Μάρκος Λεζές: Ενας φίλος ήρθε απόψε απ’ τα παλιά

«Δεν ήθελα να δουλέψω. Γέμισα. Μετά από τόσα χρόνια έρχεται ο κορεσμός. Εκανα πολλά στη δουλειά μου. Μόνο ένα όνειρο έχω. Μακάρι να έρθει η στιγμή να γίνει πραγματικότητα. Θέλω να παίξω Αριστοφάνη στην Επίδαυρο». Ο Μάρκος Λεζές δεν ανήκει σε καμία κατηγορία ανθρώπων. Είναι από μόνος του μια ξεχωριστή. Και του αξίζει μόνο χειροκρότημα

«Το 1975 βγήκα από τη Σχολή του Γρηγόρη Βαφιά. Μου έδωσαν και υποτροφία να σπουδάσω στο εξωτερικό. Ο πατέρας μου όμως ήταν αντιστασιακός, στο αεροδρόμιο με βούτηξε η Αερονομία και υπηρέτησα. Εγώ ήθελα να σπουδάσω, αλλά η Χούντα είχε άλλα σχέδια. Τριάντα μήνες έκανα στρατό. Με είχαν βάλει και δακτυλογράφο. Ετσι ήξερα πολλά top secrets και μου απαγόρευσαν να φύγω από την Ελλάδα για τα επόμενα πέντε χρόνια. Βγήκα το 1975 στο θέατρο. Στην επιθεώρηση του Λαζαρίδη ‘‘Γέλιο χωρίς καπέλο”. Εκεί άρχισε να λάμπει το ταλέντο μου. Με είδαν οι σκηνοθέτες και άρχισαν να μου δίνουν ρολάκια και νουμεράκια σε παραστάσεις. Πώς αποφάσισα να γίνω ηθοποιός; Εγώ ήμουν από επαρχία, μοναχοπαίδι. Ο μπαμπάς μου είχε αρτοποιείο. Ονειρό του ήταν να γίνω καθηγητής. Να πάω να σπουδάσω φιλόλογος. Τίποτα δεν μου έλειψε. Εκείνα τα χρόνια μόλις έγινα 18 είχα αυτοκίνητο. Του είπα ψέματα ότι γράφτηκα στο πανεπιστήμιο. Δεν πήγα ποτέ βέβαια. Εγώ ήθελα να πάω στη δραματική σχολή. Τι ερεθίσματα είχα στην επαρχία; Οχι, δεν βλέπαμε θέατρο. Ο κινηματογράφος με μάγεψε. Εβλεπα τον Τζέρι Λιούις και ήθελα να γίνω Τζέρι Λιούις.

Τρελαινόμουν. Εβλεπα τον Στιβ ΜακΚουίν και πήγαινα στο περιβόλι να μιμηθώ το παίξιμό του. Μέσα από την καρδούλα μου έμαθα εγώ να παίζω. Και τον Μπεν Χουρ έπαιζα στο περιβόλι μου. Είχα φίλους. Τους έκανα τα σκετσάκια από τις ταινίες ‘‘Χοντρός Λιγνός”».



Και γιατί τα παράτησε όλα το 1984 αφού είχε τόσο μεγάλο μεράκι για την υποκριτική; «Πονούσε η πλάτη μου από τα μαχαίρια. Εγώ θέλω καθαρούς ανθρώπους στη ζωή μου. Και μέσα στο επάγγελμα τους βλέπεις ότι δεν είναι. Αν είχες αξία και το έβλεπαν, κοιτούσαν να σε θάψουν. ‘‘Φάτε τον’’, έλεγαν. Είχα μείνει άνεργος, δεν είχα να φάω. Ετσι, πήγα και έγινα δημόσιος υπάλληλος στο ΙΚΑ. Επρεπε να ζήσω. Είχα οικογένεια. Δεν μπορούσα να δουλεύω έναν χρόνο και να κάθομαι τρία. Ξέρεις ότι γύρισα στον πατέρα μου να γίνω φούρναρης; ‘‘Οχι’’, μου είπε, ‘‘δεν θα σε κάνω χαμάλη’’. Αυτός επέμεινε να μείνω στο επάγγελμα.

Ευαίσθητος είμαι, αλλά γίνομαι και σκληρός με τους ανθρώπους τους σκάρτους. Μη μου κολλήσουν το φαινόμενο της άρνησης. Εννιά χρόνια προσπάθησα. Τι εννοείς αν έφτιαξα την προσωπική ζωή μου; Είμαι παντρεμένος από το 1972. Μικροπαντρεμένος, στα 22 μου. Και με αυτή τη γυναίκα είμαστε ακόμη μαζί και κάναμε δυο παιδιά, δόξα τω Θεώ. Τα γέμισα δηλητήριο για το δικό μου επάγγελμα και ευτυχώς κανένα δεν βγήκε καλλιτέχνης». Μα όταν τον ρωτούν τώρα «τι δουλειά κάνεις;», απαντά; «Ηθοποιός. Εγώ, καλή μου, πήρα σύνταξη. Οι νεότεροι θα πάρουν; Δεν σου βάζουν ένσημα σήμερα. Εγώ έκανα αγώνες. Δούλευα πολύ, αλλά απαιτούσα από τους επιχειρηματίες τα ένσημά μου. Κουράστηκα όμως. Τι έλεγαν; Μην τον πάρετε στη δουλειά, είναι κομμουνιστής. Στο ΙΚΑ, λοιπόν. Εκεί πήγα, αλλά και εκεί ήρθαν και με βρήκαν.

Ο Φώσκολος. Να γυρίσω στο επάγγελμα. Να κάνω μια ταινία μού είπε και με έπεισε. Αφησα τη δουλειά. Πήρα την προκαταβολή αλλά ταινία δεν έγινε ποτέ. Μετά μου έδωσε δουλειά ο Γιώργος Κωνσταντίνου. Ηταν θιασάρχης και έκανε το θεατρικό “Πολίτης Γ’ Κατηγορίας”. Του είπαν: “Ο Μάρκος Λεζές θα είναι ιδανικός για τον τάδε ρόλο’’. Ηρθε, με βρήκε και τον έκανα επιτυχία τον ρόλο. Με έβαλε στα τηλεοπτικά που έκανε. Ακούμπησε πάνω μου και δέσαμε. Ημαστε ταιριαστό δίδυμο. Ετσι ήρθαν και οι βιντεοκασέτες».



Από την παράσταση «Αμάρτησα για το παιδί σου», με την οποία κάνει θεατρικό comeback

Γιατί έκανε τόσο πολλές βιντεοκασέτες; «Ποιος το λέει αυτό; Δεν έκανα πολλές. Τρεις τον χρόνο. Και εγώ τις επέλεγα, ήθελα να δουλεύω με καλούς σκηνοθέτες (Τάκης Βουγιουκλάκης, Καραγιάννης) και να είναι καλό το σενάριο. Αν μου έφταναν με τρεις βιντεοκασέτες τα χρήματα για να περάσω τον χρόνο; Μου έφταναν και δεν ήθελα και παραπάνω. Τι να ξεφτίσω; Αλλο είναι να σε βαριούνται κι άλλο να σε νοσταλγούν. Οταν έκανα τις ταινίες με τον Λεζεντάνο, κάνανε ουρές στα βιντεοκλάμπ. Χαμός. Οταν παίξαμε τότε στο Ολύμπιον της Θεσσαλονίκης, πήγα με περιπολικό από το ξενοδοχείο στο θέατρο. Αν ψωνίστηκα; Τι λες; Εγώ δεν αγόρασα ποτέ καλάμι. Τη δουλειά μου ήθελα να κάνω και να γυρίζω στο σπίτι μου. Οχι να γίνομαι μαϊντανός στις τηλεοπτικές εκπομπές και να κοτσομπολεύω τον τάδε και τον δείνα. Εγώ είμαι καλλιτέχνης, όχι γλάστρα. Δεν προσποιούμαι ποτέ στη ζωή μου. Μόνο πάνω στο σανίδι υποκρίνομαι». Πώς είναι δυνατόν να λέει ότι μπούχτισε από την υποκριτική αφού τον είδαμε φέτος στην ταινία «Νορβηγία»; «Τώρα που βγήκα στη σύνταξη, έχω το αραλίκι μου, έχω και τη σύνταξή μου, έρχονται και μου λένε: “Υπάρχει ένας ρόλος για σένα”. Αν μου αρέσει, τον κάνω.

 
 
Περίοπτη θέση στην καλτ βιντεοθήκη των 80s έχουν οι βιντεοταινίες του Μάρκου Λεζέ, όπως οι «Αλλες τον προτιμούν γουλί» με τον Κώστα Τσάκωνα και «Ο Εμμανουέλος» με τη Μάρα Θρασυβουλίδου

Και στο θέατρο έτσι έγινε. Με βρήκε ο Βάλαρης και μου το πρότεινε. Σίγουρα σου δίνει δύναμη το χειροκρότημα του κόσμου. Αλλά δεν θα τρελαθώ αν μείνω χωρίς δουλειά. Εχω το ποδήλατό μου, βάζω τις φόρμες μου και τρέχω, ανεβαίνω στη μοτοσικλέτα μου και κάνω βόλτες. Δεν έχω θέματα κατάθλιψης. Και την κρίση έτσι την αντιμετωπίζω. Πρέπει να περάσεις κρίση για να μάθεις».

Ενοχλείται ακόμη με τη ρετσινιά που ίσως του κόλλησαν για τις βιντεοκασέτες; «Αυτοί που τα λέγανε από φθόνο το κάνανε. Δεν πήραν χρήματα από τις βιντεοκασέτες. Ποια ρετσινιά; Και ο Πιατάς και ο Βούρος και ο Βαλαβανίδης έκαναν βιντεοκασέτες. Εγώ ηθοποιός έγινα στο σανίδι, στο θέατρο. Δεν περίμενα να βγω στην τηλεόραση να με μάθει ο κόσμος. Ξέρεις τι είναι η τηλεόραση; Κυριακής χαρά, Δευτέρας λύπη. Τον πρώτο χρόνο σε ξέρουν και τον επόμενο δεν χτυπά το τηλέφωνο».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr