Οι ερωτικές αποχρώσεις της Ναταλίας

Η Ναταλία Γερμανού γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα και το αφιερώνει στον πατέρα της. Ενα βιβλίο γεμάτο ερωτικές σκηνές, μυστήριο και πάθη, με ένα κορίτσι των βορείων προαστίων να ερωτεύεται το παιδί του βενζινάδικου. Αλλωστε, όπως λέει και η ίδια, «πάντα εκτός από τραγούδια έγραφα και καλές εκθέσεις»

Δεκατέσσερα χρόνια κλωθογύριζε στο μυαλό της το πρώτο της μυθιστόρημα, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ψυχογιός με τον τίτλο «Ετσι, για χάρη σου», δήλωσε η Ναταλία Γερμανού σε συνέντευξή της στο «thema people»: «Ξεκίνησα να το πρωτογράφω το 1999. Ο πατέρας μου τότε ζούσε και είχε διαβάσει τα πρώτα κεφάλαια. Μετά το παρατούσα και το έπιανα ξανά. Το είχα αφήσει εντελώς για 4 χρόνια. Το άλλαζα και κρατούσα μόνο τους ήρωες και το βασικό στόρι. Πέρυσι το καλοκαίρι ήμουν διακοπές και στην παρέα ήταν ένας φίλος, ο αδελφός του οποίου δουλεύει στον Ψυχογιό. Μου ζήτησε να το διαβάσει και μετά μου είπε ότι πρέπει να το ολοκληρώσω. Μίλησε στον αδελφό του, το διάβασαν στον εκδοτικό οίκο και μου ζήτησαν να το τελειώσω. Αρχισα να γράφω σαν τρελή από τη στιγμή που μου έβαλαν deadline», μας λέει χαρακτηριστικά.

Το βιβλίο -κάτι που φαίνεται και από τον τίτλο- είναι αφιερωμένο στον πατέρα της Ναταλίας, Φρέντυ Γερμανό, ο οποίος της ενέπνευσε τη βαθιά αγάπη για τη γραφή και τα βιβλία: «Πρόκειται για μια ερωτική ιστορία χωρίς να είναι Αρλεκιν», λέει η ίδια και συνεχίζει: «Για ένα ζευγάρι που γνωρίζεται, ερωτεύεται, αλλά δεν έχει ρόδινη ζωή, βιώνοντας περίεργες και σκληρές καταστάσεις. Ερχονται αντιμέτωποι με όλα τα στραβά και τα κακά, ενώ παρεμβαίνουν διάφοροι εξωγενείς παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά τη σχέση τους. Υπάρχουν παρασκήνιο, δολοφονία, εγκληματίες που μένουν ατιμώρητοι από την Αστυνομία, αλλά όχι και από τη ζωή. Οι βασικοί μου ήρωες είναι η Ελλη και ο Μάνος και εν συνεχεία ο Μπίλι και η Βάνα. Τέσσερις άνθρωποι που αγαπιούνται, μισούνται, κάνουν τη ζωή τους κόλαση αλλά και παράδεισο».



Αλλη μια σύμπτωση, από τις πολλές που περιγράφει το βιβλίο, είναι και το όνομα του πρωταγωνιστή, που ταυτίζεται με αυτό του αγαπημένου της Ναταλίας Γερμανού: «Πολλοί μπορούν να πουν διάφορα, αλλά έτσι λεγόταν από το 1999. Τυχαίο; Τα παιχνίδια της μοίρας; Οταν ολοκλήρωσα το βιβλίο δεν σας κρύβω ότι σκέφτηκα να του αλλάξω όνομα για να μη λένε ότι το έβαλα επίτηδες. Αλλά μετά σκέφτηκα ότι αν άλλαζα το όνομα μπορεί να χαλούσα το κάρμα του βιβλίου κι έτσι δεν το έκανα», εξομολογήθηκε η ίδια στο «thema people».
Για την ακρίβεια, ο «Μάνος», ο οποίος ανακαλύπτει ξαφνικά την έλξη που ασκεί στις γυναίκες, τελικά ερωτεύεται, ύστερα από διάφορες πρόσκαιρες περιπέτειες, την Ελλη όταν τη συναντά για πρώτη φορά μέσα σε ένα αυτοκίνητο. Και τίποτα δεν θα εμποδίσει αυτόν, το παιδί του βενζινάδικου, να διεκδικήσει την όμορφη κάτοικο των βορείων προαστίων, χωρίς ωστόσο να υπολογίσει τις συνέπειες. Πολλοί είναι αυτοί -μεταξύ των οποίων και διάφοροι πρώην- που δεν θα δουν με καλό μάτι τον έρωτα ανάμεσα στον Μάνο και την Ελλη, επιδιώκοντας με κάθε τρόπο, να τους χωρίσουν. Η Ναταλία Γερμανού, προσπαθώντας να φτιάξει κάτι ανάμεσα σε «Πενήντα αποχρώσεις του γκρι» και ένα περιπετειώδες νουάρ με φόντο την Αθήνα, κάνει επίδειξη της συγγραφικής της φαντασίας καταφεύγοντας σε πικάντικες περιγραφές και ενδιαφέρουσες ερωτικές περιπτύξεις. Μια χαρακτηριστική σκηνή είναι η εξής:
«Ο Μάνος τη σταμάτησε με ένα νεύμα. “Γδύσου”.
“Μάνο, αν...”
“Γδύσου. Σε παρακαλώ”.
Υπάκουσε. Χωρίς να τραβήξει τα μάτια της από πάνω του, ψαχούλεψε με το χέρι της στον τοίχο, να βρει τον διακόπτη, να σβήσει το φως. Υστερα τράβηξε το μαύρο της φουστάνι πάνω από το κεφάλι της και το έβγαλε. Εκανε να τον πλησιάσει.
“Γδύσου εντελώς”, την πρόσταξε. “Βγάλ’ τα όλα”.

Εβγαλε τα μαύρα της μποτάκια, το σουτιέν και το μικροσκοπικό κιλοτάκι που φορούσε. Ξαφνικά δεν ντρεπόταν πια. Δεν φοβόταν. Ηταν γυμνή και είχε απόλυτη επίγνωση της ομορφιάς της. Είχε δει δεκάδες τα αντρικά βλέμματα να λιώνουν στη θέα του κορμιού της.
Ηταν παράξενο, αλλά γυμνή ένιωθε πιο δυνατή. Τον προσπέρασε χωρίς να τον κοιτάζει πια και ξάπλωσε ανάσκελα στον καναπέ. Προκλητική και σίγουρη. Εκλεισε τα μάτια της. Αφουγκράστηκε την τέλεια στιγμή της αναμονής.

Τότε μόνο, όταν ένιωσε το μεταξωτό ύφασμα να τρίζει κάτω από την πλάτη της, γύρισε να τον δει. Ο Μάνος ήταν ήδη ξαπλωμένος δίπλα της. Τα υπέροχα μάτια του, αυτά τα μάτια που είχε ερωτευτεί, έδειχναν τώρα πιο τέλεια από κάθε άλλη φορά. Τα κεριά τη ζάλιζαν και έριχναν σκιές πάνω στο πρόσωπο του Μάνου, που ήταν τώρα κοντά, πολύ κοντά στο δικό της.
Εκλεισε τα μάτια της για να νιώσει το φιλί του, αυτό το φιλί που ονειρευόταν νύχτες ατελείωτες στο κρεβάτι της. Αρπαξε τα χείλια του, μπέρδεψε τη γλώσσα της με τη δική του, έχωσε τα δάχτυλά της στα μαλλιά του. Επιτέλους, ήταν δικός της! Εκεί, έτοιμος να της ζωντανέψει όλα όσα φαντασιωνόταν τα βράδια της αναμονής και της μοναξιάς της. Ετοιμος, ερεθισμένος, με δάχτυλα που την έψαχναν αχόρταγα και χείλια που κόντευαν να ματώσουν τα δικά της.
Τον τράβηξε πάνω της, τον φυλάκισε στην αγκαλιά της, να μείνει εκεί για πάντα, να μην της ξαναφύγει ποτέ - αυτός ο άντρας που είχε φέρει παράδεισο και κόλαση στη ζωή της.
“Σε θέλω”, πρόφερε λαχανιασμένη, με φωνή που μόλις ακουγόταν.
“Κι εγώ σε θέλω...” Το ’πε έτσι, για χάρη της.
Το δωμάτιο χάθηκε απ’ τα μάτια της, δεν άκουγε πια τίποτα, δεν έβλεπε, δεν καταλάβαινε. Μονάχα ένιωθε. Η Βάνα παραδόθηκε στην άβυσσο προτού καν ο Μάνος μπει μέσα της».

Οταν ο Μάνος θα γνωρίσει τον απόλυτο έρωτα

Ωστόσο ο Μάνος θα ξεχάσει όλες αυτές τις εφήμερες ερωτικές περιπτύξεις όταν γνωρίσει την Ελλη, την οποία ερωτεύεται με την πρώτη ματιά. Γι’ αυτήν πεθαίνει, για χάρη της θα παλέψει μέχρι τέλους: «Ο Μάνος δεν την άφησε να ολοκληρώσει την κουβέντα της. Με μια απότομη κίνηση γράπωσε το τιμόνι και έστριψε το αυτοκίνητο σε ένα στενό, τράβηξε χειρόφρενο, την κράτησε από τη μέση και την έβαλε να καθίσει πάνω του. Η Ελλη, με κομμένη ανάσα, αφέθηκε στα χέρια του. Επιασε τα μαλλιά της και της τράβηξε το κεφάλι πίσω. Δάγκωσε τον λαιμό της. Δάγκωσε τη φλέβα. Την κόλλησε στο κορμί του. Ενιωσε το στήθος της να τρίβεται στο δικό του. Τον έπιασε και τον φίλησε. Με πόθο. Με λύσσα. Την κρατούσε από τη μέση και η Ελλη, σε απόλυτη έκσταση, κάλπαζε πάνω του. Ενα σώμα πια. Μια κίνηση. Χάος και απόλυτη αρμονία ταυτόχρονα. Ενα λεπτό τής πήρε. Η ανάσα επανήλθε. Η φλέβα σταμάτησε να διαγράφεται. Το σώμα της άδειασε».

Οπως ομολογεί η ίδια η Ναταλία στον πρόλογο του βιβλίου, ο «Μάνος» γεννήθηκε στο μυαλό της με αφορμή έναν μελαγχολικό συμμαθητή της που πάντοτε είχε μια αύρα μυστηρίου. Οσο για την Ελλη, δεν έχει δικά της στοιχεία παρεκτός από τη δειλία της - «χαρακτηριστικό που κατάφερα να αποβάλω τα τελευταία πέντε χρόνια. Οι υπόλοιποι ήρωες περιστρέφονται γύρω τους με σκοπό να καταστρέψουν ή να σώσουν αυτή την αγάπη. Θα τα καταφέρουν;», δηλώνει η συγγραφέας στον πρόλογο.
Η συνέχεια στις σελίδες του βιβλίου.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr