Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ: Ο Ρώσος δραπέτης καθήλωσε την Αθήνα με μια «Γριά»!

Ο σπουδαίος καλλιτέχνης έκλεψε τις εντυπώσεις στην παράσταση «Old Woman», αγνώριστος δίπλα στον επίσης αγνώριστο Γουίλεμ Νταφόε και στον περίφημο σκηνοθέτη Μπομπ Γουίλσον

Με το που βγήκε στη σκηνή -από το λύγισμα της μέσης, το ύψωμα του χεριού, την περιστροφή γύρω από τον εαυτό του- μπορούσες να καταλάβεις ότι αυτός ο άνθρωπος δεν έχει φτιαχτεί από τα καθημερινά υλικά: με την εμφάνισή του στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ δικαίωσε πανηγυρικά τον μύθο του σε μια ιδανική, όπως φαίνεται γι’ αυτόν, συγκυρία. Στο πλάι του είχε τον εκπληκτικό Γουίλεμ Νταφόε και στα χείλη τα ρωσικά λόγια του αλλόκοτου μοντερνιστή Δανιήλ Χαρμς, ενός λογοτέχνη που έμελλε να αλλάξει τα δεδομένα της Ρωσίας στον 20ό αιώνα και να μείνει ως ο κατεξοχήν παρανοϊκά συμβολικός, αποφθεγματικός εκφραστής της.

 Σκηνοθέτης της παράστασης που βασίστηκε στο ομώνυμο κείμενο του Χαρμς «Η γριά» (από το «Γαλάζιο Τετράδιο»), ο σπουδαίος Μπομπ Γουίλσον, λάτρης του πειραματισμού και της ανατροπής. Και οι τρεις πάντως -Μπαρίσνικοφ, Νταφόε, Γουίλσον- φάνηκαν να μιλάνε την ίδια γλώσσα, προσπαθώντας να ανιχνεύσουν κάτι παραπάνω από το προφανές, κάτι πέρα από τη φόρμα - αυτή την ανείπωτη δύναμη που τους κάνει πραγματικούς καλλιτέχνες. Μεταμφιεσμένοι οι δύο πρωταγωνιστές με κατάλευκα προσωπεία σαν αλλοτινούς ηθοποιούς της κομέντια ντελ άρτε και ψάχνοντας, θαρρείς, την πρώτη αρχέγονη γλώσσα της τέχνης ανέδειξαν τα κρυφά σημεία του έργου κυριολεκτικά με το σώμα τους. Και αυτή η πρωτογενής, σωματική επικοινωνία φάνηκε να επιτυγχάνεται με το κοινό με το παραπάνω, αν κρίνουμε από το παρατεταμένο χειροκρότημα.



Πώς ήταν, αλήθεια, να παίζει ο Μπαρίσνικοφ στην Ελλάδα; Οι πιο υποψιασμένοι ικανοποιήθηκαν που είδαν έναν άρτιο καλλιτέχνη ο οποίος έχει ενσωματώσει στη χορευτική του δεινότητα τη δύναμη της ερμηνείας, ενώ οι υπόλοιποι χαίρονταν επειδή πίσω από την κατάλευκη μάσκα που φορούσε ο ηθοποιός-χορευτής για τις ανάγκες του ρόλου διακρίνονταν τα γαλάζια μάτια που μάγεψαν το star system (όταν αυτός ο όρος είχε ακόμη νόημα). Ο τρόπος που άρθρωνε τις κοφτερές ρωσικές λέξεις, κατευθείαν βγαλμένες από τη λεγόμενη μεγάλη ρωσική ψυχή, μετέδιδαν, άλλωστε, κάτι από την απεραντοσύνη του τόπου καταγωγής του. Κάτι από τις ανεξάντλητες παγωμένες στέπες με τις σημύδες που περιέβαλλαν το Λένινγκραντ, την πόλη όπου διέπρεψε ως χορευτής. Ηδη οι ανιχνευτές ταλέντου του σοβιετικού καθεστώτος είχαν διακρίνει, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’60, σ’ αυτό το πιτσιρίκι ένα σπάνιο ταλέντο που θα το οδηγούσε στα κορυφαία θέατρα του κόσμου και γι’ αυτό ζήτησαν από τον μηχανικό πατέρα του Νικολάι και τη μοδίστρα μητέρα του να τον αποσπάσουν από τη Ρίγα, όπου ζούσε, στις μεγάλες σχολές χορού της Πετρούπολης.



Μπαρίσνικοφ - Νταφόε: ένα εξαίσιο ζευγάρι που αποκάλυψε το πάθος που χρειαζόταν ο Μπομπ Γουίλσον σε αυτή την παράδοξη συνάντηση επί σκηνής


Στο τότε Λένινγκραντ ο Μπαρίσνικοφ σπουδάζει στην περίφημη σχολή «Βαγκάνοβα» και γίνεται ο αγαπημένος μαθητής του σπουδαίου Αλεξάντερ Πούσκιν. Ολόκληρη η Ρωσία πολύ σύντομα θα βρεθεί κυριολεκτικά στα πόδια του, με τους κορυφαίους χορογράφους να τάζουν όλα τα ρούβλια του κόσμου για να τον δουν να χορεύει στα δικά τους θέατρα - ο Σεργκέγεφ, ο Βινογκράντοφ, ο Τσερνίκοφ διασκευάζουν έργα αποκλειστικά για τον Μπαρίσνικοφ. Πολύ σύντομα ο νεαρός Μίσα -όπως τον φωνάζουν οι φίλοι του- ξέρει ότι μπορεί να έχει ό,τι θέλει εκτός από το πλέον πολύτιμο: την ελευθερία του.



Ο μεγάλος έρωτας της ζωής του. Γνωρίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’70, έχουν ένα παιδί μαζί, αν και δεν παντρεύτηκαν ποτέ, και διατηρούν στενή φιλική σχέση μέχρι και σήμερα

Το ευφυές πνεύμα του που δεν χώρεσε ποτέ σε στεγανά δεν κατάφερε να ενσωματωθεί στους άτεγκτους κανόνες του κομμουνιστικού καθεστώτος και παρά τη γενική αναγνώριση έψαχνε διακαώς τρόπους να δραπετεύσει. Σε αυτό βοήθησε καταλυτικά η τότε Αμερικανίδα φίλη του Μίσα -σε εποχές ύψιστης αντιπαλότητας Αμερικής - Ρωσίας-, επίσης χορεύτρια, Κριστίνα Μπερλίν, την οποία είχε γνωρίσει σε ένα μοιραίο ταξίδι στο Λονδίνο. Εκτοτε η ερωτοχτυπημένη νέα αναζητούσε την καλύτερη στιγμή για να φυγαδεύσει τον αγαπημένο της κι αυτή δεν άργησε να βρεθεί σε ένα ταξίδι το 1974, στον παγωμένο Καναδά, όταν ο Μπαρίσνικοφ αφού χειροκροτήθηκε από τους ίδιους τους ηγέτες της χώρας έκρυψε τα υπάρχοντά του σε μια βαλίτσα και το έσκασε για την Αμερική. Ζήτησε πολιτικό άσυλο και αρνήθηκε κατηγορηματικά οποιοδήποτε ενδεχόμενο επιστροφής στη σοβιετική πατρίδα. Σε ερώτηση που του έκανε ο Λάρι Κινγκ σε μια σχετικά πρόσφατη συνέντευξή του για το αν μετάνιωσε ποτέ για την απόδρασή του ο Μπαρίσνικοφ ήταν κατηγορηματικός: «Ποτέ. Ούτε θέλησα ποτέ να επιστρέψω. Τα ίδια πράγματα που με ενοχλούσαν -ή μάλλον με εξόργιζαν- τότε υπάρχουν μέχρι σήμερα». Το μόνο για το οποίο ανησυχούσε τότε ήταν οι δικοί του άνθρωποι, οι οποίοι δεν άργησαν να νιώσουν από πολύ κοντά την ανάσα της KGB που παρακολουθούσε ανηλεώς κάθε τους βήμα. Τα αγαπημένα πρόσωπα που δεν θα τα ξανάβλεπε ποτέ ο Μίσα ήταν το βαρύ τίμημα που έπρεπε να πληρώσει ο ίδιος στο πιο τολμηρό εγχείρημα της ζωής του, όταν ακόμη δεν αντιλαμβανόταν ότι στην αντίθετη πλευρά του πλανήτη τον περίμενε μια χώρα γεμάτη φώτα, γυναίκες που έδιναν τα πάντα για τα γαλάζια μάτια του και το απαράμιλλο στυλ του.



 Οι αστέρες της μεγαλούπολης δεν αργούν να αντιληφθούν το ταλέντο του - ακόμη και η Τζάκι Ο πέθαινε για μια φωτογραφία μαζί του. Ο κριτικός των «New York Times» φροντίζει να τονίσει από νωρίς ότι ο Μπαρίσνικοφ όντως είναι «ο μεγαλύτερος χορευτής που υπάρχει στον κόσμο» και οι χορογράφοι τον βομβαρδίζουν άμα τη αφίξει του με προτάσεις. Χορεύει μανιακά και ανελέητα, δεν σταματά λεπτό και η ρωγμή του πεπρωμένου του συνταράσσει την αξία κόσμων ολόκληρων. Από τη μια η ηθική της σκληρής εργασίας που έμαθε από πολύ μικρός στη Ρωσία, από την άλλη τα λαμπερά πάρτι, οι ερωτικές παρεκτροπές, η ελευθεριότητα της δεκαετίας του ’70. Τα αγγλικά του είναι λειψά, αλλά τα λέει όλα με το κορμί του: αυτό τη μεταφυσική πέταγμα κάθε κίνησης που θαρρείς ότι δεν πατάει ποτέ στη γη, η εσωτερική αύρα ενός ανθρώπου βγαλμένου από τα μεταφυσική πλοκή ενός αλλούτερου κόσμου. Ο Μπαρίσνικοφ χορεύει τον «Καρυοθραύστη» για μια χριστουγεννιάτικη εκπομπή του CBS και κερδίζει ένα βραβείο Emmy με το «καλημέρα». Η οθόνη λαχταρά για την εικόνα του εξίσου λυσσασμένα με τη σκηνή. Παίζει στο φιλμ η «Κρίσιμη καμπή» χωρίς καν να γνωρίζει καλά-καλά τη γλώσσα και κερδίζει υποψηφιότητα για Οσκαρ. Παράλληλα εμπλέκεται ενεργά στο American Ballet Theatre αποκτώντας σύντομα τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή - θέση που θα κρατήσει μέχρι το 1989.



Με τη Σάρα Τζέσικα Πάρκερ σε σκηνή από το «Sex and the City»: δεν χρειάστηκε να προσπαθήσει πολύ για να γοητεύσει τις εκατομμύρια θαυμάστριες της Κάρι και να τις κάνει να ξεχάσουν -έστω για λίγο- τον Mr Big!


Απο τα βραβεία στον Πετρόφσκι  του «Sex and the City»

Αυτή έμελλε να είναι η χρονιά που ο Μπαρίσνικοφ θα δρέψει τις δάφνες με τις απανωτές επιτυχίες -μεταξύ αυτών και η επιτυχημένη κινηματογραφική ταινία «Λευκές Νύχτες»-, ενώ παράλληλα θα αποσπάσει και ένα βραβείο Tony και ένα Drama Critics Award για τη θεατρική του ερμηνεία στη «Μεταμόρφωση» του Κάφκα στο Μπρόντγουεϊ». Ο τίτλος είναι σημαδιακός: ο Μίσα θέλει να αφήσει πίσω του το κλασικό μπαλέτο και τις δεξιοτεχνικές επιδείξεις και να μεταμορφωθεί σε αυτό που ανέκαθεν ήταν: ένας πειραματικός δημιουργός χωρίς όρια και με συμβολικές αναζητήσεις.

Γι’ αυτό και οι αναλογίες ανάμεσα σε αυτόν και τον ρόλο που ερμήνευσε στο «Sex and the City», ως πρωτοποριακός Ρώσος καλλιτέχνης που ξελόγιασε την Κάρι, είναι περισσότερες από όσες χαριτωμένα κανείς εικάζει. Ο αφαιρετικός χαρακτήρας της τέχνης σε συνδυασμό με ένα εντελώς ιδιοσυγκρασιακό στυλ χαρακτηρίζουν την καλλιτεχνική πορεία του Μπαρίσνικοφ μέχρι τώρα, οριοθετώντας το προσωπικό του στίγμα. Ακόμη και στα άγρια χρόνια που έζησε στη Νέα Υόρκη, δεν έδειξε να παρασύρεται τόσο από την ποίηση του καταραμένου και του αλήτη, αλλά από την πειραματική σκηνή που ανέκαθεν ανθούσε στο Μεγάλο Μήλο. Απαντες, κατά καιρούς, έχουν δείξει να γοητεύονται από τις ιδέες και το ταλέντο του - όπως η Λάιζα Μινέλι, με την οποία μάλιστα έχει χορέψει στο παρελθόν, ή ο Φρανκ Σινάτρα. Από τις γυναίκες που έχουν περάσει στο πλευρό του ξεχωρίζει η Τζέσικα Λανγκ -ο μεγάλος έρωτας της ζωής του- με την οποία γνωρίζονται στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Συνεννοούνται στα γαλλικά καθώς τα αγγλικά του Μπαρίσνικοφ είναι ελλιπή, κάνουν ένα παιδί, αλλά η «ασυμφωνία χαρακτήρων» τούς οδηγεί λίγα χρόνια αργότερα στον χωρισμό. Διατηρούν, ωστόσο, φιλική σχέση ακόμη και σήμερα που ο Μπαρίσνικοφ ζει εδώ και χρόνια με τη χορεύτρια Λίζα Ράινχαρτ - χωρίς να έχουν ποτέ παντρευτεί. Μαζί έχουν τρία παιδιά: τη Σοφία, την Αννα και τον Πίτερ. Ισως να είναι και η μόνη που έχει αντέξει για χρόνια τον απαιτητικό χαρακτήρα του Μίσα, ο οποίος δεν σταματά ποτέ εκτός από την ελευθερία να αναζητάει σαν μανιακός την εξίσου ανυπέρβλητη και ανέφικτη τελειότητα. «Είναι σαν μια παρτίδα γκολφ που δεν τελειώνει ποτέ. Αλλά για όσο μπαίνει φως από το παράθυρο μπορείς να συνεχίσεις να ονειρεύεσαι το επόμενο βήμα, ή πώς να κάνεις καλύτερη τη μέρα σου, ή πιο ενδιαφέρουσα απ’ ό,τι ήταν χτες». Και αυτή είναι η μοναδική, απαράμιλλή του αλήθεια.



Διάσημο και το κοινό

Η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών έμοιαζε πάντως ο ιδανικός χώρος για να φιλοξενήσει ένα τόσο απαιτητικό δημιούργημα όπως η «Γριά» του Μπομπ Γουίλσον και οι πληροφορίες μας αναφέρουν ότι οι υπεύθυνοι εισέπραξαν ήδη τα εύσημα από το απαιτητικό team του Γουίλσον. Ηταν μια ξεχωριστή βραδιά που τα είχε όλα: απίστευτα σκηνικά, διάσημους θεατές -από τον υπουργό Πολιτισμού Πάνο Παναγιωτόπουλο και τη Βάσω Παπανδρέου έως την Ελλη Στάη, τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, ακόμη και τη Νικολέττα Ράλλη-, σκηνική αρτιότητα, έντονη συγκίνηση και κυρίως δύο ιδανικούς συνενόχους, Μπαρίσνικοφ και Νταφόε, οι οποίοι, όπως έγραφε και ο κριτικός των «Financial Times» Πίτερ Απσντεν, «κατάφεραν ως εξαίσιο δίδυμο να αποσπάσουν το πάθος που χρειαζόταν σε κάθε τους παράδοξη συνάντηση επί σκηνής». Αξιζαν το χειροκρότημα με το παραπάνω.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr