Κωνσταντίνος Ζαμπάρας: Ο εθνικός μας «θειούλης» σε μόνιμο τζακ ποτ

Θα μπορούσε ο ρόλος του ως «θείου» στη διαφήμιση του Τζόκερ να θεωρηθεί λαχείο. Οχι όμως για τον Κωνσταντίνο Ζαμπάρα, τον άνθρωπο που ανδρώθηκε και γαλουχήθηκε  στις θεατρικές σκηνές και από παιδί γνώριζε ότι δεν θα ασχολιόταν με τίποτα λιγότερο από εκείνο που του προκαλούσε δέος: το θέατρο    

Ο Κωνσταντίνος Ζαμπάρας λέει ότι δεν έχει πολλά κοινά με τον αεικίνητο «θειούλη» της διαφήμισης του Τζόκερ, γι’ αυτό και θεωρεί πως έτσι μπορεί να παρατηρεί καλύτερα τον χαρακτήρα που υποδύεται. Στην πραγματικότητα, βέβαια, μπορείς να διαπιστώσεις πως τον ρόλο με τον άνθρωπο συνδέουν το πηγαίο γέλιο που διακόπτει κάθε τόσο τον λόγο του, αλλά και η συνολική αίσθηση πως αυτό που έχει μάθει από τη ζωή ο έμπειρος ηθοποιός είναι να μην τη θεωρεί αυτονόητη. Κυρίως προσπαθεί να τη ζει καθημερινά σαν δώρο, σαν γιορτή. «Μου αρέσει να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο. Ναι, είμαι τυχερός άνθρωπος. Καταρχάς είμαι τυχερός που ζω. Ξέρετε, η ζωή δεν είναι τόσο αυτονόητη», επισημαίνει, ξεχωρίζοντας με τον δικό του τρόπο τη μάλλον παρεξηγημένη έννοια της τύχης από εκείνη της τυχαιότητας. 



Κάνει θέατρο περισσότερο από 30 χρόνια, έχει πρωταγωνιστήσει σε διαφημίσεις, έχει παίξει σε τηλεοπτικές σειρές -από τα δημοφιλή τη δεκαετία του ’90 «Ροζ Συννεφάκι» και «Τμήμα Ηθών» μέχρι τα πιο πρόσφατα «Κλεμμένα όνειρα»-, ενώ έχει συμμετάσχει σε κινηματογραφικές ταινίες, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζουν το «1922» του Νίκου Κούνδουρου και το «Uranya» του Κώστα Καπάκα. Κι όμως, παρά το μακρύ ταξίδι του στην υποκριτική, ο περισσότερος κόσμος τον γνώρισε ως τον καλοβαλμένο bon viveur, έξω καρδιά και ριψοκίνδυνο «θειούλη» από τη διαφήμιση του Τζόκερ του ΟΠΑΠ. «Για να είμαι ειλικρινής, δεν περίμενα ότι το συγκεκριμένο σποτ θα είχε τόση απήχηση. Οπως και σε άλλες διαφημίσεις, πέρασα κανονικά από κάστινγκ και κατόπιν κάναμε το γύρισμα. Αυτό που συνέβη ήταν μια ωραία σύμπτωση. Ηταν το σενάριο; Η σκηνοθεσία; Η ομάδα; Ολα μαζί; Σε κάθε περίπτωση, είναι πολύ ωραίο αυτό που συμβαίνει. Δεν μπορώ να πω ότι δεν το απολαμβάνω», λέει με ειλικρίνεια. Με συνοπτικές διαδικασίες και -νομοτελειακή για τον τρόπο που λειτουργεί η τηλεοπτική εικόνα- κεκτημένη ταχύτητα, ο Κωνσταντίνος Ζαμπάρας ανακηρύχθηκε ελέω προβολής (και αλλεπάλληλων τζακ ποτ) «εθνικός θείος». Η τηλεοπτική διελκυστίνδα μεταξύ θείου και ανιψιού μοιάζει να ασκεί μια αναπόδραστη γοητεία στο κοινό, το οποίο στα πρόσωπα των δύο πρωταγωνιστών φαίνεται να ανακάλυψε δύο νέους ποπ ήρωες. «Η αλήθεια είναι ότι στον δρόμο με προσφωνούν όλοι “θείο”. Βέβαια το αρκετά παράδοξο είναι πως με αποκαλούν “θείο” ακόμη και άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας από μένα. Πάντως, όταν η προσέγγιση γίνεται με σεβασμό και ευγένεια, δεν θα πω ψέματα, μου αρέσει. Αν μου προτείνουν πλέον περισσότερες δουλειές; Εντάξει, δεν χτυπά και κάθε πέντε λεπτά το τηλέφωνό μου, αλλά νομίζω πως τα πράγματα πηγαίνουν καλά», λέει μετρημένος και -κυρίως- καθόλου συνεπαρμένος από την επιτυχία του σποτ. 



Πολιτογραφημένος κάτοικος Κυψέλης, ο Κωνσταντίνος Ζαμπάρας μετοίκησε από τη Μεσσηνία, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, στην Αθήνα στην περίοδο της εφηβείας του. Τις παιδικές αναμνήσεις από την ύπαιθρο μπορεί κανείς να τις διακρίνει στο μπαλκόνι του σπιτιού του, το οποίο λέει πως φροντίζει να είναι κατάφυτο. «Θα 'θελα να έχω και έναν σκύλο, αλλά δεν γίνεται», μονολογεί. Παιδιόθεν ήξερε ότι θα γίνει ηθοποιός. Λέει χαρακτηριστικά πως μολονότι ως παιδί δεν είχε δει πολλές παραστάσεις, το θέατρο του ασκούσε μια ακατανίκητη γοητεία, του προκαλούσε δέος.



Τελειώνοντας το σχολείο υπηρέτησε τη στρατιωτική θητεία του και κατόπιν φοίτησε στη Δραματική Σχολή Βεάκη. Τον ρωτάω αν θυμάται ποιος ήταν ο πρώτος ρόλος που υποδύθηκε ως επαγγελματίας ηθοποιός. «Φυσικά και θυμάμαι. Δεν είμαι δα και η Ακρόπολη», απαντά ξεσπώντας σε γέλια. «Η πρώτη μου δουλειά στο θέατρο ήταν ένα έργο ποιητικό, “Η μακριά πορεία ενός ποιητή” του Γιάννη Ρίτσου με τον Γιάννη Βόγλη. Και η δεύτερη δουλειά μου πάλι με τον Βόγλη ήταν. “Ο καλός στρατιώτης Σβέικ”», αναπολεί. Σήμερα, εκτός από το viral διαφημιστικό σποτ, ο Κωνσταντίνος Ζαμπάρας παίζει στην παράσταση «Νύφη κουράγιο» σε κείμενο και σκηνοθεσία Νίκου Μουτσινά, στη θεατρική σκηνή «Ζωή Λάσκαρη» στον Πολυχώρο Αθηναΐς. «Τι να πω γι’ αυτή τη συνεργασία; Η Ζωή Λάσκαρη είναι ένας μύθος», λέει ενθουσιασμένος και συνεχίζει: «Και ο Νίκος Μουτσινάς είναι ένας εξαιρετικός σκηνοθέτης και νομίζω και ένας εξαιρετικός άνθρωπος. Το έργο αντλεί στοιχεία από την ελληνική πραγματικότητα και ίσως αυτός είναι ο λόγος που ο κόσμος βλέποντάς το περνάει ευχάριστα, γελάει. Εγώ υποδύομαι τον ψυχαναλυτή, έναν μάλλον φευγάτο ψυχαναλυτή, που προσπαθεί να καθοδηγήσει μια μητέρα η οποία δεν μπορεί να δεχτεί καμία υποψήφια νύφη για τον γιο της», εξηγεί. 

Τον ρωτάω αν τελικά η ζωή ενός ηθοποιού, η καριέρα του οποίου δεν εκτυλίχθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της μπρος στα φώτα της αναγνωρισιμότητας και της διασημότητας, είναι δύσκολη. «Φυσικά και είναι δύσκολη η διαδρομή. Στη δουλειά τη δική μας δεν επαναπαύεσαι ποτέ. Πάντα ψάχνεις, αναζητάς, βρίσκεσαι σε εγρήγορση. Ποιο είναι το κέρδος; Σίγουρα όχι το οικονομικό. Το κέρδος μας είναι η γνώση». «Τελικά, τι σας έμαθε όλα αυτά τα χρόνια η ζωή, κύριε Ζαμπάρα», τον ρωτώ, για να πάρω τη λιτή αλλά μεστή απάντησή του. «Εχω μάθει ότι μεγαλώνοντας αφαιρείς πράγματα από τη ζωή σου και γίνεσαι πιο ελαφρύς. Διαβάζεις, μαθαίνεις, κάτι παίρνεις, κάτι αφήνεις. Ξέρετε, δεν ήρθα στη ζωή για να τραβάω φωτογραφίες και να απαθανατίζω ωραία στιγμιότυπα αλλά για να τη ζω. Και ξέρω να πατάω στα πόδια μου. Εντάξει, καμιά φορά μπορεί και να παραπατάω», καταλήγει γελώντας. 
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr