Μάρθα Καραγιάννη: «Έχω να ερωτευτώ 25 χρόνια»

To μωρό που έχασε και οδηγήθηκε σε διαζύγιο, η ηθοποιός στην οποία ήθελε να μοιάσει, η αγάπη για την οικογένεια του πρώην έρωτά της... Η Μάρθα έχει μια συναρπαστική ζωή

Tο καμαρίνι της στο θέατρο Αμιράλ (όπου πρωταγωνιστεί στο έργο Η Μαμά Είπε Μη) έχει «άρωμα» Ινδίας, με αντικείμενα στα χρώματα της ώχρας, του κίτρινου και του κεραμιδί. Στους τοίχους φωτογραφίες με φίλους αλλά και από μακρινά της ταξίδια. Της αρέσει που είναι εδώ.



«Το ίδιο καμαρίνι είχε ο Χάρης Ρώμας, που τον εκτιμώ πολύ, αλλά και η αγαπημένη μου Σμαρούλα Γιούλη. Όταν ήμουν παιδί, προσπαθούσα να της μοιάσω! Έβαζα, λοιπόν, στο πρόσωπό μου γόμες και τις πίεζα με μολύβια. Ήθελα να σχηματιστούν στα μάγουλά μου τα λακκάκια της. Κι όλο πίεζα τα μολύβια... αλλά Σμαρούλα δεν γινόμουν» λέει. Έγινε όμως η Μάρθα, που ως «κορίτσι για φίλημα», «ωραία του κουρέα» κι άλλους πολλούς ρόλους σε σαράντα ταινίες (κι ακόμα περισσότερες παραστάσεις) σαγήνεψε το κοινό. 



Όλα ξεκίνησαν από τη γειτονιά της, το Κερατσίνι. «Από 7 χρόνων λύσσαγα να μάθω μπαλέτο. Και οι δικοί μου δεν μου χάλασαν χατίρι. Δύο συγκοινωνίες παίρναμε για να έρθω στη σχολή στην Αθήνα κι άλλες δύο για να γυρίσουμε. Αλλά καμάρωνα. Ήμουν ψιλοβεντετίτσα στη γειτονιά» θυμάται. Σε μια θεατρική παράσταση του σχολείου της την είδε τυχαία ο Ορέστης Λάσκος και είπε «Έχει ταλέντο αυτή η μελαχρινή. Ας κάνει ένα δοκιμαστικό στη Φίνος». Έτσι, σε ηλικία 16 ετών βρέθηκε στην ταινία Η Άγνωστος. «Έπαιζε όλο το ελληνικό θέατρο! Ο Κωνσταντάρας, ο Φωτόπουλος, ο Πάλλης, η Ζαφειρίου. Ένιωθα δέος! Και κυρίως για την Κυβέλη. Ούτε στο χώρο του μακιγιάζ δεν έμπαινα όταν ήταν εκείνη. Που, μεταξύ μας, ήταν για ώρες. Γιατί; Ε, μα... τη χτίζανε. Ήταν 60 χρόνων, βλέπεις. Πόσο μακρινή μού φαινόταν αυτή η ηλικία...» δηλώνει.



Ένα χρόνο αργότερα, το 1957, κάνει το ντεμπούτο της στο θέατρο. «Ήταν σε μια παράσταση στο Περοκέ, το Ελέφαντες και Ψύλλοι. Μια δυο ατάκες έλεγα. Σχεδόν κομπάρσα ήμουν». Τότε, όμως, ήταν που γνώρισε τον Γιάννη Δαλιανίδη που, το 1962, θα της έδινε τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο, στην πρώτη έγχρωμη ελληνική μουσική ταινία, το Μερικοί το Προτιμούν Κρύο.



Στο ενδιάμεσο, η 20άχρονη Μάρθα ερωτεύεται το γόη του Ολυμπιακού Μίμη Στεφανάκο. Και τον παντρεύεται. Ονειρεύεται μαζί του μια κοινή ευτυχισμένη ζωή, σαν αυτές που στο σελιλόιντ διαρκούν «για πάντα». Στην πραγματικότητα, όμως, το «για πάντα» κράτησε ένα χρόνο και το διαζύγιο ήταν, όπως τα περισσότερα, θλιβερό. Για χρόνια δεν ήθελε να μιλάει γι’ αυτό. Σήμερα λέει στο People: «Μετά τον πρόωρο τοκετό που είχα και που τελικά έχασα το παιδί, έπαθα σοκ. Μισούσα τον Μίμη, μισούσα κι εμένα. Ο γιατρός μού έλεγε “είσαι νέα, θα το ξεπεράσεις”, αλλά ήταν πάνω απ’ τις δυνάμεις μου. Μια μέρα πήγαμε εκδρομή στις Σπέτσες. Το βράδυ σηκώθηκα απ’ το κρεβάτι και πήγα στο λιμάνι περιμένοντας το πρώτο πρωινό πλοίο για να φύγουμε. Τόσο πολύ δεν άντεχα μέσα στο γάμο. Έτσι, χωρίσαμε με τον Μίμη».

Στο μεταξύ, οι θαυμαστές την πολιορκούσαν και τα φλερτ έπεφταν βροχή. Ήταν όμορφη. «Η πιο όμορφη!» λένε ότι είχε πει ο Νίκος Κούρκουλος, έστω κι αν δεν τη φλέρταρε ποτέ. Το ζουμερό κορμί της γεννούσε επιθυμίες. «Εμένα δεν μου άρεσαν οι καμπύλες μου. Ήθελα να έχω το αδύνατο σώμα της Έλενας Ναθαναήλ. Κατά καιρούς έκανα δίαιτες για να το αποκτήσω, μια εβδομάδα μου χρειαζόταν τότε για να χάσω τρία κιλά. Τόσο εύκολα. Όπως είναι όλα όταν είσαι 25 χρόνων».

Παράλληλα είναι πια και μια επιτυχημένη πρωταγωνίστρια. Κάποιοι αγαπούν τη γυναίκα Μάρθα, κάποιοι τη σταρ Καραγιάννη. «Από όσους έκανα σχέση δεν έχω παράπονο. Και ερωτεύτηκα και με ερωτεύτηκαν. Και ζήλεψα και με ζήλεψαν. Και έκανα και έκαναν υπερβολές. Αλλά σε μένα τουλάχιστον ο έρωτας κρατούσε δύο χρόνια το πολύ. Ύστερα “αντίο”. Άλλωστε, δεν είχα καημό να ξαναπαντρευτώ και γι’ αυτό δεν το έκανα. Ήμουν και είμαι πολύ ανεξάρτητη. Δεν ξέρω αν αυτό άρεσε στους άντρες. Δεν τους ρώτησα ποτέ κι ούτε με απασχόλησε κιόλας».



Η πρώτη και τελευταία μακροχρόνια σχέση της ζωής της ήταν στη δεκαετία του ’70 με τον ποδοσφαιριστή του Παναθηναϊκού Βασίλη Κωνσταντίνου. Και οι δύο στις μεγάλες τους δόξες. Το ειδύλλιο γίνεται εξώφυλλο ακόμα και σε αθλητικές εφημερίδες. Και κάθε Κυριακή οι φίλαθλοι, για να τον πιέσουν για καλύτερες επιδόσεις στο γήπεδο, φώναζαν «αντρικά συνθήματα» με το όνομά της στη διάρκεια του αγώνα.



«Δώδεκα χρόνια ήμασταν ζευγάρι με τον Βασίλη. Αγαπηθήκαμε πολύ και γι’ αυτό μετά το χωρισμό μας μείναμε φίλοι. Δεν γίνεται να μισήσεις κάποιον που έχεις αγαπήσει πολύ. Κι αγάπησα επίσης πολύ την οικογένεια που δημιούργησε με την εξαιρετική γυναίκα που παντρεύτηκε» λέει. Στη διάρκεια της δικής τους σχέσης έγιναν προσπάθειες να αποκτήσουν παιδί, αλλά η ζωή δεν είχε τέτοια σχέδια για την πρωταγωνίστρια και περίπου στα 40 της χρόνια αποφάσισε να κλείσει οριστικά το κεφάλαιο της μητρότητας. «Είπα “αυτό ήταν”. Και μου ’φυγε το καρφί που με πονούσε και που ένιωθα ότι είχα μέσα μου». Κι έπειτα; Αφιερώνεται με πάθος στα μεγάλα ταξίδια. Απ’ τη Βραζιλία μέχρι την Αίγυπτο κι από το Μπαλί μέχρι την Παταγονία. «Μου κόστισαν πολλά χρήματα και θεατρικές σεζόν αυτά τα ταξίδια» λέει, αλλά δεν μετανιώνει ούτε για ένα από τα χιλιόμετρα που διέσχισε. Γνωρίζει νέες αντιλήψεις, ιδέες, θρησκείες. Ανακατεύεται με τα μεταφυσικά κι έρχεται πιο κοντά στον Θεό. «Πιστεύω σ’ έναν οικουμενικό Θεό. Σ’ ένα χέρι μαγικό, που δεν ξέρω ποιο είναι. Διάβασα πολλά βιβλία. Τι συμπέρασμα έβγαλα; Κανένα. Τα συμπεράσματα βγαίνουν μετά το θάνατο. Αν και ο θάνατος δεν μ’ ενδιαφέρει, γιατί δεν θα είμαι εκεί για να νιώσω τον πόνο. Δεν πηγαίνω συχνά στην εκκλησία, αλλά στους πολύ θρησκευόμενους ανθρώπους βγάζω το καπέλο, γιατί η θρησκεία είναι ένα βάλσαμο».

Στα 50 της χρόνια κλείνει κι ένα άλλο κεφάλαιο: το ερωτικό. «Κάπου τότε ήταν το τελευταίο μου ερωτικό ζευγάρωμα με άντρα. Δεν μπορούσα να ερωτευτώ πια. Μέχρι τότε έλεγα “ας ερωτευτώ κάποιον, κι ας μένει στην Ταγκανίκα. Θα πάω τον συναντήσω”. Μετά το πήρα απόφαση. Ήταν και που μου άρεσαν πάντα οι νέοι άντρες και δεν ήθελα κάποιον που να ήταν στην ηλικία μου ή έστω 55. Κι απ’ την άλλη, δεν ένιωθα τόσο επιθυμητή όσο παλιότερα».

Ομολογεί πως ήταν περίπου την ίδια εποχή που θέλησε να κάνει βλεφαροπλαστική. Θυμάται πως ήταν σ’ ένα γύρισμα, όταν κάποιος τής τηλεφώνησε για να της πει κάτι δυσάρεστο. «Απ’ τη στενοχώρια, μέχρι να επιστρέψω στο πλατό, το βλέφαρό μου είχε κατέβει στο μάγουλο!



Παρακάλεσα να μου αφαιρέσουν τα κοντινά πλάνα κι έκλεισα αμέσως ραντεβού με τον πλαστικό για δύο μέρες μετά. Δεν το μετάνιωσα ποτέ. Και πιστεύω ότι τα 50 είναι η καλύτερη ηλικία για κάτι τέτοιο. Στα 70 και στα 80 γιατί να το κάνεις; Για να σε δει ωραία ο Χάρος;».
Στα 74 χρόνια της, δηλώνει συμβιβασμένη με την ηλικία της και τη ζωή που κάνει σήμερα. Δεν νιώθει μοναξιά, δεν μελαγχολεί τις γιορτές. Ίσως γιατί τα τελευταία δεκαέξι χρόνια συγκατοικεί με μια φίλη της (γνώριμη από τα χρόνια της πρώτης νεότητας), την Ντόρα. «Όταν πήρε το δεύτερό της διαζύγιο, της είπα “δεν έρχεσαι να μείνουμε μαζί; Μόνο μια συμφωνία θα κάνουμε: όχι γκόμενους στο σπίτι”. Είναι καλή φίλη και καλός άνθρωπος η Ντόρα. Η συγκατοίκησή μας είναι εύκολη».



Η μόνη τους διαφωνία είναι τα... χαρτιά. «Να φανταστείς, εγώ που ήμουν κανονική χαρτοπαίχτρα δεν θέλω να παίζω καθόλου πια. Βαριέμαι. Λένε: μάθε χαρτιά για να ’χεις καλά γεράματα κι εγώ τώρα ούτε που θέλω να τα βλέπω!». Προτιμά να γεμίζει το χρόνο της με άλλα πράγματα. Ένα από αυτά, και το κυριότερο, η δουλειά της. «Με έχει βοηθήσει σε όλα πολύ. Όπως το 2007, όταν έπαθα κατάθλιψη. Για μήνες το μυαλό μου ήταν άδειο. Ήθελα να μη μιλάω σε κανέναν, να μην κάνω τίποτα. Το μόνο που επιθυμούσα ήταν να πεθάνω. Τελικά, αποφάσισα να την αντιμετωπίσω δουλεύοντας. Κι έγινα περδίκι. Όταν ασχολείσαι με κάτι που αγαπάς, ξεχνάς όλες τις άσχημες σκέψεις. Να το θυμάσαι».

Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ.

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr