Η Coca-Cola ταυτίζεται διαχρονικά με τα Χριστούγεννα και τις εορτές του νέου έτους και το κάνει πάντοτε μοναδικά. Φέτος το κάνει ακόμη καλύτερα, πραγματοποιώντας με το κατακόκκινο φορτηγό το μεγαλύτερο χριστουγεννιάτικο tour που έγινε ποτέ στην Ελλάδα και μας προσκαλεί να φέρουμε τη μαγεία... στο χωριό μας!
Η μάχη της Κόνιτσας (1947-1948): Η καθοριστικής σημασίας νίκη του κυβερνητικού Στρατού επί του ΔΣΕ
Η μάχη της Κόνιτσας (1947-1948): Η καθοριστικής σημασίας νίκη του κυβερνητικού Στρατού επί του ΔΣΕ
Η προσωρινή κατάληψη του Μετσόβου από τον ΔΣΕ – Η απόφαση να γίνει η Κόνιτσα πρωτεύουσα της «Ελεύθερης Ελλάδας» – Η επίθεση του ΔΣΕ και οι αρχικές επιτυχίες του – Η τελική επικράτηση των κυβερνητικών δυνάμεων και η σημασία της νίκης
Μία από τις καθοριστικότερες μάχες του Εμφυλίου Πολέμου ήταν η μάχη της Κόνιτσας (25/12/1947 – 6/1/1948). Μετά από σκληρές πολυήμερες συγκρούσεις μεταξύ ανδρών του Εθνικού Στρατού και δυνάμεων του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος, οι κυβερνητικές δυνάμεις κατόρθωσαν να επικρατήσουν. Ίσως η μάχη της Κόνιτσας να μην είναι πολύ γνωστή, όμως και μόνο το γεγονός ότι αν οι δυνάμεις του Δ.Σ.Ε. είχαν επικρατήσει η Κόνιτσα θα γινόταν πρωτεύουσα της «Ελεύθερης Ελλάδας» αποδεικνύει την αξία της επικράτησης των κυβερνητικών δυνάμεων.
Και πριν ξεκινήσουμε την παράθεση των γεγονότων, να αναφέρουμε ότι η Κόνιτσα είναι μία πανέμορφη κωμόπολη του νομού Ιωαννίνων που βρίσκεται 64 χλμ. βόρεια από την πρωτεύουσα της Ηπείρου, κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στην πλαγιά του βουνού Τραπεζίτσα της οροσειράς της Πίνδου. Στην πεδιάδα της, ο ποταμός Αώος συναντιέται με τους ποταμούς Βοϊδομάτη (ένα από τα καθαρότερα, αν όχι το καθαρότερο ποτάμι της Ευρώπης) και Σαραντάπορο. Το όνομά της προέρχεται είτε από το * σλαβικό Konica «αλογότοπος» (Χ.Π. Συμεωνίδης) είτε από το σλαβικό Konica «κορυφή» (Κ. Οικονόμου). Ο πληθυσμός της το 1940 ήταν 2.313 άτομα, ενώ το 2021 ήταν 2.638. Άκρως εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι κατά την οθωμανική απογραφή του 1882 η Κόνιτσα είχε 16.570 κατοίκους! 15.838 ανήκαν στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, 1.429 ήταν Μουσουλμάνοι και 3 Εβραίοι.
Η ομιλία Πορφυρογένη στο Παρίσι – Οι δυνάμεις κυβερνητικών και Δ.Σ.Ε.
Κομβικό σημείο για τις μετέπειτα εξελίξεις ήταν η ομιλία του Μιλτιάδη Πορφυρογένη στις 25 Ιουνίου 1947 στη μεγάλη αίθουσα όπου διεξάγονταν οι εργασίες του 11ου Συνεδρίου του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο ψηλός, διοπτροφόρος άνδρας που συμμετείχε στη διάσκεψη ως εκπρόσωπος του Κ.Κ.Ε., ανήκε στη μετριοπαθή πτέρυγα του Κόμματος και συμμετείχε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1944, ανέβηκε στο βήμα του Συνεδρίου και σε άπταιστα γαλλικά είπε, μεταξύ άλλων: «… ο Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας μπροστά στο γεγονός της αμερικανοαγγλικής και μοναρχοφασιστικής αδιαλλαξίας αποκρυσταλλώνεται στη δημιουργία μιας λεύτερης δημοκρατικής Ελλάδας με δική της Κυβέρνηση και δική της κρατική υπόσταση…». Η δήλωση Πορφυρογένη προκάλεσε θύελλα χειροκροτημάτων από τους Γάλλους συνέδρους. Ωστόσο, η Γ.Γ. του Κ.Κ. Γαλλίας έδωσε εντολή στην εφημερίδα του κόμματος «L’ Humanité» να μην περιλάβει στην ανταπόκρισή της από το Συνέδριο τη δήλωση Πορφυρογένη για δημιουργία ελεύθερης κυβέρνησης στα βουνά. Όμως, ο «Ριζοσπάστης» έλαβε αντίθετη εντολή και δημοσίευσε τη δήλωση στις 28/6/1947.
Η εύλογη αναστάτωση που προκλήθηκε στην Αθήνα οδήγησε σε συνασπισμό δεξιών και κεντρώων πολιτικών δυνάμεων. Η δήλωση αυτή αποκάλυψε τα σχέδια του Κ.Κ.Ε. για την κατάληψη ελληνικής πόλης, την οποία θα έκαναν πρωτεύουσα του κράτους τους. Τον αντικειμενικό σκοπό του Δ.Σ.Ε. αντιλήφθηκαν έγκαιρα οι Διοικητές των μάχιμων μονάδων του Ελληνικού Στρατού, αλλά άργησε να τον αντιληφθεί η ηγεσία του Γ.Ε.Σ. Στις αρχές του 1947 ο Ελληνικός Στρατός αποτελούνταν από 120.000 άνδρες, «χωρισμένους» σε έξι Μεραρχίες. Η μάχιμη δύναμη Στρατού ήταν 40.000 άνδρες. Υπήρχαν επίσης 30.000 Χωροφύλακες, 45.000 Εθνοφύλακες, που εκτελούσαν κυρίως αποστολές αναγνώρισης του Στρατού, υποστήριζαν τις επιθετικές ενέργειες στρατιωτικών τμημάτων ή συμμετείχαν στην άμυνα χωριών και κωμοπόλεων. Παράλληλα, υπήρχαν οι Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου (ΜΑΥ), οι «Μάυδες» κατά τον Δ.Σ.Ε. Η Ελληνική Βασιλική Αεροπορία (ΕΒΑ) συμμετείχε στις επιχειρήσεις. Είχε 80 αεροσκάφη και 10.000 άνδρες (ιπτάμενους και προσωπικό εδάφους). Το Βασιλικό Ναυτικό που διαδραμάτισε δευτερεύοντα ρόλο στις επιχειρήσεις, είχε στη δύναμή του 10 αντιτορπιλικά, 6 υποβρύχια, 10 κορβέτες/κανονιοφόρους, 9 αρματαγωγά και δύναμη 15.000 ανδρών. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ο ΕΛΑΣ αποτέλεσε το μάχιμο τμήμα του ΕΑΜ. Μετά τα Δεκεμβριανά ακολούθησε η Συμφωνία της Βάρκιζας, όπου παραδόθηκαν από τους κομμουνιστές χιλιάδες όπλα, κυρίως ιταλικά και άλλα προερχόμενα από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων! Τον υπόλοιπο οπλισμό τους οι κομμουνιστές τον συσκεύασαν και τον έκρυψαν επιμελώς σε διάφορα σημεία της χώρας περιμένοντας το σύνθημα για την εκ νέου έναρξη νέων εχθροπραξιών, τον λεγόμενο «τρίτο γύρο». Σύμφωνα με το ΓΕΣ οι δυνάμεις των ανταρτών το 1947 ήταν 17.000 άνδρες. Οι αριστεροί συγγραφείς αναφέρουν 10.000 άνδρες και 8.000 μέλη του Κ.Κ.Ε. που βρίσκονταν στις περιοχές που είχε καταλάβει ο Δ.Σ.Ε. Οι Βρετανοί παραθέτουν υπερβολικά νούμερα: 23.000 μαχητές, 8.000 εφεδρείες και 50.000 μέλη πολιτικών οργανώσεων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις Γιουγκοσλάβων κομμουνιστών, οι αντάρτες είχαν λάβει ως βοήθεια από τον Τίτο 35.000 τυφέκια, 3.500 πολυβόλα,100 πεδινά και ορεινά πυροβόλα των 75 και 105 mm, 7.000 φορητά αντιαρματικά γερμανικής προέλευσης (panzerfaust), 10.000 νάρκες και ρουχισμό για 12.000 άνδρες.
Το Σχέδιο «Σ» του Νίκου Ζαχαριάδη
Όπως έχουμε αναφέρει σε σχετικό μας άρθρο, ο Νίκος Ζαχαριάδης, μετά την κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς, βρέθηκε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες στο Νταχάου. Το 1945 επέστρεψε στην Ελλάδα, αφού απελευθερώθηκε από τους Αμερικανούς. Ο Μάρκος Βαφειάδης τον κατηγόρησε ότι συνεργάστηκε με τους Γερμανούς δεσμοφύλακες για να έχει ευνοϊκή μεταχείριση… Ο Ζαχαριάδης έδωσε εντολή για την έναρξη του «τρίτου γύρου» και ταυτόχρονα την εντολή στα ανώτατα στελέχη του Κ.Κ.Ε. να εγκαταλείψουν τις πόλεις και να ενωθούν με τους αντάρτες στα βουνά. Η εντολή όμως άργησε να δοθεί και πολλά στελέχη του Κ.Κ.Ε. είχαν συλληφθεί από τις κρατικές Αρχές! Η ευθύνη και γι’ αυτό βαραίνει τον Ζαχαριάδη, ο οποίος καθυστέρησε πολύ να δώσει τη σχετική εντολή.
Και πριν ξεκινήσουμε την παράθεση των γεγονότων, να αναφέρουμε ότι η Κόνιτσα είναι μία πανέμορφη κωμόπολη του νομού Ιωαννίνων που βρίσκεται 64 χλμ. βόρεια από την πρωτεύουσα της Ηπείρου, κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στην πλαγιά του βουνού Τραπεζίτσα της οροσειράς της Πίνδου. Στην πεδιάδα της, ο ποταμός Αώος συναντιέται με τους ποταμούς Βοϊδομάτη (ένα από τα καθαρότερα, αν όχι το καθαρότερο ποτάμι της Ευρώπης) και Σαραντάπορο. Το όνομά της προέρχεται είτε από το * σλαβικό Konica «αλογότοπος» (Χ.Π. Συμεωνίδης) είτε από το σλαβικό Konica «κορυφή» (Κ. Οικονόμου). Ο πληθυσμός της το 1940 ήταν 2.313 άτομα, ενώ το 2021 ήταν 2.638. Άκρως εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι κατά την οθωμανική απογραφή του 1882 η Κόνιτσα είχε 16.570 κατοίκους! 15.838 ανήκαν στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, 1.429 ήταν Μουσουλμάνοι και 3 Εβραίοι.
Η ομιλία Πορφυρογένη στο Παρίσι – Οι δυνάμεις κυβερνητικών και Δ.Σ.Ε.
Κομβικό σημείο για τις μετέπειτα εξελίξεις ήταν η ομιλία του Μιλτιάδη Πορφυρογένη στις 25 Ιουνίου 1947 στη μεγάλη αίθουσα όπου διεξάγονταν οι εργασίες του 11ου Συνεδρίου του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο ψηλός, διοπτροφόρος άνδρας που συμμετείχε στη διάσκεψη ως εκπρόσωπος του Κ.Κ.Ε., ανήκε στη μετριοπαθή πτέρυγα του Κόμματος και συμμετείχε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1944, ανέβηκε στο βήμα του Συνεδρίου και σε άπταιστα γαλλικά είπε, μεταξύ άλλων: «… ο Δημοκρατικός Στρατός της Ελλάδας μπροστά στο γεγονός της αμερικανοαγγλικής και μοναρχοφασιστικής αδιαλλαξίας αποκρυσταλλώνεται στη δημιουργία μιας λεύτερης δημοκρατικής Ελλάδας με δική της Κυβέρνηση και δική της κρατική υπόσταση…». Η δήλωση Πορφυρογένη προκάλεσε θύελλα χειροκροτημάτων από τους Γάλλους συνέδρους. Ωστόσο, η Γ.Γ. του Κ.Κ. Γαλλίας έδωσε εντολή στην εφημερίδα του κόμματος «L’ Humanité» να μην περιλάβει στην ανταπόκρισή της από το Συνέδριο τη δήλωση Πορφυρογένη για δημιουργία ελεύθερης κυβέρνησης στα βουνά. Όμως, ο «Ριζοσπάστης» έλαβε αντίθετη εντολή και δημοσίευσε τη δήλωση στις 28/6/1947.
Η εύλογη αναστάτωση που προκλήθηκε στην Αθήνα οδήγησε σε συνασπισμό δεξιών και κεντρώων πολιτικών δυνάμεων. Η δήλωση αυτή αποκάλυψε τα σχέδια του Κ.Κ.Ε. για την κατάληψη ελληνικής πόλης, την οποία θα έκαναν πρωτεύουσα του κράτους τους. Τον αντικειμενικό σκοπό του Δ.Σ.Ε. αντιλήφθηκαν έγκαιρα οι Διοικητές των μάχιμων μονάδων του Ελληνικού Στρατού, αλλά άργησε να τον αντιληφθεί η ηγεσία του Γ.Ε.Σ. Στις αρχές του 1947 ο Ελληνικός Στρατός αποτελούνταν από 120.000 άνδρες, «χωρισμένους» σε έξι Μεραρχίες. Η μάχιμη δύναμη Στρατού ήταν 40.000 άνδρες. Υπήρχαν επίσης 30.000 Χωροφύλακες, 45.000 Εθνοφύλακες, που εκτελούσαν κυρίως αποστολές αναγνώρισης του Στρατού, υποστήριζαν τις επιθετικές ενέργειες στρατιωτικών τμημάτων ή συμμετείχαν στην άμυνα χωριών και κωμοπόλεων. Παράλληλα, υπήρχαν οι Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου (ΜΑΥ), οι «Μάυδες» κατά τον Δ.Σ.Ε. Η Ελληνική Βασιλική Αεροπορία (ΕΒΑ) συμμετείχε στις επιχειρήσεις. Είχε 80 αεροσκάφη και 10.000 άνδρες (ιπτάμενους και προσωπικό εδάφους). Το Βασιλικό Ναυτικό που διαδραμάτισε δευτερεύοντα ρόλο στις επιχειρήσεις, είχε στη δύναμή του 10 αντιτορπιλικά, 6 υποβρύχια, 10 κορβέτες/κανονιοφόρους, 9 αρματαγωγά και δύναμη 15.000 ανδρών. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ο ΕΛΑΣ αποτέλεσε το μάχιμο τμήμα του ΕΑΜ. Μετά τα Δεκεμβριανά ακολούθησε η Συμφωνία της Βάρκιζας, όπου παραδόθηκαν από τους κομμουνιστές χιλιάδες όπλα, κυρίως ιταλικά και άλλα προερχόμενα από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων! Τον υπόλοιπο οπλισμό τους οι κομμουνιστές τον συσκεύασαν και τον έκρυψαν επιμελώς σε διάφορα σημεία της χώρας περιμένοντας το σύνθημα για την εκ νέου έναρξη νέων εχθροπραξιών, τον λεγόμενο «τρίτο γύρο». Σύμφωνα με το ΓΕΣ οι δυνάμεις των ανταρτών το 1947 ήταν 17.000 άνδρες. Οι αριστεροί συγγραφείς αναφέρουν 10.000 άνδρες και 8.000 μέλη του Κ.Κ.Ε. που βρίσκονταν στις περιοχές που είχε καταλάβει ο Δ.Σ.Ε. Οι Βρετανοί παραθέτουν υπερβολικά νούμερα: 23.000 μαχητές, 8.000 εφεδρείες και 50.000 μέλη πολιτικών οργανώσεων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις Γιουγκοσλάβων κομμουνιστών, οι αντάρτες είχαν λάβει ως βοήθεια από τον Τίτο 35.000 τυφέκια, 3.500 πολυβόλα,100 πεδινά και ορεινά πυροβόλα των 75 και 105 mm, 7.000 φορητά αντιαρματικά γερμανικής προέλευσης (panzerfaust), 10.000 νάρκες και ρουχισμό για 12.000 άνδρες.
Το Σχέδιο «Σ» του Νίκου Ζαχαριάδη
Όπως έχουμε αναφέρει σε σχετικό μας άρθρο, ο Νίκος Ζαχαριάδης, μετά την κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς, βρέθηκε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες στο Νταχάου. Το 1945 επέστρεψε στην Ελλάδα, αφού απελευθερώθηκε από τους Αμερικανούς. Ο Μάρκος Βαφειάδης τον κατηγόρησε ότι συνεργάστηκε με τους Γερμανούς δεσμοφύλακες για να έχει ευνοϊκή μεταχείριση… Ο Ζαχαριάδης έδωσε εντολή για την έναρξη του «τρίτου γύρου» και ταυτόχρονα την εντολή στα ανώτατα στελέχη του Κ.Κ.Ε. να εγκαταλείψουν τις πόλεις και να ενωθούν με τους αντάρτες στα βουνά. Η εντολή όμως άργησε να δοθεί και πολλά στελέχη του Κ.Κ.Ε. είχαν συλληφθεί από τις κρατικές Αρχές! Η ευθύνη και γι’ αυτό βαραίνει τον Ζαχαριάδη, ο οποίος καθυστέρησε πολύ να δώσει τη σχετική εντολή.
Στην 3η Ολομέλεια της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. που έγινε στα βουνά της Πίνδου στις 12 Σεπτεμβρίου 1947, ο Ζαχαριάδης παρουσίασε τις λεπτομέρειες του «Σχεδίου Σ», επιχειρησιακού σχεδίου του ΔΣΕ. Επρόκειτο για ένα άκρως φιλόδοξο σχέδιο, καθώς προέβλεπε την αύξηση της δύναμης των κομμουνιστών σε 50.000- 60.000 άνδρες, τη σταδιακή κατάληψη του υψιπέδου της Κοζάνης και του Μετσόβου, το οποίο προοριζόταν για πρωτεύουσα της «ελεύθερης Ελλάδας», την αποκοπή της οδικής αρτηρίας Ιωαννίνων- Άρτας και την κατάληψη της δυτικής Ηπείρου, πριν τα μέσα Νοεμβρίου, οπότε αναμενόταν η αμερικανική βοήθεια για τις κυβερνητικές δυνάμεις. Το φιλόδοξο σχέδιο Ζαχαριάδη είχε δύο σοβαρά τρωτά σημεία: α) τα εδάφη που θα καταλάμβανε ο ΔΣΕ ήταν αραιοκατοικημένα, συνεπώς δεν υπήρχε η δυνατότητα στρατολόγησης πληθυσμών και β) οι επιχειρήσεις αυτές προϋπέθεταν την παρουσία ικανού αριθμού έμπειρων αξιωματικών στον συντονισμό επιχειρήσεων, κάτι που δεν είχε ο ΔΣΕ. Πάντως το «Σχέδιο Σ» εγκρίθηκε από την πλειοψηφία της Ολομέλειας και δόθηκε εντολή στους στρατιωτικούς διοικητές του ΔΣΕ να το επεξεργαστούν και να το υλοποιήσουν.
Το Σχέδιο «Τέρμινους» και οι μάχες του Μετσόβου
Από την άνοιξη του 1947 οι κυβερνητικές δυνάμεις ξεκίνησαν μια επίθεση για την εκκαθάριση της Κεντρικής Μακεδονίας από τις δυνάμεις των ανταρτών. Η επιχείρηση είχε την κωδική ονομασία «Τέρμινους» και στο πλαίσιό της έγιναν 31 υποεπιχείρησεις με πενιχρά αποτελέσματα. Στα τέλη Ιουνίου άρχισε η επιχείρηση «Κόραξ» με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη του Γράμμου. Η 8η Μεραρχία Ηπείρου, υπό τον Στρατηγό Θωμά Πεζόπουλο, συνεπικουρούμενη από δύο ακόμα Μεραρχίες του Β’ Σώματος Στρατού εισέβαλε στα απόρθητα, ως τότε, κάστρα του ΔΣΕ. Τις δυνάμεις του ΔΣΕ διοικούσε ο Μάρκος Βαφειάδης. Αν και αυτοδίδακτος στρατιωτικός, χαρακτηριζόταν από τόλμη και αποφασιστικότητα, την ικανότητα να προβλέπει τις κινήσεις του αντιπάλου και ήταν άριστος σε επίπεδο τακτικής. Δεν είχε όμως στρατιωτική παιδεία και υστερούσε στη διοίκηση και τον συντονισμό μεγάλων επιχειρήσεων. Αντέδρασε στη μετατροπή του ΔΣΕ από αντάρτικο σε τακτικό στρατό, δεν τόλμησε όμως να διαφωνήσει ανοιχτά με τον Ζαχαριάδη. Ίσως αυτή ήταν η μεγάλη αδυναμία του Βαφειάδη: υπάκουγε πάντα τις εντολές των ανωτέρων του, ακόμα και αν θεωρούσε ότι ήταν λανθασμένες. Βλέποντας ο Βαφειάδης ότι αν η επιχείρηση «Κόραξ» πετύχαινε, θα καταλαμβανόταν ο Γράμμος έκανε μια τολμηρή κίνηση αντιπερισπασμού. Άφησε τέσσερα τάγματα μειωμένης σύνθεσης για τη φρούρηση του Γράμμου και με τις υπόλοιπες δυνάμεις του δημιούργησε δύο ισχυρούς σχηματισμούς που θα έμπαιναν στην Ήπειρο, χτυπώντας από τα νότια την VIII Μεραρχία. Τη νύχτα της 12ης προς 13η Ιουλίου, ισχυρές δυνάμεις του ΔΣΕ διασκόρπισαν έναν Λόχο του ΕΣ και κατέλαβαν τη γέφυρα Μπουραζάνι, από την οποία περνούσε η κύρια οδική αρτηρία που συνδέει την Κόνιτσα με τα Γιάννενα. Η διοίκηση της VIII Μεραρχίας αντέδρασε άμεσα, αποσύροντας τμήματα από τον Γράμμο, τα οποία επιτέθηκαν στα νώτα των ανταρτικών δυνάμεων που πλησίαζαν στο Καλπάκι (απέχει περίπου 35 χλμ από τα Γιάννενα).
Η παρουσία ανταρτικών δυνάμεων τόσο κοντά στην πρωτεύουσα της Ηπείρου προκάλεσε πανικό στους κατοίκους της, αλλά και τις στρατιωτικές Αρχές της πόλης. Ο πυκνός καπνός που έβγαινε από τα παράθυρα του διοικητηρίου της Μεραρχίας, από τα απόρρητα έγγραφα που καίγονταν οδήγησε πολλούς κατοίκους στο συμπέρασμα ότι η πόλη θα καταληφθεί από τον ΔΣΕ και άρχισαν να ετοιμάζονται να την εγκαταλείψουν . Ο πανικός μεταδόθηκε και στην Αθήνα. Γεμάτος αγωνία ο βασιλιάς Παύλος έσπευσε στο Γενικό Επιτελείο και ρώτησε αν κινδύνευε η πόλη των Ιωαννίνων. Τον καθησύχασαν, ο βοηθός Αρχηγού ΓΕΣ Υποστράτηγος Τσακαλώτος και ο Συνταγματάρχης Λάμαρης του Γραφείου Επιχειρήσεων. Οι αντάρτες έφτασαν 22 χλμ έφυγε έξω από τα Γιάννενα και προσπάθησαν να καταλάβουν την πόλη. Όμως η αντίσταση της φρουράς των Ιωαννίνων ήταν τόσο σθεναρή, που τους υποχρέωσε να υποχωρήσουν προς την Πίνδο μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, αφήνοντας πίσω τους 120 νεκρούς και 90 αιχμαλώτους. Οι αντάρτες κατευθύνθηκαν προς τα Γρεβενά. Ισχυρές κυβερνητικές δυνάμεις από την Αθήνα και την Καλαμπάκα κυνήγησαν τους άνδρες του ΔΣΕ, οι οποίοι κατέφυγαν στον Γράμμο και το Βίτσι. Στις αρχές Οκτωβρίου 1947 έγινε στον Βόλο ευρεία πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη, στην οποία μετείχε και ο Παύλος. Εκεί αποφασίστηκε ότι ήταν επιτακτική ανάγκη, να καταληφθούν ο Γράμμος και το Βίτσι. Χρειαζόταν όμως η ανάγκη απόκτησης από τον ΕΣ περισσότερων ορεινών πυροβόλων, η μετατροπή Μεραρχιών Πεζικού σε Ορεινές, μετά από κατάλληλη εκπαίδευση του προσωπικού τους και η έμφαση της εκπαίδευσης του Πεζικού σε νυχτερινές επιχειρήσεις.
Στις 22:00 της 18ης Οκτωβρίου 1947 η περιοχή γύρω από το χωριό Χρυσοβίτσα στις παρυφές του Μετσόβου σείστηκε από πυρά αυτομάτων όπλων και πολυβόλων. Δέκα Τάγματα ανταρτών (3.000 άνδρες περίπου) προερχόμενα από τα αρχηγεία Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου πραγματοποίησαν επίθεση για την κατάληψη του Μετσόβου και των γύρω υψωμάτων, καθώς και την αποκοπή των οδικών αρτηριών που συνέδεαν το Μέτσοβο με τα Γιάννενα και την Καλαμπάκα. Το ΓΕΣ δεχόταν αντιφατικές πληροφορίες για το τι συμβαίνει. Ο ΕΣ στην περιοχή είχε παρατάξει την 75η Ταξιαρχία της VIII Μεραρχίας υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη Δόβα, η οποία βρισκόταν διεσπαρμένη σε διάφορα σημεία της δημόσιας οδού, ενώ το 584 Τάγμα Πεζικού, με Διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Παλλαντά, έναν ικανότατο και γενναίο αξιωματικό, που είχε λάβει θέσεις στα υψώματα Καρακόλι και Τσούμα, στις παρυφές του Μετσόβου, το οποίο υπερασπιζόνταν λίγοι άνδρες του 584 Τ.Π., Χωροφύλακες και άνδρες των ΜΑΥ. Το βράδυ της18ης Οκτωβρίου 1947 άνδρες του ΔΣΕ επιχείρησαν με λυσσαλέες επιθέσεις να καταλάβουν τα υψώματα που υπερασπιζόταν το 584 Τ.Π.
Οι άνδρες του Παλλαντά απέκρουσαν τις νυχτερινές επιθέσεις, όπως και τις πρωινές της επόμενης μέρας, που έγιναν με χειροβομβίδες. Όμως με ευφυή ελιγμό άνδρες του ΔΣΕ μέσω Κατάρας έφτασαν στο Ανήλιο και μπήκαν στην κωμόπολη από την ανατολική πλευρά. Κατέλαβαν το Μέτσοβο, πυρπόλησαν το σχολείο και το κτίριο της Χωροφυλακής και άρχισαν να εκτελούν εθνικόφρονες. Ο Δήμαρχος Μετσόβου Βασίλειος Ζαούσης φοβούμενος τη σύλληψή του, αυτοκτόνησε με το περίστροφό του στο σπίτι του. Εκείνο το βράδυ οι άνδρες του Παλλαντά βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση. Ο εχθρός ήταν πολυάριθμος και άρχισε να παρατηρείται έλλειψη εφοδίων και πυρομαχικών. Ούτε νερό μπορούσαν να πάρουν οι άνδρες του ΕΣ, καθώς οι πηγές της πόλης βρίσκονταν υπό τα συνεχή πυρά των όλμων των ανταρτών. Γύρω στα μεσάνυχτα της 19ης Οκτωβρίου, ως από μηχανής θεός εμφανίστηκε μια διλοχία του 628 Τ.Π., από το χωριό Βοτονόσι που έφερε ενισχύσεις και πυρομαχικά στους άνδρες του Παλλαντά. Τα ξημερώματα της 20/10 ο Παλλαντάς με τρεις λόχους εξαπέλυσε αντεπίθεση για την ανακατάληψη του Μετσόβου. Οδομαχίες, ακόμα και συγκρούσεις μέσα σε σπίτια που «εκκαθαρίστηκαν» με χειροβομβίδες έληξαν το βράδυ της 20ης Οκτωβρίου με επικράτηση του ΕΣ. Σε απάντηση συγχαρητηρίου σήματος από τη διοίκηση της VIII Μεραρχίας, ο Παλλαντάς τόνισε: «Οι άνδρες μου και εγώ θα πέσουμε μέχρις ενός αλλά το Μέτσοβο δεν θα γίνει πρωτεύουσα του Μάρκου». Στο μέτωπο της Χρυσοβίτσας όμως οι επιθέσεις των ανταρτών συνεχίζονταν με αμείωτη σφοδρότητα. Στις 23/10 η ΕΒΑ έριξε στις δυνάμεις του Παλλαντά εφόδια και πυρομαχικά. Δυνάμεις του ΕΣ μέσα σε σφοδρή χιονοθύελλα κατάφεραν να σπάσουν το μέτωπο των ανταρτών στην Κατάρα. Τελικά, παρά τη λυσσαλέα αντίστασή τους οι αντάρτες απαγκιστρώθηκαν από τις θέσεις τους. Στις 6 Νοεμβρίου οι μάχες έληξαν με νίκη του ΕΣ. Η πρώτη προσπάθεια του ΔΣΕ να καταλάβει πόλη (κωμόπολη ουσιαστικά), που θα αποτελούσε πρωτεύουσα του κράτους που σχεδίαζε το ΚΚΕ απέτυχε. Ο Παλλαντάς έγινε ήρωας. Στον ίδιο ήταν γραφτό, σχεδόν δύο μήνες αργότερα, να υπερασπιστεί και την ακριτική Κόνιτσα…
Η μάχη της Κόνιτσας
Αν και ο ΔΣΕ απέτυχε να καταλάβει το Μέτσοβο, ο Βαφειάδης πέτυχε τον αντικειμενικό σκοπό του. Ο ΕΣ αναγκάστηκε να αποσύρει έξι από τα εννιά Τάγματα που είχε στείλει στον Γράμμο και το Βίτσι και τα έστειλε στο Μέτσοβο. Οι αντάρτες είχαν δημιουργήσει «σφήνες» στα πλευρά και τα νώτα της VIII Μεραρχίας. Η πρώτη βρισκόταν στην οροσειρά της Μουργκάνας και είχε τη βάση της στα σύνορα με την Αλβανία (σχετικό άρθρο μας στις 8/9/2019), η δεύτερη στο Πωγώνι (σχετικό άρθρο μας στις 15/8/2023), απ΄όπου μπορούσε να παρενοχλεί τις κυβερνητικές δυνάμεις που κινούνταν μεταξύ Ιωαννίνων και Κόνιτσας και η τρίτη στη Λάκκα Σούλι, απ΄όπου μπορούσε σποραδικά να διακόπτει την επικοινωνία Ιωαννίνων – Πρεβέζης. Οι πληροφορίες που έφταναν στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΣ ήταν ανησυχητικές. Ο ΔΣΕ είχε λάβει τον Οκτώβριο του 1947 από τον Τίτο 25 πυροβόλα των 75 mm και 10 των 105 mm. Υπήρχαν βέβαια και άλλες πληροφορίες, ότι ο ΔΣΕ θα επιτεθεί στα Γιάννενα. Ο Ζαχαριάδης όμως δεν είχε στο μυαλό του κάτι τέτοιο. Σκόπευε να καταλάβει την Κόνιτσα. Η παρουσία στη Μουργκάνα και το Πωγώνι ισχυρών δυνάμεων του ΔΣΕ, καθώς και η κατοχή του Ζαγορίου από τους αντάρτες έκανε την ακριτική κωμόπολη ευάλωτη σε επίθεση. Στις 24 Δεκεμβρίου 1947 σχηματίστηκε στον Γράμμο η πρώτη κυβέρνηση των ανταρτών. Πρωθυπουργός και Υπουργός Στρατιωτικών ανέλαβε ο Μάρκος Βαφειάδης, Υπουργός Δικαιοσύνης ο Πορφυρογένης, Υπουργός Πρόνοιας ο Πέτρος Κόκκαλης, αν και δεν ήταν μέλος του ΚΚΕ, ενώ τα υπόλοιπα στελέχη της ήταν μέλη του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ(Ρούσος, Μπαρτζιώτας, Βλαντάς, Στρίγκος). Έμενε μόνο η κατάληψη μιας πόλης που θα αποτελούσε έδρα της νέας αυτής κυβέρνησης με απώτερο σκοπό την αναγνώριση από τα γειτονικά κομμουνιστικά κράτη. Η Κόνιτσα βρίσκεται δίπλα σχεδόν στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Και όπως είναι γνωστό η Αλβανία αποτελούσε καταφύγιο για τους αντάρτες του ΔΣΕ. Την ευθύνη για την άμυνα της Κόνιτσας είχε η 75η Ταξιαρχία υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη (ΠΖ) Κωνσταντίνου Δόβα, γνωστού μας από το βασιλικό αντικίνημα του 1967. Η Ταξιαρχία διέθετε δύο τάγματα για την άμυνα της κωμόπολης: το 582 ΤΟ, με Διοικητή τον Ταγματάρχη Περίδη, γνωστό μας επίσης από το αντικίνημα και το 584 ΤΠ, που διοικούσε ο Αντισυνταγματάρχης Παλλαντά ς. Μέσα στην κωμόπολη υπήρχαν λίγοι χωροφύλακες, άνδρες των ΜΑΥ, στοιχεία όλμων και δύο πεδινά πυροβόλα. Συνολικά, υπήρχαν περίπου 1.300 άνδρες των κυβερνητικών δυνάμεων. Λόγω των Χριστουγέννων πολλοί αξιωματικοί και οπλίτες είχαν πάρει εορταστικές άδειες. Πάντως οι προφυλακές των κυβερνητικών δυνάμεων δεν είχαν εντοπίσει κινήσεις των ανταρτών. Ο Βαφειάδης στήριξε μεγάλο μέρος των πρσοδοκιών του στο στοιχείο του αιφνιδιασμού, λόγω της ημέρας των Χριστουγέννων.
Υπάρχει σοβαρή διχογνωμία μεταξύ των πηγών για το πόσοι ήταν οι άντρες του ΔΣΕ που επιτέθηκαν στην Κόνιτσα: 2.300, κατά την πρώτη πηγή, 4.000, κατά τη δεύτερη, 6.000 σύμφωνα με την τρίτη… Πάντως τις επιχειρήσεις διηύθηνε ουσιαστικά ο ίδιος ο Μάρκος Βαφειάδης που εγκαταστάθηκε στην Καστάνιανη Κονίτσης (υπάρχει και Καστάνιανη Πωγωνίου), 17 χλμ. μακριά από την Κόνιτσα. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Δασκαρόλη, ο Βαφειάδης είχε επιλέξει τους καλύτερους άνδρες του γι’ αυτή την επιχείρηση.
Σύμφωνα με το σχέδιο, η 16η Ταξιαρχία, υπό τον καπετάνιο Δημήτριο Ζυγούρα (Παλαιολόγο) (ο αριθμός των ανδρών της οποίας δεν αντιστοιχούσε σε «κανονική» αριθμητική δύναμη), θα καταλάμβανε τη γέφυρα Μπουραζάνι κρίσιμη για την ασφάλεια της Κόνιτσας καθώς ήταν ο μόνος άμεσος δρόμος επικοινωνίας με τις γύρω περιοχές. Η δεύτερη Ταξιαρχία θα αναλάμβανε να αποκρούσει τυχόν επιθέσεις δυνάμεων του ΕΣ που θα έσπευδαν από το Καλπάκι και η επίλεκτη 32η Ταξιαρχία του Γεώργιου Σοφιανού, αποτελούμενη από τα Τάγματα «Ερμής», «Καράμπεης», «Κόλλιας» και «Ορέστης», θα έκανε την τελική επίθεση στην πόλη. Η κομμουνιστική επίθεση εκδηλώθηκε στις 6 π.μ. των Χριστουγέννων του 1947, από την 32η Ταξιαρχία στον Προφήτη Ηλία, για να καταλάβει το ύψωμα που δέσποζε εκεί. Η Ταξιαρχία Παλαιολόγου επιτέθηκε με σφοδρότητα στο Μπουραζάνι και κατέλαβε τη γέφυρα. Ο Διοικητής των δυνάμεων που την υπεράσπιζαν Υπολοχαγός Θεόδωρος Βήττος και πολλοί άνδρες του σκοτώθηκαν. Ελάχιστοι κατάφεραν να ξεφύγουν. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ έτσι έκοψαν κάθε επικοινωνία της Κόνιτσας με τον «έξω κόσμο». Η Ταξιαρχία Παλαιολόγου συνέχισε καταλαμβάνοντας τα υψώματα Βίγλα, Πελεκάνια και Μαυροβούνι. Το μεσημέρι των Χριστουγέννων ο Δόβας άρχισε να επιθεωρεί τις αμυντικές του θέσεις. Το όχημα του όμως προσέκρουσε σε νάρκη και ο ίδιοςι τραυματίστηκε σοβαρά στα πόδια. Διοικητής των υπερασπιστών της Κόνιτσας ανέλαβε ο Αν/χης Παλλαντάς…
Οι δυνάμεις του ΔΣΕ πάντως αδυνατούσαν να καταλάβουν το ύψωμα Ιτιά, το «κλειδί» της Κόνιτσας. Οι υπεραπιστές του υψώματος είχαν όμως 4 αξιωματικούς και 38 οπλίτες νεκρούς ή αγνοούμενους, ενώ εκτός μάχης είχαν τεθεί 5 αξιωματικοί και 35 οπλίτες. Στις 26 Δεκεμβρίου οι υπερσπιστές της Ιτιάς βρέθηκαν σε τραγική θέση. Ο Διοικητής Στρατιάς Βεντήρης διέταξε αεροπλάνα Spitfire και Dakota να ρίξουν εφόδια και πυρομαχικά στις δυνάμεις του ΕΣ. Κι αυτό ήταν πολύ δύσκολο καθώς, για πρώτη φορά, αεροπλάνα της ΕΒΑ δέχονταν αντιαεροπορικά πυρά από τους αντάρτες. Ο Παλλαντάς αποφάσισε να διατάξει υποχώρηση μέσα στην Κόνιτσα στη «γραμμή» Προφήτης Ηλίας – Άγιος Αθανάσιος όπου θα δινόταν μάχη μέχρις εσχάτων. Οι άνδρες του ΔΣΕ που επιτέθηκαν στην Κόνιτσα ήταν οι πιο σκληροπυρηνικοί οπαδοί του ΚΚΕ. Με χωνιά καλούσαν τους άνδρες του ΕΣ να σκοτώσουν τους αξιωματικούς τους και να αυτομολήσουν στον ΔΣΕ! Το βράδυ της 27ης Δεκεμβρίου, 200 οπλοφόροι του ΔΣΕ επιτέθηκαν στην Κόνιτσα και το επόμενο πρωί έγινε νέα επίθεση στο Μαυροβούνι. Έγιναν και δύο νυχτερινές επιθέσεις που συνέτριψαν τις δυνάμεις των αμυνομένων, ο Διοικητής των οποίων, Λοχαγός Νικόλαος Τσουπάκης σκοτώθηκε. Η Κόνιτσα βρίσκοταν στο έλεος του ΔΣΕ, οι άνδρες του οποίου όμως δεν εκμεταλλεύτηκαν την επιτυχία τους, λόγω σοβαρών οργανωτικών αδυναμιών και έλλειψης συνεννόησης. Έτσι, οι κυβερνητικές δυνάμεις βρήκαν την ευκαιρία με τη χρήση αντιαρματικών όπλων (Piat) να κατεδαφίσουν τα σπίτια που είχαν καταλάβει οι άνδρες του ΔΣΕ. 35 από αυτούς δεν πρόλαβαν να βγουν από αυτά και βρέθηκαν θαμμένοι στα ερείπια. Οι κάτοικοι της Κόνιτσας βοηθούσαν με κάθε τρόπο τις κυβερνητικές δυνάμεις, ενώ όλη η Ελλάδα παρακολουθούσε, από τα μέσα της εποχής, με αγωνία τις εξελίξεις. Γίνονταν ακόμα και έρανοι για τους υπερασπιστές της κωμόπολης, ενώ, ενδεικτικά, οι ιδιοκτήτες των πορθμείων Περάματος -Σαλαμίνας έστειλαν πολλές κούτες με τσιγάρα στη φρουρά της.
Ο Βαφειάδης αποφάσισε να γίνει η τελική ολομέτωπη επίθεση κατά της Κόνιτσας τα ξημερώματα της 31/12/1947. Παρά τις αρχικές του επιτυχίες ο ΔΣΕ δέχτηκε ισχυρό πλήγμα από την είσοδο του 527 ΤΟ, μιας διλοχίας υπό τον Ταγματάρχη Γέωργιο Λυγεράκη, παλιό καπετάνιο του ΕΔΕΣ αλλά και χωροφυλάκων (κυρίως παλιών ανταρτών του ΕΔΕΣ) στην Κόνιτσα. Αυτοί πέρασαν τον Βοϊδομάτη από τη γέφυρα Ρομπόκη, υπερνικώντας τους άνδρες του ΔΣΕ που βρίσκονταν εκεί. Την 1/1/1948 μπήκε με αερομεταφορά, στην Κόνιτσα και η Γ’ Μοίρα Καταδρομών (ΛΟΚ) ενώ στις 3/1/1948 έφτασε και η πρώτη εφοδιοπομπή από τη γέφυρα Ρομπόκη. Τελευταίο εμπόδιο για τον ΕΣ ήταν η εκδίωξη του ΔΣΕ από τη μία όχθη του ποταμού Αώου στο Μπουραζάνι. Η λύση δόθηκε από Μοίρα των ΛΟΚ που μετά από μία επικίνδυνη νυχτερινή πορεία, τα ξημερώματα της 4ης Ιανουαρίου 1948 κατέλαβε το ύψωμα Λυκόμορο, κομβικό σημείο της περιοχής. Η άφιξη και του 582 ΤΠ υπό τον Ταγματάρχη Περίδη αποθάρρυνε τους άνδρες του ΔΣΕ για κάθε περαιτέρω ενέργεια. Το πρωί της 6ης Ιανουαρίου 1948, το 528 ΤΠ ανακατέλαβε και το ύψωμα Ιτιά. Η μάχη της Κόνιτσας είχε λήξει με βαρύτατες απώλειες εκατέρωθεν (και εδώ οι αριθμοί δεν συμφωνούν): ο ΕΣ είχε 149 νεκρούς, 69 αγνοούμενους και 458 τραυματίες (κατά τον Ιωάννη Δασκαρόλη, σύνολο δηλ. 676, ενώ ο Γ. Ζουρίδης γράφει για συνολικά 513 νεκρούς, τραυματίες και αγνοούμενους. Ο ΔΣΕ είχε 248 νεκρούς και 77 τραυματίες (Γ. Ζουρίδης), ενώ κατά τον Ι. Δασκαρόλη είχε 458 νεκρούς και 217 τραυματίες (σύμφωνα με στοιχεία του ΕΣ).
Επίλογος
Στις 7/1/1948, σε μια ριψοκίνδυνη ενέργεια, η τότε βασίλισσα Φρειδερίκη επισκέφθηκε την Κόνιτσα. Η νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων πανηγυρίστηκε έξαλλα: η Βουλή, η Ακαδημία Αθηνών, το ΕΜΠ και πλήθος οργανώσεων έστειλαν συγχαρητήρια ψηφίσματα στη φρουρά της πόλης και τους κατοίκους της. Η μεγάλη ευθύνη για την αποτυχία του ΔΣΕ στην Κόνιτσα ανήκει στον Μάρκο Βαφειάδη που βαρύνεται με την κωλυσιεργία των ανδρών του όταν μπήκαν στην πόλη και την μη κατάληψη των, κομβικής σημασίας υψωμάτων Προφήτης Ηλίας και Άγιος Αθανάσιος. Ο ίδιος έριξε την ευθύνη στους διοικητές των Ταξιαρχιών. Σε συνέντευξή του το 1983 στον Δ. Γουσίδη είπε ότι δεν πίστευε στην επιτυχία της επιχείρησης καθώς τα τμήματα του ΔΣΕ ήταν καταπονημένα. Τότε γιατί τη διέταξε, την οργάνωσε και την επέβλεψε προσωπικά; Αριστεροί συγγραφείς (Γρηγοριάδης, Ιντ) ρίχνουν ευθύνες και στον Ζαχαριάδη για τη βιαστική απόφασή του να μετατραπεί ο αντάρτικος στρατός σε τακτικός. Η ουσία είναι ότι στην πρώτη σοβαρή μάχη εκ παρατάξεως, ο ΔΣΕ ηττήθηκε. Ούτε το Μέτσοβο, ούτε η Κόνιτσα, ούτε οι Φιλιάτες (υπήρχε κι αυτό το σχέδιο) έγιναν πρωτεύουσες της «κυβέρνησης των βουνών». Και τον επόμενο χρόνο με την ξεκάθαρη νίκη των κυβερνητικων δυνάμεων, ο αδελφοκτόνος σπαραγμός που έφερε για μια ακόμα φορά στην επιφάνεια το πανάρχαιο ελάττωμα των Ελλήνων, τη διχόνοια, έλαβε τέλος.
Πηγές:
Ιωάννης Β. Δασκαρόλης, «Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1947», ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ, Τ. 677, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2024
Γεώργιος Ζουρίδης, «Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΟΝΙΤΣΑΣ», ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, Τ. 70, ΙΟΥΝΙΟΣ 2002
Ιωάννα Παπαθανασίου, «Ο δρόμος της μη επιστροφής: το τετράμηνο Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1947», στο συλλογικό έργο «1946-1949, Ο Εμφύλιος Πόλεμος»
Αντώνιος Παπαδάκος, «ΟΙ ΛΟΚΑΤΖΗΔΕΣ ΣΤΗΝ ΚΟΝΙΤΣΑ», ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», Τ. 182, ΜΑΡΤΙΟΣ 2012
Το Σχέδιο «Τέρμινους» και οι μάχες του Μετσόβου
Από την άνοιξη του 1947 οι κυβερνητικές δυνάμεις ξεκίνησαν μια επίθεση για την εκκαθάριση της Κεντρικής Μακεδονίας από τις δυνάμεις των ανταρτών. Η επιχείρηση είχε την κωδική ονομασία «Τέρμινους» και στο πλαίσιό της έγιναν 31 υποεπιχείρησεις με πενιχρά αποτελέσματα. Στα τέλη Ιουνίου άρχισε η επιχείρηση «Κόραξ» με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη του Γράμμου. Η 8η Μεραρχία Ηπείρου, υπό τον Στρατηγό Θωμά Πεζόπουλο, συνεπικουρούμενη από δύο ακόμα Μεραρχίες του Β’ Σώματος Στρατού εισέβαλε στα απόρθητα, ως τότε, κάστρα του ΔΣΕ. Τις δυνάμεις του ΔΣΕ διοικούσε ο Μάρκος Βαφειάδης. Αν και αυτοδίδακτος στρατιωτικός, χαρακτηριζόταν από τόλμη και αποφασιστικότητα, την ικανότητα να προβλέπει τις κινήσεις του αντιπάλου και ήταν άριστος σε επίπεδο τακτικής. Δεν είχε όμως στρατιωτική παιδεία και υστερούσε στη διοίκηση και τον συντονισμό μεγάλων επιχειρήσεων. Αντέδρασε στη μετατροπή του ΔΣΕ από αντάρτικο σε τακτικό στρατό, δεν τόλμησε όμως να διαφωνήσει ανοιχτά με τον Ζαχαριάδη. Ίσως αυτή ήταν η μεγάλη αδυναμία του Βαφειάδη: υπάκουγε πάντα τις εντολές των ανωτέρων του, ακόμα και αν θεωρούσε ότι ήταν λανθασμένες. Βλέποντας ο Βαφειάδης ότι αν η επιχείρηση «Κόραξ» πετύχαινε, θα καταλαμβανόταν ο Γράμμος έκανε μια τολμηρή κίνηση αντιπερισπασμού. Άφησε τέσσερα τάγματα μειωμένης σύνθεσης για τη φρούρηση του Γράμμου και με τις υπόλοιπες δυνάμεις του δημιούργησε δύο ισχυρούς σχηματισμούς που θα έμπαιναν στην Ήπειρο, χτυπώντας από τα νότια την VIII Μεραρχία. Τη νύχτα της 12ης προς 13η Ιουλίου, ισχυρές δυνάμεις του ΔΣΕ διασκόρπισαν έναν Λόχο του ΕΣ και κατέλαβαν τη γέφυρα Μπουραζάνι, από την οποία περνούσε η κύρια οδική αρτηρία που συνδέει την Κόνιτσα με τα Γιάννενα. Η διοίκηση της VIII Μεραρχίας αντέδρασε άμεσα, αποσύροντας τμήματα από τον Γράμμο, τα οποία επιτέθηκαν στα νώτα των ανταρτικών δυνάμεων που πλησίαζαν στο Καλπάκι (απέχει περίπου 35 χλμ από τα Γιάννενα).
Η παρουσία ανταρτικών δυνάμεων τόσο κοντά στην πρωτεύουσα της Ηπείρου προκάλεσε πανικό στους κατοίκους της, αλλά και τις στρατιωτικές Αρχές της πόλης. Ο πυκνός καπνός που έβγαινε από τα παράθυρα του διοικητηρίου της Μεραρχίας, από τα απόρρητα έγγραφα που καίγονταν οδήγησε πολλούς κατοίκους στο συμπέρασμα ότι η πόλη θα καταληφθεί από τον ΔΣΕ και άρχισαν να ετοιμάζονται να την εγκαταλείψουν . Ο πανικός μεταδόθηκε και στην Αθήνα. Γεμάτος αγωνία ο βασιλιάς Παύλος έσπευσε στο Γενικό Επιτελείο και ρώτησε αν κινδύνευε η πόλη των Ιωαννίνων. Τον καθησύχασαν, ο βοηθός Αρχηγού ΓΕΣ Υποστράτηγος Τσακαλώτος και ο Συνταγματάρχης Λάμαρης του Γραφείου Επιχειρήσεων. Οι αντάρτες έφτασαν 22 χλμ έφυγε έξω από τα Γιάννενα και προσπάθησαν να καταλάβουν την πόλη. Όμως η αντίσταση της φρουράς των Ιωαννίνων ήταν τόσο σθεναρή, που τους υποχρέωσε να υποχωρήσουν προς την Πίνδο μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, αφήνοντας πίσω τους 120 νεκρούς και 90 αιχμαλώτους. Οι αντάρτες κατευθύνθηκαν προς τα Γρεβενά. Ισχυρές κυβερνητικές δυνάμεις από την Αθήνα και την Καλαμπάκα κυνήγησαν τους άνδρες του ΔΣΕ, οι οποίοι κατέφυγαν στον Γράμμο και το Βίτσι. Στις αρχές Οκτωβρίου 1947 έγινε στον Βόλο ευρεία πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη, στην οποία μετείχε και ο Παύλος. Εκεί αποφασίστηκε ότι ήταν επιτακτική ανάγκη, να καταληφθούν ο Γράμμος και το Βίτσι. Χρειαζόταν όμως η ανάγκη απόκτησης από τον ΕΣ περισσότερων ορεινών πυροβόλων, η μετατροπή Μεραρχιών Πεζικού σε Ορεινές, μετά από κατάλληλη εκπαίδευση του προσωπικού τους και η έμφαση της εκπαίδευσης του Πεζικού σε νυχτερινές επιχειρήσεις.
Στις 22:00 της 18ης Οκτωβρίου 1947 η περιοχή γύρω από το χωριό Χρυσοβίτσα στις παρυφές του Μετσόβου σείστηκε από πυρά αυτομάτων όπλων και πολυβόλων. Δέκα Τάγματα ανταρτών (3.000 άνδρες περίπου) προερχόμενα από τα αρχηγεία Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου πραγματοποίησαν επίθεση για την κατάληψη του Μετσόβου και των γύρω υψωμάτων, καθώς και την αποκοπή των οδικών αρτηριών που συνέδεαν το Μέτσοβο με τα Γιάννενα και την Καλαμπάκα. Το ΓΕΣ δεχόταν αντιφατικές πληροφορίες για το τι συμβαίνει. Ο ΕΣ στην περιοχή είχε παρατάξει την 75η Ταξιαρχία της VIII Μεραρχίας υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη Δόβα, η οποία βρισκόταν διεσπαρμένη σε διάφορα σημεία της δημόσιας οδού, ενώ το 584 Τάγμα Πεζικού, με Διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Παλλαντά, έναν ικανότατο και γενναίο αξιωματικό, που είχε λάβει θέσεις στα υψώματα Καρακόλι και Τσούμα, στις παρυφές του Μετσόβου, το οποίο υπερασπιζόνταν λίγοι άνδρες του 584 Τ.Π., Χωροφύλακες και άνδρες των ΜΑΥ. Το βράδυ της18ης Οκτωβρίου 1947 άνδρες του ΔΣΕ επιχείρησαν με λυσσαλέες επιθέσεις να καταλάβουν τα υψώματα που υπερασπιζόταν το 584 Τ.Π.
Οι άνδρες του Παλλαντά απέκρουσαν τις νυχτερινές επιθέσεις, όπως και τις πρωινές της επόμενης μέρας, που έγιναν με χειροβομβίδες. Όμως με ευφυή ελιγμό άνδρες του ΔΣΕ μέσω Κατάρας έφτασαν στο Ανήλιο και μπήκαν στην κωμόπολη από την ανατολική πλευρά. Κατέλαβαν το Μέτσοβο, πυρπόλησαν το σχολείο και το κτίριο της Χωροφυλακής και άρχισαν να εκτελούν εθνικόφρονες. Ο Δήμαρχος Μετσόβου Βασίλειος Ζαούσης φοβούμενος τη σύλληψή του, αυτοκτόνησε με το περίστροφό του στο σπίτι του. Εκείνο το βράδυ οι άνδρες του Παλλαντά βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση. Ο εχθρός ήταν πολυάριθμος και άρχισε να παρατηρείται έλλειψη εφοδίων και πυρομαχικών. Ούτε νερό μπορούσαν να πάρουν οι άνδρες του ΕΣ, καθώς οι πηγές της πόλης βρίσκονταν υπό τα συνεχή πυρά των όλμων των ανταρτών. Γύρω στα μεσάνυχτα της 19ης Οκτωβρίου, ως από μηχανής θεός εμφανίστηκε μια διλοχία του 628 Τ.Π., από το χωριό Βοτονόσι που έφερε ενισχύσεις και πυρομαχικά στους άνδρες του Παλλαντά. Τα ξημερώματα της 20/10 ο Παλλαντάς με τρεις λόχους εξαπέλυσε αντεπίθεση για την ανακατάληψη του Μετσόβου. Οδομαχίες, ακόμα και συγκρούσεις μέσα σε σπίτια που «εκκαθαρίστηκαν» με χειροβομβίδες έληξαν το βράδυ της 20ης Οκτωβρίου με επικράτηση του ΕΣ. Σε απάντηση συγχαρητηρίου σήματος από τη διοίκηση της VIII Μεραρχίας, ο Παλλαντάς τόνισε: «Οι άνδρες μου και εγώ θα πέσουμε μέχρις ενός αλλά το Μέτσοβο δεν θα γίνει πρωτεύουσα του Μάρκου». Στο μέτωπο της Χρυσοβίτσας όμως οι επιθέσεις των ανταρτών συνεχίζονταν με αμείωτη σφοδρότητα. Στις 23/10 η ΕΒΑ έριξε στις δυνάμεις του Παλλαντά εφόδια και πυρομαχικά. Δυνάμεις του ΕΣ μέσα σε σφοδρή χιονοθύελλα κατάφεραν να σπάσουν το μέτωπο των ανταρτών στην Κατάρα. Τελικά, παρά τη λυσσαλέα αντίστασή τους οι αντάρτες απαγκιστρώθηκαν από τις θέσεις τους. Στις 6 Νοεμβρίου οι μάχες έληξαν με νίκη του ΕΣ. Η πρώτη προσπάθεια του ΔΣΕ να καταλάβει πόλη (κωμόπολη ουσιαστικά), που θα αποτελούσε πρωτεύουσα του κράτους που σχεδίαζε το ΚΚΕ απέτυχε. Ο Παλλαντάς έγινε ήρωας. Στον ίδιο ήταν γραφτό, σχεδόν δύο μήνες αργότερα, να υπερασπιστεί και την ακριτική Κόνιτσα…
Η μάχη της Κόνιτσας
Αν και ο ΔΣΕ απέτυχε να καταλάβει το Μέτσοβο, ο Βαφειάδης πέτυχε τον αντικειμενικό σκοπό του. Ο ΕΣ αναγκάστηκε να αποσύρει έξι από τα εννιά Τάγματα που είχε στείλει στον Γράμμο και το Βίτσι και τα έστειλε στο Μέτσοβο. Οι αντάρτες είχαν δημιουργήσει «σφήνες» στα πλευρά και τα νώτα της VIII Μεραρχίας. Η πρώτη βρισκόταν στην οροσειρά της Μουργκάνας και είχε τη βάση της στα σύνορα με την Αλβανία (σχετικό άρθρο μας στις 8/9/2019), η δεύτερη στο Πωγώνι (σχετικό άρθρο μας στις 15/8/2023), απ΄όπου μπορούσε να παρενοχλεί τις κυβερνητικές δυνάμεις που κινούνταν μεταξύ Ιωαννίνων και Κόνιτσας και η τρίτη στη Λάκκα Σούλι, απ΄όπου μπορούσε σποραδικά να διακόπτει την επικοινωνία Ιωαννίνων – Πρεβέζης. Οι πληροφορίες που έφταναν στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΣ ήταν ανησυχητικές. Ο ΔΣΕ είχε λάβει τον Οκτώβριο του 1947 από τον Τίτο 25 πυροβόλα των 75 mm και 10 των 105 mm. Υπήρχαν βέβαια και άλλες πληροφορίες, ότι ο ΔΣΕ θα επιτεθεί στα Γιάννενα. Ο Ζαχαριάδης όμως δεν είχε στο μυαλό του κάτι τέτοιο. Σκόπευε να καταλάβει την Κόνιτσα. Η παρουσία στη Μουργκάνα και το Πωγώνι ισχυρών δυνάμεων του ΔΣΕ, καθώς και η κατοχή του Ζαγορίου από τους αντάρτες έκανε την ακριτική κωμόπολη ευάλωτη σε επίθεση. Στις 24 Δεκεμβρίου 1947 σχηματίστηκε στον Γράμμο η πρώτη κυβέρνηση των ανταρτών. Πρωθυπουργός και Υπουργός Στρατιωτικών ανέλαβε ο Μάρκος Βαφειάδης, Υπουργός Δικαιοσύνης ο Πορφυρογένης, Υπουργός Πρόνοιας ο Πέτρος Κόκκαλης, αν και δεν ήταν μέλος του ΚΚΕ, ενώ τα υπόλοιπα στελέχη της ήταν μέλη του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ(Ρούσος, Μπαρτζιώτας, Βλαντάς, Στρίγκος). Έμενε μόνο η κατάληψη μιας πόλης που θα αποτελούσε έδρα της νέας αυτής κυβέρνησης με απώτερο σκοπό την αναγνώριση από τα γειτονικά κομμουνιστικά κράτη. Η Κόνιτσα βρίσκεται δίπλα σχεδόν στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Και όπως είναι γνωστό η Αλβανία αποτελούσε καταφύγιο για τους αντάρτες του ΔΣΕ. Την ευθύνη για την άμυνα της Κόνιτσας είχε η 75η Ταξιαρχία υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη (ΠΖ) Κωνσταντίνου Δόβα, γνωστού μας από το βασιλικό αντικίνημα του 1967. Η Ταξιαρχία διέθετε δύο τάγματα για την άμυνα της κωμόπολης: το 582 ΤΟ, με Διοικητή τον Ταγματάρχη Περίδη, γνωστό μας επίσης από το αντικίνημα και το 584 ΤΠ, που διοικούσε ο Αντισυνταγματάρχης Παλλαντά ς. Μέσα στην κωμόπολη υπήρχαν λίγοι χωροφύλακες, άνδρες των ΜΑΥ, στοιχεία όλμων και δύο πεδινά πυροβόλα. Συνολικά, υπήρχαν περίπου 1.300 άνδρες των κυβερνητικών δυνάμεων. Λόγω των Χριστουγέννων πολλοί αξιωματικοί και οπλίτες είχαν πάρει εορταστικές άδειες. Πάντως οι προφυλακές των κυβερνητικών δυνάμεων δεν είχαν εντοπίσει κινήσεις των ανταρτών. Ο Βαφειάδης στήριξε μεγάλο μέρος των πρσοδοκιών του στο στοιχείο του αιφνιδιασμού, λόγω της ημέρας των Χριστουγέννων.
Υπάρχει σοβαρή διχογνωμία μεταξύ των πηγών για το πόσοι ήταν οι άντρες του ΔΣΕ που επιτέθηκαν στην Κόνιτσα: 2.300, κατά την πρώτη πηγή, 4.000, κατά τη δεύτερη, 6.000 σύμφωνα με την τρίτη… Πάντως τις επιχειρήσεις διηύθηνε ουσιαστικά ο ίδιος ο Μάρκος Βαφειάδης που εγκαταστάθηκε στην Καστάνιανη Κονίτσης (υπάρχει και Καστάνιανη Πωγωνίου), 17 χλμ. μακριά από την Κόνιτσα. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Δασκαρόλη, ο Βαφειάδης είχε επιλέξει τους καλύτερους άνδρες του γι’ αυτή την επιχείρηση.
Σύμφωνα με το σχέδιο, η 16η Ταξιαρχία, υπό τον καπετάνιο Δημήτριο Ζυγούρα (Παλαιολόγο) (ο αριθμός των ανδρών της οποίας δεν αντιστοιχούσε σε «κανονική» αριθμητική δύναμη), θα καταλάμβανε τη γέφυρα Μπουραζάνι κρίσιμη για την ασφάλεια της Κόνιτσας καθώς ήταν ο μόνος άμεσος δρόμος επικοινωνίας με τις γύρω περιοχές. Η δεύτερη Ταξιαρχία θα αναλάμβανε να αποκρούσει τυχόν επιθέσεις δυνάμεων του ΕΣ που θα έσπευδαν από το Καλπάκι και η επίλεκτη 32η Ταξιαρχία του Γεώργιου Σοφιανού, αποτελούμενη από τα Τάγματα «Ερμής», «Καράμπεης», «Κόλλιας» και «Ορέστης», θα έκανε την τελική επίθεση στην πόλη. Η κομμουνιστική επίθεση εκδηλώθηκε στις 6 π.μ. των Χριστουγέννων του 1947, από την 32η Ταξιαρχία στον Προφήτη Ηλία, για να καταλάβει το ύψωμα που δέσποζε εκεί. Η Ταξιαρχία Παλαιολόγου επιτέθηκε με σφοδρότητα στο Μπουραζάνι και κατέλαβε τη γέφυρα. Ο Διοικητής των δυνάμεων που την υπεράσπιζαν Υπολοχαγός Θεόδωρος Βήττος και πολλοί άνδρες του σκοτώθηκαν. Ελάχιστοι κατάφεραν να ξεφύγουν. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ έτσι έκοψαν κάθε επικοινωνία της Κόνιτσας με τον «έξω κόσμο». Η Ταξιαρχία Παλαιολόγου συνέχισε καταλαμβάνοντας τα υψώματα Βίγλα, Πελεκάνια και Μαυροβούνι. Το μεσημέρι των Χριστουγέννων ο Δόβας άρχισε να επιθεωρεί τις αμυντικές του θέσεις. Το όχημα του όμως προσέκρουσε σε νάρκη και ο ίδιοςι τραυματίστηκε σοβαρά στα πόδια. Διοικητής των υπερασπιστών της Κόνιτσας ανέλαβε ο Αν/χης Παλλαντάς…
Οι δυνάμεις του ΔΣΕ πάντως αδυνατούσαν να καταλάβουν το ύψωμα Ιτιά, το «κλειδί» της Κόνιτσας. Οι υπεραπιστές του υψώματος είχαν όμως 4 αξιωματικούς και 38 οπλίτες νεκρούς ή αγνοούμενους, ενώ εκτός μάχης είχαν τεθεί 5 αξιωματικοί και 35 οπλίτες. Στις 26 Δεκεμβρίου οι υπερσπιστές της Ιτιάς βρέθηκαν σε τραγική θέση. Ο Διοικητής Στρατιάς Βεντήρης διέταξε αεροπλάνα Spitfire και Dakota να ρίξουν εφόδια και πυρομαχικά στις δυνάμεις του ΕΣ. Κι αυτό ήταν πολύ δύσκολο καθώς, για πρώτη φορά, αεροπλάνα της ΕΒΑ δέχονταν αντιαεροπορικά πυρά από τους αντάρτες. Ο Παλλαντάς αποφάσισε να διατάξει υποχώρηση μέσα στην Κόνιτσα στη «γραμμή» Προφήτης Ηλίας – Άγιος Αθανάσιος όπου θα δινόταν μάχη μέχρις εσχάτων. Οι άνδρες του ΔΣΕ που επιτέθηκαν στην Κόνιτσα ήταν οι πιο σκληροπυρηνικοί οπαδοί του ΚΚΕ. Με χωνιά καλούσαν τους άνδρες του ΕΣ να σκοτώσουν τους αξιωματικούς τους και να αυτομολήσουν στον ΔΣΕ! Το βράδυ της 27ης Δεκεμβρίου, 200 οπλοφόροι του ΔΣΕ επιτέθηκαν στην Κόνιτσα και το επόμενο πρωί έγινε νέα επίθεση στο Μαυροβούνι. Έγιναν και δύο νυχτερινές επιθέσεις που συνέτριψαν τις δυνάμεις των αμυνομένων, ο Διοικητής των οποίων, Λοχαγός Νικόλαος Τσουπάκης σκοτώθηκε. Η Κόνιτσα βρίσκοταν στο έλεος του ΔΣΕ, οι άνδρες του οποίου όμως δεν εκμεταλλεύτηκαν την επιτυχία τους, λόγω σοβαρών οργανωτικών αδυναμιών και έλλειψης συνεννόησης. Έτσι, οι κυβερνητικές δυνάμεις βρήκαν την ευκαιρία με τη χρήση αντιαρματικών όπλων (Piat) να κατεδαφίσουν τα σπίτια που είχαν καταλάβει οι άνδρες του ΔΣΕ. 35 από αυτούς δεν πρόλαβαν να βγουν από αυτά και βρέθηκαν θαμμένοι στα ερείπια. Οι κάτοικοι της Κόνιτσας βοηθούσαν με κάθε τρόπο τις κυβερνητικές δυνάμεις, ενώ όλη η Ελλάδα παρακολουθούσε, από τα μέσα της εποχής, με αγωνία τις εξελίξεις. Γίνονταν ακόμα και έρανοι για τους υπερασπιστές της κωμόπολης, ενώ, ενδεικτικά, οι ιδιοκτήτες των πορθμείων Περάματος -Σαλαμίνας έστειλαν πολλές κούτες με τσιγάρα στη φρουρά της.
Ο Βαφειάδης αποφάσισε να γίνει η τελική ολομέτωπη επίθεση κατά της Κόνιτσας τα ξημερώματα της 31/12/1947. Παρά τις αρχικές του επιτυχίες ο ΔΣΕ δέχτηκε ισχυρό πλήγμα από την είσοδο του 527 ΤΟ, μιας διλοχίας υπό τον Ταγματάρχη Γέωργιο Λυγεράκη, παλιό καπετάνιο του ΕΔΕΣ αλλά και χωροφυλάκων (κυρίως παλιών ανταρτών του ΕΔΕΣ) στην Κόνιτσα. Αυτοί πέρασαν τον Βοϊδομάτη από τη γέφυρα Ρομπόκη, υπερνικώντας τους άνδρες του ΔΣΕ που βρίσκονταν εκεί. Την 1/1/1948 μπήκε με αερομεταφορά, στην Κόνιτσα και η Γ’ Μοίρα Καταδρομών (ΛΟΚ) ενώ στις 3/1/1948 έφτασε και η πρώτη εφοδιοπομπή από τη γέφυρα Ρομπόκη. Τελευταίο εμπόδιο για τον ΕΣ ήταν η εκδίωξη του ΔΣΕ από τη μία όχθη του ποταμού Αώου στο Μπουραζάνι. Η λύση δόθηκε από Μοίρα των ΛΟΚ που μετά από μία επικίνδυνη νυχτερινή πορεία, τα ξημερώματα της 4ης Ιανουαρίου 1948 κατέλαβε το ύψωμα Λυκόμορο, κομβικό σημείο της περιοχής. Η άφιξη και του 582 ΤΠ υπό τον Ταγματάρχη Περίδη αποθάρρυνε τους άνδρες του ΔΣΕ για κάθε περαιτέρω ενέργεια. Το πρωί της 6ης Ιανουαρίου 1948, το 528 ΤΠ ανακατέλαβε και το ύψωμα Ιτιά. Η μάχη της Κόνιτσας είχε λήξει με βαρύτατες απώλειες εκατέρωθεν (και εδώ οι αριθμοί δεν συμφωνούν): ο ΕΣ είχε 149 νεκρούς, 69 αγνοούμενους και 458 τραυματίες (κατά τον Ιωάννη Δασκαρόλη, σύνολο δηλ. 676, ενώ ο Γ. Ζουρίδης γράφει για συνολικά 513 νεκρούς, τραυματίες και αγνοούμενους. Ο ΔΣΕ είχε 248 νεκρούς και 77 τραυματίες (Γ. Ζουρίδης), ενώ κατά τον Ι. Δασκαρόλη είχε 458 νεκρούς και 217 τραυματίες (σύμφωνα με στοιχεία του ΕΣ).
Επίλογος
Στις 7/1/1948, σε μια ριψοκίνδυνη ενέργεια, η τότε βασίλισσα Φρειδερίκη επισκέφθηκε την Κόνιτσα. Η νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων πανηγυρίστηκε έξαλλα: η Βουλή, η Ακαδημία Αθηνών, το ΕΜΠ και πλήθος οργανώσεων έστειλαν συγχαρητήρια ψηφίσματα στη φρουρά της πόλης και τους κατοίκους της. Η μεγάλη ευθύνη για την αποτυχία του ΔΣΕ στην Κόνιτσα ανήκει στον Μάρκο Βαφειάδη που βαρύνεται με την κωλυσιεργία των ανδρών του όταν μπήκαν στην πόλη και την μη κατάληψη των, κομβικής σημασίας υψωμάτων Προφήτης Ηλίας και Άγιος Αθανάσιος. Ο ίδιος έριξε την ευθύνη στους διοικητές των Ταξιαρχιών. Σε συνέντευξή του το 1983 στον Δ. Γουσίδη είπε ότι δεν πίστευε στην επιτυχία της επιχείρησης καθώς τα τμήματα του ΔΣΕ ήταν καταπονημένα. Τότε γιατί τη διέταξε, την οργάνωσε και την επέβλεψε προσωπικά; Αριστεροί συγγραφείς (Γρηγοριάδης, Ιντ) ρίχνουν ευθύνες και στον Ζαχαριάδη για τη βιαστική απόφασή του να μετατραπεί ο αντάρτικος στρατός σε τακτικός. Η ουσία είναι ότι στην πρώτη σοβαρή μάχη εκ παρατάξεως, ο ΔΣΕ ηττήθηκε. Ούτε το Μέτσοβο, ούτε η Κόνιτσα, ούτε οι Φιλιάτες (υπήρχε κι αυτό το σχέδιο) έγιναν πρωτεύουσες της «κυβέρνησης των βουνών». Και τον επόμενο χρόνο με την ξεκάθαρη νίκη των κυβερνητικων δυνάμεων, ο αδελφοκτόνος σπαραγμός που έφερε για μια ακόμα φορά στην επιφάνεια το πανάρχαιο ελάττωμα των Ελλήνων, τη διχόνοια, έλαβε τέλος.
Πηγές:
Ιωάννης Β. Δασκαρόλης, «Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1947», ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ, Τ. 677, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2024
Γεώργιος Ζουρίδης, «Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΟΝΙΤΣΑΣ», ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, Τ. 70, ΙΟΥΝΙΟΣ 2002
Ιωάννα Παπαθανασίου, «Ο δρόμος της μη επιστροφής: το τετράμηνο Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1947», στο συλλογικό έργο «1946-1949, Ο Εμφύλιος Πόλεμος»
Αντώνιος Παπαδάκος, «ΟΙ ΛΟΚΑΤΖΗΔΕΣ ΣΤΗΝ ΚΟΝΙΤΣΑ», ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», Τ. 182, ΜΑΡΤΙΟΣ 2012
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα