Η μαμαδίστικη ελληνική κουζίνα που ξετρελαίνει το Λονδίνο

H ιδέα τριών φίλων από τη Θεσσαλονίκη, να σερβίρουν στο Λονδίνο τα σπιτικά φαγητά της μαμάς

Τα ελληνικά εστιατόρια στην Ευρώπη συνηθίζουν να υποφέρουν από τη φολκλόρ διακόσμηση και συχνά από ένα ανέμπνευστο μενού που επιμένει σε εύκολες λύσεις. Την τελευταία πενταετία μια πιο «επιθετική» γενιά Ελλήνων επιχειρηματιών επιθυμεί να ξανασυστήσει την ελληνική κουζίνα, επενδύοντας σε προϊόντα απευθείας από τη μάνα γη και σύγχρονους, μοντέρνους χώρους. Από τα πιο «εύφορα» εδάφη, το Λονδίνο, όπου το 2014 ο ελληνικός πληθυσμός διπλασιάστηκε και οι Έλληνες φοιτητές παρουσιάζουν μόνιμα σύνδρομο στέρησης του σπιτικού φαγητού. Εκεί το all day The Life Goddess, στη Store Street και πρόσφατα το «αδελφάκι» του The Life Goddess, Experimental Greek Devine, στην Carnaby Street, φιλοξενούν στα ράφια και τα τραπέζια τους παραδοσιακά προϊόντα και συνταγές.

Εμπνευστές και δημιουργοί τρεις φίλοι από τη Θεσσαλονίκη, ο Ηλίας Κουλακιώτης και τα αδέλφια Νίκος και Γιώργος Νυφούδης, ενώ πρόσφατα στην παρέα προστέθηκε ο «Λονδρέζος» Άνθιμος Μπατσιούρας. «Το The Life Goddess στην ουσία είναι ένας πολυχώρος ελληνικού φαγητού και γαστρονομίας» λέει ο Νίκος, ο μόνος που μένει μόνιμα στην Ελλάδα. «Προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε ένα παντοπωλείο εποχής 60s, αλλά, βέβαια, σύγχρονο. Ένα χώρο συνάντησης των ανθρώπων που εργάζονται στην περιοχή. Έχει εξελιχθεί σε καλό στέκι Ελλήνων νεομεταναστών, της δικής μας γενιάς 25-45, που ξενιτεύτηκαν μεν, αλλά έχουν ζήσει στην καλή Ελλάδα και θέλουν να διατηρήσουν αυτές τις μνήμες. Και οι μνήμες είναι ταυτισμένες με το καλό φαγητό, το φαγητό της μαμάς δηλαδή».



Στο μενού τους βρίσκουμε γίγαντες (ναι, γίγαντες), μουσακά στη γάστρα (ναι, στη γάστρα), βουβαλίσιες σπαλομπριζόλες Κερκίνης, χταποδάκι αργοβρασμένο πέντε ώρες σε κόκκινο αγιορείτικο κρασί με φάβα Σαντορίνης. Στο χέρι κουλούρι Θεσσαλονίκης, σπανακόπιτα, τσουρέκι. Στα delicatessen ράφια σύκα Κύμης, λιαστές ντομάτες Σαντορίνης, πορτσίνι Γρεβενών, οργανικές μαρμελάδες και, φυσικά, ελαιόλαδο, φέτα, ανθότυρο, γιαούρτια και μέλια. Πλέον, τα περισσότερα προϊόντα πωλούνται με την ταμπέλα του The Life Goddess. «Δεν ξεκινήσαμε έτσι. Όμως, το παντοπωλείο έχει πολύ αυστηρές προδιαγραφές. Στα ράφια μας δεν υπάρχουν προϊόντα απλά για να υπάρχουν, υπάρχουν όσα θα τρώγαμε εμείς. Έχουμε επιλέξει τριάντα παραγωγούς από όλη την Ελλάδα που παράγουν για εμάς. Η σειρά Greek Mezes, με πολλές παραλλαγές, είναι δικής μας έμπνευσης και δεν υπάρχει πουθενά αλλού» λέει ο Νίκος.



Πώς ξεκίνησαν, όμως, όλα; «Δεν προέκυψε λόγω της κρίσης, με την κρίση έγινε απλά πιο συντονισμένη η προσπάθεια. Όλα ξεκίνησαν όσο ζούσαμε στο Λονδίνο, όταν και εντοπίσαμε το κενό στο ποιοτικό ελληνικό γαστριμαργικό προϊόν. Ωστόσο, είναι η κρίση που μας έδωσε επιπλέον πελατεία, καθώς έφυγαν μαζικά Έλληνες για το Λονδίνο και χρειάζονταν ένα ελληνικό deli και εστιατόριο. Παρ’ όλα, αυτά η ψυχή του The Life Goddess παραμένει κοσμοπολίτικη. Το παντοπωλείο μας, δηλαδή, έχει 40% ξένους πελάτες, ενώ το εστιατόριο το Experimental Greek Devine, στον πολυσύχναστο πεζόδρομο στην Carnaby Street, εκεί που προσπαθήσαμε να πειραματιστούμε χωρίς να χάσουμε το χαρακτήρα της μαμαδίστικης κουζίνας που μας χαρακτηρίζει, έχει 70% ξένους πελάτες».

Λένε πως δεν είναι επιχειρηματικά έξυπνο να συνεργάζεσαι με φίλους σου. «Ναι, έτσι λένε» συμφωνεί ο Νίκος και συνεχίζει «ή θα δέσει περισσότερο η φιλία ή θα διαλυθεί. Σε εμάς έγινε το πρώτο». Την παρεϊστική ατμόσφαιρα ενισχύει το ελληνόφωνο προσωπικό. «Δεν είναι προαπαιτούμενο να είναι το προσωπικό μας Έλληνες, αλλά προσπαθούμε να βοηθήσουμε συμπατριώτες μας που αναζητούν δουλειά. Συμβαίνει, βέβαια, και το άλλο: ο Έλληνας με τον Άγγλο σερβιτόρο δεν έχουν καμία σχέση. Ο Άγγλος είναι σαν δημόσιος υπάλληλος, ενώ ο Έλληνας είναι απείρως πιο εργατικός και ανατρέπει το κλισέ που μας θέλει να είμαστε τεμπέληδες. Οι περισσότεροι Έλληνες έχουν μια εμπειρία στο σέρβις, καθώς η πλειοψηφία ως νέοι ή ως φοιτητές έχουμε δουλέψει σερβιτόροι. Όμως και στην κουζίνα οι μάγειρες είναι Έλληνες. Ποιος άλλος θα μπορούσε να φτιάξει γεμιστά και μουσακά με ελληνική γεύση;».



Και πώς πάνε τα πράγματα στην πόλη που δεν συγχωρεί επιχειρηματικά λάθη; «Είναι αγώνας. Το Λονδίνο έχει γίνει άντρο δισεκατομμυριούχων. Σύμφωνα με έρευνα του ΔΝΤ, το 2016, δημιουργήθηκε το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ δισεκατομμυριούχων και εκατομμυριούχων. Η διεθνής κρίση ευνόησε τρελά την Αγγλία. Κι έτσι, δυστυχώς, τα περισσότερα καταστήματα ανήκουν σε μεγάλες εταιρείες, δεν υπάρχει πολύς χώρος για ανεξάρτητους, μικρούς επιχειρηματίες».

Στην προοπτική, λοιπόν, να εξαγοραστεί το The Life Goddess πώς θα αντιδρούσαν; «Η αλήθεια είναι πως αυτά τα δύο μαγαζιά είναι ένα πολύ μεγάλο στοίχημα, οπότε θα ήταν μεγάλη μας χαρά αν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Θα πιστοποιούσε την επιτυχία του project και θα εγγυόταν την ανάπτυξή του».

Ποιος, όμως, θα ενδιαφερόταν η ελληνική κουζίνα να γίνει αλυσίδα; «Έχει πολύ μεγάλη δυναμική –και πολύ μεγάλες δυσκολίες– το ελληνικό προϊόν, αλλά δεν το έχουμε αντιληφθεί. Βέβαια, δεν είναι ξεκάθαρη η εικόνα για τα ελληνικά προϊόντα, τα μπερδεύουν με τα κυπριακά ή τα τούρκικα. Τα προϊόντα που είναι established είναι πολύ συγκεκριμένα. Είναι η φέτα, η πιπεριά Φλωρίνης, το γιαούρτι. Το λουκούμι, ας πούμε, είναι γνωστό ως Turkish delight…». Θα μπορούσε η ελληνική κουζίνα να θεωρηθεί, μαζί με τον τουρισμό, η δική μας βαριά βιομηχανία; «Θα έπρεπε. Αν υπήρχε σχεδιασμός. Δεν έχει γίνει focus στον ακμάζοντα γαστριμαργικό τουρισμό. Μόνο στη θάλασσα και στις Κυκλάδες. Δεν έχουμε επενδύσει στο φαγητό. Το Σαν Σεμπαστιάν, στην Ισπανία, π.χ., είναι μια πόλη 100.000 ανθρώπων σαν την Καβάλα και έχει 16 βραβευμένα με αστέρια Μισελέν εστιατόρια. Οι τουρίστες πηγαίνουν στο Σαν Σεμπαστιάν μόνο για το φαγητό. Στην Ελλάδα, όμως, δεν υπάρχει πολιτική βούληση. Υπουργοί τουρισμού γίνονται άνθρωποι που δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο. Πώς θα «πουλήσεις» έτσι την Ελλάδα; Αυτή τη στιγμή η τάση είναι ο γαστριμαργικός τουρισμός κι εμείς έχουμε τόσες διαφορετικές τοπικές κουλτούρες, όμως καμία καμπάνια δεν εστιάζει εκεί. Πρέπει να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας που μένει στην εικόνα ηλιοβασίλεμα και θάλασσα. Είμαστε φτηνοί και πρόχειροι. Και εμείς στο Life Goddess δεν θέλουμε να το κάνουμε αυτό. Δεν μας ενδιαφέρει να ρίξουμε την τιμή εις βάρος της ποιότητας. Αν έρθει κάποιος και περάσει καλά στο The Life Goddess, μετά θέλει να επισκεφτεί και την Ελλάδα. Αλλά και αντίστροφα, κάποιος που έχει περάσει καλά στις διακοπές του στην Ελλάδα, έρχεται σε εμάς για να διατηρήσει ζωντανές τις μνήμες του από τη χώρα μας».



Έχουν πάρει το ζήτημα πατριωτικά. «Ναι, εκπροσωπούμε την Ελλάδα. Κάποιος που βάζει το Greek tavern στην ταμπέλα του κουβαλάει μια σημαία, που πρέπει να την τιμήσει, όπως οι αθλητές. Το Greek μάς φέρνει δουλειά, είναι brand name η Ελλάδα. Το στηρίζουμε με μεγάλο κόστος και αίσθημα ευθύνης».

Όσο για το logo του The Life Goddess, «ένας συνδυασμός δικής μας έμπνευσης και της βραβευμένης, θεσσαλονικιώτικης σχεδιαστικής ομάδας των beetroot», όπως λένε, είναι μια κατσίκα. Όχι μια οποιαδήποτε, αλλά μια θεά. Η αγαπημένη νύμφη του Δία, η Αμάλθεια, που με το γάλα της τάιζε το θεϊκό βρέφος, συνώνυμη με τη ζωή και την αφθονία, αυτή που ευδοκιμεί στο The Life Goddess.

Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr