Μεταξουργείο ή αν θέλετε και «Χεζολίθαρο»

Συνεχίζουμε το οδοιπορικό μας στις παλιές γειτονιές, που τόσο σας άρεσε

Παλιά η περιοχή, που σήμερα όλοι ξέρουμε σαν Μεταξουργείο, ονομαζόταν «Νέα Σφαίρα», και για λιγότερο ευγενείς «Χεζολίθαρο». Ήταν ένας από τους πιο παλιούς οικισμούς της Αθήνας και είχε το πλεονέκτημα να έχει αρκετό πράσινο, μια που από εκεί περνούσε η ρεματιά του Κυκλοβόρου.

Η περιοχή έθεσε σοβαρή υποψηφιότητα για το κτίσιμο εκεί των Ανακτόρων που θα φιλοξενούσαν τον Όθωνα. Η σχετική φημολογία ήταν τόσο ισχυρή, ώστε πολλοί Αθηναίοι έσπευσαν από νωρίς να αγοράσουν σπίτια. Τελικά οι «κύβοι ρίφθηκαν» για την περιοχή του Συντάγματος, αλλά ο οικισμός είχε εν τω μεταξύ μεταβληθεί σε συνοικισμό.
Από το 1855 θα λέμε τη «Νέα Σφαίρα» «Μεταξουργείο», μια που εδώ λειτούργησε το πρώτο ατμοκίνητο εργοστάσιο της χώρας που έβγαζε μεταξωτά νήματα. Το εργοστάσιο αυτό διαμόρφωσε με τη λειτουργία του το χαρακτήρα της περιοχής, έδωσε δουλειά σε πολύ κόσμο και βοήθησε στην αναβάθμιση της συνοικίας με πολλές κατοικίες, καφενεία και άλλα κέντρα διασκέδασης. Το 1875 το εργοστάσιο έκλεισε αλλά το όνομα είχε βέβαια «κλειδώσει».

Το Μεταξουργείο ήταν μια συνοικία ξεχωριστή και αξιοζήλευτη. Τη διαφορά την έκαναν οι απλοί και λαϊκοί κάτοικοι της, όχι μόνο γιατί φημιζόταν για την νοικοκυροσύνη τους και την εργατικότητά τους, αλλά για το κοινωνικό «δέσιμο» που είχαν μεταξύ τους. Η ομορφιά των κοριτσιών της ήταν γλυκοτραγουδισμένη και πολλοί υποψήφιοι γαμπροί από άλλες συνοικίες της Αθήνας κατηφόριζαν τις Κυριακές προς το Μεταξουργείο γεμάτοι ελπίδες. Να πούμε βέβαια ότι οι πιθανότητες επιτυχίας άγγιζαν το μηδέν! Γι’ αυτό φυσικά φρόντιζαν τα παλληκάρια του Μεταξουργείου, η τόλμη των οποίων ήταν επίσης γνωστή σε όλη την Παλιά Αθήνα.

Έτσι η γειτονιά βίωνε την καθημερινότητά της. Εκτός από τη μητέρα που φρόντιζε το σπίτι, όλοι οι άλλοι δούλευαν. Ακόμη και τα κορίτσια-κάτι που δεν θεωρείτο αυτονόητο εκείνες τις εποχές-ξεκινούσανε κάθε πρωί για τα ραφτάδικα και τα καπελάδικα της Ερμού η αργότερα για το Καπνεργοστάσιο της Κολοκυνθούς.

Τα παιδιά παίζανε ανέμελα όλη την ημέρα στους δρόμους υπό το άγρυπνο βλέμμα της γιαγιάς, ενώ όταν τέλειωνε η λάτρα του σπιτιού βγαίνανε και οι μαμάδες για να κουτσομπολέψουνε την καθημερινότητα με τις γειτόνισσες.

Καλοκαίριασε στη συνοικία

Παίρνουμε τώρα μια πιο ζωντανή εικόνα διαβάζοντας στους «Καιρούς» του 1910….

…Το περιεχόμενο της μικρής γειτονιάς έρχεται στην επιφάνεια μόνο το καλοκαίρι. Η παντούφλα, το μεσοφόρι, η γλώσσα η αδιάκοπα αλέθουσα τις γειτόνισσες, η κακογλωσσιά, το κορίτσι που κάθεται στο παράθυρο της “φιλενάδας” και κορτεζάρει με τον απέναντι φοιτητή, τα “σουλάτσα” των άλλων κοριτσιών, το οργανέτο, ο κρύος μπούζι (σ.σ. αναφέρεται στους μικροπωλητές που πούλαγαν κρύο νερό μέσα σε κανάτι που έκλεινε με ένα κουκουνάρι), οι γυναικοκαυγάδες, όλα αυτά εμφανίζονται μόνον όταν οι κώνωπες αρχίσουν τον τραγικό τους μονόλογο στο αυτί των Αθηναίων.

Εκείνος που θέλει να γνωρίσει το Μεταξουργείο πρέπει να περιμένει το καλοκαίρι, τα κουνούπια και τη φωνή τού “στραγαλάκια”.

Ορίστε, περάστε. Αυτό είναι ένα στενοσόκακο, που δεν γνώρισε ακόμα άσφαλτο, που δεν είδε αυτοκίνητο, που δεν φωτίστηκε από το ηλεκτρικό. Ακολουθήστε το. Μετά από δύο βήματα θα βρεθείτε μέσα στο πλήθος που φλυαρεί την νύκτα από θυρών και εξωθύρων και εξωστών. Αφρισμένα ρυάκια από σαπουνόνερα γλείφουν τα κράσπεδα των πεζοδρομίων. Ρούχα απλωμένα στους χαμηλούς εξώστες στάζουν. Οι αυλές γεμάτες γλάστρες με γεράνια.

Χονδρές γυναίκες του λαού, με αθλητικά μπράτσα εκφράζουν τον θυμό ή την απελπισία τους, κτυπώντας τα χέρια στα γόνατα. Κορίτσια με χοντρές κοτσίδες μασούνε μαστίχα και σέρνουν τα σκαρπίνια στο λιθόστρωτο, όταν περνά κανένας νεαρός κύριος ή μιλούν δυνατά γιά να ακουσθούν και να προκαλέσουν την προσοχή του.

Οι έρωτες μιας Μαρίας ή μιας Κατίνας είναι το θέμα της ομιλίας των. Ξυπόλητα παιδιά κυλίονται στο χώμα. Ένα οργανέτο στενάζει και ένας μικρός καταγίνεται να καταστρέψει την φρεσκοβαμμένη πρόσοψη ενός σπιτιού, χαράσσοντας με ένα σουγιά το όνομά του.

Την μεγαλύτερη όμως κίνηση την έχει η Κυριακή. Τότε κάθε σπίτι έχει και ένα ανοικτό παράθυρο και ένα κεφάλι. Το ανοικτό παράθυρο περιμένει τον εκλεκτόν και το κεφάλι σκύβει και παρατηρεί. Από άλλα πάλι παράθυρα, ημίκλειστα αυτά, άλλα κεφάλια εποπτεύουν, κατασκοπεύουν και σχολιάζουν.

Την Κυριακή βγαίνουν και οι καρέκλες και τα καρεκλάκια έξω και σχηματίζεται στην αυλόθυρα η ανακριτική επιτροπή υπό την προεδρεία της πιο παχιάς και πιο φλύαρης γειτόνισσας, προς εξέταση όλων των γεγονότων και των μυστικών της συνοικίας. Τότε πλέον η μικρή γειτονιά είναι στις δόξες της: 10 οργανέτα, 30 μωρά, 5.000 παιδιά, 20 μεθυσμένοι, 3.000 φωνές πλανοδίων πωλητών και 35 χιλ. γυναικείες γλώσσες, διανύουν χωρίς βενζίνη σε ένα δευτερόλεπτο όλη τη συνοικία και συνταράσσουν τον αέρα.
Αλλά το Μεταξουργείο έχει τόσα να μας διηγηθεί... Γι΄αυτό και θα συνεχίσουμε την άλλη Παρασκευή.

ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ
Θωμάς Σιταράς, Αθηναιογράφος- Συγγραφέας, FB: Σιταράς Θωμάς
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr