Ρώσος Μίδας χρεώνει «χρυσάφι» την ελληνική κουζίνα... πειραγμένη από Νιγηριανό σεφ
Ρώσος Μίδας χρεώνει «χρυσάφι» την ελληνική κουζίνα... πειραγμένη από Νιγηριανό σεφ
Ο διάσημος, κριτικός εστιατορίων του «Observer», Τζέι Ρέινερ, εξαπολύει πυρά εναντίον του εστιατορίου «Gaia» στο Λονδίνο και του Ρώσου ιδιοκτήτη του, που σερβίρει (πανάκριβα)... αυθεντική ελληνική γαστρονομία σε νεόπλουτους και fashion victims
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η Ελλάδα είναι σέξι - αν όχι στα μάτια ημών των αυτοχθόνων που τη ζούμε καθημερινά, τουλάχιστον σ’ εκείνα των επισκεπτών της. Αυτών που εκπληρώνουν με θρησκευτική ευλάβεια και συνέπεια ελβετικού κούκου το ταξιδιωτικό τους τάμα στα μέρη μας, ειδικά στην post COVID-19 εποχή. Καταρχάς το λένε οι αριθμοί.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ (Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων), μόνο το 2023 στη χώρα μας έφτασαν 32,73 εκατομμύρια ταξιδιώτες, δηλαδή σχεδόν οι διπλάσιοι απ’ όσους είχαν επιλέξει για τις διακοπές και τον παραθερισμό τους την Ελλάδα το μακρινό -και μνημονιακό- 2011.
Μάλιστα οι οιωνοί για το μέλλον φαντάζουν ακόμα καλύτεροι, αφού σε ανάλυση της Fitch Solutions, η οποία δημοσιεύτηκε μόλις στις αρχές Μαΐου, προβλέπεται ότι οι τουριστικές ορδές θα συνεχίσουν να αυξάνονται γεωμετρικά έως το 2028, όταν και ο συνολικός αριθμός των επισκεπτών υπολογίζεται πως θα αγγίξει τα 40 εκατομμύρια - ναι, ίσως οι γηγενείς δεν καταφέρουμε να δούμε ποτέ ξανά νησί, παρά μόνο σε καρτ ποστάλ, αλλά αυτό είναι μια άλλη (πονεμένη) ιστορία.
Σε κάθε περίπτωση εδώ που τα λέμε, δεν χρειάζεται να βάλει κανείς κάτω τους αριθμούς για να καταλάβει τη μετεωρική άνοδο του brand «Ελλάδα» στο τουριστικό συλλογικό ασυνείδητο. Φτάνει η μπακαλίστικη εμπειρική παρατήρηση. Το λένε τα ξενοδοχεία που ορθώνονται πιο γρήγορα κι από τη Μονόπολη κάτω από τον αττικό ουρανό, το λένε τα πούλμαν που προκαλούν καθημερινά κυκλοφοριακό έμφραγμα στην πόλη παρκαρισμένα φαρδιά πλατιά έξω από το Καλλιμάρμαρο, το προσυπογράφουν οι τιμές των ενοικίων που νοηματοδοτούν από την αρχή τον αγνώστου πατρός αμερικανικό αφορισμό «the sky is the limit», προσδεμένα στο άρμα του Airbnb. Η χώρα μας έχει την τύχη ή την ατυχία -εξαρτάται από ποια σκοπιά το βλέπει και το ζει κανείς- να συνιστά τάση. Και ως γνωστόν, κάθε τάση είναι καταδικασμένη να εκφυλίζεται.
Μπορεί ως λαός να έχουμε περίφημη τεχνογνωσία στην αυτο-δυσφήμηση του προϊόντος (εν προκειμένω του τουριστικού) που παράγουμε, όμως αυτή τη φορά τον ρόλο να λαβώσει το brand «Ελλάδα» ανέλαβε ο -έμπειρος και απολαυστικά χολερικός- κριτικός εστιατορίων του «Observer» Τζέι Ρέινερ. Προς Θεού, ο άνθρωπος δεν έχει κάτι με τη χώρα μας, ούτε με τα γαστρονομικά ήθη και έθιμα του τόπου μας.
Δεν χρειάστηκε μάλιστα καν να πατήσει το πόδι του σε ελληνικό έδαφος για να γευτεί νέα, σοφιστικέ ελληνική κουζίνα και κατόπιν να ψάχνει ως άλλος θαλασσοδαρμένος επιβάτης του «Δημητρούλα» σακούλα λόγω τάσης προς έμεση. Στην πραγματικότητα δεν είχε καν ένσταση για τη γεύση της ελληνικής γαστρονομίας που απόλαυσε (not) στο πολυδιαφημισμένο εστιατόριο «Gaia» στο Μέιφερ του Λονδίνου.
Αλλά είχε πάρα πολλά να καταγράψει και μάλλον πολύ περισσότερα να σκεφτεί για το concept ενός εστιατορίου που δημιούργησαν ένας Ρώσος επιχειρηματίας και ένας Νιγηριανός σεφ με οιονεί άρωμα Ελλάδας και τιμές Μονακό. Την εμπειρία του μάλιστα φρόντισε να κάνει με κάθε τρόπο σαφή και ξεκάθαρη από τον τίτλο και μόνο της κριτικής του, το εξόχως δραματικό «Nosebleedingly Expensive» (σε ελεύθερη μετάφραση τόσο ακριβό που προκαλεί ρινορραγία).
Ο Βρετανός κριτικός λέει ότι η περιέργεια ήταν εκείνη που τον παρακίνησε να επισκεφτεί το εν λόγω εστιατόριο, το οποίο αυτοπροσδιορίζεται ως μια «εκλεπτυσμένη ταβέρνα», ώστε να διαπιστώσει εάν μπορούν τωόντι να υπάρξουν ελεβέ -κατά την τρέχουσα γαστρονομική αργκό- εκδοχές παραδοσιακών πιάτων, όπως η φάβα, ο μουσακάς, το τζατζίκι και πάει λέγοντας.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ (Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων), μόνο το 2023 στη χώρα μας έφτασαν 32,73 εκατομμύρια ταξιδιώτες, δηλαδή σχεδόν οι διπλάσιοι απ’ όσους είχαν επιλέξει για τις διακοπές και τον παραθερισμό τους την Ελλάδα το μακρινό -και μνημονιακό- 2011.
Μάλιστα οι οιωνοί για το μέλλον φαντάζουν ακόμα καλύτεροι, αφού σε ανάλυση της Fitch Solutions, η οποία δημοσιεύτηκε μόλις στις αρχές Μαΐου, προβλέπεται ότι οι τουριστικές ορδές θα συνεχίσουν να αυξάνονται γεωμετρικά έως το 2028, όταν και ο συνολικός αριθμός των επισκεπτών υπολογίζεται πως θα αγγίξει τα 40 εκατομμύρια - ναι, ίσως οι γηγενείς δεν καταφέρουμε να δούμε ποτέ ξανά νησί, παρά μόνο σε καρτ ποστάλ, αλλά αυτό είναι μια άλλη (πονεμένη) ιστορία.
Σε κάθε περίπτωση εδώ που τα λέμε, δεν χρειάζεται να βάλει κανείς κάτω τους αριθμούς για να καταλάβει τη μετεωρική άνοδο του brand «Ελλάδα» στο τουριστικό συλλογικό ασυνείδητο. Φτάνει η μπακαλίστικη εμπειρική παρατήρηση. Το λένε τα ξενοδοχεία που ορθώνονται πιο γρήγορα κι από τη Μονόπολη κάτω από τον αττικό ουρανό, το λένε τα πούλμαν που προκαλούν καθημερινά κυκλοφοριακό έμφραγμα στην πόλη παρκαρισμένα φαρδιά πλατιά έξω από το Καλλιμάρμαρο, το προσυπογράφουν οι τιμές των ενοικίων που νοηματοδοτούν από την αρχή τον αγνώστου πατρός αμερικανικό αφορισμό «the sky is the limit», προσδεμένα στο άρμα του Airbnb. Η χώρα μας έχει την τύχη ή την ατυχία -εξαρτάται από ποια σκοπιά το βλέπει και το ζει κανείς- να συνιστά τάση. Και ως γνωστόν, κάθε τάση είναι καταδικασμένη να εκφυλίζεται.
Μπορεί ως λαός να έχουμε περίφημη τεχνογνωσία στην αυτο-δυσφήμηση του προϊόντος (εν προκειμένω του τουριστικού) που παράγουμε, όμως αυτή τη φορά τον ρόλο να λαβώσει το brand «Ελλάδα» ανέλαβε ο -έμπειρος και απολαυστικά χολερικός- κριτικός εστιατορίων του «Observer» Τζέι Ρέινερ. Προς Θεού, ο άνθρωπος δεν έχει κάτι με τη χώρα μας, ούτε με τα γαστρονομικά ήθη και έθιμα του τόπου μας.
Δεν χρειάστηκε μάλιστα καν να πατήσει το πόδι του σε ελληνικό έδαφος για να γευτεί νέα, σοφιστικέ ελληνική κουζίνα και κατόπιν να ψάχνει ως άλλος θαλασσοδαρμένος επιβάτης του «Δημητρούλα» σακούλα λόγω τάσης προς έμεση. Στην πραγματικότητα δεν είχε καν ένσταση για τη γεύση της ελληνικής γαστρονομίας που απόλαυσε (not) στο πολυδιαφημισμένο εστιατόριο «Gaia» στο Μέιφερ του Λονδίνου.
Αλλά είχε πάρα πολλά να καταγράψει και μάλλον πολύ περισσότερα να σκεφτεί για το concept ενός εστιατορίου που δημιούργησαν ένας Ρώσος επιχειρηματίας και ένας Νιγηριανός σεφ με οιονεί άρωμα Ελλάδας και τιμές Μονακό. Την εμπειρία του μάλιστα φρόντισε να κάνει με κάθε τρόπο σαφή και ξεκάθαρη από τον τίτλο και μόνο της κριτικής του, το εξόχως δραματικό «Nosebleedingly Expensive» (σε ελεύθερη μετάφραση τόσο ακριβό που προκαλεί ρινορραγία).
Ο Βρετανός κριτικός λέει ότι η περιέργεια ήταν εκείνη που τον παρακίνησε να επισκεφτεί το εν λόγω εστιατόριο, το οποίο αυτοπροσδιορίζεται ως μια «εκλεπτυσμένη ταβέρνα», ώστε να διαπιστώσει εάν μπορούν τωόντι να υπάρξουν ελεβέ -κατά την τρέχουσα γαστρονομική αργκό- εκδοχές παραδοσιακών πιάτων, όπως η φάβα, ο μουσακάς, το τζατζίκι και πάει λέγοντας.
Ο Ρέινερ σχεδόν από την αρχή του άρθρου του αποσαφηνίζει ότι δεν δύνανται να υπάρξουν. Τουλάχιστον στη λουσάτη ταβέρνα που οραματίστηκαν ο Ρώσος Μίδας της εστίασης Εβγκένι Κουζίν και ο Νιγηριανός σεφ Ιζου Ανι. Αλλά αυτό καθόλου -πιθανότατα- δεν ενδιαφέρει τους συνδαιτυμόνες του «Gaia», τους οποίους ο ρεστοκριτικός περιγράφει ως «ένα πλήρως μποτοξαρισμένο πελατολόγιο από την Ασία, τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη, οι οποίοι δεν ρίχνουν ούτε ματιά στη δεξιά στήλη του μενού» (εκεί δηλαδή όπου είθισται να αναγράφονται οι τιμές). Παρεμπιπτόντως, οι τιμές στο «Gaia» είναι ευθέως ανάλογες της λύσσας των νεόπλουτων του μάταιου τούτου κόσμου να απολαμβάνουν ασμένως οτιδήποτε υπερκοστολογημένο και υπερτιμημένο. Για παράδειγμα, μια μερίδα κατσίκι (350 γραμμάρια) τιμάται στις 75 λίρες (88 ευρώ), ένα ολόκληρο κοτόπουλο στις 130 λίρες (153 ευρώ) και ένα T-bone στις 230 λίρες (271 ευρώ). Κοντολογίς, θα λιγουρεύεστε.
Εντάξει, υπάρχουν και πιο ελληνικές και κατά τι οικονομικότερες επιλογές στο μενού. Οπως οι ντολμάδες των 16 λιρών ή ο μουσακάς των 24. Φυσικά, η γαστρονομική απόλαυση (και η οικονομική αφαίμαξη του διψασμένου για απλότητα και δωρικότητα γαστρονομικού κοινού) συνδυάζεται με εκλεκτά κρασιά, από εκείνα που έχουν το προνόμιο να απολαμβάνουν οι εξωφρενικά έχοντες, ήτοι Chateau Latour, Chateau Petrus κ.λπ. Οχι, το πρόβλημα του κριτικού γεύσης του «Observer» δεν είναι ταξικό, αλλά κυρίως αισθητικό. Ο Ρέινερ δεν τα βάζει με την ελληνική κουζίνα, αλλά πνέει μένεα για την εστιατορική σκηνή του Λονδίνου, τον κενό νοήματος ελιτισμό και, παρεμπιπτόντως, για το γεγονός ότι μια γαστρονομική κουλτούρα στην πραγματικότητα εκμαυλίζεται για να ταιριάξει γάντι στο lifestyle και τον υποτιθέμενο ευζωισμό εκείνων που μοιράζουν τη ζωή τους μεταξύ εμιράτων και πριγκιπάτων.
Success story
Πατέρας του μεσογειακού concept με τις ελληνικές αναφορές που ξεκίνησε από το Ντουμπάι και πλέον έχει «αδέλφια» στην Ντόχα, στο Λονδίνο, στο Μονακό, στο Μαϊάμι και την Μαρμπέγια της Ισπανίας είναι ο Εβγκένι Κουζίν. Πάτησε πρώτη φορά το πόδι του στο Ντουμπάι το 2005 σε ηλικία 20 ετών και εκεί όπου όλοι έβλεπαν μια πόλη υπό ανέγερση, εκείνος είδε μια επιχειρηματική ευκαιρία. Και μπράβο του.
Ο Κουζίν θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς (και να ακριβολογεί) ότι ανέλαβε να ξεβλαχέψει μια πόλη που έχει συνδεθεί με την τρυφή, την υπερβολή, τον μαξιμαλισμό (εντάξει, και την ακαλαισθησία). Του πήρε μόλις έξι χρόνια ώστε να ανοίξει ένα παράρτημα του λονδρέζικου κλαμπ «MoVida» στη Μέση Ανατολή, το οποίο εννοείται έγινε success story ώσπου να πεις πετρέλαιο, και συνέχισε εισάγοντας ευρωπαϊκό αέρα με το καντάρι στο εμιράτο.
Αν δεν υπήρχε ο 39χρονος σήμερα Ρώσος, ίσως οι επισκέπτες του Ντουμπάι δεν θα είχαν πού να γείρουν την ευζωιστική ματαιοδοξία τους, αφού σε εκείνον οφείλονται και τα αραβικά υποκαταστήματα των εμβληματικών εστιατορίων «Cipriani» και «Scalini». Ομως, δεν έμεινε εκεί.
Δεν μπορούσε να σκέφτεται τον εαυτό του απλώς ως έναν μεσάζοντα που μετάγγιζε ευζωισμό και επικούρεια φιλοσοφία από τη Δύση στην Ανατολή. Ετσι γεννήθηκε η ιδέα του «Gaia», το οποίο υποδέχτηκε τους πρώτους επισκέπτες του στο Ντουμπάι το 2018. Το -ο Θεός να το κάνει- ελληνικής έμπνευσης εστιατόριο, στην ιστοσελίδα του οποίου δεσπόζει μια αραβο-ηλεκτρονική διασκευή του τραγουδιού «Ραγίζει απόψε η καρδιά» που μάλλον κάνει κάθε θαμώνα των σύγχρονων μυκονιάτικων hot spots να νιώθει σαν στο σπίτι του, είναι αναμφίβολα το πετράδι του στέμματος της Fundamental Hospitality. Δηλαδή της εταιρείας που διαφεντεύει τον όμιλο εστιατορίων του Ρώσου Μίδα της εστίασης, η οποία, όπως ανακοίνωσε το περασμένο φθινόπωρο σε συνέντευξή του ο ίδιος, προχωρά σε περαιτέρω αναπτυξιακές επενδύσεις ύψους 140 εκατ. δολαρίων.
Ο... Έλληνας σεφ από τη Νιγηρία
Είναι δύσκολη δουλειά να χορτάσεις τους κροίσους αυτού του κόσμου, αλλά κάποιος πρέπει να την κάνει. Το βαρύ φορτίο έχει αναλάβει ο σεφ Ιζου Ανι ή αλλιώς το alter ego του Κουζίν στον όμιλο εστιατορίων. Η ιστορία του νιγηριανής καταγωγής σεφ που μεγάλωσε στην Αγγλία είναι από εκείνες που θα μπορούσαν να στηρίξουν ακόμα και σενάριο σαπουνόπερας. Είδε μόλις μία φορά στη ζωή του τον πατέρα του, μεγάλωσε με στερήσεις και ανέχεια μαζί με τη μητέρα και τα τρία αδέλφια του και είχε μάλλον τα προγνωστικά εναντίον του - μάρτυρές μας κάποιοι από τους παιδικούς φίλους του, οι οποίοι, όπως λέει, κατέληξαν στη φυλακή.
Παρότι ξεκίνησε να μαγειρεύει από τα 13 του χρόνια, η επιθυμία του να γίνει σεφ αρθρώθηκε μέσα του λίγο μετά την ενηλικίωσή του, όταν ξεκίνησε να δουλεύει ως μαθητευόμενος στο ξενοδοχείο «Sheraton» του Λονδίνου. Επειτα από μια πολυδαίδαλη διαδρομή, πολλή μαθητεία και ακόμα περισσότερα ταξίδια βρήκε το επαγγελματικό απάγκιο του στο Ντουμπάι, όπου σήμερα απολαμβάνει τιμές σταρ σεφ. Εκτός από μια πλειάδα εστιατορίων στα οποία βάζει τη γαστρονομική υπογραφή του, έχει πλέον και τη δική του ετικέτα ελαιολάδου, στην οποία μάλιστα έδωσε το όνομα του ενός γιου του, του Theo - για την ιστορία, τα 500 ml κοστίζουν 64 ευρώ.
Ο σεφ Ανι ξυπνά απαρέγκλιτα στις 4 το πρωί, κάνει τουλάχιστον 3 ώρες ποδήλατο την ημέρα και πιστεύει ακράδαντα πως σε μια έρημο (σαν το Ντουμπάι) ο μόνος τρόπος να επιβιώσεις είναι να τρέχεις γρήγορα είτε έχεις γεννηθεί λιοντάρι, είτε γαζέλα. Τα τελευταία χρόνια παραδέχεται πως έχει πολλά στον νου του. Για να αποσυμπιεστεί από τα περιττά άγχη της καθημερινότητας λέει πως έχει επιλέξει να φορά αποκλειστικά μαύρα ρούχα. Τουλάχιστον δεν θα χρειαστεί να ψάχνει τι να βάλει όταν διαβάσει την κριτική στον «Observer», όπου ο Βρετανός δημοσιογράφος περιγράφει την οδύσσειά του και αποδομεί κάθε ικμάδα του «Gaia» -και κυρίως των συμβολισμών που εκπέμπει- σημειώνοντας προς τον αναγνώστη: «Αναλόγως του επιπέδου του κυνισμού σας, οι συστοιχίες των φωτιστικών μοιάζουν να κρέμονται σαν τσαμπιά σταφύλια ή σαν αιμορροΐδες του εκλιπαρούν για θεραπεία».
Ειδήσεις σήμερα:
Πόλεμος στον ΣΥΡΙΖΑ για το μαύρο χρήμα: Στελέχη καλούν Κασσελάκη – Αποστολάκη να προσφύγουν στον εισαγγελέα
Νεκρός 20χρονος ελληνικής καταγωγής στη Γερμανία έπειτα από άγριο ξυλοδαρμό - Συγκλονίζει ο πατέρας του
Ευρωπαϊκή Ένωση: Τρεις γυναίκες, ένας άντρας στο τιμόνι και το παράπονο της Μελόνι
Εντάξει, υπάρχουν και πιο ελληνικές και κατά τι οικονομικότερες επιλογές στο μενού. Οπως οι ντολμάδες των 16 λιρών ή ο μουσακάς των 24. Φυσικά, η γαστρονομική απόλαυση (και η οικονομική αφαίμαξη του διψασμένου για απλότητα και δωρικότητα γαστρονομικού κοινού) συνδυάζεται με εκλεκτά κρασιά, από εκείνα που έχουν το προνόμιο να απολαμβάνουν οι εξωφρενικά έχοντες, ήτοι Chateau Latour, Chateau Petrus κ.λπ. Οχι, το πρόβλημα του κριτικού γεύσης του «Observer» δεν είναι ταξικό, αλλά κυρίως αισθητικό. Ο Ρέινερ δεν τα βάζει με την ελληνική κουζίνα, αλλά πνέει μένεα για την εστιατορική σκηνή του Λονδίνου, τον κενό νοήματος ελιτισμό και, παρεμπιπτόντως, για το γεγονός ότι μια γαστρονομική κουλτούρα στην πραγματικότητα εκμαυλίζεται για να ταιριάξει γάντι στο lifestyle και τον υποτιθέμενο ευζωισμό εκείνων που μοιράζουν τη ζωή τους μεταξύ εμιράτων και πριγκιπάτων.
Success story
Πατέρας του μεσογειακού concept με τις ελληνικές αναφορές που ξεκίνησε από το Ντουμπάι και πλέον έχει «αδέλφια» στην Ντόχα, στο Λονδίνο, στο Μονακό, στο Μαϊάμι και την Μαρμπέγια της Ισπανίας είναι ο Εβγκένι Κουζίν. Πάτησε πρώτη φορά το πόδι του στο Ντουμπάι το 2005 σε ηλικία 20 ετών και εκεί όπου όλοι έβλεπαν μια πόλη υπό ανέγερση, εκείνος είδε μια επιχειρηματική ευκαιρία. Και μπράβο του.
Ο Κουζίν θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς (και να ακριβολογεί) ότι ανέλαβε να ξεβλαχέψει μια πόλη που έχει συνδεθεί με την τρυφή, την υπερβολή, τον μαξιμαλισμό (εντάξει, και την ακαλαισθησία). Του πήρε μόλις έξι χρόνια ώστε να ανοίξει ένα παράρτημα του λονδρέζικου κλαμπ «MoVida» στη Μέση Ανατολή, το οποίο εννοείται έγινε success story ώσπου να πεις πετρέλαιο, και συνέχισε εισάγοντας ευρωπαϊκό αέρα με το καντάρι στο εμιράτο.
Αν δεν υπήρχε ο 39χρονος σήμερα Ρώσος, ίσως οι επισκέπτες του Ντουμπάι δεν θα είχαν πού να γείρουν την ευζωιστική ματαιοδοξία τους, αφού σε εκείνον οφείλονται και τα αραβικά υποκαταστήματα των εμβληματικών εστιατορίων «Cipriani» και «Scalini». Ομως, δεν έμεινε εκεί.
Δεν μπορούσε να σκέφτεται τον εαυτό του απλώς ως έναν μεσάζοντα που μετάγγιζε ευζωισμό και επικούρεια φιλοσοφία από τη Δύση στην Ανατολή. Ετσι γεννήθηκε η ιδέα του «Gaia», το οποίο υποδέχτηκε τους πρώτους επισκέπτες του στο Ντουμπάι το 2018. Το -ο Θεός να το κάνει- ελληνικής έμπνευσης εστιατόριο, στην ιστοσελίδα του οποίου δεσπόζει μια αραβο-ηλεκτρονική διασκευή του τραγουδιού «Ραγίζει απόψε η καρδιά» που μάλλον κάνει κάθε θαμώνα των σύγχρονων μυκονιάτικων hot spots να νιώθει σαν στο σπίτι του, είναι αναμφίβολα το πετράδι του στέμματος της Fundamental Hospitality. Δηλαδή της εταιρείας που διαφεντεύει τον όμιλο εστιατορίων του Ρώσου Μίδα της εστίασης, η οποία, όπως ανακοίνωσε το περασμένο φθινόπωρο σε συνέντευξή του ο ίδιος, προχωρά σε περαιτέρω αναπτυξιακές επενδύσεις ύψους 140 εκατ. δολαρίων.
Ο... Έλληνας σεφ από τη Νιγηρία
Είναι δύσκολη δουλειά να χορτάσεις τους κροίσους αυτού του κόσμου, αλλά κάποιος πρέπει να την κάνει. Το βαρύ φορτίο έχει αναλάβει ο σεφ Ιζου Ανι ή αλλιώς το alter ego του Κουζίν στον όμιλο εστιατορίων. Η ιστορία του νιγηριανής καταγωγής σεφ που μεγάλωσε στην Αγγλία είναι από εκείνες που θα μπορούσαν να στηρίξουν ακόμα και σενάριο σαπουνόπερας. Είδε μόλις μία φορά στη ζωή του τον πατέρα του, μεγάλωσε με στερήσεις και ανέχεια μαζί με τη μητέρα και τα τρία αδέλφια του και είχε μάλλον τα προγνωστικά εναντίον του - μάρτυρές μας κάποιοι από τους παιδικούς φίλους του, οι οποίοι, όπως λέει, κατέληξαν στη φυλακή.
Παρότι ξεκίνησε να μαγειρεύει από τα 13 του χρόνια, η επιθυμία του να γίνει σεφ αρθρώθηκε μέσα του λίγο μετά την ενηλικίωσή του, όταν ξεκίνησε να δουλεύει ως μαθητευόμενος στο ξενοδοχείο «Sheraton» του Λονδίνου. Επειτα από μια πολυδαίδαλη διαδρομή, πολλή μαθητεία και ακόμα περισσότερα ταξίδια βρήκε το επαγγελματικό απάγκιο του στο Ντουμπάι, όπου σήμερα απολαμβάνει τιμές σταρ σεφ. Εκτός από μια πλειάδα εστιατορίων στα οποία βάζει τη γαστρονομική υπογραφή του, έχει πλέον και τη δική του ετικέτα ελαιολάδου, στην οποία μάλιστα έδωσε το όνομα του ενός γιου του, του Theo - για την ιστορία, τα 500 ml κοστίζουν 64 ευρώ.
Ο σεφ Ανι ξυπνά απαρέγκλιτα στις 4 το πρωί, κάνει τουλάχιστον 3 ώρες ποδήλατο την ημέρα και πιστεύει ακράδαντα πως σε μια έρημο (σαν το Ντουμπάι) ο μόνος τρόπος να επιβιώσεις είναι να τρέχεις γρήγορα είτε έχεις γεννηθεί λιοντάρι, είτε γαζέλα. Τα τελευταία χρόνια παραδέχεται πως έχει πολλά στον νου του. Για να αποσυμπιεστεί από τα περιττά άγχη της καθημερινότητας λέει πως έχει επιλέξει να φορά αποκλειστικά μαύρα ρούχα. Τουλάχιστον δεν θα χρειαστεί να ψάχνει τι να βάλει όταν διαβάσει την κριτική στον «Observer», όπου ο Βρετανός δημοσιογράφος περιγράφει την οδύσσειά του και αποδομεί κάθε ικμάδα του «Gaia» -και κυρίως των συμβολισμών που εκπέμπει- σημειώνοντας προς τον αναγνώστη: «Αναλόγως του επιπέδου του κυνισμού σας, οι συστοιχίες των φωτιστικών μοιάζουν να κρέμονται σαν τσαμπιά σταφύλια ή σαν αιμορροΐδες του εκλιπαρούν για θεραπεία».
Ειδήσεις σήμερα:
Πόλεμος στον ΣΥΡΙΖΑ για το μαύρο χρήμα: Στελέχη καλούν Κασσελάκη – Αποστολάκη να προσφύγουν στον εισαγγελέα
Νεκρός 20χρονος ελληνικής καταγωγής στη Γερμανία έπειτα από άγριο ξυλοδαρμό - Συγκλονίζει ο πατέρας του
Ευρωπαϊκή Ένωση: Τρεις γυναίκες, ένας άντρας στο τιμόνι και το παράπονο της Μελόνι
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα