«Πόρνη και γεννιέσαι και γίνεσαι»

Ο σπαραγμός της πόρνης «Μαίρης» στα «Κόκκινα Φανάρια» του Εθνικού είναι ο σπαραγμός μιας γυναίκας που τα έχασε όλα γιατί τόλμησε να πιστέψει στην αγάπη. Ενας σπαραγμός σε πλήρη αντιδιαστολή με την καταπληκτική επί σκηνής Κωνσταντίνα Μιχαήλ, που τα κέρδισε όλα επειδή τόλμησε να πιστέψει στις δικές της υποκριτικές δυνάμεις…

Τη γνώρισα πριν από χρόνια ως Λίλη στο «Love Sorry» και την απόλαυσα ως Ρένα στο σίριαλ «Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή». Κι από τότε, 13 χρόνια τώρα, ήμουν βέβαιη ότι η Κωνσταντίνα Μιχαήλ είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από το μοντέλο της ξανθιάς ανάλαφρης κοπελίτσας που κάποιοι προσπάθησαν να της φορέσουν με το στανιό. 

- Πολύς κόσμος αναρωτιόταν πού ήσουν όλο αυτό το διάστημα που μετρά αρκετά χρόνια απουσίας από τα τηλεοπτικά δρώμενα…
Ημουν στο θέατρο, αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα για τον πολύ κόσμο. Οσον αφορά στην τηλεόραση, έχω κάνει λίγες δουλειές δύο που γνωρίζετε και κάποιες «πατάτες». Κάποια στιγμή, μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας μέσα σ’ αυτό το πράγμα, έβλεπα ότι δεν με έπαιρνε άλλο. Ηθελα να κάνω κάτι πιο απαιτητικό, πιο βαθύ και δημιουργικό. Αν συνέχιζα εκείνη την τηλεοπτική πορεία θα ήμουν ένα συμπαθητικό κορίτσι της τηλεόρασης, κάτι που δεν με ενδιέφερε στο παραμικρό. Ετσι, λοιπόν, έφυγα μόνη μου από αυτή την κατηγορία, αναζητώντας κάτι διαφορετικό.

- Αυτό το διαφορετικό σε «αναγνώρισε» άμεσα;
Οχι, ούτε άμεσα, ούτε γρήγορα. Γι’ αυτό το διαφορετικό ήμουν μια λαοπρόβλητη άλλης κατηγορίας, χωρίς τα στοιχεία του ποιοτικού. Χτύπησα πολλές πόρτες, οι οποίες είτε δεν άνοιγαν καθόλου, είτε ο «νοικάρης» τους μου έλεγε: «Σας ξέρουμε! Τι γλυκιά, τι καλή! Εμείς, όμως, εδώ κάνουμε κάτι διαφορετικό», και μου έκλεινε κατάμουτρα την πόρτα. Αυτή η απόρριψη κράτησε τρία με τέσσερα χρόνια.



Κωνσταντίνα Μιχαήλ και Νικόλας Στραβοπόδης σε σκηνή από τα «Κόκκινα Φανάρια»

- Και πώς ζούσες όλο αυτό το διάστημα; Με αέρα κοπανιστό και με τη βοήθεια των γονιών μου. Κοίταξε, εγώ έζησα στο πετσί μου όλη την γκάμα του καλλιτέχνη που βρίσκεται από το φως στο σκοτάδι, από τα ψηλά στα χαμηλά κι από τα πολλά στο τίποτα. Ωστόσο δεν το μετανιώνω γιατί ήταν επιλογή μου, ζήτημα άποψης και θέμα δύναμης. Ηξερα πως το να περάσω από τα γλέντια της τηλεόρασης σε απαιτητικούς ρόλους του θεάτρου ήταν δύσκολο, αλλά δεν με ένοιαζε. Είπα ότι αυτό το έργο θα το δω όλο και έτσι όπως το φαντάζομαι, με τα δικά μου μάτια. Και το είδα…

- Μέσα από μια μεγάλη επαγγελματική κρίση, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια… Πολύ μεγάλη. Εγώ την κρίση την έζησα πριν από χρόνια και θεωρώ ότι κάθε κρίση, όσο βίαιη και οδυνηρή κι αν είναι, είναι αναγκαία για όλους μας. Είναι στο χέρι του καθενός από εμάς να ξαναγυρίσει στο παιχνίδι και να αλλάξει το χαρτί προς όφελός του.

- Συνέχισες, όσο χτυπούσες θεατρικές πόρτες, να δέχεσαι τηλεοπτικές προτάσεις; Ναι, αλλά ήταν όλες στυλιζαρισμένες στις επιτυχίες που είχα κάνει: η ξανθιά, η χαριτωμένη, η γλυκούλα και κερατωμένη μεγαλοαστή νοικοκυρά. Με επέλεγαν πάντα για ρόλους… ειδικής κερατολόγου. Κουράστηκα, βαρέθηκα και έφυγα.



Η Μαίρη του «σπιτιού» και ο πρωτάρης Αγγελος

- Τι έκανες εκείνα τα χρόνια που οι πόρτες των θεάτρων παρέμεναν για σένα κλειστές; Είχα βρει στην Κοζάνη ένα κέντρο αποθεραπείας παιδιών με αναπηρίες όπου έγραφα, σκηνοθετούσα και έπαιζα παραστάσεις. Εκεί αγάπησα τη διαφορετικότητα. Η επαφή με αυτά τα παιδιά και η αγάπη που πήρα ήταν ένα ψυχολογικό spa. Ξαφνικά είδα ότι τα μεγάλα πράγματα βρίσκονται αλλού και όχι στον θεατρικό ρόλο που δεν μπορούσα να πάρω. Οτι οφείλω να είμαι χαρούμενη από τη στιγμή που ένα παιδί με ειδικές ανάγκες είναι ευτυχισμένο επειδή καταφέρνει να κάνει δυο βήματα. Ξάφνου συνειδητοποίησα ότι μέχρι εκείνη τη στιγμή τα θεωρούσα όλα, κατά έναν βλακώδη και εγωιστικό τρόπο, αυτονόητα: αυτονόητη η επιλογή στην αγάπη, αυτονόητη η ομορφιά στο κορμί, αυτονόητο το μυαλό, αυτονόητοι οι φίλοι, αυτονόητη η οικογένεια. Ε, λοιπόν, τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Προχθές με πήρε ένας φίλος μου που έχει λευχαιμία και με πέτυχε σε μια στιγμή τρέλας και άγχους για το πώς θα αντιμετώπιζε ο κόσμος την παράστασή μας. Οταν, λοιπόν, τον άκουσα να μου λέει ότι είναι πανευτυχής επειδή ο γιατρός τού έδωσε άλλους τρεις μήνες ζωής ένιωσα απέραντα χαζή και είπα στον εαυτό μου: «Τι κάνεις έτσι, μωρή; Φτάνει να αναπνέεις κι όλα γίνονται!».  
   

- Πάμε στα «Κόκκινα Φανάρια». Γιατί είπες το «ναι»; Κατ’ αρχάς επειδή είναι δουλειά του Ρήγου, με τον οποίο συνεργάζομαι άψογα τα τελευταία δύο χρόνια και του οποίου σέβομαι και θαυμάζω την άποψη για τα καλλιτεχνικά πράγματα. Στη συνέχεια επειδή ήταν Εθνικό, που σήμαινε για μένα αποκατάσταση των πραγμάτων, και, τέλος, διότι ο ρόλος της πόρνης είναι ιδιαίτερα δελεαστικός.



Κωνσταντίνα Μιχαήλ, Ευγενία Δημητροπούλου


- Για να υποδυθείς την πόρνη αρκούν μόνο οι υποκριτικές ικανότητες; Οχι, για να μη σου πω ότι βλάπτουν κιόλας. Ο ρόλος αυτός απαιτεί ένστικτο και την ικανότητα να καταλάβεις ότι αυτές οι γυναίκες, που επιβιώνουν σε ένα τόσο σκληρό ανδρικό περιβάλλον, που τις χρησιμοποιεί για να τις πετάξει μετά, αναπτύσσουν ένα τέτοιο κέλυφος αντίστασης απέναντι στην πρωτόγνωρη ανάγκη του να αγαπήσουν και να αγαπηθούν που δεν σπάει με τίποτα. Γι’ αυτό και η επί σκηνής κατάρρευσή μου, όταν η ελπίδα της αγάπης ματαιώνεται, είναι τόσο ακραία και συντριπτική που δεν περιγράφεται με λέξεις.

- Πόρνη γεννιέσαι ή γίνεσαι; Νομίζω και τα δύο. Υπήρξε η Γκαμπριέλα που έγραψε και βιβλίο δηλώνοντας «γεννήθηκα πόρνη», υπάρχει και η «Μυρσίνη» των «Κόκκινων Φαναριών» που υποστηρίζει ότι τίποτα δεν αξίζει περισσότερο από το τομάρι μας, και υπάρχουν και εκείνες οι γυναίκες που γίνονται πόρνες, και μάλιστα με πολύ βίαιο τρόπο. Γυναίκες πάρα πολύ πονεμένες, οι οποίες δεν έχουν διέξοδο. Από εκεί και ύστερα υπάρχει η πόρνη στο κορμί, η πόρνη στην ψυχή και η πόρνη στο μυαλό.

- Ποιο είναι για σένα το χειρότερο είδος; Η πόρνη στην ψυχή.  Αλλά να σου πω κάτι; Αυτές οι γυναίκες μού αρέσουν. Εχουν πολύ ενδιαφέρον και ιδιαίτερα για τους ανθρώπους εκείνους που δεν έχουν αφήσει ποτέ τα ένστικτά τους να λειτουργήσουν σαν άγρια θηρία. Οι πόρνες στην ψυχή είναι άγρια θηρία που σου λένε «μάγκα μου, με εμένα έχεις να κάνεις και με το τέτοιο μου που πλήρωσε πολλά. Είμαι και άντρας και γυναίκα μαζί».  

- Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες θα μπορούσες να γίνεις πόρνη; Δεν μπορώ να απαντήσω υποθετικά. Ωστόσο πιστεύω ότι η συγκεκριμένη δουλειά έχει περάσει ως φαντασίωση από το μυαλό όλων των γυναικών, αλλά από την ωραιοποιημένη πλευρά της: να μας «πληρώσει» ο άνδρας που θέλουμε, ώστε να εμφανιστούμε μπροστά του με το ιδανικό outfit και το ανάλογο χρώμα στη ζαρτιέρα. Κάτι σαν την Τζούλια Ρόμπερτς στο «Pretty Woman» ή τη Μελίνα Μερκούρη στα «Παιδιά του Πειραιά». Ωστόσο τη στιγμή που ένας άνδρας θα τολμήσει να μας αντιμετωπίσει σαν πόρνες, είμαστε έτοιμες να του βγάλουμε τα μάτια.   



 
Μαρία Κίτσου και Νίκος Ψαρράς

- Στο θεατρικό υποδύεσαι τη Μαίρη, η οποία ερωτεύεται έναν πολύ μικρότερό της άνδρα, ο οποίος στο τέλος την παρατάει. Θεωρείς ότι αυτό είναι ένα κλισέ ζωής; Ναι, είναι ένα μελοδραματικό κλισέ ζωής που συμβαίνει πάντα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, και στο λέω από ιδία πείρα. Με έναν πολύ μικρότερό σου θα ζήσεις έναν πολύ μεγάλο έρωτα, αλλά μέχρι εκεί. Δεν γίνεται να κρατήσει μια τέτοια σχέση. Ο νεαρός άνδρας σε αγαπάει και σε λατρεύει από ένα πάθος κι όχι επειδή μπορεί να κατανοήσει και να αποδεχτεί για μια ολόκληρη ζωή τον ψυχικό σου κόσμο. Κάποια στιγμή θα θελήσει να κάνει την οικογένειά του και θα επιθυμήσει να δοκιμάσει άλλες καταστάσεις. Σχεδόν καμιά γυναίκα δεν μπορεί να ζει με αυτόν τον φόβο: τη διαρκή πάλη απέναντι στην πιο νέα και ωραία που θα περάσει από μπροστά της κλέβοντας τη ματιά του νεαρού συντρόφου της. Ετσι είναι ο νόμος της φύσης, τον σιχαίνομαι, αλλά δεν μπορώ να τον αλλάξω. Τι να πω στη μάνα ενός νεότερου άνδρα εκτός από «στον έκανα κιμπάρη, πάρ’ τον και δώσ’ τον σε μια νέα γυναίκα να κάνει οικογένεια». 
 

- Εσύ δεν θέλεις να κάνεις οικογένεια; Μπορεί να παντρευτώ μεγάλη. Οσον αφορά στα παιδιά, δεν προλαβαίνω πια, και, από την άλλη, δεν άκουσα ποτέ την καμπάνα της μητρότητας. Αγαπώ πάρα πολύ τα παιδιά, αλλά ποτέ δεν με απασχόλησε το να γίνω μάνα. 

- Τη Χρυσή Αυγή, ως θεατρική πόρνη, δεν τη φοβάσαι; Οχι, δεν τη φοβάμαι. Ως κόρη στρατιωτικού και απόφοιτος Θεολογίας ζω από πολύ μικρή μια κατάσταση πειθαρχίας και απόλυτης άποψης για τα πράγματα. Μεγαλώνοντας σε διάφορες γειτονιές έζησα και με Χρυσαυγίτες και με σκληροπυρηνικούς φασίστες και με εξτρεμιστικά στοιχεία και με αλλοδαπούς, με αποτέλεσμα όταν περνώ σήμερα ανάμεσά τους να αισθάνομαι διάφανη. Ούτε ο φασίστας Χρυσαυγίτης είναι σε θέση να πει ποιος είναι υπάνθρωπος και πού θα ζήσει, ούτε ο εξαθλιωμένος αλλοδαπός έχει το δικαίωμα να  σκοτώσει επειδή πεινάει. Αν θέλει κάποιος να με δείρει επειδή υποδύομαι την πόρνη, ας έρθει!
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr