Με στόχο να φτάσουν τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα ακόμα και στην πιο απομακρυσμένη περιοχή του Αιγαίου πελάγους, η Κωτσόβολος ταξιδεύει με την Ομάδα Αιγαίου, κάνοντας REACT για έναν Καλύτερο Κόσμο.
Οι νέοι θησαυροί του ελληνικού λεξικού
Οι νέοι θησαυροί του ελληνικού λεξικού
Οι γλωσσολόγοι και οι λεξικογράφοι του κοντινού μέλλοντος θα ευγνωμονούν το πολιτικό προσωπικό της χώρας για τη δεύτερη σεζόν των βουλευτικών εκλογών 2015. Ποτέ πριν μια τόσο μικρή σε διάρκεια προεκλογική περίοδος δεν γέννησε τόσες πολλές και πολυσήμαντες λεξιπλαστικές μαγκιές. Τι είπατε;
Αν παραδεχτεί κανείς το αξίωμα πως οι πολιτικοί είναι οι νέοι διασκεδαστές, τότε καμία εντύπωση δεν προκαλεί το γεγονός ότι μέσα στη βραχεία προεκλογική περίοδο γεννήθηκαν νέες λέξεις και συγκολλήθηκαν καινούριες φράσεις που κατάφεραν να αναμετρηθούν στα ίσια με τη σοσιαλμιντιακή αργκό - αν δεν την επισκίασαν.
Οι συνεντεύξεις των πολιτικών αρχηγών, τα δύο debates, αλλά και οι απειράριθμοι διαξιφισμοί μεταξύ πολιτικών στελεχών και πολιτευτών στα τηλεοπτικά πάνελ μπορεί να μην προσέφεραν τροφή για σκέψη, να μην έδωσαν καμία απάντηση στα νευραλγικής σημασίας για τη χώρα ζητήματα ή να μην έλυσαν τα χέρια των αναποφάσιστων, ωστόσο εμπλούτισαν τον θησαυρό της ελληνικής γλώσσας με νέα πρωτότυπα λήμματα και στο όριο του σουρεαλισμού εκφράσεις που μπήκαν δυναμικά στο καθημερινό λεξιλόγιο. «Τι είπατε;», απηύθυνε τρεις φορές το καλοκαίρι που μας πέρασε η Ζωή Κωνσταντοπούλου στη δημοσιογράφο Σία Κοσιώνη. Το μάλλον ρητορικό, επαναλαμβανόμενο με ρομποτικό ρυθμό που θα ζήλευαν και οι Kraftwerk ερώτημα της πρώην προέδρου της Βουλής έγινε -με ιντερνετικούς όρους- viral και κατάφερε να υπερκεράσει σε επιδραστικότητα τον αλλοτινό στίχο της Κατερίνας Στα(ρ)νίση «Δεν άκουσα; Πώς είπατε; Ορίστε; Συγγνώμη, κύριε, ποιος είστε;».
Οι Ελληνες λεξικογράφοι οφείλουν ευγνωμοσύνη στην κυρία Κωνσταντοπούλου και για την επαναφορά στην επικαιρότητα των επιθέτων -πάντα σε τριλογία, όπως οι ταινίες του Κισλόφσκι- «επαχθής, επονείδιστος, μη βιώσιμος», οι οποίες κέρδισαν έναν νέο κύκλο ζωής μες στον ορυμαγδό της λεξιπλασίας. Δεν χρειάζεται να είσαι «πονηρούλης» -λέξη που καθιέρωσε ο Βαγγέλης (ή κατά την αργκό Βαγγέλας) Μεϊμαράκης- για να αναγνωρίσεις τη σημασία της συμβολής της κυρίας Κωνσταντοπούλου. Εκτός πια κι αν «είσαι πολύ Τασία». Η πρώην υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, στην οποία η ανθρωπότητα χρωστά τη νεόκοπη ερωταπάντηση «τι κάνεις; Λιάζομαι» (θα μπορούσε να αποτελεί σύγχρονη ανάγνωση του «τι κάνεις, Γιάννη; Κουκιά σπέρνω»), κατόρθωσε με τη στάση και τις δηλώσεις της να αναγάγει το κατά τα άλλα συμπαθές μικρό όνομά της σε συνώνυμο της αφασίας, της απραξίας, της αδράνειας, της αεργίας. Καθόλου τυχαία, οι φράσεις «είσαι πολύ Τασία» ή το ρητορικό ερώτημα «πόσο Τασία είσαι;» έφτασαν να περιγράφουν τον άνθρωπο που «είναι στον κόσμο του» ή «ζει σε ένα παράλληλο σύμπαν».
Οι συνεντεύξεις των πολιτικών αρχηγών, τα δύο debates, αλλά και οι απειράριθμοι διαξιφισμοί μεταξύ πολιτικών στελεχών και πολιτευτών στα τηλεοπτικά πάνελ μπορεί να μην προσέφεραν τροφή για σκέψη, να μην έδωσαν καμία απάντηση στα νευραλγικής σημασίας για τη χώρα ζητήματα ή να μην έλυσαν τα χέρια των αναποφάσιστων, ωστόσο εμπλούτισαν τον θησαυρό της ελληνικής γλώσσας με νέα πρωτότυπα λήμματα και στο όριο του σουρεαλισμού εκφράσεις που μπήκαν δυναμικά στο καθημερινό λεξιλόγιο. «Τι είπατε;», απηύθυνε τρεις φορές το καλοκαίρι που μας πέρασε η Ζωή Κωνσταντοπούλου στη δημοσιογράφο Σία Κοσιώνη. Το μάλλον ρητορικό, επαναλαμβανόμενο με ρομποτικό ρυθμό που θα ζήλευαν και οι Kraftwerk ερώτημα της πρώην προέδρου της Βουλής έγινε -με ιντερνετικούς όρους- viral και κατάφερε να υπερκεράσει σε επιδραστικότητα τον αλλοτινό στίχο της Κατερίνας Στα(ρ)νίση «Δεν άκουσα; Πώς είπατε; Ορίστε; Συγγνώμη, κύριε, ποιος είστε;».
Οι Ελληνες λεξικογράφοι οφείλουν ευγνωμοσύνη στην κυρία Κωνσταντοπούλου και για την επαναφορά στην επικαιρότητα των επιθέτων -πάντα σε τριλογία, όπως οι ταινίες του Κισλόφσκι- «επαχθής, επονείδιστος, μη βιώσιμος», οι οποίες κέρδισαν έναν νέο κύκλο ζωής μες στον ορυμαγδό της λεξιπλασίας. Δεν χρειάζεται να είσαι «πονηρούλης» -λέξη που καθιέρωσε ο Βαγγέλης (ή κατά την αργκό Βαγγέλας) Μεϊμαράκης- για να αναγνωρίσεις τη σημασία της συμβολής της κυρίας Κωνσταντοπούλου. Εκτός πια κι αν «είσαι πολύ Τασία». Η πρώην υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, στην οποία η ανθρωπότητα χρωστά τη νεόκοπη ερωταπάντηση «τι κάνεις; Λιάζομαι» (θα μπορούσε να αποτελεί σύγχρονη ανάγνωση του «τι κάνεις, Γιάννη; Κουκιά σπέρνω»), κατόρθωσε με τη στάση και τις δηλώσεις της να αναγάγει το κατά τα άλλα συμπαθές μικρό όνομά της σε συνώνυμο της αφασίας, της απραξίας, της αδράνειας, της αεργίας. Καθόλου τυχαία, οι φράσεις «είσαι πολύ Τασία» ή το ρητορικό ερώτημα «πόσο Τασία είσαι;» έφτασαν να περιγράφουν τον άνθρωπο που «είναι στον κόσμο του» ή «ζει σε ένα παράλληλο σύμπαν».
Η αλήθεια, πάντως, είναι πως η πρώην υπουργός δεν μοιάζει να μυγιάζεται από τις μομφές που εμμέσως της προσάπτουν οι παραπάνω φράσεις. Για την ιστορία, αξίζει να θυμηθούμε πως το ρήμα «μυγιάζομαι» επανέφερε στην καθομιλουμένη ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όταν, απευθυνόμενος στη δημοσιογράφο Ολγα Τρέμη κατά τη διάρκεια του πρώτου debate, αναρωτήθηκε: «γιατί μυγιάζεστε;» (βλ. γιατί θίγεστε;). Ετσι, η λαϊκή θυμοσοφία «όποιος έχει τη μύγα μυγιάζεται» απενοχοποιήθηκε, έγινε trendy και φοριέται πλέον σε βαθμό διάρροιας στα τηλεοπτικά πάνελ, όπως άλλωστε και το περίφημο «τέλος χρόνου», το οποίο καθιέρωσε ο αγχωμένος συντονιστής του debate (ή ντιμπέη, σύμφωνα με τον Νίκο Αλέφαντο) Πάνος Χαρίτος. Πλέον, η φράση «τέλος χρόνου» χρησιμοποιείται ως το κόσμιο, εύηχο και σικ αντίστοιχο του «σφύριξα κι έληξες», στίχο που τραγούδησε ο λαϊκός αοιδός Πάνος Κιάμος. Με τούτα και μ’ εκείνα, το τηλεοπτικό κοινό, μαζί και το ποίμνιο των χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, «κλαίει» (δηλαδή πεθαίνει στα γέλια) και «γλεντάει» (δηλ. σπάει πλάκα, κάνει κέφι) με τις διαφωνίες και τις αψιμαχίες των πολιτικών ταγών τούτου του τόπου. Ενίοτε, δε, το «κλάμα» είναι τόσο και τέτοιο ώστε το φιλοθεάμον κοινό «βλέπει κύκλους» (δηλ. την ακούει, ενθουσιάζεται, δεν πιστεύει στ’ αυτιά και στα μάτια του) από το θέαμα που προσφέρουν νυν, πρώην και υποψήφιοι πολιτικοί με δηλώσεις, συνεντεύξεις, αλλά και μέσα από τις διαφημιστικές καμπάνιες των κομμάτων τους.
Χαρκατηριστικότερο όλων το παράδειγμα της νεοσύστατης Λαϊκής Ενότητας, η οποία βάσισε τη διαφημιστική καμπάνια της στο τρολάρισμα και κυρίως στο αυτοτρολάρισμα. Πώς το «Πάμε Νομισματοκοπείο» έγινε το νέο «Πάμε πλατεία;». Προφανώς και «μάτωσαν» -λέξη που εισήγαγε ο Αλέξης Τσίπρας για να καταδείξει τον κάματο που κατέβαλε κατά τις 17 ώρες των διαπραγματεύσεων της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. στις 12 Ιουλίου, την οποία σχολίασε ο πρόεδρος της Ν.Δ. επανεισάγοντας στο καθημερινό λεξιλόγιο τη λέξη «ωρομίσθιος»- οι υπεύθυνοι της διαφημιστικής καμπάνιας για την ιδέα που προσέδωσε πολιτική ορθότητα στο τρολάρισμα (βλ. κοροϊδία, σαρκασμός, αυτοσαρκασμός). Η αλήθεια πάντως είναι πως το «αφήγημα» των βουλευτικών εκλογών κανείς δεν κατάφερε να το περιγράψει με σαφήνεια όσο «τίγκα» (απολύτως, τελείως, ως τα μπούνια) μνημονιακός, νεομνημονιακός ή αντιμνημονιακός κι αν αυτοπροσδιοριζόταν. Ισως φταίει το γεγονός ότι ακούστηκαν πολλές «λαφαζανιές» εκατέρωθεν, κατά τον νεολογισμό που εισήγαγε ο γ.γ. του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας, εννοώντας προφανώς τις ανοησίες και τα φληναφήματα, ή ό,τι μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος «κατουράει» (αδιαφορεί, περιφρονεί, δεν δίνει δεκάρα) το πολιτικό προσωπικό της χώρας, το οποίο με τη σειρά του πολλάκις εγκαλεί τους δημοσιογράφους ότι βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία, και προτιμά να ασχολείται με πιο διασκεδαστικά χόμπι, όπως λόγου χάρη το κυνήγι της γκόμενας-γαρίδας (βλ. πετάς το κεφάλι, τρως το υπόλοιπο).
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, εκτός από τον «ψευτράκο» και τον «αυτοφωράκια» πρωταγωνιστικά πρόσωπα αυτής της περιόδου -για διαφορετικούς λόγους και σε διαφορετικό βαθμό- ήταν ο «Varoufucker» (σούπερ ήρωας που προέκυψε από τις λέξεις Βαρουφάκης και fucker) αλλά και η «UFO-φη» (φανταστικό πρόσωπο που γεννήθηκε όταν η λέξη UFO συνάντησε το μικρό όνομα της προέδρου του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά). «Τι φάση είναι αυτή με τις λέξεις και τις φράσεις;», θα αναρωτηθεί εύλογα κανείς. Μπορεί σε πολλούς να μοιάζει «παρά φύση», όπως η συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τη Ν.Δ. σύμφωνα με τη συλλογιστική του Αλέξη Τσίπρα, όμως, ρε φίλος (ονομαστική σε κατάχρηση κλητικής που εξαπλώνεται ως λεξιλογική μάστιγα), πώς να γίνει αλλιώς όταν το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου σε τούτη τη χώρα εξελίσσεται στα τέσσερα - ή αλλιώς κατά το πρόσταγμα της αγαπημένης φράσης του προέδρου των ΑΝ.ΕΛ. Πάνου Καμμένου; Ιου (επιφώνημα αηδίας και αποστροφής καταφανώς εμπνευσμένο από τα βαρουφάκεια IOU) και μόνο ίου.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα