Οι πολυάριθμες διακρίσεις καταδεικνύουν την προσήλωσή της εταιρείας στη βιώσιμη ανάπτυξη, την καινοτομία και την παροχή αξίας στους καταναλωτές, τους εργαζομένους και την κοινωνία.
Η Οργάνωση «Χ» (οι «Χίτες») και η δράση της ως τον Δεκέμβριο του 1944
Η Οργάνωση «Χ» (οι «Χίτες») και η δράση της ως τον Δεκέμβριο του 1944
O ρόλος του Γεώργιου Γρίβα - Η «Χ», η Ειδική Ασφάλεια και το ΕΑΜ – Η μάχη του Θησείου
Μία από τις πλέον πολυσυζητημένες οργανώσεις όχι μόνο της Κατοχής και του Εμφυλίου, αλλά και των νεότερων χρόνων, είναι η «Εθνική Οργάνωσις Χ» (ή απλώς «Χ») που έδρασε από το 1941 ως το 1949. Με την «Χ» και τη δράση της ως τα Δεκεμβριανά θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο
Πώς ιδρύθηκε η «Χ»;
Η Οργάνωση «Χ» ιδρύθηκε έπειτα από τη διάσπαση ενός συνωμοτικού κύκλου αξιωματικών, ο οποίος συγκροτήθηκε τις πρώτες μέρες της Κατοχής. Η «Άγνωστος Μεραρχία Χ» ιδρύθηκε τον Μάιο του 1941 στην Αθήνα από αξιωματικούς κυρίως της ΙΙ Μεραρχίας του Ελληνικού Στρατού που γνωρίζονταν μεταξύ τους από τα προπολεμικά χρόνια, αλλά και από τη δράση τους στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο. Την πρωτοβουλία για την ίδρυσή της είχαν ο διοικητής της ΙΙ Μεραρχίας Στρατηγός Γεώργιος Λάβδας, ο διοικητής της Ι Μεραρχίας Στρατηγός Βασίλειος Βραχνός, με τεράστια συνεισφορά στην απόκρουση της ιταλικής επίθεσης στη Γραμμή Ελαίας – Καλαμά, οι Συνταγματάρχες Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, Θεμιστοκλής Κετσέας, Αγησίλαος Σινιώρης και ο Κύπριος Συνταγματάρχης Γεώργιος Γρίβας, Επιτελάρχης της ΙΙ Μεραρχίας. Πιο δραστήριος απ’ όλους ήταν ο Γρίβας, ο οποίος είχε τοποθετηθεί υπεύθυνος της νεοσύστατης Υπηρεσίας Στρατιωτικών Αρχείων, στην οδό Πανεπιστημίου 31. Η θέση αυτή τον διευκόλυνε να βρίσκεται σε επαφή με υπηρεσιακούς κύκλους και μεμονωμένους αξιωματικούς. Σύντομα ο Γρίβας αυτονομήθηκε από τους υπόλοιπους αξιωματικούς γιατί δεν ήθελε να παραμείνει «εντολοδόχος» ανωτέρων και διαφωνούσε με την παθητική και παρελκυστική τακτική των ανωτέρων συναδέλφων του. Επίσης, πίστευε ότι στην Οργάνωση έπρεπε να συμπεριληφθούν χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί και απλοί πολίτες. Λίγους μήνες αργότερα, ο Γρίβας προχώρησε στη δημιουργία δικής του Οργάνωσης σφετεριζόμενος το όνομα της αρχικής. Η Οργάνωση έλαβε την ονομασία «Οργάνωσις Χ» ή απλά «Χ». Σύντομα σε αυτή εντάχθηκαν μερικοί ανώτεροι αξιωματικοί της ΙΙ Μεραρχίας και σχεδόν όλοι οι κατώτεροι αξιωματικοί. Συνολικά 201 αξιωματικοί φέρεται να συνδέθηκαν με την «Χ» στην Κατοχή, ανάμεσά τους και ο μετέπειτα δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος, Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού τότε (Τάξη 1940 της ΣΣΕ). Επίσης, στη «Χ» εντάχθηκαν και μερικοί πολίτες, όπως οι φοιτητές Κωνσταντίνος και Μιχαήλ Ευσταθόπουλος. Την πνευματική καθοδήγηση της «Χ» είχε ο μέχρι πρότινος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος που είχε απομακρυνθεί από την κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου. Ο υπερβολικά θρησκευόμενος Γρίβας συνδέθηκε μαζί του μέσω του Μητροπολίτη Κυρήνειας Μακάριου που ζούσε αυτοεξόριστος στην Αθήνα. Ο Χρύσανθος συμπαραστάθηκε ηθικά στον Γρίβα και του έδωσε ένα σεβαστό χρηματικό ποσό για την αγορά όπλων, αφού πρώτα τον έβαλε να ορκιστεί ότι θα παραμείνει πιστός στη νόμιμη κυβέρνηση και τον βασιλιά, ανώτατο άρχοντα της χώρας τότε. Η οργανωτική δομή και στελέχωση της «Χ» ακολουθούσε λογική συγκρότησης στρατιωτικής μονάδας, κάτι που γινόταν και με άλλες ομάδες που είχαν προκύψει από αντιστασιακές πρωτοβουλίες αξιωματικών, όπως η ΥΒΕ/ΠΑΟ στη Μακεδονία και ο Ελληνικός Στρατός (ΕΣ) στην Πελοπόννησο. Ορίστηκε υπαρχηγός, επιτελάρχης και συγκροτήθηκαν τρία «Γραφεία Επιχειρήσεων» και «τάγματα» ανά συνοικία. Μέχρι τα τέλη του 1941 η «Χ» είχε οργανώσει μαχητικά τμήματα σε: Θησείο, Άνω και Κάτω Πετράλωνα, Πλάκα, Κυψέλη, Άνω και Κάτω Πατήσια, Αμπελόκηπους, Παγκράτι, Νέο Κόσμο, Κολωνάκι, Γαργαρέττα- Κουκάκι, Ιπποκράτους, Καλλιθέα, Νέα Σμύρνη, Μεταξουργείο, Πλατεία Βάθη, Πλατεία Αττικής, Άγιο Παντελεήμονα, Βύρωνα, Καισαριανή και Υμηττό. Επίσης στον Πειραιά, με αιχμή του δόρατος την Αγία Σοφία (Μανιάτικα), αλλά και στο Χαλάνδρι, την Αγία Παρασκευή, το Νέο Ηράκλειο, το Μαρούσι, την Κηφισιά και το Κορωπί. Τέλος, και σε περιοχές της επαρχίας (Γραβιά, Κόρινθος, Αίγιο και Χαλκίδα).
Οι βασικοί στόχοι της «Χ» ήταν οι εξής:
α) Συμβολή δια παντός μέσου εις την εκδίωξιν των κατακτητών από την πατρώαν γην.
β) Συγκρότηση εθνικών πυρήνων τόσον δια την επιδίωξιν του πρώτου στόχου, όσον και δια την ευχερεστέραν συνέχιση του πολέμου, μετά την απελευθέρωση της χώρας παρά το πλευρόν των Συμμάχων.
Μία από τις πρώτες ενέργειες της νεοσύστατης «Χ» ήταν η αναγραφή σε πολλούς τοίχους σπιτιών της Αθήνας του συνθήματος «ΦΥΓΕΤΕ ΚΑΤΑΚΤΗΤΑΙ» (Υπογραφή) Χ. Το αρχηγείο της οργάνωσης, θεωρητικά, ήταν στο σπίτι στο Θησείο όπου έμενε ο Γρίβας με τη σύζυγό του Κική (Νηλέως 6). Επρόκειτο για ένα απλό μεσοαστικό διαμέρισμα. Πρακτικά όμως, το αρχηγείο της «Χ» βρισκόταν στην αρχή της οδού Ηρακλειδών, στο παλιό κτίριο του Δημοτικού Σχολείου, όπου βρήκαν κατάλυμα αρκετοί από τους μαχητές της. Τον πιο δυναμικό και διακριτικό πυρήνα της «Χ» συγκρότησαν οι νεαροί Ευέλπιδες, Ανθυπασπιστές και Ανθυπολοχαγοί, που σπούδαζαν στο Πολυτεχνείο, χάρη σε έναν νόμο της κυβέρνησης Τσολάκογλου περί ελεύθερης εγγραφής των αξιωματικών στα πανεπιστήμια. Οι πιο ακραίοι από αυτούς σύντομα θα βρεθούν στην εμπροσθοφυλακή της αντιπαράθεσης με το ΕΑΜ. Πολύ σύντομα η «Χ» εγκατέστησε ασύρματη επικοινωνία με το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής το οποίο ενδιαφερόταν για ενημέρωση σχετικά με πιθανούς στρατηγικούς στόχους και την κινητικότητα των Γερμανών στην Ελλάδα. Ο Γρίβας ήταν αντίθετος με μεμονωμένες ενέργειες αντάρτικων ομάδων, γιατί θεωρούσε ότι αυτές θα είχαν δυσανάλογες απώλειες Ελλήνων και καταστροφές, έναντι μικρής βλάβης του κατακτητή. Τα αντίποινα των Γερμανών όταν γίνονταν δολοφονικές ενέργειες εναντίον στρατιωτικών τους ή επιχειρήσεις σε βάρος εγκαταστάσεών τους ήταν φοβερά. Έτσι, η «Χ» περιορίστηκε σε απλές παρακολουθήσεις εγκαταστάσεων, αεροδρομίων και συνεργασία στον τομέα των πληροφοριών με οργανώσεις όπως η «Κόδρος» και η γνωστή μας, από την υπόθεση Τσιγάντε, «Μίδας 614».
Το 1942 ο δικηγόρος Ζαφείρης Βάλβης, πολιτικός σύμβουλος της «Χ» και ο Συνταγματάρχης Αντωνάκης, ταξίδεψαν μέσω Τουρκίας στο Κάιρο για να συνομιλήσουν με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Εμμανουήλ Τσουδερό και να συζητήσουν το ενδεχόμενο αποστολής όπλων και εξοπλισμού αντάρτικων τμημάτων. Η αποστολή του Βάλβη και του Αντωνάκη απέτυχε. Ο Βάλβης, που δεν κατάφερε να συναντηθεί με τον Τσουδερό, σε έκθεσή του προς τον Γρίβα αναφέρεται στη συνάντησή του με τον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Παναγιώτη Κανελλόπουλο και τονίζει ότι στο Κάιρο δρούσαν άτομα αμφιβόλου ηθικής και πατριωτισμού που επηρέασαν αρνητικά τον Κανελλόπουλο. Ο Ιάσονας Χανδρινός έχει άλλη άποψη: «Ο «εθνικιστής Γρίβας» δεν είχε ιδιαίτερα καλή φήμη στους κύκλους του Καΐρου, πράγμα που ο Βάλβης απέδωσε – εσκεμμένα και ρηχά – σε «συκοφαντίες» του ΕΑΜ το οποίο μάλιστα επηρεάζει και «κομμουνίζοντες» Αιγυπτιώτες Έλληνες». Ολόκληρη την έκθεση Βάλβη παρουσιάζει ο Φάνης Α. Χαμόδρακας στο βιβλίο του «ΘΗΣΕΙΟ Ιούνιος 1941 – Δεκέμβριος 1944», σελ. 237-246 (Παράρτημα VII). Ο Γρίβας φρόντισε να συνδεθεί από νωρίς με όλες τις μυστικές οργανώσεις της Αθήνας, όπως την «Εθνική Δράση» των Παναγιώτη Σιφναίου, Σπύρου Μαρκεζίνη και Χρήστου Ζαλοκώστα και την «Οργάνωση Αναγέννησις Γένους» (ΟΑΓ) του Ιωάννη Μπομπατίνου, γνωστού του Γρίβα καθώς έμενε κι αυτός στο Θησείο. Παρά τη δυσπιστία και τις προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες, η «Χ» συνεργάστηκε και με άλλες αντιστασιακές οργανώσεις που είχαν ιδρυθεί από στρατιωτικούς, όπως η «Τρίαινα», η «Στρατιωτική Ιεραρχία», η «ΡΑΝ» κ.ά. Τον Σεπτέμβριο του 1943 οι πιο δραστήριες αστικές οργανώσεις δημιούργησαν μια επίσημη συμμαχία υπό την επωνυμία «Πανελλήνιος Απελευθερωτικός Σύνδεσμος» («ΠΑΣ»). Αυτές ήταν: η «Εθνική Δράση», η «Αγωνιζόμενη Ελλάδα», το «Εθνικό Κομιτάτο», η «Οργάνωση Ελευθέρων Ελλήνων», η «Σπίθα» (οργάνωση γυναικών της Λουκίας Μεταξά που αναβίωνε την ΕΟΝ), η «Ιερά Φάλαγγα», η «Τρίαινα», η «ΠΕΑΝ», που εντάχθηκε το 1944 και η «Χ». Στόχοι της συμμαχίας αυτής ήταν η «διατήρηση της τάξης» και η «δραστήρια αντιμετώπιση της αναρχίας» μια σαφής αναφορά στην αυξανόμενη επιρροή του ΕΑΜ, που μεταφραζόταν σε άμεσο κίνδυνο για το «κοινωνικό καθεστώς».
Η «Χ» και η «Ειδική Ασφάλεια», το 1943-44
Από την άνοιξη του 1943 η Αθήνα γνωρίζει την κορύφωση της δράσης του ΕΑΜ μέσω της έντονης συνδικαλιστικής δραστηριότητας, των μαζικών συγκεντρώσεων και των παλλαϊκών συλλαλητηρίων. Παράλληλα, η αντίδραση της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων άρχισε να γίνεται πολύ πιο βίαιη. Ο τρίτος κατοχικός πρωθυπουργός, Ιωάννης Ράλλης, λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του θεμελίωσε το δικαίωμα της ένοπλης καταστολής των διαδηλώσεων. Με ένα αυστηρό πλαίσιο νομικών διατάξεων, ο Ράλλης φρόντισε να εξαλειφθούν από τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία κρούσματα «λιποψυχίας, απροθυμίας ή παθητικής στάσεως κατά των επιβουλευομένων την Δημόσιαν Τάξιν και Ασφάλειαν» (ΦΕΚ Α' 392/22.11.1943, Ν.938).
Επίσης, ο Ράλλης φρόντισε να ενεργοποιήσει τον σχετικά αδρανοποιημένο μηχανισμό της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφάλειας. Επρόκειτο για οργανικό τμήμα της Χωροφυλακής που είχε συσταθεί από τον Ελευθέριο Βενιζέλο το 1929 ως «Διεύθυνσις Ειδικής Ασφαλείας Αθηνών», με σκοπό τη δίωξη του κομμουνισμού, απέκτησε διευρυμένες αρμοδιότητες επί Μεταξά και αναδείχθηκε στο ισχυρότερο όπλο κατά των «κομμουνιστικών οργανώσεων» του ΕΑΜ, με σαφές προβάδισμα απέναντι στις άλλες διωκτικές Αρχές. Το καλοκαίρι του 1943 ανακλήθηκαν στην υπηρεσία έφεδροι αξιωματικοί της Χωροφυλακής για να καταστήσουν το Σώμα μαχητικότερο. Διοικητής της Ειδικής Ασφαλείας ορίστηκε ο απόστρατος Συνταγματάρχης Αλέξανδρος Λάμπου, με υπαρχηγό τον Συνταγματάρχη Αναστάσιο Πάτερη. Σταδιακά, η Ειδική Ασφάλεια αποκόπηκε από την Ανώτατη Διοίκηση Χωροφυλακής για να αναλάβει τελικά (Οκτώβριος 1943) εξ ολοκλήρου τη δίωξη του κομμουνισμού «δια λόγους ενιαίας κατευθύνσεως και συντονισμού», αλλά κυρίως, επειδή διέθετε «το απαιτούμενο δίκτυο πληροφοριών». Η Ειδική Ασφάλεια συνέβαλε αποφασιστικά στην αντιμετώπιση του ΕΑΜ της Αθήνας, με τη συμμετοχή της σε ελέγχους ταυτοτήτων, μπλόκα και ένοπλες συμπλοκές, με τις ομάδες κρούσης των εαμοκρατούμενων συνοικιών, από την άνοιξη του 1944 και έπειτα. Η «Ειδική» απολάμβανε καθεστώς ιδιότυπης ασυλίας, ακόμα και για εκτελέσεις ατόμων χωρίς καταδικαστική απόφαση. Θέλοντας να αυξήσει τις δυνάμεις της και να εδραιωθεί στις διάφορες συνοικίες δεν δίστασε να συμπεριλάβει στις τάξεις της άτομα που βαρύνονταν με εγκλήματα και ήταν «αλήτες-μπράβοι των ψευδών κυβερνήσεων (από) ότι στοιχείον είχεν απομείνει στην πρωτεύουσα». Από το φθινόπωρο του 1943, αρκετά μέλη της «Χ» άρχισαν να εγγράφονται «άνευ ουδεμίας διατυπώσεως» στην Ειδική Ασφάλεια ως χωροφύλακες άνευ θητείας και να προμηθεύονται υπηρεσιακές ταυτότητες και πιστόλια. Μάλιστα πολλά μέλη της «Χ» απορροφήθηκαν στον οργανωτικό σκελετό της Ειδικής Ασφάλειας. Δύο μέλη της «Χ» που εντάχθηκαν στην Ειδική Ασφάλεια του Πειραιά, στα Ταμπούρια και τα Μανιάτικα, ο Βαγγέλης Μπουγιούρης και ο Βασίλης Αγραφιώτης, με παρότρυνση του φερόμενου ως αρχηγού της «Χ» Πειραιά Μαντούβαλου έφτασαν στον βαθμό του Μοίραρχου και καθοδήγησαν σε μεγάλο βαθμό τη δίωξη και τη φυσική εξόντωση μελών του ΕΑΜ στον Πειραιά. Οι Γερμανοί έδειχναν ανοχή στη «Χ» χάρη στην προνομιακή της σχέση με την Ειδική Ασφάλεια και τη μηδαμινή αντιστασιακή της δράση. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η «Χ» δεν είχε, και δεν επιδίωξε να έχει, καμία σχέση με τα Τάγματα Ασφαλείας. Και ο Ι. Χανδρινός δέχεται ότι τον Ιούνιο του 1944 ταγματασφαλίτες επιχείρησαν να συλλάβουν τον Γρίβα, αλλά αυτός έφυγε από την πίσω πόρτα. Το γεγονός περιγράφει ο Γρίβας στα απομνημονεύματά του.
Πώς ιδρύθηκε η «Χ»;
Η Οργάνωση «Χ» ιδρύθηκε έπειτα από τη διάσπαση ενός συνωμοτικού κύκλου αξιωματικών, ο οποίος συγκροτήθηκε τις πρώτες μέρες της Κατοχής. Η «Άγνωστος Μεραρχία Χ» ιδρύθηκε τον Μάιο του 1941 στην Αθήνα από αξιωματικούς κυρίως της ΙΙ Μεραρχίας του Ελληνικού Στρατού που γνωρίζονταν μεταξύ τους από τα προπολεμικά χρόνια, αλλά και από τη δράση τους στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο. Την πρωτοβουλία για την ίδρυσή της είχαν ο διοικητής της ΙΙ Μεραρχίας Στρατηγός Γεώργιος Λάβδας, ο διοικητής της Ι Μεραρχίας Στρατηγός Βασίλειος Βραχνός, με τεράστια συνεισφορά στην απόκρουση της ιταλικής επίθεσης στη Γραμμή Ελαίας – Καλαμά, οι Συνταγματάρχες Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, Θεμιστοκλής Κετσέας, Αγησίλαος Σινιώρης και ο Κύπριος Συνταγματάρχης Γεώργιος Γρίβας, Επιτελάρχης της ΙΙ Μεραρχίας. Πιο δραστήριος απ’ όλους ήταν ο Γρίβας, ο οποίος είχε τοποθετηθεί υπεύθυνος της νεοσύστατης Υπηρεσίας Στρατιωτικών Αρχείων, στην οδό Πανεπιστημίου 31. Η θέση αυτή τον διευκόλυνε να βρίσκεται σε επαφή με υπηρεσιακούς κύκλους και μεμονωμένους αξιωματικούς. Σύντομα ο Γρίβας αυτονομήθηκε από τους υπόλοιπους αξιωματικούς γιατί δεν ήθελε να παραμείνει «εντολοδόχος» ανωτέρων και διαφωνούσε με την παθητική και παρελκυστική τακτική των ανωτέρων συναδέλφων του. Επίσης, πίστευε ότι στην Οργάνωση έπρεπε να συμπεριληφθούν χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί και απλοί πολίτες. Λίγους μήνες αργότερα, ο Γρίβας προχώρησε στη δημιουργία δικής του Οργάνωσης σφετεριζόμενος το όνομα της αρχικής. Η Οργάνωση έλαβε την ονομασία «Οργάνωσις Χ» ή απλά «Χ». Σύντομα σε αυτή εντάχθηκαν μερικοί ανώτεροι αξιωματικοί της ΙΙ Μεραρχίας και σχεδόν όλοι οι κατώτεροι αξιωματικοί. Συνολικά 201 αξιωματικοί φέρεται να συνδέθηκαν με την «Χ» στην Κατοχή, ανάμεσά τους και ο μετέπειτα δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος, Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού τότε (Τάξη 1940 της ΣΣΕ). Επίσης, στη «Χ» εντάχθηκαν και μερικοί πολίτες, όπως οι φοιτητές Κωνσταντίνος και Μιχαήλ Ευσταθόπουλος. Την πνευματική καθοδήγηση της «Χ» είχε ο μέχρι πρότινος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος που είχε απομακρυνθεί από την κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου. Ο υπερβολικά θρησκευόμενος Γρίβας συνδέθηκε μαζί του μέσω του Μητροπολίτη Κυρήνειας Μακάριου που ζούσε αυτοεξόριστος στην Αθήνα. Ο Χρύσανθος συμπαραστάθηκε ηθικά στον Γρίβα και του έδωσε ένα σεβαστό χρηματικό ποσό για την αγορά όπλων, αφού πρώτα τον έβαλε να ορκιστεί ότι θα παραμείνει πιστός στη νόμιμη κυβέρνηση και τον βασιλιά, ανώτατο άρχοντα της χώρας τότε. Η οργανωτική δομή και στελέχωση της «Χ» ακολουθούσε λογική συγκρότησης στρατιωτικής μονάδας, κάτι που γινόταν και με άλλες ομάδες που είχαν προκύψει από αντιστασιακές πρωτοβουλίες αξιωματικών, όπως η ΥΒΕ/ΠΑΟ στη Μακεδονία και ο Ελληνικός Στρατός (ΕΣ) στην Πελοπόννησο. Ορίστηκε υπαρχηγός, επιτελάρχης και συγκροτήθηκαν τρία «Γραφεία Επιχειρήσεων» και «τάγματα» ανά συνοικία. Μέχρι τα τέλη του 1941 η «Χ» είχε οργανώσει μαχητικά τμήματα σε: Θησείο, Άνω και Κάτω Πετράλωνα, Πλάκα, Κυψέλη, Άνω και Κάτω Πατήσια, Αμπελόκηπους, Παγκράτι, Νέο Κόσμο, Κολωνάκι, Γαργαρέττα- Κουκάκι, Ιπποκράτους, Καλλιθέα, Νέα Σμύρνη, Μεταξουργείο, Πλατεία Βάθη, Πλατεία Αττικής, Άγιο Παντελεήμονα, Βύρωνα, Καισαριανή και Υμηττό. Επίσης στον Πειραιά, με αιχμή του δόρατος την Αγία Σοφία (Μανιάτικα), αλλά και στο Χαλάνδρι, την Αγία Παρασκευή, το Νέο Ηράκλειο, το Μαρούσι, την Κηφισιά και το Κορωπί. Τέλος, και σε περιοχές της επαρχίας (Γραβιά, Κόρινθος, Αίγιο και Χαλκίδα).
Οι βασικοί στόχοι της «Χ» ήταν οι εξής:
α) Συμβολή δια παντός μέσου εις την εκδίωξιν των κατακτητών από την πατρώαν γην.
β) Συγκρότηση εθνικών πυρήνων τόσον δια την επιδίωξιν του πρώτου στόχου, όσον και δια την ευχερεστέραν συνέχιση του πολέμου, μετά την απελευθέρωση της χώρας παρά το πλευρόν των Συμμάχων.
Μία από τις πρώτες ενέργειες της νεοσύστατης «Χ» ήταν η αναγραφή σε πολλούς τοίχους σπιτιών της Αθήνας του συνθήματος «ΦΥΓΕΤΕ ΚΑΤΑΚΤΗΤΑΙ» (Υπογραφή) Χ. Το αρχηγείο της οργάνωσης, θεωρητικά, ήταν στο σπίτι στο Θησείο όπου έμενε ο Γρίβας με τη σύζυγό του Κική (Νηλέως 6). Επρόκειτο για ένα απλό μεσοαστικό διαμέρισμα. Πρακτικά όμως, το αρχηγείο της «Χ» βρισκόταν στην αρχή της οδού Ηρακλειδών, στο παλιό κτίριο του Δημοτικού Σχολείου, όπου βρήκαν κατάλυμα αρκετοί από τους μαχητές της. Τον πιο δυναμικό και διακριτικό πυρήνα της «Χ» συγκρότησαν οι νεαροί Ευέλπιδες, Ανθυπασπιστές και Ανθυπολοχαγοί, που σπούδαζαν στο Πολυτεχνείο, χάρη σε έναν νόμο της κυβέρνησης Τσολάκογλου περί ελεύθερης εγγραφής των αξιωματικών στα πανεπιστήμια. Οι πιο ακραίοι από αυτούς σύντομα θα βρεθούν στην εμπροσθοφυλακή της αντιπαράθεσης με το ΕΑΜ. Πολύ σύντομα η «Χ» εγκατέστησε ασύρματη επικοινωνία με το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής το οποίο ενδιαφερόταν για ενημέρωση σχετικά με πιθανούς στρατηγικούς στόχους και την κινητικότητα των Γερμανών στην Ελλάδα. Ο Γρίβας ήταν αντίθετος με μεμονωμένες ενέργειες αντάρτικων ομάδων, γιατί θεωρούσε ότι αυτές θα είχαν δυσανάλογες απώλειες Ελλήνων και καταστροφές, έναντι μικρής βλάβης του κατακτητή. Τα αντίποινα των Γερμανών όταν γίνονταν δολοφονικές ενέργειες εναντίον στρατιωτικών τους ή επιχειρήσεις σε βάρος εγκαταστάσεών τους ήταν φοβερά. Έτσι, η «Χ» περιορίστηκε σε απλές παρακολουθήσεις εγκαταστάσεων, αεροδρομίων και συνεργασία στον τομέα των πληροφοριών με οργανώσεις όπως η «Κόδρος» και η γνωστή μας, από την υπόθεση Τσιγάντε, «Μίδας 614».
Το 1942 ο δικηγόρος Ζαφείρης Βάλβης, πολιτικός σύμβουλος της «Χ» και ο Συνταγματάρχης Αντωνάκης, ταξίδεψαν μέσω Τουρκίας στο Κάιρο για να συνομιλήσουν με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Εμμανουήλ Τσουδερό και να συζητήσουν το ενδεχόμενο αποστολής όπλων και εξοπλισμού αντάρτικων τμημάτων. Η αποστολή του Βάλβη και του Αντωνάκη απέτυχε. Ο Βάλβης, που δεν κατάφερε να συναντηθεί με τον Τσουδερό, σε έκθεσή του προς τον Γρίβα αναφέρεται στη συνάντησή του με τον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Παναγιώτη Κανελλόπουλο και τονίζει ότι στο Κάιρο δρούσαν άτομα αμφιβόλου ηθικής και πατριωτισμού που επηρέασαν αρνητικά τον Κανελλόπουλο. Ο Ιάσονας Χανδρινός έχει άλλη άποψη: «Ο «εθνικιστής Γρίβας» δεν είχε ιδιαίτερα καλή φήμη στους κύκλους του Καΐρου, πράγμα που ο Βάλβης απέδωσε – εσκεμμένα και ρηχά – σε «συκοφαντίες» του ΕΑΜ το οποίο μάλιστα επηρεάζει και «κομμουνίζοντες» Αιγυπτιώτες Έλληνες». Ολόκληρη την έκθεση Βάλβη παρουσιάζει ο Φάνης Α. Χαμόδρακας στο βιβλίο του «ΘΗΣΕΙΟ Ιούνιος 1941 – Δεκέμβριος 1944», σελ. 237-246 (Παράρτημα VII). Ο Γρίβας φρόντισε να συνδεθεί από νωρίς με όλες τις μυστικές οργανώσεις της Αθήνας, όπως την «Εθνική Δράση» των Παναγιώτη Σιφναίου, Σπύρου Μαρκεζίνη και Χρήστου Ζαλοκώστα και την «Οργάνωση Αναγέννησις Γένους» (ΟΑΓ) του Ιωάννη Μπομπατίνου, γνωστού του Γρίβα καθώς έμενε κι αυτός στο Θησείο. Παρά τη δυσπιστία και τις προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες, η «Χ» συνεργάστηκε και με άλλες αντιστασιακές οργανώσεις που είχαν ιδρυθεί από στρατιωτικούς, όπως η «Τρίαινα», η «Στρατιωτική Ιεραρχία», η «ΡΑΝ» κ.ά. Τον Σεπτέμβριο του 1943 οι πιο δραστήριες αστικές οργανώσεις δημιούργησαν μια επίσημη συμμαχία υπό την επωνυμία «Πανελλήνιος Απελευθερωτικός Σύνδεσμος» («ΠΑΣ»). Αυτές ήταν: η «Εθνική Δράση», η «Αγωνιζόμενη Ελλάδα», το «Εθνικό Κομιτάτο», η «Οργάνωση Ελευθέρων Ελλήνων», η «Σπίθα» (οργάνωση γυναικών της Λουκίας Μεταξά που αναβίωνε την ΕΟΝ), η «Ιερά Φάλαγγα», η «Τρίαινα», η «ΠΕΑΝ», που εντάχθηκε το 1944 και η «Χ». Στόχοι της συμμαχίας αυτής ήταν η «διατήρηση της τάξης» και η «δραστήρια αντιμετώπιση της αναρχίας» μια σαφής αναφορά στην αυξανόμενη επιρροή του ΕΑΜ, που μεταφραζόταν σε άμεσο κίνδυνο για το «κοινωνικό καθεστώς».
Η «Χ» και η «Ειδική Ασφάλεια», το 1943-44
Από την άνοιξη του 1943 η Αθήνα γνωρίζει την κορύφωση της δράσης του ΕΑΜ μέσω της έντονης συνδικαλιστικής δραστηριότητας, των μαζικών συγκεντρώσεων και των παλλαϊκών συλλαλητηρίων. Παράλληλα, η αντίδραση της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων άρχισε να γίνεται πολύ πιο βίαιη. Ο τρίτος κατοχικός πρωθυπουργός, Ιωάννης Ράλλης, λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του θεμελίωσε το δικαίωμα της ένοπλης καταστολής των διαδηλώσεων. Με ένα αυστηρό πλαίσιο νομικών διατάξεων, ο Ράλλης φρόντισε να εξαλειφθούν από τη Χωροφυλακή και την Αστυνομία κρούσματα «λιποψυχίας, απροθυμίας ή παθητικής στάσεως κατά των επιβουλευομένων την Δημόσιαν Τάξιν και Ασφάλειαν» (ΦΕΚ Α' 392/22.11.1943, Ν.938).
Επίσης, ο Ράλλης φρόντισε να ενεργοποιήσει τον σχετικά αδρανοποιημένο μηχανισμό της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφάλειας. Επρόκειτο για οργανικό τμήμα της Χωροφυλακής που είχε συσταθεί από τον Ελευθέριο Βενιζέλο το 1929 ως «Διεύθυνσις Ειδικής Ασφαλείας Αθηνών», με σκοπό τη δίωξη του κομμουνισμού, απέκτησε διευρυμένες αρμοδιότητες επί Μεταξά και αναδείχθηκε στο ισχυρότερο όπλο κατά των «κομμουνιστικών οργανώσεων» του ΕΑΜ, με σαφές προβάδισμα απέναντι στις άλλες διωκτικές Αρχές. Το καλοκαίρι του 1943 ανακλήθηκαν στην υπηρεσία έφεδροι αξιωματικοί της Χωροφυλακής για να καταστήσουν το Σώμα μαχητικότερο. Διοικητής της Ειδικής Ασφαλείας ορίστηκε ο απόστρατος Συνταγματάρχης Αλέξανδρος Λάμπου, με υπαρχηγό τον Συνταγματάρχη Αναστάσιο Πάτερη. Σταδιακά, η Ειδική Ασφάλεια αποκόπηκε από την Ανώτατη Διοίκηση Χωροφυλακής για να αναλάβει τελικά (Οκτώβριος 1943) εξ ολοκλήρου τη δίωξη του κομμουνισμού «δια λόγους ενιαίας κατευθύνσεως και συντονισμού», αλλά κυρίως, επειδή διέθετε «το απαιτούμενο δίκτυο πληροφοριών». Η Ειδική Ασφάλεια συνέβαλε αποφασιστικά στην αντιμετώπιση του ΕΑΜ της Αθήνας, με τη συμμετοχή της σε ελέγχους ταυτοτήτων, μπλόκα και ένοπλες συμπλοκές, με τις ομάδες κρούσης των εαμοκρατούμενων συνοικιών, από την άνοιξη του 1944 και έπειτα. Η «Ειδική» απολάμβανε καθεστώς ιδιότυπης ασυλίας, ακόμα και για εκτελέσεις ατόμων χωρίς καταδικαστική απόφαση. Θέλοντας να αυξήσει τις δυνάμεις της και να εδραιωθεί στις διάφορες συνοικίες δεν δίστασε να συμπεριλάβει στις τάξεις της άτομα που βαρύνονταν με εγκλήματα και ήταν «αλήτες-μπράβοι των ψευδών κυβερνήσεων (από) ότι στοιχείον είχεν απομείνει στην πρωτεύουσα». Από το φθινόπωρο του 1943, αρκετά μέλη της «Χ» άρχισαν να εγγράφονται «άνευ ουδεμίας διατυπώσεως» στην Ειδική Ασφάλεια ως χωροφύλακες άνευ θητείας και να προμηθεύονται υπηρεσιακές ταυτότητες και πιστόλια. Μάλιστα πολλά μέλη της «Χ» απορροφήθηκαν στον οργανωτικό σκελετό της Ειδικής Ασφάλειας. Δύο μέλη της «Χ» που εντάχθηκαν στην Ειδική Ασφάλεια του Πειραιά, στα Ταμπούρια και τα Μανιάτικα, ο Βαγγέλης Μπουγιούρης και ο Βασίλης Αγραφιώτης, με παρότρυνση του φερόμενου ως αρχηγού της «Χ» Πειραιά Μαντούβαλου έφτασαν στον βαθμό του Μοίραρχου και καθοδήγησαν σε μεγάλο βαθμό τη δίωξη και τη φυσική εξόντωση μελών του ΕΑΜ στον Πειραιά. Οι Γερμανοί έδειχναν ανοχή στη «Χ» χάρη στην προνομιακή της σχέση με την Ειδική Ασφάλεια και τη μηδαμινή αντιστασιακή της δράση. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, η «Χ» δεν είχε, και δεν επιδίωξε να έχει, καμία σχέση με τα Τάγματα Ασφαλείας. Και ο Ι. Χανδρινός δέχεται ότι τον Ιούνιο του 1944 ταγματασφαλίτες επιχείρησαν να συλλάβουν τον Γρίβα, αλλά αυτός έφυγε από την πίσω πόρτα. Το γεγονός περιγράφει ο Γρίβας στα απομνημονεύματά του.
Ο κύκλος του αίματος μεταξύ της «Χ» και του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ
Σταδιακά, οι συγκρούσεις των Χιτών με τα μέλη του ΕΑΜ έλαβαν σοβαρές διαστάσεις, με εκατέρωθεν νεκρούς. Ο «κύκλος του αίματος» ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1943 όταν η έντονη εαμική δράση σε συνοικίες όπου οι «εθνικιστές» είχαν σημαντική παρουσία οδήγησε σε συγκρούσεις, που έλαβαν σταδιακά ένοπλο χαρακτήρα. Η πρώτη αψιμαχία έγινε στα Πετράλωνα την 1η Νοεμβρίου 1943, όταν «ομάδα εθνικιστών» με επικεφαλής τον Ιωάννη Λιακόπουλο επιτέθηκε στον έρανο της ΚΟΑ, ενώ τρία μέλη της ΕΠΟΝ τραυματίστηκαν δυο εβδομάδες αργότερα σε νέα συμπλοκή στα Πετράλωνα. Το βράδυ της 21ης Νοεμβρίου μια ομάδα του ΕΛΑΣ Εξαρχείων πέταξε χειροβομβίδα και πυροβόλησε εναντίον μελών της «Χ» που έγραφαν συνθήματα για τον εορτασμό της επετείου της απελευθέρωσης της Κορυτσάς. Τρεις Χίτες τραυματίστηκαν σοβαρά.
Στη συνέχεια αναλαμβάνει δράση η ΟΠΛΑ. Στις 30 Νοεμβρίου 1943 τραυματίζεται θανάσιμα από αγνώστους στου Γκύζη η 27χρονη Μαγδαληνή Χαρμπούρα, αδελφή ανθυπασπιστή και δραστήριου μέλους της «Χ». Την 1/12/1943 εκτελέστηκε έξω από το σπίτι του στο Κολωνάκι ο Εύελπις και φοιτητής του Πολυτεχνείου Ηλίας Ρογκάκος. Από τότε αρχίζει ένας ατελείωτος κύκλος εκδικήσεων και αντεκδικήσεων. Από τον Νοέμβριο του 1943 ως τον Οκτώβριο του 1944, σκοτώθηκαν συνολικά 51 Χίτες. Οι 33 από αυτούς σκοτώθηκαν μετά τον Ιούλιο του 1944, όταν στην Αθήνα διεξάγεται ολοκληρωτικός πόλεμος χωρίς κανόνες και αιχμαλώτους, με σχεδόν καθημερινά μπλόκα και ένοπλες συμπλοκές, μαζικές συλλήψεις και εκτελέσεις από τους Γερμανούς, τους ταγματασφαλίτες, την Ειδική, το Μηχανοκίνητο της Αστυνομίας («μπουραντάδες») στις «κόκκινες» συνοικίες. Αλλά και η «Χ» δεν μένει αδρανής. Στις 21 Αυγούστου 1944 ο Λύσανδρος Μουράτωφ, οργανωτικός υπεύθυνος του ΕΑΜ Αθήνας, δολοφονείται, αφού πρώτα βασανίστηκε, σε έναν δρόμο του Θησείου. Η κατάσταση στους κεντρικούς δρόμους του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας ξέφυγε ακόμα και από τον έλεγχο των Γερμανών. Ομάδες κρούσης, ελεύθεροι σκοπευτές και από τις δύο πλευρές που έριχναν «στο ψαχνό», ρίψεις χειροβομβίδων, ξυλοδαρμοί, απαγωγές, εικονικές και πραγματικές εκτελέσεις συνέθεταν ένα απίστευτο σκηνικό. Στις 11 Οκτωβρίου 1944 ο Γρίβας έκανε τη συνηθισμένη διαδρομή με το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο, από το γραφείο της Κριεζώτου προς το Θησείο μέσω της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, όταν εμφανίστηκε μια ομάδα Γερμανών που άρχισε να πυροβολεί εναντίον του αυτοκινήτου με αυτόματα. Ο οδηγός ανέπτυξε ταχύτητα και ο Γρίβας, ο οποίος δεν έπαθε απολύτως τίποτα, αφού ανταπέδωσε τα πυρά με το πιστόλι του είπε στους συνεπιβάτες του: «Μην φοβάστε, είναι κομμουνιστές με γερμανικές στολές». Ο Γρίβας είχε δίκιο. Επρόκειτο για μέλη της ΟΠΛΑ. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που η ΟΠΛΑ επιχείρησε να σκοτώσει τον αρχηγό της «Χ».
Η μάχη του Θησείου (Δεκέμβριος 1944)
Τον Σεπτέμβριο του 1944 η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου διόρισε Στρατιωτικό Διοικητή Αθηνών τον Συνταγματάρχη Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο (πρώην διοικητή της Χωροφυλακής επί πρωθυπουργίας Τσολάκογλου), που ανέλαβε να οργανώσει προδρομικές στρατιωτικές μονάδες με πυρήνα τις ένοπλες μη εαμικές οργανώσεις των Αθηνών. Η «Οργάνωσις Χ» και η «Εθνική Δράση» αποτέλεσαν το 1ο Σύνταγμα. Παρά τις καταγγελίες του ΕΑΜ, ο Σπηλιωτόπουλος ανέθεσε σε άνδρες της «Χ» να παραλάβουν τα πρώτα φορτία οπλισμού από τη Μέση Ανατολή που θα ξεφορτώνονταν στο Πόρτο Ράφτη, για να βελτιωθούν οι όροι της διαφαινόμενης πολεμικής αναμέτρησης με τους κομμουνιστές. Παρά τις επίσημες δεσμεύσεις περί αφοπλισμού, η «Χ» παρέμενε ταμπουρωμένη και πάνοπλη στο «Αλκαζάρ» του Θησείου ως «χρυσή εφεδρεία», παρά το ότι η δύναμή της, ως δείγμα καλή θέλησης μειώθηκε αισθητά. Ο οπλίτης της «Χ» Θησείου Βασίλης Κουρουπός σε μαγνητοφωνημένη συνέντευξή του στις 22/10/2008 είπε: «Ήμασταν 1.500 άτομα αλλά με την εθνική ενότητα και τα κέρατά τους, εμείναμε 400 με 500…». Η «Χ» συνέχισε τη δράση της, ιδιαίτερα εναντίον των Επονιτών, κάτι που έκανε τον διευθυντή του «Ριζοσπάστη» Κώστα Καραγιώργη να διερωτάται: «Πώς γίνεται ώστε παρά τις δηλώσεις του κ. Κατσώτα ότι θα διαλυθούν οι θρασύτατες συμμορίες των ενόπλων εγκληματιών της «Χ», αυτές δεν διαλύονται, αλλά αντίθετα εξοπλίζονται περισσότερο;» («Ριζοσπάστης», 22/11/1944). Όταν ξεκίνησαν οι συγκρούσεις του Δεκεμβρίου 1944 ( «Δεκεμβριανά»), μετά τα αστυνομικά τμήματα, πρώτος στόχος του ΕΛΑΣ ήταν το αρχηγείο της «Χ» στο Θησείο. Στις 4/12, περίπου 400 αντάρτες και Πολιτοφύλακες από την Καλλιθέα και τον Ταύρο κατέλαβαν, μετά από σκληρές μάχες, όλα τα φυλάκια της «Χ» στο Θησείο.
Οι Χίτες υποχρεώθηκαν να συμπτυχθούν στο κτίριο του Θ’ Αστυνομικού Τμήματος και τελικά να σωθούν, μαζί με τον Γρίβα, πάνω σε βρετανικά άρματα μάχης, αφήνοντας πίσω τους 24 νεκρούς. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, νεαροί μαχητές του ΕΛΑΣ χάραζαν σβάστικες πάνω στα πτώματα των Χιτών, υπογραμμίζοντας με μακάβριο τρόπο το μίσος μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών. Αυτά γράφει ο Ιάσονας Χανδρινός. Ο Φ.Α. Χαμόδρακας παρουσιάζει μερικά διαφορετικά στοιχεία, διαψεύδοντας βασικά τον Σόλωνα Γρηγοριάδη, που εκείνη την εποχή ήταν αρχηγός των συνδέσμων του Α’ Σώματος του ΕΛΑΣ. Ο Γρηγοριάδης γράφει ότι η «Χ» πήρε όπλα από τους Γερμανούς. Ο Χαμόδρακας τον διαψεύδει γράφοντας ότι σύμφωνο μη επίθεσης με τους ναζί είχε υπογράψει το Κ.Κ.Ε., όχι η «Χ». Οι Χίτες έφεραν τα όπλα από το Πόρτο Ράφτη, ενώ οι Γερμανοί δεν είχαν φύγει από τη χώρα και ο Σπηλιωτόπουλος πρότεινε να παρασημοφορηθούν. Ο Χαμόδρακας τοποθετεί την αρχή των επιθέσεων στις 3/12, το μεσημέρι, μετά την έναρξη του συλλαλητηρίου στο Σύνταγμα. Οι Ελασίτες ήταν περισσότεροι από 1.000, ενώ οι Χίτες 100-200. Η μάχη έληξε το βράδυ της Δευτέρας 4/12, αφού και οι Ελασίτες είχαν μεγάλες απώλειες. Οι δυο αυτές μέρες ήταν πολύτιμες για τον Βρετανό Σκόμπι, προκειμένου να οργανώσει τις δυνάμεις του.
Τι ήταν τελικά η «Χ»; Πατριωτική ή παραστρατιωτική-αντικομμουνιστική οργάνωση; Πώς δημιουργήθηκε το «Εθνικό Κόμμα Χιτών» και ποιες ήταν οι εκλογικές του επιδόσεις; Όλα αυτά, θα τα δούμε λεπτομερώς το επόμενο Σαββατοκύριακο.
Πηγές: Ιάσονας Χανδρινός, « Μια ελληνική Κου- Κλουξ- Κλαν: Η Οργάνωση Χ στην Κατοχή και τον Εμφύλιο(1941-1949», Περιοδικό "Ουτοπία", τ.102, Μάιος 2013.
Φάνης Α. Χαμόδρακας, «ΘΗΣΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 1941-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1944», Αθήνα 2009.
Κώστας Κατσούδας, «Εθνικιστές και Εθνικόφρονες-ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΑ ΔΕΞΙΑ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1940».
Σταδιακά, οι συγκρούσεις των Χιτών με τα μέλη του ΕΑΜ έλαβαν σοβαρές διαστάσεις, με εκατέρωθεν νεκρούς. Ο «κύκλος του αίματος» ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1943 όταν η έντονη εαμική δράση σε συνοικίες όπου οι «εθνικιστές» είχαν σημαντική παρουσία οδήγησε σε συγκρούσεις, που έλαβαν σταδιακά ένοπλο χαρακτήρα. Η πρώτη αψιμαχία έγινε στα Πετράλωνα την 1η Νοεμβρίου 1943, όταν «ομάδα εθνικιστών» με επικεφαλής τον Ιωάννη Λιακόπουλο επιτέθηκε στον έρανο της ΚΟΑ, ενώ τρία μέλη της ΕΠΟΝ τραυματίστηκαν δυο εβδομάδες αργότερα σε νέα συμπλοκή στα Πετράλωνα. Το βράδυ της 21ης Νοεμβρίου μια ομάδα του ΕΛΑΣ Εξαρχείων πέταξε χειροβομβίδα και πυροβόλησε εναντίον μελών της «Χ» που έγραφαν συνθήματα για τον εορτασμό της επετείου της απελευθέρωσης της Κορυτσάς. Τρεις Χίτες τραυματίστηκαν σοβαρά.
Στη συνέχεια αναλαμβάνει δράση η ΟΠΛΑ. Στις 30 Νοεμβρίου 1943 τραυματίζεται θανάσιμα από αγνώστους στου Γκύζη η 27χρονη Μαγδαληνή Χαρμπούρα, αδελφή ανθυπασπιστή και δραστήριου μέλους της «Χ». Την 1/12/1943 εκτελέστηκε έξω από το σπίτι του στο Κολωνάκι ο Εύελπις και φοιτητής του Πολυτεχνείου Ηλίας Ρογκάκος. Από τότε αρχίζει ένας ατελείωτος κύκλος εκδικήσεων και αντεκδικήσεων. Από τον Νοέμβριο του 1943 ως τον Οκτώβριο του 1944, σκοτώθηκαν συνολικά 51 Χίτες. Οι 33 από αυτούς σκοτώθηκαν μετά τον Ιούλιο του 1944, όταν στην Αθήνα διεξάγεται ολοκληρωτικός πόλεμος χωρίς κανόνες και αιχμαλώτους, με σχεδόν καθημερινά μπλόκα και ένοπλες συμπλοκές, μαζικές συλλήψεις και εκτελέσεις από τους Γερμανούς, τους ταγματασφαλίτες, την Ειδική, το Μηχανοκίνητο της Αστυνομίας («μπουραντάδες») στις «κόκκινες» συνοικίες. Αλλά και η «Χ» δεν μένει αδρανής. Στις 21 Αυγούστου 1944 ο Λύσανδρος Μουράτωφ, οργανωτικός υπεύθυνος του ΕΑΜ Αθήνας, δολοφονείται, αφού πρώτα βασανίστηκε, σε έναν δρόμο του Θησείου. Η κατάσταση στους κεντρικούς δρόμους του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας ξέφυγε ακόμα και από τον έλεγχο των Γερμανών. Ομάδες κρούσης, ελεύθεροι σκοπευτές και από τις δύο πλευρές που έριχναν «στο ψαχνό», ρίψεις χειροβομβίδων, ξυλοδαρμοί, απαγωγές, εικονικές και πραγματικές εκτελέσεις συνέθεταν ένα απίστευτο σκηνικό. Στις 11 Οκτωβρίου 1944 ο Γρίβας έκανε τη συνηθισμένη διαδρομή με το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο, από το γραφείο της Κριεζώτου προς το Θησείο μέσω της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, όταν εμφανίστηκε μια ομάδα Γερμανών που άρχισε να πυροβολεί εναντίον του αυτοκινήτου με αυτόματα. Ο οδηγός ανέπτυξε ταχύτητα και ο Γρίβας, ο οποίος δεν έπαθε απολύτως τίποτα, αφού ανταπέδωσε τα πυρά με το πιστόλι του είπε στους συνεπιβάτες του: «Μην φοβάστε, είναι κομμουνιστές με γερμανικές στολές». Ο Γρίβας είχε δίκιο. Επρόκειτο για μέλη της ΟΠΛΑ. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που η ΟΠΛΑ επιχείρησε να σκοτώσει τον αρχηγό της «Χ».
Η μάχη του Θησείου (Δεκέμβριος 1944)
Τον Σεπτέμβριο του 1944 η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου διόρισε Στρατιωτικό Διοικητή Αθηνών τον Συνταγματάρχη Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο (πρώην διοικητή της Χωροφυλακής επί πρωθυπουργίας Τσολάκογλου), που ανέλαβε να οργανώσει προδρομικές στρατιωτικές μονάδες με πυρήνα τις ένοπλες μη εαμικές οργανώσεις των Αθηνών. Η «Οργάνωσις Χ» και η «Εθνική Δράση» αποτέλεσαν το 1ο Σύνταγμα. Παρά τις καταγγελίες του ΕΑΜ, ο Σπηλιωτόπουλος ανέθεσε σε άνδρες της «Χ» να παραλάβουν τα πρώτα φορτία οπλισμού από τη Μέση Ανατολή που θα ξεφορτώνονταν στο Πόρτο Ράφτη, για να βελτιωθούν οι όροι της διαφαινόμενης πολεμικής αναμέτρησης με τους κομμουνιστές. Παρά τις επίσημες δεσμεύσεις περί αφοπλισμού, η «Χ» παρέμενε ταμπουρωμένη και πάνοπλη στο «Αλκαζάρ» του Θησείου ως «χρυσή εφεδρεία», παρά το ότι η δύναμή της, ως δείγμα καλή θέλησης μειώθηκε αισθητά. Ο οπλίτης της «Χ» Θησείου Βασίλης Κουρουπός σε μαγνητοφωνημένη συνέντευξή του στις 22/10/2008 είπε: «Ήμασταν 1.500 άτομα αλλά με την εθνική ενότητα και τα κέρατά τους, εμείναμε 400 με 500…». Η «Χ» συνέχισε τη δράση της, ιδιαίτερα εναντίον των Επονιτών, κάτι που έκανε τον διευθυντή του «Ριζοσπάστη» Κώστα Καραγιώργη να διερωτάται: «Πώς γίνεται ώστε παρά τις δηλώσεις του κ. Κατσώτα ότι θα διαλυθούν οι θρασύτατες συμμορίες των ενόπλων εγκληματιών της «Χ», αυτές δεν διαλύονται, αλλά αντίθετα εξοπλίζονται περισσότερο;» («Ριζοσπάστης», 22/11/1944). Όταν ξεκίνησαν οι συγκρούσεις του Δεκεμβρίου 1944 ( «Δεκεμβριανά»), μετά τα αστυνομικά τμήματα, πρώτος στόχος του ΕΛΑΣ ήταν το αρχηγείο της «Χ» στο Θησείο. Στις 4/12, περίπου 400 αντάρτες και Πολιτοφύλακες από την Καλλιθέα και τον Ταύρο κατέλαβαν, μετά από σκληρές μάχες, όλα τα φυλάκια της «Χ» στο Θησείο.
Οι Χίτες υποχρεώθηκαν να συμπτυχθούν στο κτίριο του Θ’ Αστυνομικού Τμήματος και τελικά να σωθούν, μαζί με τον Γρίβα, πάνω σε βρετανικά άρματα μάχης, αφήνοντας πίσω τους 24 νεκρούς. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, νεαροί μαχητές του ΕΛΑΣ χάραζαν σβάστικες πάνω στα πτώματα των Χιτών, υπογραμμίζοντας με μακάβριο τρόπο το μίσος μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών. Αυτά γράφει ο Ιάσονας Χανδρινός. Ο Φ.Α. Χαμόδρακας παρουσιάζει μερικά διαφορετικά στοιχεία, διαψεύδοντας βασικά τον Σόλωνα Γρηγοριάδη, που εκείνη την εποχή ήταν αρχηγός των συνδέσμων του Α’ Σώματος του ΕΛΑΣ. Ο Γρηγοριάδης γράφει ότι η «Χ» πήρε όπλα από τους Γερμανούς. Ο Χαμόδρακας τον διαψεύδει γράφοντας ότι σύμφωνο μη επίθεσης με τους ναζί είχε υπογράψει το Κ.Κ.Ε., όχι η «Χ». Οι Χίτες έφεραν τα όπλα από το Πόρτο Ράφτη, ενώ οι Γερμανοί δεν είχαν φύγει από τη χώρα και ο Σπηλιωτόπουλος πρότεινε να παρασημοφορηθούν. Ο Χαμόδρακας τοποθετεί την αρχή των επιθέσεων στις 3/12, το μεσημέρι, μετά την έναρξη του συλλαλητηρίου στο Σύνταγμα. Οι Ελασίτες ήταν περισσότεροι από 1.000, ενώ οι Χίτες 100-200. Η μάχη έληξε το βράδυ της Δευτέρας 4/12, αφού και οι Ελασίτες είχαν μεγάλες απώλειες. Οι δυο αυτές μέρες ήταν πολύτιμες για τον Βρετανό Σκόμπι, προκειμένου να οργανώσει τις δυνάμεις του.
Τι ήταν τελικά η «Χ»; Πατριωτική ή παραστρατιωτική-αντικομμουνιστική οργάνωση; Πώς δημιουργήθηκε το «Εθνικό Κόμμα Χιτών» και ποιες ήταν οι εκλογικές του επιδόσεις; Όλα αυτά, θα τα δούμε λεπτομερώς το επόμενο Σαββατοκύριακο.
Πηγές: Ιάσονας Χανδρινός, « Μια ελληνική Κου- Κλουξ- Κλαν: Η Οργάνωση Χ στην Κατοχή και τον Εμφύλιο(1941-1949», Περιοδικό "Ουτοπία", τ.102, Μάιος 2013.
Φάνης Α. Χαμόδρακας, «ΘΗΣΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 1941-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1944», Αθήνα 2009.
Κώστας Κατσούδας, «Εθνικιστές και Εθνικόφρονες-ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΑ ΔΕΞΙΑ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1940».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα