Φιλοξενώντας μία οικογένεια Σύρων

Η Ιωάννα και ο Δημήτρης άνοιξαν το σπίτι τους στην 27χρονη Roza και τα δύο μικρά της παιδιά, βγάζοντας τους από τις λάσπες της Ειδομένης

Σε ένα σομόν σπίτι, περίπου 7 χιλιόμετρα μακριά από το αεροδρόμιο Μακεδονία της Θεσσαλονίκης, δύο μικρά αγόρια χαιρετούν τα αεροπλάνα που κατευθύνονται στο διάδρομο προσγείωσης. Από τις φωνές τους δεν μπορείς να συμπεράνεις την εθνικότητά τους. Ούτε από το χαμόγελό τους, φυσικά. Μόνο όταν δεις τη μητέρα τους, με τη μακριά λευκή μαντίλα περίτεχνα δεμένη στο κεφάλι της, να τα καλεί να μπουν στο σπίτι για να τα κάνει μπάνιο, αντιλαμβάνεσαι πως δεν πρόκειται για ελληνόπουλα. Μέχρι όμως να ξεκινήσουν και πάλι το παιχνίδι, τα δύο αγοράκια έπρεπε να ζήσουν καταστάσεις που ευτελίζουν τον πολιτισμό μας.



Η Ιωάννα Χατζηδάκη είναι καθηγήτρια αγγλικών που βγήκε στη σύνταξη. Για την ακρίβεια, ήταν και δική μου καθηγήτρια, πράγμα που σημαίνει πως παίδεψε πολύ ο ένας τον άλλο. Για κακή μου τύχη, ήταν και φίλη της μητέρας μου, οπότε την ενημέρωνε καθημερινά για την –όποια– πρόοδό μου. Για καλή μου τύχη (και της μητέρας μου), παραμένει μια πίστη φίλη εδώ και πολλά χρόνια. Η Ιωάννα αποφάσισε μαζί με το σύζυγό της, Δημήτρη Τσουκαλά, μέλος Μη Κερδοσκοπικής Οργάνωσης που ασχολείται με ανθρωπιστικό έργο, να φιλοξενήσουν μια μητέρα από τη Συρία μαζί με τα δύο παιδιά της. Έπειτα από δύο μήνες συγκατοίκησης, της ζήτησα να μου διηγηθεί όσα έχουν συμβεί. «Ο Δημήτρης, ήδη από το Σεπτέμβριο, πηγαίνει δύο φορές την εβδομάδα στην Ειδομένη. Οι εικόνες που έχουμε όλοι δει στην τηλεόραση, με τα παιδιά μέσα στη λάσπη, εκτεθειμένα στο κρύο, αλλά και οι ιστορίες που ο ίδιος μου περιέγραφε έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην απόφασή μας» μου λέει αρχικά. Και ήταν πριν από δύο μήνες όταν εκείνος της μίλησε για μια 27χρονη μητέρα που τον πλησίασε για να τον ρωτήσει αν ήξερε πότε θα άνοιγαν τα σύνορα. «Μου ανέφερε την περίπτωσή της, πως είναι μια κοπέλα 27 ετών με δύο αγοράκια, 3 και 6 ετών, που ξεκίνησε από την Τουρκία προσπαθώντας να βρει τον άντρα της, o οποίος είχε ήδη φτάσει στη Γερμανία. Μου είπε πως πάσχιζε να τα ταΐσει και να τα κρατήσει κοντά της, γιατί στην Ειδομένη οι πιο πολλοί είναι σε μεγάλες οικογένειες, όπου υπάρχουν γιαγιάδες ή και θείες για να βοηθούν στη φροντίδα των μωρών. Εκείνη ήταν τελείως μόνη της. Αυτές οι περιπτώσεις γυναικών είναι πολύ λίγες» τονίζει. Η ιδέα να την καλέσουν στο σπίτι τους ανήκε στην Ιωάννα. «Ξέρει πως γενικά δεν είμαι ανοιχτή σε τέτοια πράγματα. Αφού μου εξήγησε την κατάσταση, του είπα “αν την Τετάρτη είναι ακόμη εκεί, φέρ’ τους εδώ”».




Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΒΟΛΕΣ ΗΜΕΡΕΣ

Όντως, το πρωί της Τετάρτης, ο Δημήτρης συνάντησε τη νεαρή μητέρα στον καταυλισμό και της πρότεινε να πάρει τα παιδιά της και να πάει να ζήσει μαζί τους, για όσο διάστημα τα σύνορα είναι κλειστά. «Ήταν επιφυλακτική, γιατί έχουν δει και περάσει πολλά. Φοβήθηκε η κοπέλα στην αρχή. Δεν δέχτηκε από την πρώτη στιγμή όλο χαρά. Γιατί και εκείνοι έχουν ακούσει άπειρες ιστορίες για παιδιά που χάθηκαν, για γυναίκες που πουλήθηκαν. Οπότε προσπαθούσε να εξασφαλιστεί, όσο μπορούσε» λέει ο Δημήτρης και συνεχίζει: «Ρώτησε ανθρώπους από την Ύπατη Αρμοστεία και μια μεταφράστρια, που βοηθούσε στη συνεννόηση. Η καταφατική της απάντηση ήρθε όταν ήταν πια απόγευμα».

Η Ιωάννα συνάντησε για πρώτη φορά την οικογένεια έξω από ένα κεντρικό σούπερ μάρκετ της ανατολικής Θεσσαλονίκης. «Έπρεπε να ψωνίσουμε και τα απαραίτητα για εκείνους, αφού εμείς δεν έχουμε μικρά παιδιά στο σπίτι. Επίσης, δεν ήξερα αν είχε ρούχα μαζί της» θυμάται. «Η πρώτη εικόνα που σχημάτισα ήταν μιας όμορφης και συνεσταλμένης κοπέλας. Ήταν μαγκωμένη, φυσικά, αφού και εκείνη δεν ήξερε τι θα συναντούσε. Μπορεί ο Δημήτρης να την είχε προσκαλέσει, αλλά δεν ήξερε κατά πόσο είναι καλοδεχούμενη στο σπίτι. Η πρώτη μου κίνηση ήταν να την αγκαλιάσω. Είχαμε μαζί μας και τη μεταφράστρια, γιατί στην πρώτη επαφή θα βοηθούσε να υπήρχε και ένας άνθρωπος που να μιλάει τη μητρική γλώσσα, τόσο εκείνης όσο και τη δική μας. Αφού ψωνίσαμε, εκείνη ζητούσε να πληρώσει όσα αγόρασε. Μας το είχε ξεκαθαρίσει, αλλά εννοείται πως δεν την αφήσαμε». Τη ρωτάω να μου πει τι της έκανε εντύπωση στις πρώτες στιγμές της γνωριμίας τους. «Η ομορφιά της» απαντά αμέσως η Ιωάννα και συνεχίζει: «Επίσης, είχε να κάνει μπάνιο 28 ημέρες, αλλά αυτό δεν μπορούσες να το αντιληφθείς αν δεν σου το έλεγε. Και τέλος, η ευγένειά της».



Η άβολη ατμόσφαιρα διαλύθηκε μόλις μπήκαν τα παιδιά στο σπίτι. «Άρχισαν να τρέχουν χαρούμενα. Ανοίχτηκαν από την πρώτη στιγμή, ενώ η μαμά ήταν μαγκωμένη και είναι λογικό» λέει η Ιωάννα. Όπως είναι λογικό, οι πρώτες ημέρες ήταν μουδιασμένες. «Ήταν αναγνωριστικές, “μυριζόμασταν”» θυμάται η ίδια.

Πολλές φορές τα σημάδια αυτών που βίωσαν τρομακτικά γεγονότα δεν είναι εμφανή και έρχονται στην επιφάνεια με τρόπο σοκαριστικό. Η Ιωάννα δεν πρόκειται να ξεχάσει ποτέ την αντίδραση του 3χρονου Murhaf, όταν τις πρώτες ημέρες άκουγε τον ήχο των αεροπλάνων. «Άρχιζε να τρέχει πανικόβλητος. Έψαχνε να κρυφτεί, γιατί είχε μνήμες από βομβαρδισμούς». Πλέον έχει εξοικειωθεί και είναι και πάλι χαρούμενος όταν τα βλέπει. «Γιατί η μαμά του του είπε πως με αεροπλάνο θα πάνε να βρουν τον πατέρα τους» μου εξηγεί, «οπότε κάθε φορά που βλέπει ένα φωνάζει “μπαμπά, μπαμπά”. Ο μεγάλος ρωτάει αν αυτό είναι το αεροπλάνο που θα τους πάει στον πατέρα τους και εκείνη απαντά “ινσαλάχ” (“μακάρι”)».


ΑΠΟ ΤΟ ΧΑΛΕΠΙ ΣΤΗΝ ΕΙΔΟΜΕΝΗ
Τα αγγλικά της Roza είναι σε καλό επίπεδο. Η αδελφή της δουλεύει ως μεταφράστρια και στο πατρικό της μιλούσαν συχνά αγγλικά. Μάλιστα, είχε ξεκινήσει τις σπουδές της στο αμερικάνικο κολέγιο, αλλά τις διέκοψε με το γάμο. Μετά το γάμο της, όμως, και τη μετακόμισή της στο νέο της σπίτι σταδιακά «σκούριασαν» λόγω της μη εξάσκησης. Βέβαια, είναι αρκετά για να μπορεί να μου απαντά, ακόμη και για πράγματα δυσάρεστα. «Θα μπορούσα να γράψω βιβλίο για όσα μου έχουν συμβεί» μου λέει η Roza και μου αφηγείται την πιο τρομακτική στιγμή που έχει ζήσει: «Τότε ζούσαμε στο Χαλέπι. Γύρω από το σπίτι μας υπήρχαν ελεύθεροι σκοπευτές. Για να μπορέσουμε να πάμε οπουδήποτε, έπρεπε να τους ξεφύγουμε. Μια φορά που επιχειρήσαμε να βγούμε από το σπίτι, μια σφαίρα πέρασε ξυστά από το κεφάλι του 6χρονου γιου μου, Amr, και τον τραυμάτισε. Χρειάστηκαν ράμματα» αφηγείται ταραγμένη.

Η οικογένεια έφυγε με την πρώτη ευκαιρία για την Τουρκία. Ο 38χρονος σύζυγός της είναι προγραμματιστής ηλεκτρονικών υπολογιστών. Δούλευε στο Χαλέπι, αλλά όταν πήγαν στην Τουρκία δεν μπορούσε να βρει δουλειά. Εκεί είναι δύσκολα για τους Σύριους. Αμείβονται με 150 ευρώ μηνιαίως για δώδεκα ώρες δουλειά ημερησίως. Η Roza δούλευε εκεί σε μια εταιρεία ενοικίασης αυτοκινήτων. Έπειτα από ένα χρόνο ο σύζυγός της αποφάσισε να διασχίσει τη μισή Ευρώπη για να βρεθεί στη Γερμανία. «Ήταν μια πολύ δύσκολη απόφαση» θυμάται η 28χρονη, αλλά «δεν υπήρχε άλλος τρόπος». Ο άντρας της πέρασε από την Ελλάδα στα τέλη Αυγούστου. Στην Ουγγαρία, όμως, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Τον ανάγκασαν με τη βία να υπογράψει πως ζητά άσυλο εκεί. Ήταν τότε που η γερμανική κυβέρνηση επενέβη και έτσι κατάφερε να φτάσει στη Γερμανία, όπου έκανε αίτηση ασύλου. Τον έβαλαν σε ένα σπίτι μαζί με πολλούς άλλους και του έδωσαν 180 ευρώ για τα έξοδά του. Τα χρήματα αυτά τα έστελνε στη σύζυγό του για τα έξοδα του δικού της ταξιδιού.

Η απόφασή της να φύγει από την Τουρκία μόνη της, με τα δύο μικρά παιδιά της, ήταν αρκετά παράτολμη. «Δεν το πολυσκέφτηκα, θέλω να βρω τον άντρα μου» δηλώνει αποφασισμένη. Ήταν τον περασμένο Νοέμβριο όταν εκείνη και τα δύο αγόρια της βρέθηκαν στα παράλια της Σμύρνης με σκοπό να περάσει στη Χίο με μια ομάδα 55 Αφγανών και 25 Σύριων, σε μια φουσκωτή λέμβο 9 μέτρων. Μου περιγράφει με δραματικούς τόνους τη σκηνή της επιβίβασης, όπου πετάνε στη βάρκα τα παιδιά της σαν να είναι σακιά και συνεχίζουν να πετούν αποσκευές πάνω τους. «Κόντεψαν να σκάσουν από το βάρος και τον όγκο που είχαν πάνω τους. Βούτηξα στην κυριολεξία στον πάτο της βάρκας για να τα βγάλω». Η παραμονή στα νερά του Αιγαίου για τρεις περίπου ώρες ήταν μια ακόμη τρομακτική εμπειρία, αφού δεν ήταν ενώ τους είχαν πει πως θα το κάνουν σε μισή. Η θάλασσα ήταν ήσυχη, αλλά, επειδή δεν ήταν εξοικειωμένοι, είχαν πρόβλημα. Στη συνέχεια από τη Χίο πήγαν στον Πειραιά και από εκεί στην Ειδομένη. Παρ’ όλα αυτά, επισημαίνει πως «αν γνώριζα όλα όσα θα περνούσα για να φτάσω και να παγιδευτώ στην Ελλάδα, δεν θα επιχειρούσα να έρθω. Αν ο πόλεμος στη Συρία τελείωνε τώρα, θα επέστρεφα αμέσως στο Χαλέπι».

«ΣΑΝ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΚΟΡΗ ΤΟΥΣ…»
Ο Δημήτρης μού λέει πως η Roza «με τον άντρα της επικοινωνούν καθημερινά μέσω skype. Συνειδητοποιώ πως η παλιά μου καθηγήτρια έχει μάθει και κάποιες αραβικές λέξεις και αραιά και πού τις «πετάει» στα παιδιά που τρέχουν γύρω της. Ρωτάω την Ιωάννα αν είχε ενδοιασμούς πριν πάρει την απόφαση. «Όταν είναι κάτι να γίνει, σου τα φέρνει έτσι ο Θεός που νιώθεις σίγουρος. Δεν είπα στον άντρα μου να φέρει οποιαδήποτε άλλη οικογένεια. Είναι μια κοπέλα με δύο μικρά παιδιά, τι μπορεί να σου κάνει;» αναρωτιέται. Και η άνεση που έχασε; «Είναι ξεβόλεμα. Αλλά θα σκεφτείς, ρε γαμώτο, τη δική σου βολή, όταν πρόκειται να μπούνε δύο παιδάκια σε ένα σπίτι στεγνό; Αυτό είναι ξεδιάντροπος φιλοτομαρισμός». Το παράδειγμα του ζευγαριού ακολούθησαν και φίλοι τους. «Κάποιοι φίλοι μας είπαν “μπράβο”. Αρκετοί φίλοι μας πήραν κι εκείνοι οικογένειες στα σπίτια τους. Κάποιοι είχαν μια τρίπατη μεζονέτα και παραχώρησαν ένα μικρό διαμέρισμα. Υπήρχε και μια περίπτωση που έβαλαν μια οικογένεια 17 ατόμων στο σπίτι τους στο χωριό. Γιατί δεν χωρίζονται! Από την άλλη, κάποιοι άλλοι φίλοι μας ήταν διστακτικοί στο άκουσμα της απόφασής» λέει ο Δημήτρης.

Η εύρυθμη καθημερινότητα, όμως, απαιτούσε νέους κανόνες. «Kάποια στιγμή έβαλα κάποια όρια» λέει η Ιωάννα και εξηγεί: «Από τις 15.00 έως τις 18.00 θα πρέπει να επικρατεί ηρεμία. Όπως επίσης και μετά τις 21.00. Eμείς δεν αντέχουμε όλη μέρα σε αυτούς τους ρυθμούς». Τα παιδιά ξυπνάνε στις 8.00 και παραμένουν στο δωμάτιο με τη μαμά τους. Τρώνε πρωινό, που για εκείνους είναι το πιο βασικό τους γεύμα και μοιάζει με το αγγλικό. «Έπειτα, συνεννοούμαστε με τη μαμά τους για το μεσημεριανό. Έχουμε προσαρμοστεί στις ανάγκες τους, για παράδειγμα δεν τρώμε χοιρινό. Είναι δύσκολη η καθημερινότητα, αλλά όχι τόσο που να με κάνει να μετανιώνω για το καλό που έκανα» τονίζει η Ιωάννα.

Μιλώντας για διαφορές στην κουλτούρα, η πάλαι ποτέ καθηγήτριά μου σχολιάζει με χιούμορ. «Ο Δημήτρης έχει δουλέψει και με τους μουσουλμάνους στη Θράκη, οπότε γνωρίζαμε τις συνήθειές τους. Δεν μου προκαλεί κατάπληξη το γεγονός πως πέντε φορές την ημέρα εξαφανίζεται για να προσευχηθεί. Θα έλεγα πως έχει πλάκα που έχει συνεχώς τα μαλλιά της καλυμμένα. Όταν είμαστε οι δυο μας, βγάζει τις μαντίλες. Μόλις ακουστεί κάποιος ήχος, τρέχουμε να βρούμε μια μαντίλα. Αφού τη ρωτάω “αν είσαι γυμνή και ανοίξει καμιά πόρτα, τι θα κοιτάξεις να σκεπάσεις πρώτα; Τα μαλλιά σου ή το σώμα σου;”. “Θα τρέξω να κρυφτώ κάτω από το κρεβάτι” μου απαντά».

Η Roza βρίσκει την ευκαιρια να μιλήσει για τους σωτήρες της: «Είναι η οικογένειά μου. Με έχουν αγκαλιάσει σαν να είμαι κόρη τους. Χθες πήγαμε στην Αλεξανδρούπολη για να συμπληρώσω τα χαρτιά μου. Ο Δημήτρης ήταν εκείνος που κατάφερε να καταγραφώ στις λίστες για άσυλο, επανένωση οικογένειας και παροχή σπιτιού. Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω την ευγνωμοσύνη μου σε αυτούς τους υπέροχους ανθρώπους»

«Το να μαθαίνεις στα παιδιά να μετράνε είναι καλό, το να τα μαθαίνεις τι μετράει (στη ζωή) όμως είναι σπουδαίο», έγραφε στη στήλη του ο αρθρογράφος Bob Talbert σε ένα θέμα του για τους δασκάλους. Η Ιωάννα συνεχίζει να διδάσκει με τις αποφάσεις της, εγώ συνεχίζω να δηλώνω υπερήφανα μαθητής της και η Roza να απαντά «ινσαλάχ» στα παιδιά της κάθε που τη ρωτούν αν το αεροπλάνο που βλέπουν θα τους πάει στον πατέρα τους.

Διαβάστε περισσότερα στο PEOPLE που κυκλοφορεί μαζί με το ΘΕΜΑ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr