Phedon Papamichael: «Σκέφτομαι την επιστροφή στην Ελλάδα»
Phedon Papamichael: «Σκέφτομαι την επιστροφή στην Ελλάδα»
Για εκατομμύρια κόσμου ανά την υφήλιο το Χόλιγουντ θεωρείται κάτι σαν Η Γη της Eπαγγελίας. Για τον Phedon Papamichael, όμως, τον 53άχρονο κινηματογραφιστή που έχει γυρίσει ήδη πάνω από σαράντα ταινίες στο Χόλιγουντ, η Γη της Επαγγελίας βρίσκεται 210 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Αθήνας, στην κωμόπολη των 3.826 κατοίκων, το Λεωνίδιο
Για εκατομμύρια κόσμου ανά την υφήλιο το Χόλιγουντ θεωρείται κάτι σαν Η Γη της Eπαγγελίας. Για τον Phedon Papamichael, όμως, τον 53άχρονο κινηματογραφιστή που έχει γυρίσει ήδη πάνω από σαράντα ταινίες στο Χόλιγουντ, η Γη της Επαγγελίας βρίσκεται 210 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Αθήνας, στην κωμόπολη των 3.826 κατοίκων, το Λεωνίδιο.
Δεν κληρονόμησε μόνο το βαρύ ονοματεπώνυμο του πατέρα του, περίφημου σκηνογράφου και διευθυντή παραγωγής, Phedon Papamichael (ναι, πατέρας και γιος έχουν το ίδιο ονοματεπώνυμο), που είχε συνεργαστεί στενά με δύο μύθους του παγκόσμιου κινηματογράφου, τον Jules Dassin (Ποτέ την Κυριακή, Φαίδρα) και τον (σ.σ. ξάδερφο του μπαμπά του) JohnCassavetes (Faces, A Woman Under the Influence, Love Streams, The Killing of a Chinese Booking). Το βασικό στοιχείο που ο Phedon Papamichael πήρε από τον πατέρα του ήταν η αγάπη για τις Τέχνες και τον κινηματογράφο.
Αν και γεννιέται στην Αθήνα, η οικογένειά του μετακομίζει στη Γερμανία, πατρίδα της μητέρας του, όταν εκείνος είναι 6 ετών. Η φωτογραφία τον γοητεύει από μικρή ηλικία, όπως και η ελληνική ιστορία. Κατεβαίνει συχνά για διακοπές στην Ελλάδα. «Αυτή η ελληνική ομορφιά, την οποία απολάμβανα από τα παιδικά μου χρόνια στις καλοκαιρινές διακοπές, έχοντας επισκεφτεί μέρη όπως η Ακρόπολη, το Σούνιο, η Επίδαυρος, ενέπνευσε τη φαντασία μου». Δεν είναι, όμως, μόνο η αρχαία Ελλάδα. Η επίσκεψή του στις Σπέτσες και οι ιστορίες γύρω από την επανάσταση του 1821 και την Μπουμπουλίνα τον κάνουν να «σκάβει» συνεχώς σε οτιδήποτε ελληνικό. «Έχοντας μαγευτεί από μικρό παιδί, όταν πια μεγάλωσα είχα μεγάλη αγάπη με την ομορφιά, το φως, αλλά και τους ανθρώπους της Ελλάδας. Και όταν ως έφηβος ξεκίνησα να φωτογραφίζω, οι πρώτες φωτογραφίες μου ήταν από διακοπές στην Ελλάδα και αυτό μπορεί να περιγράψει τον ενθουσιασμό που είχα». Ως έφηβος μαγεύεται από τον Antognoni, τον Fellini, τον Kurosawa, ενώ επισκέπτεται και τις ΗΠΑ, όπου ακολουθεί τον πατέρα του στα γυρίσματα των ταινιών του Cassavetes.
Το 1982 είναι χρονιά-ορόσημο για τον κινηματογραφιστή. Κάτοχος του πτυχίου της Σχολής Καλών Τεχνών του Μονάχου, επιλέγει να μεταναστεύσει στην «πατρίδα των ονείρων», τις ΗΠΑ. «Πήρα μια μεγάλη απόφαση. Με το που ολοκλήρωσα τις σπουδές μου, πήρα το πρώτο αεροπλάνο για Νέα Υόρκη. Αν δεν ήμουν τόσο νέος και δεν είχα άγνοια κινδύνου, ίσως και να το σκεφτόμουν ξανά» εξιστορεί. Εκεί βρίσκει δουλειά αρχικά ως φωτορεπόρτερ, αλλά ο κινηματογράφος είναι το απωθημένο του. Ήδη στην πρώτη του απόπειρα, το φιλμ Spud, κερδίζει βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Κορκ. Ένα τηλεφώνημα του θείου του και συνεργάτη του πατέρα του, John Cassavetes, είναι αρκετό για να μετακομίσει στο Λος Άντζελες και να ξεκινήσει μια καριέρα που στην πορεία της θα φέρει μπροστά από το φακό του μερικούς από τους μεγαλύτερους σύγχρονους αστέρες (George Clooney, Matt Damon, Tom Cruise, Michael Caine, Will Smith, Nicolas Cage, Dustin Hoffman, Cate Blanchett, Susan Sarandon, Joaquin Phoenix, Holly Hunter, Reese Witherspoon, Bill Murray, John Goodman είναι μόνο μερικοί από αυτούς που συνεργάστηκε) για ταινίες που είτε έγιναν εμπορικές επιτυχίες είτε χαρακτηρίστηκαν από την ποιότητα και τα βαθιά νοήματά τους, αγαπήθηκαν από ετερόκλητα κοινά.
Δουλεύοντας δίπλα σε τεράστια ονόματα, ο περιζήτητος διευθυντής φωτογραφίας και σκηνοθέτης έχει βιώσει τη γήινη, καθημερινή πλευρά αυτών των μεγάλων ηθοποιών. «Ο κόσμος βλέπει μόνο αυτή τη λάμψη στις πρεμιέρες, τις φωτογραφίσεις στα περιοδικά, τα μεγάλα σπίτια που ζουν, αλλά δεν καταλαβαίνει πόσο σκληρά εργαζόμενοι είναι» λέει και συνεχίζει: «Δουλεύουν καθημερινά για δεκατέσσερις ώρες έχοντας επάνω τους τεράστια πίεση. Ειδικά ο George Clooney. Έχει μεγαλώσει σε αυτή τη βιομηχανία, η θεία του ήταν πασίγνωστη τραγουδίστρια, ο πατέρας του ήταν δημοσιογράφος και anchorman. Δουλεύουν πολύ σκληρά και είναι εξαιρετικά αυστηροί επαγγελματίες, πολύ πειθαρχημένοι. Πολλές φορές στα γυρίσματα είναι εκτεθειμένοι σε πράγματα όπως η βροχή και το χιόνι, την ώρα που το υπόλοιπο προσωπικό προφυλάσσεται. Φοράνε το σμόκιν μόνο όταν πάνε στις πρεμιέρες. Τις υπόλοιπες ώρες είναι σκληρά εργαζόμενοι. O Tom Cruise, ο Chris Hemsworth, o Will Smith προετοιμάζονται πολύ σκληρά. Είναι μία από τις καλύτερες δουλειές του κόσμου, φυσικά, αλλά απαιτεί πολλή δουλειά. Μην ξεχνάμε πως οι ηθοποιοί περνούν πολύ χρόνο μακριά από την οικογένειά τους».
Με τον Alexander Payne, έναν από τους ταλαντούχους σκηνοθέτες της γενιάς του, κολλητό του φίλο και επίσης Έλληνα, συνεργάστηκαν για το φιλμ Nebraska, ένα κομψοτέχνημα που, παρόλο το μικρό του μπάτζετ, κατάφερε να κερδίσει αρκετές υποψηφιότητες Όσκαρ το 2013, ανάμεσά τους και Φωτογραφίας, για τον Παπαμιχαήλ. «Ήξερα πως δεν θα κερδίσω. Έτσι, δεν είχα και αυτή την πίεση» μου λέει και μου εξιστορεί ένα περιστατικό με το γιο του: «Ήμασταν σε ένα εμπορικό κέντρο και όταν είδε την αφίσα της ταινίας Gravity (σ.σ. η ταινία που κέρδισε τελικά στη συγκεκριμένη κατηγορία), μου είπε “Eντάξει, μπαμπά, αυτό είναι άδικο. Ο άλλος είχε ένα ολόκληρο διαστημόπλοιο, αστροναύτη, πύραυλο και το μόνο που είχες εσύ ήταν έναν ηλικιωμένο άντρα να περπατάει”».
Τα γυρίσματα των ταινιών αυτών κάθε άλλο παρά παιχνίδι είναι. Η κοπιαστική αυτή καθημερινότητα, τις πιο πολλές φορές μακριά από το σπίτι, διαρκεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Οι ισορροπίες που πρέπει να κρατηθούν ανάμεσα σε εργασία και σπίτι είναι λεπτές και ο Phedon τονίζει πως «είναι πολύ σημαντικό να βρεις τρόπους να το κάνεις να δουλέψει αυτό. Είμαι πολύ τυχερός γιατί μπορώ και ταξιδεύω με την οικογένειά μου. Έτσι, βρεθήκαμε στη Χαβάη για τα γυρίσματα του Descendants, στο Βερολίνο για το The Monuments Men. Βέβαια, τώρα που τα παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο είναι λίγο δύσκολο» παραδέχεται ο Phedon.
Ένα από τα κύρια συστατικά της κουλτούρας των λαών βρίσκεται στην κουζίνα κάθε σπιτικού. Συζητώντας για εκείνες τις ελληνικές συνήθειες που διατηρεί στην καθημερινότητά του, αναπόφευκτα ακούγονται οι πρώτες ελληνικές λέξεις, όπως «σαλάτα» και «παϊδάκια». «Ο τρόπος που τρώμε στο σπίτι σίγουρα είναι ελληνικός. Προτιμάμε τη μεσογειακή διατροφή, τις ελληνικές σαλάτες, το ελαιόλαδο, ψήνουμε ψάρια στον κήπο, τρώμε παϊδάκια – αντί για hamburgers και hot dogs, που συνηθίζεται εδώ. Καλούμε τους φίλους μας και τους φτιάχνουμε ελληνικό φαγητό και τους βάζουμε να ακούσουν ελληνική μουσική» λέει γεμάτος υπερηφάνεια ο γνωστός κινηματογραφιστής. Όταν του ζητώ να μου πει τι περιλαμβάνει το μενού του σε ένα κάλεσμα με φίλους ένα βράδυ Σαββάτου, μου απαντά στα ελληνικά και χαμογελώντας: «Μουσακά, παστίτσιο, σαλάτα, τσιπούρα, παϊδάκια».
Η σύζυγος του Phedon, Eka Chichua (με την οποία παντρεύτηκαν το 2006), έχει καταγωγή από τη Γεωργία. Μια χώρα που είναι αρκετά κοντά στην ελληνική κουλτούρα. Τα δύο δίδυμά τους μεγάλωσαν σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον, όπως αυτό των ΗΠΑ. Έχουν, όμως, ελληνικές αναφορές; «Από νεαρή ηλικία καταλάβαιναν τις διαφορές που έχει η κοινωνία. Τότε ζούσαμε στο Βερολίνο, στο Λος Άντζελες, αλλά και στο Λονδίνο. Καταλάβαιναν πως όταν πηγαίνουμε διακοπές, για παράδειγμα, δεν είναι μόνο για να κολυμπήσουμε. Αντιλαμβάνονταν τις πολιτισμικές διαφορές. Έτσι έχουν αναπτύξει και τις δικές τους προτιμήσεις για το πού θέλουν να πηγαίνουν» απαντά και αμέσως εξηγεί με ένα παράδειγμα: «Ξέρουν πως σε ένα γερμανικό εστιατόριο θα πρέπει να καθίσουν ήσυχα και να συμπεριφερθούν πολύ κόσμια, σε αντίθεση με μια ελληνική ταβέρνα κοντά στη θάλασσα, όπου θα αισθάνονται πολύ πιο ελεύθερα. Θα μπορούν να μιλάνε πιο δυνατά, να κάθονται μέχρι πιο αργά, να επικοινωνούν πιο εύκολα με τα άλλα παιδιά. Να είναι πιο ζωηρά και εκφραστικά. Κι έτσι προτιμούν την Ελλάδα».
Ο ίδιος ο Phedon μεγάλωσε σε ένα ελληνογερμανικό περιβάλλον, λόγω της γερμανικής καταγωγής της μητέρας του. «Ήταν καλό, γιατί έμαθα να λειτουργώ με έναν πιο πειθαρχημένο τρόπο κι αυτό ήταν πολύ χρήσιμο για τη δουλειά που κάνω τώρα. Γιατί η δουλειά μου, εκτός από την καλλιτεχνική της διάσταση, απαιτεί και οργάνωση. Και είναι μια διαδικασία που απαιτεί ένα ωραίο συνδυασμό. Και στη βιομηχανία του κινηματογράφου οι ευθύνες είναι μεγάλες και όταν μιλάμε για ποσά δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων, δεν μπορεί να μην είσαι προσεκτικός».
Στις συνεντεύξεις του δεν χάνει την ευκαιρία να μιλήσει για το όνειρό του, που είναι να γεράσει στο Λεωνίδιο. Δεν του αρέσει να μιλάει για «συνταξιοδότηση», αλλά φλερτάρει πολύ έντονα με την ιδέα της επιστροφής στην Ελλάδα. «Είμαι ακριβώς στο σημείο εκείνο που σκέφτομαι να μετακομίσουμε οικογενειακά στην Ελλάδα. Και όλοι μου λένε “γιατί ακριβώς να μετακομίσεις στην Αθήνα τώρα;”. Δεν ξέρω. Μερικές φορές παίρνουμε κάποιες αποφάσεις που μπορεί να μη μοιάζουν ορθολογικές, αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι θα προκύψει από αυτές. Τουλάχιστον μέχρι να το κάνεις. Είναι συναρπαστικό, όμως, για εμάς. Οι αλλαγές είναι απαραίτητες» λέει και τον σκέφτομαι ευτυχισμένο πάνω στη βάρκα του, να λούζεται από το ελληνικό φως που τόσο πολύ τον εμπνέει.
Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα