Ταξιδεύοντας με το τραμ της Κολοκυνθούς ...

«Παρακαλώ κύριος με ξενύχιασες!» και άλλες ατάκες από το 1923

Ελάτε μαζί μου στο 1923. Το τραμ μόλις ξεκίνησε από την Κολοκυνθού για την Ομόνοια και φυσικά είναι τίγκα στους επιβάτες. Θαυμάστε την ψυχραιμία, την στωικότητα, το χιούμορ των προγόνων μας!

«-Παρακαλώ κύριος με ξενύχιασες.

-Μη σκοντάς ρε.

-Καλέ Χριστιανέ μου θα σκάσωμε!

-Μα δεν τραβιόσαστε παρά κει!

-Ουφ! Τι κακό ειν’ αυτό!

-Ααα! Ου! Ου! Ου! Χι χι χι.

Φωνές, διαμαρτυρίες, γέλια, κλάματα, ξεφωνητά, σπρώξιμο, ξενύχιασμα, ζούλισμα.



Η σκηνή μέσα στο τραμ που γυρίζει από την Κολοκυνθού την Κυριακή το βράδυ. Ο κόσμος βγήκε από τη σκόνη της Αθήνας δια ν’ αναπνεύση… τη σκόνη της Κολοκυνθούς. Ποικιλία σκόνης! Είνε τραμ; Κουτί με πατημένα σύκα; Σαρδελοβάρελλο παστών; Μελίσσι, χαρτί που κολλήσανε μυίγες; Μερμυγκοφωληά; Κι’ όσω προχωρεί, πηδά, γκρεμοτζακίζεται, χορεύει καν καν, κάνει τούμπες, θαλασσομαχά, τινάζεται, βογγά, τρίζει, ξεβιδώνεται.

-Πάνε τ’ άντερά μου!

-Βαγγελίστρα μου βοήθα να φθάσωμε στη ξηρά!

-Το μωρό καλέ, θα μου σκάσετε το μωρό!

Μια αρτίστα υψηλή με πόδια πελώρια κάνει γλύκες σ’ ένα φαντάρο που γυρίζει  από κρασοκατάνυξη.

Ο κοσμάκης που στέκεται στοιβαγμένος μέσα ανοίγει της πόρτες.

Ο οδηγός διαμαρτύρεται.

-Δε κλείνετε την πόρτα, με πειράζει το ρεύμα.

-Δε μπορούμε να σκάσουμε για χατήρι σου.

-Κλείστε σας λέω. Το ρεύμα με πειράζει.

-Έχει ρευματισμό ο κακομοίρης, λέει μια γυναικούλα του λαού, κλείστε την.
Ο οδηγός κλείνει με βία.

Μια χοντρή πέφτει επάνω σ’ έναν γέρο που εκάθητο και τον ξεκοιλιάζει.



-Εις το ρεύμα της ζωής του διατί να σ’ απαντήσει; Αναρωτιέται ένας αστείος!

Το ηλεκτρικό ρεύμα εσταμάτησε ξαφνικά από… το καλαμπούρι του. Σκοτεινιά!

-Που είμαστε βρε παιδιά;

Ο γέρος επάνω στον οποίον κάθησε η χοντρή, λέει:

-Στον Κολωνό.

Μια πρώην δασκάλα εξηγεί στο σύζυγό της:

-Ξέρεις είνε εκεί που ήλθεν ο Οιδίπους, ο τυφλός ο σύζυγος με την Αντιγόνην του.

-Κατάλαβα, γι’ αυτό στραβωθήκαμε όλοι εδώ.

-Ναι εις ανάμνησίν του! προσθέτει η διορθώνουσα την ιστορίαν και τας συγγενείας.



Ένας μόρτης ρωτά τον οδηγό:

-Τι λες αδερφάκι, ν’ ανάψω το κερί της Ανάστασης;

-Προσέχετε με πατήσατε! ακούεται μια γυναικεία φωνή.

-Φέξε μου και γλίστρησα κυρά μου!

-Κατινάκι! Κατινάκι τα μάτια σου τέσσερα, να μη σου βουτήξουνε τα μαρούλια!

-Τα κρατά ο Γιώργος μαμά.

Το ρεύμα ήλθε ξαφνικά και… εγένετο φως. Καθένας πήρε την φανερή στάση του, εκτός από το… τραμ το οποίον αφήκε την στάσιν και προχώρησε χοροπηδώντας πάντοτε προς την οδόν Σοφοκλέους … ».

("Αμάλθεια", Μάιος 1923, υπογράφει ο «Σύλβιος»)


Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)



Διαβάστε περισσότερα στο www.paliaathina.com
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr