Αγγελική Νικολούλη: «Θα είμαι μία χαρά και χωρίς την tv»
30.04.2015
08:16
Επί είκοσι χρόνια, η Αγγελική Νικολούλη παίρνει τη δική της θέση στο καθιστικό των Ελλήνων τηλεθεατών, κάθε Παρασκευή-Μιλάει για πρώτη φορά έπειτα από την εξιχνίαση της υπόθεσης Γιακουμάκη που σόκαρε το Πανελλήνιο
Ως έφηβη έγραφε τρυφερά ποιήματα, που μάλιστα δημοσιεύονταν στις εφημερίδες της γενέτειράς της, Παρατηρητής και Ευθύνη. Και όμως, αυτό το λεπτοκαμωμένο ρομαντικό κορίτσι από τον Πύργο έμελλε να γίνει μια από τις κορυφαίες αστυνομικούς ρεπόρτερ και παράλληλα η πρώτη γυναίκα αρχισυντάκτρια εφημερίδας, αυτής του Ελεύθερου Τύπου. Έπειτα ήρθε η τηλεόραση, η μία εξιχνίαση υπόθεσης διαδέχεται την άλλη, σπάει ρεκόρ τηλεθέασης, μπαίνει στα Γκίνες, επαγγελματίες από τις τέσσερις γωνιές της υφηλίου ζητούν από εκείνη τεχνογνωσία. Είκοσι χρόνια Φως στο Τούνελ και εξακολουθεί να είναι το ίδιο παθιασμένη, όπως στην πρώτη της εκπομπή. Το ραντεβού για τη συνέντευξη ακυρώθηκε τρεις φορές, αφού η ίδια είχε μεγάλο φόρτο εργασίας. Είχαν περάσει ήδη τρεις εβδομάδες από τη στιγμή που είχε βρεθεί το πτώμα του Γιακουμάκη, μια υπόθεση που έζησε το πανελλήνιο με κομμένη την ανάσα. Εκείνη θέλησε να μην εμφανιστεί σε καμία άλλη εκπομπή. Γιατί, πέρα από την ατρόμητη ρεπόρτερ, την αυστηρή επαγγελματία, εκείνο το έφηβο κορίτσι που γράφει ρομαντικά ποιήματα υπάρχει ακόμη, αλλά δεν φανερώνεται ποτέ σε κοινή θέα.
Πώς βίωσες όλη αυτή την έρευνα γύρω από την υπόθεση Γιακουμάκη; Φαντάζομαι πως είχε πολλή δουλειά, ένταση, αγωνία…
Αυτοί οι δύο μήνες είχαν όλα όσα λες. Είχαν όμως και πίκρα μεγάλη γιατί έβλεπα πως ένας νέος που είχε τη ζωή μπροστά του έχασε την «ισορροπία» του και έπεσε νεκρός. Αν το αναλύσεις, θα καταλάβεις πολλά. Από τη μία το bullying και οι άγριοι συμφοιτητές-συμπατριώτες, από την άλλη η ευαίσθητη ψυχή του, η απόρριψη που ένιωσε από μια κοπελιά, οι γονείς που δεν ήθελε να απογοητεύσει… Όλα αυτά ήταν ένα φορτίο βαρύ στους αδύναμους ώμους του. Δεν αντιλήφθηκε κανείς τον πόνο και την θλίψη που κουβαλούσε και δεν τον πρόλαβε… Επηρεάστηκα βαθιά από την όλη ιστορία. Αναρωτιόμουν γιατί, πείσμωσα, στενοχωρήθηκα, αντέδρασα έντονα, γιατί είμαι της πρόληψης. Κανείς δεν κατάλαβε κάτι; Γονείς, φίλοι, εκπαιδευτικοί, μια κοινωνία ολόκληρη;
Απ’ ό,τι αποδείχθηκε στην πορεία, είχες καταλάβει από νωρίς τι είχε συμβεί…
Πώς βίωσες όλη αυτή την έρευνα γύρω από την υπόθεση Γιακουμάκη; Φαντάζομαι πως είχε πολλή δουλειά, ένταση, αγωνία…
Αυτοί οι δύο μήνες είχαν όλα όσα λες. Είχαν όμως και πίκρα μεγάλη γιατί έβλεπα πως ένας νέος που είχε τη ζωή μπροστά του έχασε την «ισορροπία» του και έπεσε νεκρός. Αν το αναλύσεις, θα καταλάβεις πολλά. Από τη μία το bullying και οι άγριοι συμφοιτητές-συμπατριώτες, από την άλλη η ευαίσθητη ψυχή του, η απόρριψη που ένιωσε από μια κοπελιά, οι γονείς που δεν ήθελε να απογοητεύσει… Όλα αυτά ήταν ένα φορτίο βαρύ στους αδύναμους ώμους του. Δεν αντιλήφθηκε κανείς τον πόνο και την θλίψη που κουβαλούσε και δεν τον πρόλαβε… Επηρεάστηκα βαθιά από την όλη ιστορία. Αναρωτιόμουν γιατί, πείσμωσα, στενοχωρήθηκα, αντέδρασα έντονα, γιατί είμαι της πρόληψης. Κανείς δεν κατάλαβε κάτι; Γονείς, φίλοι, εκπαιδευτικοί, μια κοινωνία ολόκληρη;
Απ’ ό,τι αποδείχθηκε στην πορεία, είχες καταλάβει από νωρίς τι είχε συμβεί…
Όταν πήγα στα Γιάννενα ήθελα να δω τους μάρτυρες, γιατί έλεγαν πως επιβιβάστηκε σε ένα λεωφορείο και απομακρύνθηκε από την πόλη. «Δεν κάνουν λάθος οι μάρτυρες είναι σοβαροί» μου έλεγαν οι αστυνομικοί. Κι όμως ξέρουμε πολύ καλά όλοι στο αστυνομικό ρεπορτάζ, πως οι μάρτυρες θέλουν να βοηθήσουν, έχουν μια εικόνα αλλά μπορεί να έχουν μπερδέψει ημερομηνίες και ώρες. Εκτός και εάν ένας μάρτυρας συνδέει αυτό που είδε με ένα γεγονός αδιαμφισβήτητο, που μπορούμε να το τσεκάρουμε. Στην αρχή όλοι και οι αστυνομικοί μαζί έλεγαν: «Έφυγε από τη σχολή, πήγε σε ένα τυροπιτάδικο και πήρε μία λουκανικόπιτα, ο τυροπιτάς, δεν μπορεί να κάνει λάθος γιατί τον ξέρει, έφυγε και από εκεί, άρα πού τον ψάχνουμε; Στον Πειραιά, στην Αθήνα, σε όλη την Ελλάδα». Όλο αυτό με ξένιζε και πήγα να δω τους μάρτυρες από κοντά. Ζήτησα και έγινε αναπαράσταση στο ίδιο δρομολόγιο με τον οδηγό του λεωφορείου και τους ευχαριστώ πολύ που με βοήθησαν. Τότε συνειδητοποίησα ότι ο νεαρός που επιβιβάστηκε στο λεωφορείο δεν ήταν ο αγνοούμενος αλλά ο συγκάτοικός του. Όταν πήγα στον τυροπιτά, είδα ότι η μαρτυρία του δεν έστεκε. Γιατί δεν μπορεί να είχε φάει ο Βαγγέλης κανονικό γεύμα στην τραπεζαρία, κεφτεδάκια στη συνέχεια, που του έδωσε ο συγκάτοικός του, και μετά από ένα τέταρτο περίπου να λέει στον τυροπιτά «τι καλό θα φάμε σήμερα;» και μάλιστα χαλαρός, ενώ μέχρι και πριν λίγο ήταν σε ένταση. Στη συνέχεια μίλησα με τους Κρητικούς συμπατριώτες του. Είχαμε καταγγελίες από την πρώτη εκπομπή πως κάποιοι από αυτούς του φέρονταν βίαια. Υπήρχε αποδεδειγμένα bullying εναντίον του. Πέρα από τους συμφοιτητές του, ήθελα να δω το περιβάλλον του, να ελέγξω τις κάμερες ασφαλείας κοντά στη σχολή. Μία από αυτές είχε καταγράψει ένα νεαρό που του έμοιαζε κοντά σε μια στροφή που οδηγούσε στην παραλίμνια περιοχή. Από τη στιγμή που οι επόμενες κάμερες δεν τον έδειξαν να πορεύεται προς τα Γιάννενα, υποθέσαμε ότι έστριψε προς τη λίμνη. Δύο ήταν οι εκδοχές: Ή έγινε κάτι πάνω στο bullying, πράγμα που σημαίνει «ερευνήστε τη σχολή» ή ο Βαγγέλης οδηγήθηκε στην αυτοχειρία, οπότε «ψάξτε την παραλίμνια περιοχή». Ήταν ξεκάθαρο για μένα από τη δεύτερη εκπομπή. Στη συνέχεια κατάλαβαν και οι Αρχές πως όλοι οι μάρτυρες είχαν μπερδευτεί. Άρα, τι κάνουμε; «Ξαναγυρνάμε στο χώρο της σχολής». Μόνο που το συνειδητοποίησαν αργά. Λέγαμε «γιατί δεν ερευνήσατε τότε βαθιά, στο χωράφι που βρέθηκε;» και η απάντηση ήταν: «Γιατί είχε τόσο νερό, που αποκλείεται να μπήκε». Δεν χωράει όμως το «αποκλείεται» σε τέτοιου είδους έρευνες. Ψάχνεις τα πάντα.
Από τη μία υπήρχε ο ορθολογισμός των ερευνών, από την άλλη μια ελπίδα να ζούσε. Την είχατε;
Η ελπίδα δεν πεθαίνει ποτέ. Είμαι υποχρεωμένη να ψάχνω. Για τους γονείς, μήπως έχω κάνει κάτι λάθος, μήπως προκύψουν κάποια νέα στοιχεία. Όταν ο θείος του Βαγγέλη με ρώτησε, off the record, του είχα πει τι είχε συμβεί. Γι’ αυτό και μετά είπε πως «η Αγγελική έπεσε μέσα από την αρχή, αν και δεν θέλαμε να δικαιωθεί».
Το έμαθες με το που βρέθηκε το πτώμα, το πρωί εκείνης της Κυριακής;
Είχα κοιμηθεί μόνο δύο ώρες και ξύπνησα από τα κινητά που χτυπούσαν. Το περίμενα πως θα γινόταν, αλλά επειδή μου το είπαν μέσα στον ύπνο μου, σοκαρίστηκα πάρα πολύ. Στη συνέχεια μου βγήκε όλο αυτό το συναίσθημα, γιατί έβλεπα ότι αυτά τα «καλόπαιδα» είχαν με τον τρόπο τους οδηγήσει στο δρόμο της αυτοκαταστροφής ένα συμπατριώτη τους. Ένα ευαίσθητο παιδί που θα έπρεπε να το είχαν προστατέψει. Ήταν οι ισχυροί, έπρεπε σώνει και καλά να τον κάνουν κι εκείνον «νταή»; Αναρωτιόμουν «γιατί να μην το προλάβουμε;». Κι υπήρχε μεγάλη φόρτιση. Μου έλεγαν «βγες σε εκείνο το κανάλι, σε εκείνη την εκπομπή να μιλήσεις για το θέμα». Ήταν πολλοί οι συνάδελφοι – και τους ευχαριστώ για το ενδιαφέρον τους. Όμως δεν μπορούσα να το κάνω αυτό. Ακόμη και στις ειδήσεις του καναλιού μας, βγήκα τηλεφωνικά γιατί δεν άντεχα να βγω βαμμένη και ντυμένη στην τρίχα. Ναι, είμαι επαγγελματίας, αλλά είμαι και μητέρα και επηρεάστηκα πολύ από αυτή την υπόθεση.
Πώς διαχειρίζεσαι μετά την εκπομπή όλη αυτή τη φόρτιση του «ζωντανού», με τις τόσες ανατροπές;
Είμαι σε υπερένταση, κουρασμένη… Μετά το τέλος της εκπομπής, πρέπει να ελέγξω τα κείμενα που θα ανεβάσουμε στο Διαδίκτυο και αυτά που θα αποκαλύψουμε στους χρήστες. Όταν φεύγω από το κανάλι για το σπίτι, γύρω στις 4.00, είναι σαν να έχω προσγειωθεί από μια ανώμαλη πτήση με άσχημες καιρικές συνθήκες. Άλλος στη θέση μου πιθανότατα θα ήθελε να χαλαρώσει, να μην ακούει τίποτα. Εγώ γυρνάω σπίτι και μέχρι το πρωί κάθομαι και βλέπω την εκπομπή σαν αυστηρή τηλεθεάτρια, για να εντοπίσω τα τυχόν λάθη, κάτι που μπορεί να μου διέφυγε στη ροή του ζωντανού. Όσες φορές επεχείρησα να δω την εκπομπή την επομένη, ήταν κάτι ξένο. Σε αυτήν την κοπιαστική δουλειά που δίνω και την ψυχή μου, δεν κατάλαβα πως πέρασαν είκοσι χρόνια. Αναρωτιέμαι πολλές φορές «Πώς κατάφερα να κρατήσω την ψυχή μου γερή;» και μάλιστα χωρίς να καταφύγω σε ψυχαναλυτές ή σε ανάλογες βοήθειες. Με χάνω και με βρίσκω άμεσα με δύναμη ψυχής. Αντλώ από εμένα ενέργεια και προχωρώ.
Πώς καταλαβαίνεις ότι σε έχεις «χάσει»;
Δεν συμβαίνει συχνά. Με βοηθάει σημαντικά το γεγονός ότι εξωτερικεύω τα συναισθήματά μου, δεν τα πνίγω. Αυτό είναι το «φάρμακο», πιστεύω. Να μην πνίγεις ό,τι σε λαβώνει. Να μην το κρατάς μέσα σου, να αντιδράς, να το συζητάς, να το αντιμετωπίζεις. Αυτό είναι μεγάλη μαγκιά.
Είσαι αυστηρός κριτής του εαυτού σου;
Πάρα πολύ.
Και τελειομανής, υποθέτω…
Ε, ναι. όταν κάνεις μια τέτοια υπεύθυνη δουλειά, κινείσαι στην κόψη του ξυραφιού. Δεν είναι εκπομπή ψυχαγωγίας. Εδώ παίζουμε με το αναπάντεχο. Μπαίνεις με εξαφάνιση και βγαίνεις με φόνο. Όλο αυτό είναι επικίνδυνο. Απαιτεί ευθύνη, γι’ αυτό και είμαι τόσο αυστηρή και τελειομανής, για να μην ξεφύγει κάτι.
Αυτό που κάνεις απαιτεί λεπτούς χειρισμούς, όχι μόνο από την άποψη πως μπορεί να γνωρίζεις στοιχεία που δεν μπορούν να ειπωθούν στον αέρα, αλλά και γιατί μπορεί να παρακολουθεί την εκπομπή ένα πρόσωπο που αναζητείται ή ακόμη και οι θύτες μιας εξαφάνισης. Πόσο δύσκολη είναι η προετοιμασία;
Με την εμπειρία που διαθέτουμε, καταλαβαίνουμε πού μπορεί να μας οδηγήσει μια υπόθεση. Αλλά και πάλι μια εκπομπή δεν μας δίνει την πλήρη εικόνα. Γι’ αυτό προχωρούμε σε δεύτερη και σε τρίτη, για να καταλάβουμε αν πρόκειται για απλή εξαφάνιση, δολοφονία ή ατύχημα. Αυτό απαιτεί προετοιμασία, μελέτη των στοιχείων και σκληρή δουλειά. Γι’ αυτό και κάθομαι ως αργά, όταν έχουν φύγει οι περισσότεροι συνεργάτες και ξαναβλέπω την υπόθεση. Σαν να έχω ένα πάζλ μπροστά μου και πρέπει να ενώσω τα κομμάτια που λείπουν.
Εμπειρία ή διαίσθηση;
Και τα δύο. Δεν μπορείς να στηριχθείς όμως μόνο στη διαίσθησή σου και στην εμπειρία σου. Όσο υπάρχουμε, ανακαλύπτουμε, όσο ζούμε μαθαίνουμε. Δεν μπορεί κάποιος να τα γνωρίζει όλα και εκνευρίζομαι πολύ με τους ξερόλες. Αυτό που χρειάζεται είναι σκληρή και μεθοδική δουλειά και η κατάλληλη προσέγγιση σε σημαντικούς μάρτυρες.
Είσαι αφοσιωμένη 100% στο επαγγελματικό κομμάτι. Αισθάνεσαι πως αφήνεις ξεκρέμαστη την Αγγελική;
Για να συνεχίσω σε μια τόσο ψυχοφθόρα δουλειά, πρέπει να φροντίζω κι εμένα. Και την Αγγελική την προσέχω πολύ. Στη ζωή μου υπάρχουν οι φίλοι μου, οι παρέες μου, τα κουτουκάκια μου, τα τραγούδια, οι βόλτες, τα βιβλία. Βρίσκω στα πιο απλά, στα καθημερινά, σταγόνες ευτυχίας. Ακόμη και τα πιο ασήμαντα μπορεί να φανούν σημαντικά, να συνθέσουν μια εικόνα με χρώμα, με μουσική, με ζωή. Όλα αυτά τα θέλω για μένα, γιατί, αν δεν τα έχω, δεν μπορώ να δώσω.
Για λίγο διάστημα είχες μείνει εκτός τηλεόρασης, όταν έκλεισε το Alter. Πώς ήταν η ζωή σου;
Το κανάλι εκείνη την περίοδο άνοιγε και έκλεινε. Απαντούσα «όχι» σε κάθε πρόταση που είχα, γιατί θεωρούσα πως έπρεπε να μείνω και να στηρίξω τους συναδέλφους μου. Έλεγα πως «πρώτη πήγα στοAlter και τελευταία θα φύγω». Ήταν η χειρότερη περίοδος για εμένα και για όλο τον κόσμο του Alter. Ήθελα να μείνω, μήπως και καταφέρουμε να βρούμε μια λύση, για να μη χάσει ο κόσμος τη δουλειά του. Τελικά δεν τα καταφέραμε. Εκείνη την περίοδο πήγα στο γιο μου στην Αμερική και κάθισα ένα μήνα. Έτσι ξεκίνησα τη συγγραφή των αστυνομικών θρίλερ με πρώτο το Ονειρεύτηκα το Δολοφόνο Σου. Τώρα βρίσκομαι στην προετοιμασία του τρίτου στη σειρά βιβλίου από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Θα έγραφες μια αυτοβιογραφία σου;
Είναι νωρίς ακόμη. Στο μέλλον θα δούμε…
Πρόσφατα ο γιος σου, Κωνσταντίνος Μουσούλης, βραβεύτηκε στο IndieFEST Film Awards για την ταινία μικρού μήκους The Red Sweater
Επέλεξε αυτό το σενάριο, που ήταν κομμένο και ραμμένο για την πρωταγωνίστρια και η ιστορία ήταν αληθινή. Ο ίδιος είναι πολύ χαμηλών τόνων και δεν θέλει να μιλούν άλλοι γι’ αυτόν. Ακολουθεί το δικό του δρόμο και παλεύει για να φτάσει το στόχο του.
Φαίνεται πως οι ΗΠΑ είναι η χώρα που θα κάνει καριέρα. Πώς νιώθεις για αυτό;
Ο Κωνσταντίνος αγαπάει την Ελλάδα και τη Μάνη ιδιαίτερα, από όπου κατάγεται ο πατέρας του. Φαντάζομαι πως κάποια στιγμή θα γυρίσει, αλλά αυτό είναι μια επιλογή δική του. Κυνηγάει το όνειρό του εκεί. Μου λένε «έχεις ένα γιο μονάκριβο, γιατί δεν τον έχεις κοντά σου;». Η απάντησή μου είναι «μα για εμένα τον έφερα στον κόσμο;». Είχαμε την ευλογία με τον πατέρα του να φέρουμε ένα ισορροπημένο παιδί στη ζωή. Από εκεί και πέρα, αυτή του ανήκει. Δεν θέλω να έχω το γιο μου στα φουστάνια μου. Δεν μου αρέσει αυτή η νοοτροπία που έχουν οι περισσότερες Ελληνίδες μητέρες. Εγώ θέλω να νιώθω πως το παιδί μου είναι καλά. Αυτό και μόνο με γεμίζει.
Όταν είχες αυτό το διάλειμμα από την τηλεόραση, με τα γεγονότα του Alter, σου άρεσε η ζωή που ζούσες, μακριά από την ένταση;
Σε πληροφορώ πως για πρώτη φορά κυκλοφόρησα Παρασκευή. Γνώρισα πώς είναι κι αυτή η μέρα της εβδομάδας. Είκοσι ολόκληρα χρόνια την ημέρα της εκπομπής δεν βγαίνω ποτέ έξω, γιατί δεν θέλω αρνητικές επιρροές από κανέναν. Συγκεντρώνομαι μόνο στη δουλειά μου. Υπαγορεύω στους συνεργάτες μου τον «οδηγό» της εκπομπής από το σπίτι και στη συνέχεια φεύγω κατευθείαν για το στούντιο. Αν κάτι συμβεί, ταράζομαι και χάνω τους ρυθμούς μου. Η μοναδική Παρασκευή που βγήκα ήταν για να πάω στην κηδεία του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή, που ήταν κουμπάρος μας και έχει βαφτίσει τον Κωνσταντίνο. Την περίοδο που το Alter ήταν κλειστό, συνειδητοποίησα πως η ζωή μου δεν είναι η τηλεόραση. Και να φύγω από αυτήν, μια χαρά θα είμαι, γιατί έχω και άλλα ενδιαφέροντα πέρα από το γυαλί.
Όταν είσαι έξω με την παρέα σου, συζητάτε για την επικαιρότητα, για την πολιτική;
Σε πληροφορώ πως όταν βγαίνω μετά από τέτοια ένταση για να χαλαρώσω και ακούω στην παρέα μου να συζητάνε καταθλιπτικά θέματα και να μαλώνουν για την πολιτική, τρελαίνομαι… Μου έρχεται να φύγω! Τους λέω «Αγάπες μου, αφεθείτε. Τα προβλήματα δεν θα τα λύσετε τώρα που βγήκατε να διασκεδάσετε. Θα τα συναντήσετε και αύριο μπροστά σας και θα βρείτε τη λύση». Αυτή είναι στάση ζωής. Δεν κουβαλάω τα προβλήματα μαζί μου για να τα φορτώνω στους άλλους.
Αν δεν έπαιρνες αυτό το δρόμο στη ζωή σου, το ρεπορτάζ, τη δημοσιογραφία, πού πιστεύεις πως θα ήταν τώρα η Αγγελική και τι θα έκανε;
Με έχουν ρωτήσει «Θα γινόσουν αστυνομικός;» και η απάντησή μου είναι «Όχι, ποτέ». Μου έχουν πει «θα έμπαινες στην πολιτική;» και η απάντηση είναι «Όχι, γιατί δεν θέλω να βλέπω με παρωπίδες και να ακούω με ωτοασπίδες». Και να ξαναγεννιόμουν τώρα, πάλι ρεπόρτερ θα γινόμουν.
Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ.
Από τη μία υπήρχε ο ορθολογισμός των ερευνών, από την άλλη μια ελπίδα να ζούσε. Την είχατε;
Η ελπίδα δεν πεθαίνει ποτέ. Είμαι υποχρεωμένη να ψάχνω. Για τους γονείς, μήπως έχω κάνει κάτι λάθος, μήπως προκύψουν κάποια νέα στοιχεία. Όταν ο θείος του Βαγγέλη με ρώτησε, off the record, του είχα πει τι είχε συμβεί. Γι’ αυτό και μετά είπε πως «η Αγγελική έπεσε μέσα από την αρχή, αν και δεν θέλαμε να δικαιωθεί».
Το έμαθες με το που βρέθηκε το πτώμα, το πρωί εκείνης της Κυριακής;
Είχα κοιμηθεί μόνο δύο ώρες και ξύπνησα από τα κινητά που χτυπούσαν. Το περίμενα πως θα γινόταν, αλλά επειδή μου το είπαν μέσα στον ύπνο μου, σοκαρίστηκα πάρα πολύ. Στη συνέχεια μου βγήκε όλο αυτό το συναίσθημα, γιατί έβλεπα ότι αυτά τα «καλόπαιδα» είχαν με τον τρόπο τους οδηγήσει στο δρόμο της αυτοκαταστροφής ένα συμπατριώτη τους. Ένα ευαίσθητο παιδί που θα έπρεπε να το είχαν προστατέψει. Ήταν οι ισχυροί, έπρεπε σώνει και καλά να τον κάνουν κι εκείνον «νταή»; Αναρωτιόμουν «γιατί να μην το προλάβουμε;». Κι υπήρχε μεγάλη φόρτιση. Μου έλεγαν «βγες σε εκείνο το κανάλι, σε εκείνη την εκπομπή να μιλήσεις για το θέμα». Ήταν πολλοί οι συνάδελφοι – και τους ευχαριστώ για το ενδιαφέρον τους. Όμως δεν μπορούσα να το κάνω αυτό. Ακόμη και στις ειδήσεις του καναλιού μας, βγήκα τηλεφωνικά γιατί δεν άντεχα να βγω βαμμένη και ντυμένη στην τρίχα. Ναι, είμαι επαγγελματίας, αλλά είμαι και μητέρα και επηρεάστηκα πολύ από αυτή την υπόθεση.
Πώς διαχειρίζεσαι μετά την εκπομπή όλη αυτή τη φόρτιση του «ζωντανού», με τις τόσες ανατροπές;
Είμαι σε υπερένταση, κουρασμένη… Μετά το τέλος της εκπομπής, πρέπει να ελέγξω τα κείμενα που θα ανεβάσουμε στο Διαδίκτυο και αυτά που θα αποκαλύψουμε στους χρήστες. Όταν φεύγω από το κανάλι για το σπίτι, γύρω στις 4.00, είναι σαν να έχω προσγειωθεί από μια ανώμαλη πτήση με άσχημες καιρικές συνθήκες. Άλλος στη θέση μου πιθανότατα θα ήθελε να χαλαρώσει, να μην ακούει τίποτα. Εγώ γυρνάω σπίτι και μέχρι το πρωί κάθομαι και βλέπω την εκπομπή σαν αυστηρή τηλεθεάτρια, για να εντοπίσω τα τυχόν λάθη, κάτι που μπορεί να μου διέφυγε στη ροή του ζωντανού. Όσες φορές επεχείρησα να δω την εκπομπή την επομένη, ήταν κάτι ξένο. Σε αυτήν την κοπιαστική δουλειά που δίνω και την ψυχή μου, δεν κατάλαβα πως πέρασαν είκοσι χρόνια. Αναρωτιέμαι πολλές φορές «Πώς κατάφερα να κρατήσω την ψυχή μου γερή;» και μάλιστα χωρίς να καταφύγω σε ψυχαναλυτές ή σε ανάλογες βοήθειες. Με χάνω και με βρίσκω άμεσα με δύναμη ψυχής. Αντλώ από εμένα ενέργεια και προχωρώ.
Πώς καταλαβαίνεις ότι σε έχεις «χάσει»;
Δεν συμβαίνει συχνά. Με βοηθάει σημαντικά το γεγονός ότι εξωτερικεύω τα συναισθήματά μου, δεν τα πνίγω. Αυτό είναι το «φάρμακο», πιστεύω. Να μην πνίγεις ό,τι σε λαβώνει. Να μην το κρατάς μέσα σου, να αντιδράς, να το συζητάς, να το αντιμετωπίζεις. Αυτό είναι μεγάλη μαγκιά.
Είσαι αυστηρός κριτής του εαυτού σου;
Πάρα πολύ.
Και τελειομανής, υποθέτω…
Ε, ναι. όταν κάνεις μια τέτοια υπεύθυνη δουλειά, κινείσαι στην κόψη του ξυραφιού. Δεν είναι εκπομπή ψυχαγωγίας. Εδώ παίζουμε με το αναπάντεχο. Μπαίνεις με εξαφάνιση και βγαίνεις με φόνο. Όλο αυτό είναι επικίνδυνο. Απαιτεί ευθύνη, γι’ αυτό και είμαι τόσο αυστηρή και τελειομανής, για να μην ξεφύγει κάτι.
Αυτό που κάνεις απαιτεί λεπτούς χειρισμούς, όχι μόνο από την άποψη πως μπορεί να γνωρίζεις στοιχεία που δεν μπορούν να ειπωθούν στον αέρα, αλλά και γιατί μπορεί να παρακολουθεί την εκπομπή ένα πρόσωπο που αναζητείται ή ακόμη και οι θύτες μιας εξαφάνισης. Πόσο δύσκολη είναι η προετοιμασία;
Με την εμπειρία που διαθέτουμε, καταλαβαίνουμε πού μπορεί να μας οδηγήσει μια υπόθεση. Αλλά και πάλι μια εκπομπή δεν μας δίνει την πλήρη εικόνα. Γι’ αυτό προχωρούμε σε δεύτερη και σε τρίτη, για να καταλάβουμε αν πρόκειται για απλή εξαφάνιση, δολοφονία ή ατύχημα. Αυτό απαιτεί προετοιμασία, μελέτη των στοιχείων και σκληρή δουλειά. Γι’ αυτό και κάθομαι ως αργά, όταν έχουν φύγει οι περισσότεροι συνεργάτες και ξαναβλέπω την υπόθεση. Σαν να έχω ένα πάζλ μπροστά μου και πρέπει να ενώσω τα κομμάτια που λείπουν.
Εμπειρία ή διαίσθηση;
Και τα δύο. Δεν μπορείς να στηριχθείς όμως μόνο στη διαίσθησή σου και στην εμπειρία σου. Όσο υπάρχουμε, ανακαλύπτουμε, όσο ζούμε μαθαίνουμε. Δεν μπορεί κάποιος να τα γνωρίζει όλα και εκνευρίζομαι πολύ με τους ξερόλες. Αυτό που χρειάζεται είναι σκληρή και μεθοδική δουλειά και η κατάλληλη προσέγγιση σε σημαντικούς μάρτυρες.
Είσαι αφοσιωμένη 100% στο επαγγελματικό κομμάτι. Αισθάνεσαι πως αφήνεις ξεκρέμαστη την Αγγελική;
Για να συνεχίσω σε μια τόσο ψυχοφθόρα δουλειά, πρέπει να φροντίζω κι εμένα. Και την Αγγελική την προσέχω πολύ. Στη ζωή μου υπάρχουν οι φίλοι μου, οι παρέες μου, τα κουτουκάκια μου, τα τραγούδια, οι βόλτες, τα βιβλία. Βρίσκω στα πιο απλά, στα καθημερινά, σταγόνες ευτυχίας. Ακόμη και τα πιο ασήμαντα μπορεί να φανούν σημαντικά, να συνθέσουν μια εικόνα με χρώμα, με μουσική, με ζωή. Όλα αυτά τα θέλω για μένα, γιατί, αν δεν τα έχω, δεν μπορώ να δώσω.
Για λίγο διάστημα είχες μείνει εκτός τηλεόρασης, όταν έκλεισε το Alter. Πώς ήταν η ζωή σου;
Το κανάλι εκείνη την περίοδο άνοιγε και έκλεινε. Απαντούσα «όχι» σε κάθε πρόταση που είχα, γιατί θεωρούσα πως έπρεπε να μείνω και να στηρίξω τους συναδέλφους μου. Έλεγα πως «πρώτη πήγα στοAlter και τελευταία θα φύγω». Ήταν η χειρότερη περίοδος για εμένα και για όλο τον κόσμο του Alter. Ήθελα να μείνω, μήπως και καταφέρουμε να βρούμε μια λύση, για να μη χάσει ο κόσμος τη δουλειά του. Τελικά δεν τα καταφέραμε. Εκείνη την περίοδο πήγα στο γιο μου στην Αμερική και κάθισα ένα μήνα. Έτσι ξεκίνησα τη συγγραφή των αστυνομικών θρίλερ με πρώτο το Ονειρεύτηκα το Δολοφόνο Σου. Τώρα βρίσκομαι στην προετοιμασία του τρίτου στη σειρά βιβλίου από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Θα έγραφες μια αυτοβιογραφία σου;
Είναι νωρίς ακόμη. Στο μέλλον θα δούμε…
Πρόσφατα ο γιος σου, Κωνσταντίνος Μουσούλης, βραβεύτηκε στο IndieFEST Film Awards για την ταινία μικρού μήκους The Red Sweater
Επέλεξε αυτό το σενάριο, που ήταν κομμένο και ραμμένο για την πρωταγωνίστρια και η ιστορία ήταν αληθινή. Ο ίδιος είναι πολύ χαμηλών τόνων και δεν θέλει να μιλούν άλλοι γι’ αυτόν. Ακολουθεί το δικό του δρόμο και παλεύει για να φτάσει το στόχο του.
Φαίνεται πως οι ΗΠΑ είναι η χώρα που θα κάνει καριέρα. Πώς νιώθεις για αυτό;
Ο Κωνσταντίνος αγαπάει την Ελλάδα και τη Μάνη ιδιαίτερα, από όπου κατάγεται ο πατέρας του. Φαντάζομαι πως κάποια στιγμή θα γυρίσει, αλλά αυτό είναι μια επιλογή δική του. Κυνηγάει το όνειρό του εκεί. Μου λένε «έχεις ένα γιο μονάκριβο, γιατί δεν τον έχεις κοντά σου;». Η απάντησή μου είναι «μα για εμένα τον έφερα στον κόσμο;». Είχαμε την ευλογία με τον πατέρα του να φέρουμε ένα ισορροπημένο παιδί στη ζωή. Από εκεί και πέρα, αυτή του ανήκει. Δεν θέλω να έχω το γιο μου στα φουστάνια μου. Δεν μου αρέσει αυτή η νοοτροπία που έχουν οι περισσότερες Ελληνίδες μητέρες. Εγώ θέλω να νιώθω πως το παιδί μου είναι καλά. Αυτό και μόνο με γεμίζει.
Όταν είχες αυτό το διάλειμμα από την τηλεόραση, με τα γεγονότα του Alter, σου άρεσε η ζωή που ζούσες, μακριά από την ένταση;
Σε πληροφορώ πως για πρώτη φορά κυκλοφόρησα Παρασκευή. Γνώρισα πώς είναι κι αυτή η μέρα της εβδομάδας. Είκοσι ολόκληρα χρόνια την ημέρα της εκπομπής δεν βγαίνω ποτέ έξω, γιατί δεν θέλω αρνητικές επιρροές από κανέναν. Συγκεντρώνομαι μόνο στη δουλειά μου. Υπαγορεύω στους συνεργάτες μου τον «οδηγό» της εκπομπής από το σπίτι και στη συνέχεια φεύγω κατευθείαν για το στούντιο. Αν κάτι συμβεί, ταράζομαι και χάνω τους ρυθμούς μου. Η μοναδική Παρασκευή που βγήκα ήταν για να πάω στην κηδεία του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή, που ήταν κουμπάρος μας και έχει βαφτίσει τον Κωνσταντίνο. Την περίοδο που το Alter ήταν κλειστό, συνειδητοποίησα πως η ζωή μου δεν είναι η τηλεόραση. Και να φύγω από αυτήν, μια χαρά θα είμαι, γιατί έχω και άλλα ενδιαφέροντα πέρα από το γυαλί.
Όταν είσαι έξω με την παρέα σου, συζητάτε για την επικαιρότητα, για την πολιτική;
Σε πληροφορώ πως όταν βγαίνω μετά από τέτοια ένταση για να χαλαρώσω και ακούω στην παρέα μου να συζητάνε καταθλιπτικά θέματα και να μαλώνουν για την πολιτική, τρελαίνομαι… Μου έρχεται να φύγω! Τους λέω «Αγάπες μου, αφεθείτε. Τα προβλήματα δεν θα τα λύσετε τώρα που βγήκατε να διασκεδάσετε. Θα τα συναντήσετε και αύριο μπροστά σας και θα βρείτε τη λύση». Αυτή είναι στάση ζωής. Δεν κουβαλάω τα προβλήματα μαζί μου για να τα φορτώνω στους άλλους.
Αν δεν έπαιρνες αυτό το δρόμο στη ζωή σου, το ρεπορτάζ, τη δημοσιογραφία, πού πιστεύεις πως θα ήταν τώρα η Αγγελική και τι θα έκανε;
Με έχουν ρωτήσει «Θα γινόσουν αστυνομικός;» και η απάντησή μου είναι «Όχι, ποτέ». Μου έχουν πει «θα έμπαινες στην πολιτική;» και η απάντηση είναι «Όχι, γιατί δεν θέλω να βλέπω με παρωπίδες και να ακούω με ωτοασπίδες». Και να ξαναγεννιόμουν τώρα, πάλι ρεπόρτερ θα γινόμουν.
Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr