Στέφανος Κορκολής: «Οι σχέσεις μου περισσότερο με ταλαιπώρησαν, παρά μου προσέφεραν»

Ξεχωριστός, όπως κάθε καλλιτέχνης του βεληνεκούς του. Απρόβλεπτος, όπως κάθε ξεχωριστός άνθρωπος. Νίκησε τον καρκίνο και ταυτόχρονα, μέσα από αυτή του μάχη, εντόπισε τα λάθη του και επανακαθόρισε το σύστημα αξιών του. Όλες αυτές οι εμπειρίες αποτυπώνονται σε παρτιτούρες, πλήκτρα πιάνου, αλλά και στις σελίδες της συνέντευξης που μας παραχώρησε

Από παιδί γνώρισε τη διαδρομή παράδεισος – κόλαση κι αντίστροφα. Ό,τι του έδινε η ζωή τη μία στιγμή, του το έπαιρνε την άλλη. Και πάλι απ’ την αρχή. Έμαθε και εξασκήθηκε. Γι’ αυτό και κατάφερνε, ακόμα κι όταν ερχόταν πρόσωπο με πρόσωπο με την καταστροφή, να ξεγελάει τη μοίρα. Με τα όνειρα και τη θέλησή του. Το πείσμα και τις εμπνεύσεις του. Τις νότες και την αλήθεια του. Στην Ελλάδα και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, όπου δίνει συναυλίες και κοντσέρτα.

Από τη στιγμή που νίκησε και τον καρκίνο, αν και, όπως παραδέχεται, «ζεις με αυτόν», δείχνει ασταμάτητος. Με συνεργασίες από τον Jose Carreras, την Dulce Pontes, τον Lucio Dalla, μέχρι την «ύψιστη διάκριση» να τον χρίσει ο Μίκης Θεοδωράκης πρεσβευτή του έργου του στο εξωτερικό, ο Στέφανος Κορκολής δημιουργεί διαρκώς. Απολαμβάνει την επιτυχία των παραστάσεών του στην Αθηναΐδα. Με την παράσταση Φάσμα Ασμάτων Παρασκευή και Σάββατο και τη Solo Piano την Κυριακή. Η πρώτη με την ταλαντούχα νεαρή τραγουδίστρια Σοφία Μανουσάκη και τους εξαιρετικούς String Demons. Η δεύτερη με το πιάνο του, σ’ ένα διαδραστικό μουσικό διάλογο. Σε μια μοναδική εξομολόγησή του στο κοινό. Όπως ήταν πάντα οι εμφανίσεις του.

Υπάρχουν στιγμές που φοβάσαι μήπως στερέψει η έμπνευσή σου;

Όσες σπουδές κι αν κάνεις, συνθέτης γεννιέσαι, δεν γίνεσαι. Δεν το αποφασίζεις εσύ, είναι στο DNA σου, κυλάει στο αίμα σου. Η έμπνευση μοιάζει με λίμνη που, όποτε δεχτεί ένα πετραδάκι ή μια βροχούλα, σχηματίζει κύκλους. Έτσι δημιουργείς. Το μόνο που χρειάζεται είναι το ερέθισμα.

Και ίσως το να μην παγώσει η λίμνη;

Σε μένα πάντα η χαρά πήγαινε χέρι χέρι με τη λύπη. Στη ζωή, όμως, υπάρχουν οι αντιθέσεις. Αλλά γιατί να κάνουμε θέμα την περίπτωσή μου, όταν παιδάκια πεινάνε στο δρόμο; Όταν κι αν γράψω την αυτοβιογραφία μου, θα τα μάθετε όλα.

Τι τίτλο θα έβαζες;
Δεν ξέρω ακόμη. Πάντως, θα χρησιμοποιήσω πολύ νυστέρι. Το έχω δοκιμάσει, άλλωστε, πολύ στη ζωή μου, οπότε θα το χρησιμοποιήσω κι εγώ γράφοντας.

Η αυτογνωσία απαιτεί ειλικρίνεια;
Σίγουρα, αλλά ειλικρινής είμαι μόνο στη σκηνή και για μερικούς πάρα πολύ δικούς μου ανθρώπους. Πέντε όλους κι όλους, συμπεριλαμβανομένων των μελών της οικογένειάς μου. Κι αν δεχτώ κακόβουλα σχόλια, θα γίνω αιχμηρός κι εγώ. Αν δεχτώ επίθεση, θα επιτεθώ κι εγώ δέκα φορές περισσότερο. Δεν είμαι εύκολος συνομιλητής πια. Παλιά ήμουν.

Τι άλλαξε;

Όταν παθαίνεις μια τόσο σοβαρή ασθένεια, δεν ανέχεσαι τίποτα που να σε βλάπτει. Ούτε καν κάτι περιττό. Έτσι, βέβαια, έπρεπε να είμαι και πριν την αρρώστια. Αλλά μεγάλωσα σε ευγενικό περιβάλλον και η ευγένεια στην εποχή μας ισοδυναμεί με βλακεία. Κι όταν είσαι ευγενής, σε θεωρούν κι εύκολο θύμα. Αυτό το σταμάτησα. Με εκμεταλλεύτηκαν πολλοί άνθρωποι. Συμφωνώ να δίνεις σε κάποιον που αξίζει, αλλά στον αγνώμονα γιατί;

Αυτό σημαίνει ότι κλείστηκες στον εαυτό σου και είσαι καχύποπτος;
Πάντα ήμουν κλεισμένος στον εαυτό μου. Καχύποπτος δεν ήμουν. Τώρα είμαι.

Τα προβλήματα τα περνάς μόνος ή τα μοιράζεσαι με τους ανθρώπους σου;

Τις δύσκολες καταστάσεις τις ξεπερνάς μόνος σου. Αν δεν το αποφασίσεις ο ίδιος, κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει. Η παρηγοριά δεν είναι παυσίπονο.

Τον καρκίνο τον ξεπέρασες;
Δεν ξεπερνιέται αυτή η αρρώστια. Την αποδέχεσαι, ζεις με αυτήν και πορεύεσαι. Βέβαια, αλλάζει η ζωή σου. Από τη μέρα που έκανα εγχείρηση, τον περασμένο Οκτώβριο, μαζεύτηκα στο σπίτι μου. Το σώμα δεν αντέχει τα μακρινά ταξίδια, από την Ιαπωνία ως τη Βραζιλία, που έκανα πριν δίνοντας κοντσέρτα. Έκοψα το τσιγάρο και το αλκοόλ.



Πώς γνώρισες τους συνεργάτες σου για το Φάσμα Ασμάτων στην Αθηναΐδα;

«Ανακάλυψα» αυτή την, κατά τη γνώμη μου, υπέροχη ερμηνεύτρια, τη Σοφία Μανουσάκη. Ήμουν στα Χανιά το προηγούμενο καλοκαίρι, για να δώσω μια συναυλία για τη στήριξη του συλλόγου Ορίζοντας, που βοηθάει άτομα με καρκίνο. Κι όπως συμβαίνει συχνά, μου τη σύστησαν για να τους πω τη γνώμη μου, αν έχει δυνατότητες να προχωρήσει. Μόλις την άκουσα, έμεινα άφωνος. Βρήκα ένα ακατέργαστο διαμάντι, που βέβαια θέλει δουλειά, αλλά είναι μοναδικό. Την εμφάνισα σε μια συναυλία μου στην Ακαδημία Σοπέν στη Βαρσοβία, όπου τραγούδησε ακαπέλα τον Ερωτόκριτο, και οι Πολωνοί, που είναι «σκληροπυρηνικοί» με την κλασική μουσική, τη χειροκροτούσαν συνεχώς. Το ίδιο συμβαίνει και με το κοινό στην παράστασή μας, Φάσμα Ασμάτων, στην Αθηναΐδα, όπου εμφανιζόμαστε μαζί με τους String Demons, τα υπέροχα και ταλαντούχα αδέλφια Κωνσταντίνο και Λυδία Μπουντούνη στο τσέλο και το βιολί αντίστοιχα. Μαζί τους θυμάμαι κι εγώ τις νεανικές περιόδους μου.

Έχεις σκεφτεί πόσες ζωές έζησες σε μία;

Είναι όντως πολλές και ελπίζω κάποια στιγμή να ηρεμήσω. Ξεκίνησα να παίζω πιάνο 4 χρόνων. Από τα 5 μου έδινα ήδη συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό αυτοσχεδιάζοντας στο πιάνο, χωρίς να στερούμαι κάτι ως παιδί. Ακόμη θυμάμαι το σχολείο μου, το Αθηναϊκό Λύκειο του Τιχόπουλου, τη γειτονιά μου στην πλατεία Αμερικής που είχε χωματόδρομους, χιόνιζε, περνούσε αυτοκίνητο και λέγαμε «περνάει αυτοκίνητο!». Αλλά όσο όμορφα πέρασα τα παιδικά μου χρόνια τόσο δύσκολη ήταν η εφηβεία μου, με αποβολές, τσακωμούς, φασαρίες. Όπως και άλλα παιδιά στην εφηβεία τους.

Είχε αρρωστήσει η μητέρα σου, η Άντα Δούκα.

Είχε μυασθένεια Gravis, μια πολύ σοβαρή πάθηση των μυών. Ξαφνικά στο σπίτι μας, που ήταν μέσα στα χρώματα και το φως, μπήκε ένα γκρίζο σύννεφο και τα σκέπασε όλα.

Ο θείος σου, ο Μίμης Πλέσσας, τι ρόλο έπαιξε στην καριέρα σου;
Κανέναν. Απλώς είμαι περήφανος που είναι θείος μου και βάπτισα την κόρη του.

Το Παρίσι, όπου πήγες σε πολύ νεαρή ηλικία με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης, πόσο σε άλλαξε;

Γνώρισα για έντεκα χρόνια έναν άλλον κόσμο. Σπούδασα διεύθυνση ορχήστρας και ενορχήστρωση. Είχα διάσημους δασκάλους, όπως την Yvonne Lefébure, ένα θρύλο 92 ετών, κολλητή του Pablo Picasso και του Maurice Ravel, αλλά είχα την τύχη να γνωρίσω και να θητεύσω δίπλα στους ανυπέρβλητους Astor Piazzolla και Vladimir Horowitz.

Η τεράστια επιτυχία της «ποπ περιόδου» στην Ελλάδα πόσο διήρκεσε;
Ουσιαστικά έξι χρόνια. Αλλά ήταν πολύ έντονο διάστημα. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί έγινα τόσο δημοφιλής. Θυμάμαι ότι ντρεπόμουν να τραγουδήσω. Μάλλον βρέθηκα στο κατάλληλο μέρος την κατάλληλη στιγμή. Βέβαια, δέχτηκα αρκετό πόλεμο και από το χώρο της κλασικής μουσικής και από το χώρο του τραγουδιού. Ήμουν ξένος και στους δύο.

Εύκολα αποχωρίστηκες το κοινό που σε αποθέωνε;
Ήθελα να είμαι ειλικρινής με τον κόσμο. Δεν μπορούσα να τον κοροϊδεύω επειδή πούλαγα δίσκους. Είμαι άνθρωπος του on-off. Με μεγάλη ευκολία γυρίζω το διακόπτη, γιατί πρώτα από όλα είμαι σκληρός και απόλυτος με τον εαυτό μου. Σταμάτησα στην κορύφωση αυτής της καριέρας, γιατί δεν με εξέφραζε άλλο. Στη δισκογραφική μου εταιρεία, βέβαια, κόντεψαν να πάθουν εγκεφαλικό. Από το 2000 και μετά αποφάσισα να ακολουθήσω αυτό που αγαπώ, την κλασική μουσική, τη new age, τα κοντσέρτα, τις συναυλίες, δίνοντάς μου το έναυσμα να ξεκινήσω μια διεθνή μουσική πορεία.

Συγκρίνονται οι οικονομικές απολαβές του ενός χώρου με τον άλλο;

Όχι, αλλά δεν μπορώ να είμαι σκλάβος μιας κατάστασης επειδή με βολεύει μόνο υλικά. Προτιμώ να ζω ήρεμα, αξιοπρεπώς και απλά, αλλά να είμαι καλά μέσα μου. Να γράφω και όχι να κατασκευάζω μουσική.

Επένδυσες σωστά τα χρήματα που είχες βγάλει;

Οι περισσότεροι δημιουργοί είμαστε άσχετοι στα οικονομικά. Χάνουμε εύκολα την μπάλα. Αλλά όταν είσαι καλλιτέχνης, δεν σκέφτεσαι λογιστικά. Δεν έκανα καλή διαχείριση των χρημάτων μου, αλλά δεν το μετανιώνω. Δούλευα σαν μέρμηγκας και ξόδευα σαν τζίτζικας. Επιπλέον, ήμουν σκορποχέρης. Έδινα παντού, σε όποιους είχαν ανάγκη και μου το ζητούσαν.

Δεν σου λείπει ένα ακριβό αυτοκίνητο;
Δεν κατακρίνω κανέναν, αλλά δεν ενδιαφέρομαι καθόλου για το περίβλημα της λαμαρίνας. Μια χαρά είναι και τα ταξί και χαίρομαι που μπορώ κι έχω αυτή τη μικρή πολυτέλεια. Η επίδειξη πλούτου σε υπερθετικό βαθμό δεν είναι φυσιολογική. Για μένα κάτι κρύβει.

Ως χώρα, δεν ζήσαμε τουλάχιστον μια δεκαετία έτσι;
Μας παγίδευσαν με τα καταναλωτικά δάνεια και δεν μας έκαναν νεόπλουτους τυχαία. Η καταστροφή μας δεν ξεκίνησε με το μνημόνιο, αλλά με την καταστροφή της γλώσσας και τη διαστρέβλωση της ιστορίας μας.

Είσαι, όμως, από εκείνους που στα δύσκολα ξέρουν να ξανασηκώνονται.
Η ζωή μας είναι σαν τη θάλασσα: έχει τα «πάνω» και τα «κάτω». Δεν έφαγα και κανέναν ουρανοξύστη στο κεφάλι για να με λιώσει.

Δεν ήταν «ουρανοξύστης» η τόσο αρνητική δημοσιότητα που δέχτηκες κάποια στιγμή της πορείας σου;
Μπορεί και να ήταν, αλλά είχα τη δύναμη του δίκιου και ξανασηκώθηκα. Ξέρω ότι πέρασα και θα περάσω πολλά ακόμα, αλλά δεν θα σταματήσω να δημιουργώ. Όταν συμβεί αυτό και μόνο τότε, θα είμαι κλινικά νεκρός. Αντλώ και ζω μέσα από τη δημιουργία. Αυτό ξέρω να κάνω και από αυτό αναπνέω. Σημασία έχει να έχεις υπομονή και θέληση μέσα σου.

Ποτέ δεν παραμέλησες, όμως, την προσωπική σου ζωή. Πάντα είχες μια σύντροφο, που την αγαπούσες και σε αγαπούσε.
Οι σχέσεις ποτέ δεν μου έφτιαχναν τη ζωή. Στις περισσότερες περιπτώσεις, και οι ερωτικές και οι φιλικές, μου τη χαλούσαν. Περισσότερο με ταλαιπώρησαν παρά μου πρόσφεραν. Είχαν την τάση να με εκμεταλλεύονται, επειδή ήμουν ευγενής και ευκολόπιστος. Το «πάρτι» αυτό, όμως, τελείωσε. Ό,τι έγινε έγινε. Είναι σαν να λες «γεια σας, ευχαριστούμε πολύ, θα σας ξαναδούμε του… ποτέ». Θα μου πεις «δεν ήξερες, δεν ρώταγες;». Τώρα και ξέρω και δεν ρωτάω. Άλλαξα. Τι νόημα έχει, όμως, η δική μου μικροϊστορία όταν βλέπεις ένα γεροντάκι, που κάποτε ήταν περήφανο, μέσα στην εγκατάλειψη, τη μοναξιά και την εξαθλίωση;

Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr