Η INALAN προσέλκυσε 40 εκατ. ευρώ ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα, τριπλασίασε το προσωπικό της σε ένα χρόνο και παρέχει δυνατότητα σύνδεσης γρήγορου internet σε πάνω από 600.000 νοικοκυριά - Κατά 44% αυξήθηκε ο κύκλος εργασιών της.
Όσιπ Μαντελστάμ, ο άνθρωπος που πλήρωσε με τη ζωή του ένα ποίημα κατά του Στάλιν
Όσιπ Μαντελστάμ, ο άνθρωπος που πλήρωσε με τη ζωή του ένα ποίημα κατά του Στάλιν
Η ζωή και οι έρωτες του Όσιπ Μαντελστάμ – Η αναγνώρισή του ως σπουδαίος ποιητής – Το ποίημα κατά του Στάλιν, οι δύο εξορίες και ο θάνατός του
Ένας από τους μεγαλύτερους Ρώσους ποιητές του πρώτου μισού του προηγούμενου αιώνα ήταν ο Όσιπ Μαντελστάμ (1891-1938). Κατά την περίοδο του Στάλιν, αλλά και ως τα μέσα της δεκαετίας του 1960, τα ποιήματα του Μαντελστάμ ήταν σχεδόν άγνωστα, όχι μόνο στο εξωτερικό, αλλά και στην ίδια του την πατρίδα. Τα «Άπαντά» του εκδόθηκαν για πρώτη φορά στις Η.Π.Α. στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Η ζωή του Όσιπ Μαντελστάμ
Ίσως το όνομά του να είναι άγνωστο στους περισσότερους. Θεωρείται πλέον όμως εφάμιλλος της Άννας Αχμάτοβα, της κορυφαίας Ρωσίδας ποιήτριας και του νομπελίστα (1958) Μπόρις Πάστερνακ. Είχε όμως την ατυχία ένα σκωπτικό για τον Στάλιν ποίημά του, το οποίο διάβασε σε ελάχιστους ανθρώπους να γίνει γνωστό στα ανώτερα σοβιετικά κλιμάκια και να γλιτώσει την εκτέλεση, χάρη στην παρέμβαση του Μπουχάριν. Βέβαια δεν γλίτωσε την εξορία, η οποία κλόνισε σοβαρά την υγεία του.
Στη συνέχεια, θέλοντας να γράφει ελεύθερα, ο Μαντελστάμ έφτασε στο σημείο να γράψει μια «Ωδή στον Στάλιν». Φαίνεται όμως ότι ο Στάλιν δεν είχε ξεχάσει το μειωτικό γι’ αυτόν επίγραμμα του Μαντελστάμ. Τον Μάιο του 1938, κι ενώ ο Μπουχάριν, προστάτης κατά κάποιον τρόπο του Μαντελστάμ, είχε εκτελεστεί, ο ποιητής συνελήφθη εκ νέου και μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης κοντά στο Βλαδιβοστόκ. Εκεί πέθανε από τις κακουχίες σε ηλικία 47 ετών (27 Δεκεμβρίου 1938).
Ο Μαντελστάμ γεννήθηκε στη Βαρσοβία, που τότε ανήκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία, στις 14 Ιανουαρίου 1891. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι Πολωνοεβραίοι έμποροι δέρματος. Λίγο μετά τη γέννησή του, η οικογένειά του μετακόμισε στην Αγία Πετρούπολη. Το 1900 ο Όσιπ εισήχθη στην περίφημη Σχολή Tenishef, από την οποία αποφοίτησε το 1907. Τότε δημοσιεύτηκαν τα πρώτα ποιήματά του στο ημερολόγιο του σχολείου.
Το 1908 ο Μαντελστάμ έφυγε για τη Γαλλία. Ξεκίνησε να σπουδάζει λογοτεχνία και φιλοσοφία στη Σορβόνη, όμως τον επόμενο χρόνο έφυγε για να σπουδάσει στο φημισμένο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης στη Γερμανία. Το 1911 επέστρεψε στην Αγία Πετρούπολη για να σπουδάσει στο περίφημο Πανεπιστήμιό της. Από αυτό όμως αποκλείονταν οι Εβραίοι. Έτσι έγινε Μεθοδιστής και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Πετρούπολης, χωρίς όμως ποτέ να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Από το 1910 άρχισαν να δημοσιεύονται τα πρώτα του ποιήματα στο πρωτοποριακό περιοδικό «Απόλλων». Ο Μαντελστάμ άρχισε να συχνάζει στον φιλολογικό κύκλο του Βιάτσεσλαβ Ιβανόφ στον «πύργο» του τελευταίου στην Αγία Πετρούπολη και στις συγκεντρώσεις του συλλόγου Τσεχ Ποέτοφ («Η Συντεχνία των Ποιητών»), οργανωτής του οποίου ήταν ο Νικολάι Γκουμιλιόφ. Μαζί με τον Γκουμιλιόφ και την Άννα Αχμάτοβα έγιναν οι θεμελιωτές της ποιητικής Σχολής των Ακμεϊστών που απέρριπτε τον μυστικισμό και την αφαίρεση του ρωσικού Συμβολισμού και απαιτούσε σαφήνεια, πυκνότητα λόγου και τελειότητα μορφής.
Ο Μαντελστάμ συνόψισε τα ποιητικά του «πιστεύω» στο μανιφέστο «Η αυγή του Ακμεϊσμού» («The Morning of Acmeïsm»), το οποίο αν και γράφτηκε το 1913, εκδόθηκε το 1919. Το 1913 δημοσίευσε την ποιητική συλλογή «The Stone» («Η Πέτρα»), που επανεκδόθηκε αργότερα εμπλουτισμένη με νέα ποιήματα . Κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση ο Μαντελστάμ παρέμεινε αδρανής στην Κριμαία και τη Γεωργία. Το 1922 εγκαταστάθηκε στη Μόσχα όπου εξέδωσε το δεύτερο ποιητικό του βιβλίο με τίτλο «Tristia» («Θλίψη»).
Οι έρωτες του Όσιπ Μαντελστάμ
Οι γυναίκες έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή του Όσιπ Μαντελστάμ. Το 1916 ερωτεύτηκε σφοδρά την ποιήτρια Marina Tsvetayeva. Λέγεται επίσης ότι με την Άννα Αχμάτοβα ήταν κάτι παραπάνω από φίλοι… Η Ρωσίδα ποιήτρια αρνιόταν όμως κατηγορηματικά κάτι τέτοιο. Στη δεκαετία του 1910, ο Μαντελστάμ ήταν ερωτευμένος κρυφά και χωρίς ανταπόκριση με τη Γεωργιανή πριγκίπισσα Salomea Andronikova, στην οποία αφιέρωσε το ποίημά του «Salominka» (1916).
Το 1922 ο Μαντελστάμ παντρεύτηκε τη Nadezhda Yakovlevna, γνωστότερη στη συνέχεια ως Nadezhda Mandelstam στο Κίεβο, όπου αυτή έμενε με την οικογένειά της. Το ζευγάρι στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Μόσχα. Ο Μαντελστάμ όμως δεν σταματούσε να ερωτοτροπεί με διάφορες γυναίκες. Η σχέση του με την Όλγα Βάκσελ, το 1924-25 και με τη Μαρίγια Πετρόβιχ, το 1933-34, ήταν δύο από αυτές. Όμως η σύζυγός του Nadezhda έμεινε πιστή δίπλα του και τον στήριξε στις μετέπειτα περιπέτειές του...
Η ζωή του Όσιπ Μαντελστάμ
Ίσως το όνομά του να είναι άγνωστο στους περισσότερους. Θεωρείται πλέον όμως εφάμιλλος της Άννας Αχμάτοβα, της κορυφαίας Ρωσίδας ποιήτριας και του νομπελίστα (1958) Μπόρις Πάστερνακ. Είχε όμως την ατυχία ένα σκωπτικό για τον Στάλιν ποίημά του, το οποίο διάβασε σε ελάχιστους ανθρώπους να γίνει γνωστό στα ανώτερα σοβιετικά κλιμάκια και να γλιτώσει την εκτέλεση, χάρη στην παρέμβαση του Μπουχάριν. Βέβαια δεν γλίτωσε την εξορία, η οποία κλόνισε σοβαρά την υγεία του.
Στη συνέχεια, θέλοντας να γράφει ελεύθερα, ο Μαντελστάμ έφτασε στο σημείο να γράψει μια «Ωδή στον Στάλιν». Φαίνεται όμως ότι ο Στάλιν δεν είχε ξεχάσει το μειωτικό γι’ αυτόν επίγραμμα του Μαντελστάμ. Τον Μάιο του 1938, κι ενώ ο Μπουχάριν, προστάτης κατά κάποιον τρόπο του Μαντελστάμ, είχε εκτελεστεί, ο ποιητής συνελήφθη εκ νέου και μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης κοντά στο Βλαδιβοστόκ. Εκεί πέθανε από τις κακουχίες σε ηλικία 47 ετών (27 Δεκεμβρίου 1938).
Ο Μαντελστάμ γεννήθηκε στη Βαρσοβία, που τότε ανήκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία, στις 14 Ιανουαρίου 1891. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι Πολωνοεβραίοι έμποροι δέρματος. Λίγο μετά τη γέννησή του, η οικογένειά του μετακόμισε στην Αγία Πετρούπολη. Το 1900 ο Όσιπ εισήχθη στην περίφημη Σχολή Tenishef, από την οποία αποφοίτησε το 1907. Τότε δημοσιεύτηκαν τα πρώτα ποιήματά του στο ημερολόγιο του σχολείου.
Το 1908 ο Μαντελστάμ έφυγε για τη Γαλλία. Ξεκίνησε να σπουδάζει λογοτεχνία και φιλοσοφία στη Σορβόνη, όμως τον επόμενο χρόνο έφυγε για να σπουδάσει στο φημισμένο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης στη Γερμανία. Το 1911 επέστρεψε στην Αγία Πετρούπολη για να σπουδάσει στο περίφημο Πανεπιστήμιό της. Από αυτό όμως αποκλείονταν οι Εβραίοι. Έτσι έγινε Μεθοδιστής και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Πετρούπολης, χωρίς όμως ποτέ να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Από το 1910 άρχισαν να δημοσιεύονται τα πρώτα του ποιήματα στο πρωτοποριακό περιοδικό «Απόλλων». Ο Μαντελστάμ άρχισε να συχνάζει στον φιλολογικό κύκλο του Βιάτσεσλαβ Ιβανόφ στον «πύργο» του τελευταίου στην Αγία Πετρούπολη και στις συγκεντρώσεις του συλλόγου Τσεχ Ποέτοφ («Η Συντεχνία των Ποιητών»), οργανωτής του οποίου ήταν ο Νικολάι Γκουμιλιόφ. Μαζί με τον Γκουμιλιόφ και την Άννα Αχμάτοβα έγιναν οι θεμελιωτές της ποιητικής Σχολής των Ακμεϊστών που απέρριπτε τον μυστικισμό και την αφαίρεση του ρωσικού Συμβολισμού και απαιτούσε σαφήνεια, πυκνότητα λόγου και τελειότητα μορφής.
Ο Μαντελστάμ συνόψισε τα ποιητικά του «πιστεύω» στο μανιφέστο «Η αυγή του Ακμεϊσμού» («The Morning of Acmeïsm»), το οποίο αν και γράφτηκε το 1913, εκδόθηκε το 1919. Το 1913 δημοσίευσε την ποιητική συλλογή «The Stone» («Η Πέτρα»), που επανεκδόθηκε αργότερα εμπλουτισμένη με νέα ποιήματα . Κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση ο Μαντελστάμ παρέμεινε αδρανής στην Κριμαία και τη Γεωργία. Το 1922 εγκαταστάθηκε στη Μόσχα όπου εξέδωσε το δεύτερο ποιητικό του βιβλίο με τίτλο «Tristia» («Θλίψη»).
Οι έρωτες του Όσιπ Μαντελστάμ
Οι γυναίκες έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή του Όσιπ Μαντελστάμ. Το 1916 ερωτεύτηκε σφοδρά την ποιήτρια Marina Tsvetayeva. Λέγεται επίσης ότι με την Άννα Αχμάτοβα ήταν κάτι παραπάνω από φίλοι… Η Ρωσίδα ποιήτρια αρνιόταν όμως κατηγορηματικά κάτι τέτοιο. Στη δεκαετία του 1910, ο Μαντελστάμ ήταν ερωτευμένος κρυφά και χωρίς ανταπόκριση με τη Γεωργιανή πριγκίπισσα Salomea Andronikova, στην οποία αφιέρωσε το ποίημά του «Salominka» (1916).
Το 1922 ο Μαντελστάμ παντρεύτηκε τη Nadezhda Yakovlevna, γνωστότερη στη συνέχεια ως Nadezhda Mandelstam στο Κίεβο, όπου αυτή έμενε με την οικογένειά της. Το ζευγάρι στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Μόσχα. Ο Μαντελστάμ όμως δεν σταματούσε να ερωτοτροπεί με διάφορες γυναίκες. Η σχέση του με την Όλγα Βάκσελ, το 1924-25 και με τη Μαρίγια Πετρόβιχ, το 1933-34, ήταν δύο από αυτές. Όμως η σύζυγός του Nadezhda έμεινε πιστή δίπλα του και τον στήριξε στις μετέπειτα περιπέτειές του...
1922-1932: η περίοδος της ηρεμίας
Εκτός από τις εξωσυζυγικές περιπέτειες του Μαντελστάμ, το διάστημα μεταξύ 1922 και 1932 ήταν σχετικά ήρεμο για τον ίδιο και τη σύζυγό του. Δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ποίηση, αλλά κυρίως με τη λογοτεχνική κριτική και τα δοκίμια. Για βιοποριστικούς λόγους μετέφραζε λογοτεχνία στα ρωσικά (19 βιβλία σε 6 χρόνια!), ενώ στη συνέχεια εργάστηκε ως ανταποκριτής σε εφημερίδα.
Το 1925 παρουσίασε τη συλλογή αυτοβιογραφικών διηγημάτων «Ο θόρυβος του χρόνου». Το 1928 κυκλοφόρησε μια δεύτερη έκδοση του βιβλίου με την προσθήκη του παραμυθιού «Η Αιγυπτιακή σφραγίδα», το οποίο έδωσε και τον γενικό τίτλο στη συλλογή. Το 1928 επίσης κυκλοφόρησαν ο τόμος «Ποιήματα» και η συλλογή λογοτεχνικής κριτικής «Γύρω από την ποίηση». Αυτά ήταν και τα τελευταία έργα του Μαντελστάμ που εκδόθηκαν στην ΕΣΣΔ όσο ζούσε…
Το μοιραίο ποίημα – Οι διώξεις του Μαντελστάμ και ο θάνατός του…
Το φθινόπωρο του 1933 ο Μαντελστάμ συνέθεσε το ποίημα «Επίγραμμα του Στάλιν», το οποίο απήγγειλε σε μερικές μικρές ιδιωτικές συγκεντρώσεις στη Μόσχα. Το ποίημα αυτό ήταν όντως προσβλητικό για τον Στάλιν (υπάρχει στο τέλος του άρθρου). Τη νύχτα της 16ης προς 17η Μαΐου 1934 ο Μαντελστάμ συνελήφθη από τρεις αξιωματικούς της NKVD, που έφτασαν στο διαμέρισμά του με ένταλμα έρευνας υπογραμμένο από τον Yakov Agranov, αναπληρωτή του αρχηγού της NKVD Yakoda, γνωστού πλέον στους αναγνώστες μας και από το άρθρο για το «νησί των κανιβάλων».
Το ζεύγος υπέθεσε ότι οι αξιωματικοί είχαν πάει στο διαμέρισμά τους γιατί πριν λίγες μέρες ο Όσιπ είχε χαστουκίσει τον συγγραφέα Αλεξέι Τολστόι, λόγω προσβλητικών λόγων του τελευταίου προς τη Nadezhda. Όμως, αν και ο Μαντελστάμ δεν είχε ποτέ δημοσιεύσει το «Επίγραμμα προς τον Στάλιν», κάποιος από τους «φίλους» του το απομνημόνευσε και έδωσε ένα (γραπτό) αντίγραφό του στην NKVD. Ποτέ δεν μαθεύτηκε ποιος (ή ποια) ήταν…
Ο Μαντελστάμ θεωρούσε βέβαια τη θανατική καταδίκη του. Όμως η εκστρατεία που ξεκίνησαν η σύζυγός του και η Αχμάτοβα απέδωσε καρπούς. Ο Λιθουανός πρέσβης στη Μόσχα Jurgis Baltrušaitis ενημέρωσε τους δημοσιογράφους ότι το σοβιετικό καθεστώς πρόκειται να εκτελέσει έναν σπουδαίο ποιητή. Ο Πάστερνακ αν και αποδοκίμασε το περιεχόμενο του «Επιγράμματος» απευθύνθηκε στον Μπουχάριν, ο οποίος γνώριζε τους Μαντελστάμ από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 και τους είχε βοηθήσει.
Έτσι, όχι μόνο «πλησίασε» τον Yakoda και του μίλησε για το θέμα, αλλά έστειλε και σημείωμα στον Στάλιν. Η ποινή του Μαντελστάμ ήταν απίστευτα μικρή και μάλλον πρωτόγνωρη για τα δεδομένα της ΕΣΣΔ. Δεν εκτελέστηκε, στάλθηκε καν σε γκουλάγκ, απλά εξορίστηκε για τρία χρόνια στο Cherdyn στα Ουράλια Όρη. Εκεί, ο Μαντελστάμ άρχισε να παρουσιάζει κρίσεις ψυχικής ασθένειας, ενώ έκανε και μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας. Οι Μαντελστάμ έφτασαν στο Cherdyn στα τέλη Μαΐου 1934.
Στις 10 Ιουνίου, δόθηκε η δυνατότητα στο ζεύγος να εγκατασταθεί σε όποια πόλη της ΕΣΣΔ ήθελε, εκτός από τις 12 μεγαλύτερες. Έτσι, εγκαταστάθηκαν στο Voronezh στη ΝΔ Ρωσία. Αμέσως μετά την άφιξή τους εκεί, ο Στάλιν τηλεφώνησε στον Πάστερνακ (ήταν η μοναδική επικοινωνία των δύο!) και τον ρώτησε αν ο Μαντελστάμ ήταν όντως σπουδαίος ποιητής: «Είναι ιδιοφυΐα, έτσι δεν είναι;», λέγεται ότι ρώτησε τον Πάστερνακ ο Στάλιν. Στη διάρκεια της τριετίας αυτής, ο Μαντελστάμ έγραψε έναν εκτεταμένο κύκλο ποιημάτων με τον γενικό τίτλο «Το σημειωματάριο του Βορονέζ», όπου περιλαμβάνονται μερικά από τα κορυφαία λυρικά ποιήματά του.
Θέλοντας να εξασφαλιστεί, ο Μαντελστάμ συνάντησε τον τοπικό διοικητή της NKVD Semyon Dukelsky, ο οποίος του είπε: «Γράψε ό,τι σου αρέσει». Τον χειμώνα του 1936-37, ο Μαντελστάμ έγραψε μια «Ωδή στον Στάλιν» θέλοντας να εξευμενίσει τον Σοβιετικό ηγέτη. Τον Μάιο του 1937 έληξε η τριετής εξορία του Μαντελστάμ. Το ζευγάρι εγκαταστάθηκε στο Καλίνιν (Τβερ), κοντά στη Μόσχα.
Την άνοιξη του 1938 ο Μαντελστάμ συναντήθηκε με τον επικεφαλής της Ένωσης Συγγραφέων Vladimir Stavsky, ο οποίος του πρόσφερε δύο εβδομάδες διακοπών για δύο άτομα σε ένα σπίτι έξω από τη Μόσχα. Ο Μαντελστάμ έπεσε σε παγίδα, καθώς στις 16 Μαρτίου 1938 ο Stavsky έγραψε στον επικεφαλής του NKVD Nikolay Yazhov, καταγγέλοντάς τον. Μια μέρα πριν, ο Μπουχάριν είχε καταδικαστεί σε θάνατο…
Ο Μαντελστάμ συνελήφθη ενώ βρισκόταν σε «διακοπές» στις 5 Μαΐου και κατηγορήθηκε για «αντεπαναστατικές δραστηριότητες». Στις 2/8/1938 καταδικάστηκε σε πενταετή εγκλεισμό σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Το τελευταίο γράμμα προς τη σύζυγο και τον αδελφό του στάλθηκε από το στρατόπεδο συγκέντρωσης Vladperpunka, κοντά στο Βλαδιβοστόκ. Έγραφε ότι είναι αγνώριστος, καθώς έχει χάσει πολλά κιλά και εξαντλημένος. Ζητούσε ζεστά ρούχα, τρόφιμα, ρούχα και χρήματα.
Η σύζυγός του τα έστειλε, αυτός όμως δεν τα έλαβε ποτέ… Πέθανε στις 27 Δεκεμβρίου 1938 από τυφοειδή πυρετό (επισήμως). Ο Varlam Shalamov στο διήγημά του «Cherry Brandy», περιγράφει το τέλος του Μαντελστάμ. Οι συγκρατούμενοί του για δύο μέρες έκρυβαν τον θάνατό του για να τρώνε το φαγητό που προοριζόταν γι’ αυτόν!
Ο Μαντελστάμ έμεινε άταφος ως την άνοιξη… Η σύζυγός του διατήρησε ακέραια τα ποιήματά του απομνημονεύοντάς τα και συγκεντρώνοντας αντίγραφά του από τους φίλους του. Οι δύο τόμοι των απομνημονευμάτων της, «Ελπίδα πάνω στην ελπίδα» (1970) και «Εγκαταλελειμμένη ελπίδα» (1974) εκδόθηκαν στη Δύση.
Το μοιραίο επίγραμμα
We are living, but can’t feel the land where we stay,
More than ten steps away you can’t hear what we say.
But if people would talk on occasion,
They should mention the Kremlin Caucasian.
His thick fingers are bulky and fat like live-baits,
And his accurate words are as heavy as weights.
Cucaracha’s moustaches are screaming,
And his boot-tops are shining and gleaming.
But around him a crowd of thin-necked henchmen,
And he plays with the services of these half-men.
Some are whistling, some meowing, some sniffing,
He’s alone booming, poking and whiffing.
He is forging his rules and decrees like horseshoes –
Into groins, into foreheads, in eyes, and eyebrows.
Every killing for him is delight,
And Ossetian torso is wide.
Προφανώς οι αναφορές στα "χοντρά" δάχτυλα και τα μουστάκια του Στάλιν, το περιβάλλον του και ιδιαίτερα ο προτελευταίος στίχος, ότι "κάθε φόνος γι αυτόν είναι απόλαυση" εξόργισαν τον Στάλιν. Το cucaracha, που σημαίνει κατσαρίδα, μάλλον προέρχεται από το ομώνυμο μεξικάνικο τραγούδι και τον χορό που το συνοδεύει, ενώ η αναφορά στην Οσετία, παραπέμπει στη θρυλούμενη καταγωγή του παππού του Στάλιν από αυτή.
Επίλογος
Το 1956 ο Μαντελστάμ αποκαταστάθηκε και τα ποιήματά του εκδόθηκαν και στην ΕΣΣΔ. Δυστυχώς, επαληθεύτηκε η προφητεία του: «Μόνο στη Ρωσία η ποίηση σκοτώνει ανθρώπους. Υπάρχει πουθενά αλλού μέρος όπου η ποίηση είναι τόσο συνηθισμένη ως κίνητρο για φόνο;»
Πηγές: Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ, τ. 40.
Wikipedia
Εκτός από τις εξωσυζυγικές περιπέτειες του Μαντελστάμ, το διάστημα μεταξύ 1922 και 1932 ήταν σχετικά ήρεμο για τον ίδιο και τη σύζυγό του. Δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ποίηση, αλλά κυρίως με τη λογοτεχνική κριτική και τα δοκίμια. Για βιοποριστικούς λόγους μετέφραζε λογοτεχνία στα ρωσικά (19 βιβλία σε 6 χρόνια!), ενώ στη συνέχεια εργάστηκε ως ανταποκριτής σε εφημερίδα.
Το 1925 παρουσίασε τη συλλογή αυτοβιογραφικών διηγημάτων «Ο θόρυβος του χρόνου». Το 1928 κυκλοφόρησε μια δεύτερη έκδοση του βιβλίου με την προσθήκη του παραμυθιού «Η Αιγυπτιακή σφραγίδα», το οποίο έδωσε και τον γενικό τίτλο στη συλλογή. Το 1928 επίσης κυκλοφόρησαν ο τόμος «Ποιήματα» και η συλλογή λογοτεχνικής κριτικής «Γύρω από την ποίηση». Αυτά ήταν και τα τελευταία έργα του Μαντελστάμ που εκδόθηκαν στην ΕΣΣΔ όσο ζούσε…
Το μοιραίο ποίημα – Οι διώξεις του Μαντελστάμ και ο θάνατός του…
Το φθινόπωρο του 1933 ο Μαντελστάμ συνέθεσε το ποίημα «Επίγραμμα του Στάλιν», το οποίο απήγγειλε σε μερικές μικρές ιδιωτικές συγκεντρώσεις στη Μόσχα. Το ποίημα αυτό ήταν όντως προσβλητικό για τον Στάλιν (υπάρχει στο τέλος του άρθρου). Τη νύχτα της 16ης προς 17η Μαΐου 1934 ο Μαντελστάμ συνελήφθη από τρεις αξιωματικούς της NKVD, που έφτασαν στο διαμέρισμά του με ένταλμα έρευνας υπογραμμένο από τον Yakov Agranov, αναπληρωτή του αρχηγού της NKVD Yakoda, γνωστού πλέον στους αναγνώστες μας και από το άρθρο για το «νησί των κανιβάλων».
Το ζεύγος υπέθεσε ότι οι αξιωματικοί είχαν πάει στο διαμέρισμά τους γιατί πριν λίγες μέρες ο Όσιπ είχε χαστουκίσει τον συγγραφέα Αλεξέι Τολστόι, λόγω προσβλητικών λόγων του τελευταίου προς τη Nadezhda. Όμως, αν και ο Μαντελστάμ δεν είχε ποτέ δημοσιεύσει το «Επίγραμμα προς τον Στάλιν», κάποιος από τους «φίλους» του το απομνημόνευσε και έδωσε ένα (γραπτό) αντίγραφό του στην NKVD. Ποτέ δεν μαθεύτηκε ποιος (ή ποια) ήταν…
Ο Μαντελστάμ θεωρούσε βέβαια τη θανατική καταδίκη του. Όμως η εκστρατεία που ξεκίνησαν η σύζυγός του και η Αχμάτοβα απέδωσε καρπούς. Ο Λιθουανός πρέσβης στη Μόσχα Jurgis Baltrušaitis ενημέρωσε τους δημοσιογράφους ότι το σοβιετικό καθεστώς πρόκειται να εκτελέσει έναν σπουδαίο ποιητή. Ο Πάστερνακ αν και αποδοκίμασε το περιεχόμενο του «Επιγράμματος» απευθύνθηκε στον Μπουχάριν, ο οποίος γνώριζε τους Μαντελστάμ από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 και τους είχε βοηθήσει.
Έτσι, όχι μόνο «πλησίασε» τον Yakoda και του μίλησε για το θέμα, αλλά έστειλε και σημείωμα στον Στάλιν. Η ποινή του Μαντελστάμ ήταν απίστευτα μικρή και μάλλον πρωτόγνωρη για τα δεδομένα της ΕΣΣΔ. Δεν εκτελέστηκε, στάλθηκε καν σε γκουλάγκ, απλά εξορίστηκε για τρία χρόνια στο Cherdyn στα Ουράλια Όρη. Εκεί, ο Μαντελστάμ άρχισε να παρουσιάζει κρίσεις ψυχικής ασθένειας, ενώ έκανε και μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας. Οι Μαντελστάμ έφτασαν στο Cherdyn στα τέλη Μαΐου 1934.
Στις 10 Ιουνίου, δόθηκε η δυνατότητα στο ζεύγος να εγκατασταθεί σε όποια πόλη της ΕΣΣΔ ήθελε, εκτός από τις 12 μεγαλύτερες. Έτσι, εγκαταστάθηκαν στο Voronezh στη ΝΔ Ρωσία. Αμέσως μετά την άφιξή τους εκεί, ο Στάλιν τηλεφώνησε στον Πάστερνακ (ήταν η μοναδική επικοινωνία των δύο!) και τον ρώτησε αν ο Μαντελστάμ ήταν όντως σπουδαίος ποιητής: «Είναι ιδιοφυΐα, έτσι δεν είναι;», λέγεται ότι ρώτησε τον Πάστερνακ ο Στάλιν. Στη διάρκεια της τριετίας αυτής, ο Μαντελστάμ έγραψε έναν εκτεταμένο κύκλο ποιημάτων με τον γενικό τίτλο «Το σημειωματάριο του Βορονέζ», όπου περιλαμβάνονται μερικά από τα κορυφαία λυρικά ποιήματά του.
Θέλοντας να εξασφαλιστεί, ο Μαντελστάμ συνάντησε τον τοπικό διοικητή της NKVD Semyon Dukelsky, ο οποίος του είπε: «Γράψε ό,τι σου αρέσει». Τον χειμώνα του 1936-37, ο Μαντελστάμ έγραψε μια «Ωδή στον Στάλιν» θέλοντας να εξευμενίσει τον Σοβιετικό ηγέτη. Τον Μάιο του 1937 έληξε η τριετής εξορία του Μαντελστάμ. Το ζευγάρι εγκαταστάθηκε στο Καλίνιν (Τβερ), κοντά στη Μόσχα.
Την άνοιξη του 1938 ο Μαντελστάμ συναντήθηκε με τον επικεφαλής της Ένωσης Συγγραφέων Vladimir Stavsky, ο οποίος του πρόσφερε δύο εβδομάδες διακοπών για δύο άτομα σε ένα σπίτι έξω από τη Μόσχα. Ο Μαντελστάμ έπεσε σε παγίδα, καθώς στις 16 Μαρτίου 1938 ο Stavsky έγραψε στον επικεφαλής του NKVD Nikolay Yazhov, καταγγέλοντάς τον. Μια μέρα πριν, ο Μπουχάριν είχε καταδικαστεί σε θάνατο…
Ο Μαντελστάμ συνελήφθη ενώ βρισκόταν σε «διακοπές» στις 5 Μαΐου και κατηγορήθηκε για «αντεπαναστατικές δραστηριότητες». Στις 2/8/1938 καταδικάστηκε σε πενταετή εγκλεισμό σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Το τελευταίο γράμμα προς τη σύζυγο και τον αδελφό του στάλθηκε από το στρατόπεδο συγκέντρωσης Vladperpunka, κοντά στο Βλαδιβοστόκ. Έγραφε ότι είναι αγνώριστος, καθώς έχει χάσει πολλά κιλά και εξαντλημένος. Ζητούσε ζεστά ρούχα, τρόφιμα, ρούχα και χρήματα.
Η σύζυγός του τα έστειλε, αυτός όμως δεν τα έλαβε ποτέ… Πέθανε στις 27 Δεκεμβρίου 1938 από τυφοειδή πυρετό (επισήμως). Ο Varlam Shalamov στο διήγημά του «Cherry Brandy», περιγράφει το τέλος του Μαντελστάμ. Οι συγκρατούμενοί του για δύο μέρες έκρυβαν τον θάνατό του για να τρώνε το φαγητό που προοριζόταν γι’ αυτόν!
Ο Μαντελστάμ έμεινε άταφος ως την άνοιξη… Η σύζυγός του διατήρησε ακέραια τα ποιήματά του απομνημονεύοντάς τα και συγκεντρώνοντας αντίγραφά του από τους φίλους του. Οι δύο τόμοι των απομνημονευμάτων της, «Ελπίδα πάνω στην ελπίδα» (1970) και «Εγκαταλελειμμένη ελπίδα» (1974) εκδόθηκαν στη Δύση.
Το μοιραίο επίγραμμα
We are living, but can’t feel the land where we stay,
More than ten steps away you can’t hear what we say.
But if people would talk on occasion,
They should mention the Kremlin Caucasian.
His thick fingers are bulky and fat like live-baits,
And his accurate words are as heavy as weights.
Cucaracha’s moustaches are screaming,
And his boot-tops are shining and gleaming.
But around him a crowd of thin-necked henchmen,
And he plays with the services of these half-men.
Some are whistling, some meowing, some sniffing,
He’s alone booming, poking and whiffing.
He is forging his rules and decrees like horseshoes –
Into groins, into foreheads, in eyes, and eyebrows.
Every killing for him is delight,
And Ossetian torso is wide.
Προφανώς οι αναφορές στα "χοντρά" δάχτυλα και τα μουστάκια του Στάλιν, το περιβάλλον του και ιδιαίτερα ο προτελευταίος στίχος, ότι "κάθε φόνος γι αυτόν είναι απόλαυση" εξόργισαν τον Στάλιν. Το cucaracha, που σημαίνει κατσαρίδα, μάλλον προέρχεται από το ομώνυμο μεξικάνικο τραγούδι και τον χορό που το συνοδεύει, ενώ η αναφορά στην Οσετία, παραπέμπει στη θρυλούμενη καταγωγή του παππού του Στάλιν από αυτή.
Επίλογος
Το 1956 ο Μαντελστάμ αποκαταστάθηκε και τα ποιήματά του εκδόθηκαν και στην ΕΣΣΔ. Δυστυχώς, επαληθεύτηκε η προφητεία του: «Μόνο στη Ρωσία η ποίηση σκοτώνει ανθρώπους. Υπάρχει πουθενά αλλού μέρος όπου η ποίηση είναι τόσο συνηθισμένη ως κίνητρο για φόνο;»
Πηγές: Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ – ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ, τ. 40.
Wikipedia
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα