Pete Dinklage: Ο σταρ των 135 εκατοστών (και του 1,5 εκατ. δολαρίων)
24.04.2014
08:35
Νεαρός ονειρευόταν να δημιουργήσει τη δική του θεατρική εταιρεία με το ειρωνικό όνομα «Γίγαντας». Ερωτεύτηκε τη γυναίκα του έπειτα από μια εξαντλητική παρτίδα Trivial Pursuit. Εχει δει πεζό να τραυματίζεται θανάσιμα από αυτοκίνητο επειδή απλώς είχε στραμμένη την προσοχή του στην περίεργη φιγούρα του. Οταν του πρότειναν τον ρόλο του μικρότερου, δυσμορφικού γιου των Λάνιστερ στο «Game of Thrones», η μόνη απαίτησή του ήταν να μην του φορέσουν γενειάδα. Εισακούστηκε
«Χωρίς καμιά αμφιβολία, η επιτυχία του “Game of Thrones” βρίσκεται στο γεγονός ότι το σενάριο της σειράς δείχνει αυτό που θα ζήσει σύντομα ο πλανήτης μας: ένα είδος νέου Μεσαίωνα, γεμάτου βία, αταξία, φυσικές καταστροφές, πολεμικούς ηγέτες, μάχες εξουσίας με γρήγορες εναλλαγές. Το “Game of Thrones” περιγράφει τον κόσμο που έρχεται μετά το τέλος της Αμερικανικής Αυτοκρατορίας, έναν νέο θεαματικό Μεσαίωνα όπου καμία εξουσία δεν είναι σταθερή και όλα επιτρέπονται. Μπορούμε να αρνηθούμε την παγκοσμιοποίηση. Μπορούμε να κλειστούμε στον μικρόκοσμό μας. Ευτυχώς ή δυστυχώς, αυτό είναι αδύνατο: o νέος Μεσαίωνας είναι εδώ. Μας γοητεύει. Είναι γεμάτος ωραίες ιστορίες και υποσχέσεις. Γεμάτος βαρβαρότητα επίσης. Μας περιμένει. Εμείς πρέπει να δούμε πώς θα τον χρησιμοποιήσουμε», έγραφε πριν από περίπου δέκα ημέρες ο Γάλλος ιστορικός και φιλόσοφος Ζακ Αταλί σε άρθρο του στη Huffington Post, οραματιζόμενος ένα νέο παγκόσμιο modus vivendi, βγαλμένο από τα σπλάχνα της αγαπημένης του τηλεοπτικής σειράς. Κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει πως αν αυτός ο νέος Μεσαίωνας είναι διανθισμένος από ιδιοσυγκρασιακά νουνεχείς τύπους σαν τον Τίριον Λάνιστερ, καλώς να ορίσει.
Είθισται οι στυλίστες των ανδρικών περιοδικών να μη σπαζοκεφαλιάζουν ιδιαίτερα, μια και η επικρατούσα slim/fit γραμμή των κοστουμιών ταιριάζει γάντι στο χολιγουντιανά σμιλεμένο six-pack. Εκείνοι ωστόσο του «Esquire» φλέρταραν με την έννοια του βαρέος και ανθυγιεινού, τουλάχιστον για το τεύχος Μαρτίου 2014, στο εξώφυλλο του οποίου φιλοξενήθηκε ίσως ο κοντύτερος άνθρωπος στην ιστορία του περιοδικού: ο Πίτερ Ντίνκλατζ. Μάλιστα, η συντακτική ομάδα αφιέρωσε ειδική ενότητα, τόσο στην έντυπη όσο και στην ηλεκτρονική έκδοση, περιγράφοντας βήμα-βήμα το πώς δημιουργήθηκε ένα sur mesure διά χειρός ραφτών Armani κοστούμι για χάρη του πιο ακριβοπληρωμένου ηθοποιού του «Game of Thrones» - οι αριθμοί μιλούν για 150.000 δολάρια ανά επεισόδιο, το οποίο αθροίζεται σε περίπου 1,5 εκατ. δολάρια ανά σεζόν. Εννοείται πως η δημοφιλία, η επιδραστικότητα, τα βλέμματα που ίσως για πρώτη φορά στη ζωή του συγκεντρώνει για τους σωστούς λόγους ο Ντίνκλατζ, το βραβείο Emmy (2011) και η Χρυσή Σφαίρα (2012) φέρνουν πολλαπλάσια κέρδη στο HBO, χτίζοντας παράλληλα τον μύθο του ανθρώπου, στον οποίο ανεξάρτητοι δημιουργοί, όπως ο Στιβ Μπουσέμι και ο Τομ ΜακΚάρθι, ο σκηνοθέτης που τον επανασύστησε στο κοινό το 2003 στην ταινία «Station Agent», είχαν δει έναν γεννημένο πρωταγωνιστή.
Είθισται οι στυλίστες των ανδρικών περιοδικών να μη σπαζοκεφαλιάζουν ιδιαίτερα, μια και η επικρατούσα slim/fit γραμμή των κοστουμιών ταιριάζει γάντι στο χολιγουντιανά σμιλεμένο six-pack. Εκείνοι ωστόσο του «Esquire» φλέρταραν με την έννοια του βαρέος και ανθυγιεινού, τουλάχιστον για το τεύχος Μαρτίου 2014, στο εξώφυλλο του οποίου φιλοξενήθηκε ίσως ο κοντύτερος άνθρωπος στην ιστορία του περιοδικού: ο Πίτερ Ντίνκλατζ. Μάλιστα, η συντακτική ομάδα αφιέρωσε ειδική ενότητα, τόσο στην έντυπη όσο και στην ηλεκτρονική έκδοση, περιγράφοντας βήμα-βήμα το πώς δημιουργήθηκε ένα sur mesure διά χειρός ραφτών Armani κοστούμι για χάρη του πιο ακριβοπληρωμένου ηθοποιού του «Game of Thrones» - οι αριθμοί μιλούν για 150.000 δολάρια ανά επεισόδιο, το οποίο αθροίζεται σε περίπου 1,5 εκατ. δολάρια ανά σεζόν. Εννοείται πως η δημοφιλία, η επιδραστικότητα, τα βλέμματα που ίσως για πρώτη φορά στη ζωή του συγκεντρώνει για τους σωστούς λόγους ο Ντίνκλατζ, το βραβείο Emmy (2011) και η Χρυσή Σφαίρα (2012) φέρνουν πολλαπλάσια κέρδη στο HBO, χτίζοντας παράλληλα τον μύθο του ανθρώπου, στον οποίο ανεξάρτητοι δημιουργοί, όπως ο Στιβ Μπουσέμι και ο Τομ ΜακΚάρθι, ο σκηνοθέτης που τον επανασύστησε στο κοινό το 2003 στην ταινία «Station Agent», είχαν δει έναν γεννημένο πρωταγωνιστή.
Καλοκαίρι του ’69. Νιου Τζέρσεϊ. Ο συνταξιούχος ασφαλιστής Τζον Καρλ και η μουσικοπαιδαγωγός Νταϊάν Ντίνκλατζ υποδέχονται τον πρωτότοκο γιο τους Πίτερ. Τα νέα δεν είναι ευχάριστα. Ο μικρός πάσχει από αχονδροπλασία, τη συνηθέστερη μορφή νανισμού για την οποία συχνά ευθύνεται η προχωρημένη ηλικία του πατέρα. Οι στατιστικές λένε πως ο Πιτ στην καλύτερη περίπτωση θα φτάσει σε ύψος το 1,30 και τα κοινωνικά στερεότυπα προοιωνίζονται πως θα ζήσει μια ζωή ως η εύκολη δακτυλοδεικτούμενη λεία. Ο μικρός ανατρέπει τα προγνωστικά: φτάνει το 1,35 -γίνεται δηλαδή ψηλός για νάνος- και καταφέρνει να μετατρέψει το υποτιθέμενο μειονέκτημα σε ευκαιρία για μια καριέρα σε χολιγουντιανή τροχιά. Τόσο ο ίδιος όσο και ο αδελφός του Τζόναθαν -σήμερα συνθέτης πρωτότυπης μουσικής σε ταινίες σαν «Τα μυθικά πλάσματα του Νότου»- εκδηλώνουν από μικροί την προφανώς έμφυτη καλλιτεχνική τάση τους. Σχεδόν έφηβοι, ανακαλύπτουν με δέος πως σε μια ντουλάπα μέσα στην κρεβατοκάμαρα των γονιών τους βρίσκεται καταχωνιασμένη μια ασπρόμαυρη τηλεόραση. Μαγεύονται. Περνούν μερόνυχτα παρακολουθώντας παλιό αμερικανικό σινεμά. Ωστόσο εκείνο που θα κυνηγήσει ο Πίτερ μετά τη μετοίκησή του στη Νέα Υόρκη είναι η καριέρα στο θέατρο.
Μέσα της δεκαετίας του ’80, σε ένα μικρό, βρόμικο διαμέρισμα κάτω από τη γέφυρα Γουίλιαμσμπεργκ, ο Πίτερ παρέα με τον κολλητό του, επίσης νάνο, Ιαν Μπελ ονειρεύονται να δημιουργήσουν τη δική τους θεατρική εταιρεία. Σκέφτονται να την ονομάσουν «Giant». Τραγική ειρωνεία ή ξερός αυτοσαρκασμός; Οι δονήσεις από τα τρένα που πηγαινοέρχονται στη γέφυρα αλλά και ο ήχος από τους ποντικούς που αποικούν στον φούρνο του διαμερίσματος, όπως έχει περιγράψει ο Ντίνκλατζ, τους επαναφέρουν στη μάλλον σκληρή πραγματικότητα. Στιγμές όπως εκείνη που παρακολουθεί επί σκηνής τον Τζον Μάλκοβιτς του υπενθυμίζουν πως δεν έχει περιθώριο να το βάλει κάτω. Οφείλει στον εαυτό του να τα καταφέρει. Το πρόβλημα του Ντίνκλατζ διαχρονικά ήταν πως έπρεπε να παίζει ρόλους στα μέτρα του. Και συνήθως σε έναν κόσμο που τον έβλεπε εκ των πραγμάτων αφ’ υψηλού, η διανομή τον ήθελε να υποδύεται τον νάνο, τον περίεργο, εκείνον που παρέκκλινε του μέσου όρου, ένα υβρίδιο ανθρώπου που όλοι κοιτούσαν αποστασιοποιημένα, ίσως και με φόβο, σαν το θηρίο μες στο κλουβί. Ακόμη και σήμερα νιώθει μάλλον άβολα όταν μαμάδες τον σταματούν στον δρόμο, τον στοχεύουν με το δάχτυλο και λένε στα παιδιά τους κάτι σαν «Κωστάκη, κοίτα τον νάνο από τη “Νάρνια” ή το ξωτικό από το “Elf”».
Πάντα υπήρχε και ο άλλος Ντίνκλατζ. Εκείνος που βραβευόταν σε indie κινηματογραφικά φεστιβάλ, όπως το Sundance, έπαιζε ανελλιπώς στο θέατρο, συμμετείχε σε εναλλακτικές εξτραβαγκάντζες, όπως το γνωστό και στα καθ’ ημάς 24 Hours Play -μια παράσταση που γράφεται, σκηνοθετείται και παίζεται σε ένα 24ωρο-, έδινε με την μπάσα, ζεστή φωνή του χαρακτήρα και ζωή σε σπικάζ ταινιών, διαφημίσεων και ντοκιμαντέρ.
Τον άλλο Ντίνκλατζ είδαν και οι σεναριογράφοι του «Game of Thrones», οι άνθρωποι που ανέλαβαν να «μεταφράσουν» τηλεοπτικά τα επτά -και ακόμη σε διαδικασία συγγραφής- βιβλία του Τζορτζ Ρ.Ρ. Μάρτιν από το «Τραγούδι του Πάγου και της Φωτιάς». «Πώς πήρα τον ρόλο του Τίριον Λάνιστερ; Οπως γίνεται πάντα. Ενας φίλος μου ήξερε κάποιον φίλο ενός φίλου του σεναριογράφου», έχει αφηγηθεί ο ίδιος μεταξύ αστείου και σοβαρού. Δεν χρειάστηκε παραπάνω από μισή συνάντηση για να γνέψει καταφατικά στη φιλόδοξη, όπως διαφαινόταν, παραγωγή του HBO. Γιατί μισή; Διότι μόλις οι σεναριογράφοι τον διαβεβαίωσαν πως δεν θα τον υποχρέωναν να φορέσει δασύτριχες γενειάδες ή να ενδώσει ξανά σε στυλιστικούς παροξυσμούς, απάντησε σχεδόν ακαριαία: «πού υπογράφω;». Ηταν ο πιο ανθρωπόμορφος ρόλος νάνου που του πρότειναν ποτέ, μάλλον ο καλύτερος και σίγουρα ο πιο λαοφιλής της καριέρας του.
Ηταν μία ακόμη από τις «κατάλληλες» στιγμές στη ζωή του. Οπως εκείνη που μέσω προξενιού γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του, θεατρική συγγραφέα Ερικα Σμιντ. Ηθικός αυτουργός ήταν ο επίσης θεατρικός συγγραφέας Μαρκ Σέρμαν, ο οποίος μολονότι φοβόταν πως η φίλη του θα μπορούσε να φρικάρει και να πληγώσει -για μία ακόμη φορά- τον Πίτερ αποφάσισε να τους συστήσει. Η γνωριμία έγινε στη διάρκεια μιας παρτίδας Trivial Pursuit. Στο τέλος ο Ντίνκλατζ είχε κερδίσει όχι μόνο το παιχνίδι αλλά και μία σύντροφο ζωής κατά 33 πόντους ψηλότερή του, με την οποία το 2012 απέκτησαν μία κόρη. Μάλιστα, στην απονομή των Χρυσών Σφαιρών την ίδια χρονιά δεν έβλεπε την ώρα να γυρίσει σπίτι κοντά στη μικρή του ως άλλος αρχετυπικά υπεπροστατευτικός μπαμπάς.
Η φαμίλια Ντίνκλατζ ζει στα προάστια της Νέας Υόρκης -ο ίδιος έχει δηλώσει πως η πόλη που τον άνδρωσε καλλιτεχνικά τον κάνει να αισθάνεται γέρος-, ακολουθεί ευλαβικά χορτοφαγική διατροφή και, εκτός από τα δικαιώματα των ανθρώπων, υποστηρίζει με θέρμη και εκείνα των ζώων. Η φράση του «ήμουν πικραμένος και θυμωμένος. Υψωνα τείχη γύρω μου. Οσο μεγαλώνεις, συνειδητοποιείς ότι απλώς πρέπει να έχεις χιούμορ» συνοψίζει εν πολλοίς το απόσταγμα ζωής του, εκείνο που μπολιάστηκε εκ γενετής με μνήμες κοινωνικού ρατσισμού. Λένε πως αν έχει ένα κοινό με τον ταχύνου Τίριον Λάνιστερ, αυτό είναι ο αυτοσαρκασμός. Και η ευφυΐα. Και οι διπλωματικές ικανότητες. Και η σπιρτάδα. Και η ευρηματικότητα. Και η ευαισθησία. Οχι, δεν παίζει τον εαυτό του, αλλά μία από τις πολλές υπέροχες πτυχές του. Οταν έχει κέφια, συνηθίζει να υπενθυμίζει σαρκαστικά, αντλώντας πρώτη ύλη από τη μυθολογία των προέδρων των ΗΠΑ, πως κανείς άνθρωπος με κανιά μακριά σαν του Λίνκολν, φωνή τσιριχτή όσο του Τζέφερσον και την οδοντοστοιχία του Ουάσινγκτον δεν θα τα έβγαζε πέρα στον σύγχρονο κόσμο.
Μέσα της δεκαετίας του ’80, σε ένα μικρό, βρόμικο διαμέρισμα κάτω από τη γέφυρα Γουίλιαμσμπεργκ, ο Πίτερ παρέα με τον κολλητό του, επίσης νάνο, Ιαν Μπελ ονειρεύονται να δημιουργήσουν τη δική τους θεατρική εταιρεία. Σκέφτονται να την ονομάσουν «Giant». Τραγική ειρωνεία ή ξερός αυτοσαρκασμός; Οι δονήσεις από τα τρένα που πηγαινοέρχονται στη γέφυρα αλλά και ο ήχος από τους ποντικούς που αποικούν στον φούρνο του διαμερίσματος, όπως έχει περιγράψει ο Ντίνκλατζ, τους επαναφέρουν στη μάλλον σκληρή πραγματικότητα. Στιγμές όπως εκείνη που παρακολουθεί επί σκηνής τον Τζον Μάλκοβιτς του υπενθυμίζουν πως δεν έχει περιθώριο να το βάλει κάτω. Οφείλει στον εαυτό του να τα καταφέρει. Το πρόβλημα του Ντίνκλατζ διαχρονικά ήταν πως έπρεπε να παίζει ρόλους στα μέτρα του. Και συνήθως σε έναν κόσμο που τον έβλεπε εκ των πραγμάτων αφ’ υψηλού, η διανομή τον ήθελε να υποδύεται τον νάνο, τον περίεργο, εκείνον που παρέκκλινε του μέσου όρου, ένα υβρίδιο ανθρώπου που όλοι κοιτούσαν αποστασιοποιημένα, ίσως και με φόβο, σαν το θηρίο μες στο κλουβί. Ακόμη και σήμερα νιώθει μάλλον άβολα όταν μαμάδες τον σταματούν στον δρόμο, τον στοχεύουν με το δάχτυλο και λένε στα παιδιά τους κάτι σαν «Κωστάκη, κοίτα τον νάνο από τη “Νάρνια” ή το ξωτικό από το “Elf”».
Πάντα υπήρχε και ο άλλος Ντίνκλατζ. Εκείνος που βραβευόταν σε indie κινηματογραφικά φεστιβάλ, όπως το Sundance, έπαιζε ανελλιπώς στο θέατρο, συμμετείχε σε εναλλακτικές εξτραβαγκάντζες, όπως το γνωστό και στα καθ’ ημάς 24 Hours Play -μια παράσταση που γράφεται, σκηνοθετείται και παίζεται σε ένα 24ωρο-, έδινε με την μπάσα, ζεστή φωνή του χαρακτήρα και ζωή σε σπικάζ ταινιών, διαφημίσεων και ντοκιμαντέρ.
Τον άλλο Ντίνκλατζ είδαν και οι σεναριογράφοι του «Game of Thrones», οι άνθρωποι που ανέλαβαν να «μεταφράσουν» τηλεοπτικά τα επτά -και ακόμη σε διαδικασία συγγραφής- βιβλία του Τζορτζ Ρ.Ρ. Μάρτιν από το «Τραγούδι του Πάγου και της Φωτιάς». «Πώς πήρα τον ρόλο του Τίριον Λάνιστερ; Οπως γίνεται πάντα. Ενας φίλος μου ήξερε κάποιον φίλο ενός φίλου του σεναριογράφου», έχει αφηγηθεί ο ίδιος μεταξύ αστείου και σοβαρού. Δεν χρειάστηκε παραπάνω από μισή συνάντηση για να γνέψει καταφατικά στη φιλόδοξη, όπως διαφαινόταν, παραγωγή του HBO. Γιατί μισή; Διότι μόλις οι σεναριογράφοι τον διαβεβαίωσαν πως δεν θα τον υποχρέωναν να φορέσει δασύτριχες γενειάδες ή να ενδώσει ξανά σε στυλιστικούς παροξυσμούς, απάντησε σχεδόν ακαριαία: «πού υπογράφω;». Ηταν ο πιο ανθρωπόμορφος ρόλος νάνου που του πρότειναν ποτέ, μάλλον ο καλύτερος και σίγουρα ο πιο λαοφιλής της καριέρας του.
Ηταν μία ακόμη από τις «κατάλληλες» στιγμές στη ζωή του. Οπως εκείνη που μέσω προξενιού γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του, θεατρική συγγραφέα Ερικα Σμιντ. Ηθικός αυτουργός ήταν ο επίσης θεατρικός συγγραφέας Μαρκ Σέρμαν, ο οποίος μολονότι φοβόταν πως η φίλη του θα μπορούσε να φρικάρει και να πληγώσει -για μία ακόμη φορά- τον Πίτερ αποφάσισε να τους συστήσει. Η γνωριμία έγινε στη διάρκεια μιας παρτίδας Trivial Pursuit. Στο τέλος ο Ντίνκλατζ είχε κερδίσει όχι μόνο το παιχνίδι αλλά και μία σύντροφο ζωής κατά 33 πόντους ψηλότερή του, με την οποία το 2012 απέκτησαν μία κόρη. Μάλιστα, στην απονομή των Χρυσών Σφαιρών την ίδια χρονιά δεν έβλεπε την ώρα να γυρίσει σπίτι κοντά στη μικρή του ως άλλος αρχετυπικά υπεπροστατευτικός μπαμπάς.
Η φαμίλια Ντίνκλατζ ζει στα προάστια της Νέας Υόρκης -ο ίδιος έχει δηλώσει πως η πόλη που τον άνδρωσε καλλιτεχνικά τον κάνει να αισθάνεται γέρος-, ακολουθεί ευλαβικά χορτοφαγική διατροφή και, εκτός από τα δικαιώματα των ανθρώπων, υποστηρίζει με θέρμη και εκείνα των ζώων. Η φράση του «ήμουν πικραμένος και θυμωμένος. Υψωνα τείχη γύρω μου. Οσο μεγαλώνεις, συνειδητοποιείς ότι απλώς πρέπει να έχεις χιούμορ» συνοψίζει εν πολλοίς το απόσταγμα ζωής του, εκείνο που μπολιάστηκε εκ γενετής με μνήμες κοινωνικού ρατσισμού. Λένε πως αν έχει ένα κοινό με τον ταχύνου Τίριον Λάνιστερ, αυτό είναι ο αυτοσαρκασμός. Και η ευφυΐα. Και οι διπλωματικές ικανότητες. Και η σπιρτάδα. Και η ευρηματικότητα. Και η ευαισθησία. Οχι, δεν παίζει τον εαυτό του, αλλά μία από τις πολλές υπέροχες πτυχές του. Οταν έχει κέφια, συνηθίζει να υπενθυμίζει σαρκαστικά, αντλώντας πρώτη ύλη από τη μυθολογία των προέδρων των ΗΠΑ, πως κανείς άνθρωπος με κανιά μακριά σαν του Λίνκολν, φωνή τσιριχτή όσο του Τζέφερσον και την οδοντοστοιχία του Ουάσινγκτον δεν θα τα έβγαζε πέρα στον σύγχρονο κόσμο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr