Στέλιος Ρόκκος: Αυθεντικό αρσενικό
24.07.2013
07:29
Βρίσκεται στη Λήμνο. Οταν τον καλείς στο κινητό ακούγεται ο ρυθμός από το «Συρτάκι». Θα μάθεις να το χορεύεις μέχρι να το σηκώσει.
Την πρώτη φορά που του προτείνεις να βρεθείτε, θα σε καλέσει να πιείτε καφέ στο νησί του. «Είμαι τοπικιστής, τι να κάνουμε;». Την επόμενη θα σου πει ότι ψάχνει πέτρες στο νησί για ένα τείχος που θέλει να χτίσει με τα χεράκια του. Οταν τελικά κάνετε τη συνέντευξη, είναι η στιγμή που ποτίζει ντομάτες στο χωράφι. Αυτός είναι ο Στέλιος Ρόκκος: aυθόρμητος, ανθρώπινος και αυθεντικός
«Γεννήθηκα στο Κοντοπούλι Λήμνου και μεγάλωσα στην Καλλιόπη», θα σου πει και περιμένει με αυτή τη δήλωση να καταλάβεις τον κόσμο του. Ο Στέλιος Ρόκκος μεγάλωσε σε ένα σπίτι με τρεις αδελφούς και μια αδελφή, την Αγγελική. «Μας χάιδευε και την παιδεύαμε», μου λέει όταν τον ρωτώ αν την πρόσεχαν. Η Αγγελική, λοιπόν, η κατά επτά χρόνια μεγαλύτερη αδελφή του, φταίει για το ότι περιμένει από τις γυναίκες να τον καλομαθαίνουν. Σε αυτή πιθανότατα χρωστά -εμμέσως- και την καριέρα του. Kι αυτό διότι, όταν ένιωσε τάσεις φυγής από τη Λήμνο, την ακολούθησε στη Θεσσαλονίκη. Κι εκεί ξεκίνησαν όλα. Εχω την εντύπωση ότι ο Στέλιος Ρόκκος δεν αγαπά το χρήμα ή, καλύτερα, έχει ζήσει και θα μπορούσε -χωρίς δεύτερη σκέψη- να ζήσει με τα απολύτως απαραίτητα. «Δεν ήταν ονειρεμένα τα παιδικά μου χρόνια. Μιλάμε για δύσκολες εποχές. Ο πατέρας μου ήταν μηχανικός αλλά έκανε και γεωργικές δουλειές. Με έβαλε από μικρό και στο συνεργείο και στα χωράφια. Επιαναν τα χέρια μου από παιδάκι. Δώδεκα χρονών δούλευα τις θεριστικές μηχανές επί δώδεκα ώρες. Ολα τα παιδιά της ηλικίας μου δούλευαν τότε. Το σχολείο δεν μου άρεσε. Αλλά ήμουν ο καλύτερος μαθητής της τάξης. Τα μάθαινα από τις παραδόσεις. Ο μπαμπάς μας προσπαθούσε να μη μας λείψει τίποτα. Τον έχουμε χάσει. Και φυσικά είμαστε δεμένη οικογένεια. Είμαστε όλοι μαζί» - τονίζει το «μαζί». «Τι νόμιζες; Οτι θα τραβήξει ο καθένας τον δρόμο του;» συμπληρώνει. Εδώ και πέντε χρόνια έχει πάρει τον γιο του μαζί του. Επαναλαμβάνεται η ιστορία. Μόνο που στο παιδί έδωσε κιθάρα. Του λέω ότι τον έχω δει να λάμπει από περηφάνια. «Τον βαρέθηκα, μωρέ. Λέω να τον αλλάξω. Ξέρεις κανένα κιθαρίστα...» απαντά γελώντας.
Γελάει πολύ. Κάνει συνεχώς αστεία μιλώντας στο τηλέφωνο σε έναν άνθρωπο που δεν έχει γνωρίσει ποτέ. Θυμάται το πρώτο του μεροκάματο ως κιθαρίστας. «Είχα πάει στην αδελφή μου στη Θεσσαλονίκη που σπούδαζε. Βρέθηκα σε μια ταβερνούλα να παίζω κιθάρα. Πήγα να αντικαταστήσω έναν φίλο μου που αρρώστησε. Και πήρα το πρώτο μου μεροκάματο στην “Κληματαριά”, κάπου στην Πολίχνη». Τι τα έκανε τα χρήματα; «Τα ’φαγα». Είναι απολαυστική εμπειρία να τον ακούς να περιγράφει τις πρώτες εμπειρίες του ως μουσικός. «Τότε έβγαζα 2.000 δραχμές όλη την εβδομάδα. Και βρέθηκα σε ένα μαγαζί που μου τα έδιναν μεροκάματο για δύο μέρες για να παίζω κιθάρα. Ημουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος και ήταν τα πιο ωραία χρήματα που πήρα. Οχι για τα χρήματα. Αλλά επειδή μου έδωσαν χρήματα για κάτι που θα πλήρωνα να κάνω».
Αν τον ρωτήσεις τι μουσικά ακούσματα είχε τότε, θα απαντήσει ότι αγαπούσε τους Poll (Κώστας Τουρνάς, Robert Williams, Σταύρος Λογαρίδης και Κώστας Παπαϊωάννου) και ότι του άρεσε ο Σαββόπουλος και ο Χατζιδάκις. Αν τον πεις ρομαντικό, θα σου πει: «Μα, υπάρχει καλλιτέχνης που δεν είναι ρομαντικός;». Τον ρωτάς τι εννοεί με τον όρο καλλιτέχνης και επιμένεις ότι όλοι οι συνάδελφοί του δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. «Καλλιτέχνης είναι αυτός που θα έκανε κάτι που αγαπά με οποιοδήποτε κόστος, ανεξάρτητα από τα χρήματα της αμοιβής του». Πας να τον διακόψεις, να πεις μια εξυπνάδα ή κάτι που θα τον οδηγήσει να πει εκείνη την ατάκα που θα αναπαράγουν μετά τα μπλογκ και τα περιοδικά αλλά δεν σε αφήνει. Τα λέει μόνος του καλύτερα. «Ξέρω πως θα πεις ότι στην περίπτωσή μου ισχύει το “έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα”, ωστόσο και στο ενδεχόμενο του “έζησαν χειρότερα” πάλι την ίδια δουλειά θα έκανα. Ναι, υπάρχουν πολλοί τραγουδιστές μονάχα για το θεαθήναι. Είναι ματαιόδοξο το επάγγελμα. Αλλά για εμένα απαιτεί κατάθεση ψυχής ή, για να σ’ το πω απλά, βγάλσιμο ψυχής. Είναι η καθημερινή ψυχανάλυσή μου».
Γελάει πολύ. Κάνει συνεχώς αστεία μιλώντας στο τηλέφωνο σε έναν άνθρωπο που δεν έχει γνωρίσει ποτέ. Θυμάται το πρώτο του μεροκάματο ως κιθαρίστας. «Είχα πάει στην αδελφή μου στη Θεσσαλονίκη που σπούδαζε. Βρέθηκα σε μια ταβερνούλα να παίζω κιθάρα. Πήγα να αντικαταστήσω έναν φίλο μου που αρρώστησε. Και πήρα το πρώτο μου μεροκάματο στην “Κληματαριά”, κάπου στην Πολίχνη». Τι τα έκανε τα χρήματα; «Τα ’φαγα». Είναι απολαυστική εμπειρία να τον ακούς να περιγράφει τις πρώτες εμπειρίες του ως μουσικός. «Τότε έβγαζα 2.000 δραχμές όλη την εβδομάδα. Και βρέθηκα σε ένα μαγαζί που μου τα έδιναν μεροκάματο για δύο μέρες για να παίζω κιθάρα. Ημουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος και ήταν τα πιο ωραία χρήματα που πήρα. Οχι για τα χρήματα. Αλλά επειδή μου έδωσαν χρήματα για κάτι που θα πλήρωνα να κάνω».
Αν τον ρωτήσεις τι μουσικά ακούσματα είχε τότε, θα απαντήσει ότι αγαπούσε τους Poll (Κώστας Τουρνάς, Robert Williams, Σταύρος Λογαρίδης και Κώστας Παπαϊωάννου) και ότι του άρεσε ο Σαββόπουλος και ο Χατζιδάκις. Αν τον πεις ρομαντικό, θα σου πει: «Μα, υπάρχει καλλιτέχνης που δεν είναι ρομαντικός;». Τον ρωτάς τι εννοεί με τον όρο καλλιτέχνης και επιμένεις ότι όλοι οι συνάδελφοί του δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. «Καλλιτέχνης είναι αυτός που θα έκανε κάτι που αγαπά με οποιοδήποτε κόστος, ανεξάρτητα από τα χρήματα της αμοιβής του». Πας να τον διακόψεις, να πεις μια εξυπνάδα ή κάτι που θα τον οδηγήσει να πει εκείνη την ατάκα που θα αναπαράγουν μετά τα μπλογκ και τα περιοδικά αλλά δεν σε αφήνει. Τα λέει μόνος του καλύτερα. «Ξέρω πως θα πεις ότι στην περίπτωσή μου ισχύει το “έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα”, ωστόσο και στο ενδεχόμενο του “έζησαν χειρότερα” πάλι την ίδια δουλειά θα έκανα. Ναι, υπάρχουν πολλοί τραγουδιστές μονάχα για το θεαθήναι. Είναι ματαιόδοξο το επάγγελμα. Αλλά για εμένα απαιτεί κατάθεση ψυχής ή, για να σ’ το πω απλά, βγάλσιμο ψυχής. Είναι η καθημερινή ψυχανάλυσή μου».
Ο τελευταίος δίσκος του τιτλοφορείται «Η γυναίκα μέσα μου»
Ελένη Γκόφα: Μα δεν τελειώνουν οι αγάπες οι μεγάλες...
Ακούω να τον φωνάζει η κόρη του να παίξουν μαζί, την ώρα που εκείνος ποτίζει τις ντομάτες του και ταυτόχρονα μου ανοίγει οικειοθελώς την ψυχή του: «Μπορεί να ακούγεται γραφικό αλλά έχω όλα αυτά που ήθελα να αποκτήσω. Επέλεξα να ζω στη Λήμνο. Εχουν περάσει όλοι οι τραγουδιστές από το σπίτι μου - μου λένε πόσο μαγικά ζω. Αλλά κανείς δεν φεύγει από την Αθήνα. Φοβούνται μη χάσουν τα φώτα. Εγώ διαφωνώ με όλους. Δεν με ενδιαφέρει να είμαι πρώτος στις πωλήσεις της ifpi, θέλω να είμαι πρώτος στην ψυχή μου. Πέρασα δέκα χρόνια να κάνω το “αγροτικό” μου στις μπουάτ και 21 χρόνια είμαι αυτό που λέτε “επώνυμος”. Για την κρίση θέλεις να σου πω; Αν είσαι από εκείνους που έπαιρνες 10.000 και στο κατεβάσουν στα 5.000, θα τα βάψεις μαύρα. Αν ανήκεις όμως σε αυτούς που πληρώνονται ένα χιλιάρικο και τώρα παίρνουν τα 700, 600, θα πεις απλά “κρίση, ε;”. Εγώ έχω παίξει αμισθί με μια κιθάρα και ένα ακορντεόν σε χώρο με μισθό μουσικού. Σε προκαλώ να το ψάξεις. Θα το ξανάκανα δοθείσης της ευκαιρίας».
Ο Στέλιος Ρόκκος έχει βάλει τα κλάματα στην πίστα; «Φυσικά! Ακούς ένα τραγούδι που σου θυμίζει κάποιον που χωρίσατε, τον λόγο, ή εκείνο που σε πλήγωσε. Το “Εμεινα εδώ” είναι πραγματική ιστορία. Το έγραψα για την πρώην γυναίκα μου, τη Νικολέτα». Του λέω ότι κυκλοφορεί η φήμη ότι είναι άστατος στην προσωπική ζωή του. Γελάει. «Ψέματα. Με έχουν παρατήσει όλες οι γυναίκες που αγάπησα. Μου έχει βγει το όνομα και με στεναχωρεί. Η αλήθεια είναι αυτή». Ο τελευταίος δίσκος του τιτλοφορείται «Η γυναίκα μέσα μου». Προσπαθώ να του κάνω την κλισέ ερώτηση σχετικά με το τι γυναικείο κουβαλά ή πότε συμπεριφέρθηκε ως γυναίκα και μου απαντά: «Μετράω τις ημέρες για να υπολογίσω τις δύσκολες μέρες του μήνα». Του εύχομαι καλό καλοκαίρι.
«Το τραγούδι είναι η καθημερινή ψυχανάλυσή μου»
Αναγνώριση και επωνυμία
Το 1992, ύστερα από σχεδόν 10 χρόνια στον χώρο, γίνεται γνωστός με το «Αυγουστιάτικο φεγγάρι» και αναγνωρίσιμος με τον δίσκο «Διαμάντια και ρουμπίνια». Τον ρωτάς δειλά: «Ψωνιστήκατε;» και σου απαντά με φυσικότητα: «Ψωνισμένος ήμουν πριν καν βγάλω δίσκο. Το αγαπώ το τραγούδι, είναι ο δικός μου τρόπος επικοινωνίας, ο τρόπος ζωής μου». Τον ρωτώ αν έχει ζήσει τις μεγάλες στιγμές του lifestyle των μπουζουκιών. «Ωραία έχω περάσει. Αλλά τι εννοείς "μεγάλες στιγμές"; Εγώ θέλω να περνάω καλά με τον κόσμο. Δεν ήμουν ποτέ ο τραγουδιστής των λουλουδιών που αντάλλαζα χαιρετούρες με τους επώνυμους για να μου πετούν δίσκους με γαρίφαλα. Δεν δουλεύω ποτέ με ποσοστά. Δική μου επιλογή είναι. Προτιμούσα ανέκαθεν τα μικρότερα μεροκάματα, να πετάει ο κόσμος κοτσάνια αλλά να περνάει καλά. Ξέρω να το κάνω κι αυτό, να λέω από το μικρόφωνα “γεια σου, τάδε” αλλά δεν θέλω να το κάνω. Εχω περάσει φάση που ήμουν με χίπηδες σε σπηλιά στην Κρήτη. Οσο μεγάλος σταρ κι αν θεωρείς ότι έγινες, δεν τη βγάζεις τη σπηλιά από μέσα σου. Βαριέμαι τους μη μου άπτου, τους φλώρους της δουλειάς μας, αυτούς που τρέχουν συνέχεια για φωτογραφήσεις». Του λες ότι τελευταία φορά σου μίλησε η Πάολα για εκείνον και ότι σε παρακαλούσε να γράψεις ότι είναι «μεγάλος μάγκας». Πώς τους κερδίζει τους συναδέλφους του; «Είμαι απλά ο εαυτός μου. Ξέρεις ότι με τον Αντώνη έχουμε κανονίσει 20 φορές να πάμε για ψάρεμα στο νησί, έχουμε βγάλει και εισιτήρια κι όλο το ακυρώνουμε λόγω φόρτου εργασίας. Εχει πολλά καλά παιδιά ο χώρος μας. Αλλά όταν ο ένας τρέχει Γιάννενα και ο άλλος Αρτα, πώς να χτίσεις μια φιλία;».Ακούω να τον φωνάζει η κόρη του να παίξουν μαζί, την ώρα που εκείνος ποτίζει τις ντομάτες του και ταυτόχρονα μου ανοίγει οικειοθελώς την ψυχή του: «Μπορεί να ακούγεται γραφικό αλλά έχω όλα αυτά που ήθελα να αποκτήσω. Επέλεξα να ζω στη Λήμνο. Εχουν περάσει όλοι οι τραγουδιστές από το σπίτι μου - μου λένε πόσο μαγικά ζω. Αλλά κανείς δεν φεύγει από την Αθήνα. Φοβούνται μη χάσουν τα φώτα. Εγώ διαφωνώ με όλους. Δεν με ενδιαφέρει να είμαι πρώτος στις πωλήσεις της ifpi, θέλω να είμαι πρώτος στην ψυχή μου. Πέρασα δέκα χρόνια να κάνω το “αγροτικό” μου στις μπουάτ και 21 χρόνια είμαι αυτό που λέτε “επώνυμος”. Για την κρίση θέλεις να σου πω; Αν είσαι από εκείνους που έπαιρνες 10.000 και στο κατεβάσουν στα 5.000, θα τα βάψεις μαύρα. Αν ανήκεις όμως σε αυτούς που πληρώνονται ένα χιλιάρικο και τώρα παίρνουν τα 700, 600, θα πεις απλά “κρίση, ε;”. Εγώ έχω παίξει αμισθί με μια κιθάρα και ένα ακορντεόν σε χώρο με μισθό μουσικού. Σε προκαλώ να το ψάξεις. Θα το ξανάκανα δοθείσης της ευκαιρίας».
Ο Στέλιος Ρόκκος έχει βάλει τα κλάματα στην πίστα; «Φυσικά! Ακούς ένα τραγούδι που σου θυμίζει κάποιον που χωρίσατε, τον λόγο, ή εκείνο που σε πλήγωσε. Το “Εμεινα εδώ” είναι πραγματική ιστορία. Το έγραψα για την πρώην γυναίκα μου, τη Νικολέτα». Του λέω ότι κυκλοφορεί η φήμη ότι είναι άστατος στην προσωπική ζωή του. Γελάει. «Ψέματα. Με έχουν παρατήσει όλες οι γυναίκες που αγάπησα. Μου έχει βγει το όνομα και με στεναχωρεί. Η αλήθεια είναι αυτή». Ο τελευταίος δίσκος του τιτλοφορείται «Η γυναίκα μέσα μου». Προσπαθώ να του κάνω την κλισέ ερώτηση σχετικά με το τι γυναικείο κουβαλά ή πότε συμπεριφέρθηκε ως γυναίκα και μου απαντά: «Μετράω τις ημέρες για να υπολογίσω τις δύσκολες μέρες του μήνα». Του εύχομαι καλό καλοκαίρι.
«Το τραγούδι είναι η καθημερινή ψυχανάλυσή μου»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr