυζαντινών Σπουδών του Dumbarton Oaks, ξεκίνησε το πρόγραμμα αναστήλωσης του μνημείου.

Μετά την αναστήλωση της Μονής, αυτή σταμάτησε να λειτουργεί ως τέμενος και το 1958 άνοιξε τις πόρτες της για το κοινό ως Kariye Müzesi (Μουσείο Καριγιέ). Το 2019 μετά από δικαστική προσφυγή της γνωστής κι από την περίπτωση της Αγια-Σοφιάς ΜΚΟ «Σύλλογος για την προστασία βακουφίων, ιστορικών μνημείων και περιβάλλοντος», το Ανώτατο Τουρκικό Δικαστήριο αποφάσισε η Μονή της Χώρας να μετατραπεί ξανά σε τζαμί, αλλά αρχικά η απόφαση δεν εφαρμόστηκε.

Ομως στις 21 Αυγούστου 2020, έναν μήνα μετά τη μετατροπή της Αγια-Σοφιάς σε τζαμί, κι ενώ συνεχίζονταν τα έργα αποκατάστασης και αποκάλυψης των ψηφιδωτών στη Μονή της Χώρας, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποφάσισε να εφαρμόσει τη σχετική απόφαση η οποία δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ της 21ης Αυγούστου 2020.

Η απόφαση δεν είχε εφαρμοστεί μέχρι πρόσφατα Πριν από λίγες ημέρες ο Ερντογάν ανακοίνωσε την εφαρμογή της απόφασης για μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί. Ο Τούρκος πρόεδρος αγνοεί προκλητικά ότι η Μονή είναι μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO και ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα και τις αντιδράσεις από την Ελλάδα και διεθνείς οργανισμούς για μία ακόμη φορά. Και εκτός από όλα τα άλλα, είναι άγνωστο τι θα γίνει με τα απαράμιλλης αξίας βυζαντινά ψηφιδωτά και τις νωπογραφίες της Μονής, προκειμένου το κτίριο να λειτουργήσει ως μουσουλμανικός λατρευτικός χώρος, καθώς στο σουνιτικό Ισλάμ απαγορεύεται η απεικόνιση ιερών προσώπων…
Με τη μετατροπή της Μονής σε τζαμί είναι άγνωστο τι θα γίνει με τα απαράμιλλης αξίας βυζαντινά ψηφιδωτά και τις νωπογραφίες, καθώς στο σουνιτικό Ισλάμ απαγορεύεται η απεικόνιση ιερών προσώπων…
Πηγές:
• ΣΟΦΙΑ Ν. ΣΦΥΡΟΕΡΑ, «Η ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ», Εκδόσεις «Πεδίο», Ειδική έκδοση για το «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» (Σεπτέμβριος 2020)
• Αλέξανδρος Πασπάτης, «Βυζαντιναί Μελέται: Τοπογραφικά και Ιστορικά», Κωνσταντινούπολη, 1877.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr